Τριάντα χρόνια τώρα, που η χώρα μας παραμένει στα δεσμά της πρώην ΕΟΚ, κατόπιν ΕΕ, το Κόμμα μας με ευθύνη εναντιώνεται στην αντιλαϊκή στρατηγική της, την αποκαλύπτει στο λαό και προσπαθεί με όλες τις δυνάμεις του να τον ενημερώσει για όλα τα αντεργατικά-αντιλαϊκά νομοθετήματα, να αναδείξει τις τεράστιες ευθύνες όλων των αστικών κομμάτων και να οργανώσει την πάλη. Πρόκειται για μια πορεία που δεν καταγράφει μόνο απώλειες σε δικαιώματα και κατακτήσεις, αλλά κοστίζει και σε ανθρώπινες ζωές.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι αυτό που ζήσαμε όλο αυτό το διάστημα με τη φρικτή τραγωδία - προδιαγεγραμμένο έγκλημα στα Τέμπη, που περνά σαν «ακτινογραφία» το πώς υλοποιείται σε κάθε κλάδο –εν προκειμένω στις μεταφορές– η ευρωενωσιακή αντιλαϊκή στρατηγική που απογειώνει τα επιχειρηματικά κέρδη και οδηγεί το λαό σε αδιέξοδα και τραγωδίες.
Αυτή η βαρβαρότητα της πολιτικής κόστους-οφέλους της ΕΕ και των κυβερνήσεων υπαγορεύει κέρδη για τους ομίλους, αφαίρεση δικαιωμάτων, κινδύνους, ακόμα και νεκρούς για το λαό. Γιατί αυτό το πολύνεκρο έγκλημα με τους δεκάδες νεκρούς και τραυματίες στα Τέμπη φανέρωσε την έλλειψη προσωπικού, στοιχειωδών υποδομών, εκσυγχρονισμού του δικτύου και του τροχαίου υλικού. Με βάση λοιπόν την οδηγία του 1991 δρομολογήθηκε ο διαχωρισμός του μεταφορικού έργου από τις υποδομές και το δίκτυο. Έτσι υλοποιήθηκε αυτή η στρατηγική σε επίπεδο ΕΕ, με τα 4 πακέτα οδηγιών της ΕΕ, με τελευταίο αυτό του 2016 για τους σιδηροδρόμους. Αυτά τα ψήφισαν τότε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στο Ευρωκοινοβούλιο και τα υλοποίησαν πιστά ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ ως κυβερνήσεις, προωθώντας την απελευθέρωση των σιδηροδρομικών μεταφορών. Μάλιστα, ο ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε στην Ευρωβουλή στο πακέτο του ’12 να εξαπολύσει –υποκριτικούς όπως αποδείχτηκε στην πράξη– μύδρους για τα σχέδια ιδιωτικοποίησης που ανέλαβε ο ίδιος να τα φέρει σε πέρας από τη θέση του κυβερνητικού πηδαλιούχου. Αυτά τα πακέτα μόνο η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ τα είχε καταψηφίσει και με τις αιτιολογήσεις ψήφου της από τότε έγκαιρα είχε προειδοποιήσει για τις πολυπλόκαμες τραγικές συνέπειές τους για το λαό. Τα ίδια ασφαλώς αναδείκνυε το Κόμμα μας και στη Βουλή, όπως και πάνω απ’ όλα στο ίδιο το εργατικό κίνημα, στα συνδικάτα, καλώντας για την οργάνωση του αγώνα.
