Η σημερινή κατάσταση χαρακτηρίζεται από την επιταχυνόμενη συσσώρευση των περιβαλλοντικών προβλημάτων και από την μακρόχρονη ήδη απουσία κάθε ουσιαστικής προσπάθειας αναχαίτισης της καταστροφικής αυτής πορείας.
Η εξαφάνιση τεράστιων δασικών εκτάσεων (Αμαζόνιος, Αφρική κλπ.), η ερήμωση των εδαφών, η όξινη βροχή, τα εκατομμύρια τόννων πετρελαίου που αδειάζονται από τα πλοία κάθε χρόνο στις θάλασσες, η αλόγιστη χρήση χημικών λιπασμάτων, ζιζανιοκτόνων, εντομοκτόνων, η απελευθέρωση αεριωδών αποβλήτων στην ατμόσφαιρα και η αναρχική ανάπτυξη οδικής μεταφοράς (τρύπα του Οζοντος), η ακατάσχετη αύξηση παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα (φαινόμενο θερμοκηπίου), η ρύπανση ρυακιών, ποταμών, λιμνών, υπογείων αποθεμάτων νερού κλπ. με υγρά τοξικά απόβλητα, η αύξηση επαγγελματικών νόσων, η παραγωγή, η μεταφορά και η αποθήκευση τοξικών και επικίνδυνων προϊόντων με τις τραγικές τεχνολογικές καταστροφές των Σεβέζο, Μποπάλ, Μεξικό, Τσέρνομπιλ, Θρι Μάιλς Αϊλαντ και άλλα ανάλογα γεγονότα, διαγράφουν αμυδρά μια μερική μόνο εικόνα της βαθιάς υποβάθμισης της οικόσφαιρας.
Και σαν να μη φτάνουν όλες αυτές οι απερίσκεπτες «κανονικές» ενέργειες, έχουμε και τη συνεχιζόμενη (μετά το έγκλημα της Χιροσίμα) συνειδητή χρήση πυρηνικών όπλων (Ιράκ, Γιουγκοσλαβία), τη χρησιμοποίηση ξεφυλλιστικών και άλλων χημικών ουσιών για την εξόντωση φυλών, ζώων και πληθυσμών στον πόλεμο του Βιετνάμ. Εχουμε την κατασκευή επικίνδυνων μεταλλαγμένων προϊόντων, ορμονούχων κρεάτων και άλλων επικίνδυνων τροφικών παρασκευασμάτων με όλες τις απαράδεκτες πιέσεις που ασκούνται για την επιβολή τους στο διεθνές εμπόριο. Εχουμε τέλος την καταστροφή «πλεονασμάτων» τροφίμων, τη στιγμή που χιλιάδες παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο στον κόσμο από την πείνα.
Είναι φανερό και γνωστό σε όλους (ειδικούς και μη) ότι η ζοφερή αυτή κατάσταση προέκυψε και συνεχίζει να επιδεινώνεται εξαιτίας των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες όμως δεν είναι γενικές και αόριστες. Είναι προσδιορισμένες από τους βασικούς νόμους του εκάστοτε οικονομικο-κοινωνικού συστήματος.
Οι ανθρώπινες δραστηριότητες είχαν λοιπόν και έχουν μια ιστορική εξέλιξη. Ο Ομηρος θρηνούσε, ήδη, την καταστροφή των ελληνικών δασών. Είναι επίσης, γνωστές η ερήμωση του περίγυρου της Μεσοποταμίας και των εδαφών της Βόρειας Αφρικής, καθώς και η αποψίλωση των δασών της Κεντρο-δυτικής Ευρώπης στη διάρκεια του Μεσαίωνα. Με την πορεία τους στη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων, ακολουθώντας τις θεμελειακές νομοτέλειες του καπιταλιστικού συστήματος, φτάσαμε στη δημιουργία της σημερινής κατάστασης. Η σημερινή περιβαλλοντική κρίση είναι στην ουσία η κρίση του καπιταλισμού. Η αναγκαιότητα ανατροπής των σημερινών οικονομικών σχέσεων, όμως, δεν προκύπτει μόνο για να ελευθερωθούν η ανθρώπινη εργασία και η δυναμικότητα των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά και για να γίνει πιο φρόνιμη και συνετή η ανθρώπινη παρέμβαση πάνω στη φύση.
