ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ


της Ελένης Μπέλλου

ΣΤΑ 90 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΚΕ

Λίγες ημέρες μετά την έκδοση αυτού του τεύχους και ενόσω θα κυκλοφορεί, το ΚΚΕ θα μπει στη δεκαετία για να γίνει αιωνόβιο και η ΚΝΕ για να συμπληρώσει τα μισά του χρόνια.

Αυτή η επέτειος τιμήθηκε ιδιαίτερα, με πολύμορφες δραστηριότητες εδώ και ενάμιση χρόνο περίπου, τόσο κεντρικές όσο και τοπικές, οργανωμένες από τις κομματικές και κνίτικες οργανώσεις. Ξεκινώντας με τα εγκαίνια του μνημείου του ΔΣΕ στη Λυκόραχη, το καλοκαίρι του 2007, ακολούθησαν δεκάδες εκδηλώσεων - εγκατάστασης μνημείων από την ιστορική διαδρομή του ΚΚΕ και τη σύνδεσή του με ηρωικές στιγμές της ταξικής πάλης, εκδηλώσεις ιστορικού και πολιτιστικού περιεχομένου, φωτογραφική έκθεση και άλλη εικαστικών εκθεμάτων εμπνευσμένων από τη δράση του ΚΚΕ, ειδικές εκδόσεις. Ανάμεσα στις εκδόσεις ξεχωρίζουν κάποιες που συμπυκνώνουν την 90χρονη διαδρομή του ΚΚΕ: Πρώτ’ απ’ όλα η έκδοση του ιστορικού φωτογραφικού Λευκώματος, πραγματικής εγκυκλοπαίδειας, πλούσιας σε πληροφοριακά στοιχεία, ντοκουμέντα, αρχειακό υλικό, σχόλια. Δεν μπορούσε να χωρέσει όλη η ιστορία του ΚΚΕ στις σχεδόν 400 σελίδες του Λευκώματος, στις 1.088 φωτογραφίες. Είναι όμως αντιπροσωπευτικό το περιεχόμενό του. Αναδύει τη θεωρητική θεμελίωσή του ως επαναστατικού εργατικού κόμματος, ως κομμουνιστικού, τη διαμόρφωσή του σε κόμμα νέου τύπου, την πάλη του με τον οπορτουνισμό σε κρίσιμες περιόδους του 20ού αιώνα, τις βαθιές ρίζες του στο εργατικό κίνημα, στους αγώνες των λαϊκών στρωμάτων, τη δράση του ως οργανωτή κορυφαίων στιγμών της ταξικής πάλης, αλύγιστο και ανυποχώρητο στις επαναστατικές αρχές.

Είναι έκδοση «νεανική», φτιαγμένη με το μεράκι νέων στην ηλικία κομμουνιστών και κομμουνιστριών. Τολμούμε να προβλέψουμε ότι θ’ αποκτήσει ιδιαίτερη ιστορική εκδοτική σημασία.

Αξίζει να φτάσει σε κάθε νέο και νέα με αναζητήσεις, στον τόπο δουλειάς, στο σχολείο, στην επαγγελματική σχολή, στο ΤΕΙ-ΑΕΙ, να παρουσιαστεί, να σχολιαστεί, να συζητηθεί.

Ρίχνει φως στο παρελθόν και στο μέλλον. Φωτίζει το δρόμο για τα 100 χρόνια του ΚΚΕ, για τα 50 χρόνια της ΚΝΕ, στην πάλη για ν’ ανοίξει η λεωφόρος στην επίθεση νίκης, για το σοσιαλισμό.

Η τελευταία ενότητα του Λευκώματος, που εκθέτει την ιστορία διαμόρφωσης της στρατηγικής του στην πάλη για το σοσιαλισμό-κομμουνισμό, αποτελεί κατά κάποιο τρόπο το ερέθισμα για να αναζητηθεί μια άλλη έκδοση: Τα Προγραμματικά ντοκουμέντα του ΚΚΕ.

Περιλαμβάνει όλα τα προγραμματικά κείμενα του ΚΚΕ ως σχέδια ή ως υιοθετημένα από κομματικά σώματα, από την ίδρυσή του έως σήμερα, που δείχνουν τη δύσκολη αλλά ηρωική διαδρομή της στρατηγικής σκέψης του ΚΚΕ, ως τμήματος του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, ανεξάρτητα από τη μορφή συγκρότησης αυτής της σχέσης.

Ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας έκδοση αποτελεί η δημοσιοποίηση όλων των Πρακτικών της 12ης Ολομέλειας της ΚΕ του 1968, τότε που το ΚΚΕ συγκρούστηκε και διαχωρίστηκε από το οργανωμένο σε φράξια δεξιό οπορτουνισμό στο Κόμμα και στη συνέχεια αποφάσισε την ίδρυση της ΚΝΕ.

Σε μια από τις σελίδες του Λευκώματος για τα 90 χρόνια του ΚΚΕ φωτογραφικά αναπαράγεται η πρώτη σελίδα της έκδοσης του «Ριζοσπάστη» στις 28 Δεκεμβρίου 1991, με προμετωπίδα τους στίχους του Μπέρτολντ Μπρεχτ:

Καθώς ο λαός περνούσε στα κουρέλιαΚαι με τις καινούργιες στολέςΚάτω από τις σημαίες των φονιάδωνΚαι μέσα απ’ όλες τις μεταμορφώσεις,που αποτρόπαιο σε κάνουνΠεριμέναμε εμείς που δεν μπορέσανενα μας απογοητέψουνΤο θρίαμβό του.

Τις ημέρες του Φεστιβάλ ΚΚΕ-ΚΝΕ (Οδηγητή), στο περίπτερο του εκδοτικού «Σύγχρονη Εποχή», είδαμε νέα να δείχνει με συγκίνηση σε άλλους νέους αυτή τη σελίδα, αυτούς τους στίχους.

Είναι ένα ζωντανό περιστατικό που δείχνει ποια είναι η ιστορική σημασία αυτής της επετείου του ΚΚΕ, ποια είναι η σχέση των 90 χρόνων ως παρελθόντος με τα 100 χρόνια του μέλλοντος:

Είναι όρκος στην κομμουνιστική του ύπαρξη, για την ταξική γραμμή πάλης στο δίκιο του μισθωτού και της οικογένειάς του, ανεξάρτητα από το μορφωτικό του επίπεδο ή την ειδίκευσή του, ανεξάρτητα από τη μορφή της καπιταλιστικής εργασιακής σχέσης.

Είναι δέσμευση για τη γραμμή πάλης σε συμμαχία με το φτωχό αγρότη και τον αυτοαπασχολούμενο, στην υπεράσπιση των αναγκών των εργαζομένων, των ανέργων, των συνταξιούχων, ελλήνων ή μεταναστών.

Είναι δέσμευση ότι το ΚΚΕ θα εντείνει τις πρωτοβουλίες για το συντονισμό της κομμουνιστικής γραμμής πάλης σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, στην πάλη ενάντια στην εκμετάλλευση, την καταπίεση, τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Το ΚΚΕ, εντείνοντας τη δράση του για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης στη χώρα του, θα συμβάλει πιο αποφασιστικά για το συντονισμό της πάλης της διεθνούς εργατικής τάξης, ανεξάρτητα από την εθνική προέλευση, το χρώμα της φυλής, τη γλώσσα, τις πολιτιστικές παραδόσεις ή θρησκευτικές επιρροές και άλλα χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν διαφορετικά τμήματα της διεθνούς εργατικής τάξης, τα δισεκατομμύρια του πλανήτη μας που αντικειμενικά δένονται μεταξύ τους ενάντια στην παγκόσμια κυριαρχία της εκμεταλλευτικής σχέσης κεφαλαίου - εργατικής δύναμης, δηλαδή της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.

Ο ταξικός αντίπαλος έχει βαθιά συνείδηση της αποφασιστικότητας, των διαχρονικών εγγυήσεων του ΚΚΕ σε αυτές τις δεσμεύσεις, γι’ αυτό και επιδεικνύει την ανάλογη αντι-ΚΚΕ επιθετικότητα, προσαρμοσμένη σε μορφές και μέσα ανάλογα με το συσχετισμό δυνάμεων, όχι μόνο στη χώρα μας ή και διεθνώς, αλλά και ανάλογα με την κατάσταση στο ίδιο το εργατικό, στο κομμουνιστικό κίνημα διεθνώς.

