Η οργανωμένη κοινωνική προσφορά και δράση που δεν επιβάλλεται με θεσμικό τρόπο έχει ως βασικό χαρακτηριστικό της την εθελοντική στράτευση. Οργανώσεις της εργατικής τάξης και άλλες μαζικές λαϊκές οργανώσεις, κινήσεις, ομάδες πρωτοβουλιών κλπ. -θεσμικά ή όχι αναγνωρισμένες- είναι εθελοντικού χαρακτήρα.
Η συμμετοχή εθελοντικού χαρακτήρα εκφράζει και υπηρετεί με άμεσο ή έμμεσο τρόπο κοινωνικές σχέσεις και ταξικά συμφέροντα, άσχετα σε ποιο βαθμό αυτά κατανοούνται υποκειμενικά. Στα υποκειμενικά κίνητρα συμπεριλαμβάνονται στον ένα ή τον άλλο βαθμό αξίες όπως η ανιδιοτέλεια, η συλλογικότητα, η κοινωνική αλληλεγγύη. Στα πλαίσια της ταξικής καπιταλιστικής κοινωνίας η διάθεση για κοινωνική προσφορά μπορεί να χειραγωγηθεί από την κυριαρχία της άρχουσας τάξης και να μπει στην υπηρεσία των στενών ταξικών συμφερόντων της.
Ετσι παρ’ ότι οι συλλογικές μορφές κοινωνικής δράσης και προσφοράς δεν είναι καθόλου καινούργιες, η προβαλλόμενη έννοια «εθελοντισμός» εμφανίζεται τις τελευταίες δεκαετίες σε σύνδεση με την έννοια Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ). Προβάλλονται ως ο «τρίτος τομέας της οικονομίας» δηλαδή ως δράση των εθελοντών και άλλων μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ) με το ιδιωτικό κεφάλαιο σε τομείς κοινωνικής πολιτικής, περιβάλλοντος, πολιτισμού, αθλητισμού.
Σύμφωνα με την ΕΕ οι ΜΚΟ είναι σωματεία και ιδρύματα με ανεξάρτητο, μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, τα οποία εκπληρώνουν στους διάφορους τομείς ποικίλες και σημαντικές λειτουργίες από την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών έως την κοινωνική αλληλεγγύη, τη δημόσια υγεία, την προώθηση της ενεργούς συμμετοχής του πολίτη και την έκφραση της βούλησης ορισμένων κοινωνικών στρωμάτων ή ομάδων συμφερόντων, αποτελώντας συχνά αποτελεσματική και ελαστική απάντηση στις νέες και αυξανόμενες ανάγκες των πολιτών που η δημόσια αρχή δεν κατορθώνει πλέον να ικανοποιήσει πλήρως.
Η συγκρότηση και αξιοποίηση των ΜΚΟ εκφράζει την προσπάθεια για μεγάλου βάθους παρέμβαση των κρατικών και διακρατικών μηχανισμών, όπως η ΕΕ, να ελέγξουν και κατευθύνουν τη διάθεση για κοινωνική προσφορά και δράση με μορφές που εξυπηρετούν τα ταξικά συμφέροντα του κεφαλαίου.
Εδώ εμφανίζεται μια αντίφαση του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος, που από τη μια καλλιεργεί τον ατομικισμό και από την άλλη καλεί σε κοινωνική προσφορά μέσω του «εθελοντισμού» για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου.