Στο σημείο αυτό, η ερώτηση που τίθεται στον καθένα μας είναι: «Μπορούμε ν’ ανατρέψουμε την καταστρεπτική αυτή πορεία και να καλυτερεύσουμε τη σημερινή ζοφερή κατάσταση του φυσικού μας περιβάλλοντος»;
Η δική μας απάντηση είναι καταφατική για τους εξής λόγους:
α) Στο επιστημονικό επίπεδο, η συσσώρευση γνώσεων στο χώρο της Οικολογίας ως προς τα θεμελιακά δεδομένα και τις λειτουργικές διαδικασίες της γήινης φύσης (θεώρηση των οικοσυστημάτων), καθώς και τα επιτεύγματα των άλλων, σχετικών ειδικών επιστημών (φυσική, βιολογία, χημεία κλπ.) προσφέρουν τη δυνατότητα πραγματικής φρόνησης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αφορούν τόσο στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, όσο και στη συνετή χρήση των πόρων της φύσης. Να σημειωθεί επίσης, ότι η δυνατότητα αυτή αυξάνεται με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων (με τη μαρξιστική έννοια του όρου).
β) Στο τεχνικό επίπεδο, οι ως τώρα γνωστές εφαρμογές της τεχνολογικής ανάπτυξης επιτρέπουν ήδη την καλή διαχείριση στη χρήση των εκμεταλλευμένων φυσικών πόρων, την πλήρη ανακύκλωση των βιομηχανικών και άλλων αποβλήτων (λειτουργία σε κλειστό κύκλωμα των εργοστασίων), την ανάκτηση χαμένης ενέργειας, την αποφυγή μολύνσεων κλπ.
γ) Στο οικονομικο-κοινωνικό επίπεδο, η απάντησή μας είναι πάντα καταφατική, αλλά η ανατροπή και η εξάλειψη του καπιταλιστικού συστήματος θ’ απαιτήσει χρόνο. Υπάρχουν, βέβαια, αρκετά ενθαρρυντικά στοιχεία που τώρα τελευταία αρχίζουν και πληθαίνουν. Οι λαϊκές κινητοποιήσεις πολλαπλασιάζονται και εντείνονται τόσο στο εθνικό πλαίσιο αρκετών χωρών, όσο και στο διεθνές. Ο αγώνας, όμως, θα είναι δύσκολος και σκληρός. Σε μια τέτια προοπτική φαίνεται χρήσιμο να εξεταστούν τα κύρια χαρακτηριστικά του.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ
Κατ’ αρχήν ο αγώνας για την ανατροπή και την εξάλειψη του καπιταλισμού είναι πολιτικός και ιδεολογικός. Τις περισσότερες φορές ξεκινά σε κοινωνικό επίπεδο, πετυχαίνει αποτελέσματα όταν μπορεί και κατόπιν αναβαθμίζεται στο πολιτικό επίπεδο.
Η κάθε πολιτική εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα. Στις ταξικές κοινωνίες τα πρώτιστα συμφέροντα είναι τα ταξικά συμφέροντα. Οι κοινωνικοί αγώνες αναφέρονται στις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης και διεξάγονται σε δύο σχετιζόμενα (αλληλοστηριζόμενα) μεν, αλλά διαφορετικά πεδία (πλαίσια).
α) Το πεδίο των κοινωνικών σχέσεων (σχέσεις παραγωγής...).
β) Το πεδίο των σχέσεων της κοινωνίας με τη φύση.
Το πρώτο πλαίσιο των κοινωνικών αγώνων αποτέλεσε το γνωστικό χώρο διερεύνησης του μαρξισμού-λενινισμού, που ανέλυσε κάθε πτυχή του θέματος (πολιτική οικονομία), προσδιόρισε τα αίτια, τις νομοτέλειες και την εξέλιξη και άνοιξε διάπλατα τις προοπτικές για το παγκόσμιο εργατικό κίνημα.
