Στο ιστορικό νεκροταφείο του Παρισιού, το Περ Λασαίζ, έχει τοποθετηθεί από το δημιουργό του ο σεμνός τάφος ενός θρυλικού μυθιστορηματικού προσώπου, του κεντρικού ήρωα των «Αθλίων» του Β. Ουγκώ, Γιάννη Αγιάννη. Αυτός ο ήρωας που προερχόταν από τα πιο ταπεινά κοινωνικά στρώματα, επιχείρησε μια προσωπική, με ηθικούς όρους «έφοδο στον ουρανό», οδηγούμενος από «την ύδρα στον άγγελο», σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του συγγραφέα. Από μια τραγική ιδιοτροπία της Ιστορίας, στο ίδιο αυτό νεκροταφείο έγιναν οι μαζικές σφαγές των «κομμουνάρων» των πραγματικών ηρώων της εργατικής τάξης που πραγματοποίησαν τη δική τους συλλογική έφοδο στον ουρανό. Ο ήρωας του μυθιστορήματος, σύμβολο των αρετών του προλετάριου, που διαστρέφονται από τον καπιταλισμό, πέτυχε την ηθική του τελείωση μέσα από την επώδυνη πορεία του προς την καλωσύνη. Οι κομμουνάροι του 1871 όμως αντιπροσωπεύουν μια πολύ πιο ώριμη γενιά της εργατικής τάξης, που κατακτά τις επαναστατικές αρετές της συλλογικότητας, της ανατροπής, της άσκησης επαναστατικής εξουσίας προς όφελος όλου του λαού.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ, ο δημιουργός του Γιάννη Αγιάννη και πιο πολυδιαβασμένος Γάλλος συγγραφέας όλων των εποχών, είναι ο άνθρωπος που κατέγραψε την αφανή κάποτε εποποιία των προλετάριων, πριν αυτοί αποκτήσουν τη συνείδηση της τάξης τους. Φέτος, που τιμώνται τόσο επίσημα ώστε στην πράξη να ακυρώνεται οποιαδήποτε επαναστατικότητα και λαϊκότητα στο έργο του, τα 200 χρόνια από τη γέννησή του δεν είναι βέβαια αυτή η πλευρά της ιδεολογίας του που αναδεικνύει η αστική τάξη της χώρας του. Η επίσημη, ιμπεριαλιστική Γαλλία τιμά κυρίως το βοναπαρτικό Ουγκώ που μιλούσε για το μεγαλείο και την οικουμενικότητα της Γαλλίας, αποσπώντας τις θέσεις του αυτές από το περιβάλλον της εποχής του και τις γενικότερες ιδεολογικές του περιπλανήσεις. Σε αυτές τις ιδεολογικές περιπλανήσεις θα προσπαθήσουμε να τον ακολουθήσουμε εμείς, εντοπίζοντας κυρίως εκείνα τα στοιχεία που καθιστούν το έργο του πάντα λαϊκό και επίκαιρο.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ θεωρείται ως ο επισημότερος εκπρόσωπος του δημοκρατικού ρομαντισμού. Ο όρος «ρομαντισμός» είναι εντελώς παρεξηγημένος: στη συνείδηση του μη ειδικού ταυτίζεται με μια μεταφυσική σχεδόν αγάπη για τη φύση, απομακρυσμένη από την κοινωνική πραγματικότητα και τις αντιθέσεις της, καθώς και με μια εκδήλωση ευαισθησίας, τρυφερότητας και λυρισμού χωρίς όρια.
Η πραγματικότητα είναι διαφορετική και, πάντως, όχι τόσο σχηματική. Ο ρομαντισμός είναι ένα λογοτεχνικό και ευρύτερα καλλιτεχνικό ρεύμα που αναπτύσσεται από το τέλος του 18ου μέχρι τα μισά του 19ου αιώνα. Στα πρώτα του βήματα χαρακτηρίζεται από την αντιπαράθεση στον ορθολογισμό του Διαφωτισμού και έχει συνολικά συντηρητικό, έως και αντιδραστικό πολιτικό χαρακτήρα: τίθεται υπέρ της φεουδαρχίας και ενάντια στην προοδευτική, την εποχή εκείνη, αστική τάξη.