Με βάση αυτές τις οδηγίες υλοποιήθηκε κατά γράμμα η κατάτμηση του ΟΣΕ και η ιδιωτικοποίηση των πιο κερδοφόρων «φιλέτων» όπως αυτά της διαχείρισης των δρομολογίων, αφήνοντας τα «κοστοβόρα» τμήματα στο κράτος που κι αυτό, όντας εχθρικό για τα λαϊκά συμφέροντα, λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, με περικοπές, τα λεγόμενα «ελάχιστα πρότυπα της ΕΕ», εργολάβους ανάδοχους, για να προωθούνται σε κάθε περίπτωση τα καπιταλιστικά κέρδη. Αντίστοιχα μέτρα περιορισμού του κόστους ακολουθήθηκαν και στην υπόλοιπη Ευρώπη, παρά το ότι λειτουργούν συστήματα τηλεδιοίκησης (κι αυτά όχι πάντα στο 100% κι ενώ στις περισσότερες χώρες υπάρχει ιστορικό «δυστυχημάτων»-εγκλημάτων εξίσου με δεκάδες νεκρούς). Κι εκεί ισχύουν κατά βάση κρατικές επιχειρήσεις με κριτήριο πάντα το καπιταλιστικό κέρδος, με την εμπλοκή εργολάβων αναδόχων υπηρεσιών κομμάτι-κομμάτι, με περικοπές προσωπικού, εκπτώσεις στην ασφάλεια του δικτύου, καθυστερήσεις, ακυρώσεις δρομολογίων, προβλήματα στη συντήρηση του δικτύου και πανάκριβα εισιτήρια. Κάτω λοιπόν από αυτές τις καθοριστικές προϋποθέσεις η εφαρμογή της τεχνολογίας, η ναύλωση σύγχρονων αμαξοστοιχιών, που συνοδεύονται μάλιστα και από τις μεγαλοστομίες των εκάστοτε κυβερνώντων, όπως, π.χ., στην Ελλάδα με το λεγόμενο «Λευκό Βέλος», αποτελούν άλμα στο κενό που παίρνουν στο λαιμό τους ανθρώπινες ζωές. Αυτά ζουν και οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους στη Γερμανία, στη Γαλλία, στη Βρετανία και γι’ αυτό απεργούν μαζικά και συχνότατα. Γίνονται απεργίες που νεκρώνουν όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ακριβώς απέναντι σε αυτήν την πολιτική κόστους-οφέλους. Άλλωστε, τα στοιχεία της ίδιας της Eurostat είναι αποκαλυπτικά: Μόνο το 2021 καταγράφηκαν 1.389 σημαντικά σιδηροδρομικά ατυχήματα, με συνολικά 683 νεκρούς και 513 τραυματίες, και 97 από αυτά αφορούσαν συγκρούσεις τρένων...
Σε ανύποπτο χρόνο, με ερώτηση των ευρωβουλευτών του το ΚΚΕ επανερχόταν σχετικά με το πού οδηγείται η κατάσταση· η απάντηση του αρμόδιου επιτρόπου ήταν ότι πάνω απ’ όλα είναι τα «πρότυπα της αγοράς»…
Αυτές τις μέρες κάποιοι, με πρώτους το ΣΥΡΙΖΑ αλλά και άλλους αστούς δημοσιολογούντες-παπαγάλους, όχι μόνο επιχειρούν να απαλλάξουν την ΕΕ από τις τεράστιες ευθύνες της, αλλά προκλητικά πάνε από τη μια να την βγάλουν αθώα περιστερά και από πάνω να της απονείμουν και το ρόλο κατήγορου! Επικαλούνται μάλιστα τη «διαδικασία επί παραβάσει» από την Κομισιόν κατά της Ελλάδας για τους σιδηροδρόμους. Η εν λόγω διαδικασία εγκαλεί ένα κράτος-μέλος για τη μη εφαρμογή οδηγιών-κανονισμών της ΕΕ. Ωστόσο, όσοι την επικαλούνται ισχυρίζονται πως αυτή αφορά τις καθυστερήσεις σε ζητήματα ασφάλειας. Μάλιστα, δεν πτοούνται καν από το γεγονός ότι ο ίδιος ο εκπρόσωπος Τύπου της Κομισιόν έσπευσε να ομολογήσει ότι η εν λόγω διαδικασία δεν έχει «στενά σχέση» με την ασφάλεια. Πώς αλλιώς άραγε να ομολογήσει η Κομισιόν την αλήθεια, ότι όχι μόνο δεν αφορά την ασφάλεια αλλά –πολύ χειρότερα– απαιτεί τη χωρίς καθυστερήσεις εφαρμογή των προδιαγραφών με βάση τα κριτήρια