Οσον αφορά το δεύτερο πλαίσιο των κοινωνικών αγώνων που στοχεύουν στη καλυτέρευση των σχέσεων της κοινωνίας με τη φύση, η απάντηση θα δοθεί από την εδραίωση της οικολογίας ως επιστήμης των διεργασιών της φύσης, με την ανακάλυψη των νομοτελειών τους και τη συσσώρευση των επί μέρους σχετικών γνώσεων των άλλων ειδικών επιστημών.
Η παρουσίαση των στοιχείων που ακολουθούν θα προωθήσει, ελπίζουμε, την ανάλυση μερικών από τα αίτια της σημερινής ραγδαίας υποβάθμισης του φυσικού μας περιβάλλοντος και θα βοηθήσει, έτσι, στη διατύπωση των στόχων για τις μελλοντικές λαϊκές κινητοποιήσεις.
Ετσι, υπάρχει πλήθος δεδομένων, τόσο στο επίπεδο της επιχείρησης, όσο και σε αυτό γενικότερα της οικονομίας, που δείχνουν τη βασική αντίθεση μεταξύ των καπιταλιστικών νομοτελειών για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και των νόμων λειτουργίας της φύσης.
Παρατηρούμε, λοιπόν, συχνά ότι στη διάρκεια των διαδικασιών παραγωγής για την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, ο μη σεβασμός των οικολογικών περιορισμών ωφελεί το κεφάλαιο, γιατί μεταφέρει το κόστος της απαραίτητης απορρύπανσης που συνεπάγεται έξω από το οικονομικό πλαίσιο της επιχείρησης, υποβαθμίζοντας το περιβάλλον.
Η πλήρης ανακύκλωση των λυμάτων ενός βυρσοδεψίου, ενός τυροκομείου, ενός ελαιοτριβείου κλπ. αυξάνει το κόστος των παραγόμενων προϊόντων για τον ιδιοκτήτη καπιταλιστή, αλλά για το σύνολο της κοινωνίας το κόστος αυτό είναι πολύ μικρότερο σε σχέση με αυτό της μετέπειτα απαραίτητης απορρύπανσης του γύρω περιβάλλοντος. Το ίδιο ισχύει και για τις περισσότερες βιομηχανικές και άλλες επιχειρήσεις[10], την εντατική γεωργία, τις μεγάλες κτηνοτροφικές μονάδες κλπ. Ενα άλλο παράδειγμα είναι αυτό της έλλειψης μέτρων προστασίας του παραγωγικού προσωπικού και των πληθυσμών που ζουν γύρω από κάθε παραγωγική[11] επιχείρηση. Οι επαγγελματικές αρρώστιες, οι τραυματισμοί, οι μολύνσεις, οι θάνατοι κλπ. βαρύνουν οικονομικά (πέρα από τις ηθικές και ψυχολογικές καταστροφές) το σύνολο της κοινωνίας. Πρέπει δε να υπογραμμιστεί ότι το οικονομικό αυτό κόστος είναι πολύ υψηλότερο από το πρόσθετο κέρδος που αποκομίζει με την έλλειψη των προστατευτικών μέτρων ο καπιταλιστής.
Τέλος, ένα τρίτο δεδομένο, στο χώρο της επιχείρησης για την αντίθεση του καπιταλιστικού συστήματος με τους νόμους λειτουργίας της φύσης, είναι η σπατάλη ενέργειας και πρώτων υλών (διαφημίσεις, μείωση της αξίας χρήσης των προϊόντων-εμπορευμάτων κλπ.) για να κρατηθεί η πτώση του ποσοστού κέρδους.
Οσον αφορά το χώρο της οικονομίας, τα παραδείγματα της καταλυτικής επίδρασης του καπιταλισμού στην υποβάθμιση της οικόσφαιρας είναι πολλαπλά και έχουν μεγάλη και μακρόχρονη εμβέλεια.
Πρόκειται για στρατηγικές επιλογές των μονοπωλίων που γίνονται με μοναδικά κριτήρια τη μεγιστοποίηση του κέρδους και την όσο το δυνατό μακρόχρονη διατήρησή του και οι οποίες προωθούνται από τα διάφορα καπιταλιστικά κέντρα απόφασης. Ολες αυτές οι διαδικασίες γίνονται ερήμην των λαϊκών μαζών που πληρώνουν βαριά και με πολλούς τρόπους τα αποτελέσματα αυτών των επιλογών.