Με το γύρισμα του αιώνα, το τέλος της μεγάλης εποχής των γιακωβίνων, με τη -φαινομενική ήττα της επανάστασης, μετά το Βατερλώ και την Παλινόρθωση της μοναρχίας στη Γαλλία (1815)- ο ρομαντισμός διατηρώντας τα εξωτερικά, αισθητικά του χαρακτηριστικά παίρνει νέο περιεχόμενο: αυτή τη φορά εμφανίζεται όχι ως ο αριστοκράτης αντίπαλος της αστικής τάξης, αλλά ως ο υπερασπιστής εκείνων των ιδανικών της που συντρίφτηκαν με την ήττα των γιακωβίνων, τον Ιούλιο (Θερμιδώρ) του 1794. Των πιο λαϊκών δηλαδή ιδεωδών, εκείνων που εξέφραζαν πλατύτερες μάζες. Από αυτή την απόψη, γενάρχης του ρομαντισμού θεωρείται ο πληβείος - «έκπτωτος της τάξης του» - Ζαν - Ζακ Ρουσσώ, ο θιασώτης της έμφυτης καλωσύνης του ανθρώπου και υποστηρικτής της άποψης ότι ο πολιτισμός καταστρέφει και διαφθείρει την έμφυτη αυτή καλωσύνη.
Η ίδια εποχή (πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα) σημαδεύεται από την έκρηξη μεγάλων εθνικών επαναστάσεων, με τις οποίες η αστική τάξη των υπό διαμόρφωση εθνών προσπαθεί να συγκροτήσει το κράτος της. Χαρακτηριστικότερη τέτια περίπτωση είναι της μεγάλης επανάστασης των Ελλήνων του 1821. Η διαδικασία συγκρότησης εθνικών συνειδήσεων βοηθιέται από μνήμες του μεσαιωνικού παρελθόντος των λαών (μύθοι, θρύλοι, έθιμα, τραγούδια). Ολο αυτό τό υλικό, με τα πολλά μυθικά, μη ρεαλιστικά στοιχεία, ενσωματώνεται στην αισθητική του ρομαντισμού, ο οποίος γίνεται πλέον κήρυκας των εθνικοαπελευθερωτικών ιδανικών.
Από αριστοκράτης, «αβράκωτος» και ... φουστανελάς. Αυτή είναι, σε αδρές γραμμές, η ιδεολογική πορεία του ρομαντισμού, ο οποίος προς το τέλος του αιώνα θα γνωρίσει μιαν ακόμα ιδεολογική μετάλλαξη. Μπροστά στο χείμαρρο των αναπτυσσόμενων σοσιαλιστικών ιδεών και τη λογοτεχνική τους αποτύπωση που είναι ο νατουραλισμός και ο ρεαλισμός, ο ρομαντισμός αναδιπλώνεται και, για μια ακόμη φορά, αποκτά αντιδραστικό περιεχόμενο και, κάποτε, αρρωστημένη μορφή, προσανατολιζόμενος στο υπερφυσικό και στο φρικαλέο[1].
Αυτή η πλευρά του ρομαντισμού, που σήμανε και το ιστορικό του τέλος, δεν μας ενδιαφέρει εδώ, καθώς αναφερόμαστε στον καθαρώτερο εκπρόσωπο της ιδεολογίας του, την εποχή της ακμής του. Η ανθρώπινη πορεία και η καλλιτεχνική δραστηριότητα του Ουγκώ ακολούθησε την πρώτη τουλάχιστον ιδεολογική μετάπτωση του ρομαντισμού: από φιλοβασιλικός, απολογητής της αριστοκρατικής φεουδαρχίας, βοναπαρτικός και, στο τέλος της ζωής του, ουτοπικός, προμαρξικός σοσιαλιστής.
Ο Ουγκώ γεννήθηκε στη Μπεζανσόν της Γαλλίας το 1802. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός του Ναπολέοντα Βοναπάρτη και η μητέρα του γόνος παλιάς αριστοκρατικής οικογένειας. Από αυτήν πήρε και τους πρώτους του πολιτικούς προβληματισμούς, που ήταν φιλοβασιλικοί και συντηρητικοί. Στο πιο πολυδιαβασμένο έργο του, τους «Αθλίους», ο νεαρός Μάριος, γιος ήρωα του Βατερλώ, που ανατρέφεται στο σπίτι του φιλοβασιλικού παππού του και «γνωρίζει» τη δράση του πατέρα του μετά το θάνατό του, αποτελεί τη λογοτεχνική persona του ίδιου του συγγραφέα και της ιδεολογικής του πορείας.