Το ΚΚΕ είναι υπέρ της εθελοντικής δράσης και προσφοράς που υπηρετεί τα συμφέροντα των λαϊκών δυνάμεων. Είναι αντίθετο όμως με το περιεχόμενο που δίνει στον εθελοντισμό, κάθε φορά, η αστική τάξη, που αξιοποιεί την διάθεση για κοινωνική προσφορά και την χρησιμοποιεί τελικά εις βάρος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Η κυβέρνηση στις σημερινές συνθήκες, εντάσσει τον εθελοντισμό στην πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που ασκεί με σκοπό το κέρδος. Ακριβώς σε αυτή τη μορφή άσκησης του εθελοντισμού είμαστε αντίθετοι, που στο όνομα της κοινωνικής προσφοράς την υπονομεύει και την εκφυλίζει. Με την πολιτική της αυτή η κυβέρνηση, εκτός των άλλων, προσπαθεί να διαμορφώσει αντιλήψεις για το πως πρέπει να είναι η μορφή κοινωνικής συμμετοχής και δράσης. Γενικότερα η αστική προπαγάνδα επιδιώκει να του δώσει χαρακτηριστικά μιας μορφής πολιτικής και κοινωνικής συμμετοχής, χτυπώντας με όλους τους τρόπους (ιδεολογικά - πολιτικά - προπαγανδιστικά - οργανωτικά - οικονομικά) τις κλασικές μορφές λαϊκής οργάνωσης και συμμετοχής. Ταυτόχρονα, όμως, εκεί που υπάρχουν φιλοκυβερνητικές, ελεγχόμενες, συμβιβασμένες ηγεσίες συνδικάτων, άλλων φορέων, η κυβέρνηση διαθέτει χρήματα και μέσα ώστε να οργανώσουν αυτοί οι φορείς τον εθελοντισμό. Με ανάλογο τρόπο χρησιμοποιεί και τοπικές αρχές. Με τον τρόπο αυτό αποπροσανατολίζει το κίνημα, το χειραγωγεί με στόχο την ενσωμάτωσή του στην πολιτική διαχείρισης του συστήματος.
Το ΚΚΕ στηρίζει κάθε ηθική και υλική σε κρίσιμες συνθήκες εθελοντική προσφορά. Είναι υπέρ της συμπαράστασης, της αλληλεγγύης της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων προς τους δεινοπαθούντες συναδέλφους τους και τις οικογένειές τους, χωρίς καμιά προσδοκία ατομικής ωφέλειας ή ανταπόδοσης της βοήθειας, παρά με μοναδικό γνώμονα το ταξικό συμφέρον και την ταξική αλληλεγγύη.
Αυτή η θέση του ΚΚΕ έρχεται σε αντίθεση με την υποκριτική «προσφορά» των μεγαλοαστών «φιλάνθρωπων», επίσης, με τον «επαγγελματικό» εθελοντισμό δηλαδή με τη μαύρη, απλήρωτη εργασία που αναγκάζει τους εργαζόμενους-ανέργους να «προσφέρουν», κυρίως τους νέους και τις γυναίκες και για να αντικαταστήσουν την κρατική κοινωνική πολιτική.
Ο εθελοντισμός ως κίνημα με λαϊκές μορφές οργάνωσης, με αρχές και με ιδέες αναπτύχθηκε στις σοσιαλιστικές χώρες. Είναι μια δοκιμασμένη στην πράξη μορφή συλλογικής δράσης, αλληλεγγύης και ανθρωπιάς. Η ιδέα της εθελοντικής προσφοράς και δράσης, της στράτευσης με υψηλά ιδανικά και σκοπούς διαπερνά την κομμουνιστική ιδεολογία και οι κομμουνιστές με τη στάση και τη δράση τους σε όλες τις χρονικές περιόδους την κάνουν πράξη. Συμμετοχή κομμουνιστών: στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο το 1936, στον εθνικοαπελευθερωτικό και αργότερα στον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα 1940-1949, στη δημιουργία της Εθνικής Αλληλεγγύης με τη συμμετοχή της πλειοψηφίας του λαού, σε μπριγάδες στην Κούβα, Νικαράγουα κλπ.
Εξάλλου οι κομμουνιστές είναι εθελοντικά στρατευμένοι και παλεύουν μέσα από το κόμμα τους για τη κοινωνική απελευθέρωση της εργατικής τάξης, με την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και την εγκαθίδρυση της σοσιαλιστικής εξουσίας. Στην πάλη αυτή αναδείχθηκαν αγωνιστές και αγωνίστριες που για να γίνουν πράξη οι ιδέες, οι αξίες, τα ιδανικά του σοσιαλισμού, εθελοντικά πρόσφεραν, θυσίασαν και την ίδια τους τη ζωή.