της αγοράς που κάνουν την ασφάλεια κενό γράμμα… Γιατί η σύμβαση που η Κομισιόν καίγεται να υπογραφεί με βάση την αντίστοιχη οδηγία προβλέπει «τη μείωση του κόστους παροχής της υποδομής και του επιπέδου χρέωσης» στους επιχειρηματικούς σιδηροδρομικούς ομίλους, όπως και ότι «πρέπει να δίνονται κίνητρα στους διαχειριστές υποδομής, όπως πριμ για τους διευθύνοντες συμβούλους, ώστε να μειώνονται τα τέλη πρόσβασης και οι δαπάνες παροχής υποδομής». Όχι μόνο δεν αφορά η όλη διαδικασία την προάσπιση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων, αλλά αντίθετα την επιτάχυνση της υπονόμευσής της προς χάριν των κερδών. Στο ίδιο πνεύμα, σύννομες με τις οδηγίες της ΕΕ ήταν και οι εξαιρέσεις που απολάμβανε το ιταλικό μονοπώλιο ακόμα και από τις αποζημιώσεις σε οικογένειες θυμάτων σιδηροδρομικών ατυχημάτων, τις οποίες μετά τη λαϊκή κατακραυγή έσπευσαν να άρουν.
Επειδή οι υπερασπιστές του ευρωμονόδρομου ισχυρίζονται προκλητικά ότι «αυτά συμβαίνουν μόνο στην Ελλάδα», ας απαντήσουν στο ερώτημα: Σε τι ποσοστό έχει προχωρήσει εφαρμογή του γνωστού πλέον «Διευρωπαϊκού Συστήματος ERTMS» (European Railways Traffic Management System), το οποίο αποτελείται από τα συστήματα ETCS (European Traffic Control System) και GSM - R (Global System Mobile for Rail), δηλαδή τα ηλεκτρονικά συστήματα σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης;
Η σχετική έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου, τον Ιούνη του 2021, αναφέρει ότι το 2020 «μόνο το 13% περίπου των διαδρόμων του κεντρικού δικτύου σε επίπεδο ΕΕ λειτουργούσε με ERTMS, ενώ η ανάπτυξη του ERTMS στους περισσότερους διαδρόμους κυμαινόταν μεταξύ 7% και 28%». Έθετε μάλιστα στόχο «το ERTMS να αναπτυχθεί στο κεντρικό δίκτυο έως το 2030 και στο εκτεταμένο δίκτυο έως το 2040…», δηλαδή αν και όποτε το επιτρέψουν τα κέρδη των ομίλων.
Η έκθεση μιλάει για «καθυστερήσεις» και «περικοπές όσον αφορά το αντικείμενο των έργων», ενώ φαίνεται ότι δε ...συγκίνησε τους ομίλους ούτε το «τυράκι» που πρότεινε, να τους κάνουν δώρο τα κράτη-μέλη για 10 ολόκληρα χρόνια τη μείωση τελών πρόσβασης γραμμής κατά 75%, εάν υλοποιηθεί το 100% της εφαρμογής του ηλεκτρονικού συστήματος.
Η ίδια έκθεση, εκφράζοντας τις επιδιώξεις των ομίλων, μιλάει από μόνη της για τους λόγους των καθυστερήσεων που εντοπίζονται «στη μεγάλη μεταβλητότητα του κόστους αναβάθμισης», «σημειώνει ότι η διάρκεια ζωής του εξοπλισμού συνεπάγεται μακρά περίοδο απόσβεσης των επενδύσεων, η οποία αποτελεί μείζον οικονομικό κριτήριο για μελλοντικές επενδύσεις», ενώ «εφιστά την προσοχή στις δυσκολίες οι οποίες συνδέονται με τις συχνές αλλαγές στα πρότυπα που περιορίζουν τη διάρκεια ζωής του εξοπλισμού με απρόβλεπτο τρόπο για τον σιδηροδρομικό κλάδο, με αποτρεπτικό αποτέλεσμα για τις επενδύσεις» και «τονίζει, επομένως, τη σημασία των κανόνων σταθερότητας, προκειμένου να επιτραπεί η απόσβεση των πραγματοποιούμενων επενδύσεων», στρώνοντας έτσι και το έδαφος για νέες επιδοτήσεις στα μονοπώλια, σαν αυτές που απολαμβάνει η Hellenic Train από όλες τις κυβερνήσεις στην Ελλάδα.