Ολη η πολύμορφη δραστηριότητα για τα 90 χρόνια του Κόμματος στόχευε στην απόκτηση ιστορικής γνώσης και μνήμης, ιδιαίτερα από τους νέους και τις νέες, τέτοιας γνώσης που θα τροφοδοτήσει τη θέληση για δράση, για ταξική πάλη στις ημέρες μας.

Το ΚΚΕ παλεύει για να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια της ταξικής πάλης στην Ελλάδα κατά τις κορυφαίες στιγμές της στη διάρκεια του ΔΣΕ, την περίοδο 1946-1949. Εξ ίσου παλεύει για να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια της ταξικής πάλης στη Σοβιετική Ενωση, ιδιαίτερα στις περιόδους του τέλους της δεκαετίας του 1920 και στη δεκαετία του 1930, πριν την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.Ηδη από τη δεκαετία του 1990 το Κόμμα μας χαρακτήρισε ως δεξιά οπορτουνιστική στροφή το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) ως προς την πάλη των νέων ανώριμων κομμουνιστικών σχέσεων με την κληρονομιά του παρελθόντος, στροφή με καθοριστικές συνέπειες στην πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ, στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, αλλά και στη στρατηγική του ΚΚΕ, στην ίδια την οργανωτική υπόστασή του για μια δεκαετία. Είναι λοιπόν απολύτως συνεπές με το χαρακτήρα της ταξικής πάλης το γεγονός ότι η αστική ιδεολογική - πολιτική επίθεση και η οπορτουνιστική εκφορά της επικεντρώνονται σε αυτές τις περιόδους, σε αυτά τα ιστορικά γεγονότα.

Είναι η περίοδος που στην Ελλάδα τέθηκε σε λαϊκή αμφισβήτηση και κίνδυνο απώλειας η αστική εξουσία, που τελικά σώθηκε με τη στρατιωτική στήριξη των διεθνών συμμάχων της (Μ. Βρετανίας και ΗΠΑ). Είναι η περίοδος που στην ΕΣΣΔ κατ’ αρχήν νίκησε η πάλη για την κατάργηση των εκμεταλλευτών και στη συνέχεια η περίοδος που πήρε κεφάλι ο οπορτουνισμός στο ΚΚΣΕ, στηριγμένος στην κούραση του πολέμου και της μεταπολεμικής ανόρθωσης, στις θεωρητικές, πολιτικές και οργανωτικές αδυναμίες μπροστά στις νέες απαιτήσεις για επέκταση και βάθεμα των κομμουνιστικών σχέσεων έναντι της εμπορευματοχρηματικής κληρονομιάς.

Σήμερα η αστική αντίδραση και η οπορτουνιστική δειλία και αμφισημία συμπίπτουν στη διαστρέβλωση της αλήθειας: Αμαυρώνουν τις επαναστατικά, κομμουνιστικά πιο δυνατές περιόδους, διαστρεβλώνουν την ταξική ουσία της βίας στην επανάσταση, στη κοινωνική και πολιτική διαδικασία για το οριστικό ξερίζωμα των αντιδραστικών φύτρων του παρελθόντος, για το γιγάντωμα των νέων σχέσεων σε όλη τη δομή της οικοδομούμενης νέας κοινωνίας, στη σκέψη, στη θέληση και στη δράση του ανθρώπου της νέας κοινωνίας.

Κάθε νέος και νέα από την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα με κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες και ριζοσπαστικούς προβληματισμούς, με όπλο τη μαρξιστική μόρφωση, την ιστορική γνώση της ταξικής πάλης και βέβαια την εμπειρία του αγώνα, μπορεί να συμβάλει στο ν’ απομακρυνθεί από την ιστορική αλήθεια η τέφρα της ταξικής σκοπιμότητας του κεφαλαίου και της ηττοπαθούς ψευτοαριστερής προσαρμογής σε αυτή.

Παίρνει ποικίλες μορφές η επιχείρηση αμαύρωσης, στρέβλωσης της Ιστορίας, της παρούσης δράσης, αλλά και των θέσεων κοινωνικής προοπτικής του ΚΚΕ. Μια από αυτές είναι η καθαρή συκοφαντία ότι το ΚΚΕ δεν ενδιαφέρεται για τα άμεσα προβλήματα, τις άμεσες διεκδικήσεις, ότι τα παραπέμπει όλα σ’ ένα μακρινό ή και ουτοπικό σοσιαλιστικό μέλλον, σε συνδυασμό με την προσπάθεια καπηλείας αγώνων ή της σχέσης του ΚΚΕ με ηρωικές στιγμές της ταξικής πάλης.