Ενα από τα γνωστότερα παραδείγματα είναι η επιλογή της οδικής μεταφοράς που επέβαλαν παγκόσμια τα πετρελαϊκά μονοπώλια, αντί της ανάπτυξης των ηλεκτρικών τρένων. Δαπανηρός, επικίνδυνος και άκρως ρυπογόνος, ο οδικός τρόπος μεταφοράς μεθοδεύτηκε εδώ και δεκαετίες με τέτια πολύπλευρη ένταση, ώστε εγκαταστάθηκε στην ιδιοσυγκρασία του κοινού όλων σχεδόν των χωρών. Η ακατάσχετη και ασύδοτη διαφήμιση φετιχοποίησε εντελώς το ιδιωτικό μέσο μεταφοράς, μέσα και έξω από την πόλη, με αποτέλεσμα τη γενίκευση του φαινομένου της κυκλοφοριακής συμφόρησης και τη συνεχή αύξηση των ατυχημάτων με πλήθος τραυματιών και νεκρών. Η ραγδαία αύξηση του αριθμού των αυτοκινήτων αποτελεί, εξάλλου, το μεγαλύτερο παράγοντα ρύπανσης της ατμόσφαιρας. Αυτό, όμως, δε λογαριάζεται στον ισολογισμό των πετρελαϊκών μονοπωλίων τα οποία, σύμφωνα με τις πρόσφατες δηλώσεις του επιστάτη τους Τζορτζ Μπους, Προέδρου των ΗΠΑ, ετοιμάζονται να επενδύσουν μεγάλα ποσά για την εκμετάλλευση καινούργιων πετρελαιοπηγών!!!
Είναι φανερό ότι μόνο η ανάπτυξη συλλογικών, μη ρυπογόνων μέσων μεταφοράς θα μας απαλλάξει από την αφόρητη «οικο-αποπληξία» που διαπιστώνουμε σήμερα σε αυτόν τον τομέα. Ομως, χωρίς την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, μια τέτια επιλογή είναι αδύνατη.
Ενα άλλο παράδειγμα αντι-αναπτυξιακής και συνάμα αντι-οικολογικής επιλογής είναι η συνηθισμένη πια συνεχής εξαγορά και απόκρυψη επιστημονικών και τεχνικών ανακαλύψεων που επιτρέπουν την πραγματοποίηση οικονομίας στους τομείς της ανθρώπινης εργασίας, των πρώτων υλών, της ενέργειας, ακόμα και στον τομέα της υγείας των ανθρώπων (καινούργια φάρμακα και θεραπείες). Και όλες αυτές οι μεθοδεύσεις για να πραγματοποιηθούν οι κερδοσκοπικοί στόχοι προηγούμενων επενδύσεων!!!
Οι ανομολόγητες, τέλος, κρυφές επιλογές κατακόρυφης αύξησης της κατανάλωσης ναρκωτικών, της παράλογης σπατάλης ενέργειας και φυσικών πόρων, είναι πολλές και διάφορες. Πέρα από τις, με χίλια προσχήματα, πολεμικές ρήξεις και τους ακράτητους εξοπλισμούς, η χωρίς πρόσχημα διασπάθιση ενέργειας διαπιστώνεται συνήθως στις οικονομικά αναπτυγμένες χώρες[12]. Το ίδιο συμβαίνει και με τη διάδοση των ναρκωτικών, τα οποία αποτελούν έναν από τους κερδοφόρους τομείς επένδυσης.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ ΛΑΪΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ
Είναι φανερό ότι ακόμα και σήμερα, δέκα χρόνια ύστερα από τις ανατροπές των σοσιαλιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και της ΕΣΣΔ, ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων συνεχίζει να είναι αρνητικός.