Εκτός από τους κομμουνιστές, εθελοντές επίσης είναι και οι συνδικαλιστές του ταξικού ρεύματος στο συνδικαλιστικό κίνημα, όπως και άλλοι αγωνιστές των μαζικών κοινωνικών κινημάτων, της ειρήνης και του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος που με αυταπάρνηση και αυτοθυσία συμβάλλουν στον αγώνα ενάντια στην καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, ατομικών και συλλογικών από αυτούς που ιδιοποιούνται τον πλούτο που παράγουν οι εργαζόμενοι και καταδυναστεύουν τους λαούς.
Η προσπάθεια αλλοίωσης του ταξικού νοήματος της εθελοντικής προσφοράς, από την άρχουσα τάξη και η αντικατάσταση με την ουσία και το περιεχόμενο που η ίδια θέλει να δώσει, δεν είναι καινούργια. Στη χώρα μας οι «δωρεές» «εθνικών ευεργετών», αλλά και πολλών επιχειρηματιών σε διάφορους τομείς της κοινωνικής πολιτικής και ιδιαίτερα της πρόνοιας, είχαν και έχουν φορολογικές εκπτώσεις και άλλες κρατικές διευκολύνσεις, ώστε να ξεπλένουν τον εαυτό τους και τα πλούτη τους μέσα από τη φιλανθρωπία.
Η «φιλανθρωπία» των «μεγάλων» κυριών -βλέπε Φρειδερίκη, στο παρελθόν, Βαρδινογιάννη, Λάτση, Λαιμού κλπ.- σε «εθελοντική» βάση λειτουργούσε και λειτουργεί με εξάρσεις και υφέσεις ανάλογα με το σε ποια φάση βρίσκεται η καπιταλιστική οικονομία.
Στις σημερινές συνθήκες ο εθελοντισμός λειτουργεί πέρα από τις παλαιές εμπειρίες των φιλανθρωπικών οργανώσεων. Επίσης με αυτή τη λογική λειτουργεί η εκκλησία με τα φιλόπτωχα ταμεία, τα «φιλανθρωπικά» ιδρύματα κλπ.
Η άρχουσα τάξη μέσα από τις διάφορες θεωρίες και ιδεολογήματα, (περί εθελοντισμού, κοινωνία αλληλεγγύης, κοινωνία συνοχής, περί ευθύνης πολιτών), θέλει πρώτα απ’ όλα να συγκαλύψει τον ταξικό χαρακτήρα του συστήματος και τις δικές της ευθύνες για τα τεράστια κοινωνικά προβλήματα που βιώνουν η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, και ιδιαίτερα ορισμένες κοινωνικές ομάδες, όπως ηλικιωμένοι, ανάπηροι, χρόνια πάσχοντες, άνεργοι κλπ. Μέσω του εθελοντισμού η άρχουσα τάξη προσπαθεί να δημιουργήσει συνενόχους για τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα που βιώνουν οι εργαζόμενοι, να αμβλύνει συνειδήσεις, να δημιουργήσει υποταγμένους και συμβιβασμένους ανθρώπους, ενσωματωμένους στο σύστημα. Πάνω απ΄ όλα θέλει να πάρει όλα τα αναγκαία μέτρα για να προλάβει την όξυνση των ταξικών αντιθέσεων, που αντικειμενικά γεννά η φιλομονοπωλιακή πολιτική των αναδιαρθρώσεων και θα μεγαλώνουν όσο προχωρά στη ζωή αυτή η πολιτική, μαζί με τη δυσαρέσκεια των λαϊκών μαζών. Ενα από αυτά τα μέτρα είναι και η προώθηση του εθελοντισμού ως υποκατάστατο της συρρίκνωσης έως κατάργησης της κρατικής πολιτικής κοινωνικών παροχών, ακόμη και αυτών των πενιχρών που υπήρχαν έως τώρα.
Το κεφάλαιο ενδιαφέρεται να επενδύσει στους τομείς παιδείας, υγείας, πρόνοιας και ασφάλισης, όπου παλιότερα δεν μπορούσε να εξασφαλίσει υψηλό ποσοστό κέρδους, γιατί ήταν κατά βάση κρατικοί τομείς. Με την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων αλλά και την ανάπτυξη της δράσης εθελοντικών και ΜΚΟ διευκολύνεται η κερδοφορία του κεφαλαίου.