Στα πρώτα του έργα -κυρίως ποιητικά- ο Ουγκώ υμνεί τη δυναστεία των Βουρβώνων. Η μεστή γεγονότων δεκαετία του 1820, που προετοίμασε τις εξεγέρσεις του 1830 (και σε βάθος χρόνου, εκείνη του 1848), αλλά και χαρακτηρίστηκε από τη μεγάλη επανάσταση των Ελλήνων αποτελεί κομβικό σημείο για την ιδεολογική και αισθητική του στροφή.
Η επανάσταση των Ελλήνων εξέφραζε με τον αρτιότερο τρόπο τη συνισταμένη των αιτημάτων της προοδευτικής ακόμα την εποχή εκείνη - αστικής τάξης: προσπάθεια για συγκρότηση έθνους-κράτους και, ταυτόχρονα, εγκαθίδρυση ενός πολιτεύματος στηριγμένου στις αρχές της γαλλικής επανάστασης. Η χρονική συγκυρία στην οποία αυτή εκδηλώθηκε φαίνεται εντελώς αρνητική, καθώς η ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλώ, η Παλινόρθωση στη Γαλλία και η συγκρότηση της Ιεράς Συμμαχίας διαμορφώνουν μια εικόνα κατίσχυσης των πιο αντιδραστικών δυνάμεων στην Ευρώπη - και στον κόσμο. Κάπως μηχανιστικά, αλλά όχι μακριά από την ιδεολογική πραγματικότητα της περιόδου, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η ελληνική επανάσταση του ‘21 έγινε η λυδία λίθος, το κριτήριο της προοδευτικότητας των στοχαστών και των διανοουμένων της εποχής εκείνης.
Η έντονη επίδραση που άσκησε η επανάσταση στο πνεύμα του Ουγκώ αποτυπώνεται στην ποιητική του συλλογή «Les Orientales» («Τα ανατολίτικα») - 1829. Στο έργο αυτό, μαζί με τον εξωτισμό της Ανατολής, διαπλέκεται ο θαυμασμός του Ουγκώ για τους επαναστατημένους Ελληνες και το κίνημά τους.
Την ίδια όμως εποχή στη Γαλλία κυοφορούνται οι μεγάλες εξεγέρσεις του 1830, που φέρνουν στο προσκήνιο της επαναστατικής δράσης το προλεταριάτο. Η εργατική τάξη δεν έχει βέβαια διατυπώσει ακόμη με σαφήνεια τα δικά της αιτήματα και, εν πολλοίς, ακολουθεί την αστική, η οποία προσπαθεί να εδραιώσει οριστικά το κράτος της αντιπαλεύοντας τα τελευταία υπολείμματα της φεουδαρχίας. Ομως, είναι οι εργάτες που δίνουν το αριθμητικό τους τουλάχιστον στίγμα σε αυτές τις εξεγέρσεις.
Τα γεγονότα λοιπόν αυτά είναι που βοηθούν την ωρίμανση της συνείδησης του Ουγκώ και τον στρέφουν προς την υπεράσπιση του λαού και των λαών: του λαού, με την έννοια των φτωχών, των προλετάριων και υποπρολετάριων. Των λαών, με την έννοια των εθνών που αγωνίζονται για την εθνική τους ολοκλήρωση. Η ιδεολογική αυτή μεταστροφή έχει την αντανάκλασή της και στις αισθητικές του αντιλήψεις: το νέο προοδευτικό εν γένει περιεχόμενο του έργου του απαιτούσε και μια πιο φιλελεύθερη μορφή, σε σχέση με την αυστηρότητα στην τήρηση των κανόνων που απαιτούσε ο κλασικισμός. Ο πρόλογος στο θεατρικό του έργο «Κρόμγουελ» (1827) έγινε το αισθητικό μανιφέστο των δημοκρατικών ρομαντικών, ενώ το μεταγενέστερο δράμα του «Ερνάνης» (1829-1830), θεωρήθηκε ως ενσάρκωση των επαναστατικών ιδεών ενάντια στη μοναρχία.
Ωστόσο, η ιδεολογική πορεία του Ουγκώ δεν είναι σταθερή. Στη δεκαετία του 1840 συμφιλιώνεται με τη μοναρχία, καθώς η ιδεολογία του, σε ώριμη πια ηλικία, ήταν ένα κράμα ουτοπικού σοσιαλισμού και ηθικών-ανθρωπιστικών αυταπατών. Από το ιδεολογικό αδιέξοδο, τον βγάζει η επανάσταση του 1848, ενώ η έντονη αντίθεσή του με το καθεστώς του Ναπολέοντα Γ΄ τον οδηγεί σε μια μακροχρόνια εξορία στα νησιά της Μάγχης (εκεί όπου έγραψε και τους «Αθλίους»).