Αυτήν, λοιπόν, την έκθεση υπερψήφισαν οι ευρωβουλευτές των ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και της Ελληνικής Λύσης ενώ καταψήφισε μόνο το ΚΚΕ.
Κόστος-όφελος λοιπόν είναι ο νόμος για να κερδίζουν οι όμιλοι κόβοντας κι από τα στοιχειώδη και έτσι συνθλίβεται η ασφάλεια των επιβατών και των δρομολογίων, έτσι πάνε περίπατο οι υποδομές, η τηλεδιοίκηση, το προσωπικό οδηγείται στην υπερεντατικοποίηση, στην υποστελέχωση, στις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, ενώ η κυβέρνηση και οι διοικήσεις κωφεύουν στις αλλεπάλληλες καταγγελίες των ταξικών δυνάμεων στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Ήταν αυτοί που χειροκροτούσαν την απαγόρευση απεργιών από τους νόμους των ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, με τελευταίο το νόμο Χατζηδάκη, που έβγαζαν παράνομες και καταχρηστικές τις απεργίες των εργαζομένων στο σιδηρόδρομο, αυτών δηλαδή που κατήγγειλαν έγκαιρα όλα όσα έλειψαν (κι) εκείνο το βράδυ της 28ης Φλεβάρη.
Είναι λοιπόν η κατεύθυνση της ΕΕ που ακολουθεί και η Ελλάδα κι επιτρέπει τόσο στο αστικό κράτος του κρατικού ΟΣΕ όσο και στο ιταλικό μονοπώλιο της Ferovio De Stello σε συνέργεια να λειτουργούν με τα κριτήρια της αγοράς, της μείωσης του λειτουργικού κόστους, σε βάρος τόσο της ασφάλειας του δικτύου και των δρομολογίων, των υποδομών, όπως και των δικαιωμάτων των εργαζόμενων. Αυτές οι ευθύνες δεν παραγράφονται με την παραίτηση ενός υπουργού, ούτε μπορούν να κρυφτούν πίσω από τις συγγνώμες και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού για «ανθρώπινο λάθος». Αποτελεί πρόκληση η επιχείρηση μετατροπής της ΕΕ από συνένοχο για το έγκλημα σε «κατήγορο» κι «εμπειρογνώμονα» για τη διερεύνηση. Η αλήθεια όμως για τις προθέσεις ΕΕ και κυβερνήσεων να διερευνηθούν τα αίτια του εγκλήματος και να ανευρεθούν οι υπεύθυνοι ξεγυμνώνεται στο άρθρο 32 του σχετικού νόμου, που βασίζεται στο 4ο πακέτο οδηγιών της ΕΕ του 2016 και προβλέπει ότι: «Οι συστάσεις ασφάλειας δε συνιστούν τεκμήριο υπαιτιότητας ή ευθύνης σε περίπτωση ατυχήματος ή σοβαρού συμβάντος.»
Οι μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις που αναπτύχθηκαν με τους κομμουνιστές στην πρώτη γραμμή έγιναν «η φωνή των νεκρών» και απαιτούν να διερευνηθεί μέχρι τέλους το έγκλημα, με σύνθημα «τα κέρδη τους, οι νεκροί μας».
Δύο κόσμοι λοιπόν διαφορετικοί, ασύμβατοι μεταξύ τους, συγκρούονται. Αυτός των ανθρώπινων ζωών, των νεκρών της τάξης μας, των εργατικών-λαϊκών συμφερόντων κι αναγκών, και ο άλλος των καπιταλιστικών κερδών, της ΕΕ, του κεφαλαίου, της εκμετάλλευσης.