Το καπιταλιστικό κατεστημένο χρησιμοποιεί όλα τα μέσα που διαθέτει για να συνεχίσει την κυριαρχία του. Και αυτά τα μέσα είναι πολλά και διάφορα, ανεπαίσθητα και βίαια (και τα πρώτα δεν είναι τα λιγότερο επικίνδυνα). Κατασταλτικές δυνάμεις (στρατοί, αστυνομίες), πληθώρα εξοπλισμών, οργάνωση διεθνών δομών σε όλα τα επίπεδα (πολιτικό, οικονομικό, νομικό) και ένας, σχεδόν απόλυτος, έλεγχος των μαζικών μέσων επικοινωνίας αποτελούν τα κύρια όπλα επιβολής της πολιτικής ιδεολογίας του καπιταλιστικού συστήματος που κυριαρχεί ως σήμερα. Κυριαρχεί μεν, σαπίζει δε, όπως απέδειξαν ήδη οι κλασικοί του μαρξισμού-λενινισμού στον οικονομικο-κοινωνικό χώρο. Οι ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις είναι, όντως, αξεπέραστες. Χρειάζεται όμως ν’ αναπτυχθεί δυνατά το λαϊκό αντικαπιταλιστικό κίνημα για να σπρώξει στο γκρεμό το αδίστακτο άδικο και καταστρεπτικό αυτό σύστημα.
Ο καταστροφικός του ρόλος στον τομέα των φυσικών λειτουργιών του γήινου περιβάλλοντος αυξάνει τη δυσαρέσκεια των λαϊκών μαζών που αποτελούν τα πρώτα και κυριότερα θύματα της οικορύπανσης. Η οργάνωση ενός δυνατού, συνειδητού και συνεπούς λαϊκού κινήματος για την προστασία του περιβάλλοντος και των συνθηκών ζωής, ποικιλότροπα δεμένο με το εργατικό κίνημα (που αναπτύσσεται στον οικονομικο-κοινωνικό χώρο, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο) θα κτυπήσει τη νεκρώσιμη καμπάνα του καπιταλισμού.
Αυτό ακριβώς θέλουν ν’ αποφύγουν (όσο μπορούν) οι ιθύνοντες καπιταλιστικοί κύκλοι. Ξέρουν ότι αντικειμενικά υπάρχει μια διαλεκτική συνοχή ανάμεσα στις κατευθύνσεις των δύο αυτών κινημάτων. Γνωρίζουν βέβαια πολύ καλά τον κύριο εχθρό τους, το εργατικό κίνημα και το πολεμούν από τη γέννησή του, με νύχια και με δόντια. Δύο φορές, μάλιστα, με την καταστολή της Κομμούνας του Παρισιού (1871) και τη διάλυση της ΕΣΣΔ (1991) διακήρυξαν ότι το έθαψαν... Τώρα, ξανα-αισθάνονται την πίεσή του, καθώς φουντώνει και προσπαθούν με χίλιους τρόπους να τ’ αποκόψουν από τα άλλα λαϊκά κινήματα, των οποίων οι ειδικοί στόχοι βρίσκονται αντικειμενικά στην ίδια αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.
Αυτό έγινε με το διεθνές κίνημα Ειρήνης που σε μερικές χώρες το διέσπασαν και που για ένα μακρύ χρονικό διάστημα το έκαναν να παίρνει θέσεις «ίσων αποστάσεων» μεταξύ των «δύο υπερδυνάμεων». Μετά την άγρια επίθεση στο Ιράκ και το διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, το διεθνές κίνημα ειρήνης ξαναπήρε τον αντικαπιταλιστικό του στόχο και αναπτύσσεται πια σταθερά.
Την ίδια μέθοδο χρησιμοποίησαν και με το παγκόσμιο οικολογικό κίνημα. Στο χώρο αυτόν, μάλιστα, έδειξαν ιδιαίτερη σπουδή. Δημιούργησαν πλήθος επιδοτούμενων οργανώσεων, που ασχολούνται με διάφορα επιμέρους θέματα, θολώνουν τα νερά και αποπροσανατολίζουν το κίνημα. Οι οργανώσεις αυτές παρουσιάζονται ως ανεξάρτητες «Μη κυβερνητικές Οργανώσεις» (N.G.O) παρ’ όλο που χρηματοδοτούνται από διάφορους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς (ΟΗΕ, ΟΥΝΕΣΚΟ, ΟΟΣΑ, Ιδιωτικά Ιδρύματα, Εκκλησίες και, βέβαια, αρκετές από τη CIA).