Η ιστορία ενός κόμματος στη σχέση του με το εργατικό, το λαϊκό κίνημα δε διαμορφώνεται ευκαιριακά, συγκυριακά, προπαγανδιστικά, τυχοδιωκτικά. Η σχέση του ΚΚΕ με τις μάζες, θεμελιακό στοιχείο του, οικοδομήθηκε στο γεγονός ότι οι δυνάμεις του, τα μέλη και τα στελέχη του, η νεολαία του, στα 40 χρόνια της ΚΝΕ, αλλά και στα χρόνια της ΟΚΝΕ και της ΕΠΟΝ, ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή της πάλης για όλες τις κοινωνικές ανάγκες, όπως εκφράζονταν σε κάθε ιστορική περίοδο.

Πρωτοστάτησαν, αγωνίστηκαν, έδωσαν και τη ζωή τους σε όλες τις συνθήκες, παράνομης ή τυπικά νόμιμης παρουσίας των κομμουνιστών και κομμουνιστριών, σε συνθήκες αστικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος ή στρατιωτικής δικτατορίας, ξένης κατοχής και δοσίλογης κυβέρνησης ή τυπικής εθνικής ανεξαρτησίας σε καθεστώς ισχυρής αμερικανικής στρατιωτικο-πολιτικής παρουσίας κατά τα χρόνια του ΔΣΕ και μετά την ήττα του.

Το ΚΚΕ υπερασπίστηκε αταλάντευτα το δικαίωμα στην εργασία, στη δημόσια παιδεία και φροντίδα υγείας, στην κοινωνική ασφάλιση, ανεξάρτητα από τη φάση του κύκλου της κρίσης και τις ανάγκες αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου.

Η πραγματική διαχρονική σχέση του ΚΚΕ με το εργατικό και λαϊκό δίκιο είναι που ενέπνευσε εκατοντάδες ανθρώπους της τέχνης, της λογοτεχνίας, παιδαγωγούς, ιστορικούς γενικότερα διανοούμενους.

Σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, σε κάθε νομό και πόλη, σε κάθε χωριό, μέσα και έξω από τους τόπους εργασίας διαδραματίστηκαν γεγονότα αυτής της σχέσης ΚΚΕ - εργατικού, λαϊκού κινήματος, πολλά από τα οποία καταγράφονται στο ιστορικό - φωτογραφικό Λεύκωμα για τα 90 χρόνια του ΚΚΕ, αλλά και στο Λεύκωμα «Ριζοσπάστης, 1918-2008». Γεγονότα όπως η ιστορία του Πειθαρχικού Ουλαμού Καλπακίου, τόπου μαρτυρίου για όσους στρατιώτες κρίνονταν ύποπτοι κομμουνιστικού φρονήματος, απογυμνώνουν την αστική στρέβλωση της Ιστορίας. Γιατί ως τόπος μαρτυρίου άρχισε να λειτουργεί επί Ελ. Βενιζέλου, όπως και το ιδιώνυμο, που κατά παραχάραξη της Ιστορίας ο Ελ. Βενιζέλος προβάλλεται ως μέγας εκπρόσωπος της (αστικής) «δημοκρατίας».

Το ΚΚΕ παραμένει διαχρονικά προσανατολισμένο στην πάλη για την υπεράσπιση των άμεσων αναγκών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Και στην περίοδο των αφάνταστα τραγικών αλλαγών στο συσχετισμό δυνάμεων σε διεθνές επίπεδο, το ΚΚΕ πρόβαλε αιτήματα και στήριξε αγώνες που σχετίζονταν με το μισθό και το ημερομίσθιο, τη σύνταξη, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ενάντια στις ευέλικτες σχέσεις μισθωτής εργασίας, όταν οι οπορτουνιστές κατήγοροί του τις χαρακτήριζαν «γκρίζες» κι έριχναν λάδι στα επιχειρήματα των καπιταλιστών και των κυβερνήσεών τους περί μαξιμαλιστικών διεκδικήσεων. Τότε πριμοδοτούσαν τη συζήτηση περί «έλλειψης πόρων», ενώ σήμερα προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα, της εκδήλωσης της κρίσης στη διεθνή οικονομία.