Από τις γνωστές «οικολογικές» οργανώσεις είναι η Γκριν Πις (Green Peace), η οποία, ενώ διεξάγει ένα φανταχτερό αντιπυρηνικό αγώνα εδώ και δύο δεκαετίες, δεν έβγαλε τσιμουδιά για τους βομβαρδισμούς με απεμπλουτισμένο ουράνιο, ούτε στη διάρκεια της επιδρομής ενάντια στο Ιράκ ούτε στον πόλεμο διαμελισμού της Γιουγκοσλαβίας.
Οι περισσότερες από αυτές τις δήθεν ανεξάρτητες οργανώσεις δρουν κατευθυνόμενες για να κατακτήσουν μια θέση στο εθνικό και διεθνές οικολογικό κίνημα, με σκοπό να το καταστήσουν ακίνδυνο για το καπιταλιστικό σύστημα. Παρ’ όλες τις προσπάθειές τους, όμως, οι διάφορες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και αμφισβήτησης που πραγματοποιήθηκαν την τελευταία δεκαετία, ριζοσπαστικοποιούνται όλο και περισσότερο. Τα συνθήματα που διακηρύχτηκαν πρόσφατα στη μεγάλη κινητοποίηση διαμαρτυρίας στη Γένοβα δείχνουν την πρόοδο που επιτελέστηκε σε αυτήν την κατεύθυνση.
Είναι όμως σίγουρο ότι θα χρειαστούν ακόμη μεγάλες προσπάθειες γιατί το καπιταλιστικό σύστημα διαθέτει πολλά μέσα (εκτός από τα κατασταλτικά) και τα χρησιμοποιεί με εμπειρία, ιδιαίτερα στον ιδεολογικο-πολιτικό τομέα. Ο ρόλος των Μαζικών Μέσων Ενημέρωσης (ΜΜΕ) είναι τεράστιος σε αυτό το επίπεδο της αντιπαράθεσης. Είναι γνωστός ο ρόλος του CNN στον πόλεμο του Κόλπου και σε αυτόν της Γιουγκοσλαβίας. Τα ΜΜΕ χειραγωγούν συνειδήσεις, δημιουργούν ανάγκες, αδρανοποιούν λαϊκές αντιδράσεις, κατευθύνουν ατομικές και συλλογικές επιλογές (ποδόσφαιρο, ναρκωτικά, τρόποι διασκέδασης, κατανάλωση).
Ραδιοφωνικοί σταθμοί, τηλεοράσεις και διάφορες εφημερίδες και περιοδικά δημιούργησαν και ανέδειξαν σε πολλές χώρες μια πλειάδα πολιτικών κομμάτων με οικολογικές ονομασίες. Μερικά από αυτά συμμετείχαν ή και συμμετέχουν ακόμη στις κυβερνήσεις των χωρών τους (Γερμανία και Γαλλία π.χ.). Πολλά ηγετικά στελέχη των κομμάτων αυτών ήταν προηγούμενα ακτιβιστές οικολογικών, αντικαθεστωτικών οργανώσεων. Σήμερα ο Οσκαρ Φίσερ και ο Ντανιέλ Κον Μπεντίντ χειροκροτούν τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ και την αποστολή στρατευμάτων στη διαμελισμένη Γιουγκοσλαβία.
Παρ’ όλα αυτά όμως, υπάρχουν δυνατότητες αντιμετώπισης της θλιβερής αυτής κατάστασης. Και οι δυνατότητες δημιουργούνται και πληθαίνουν με τους αγώνες. Καθημερινοί και ασταμάτητοι οι αγώνες για την προστασία του περιβάλλοντος ενάντια στον καπιταλισμό, πρέπει να ξεκινούν από το άμεσο σχόλιο των γεγονότων με το γείτονα, το φίλο ή το συμμαθητή και να προχωρούν με οργανωμένη δουλιά στη γειτονιά, στον τόπο δουλιάς, στο σχολειό. Το οικολογικό πρόβλημα είναι πρόβλημα πολιτικό και πρέπει να το λύσουμε σαν τέτιο, δρώντας συνειδητά και με συνέπεια.