Η ΠΑΛΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΜΕ ΤΟΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟ

Το ΚΚΕ είναι το κόμμα με τη μεγαλύτερη ιστορία στην Ελλάδα και ταυτόχρονα το κόμμα με το μεγαλύτερο μέλλον, γιατί κατόρθωσε να ξεπεράσει τις συμπληγάδες της ενσωμάτωσης και του οπορτουνισμού σε διάφορες κρίσιμες περιόδους του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, της εγχώριας και της διεθνούς ταξικής πάλης.

Αν και ο οπορτουνισμός έχει δεξιά και αριστερή έκφραση, το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα πάσχει διαχρονικά κυρίως από τη δεξιά έκφρασή του, αφού η κοινωνική ρίζα του οπορτουνισμού είναι η μικροαστική επίδραση στο εργατικό κίνημα. Αυτή τροφοδοτεί και την αριστερή έκφραση του οπορτουνισμού, ως ανεπεξέργαστη δογματική πολεμική στο δεξιό οπορτουνισμό και συγκυριακά ως ξεσπάσματα αποσπασμένα από τις μάζες. Η ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος επιβεβαιώνει τους διαύλους μετακίνησης μεταξύ των φορέων του δεξιού και αριστερού οπορτουνισμού.

Συχνά η αντίληψη περί οπορτουνισμού ως μικροαστικής επίδρασης, εκλαμβάνει κυρίως την ιδεολογική-πολιτική επίδραση και ξεχνιέται η κοινωνική ρίζα της: Η είσοδος μικροαστικών δυνάμεων στην εργατική τάξη, με την καταστροφή τους ως ιδιοκτητών μέσων παραγωγής. Η είσοδός τους ως αποτέλεσμα της επέκτασης της κεφαλαιακής σχέσης στον τομέα των υπηρεσιών - αυτοαπασχολουμένων γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών κλπ., ακόμη και καλλιτεχνών. Η εκτεταμένη εξαγορά τμημάτων της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα στις κρατικές επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας.

Πραγματικές σημαντικές διαφοροποιήσεις στο βιοτικό και πολιτιστικό επίπεδο των παραπάνω δυνάμεων κάνουν πιο ισχυρές όχι μόνο τις παραλλαγμένες αστικές αντιλήψεις σε αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις, αλλά τις καθιστούν και δυνάμεις ιδεολογικού και πολιτικού αποπροσανατολισμού ευρύτερων εργατικών και λαϊκών δυνάμεων.

Αλλωστε το σύστημα διαθέτει πολυπλόκαμους μηχανισμούς ενσωμάτωσης και διαφθοράς με υλικούς όρους, όπως οι διάφορες χρηματοδοτήσεις, οι μηχανισμοί ενσωμάτωσης σε θεσμούς, π.χ. πληρωμένη συμμετοχή σε διοικητικά συμβούλια και διάφορες επιτροπές στους δήμους, στα επιμελητήρια, σε επιχειρήσεις με κρατική συμμετοχή στο κεφάλαιό τους, ακόμη και σε επιτροπές διασύνδεσης των δομών του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος με κρατικούς μηχανισμούς.

Και σήμερα, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2007, ο οπορτουνισμός έχει δυναμώσει ως προς τη σχέση οικονομίας - πολιτικής, ως προς την προοπτική πολιτικής διεξόδου προς όφελος των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων. Δεν είναι τυχαία αυτή η ενδυνάμωση. Εχει την οικονομική-κοινωνική της ρίζα και την ανάλογη πολιτική της αντανάκλαση.

Ενα πλήθος κοινωνικών δυνάμεων, από την αγροτιά και τους αυτοαπασχολούμενους στα αστικά κέντρα, ιδιαίτερα στο εμπόριο και σε παραδοσιακούς κλάδους της μεταποίησης, μέχρι μαζικά τμήματα μισθωτών στις πρώην κρατικές κοινωφελείς επιχειρήσεις, αλλά και στη δημόσια διοίκηση (ιδιαίτερα στους ΟΤΑ), βίωσαν μια πραγματική επιδείνωση της κοινωνικής τους θέσης.

Βίωσαν στο πραγματικό εισόδημά τους (με βάση το επίπεδο φορολογικής επιβάρυνσης, των τιμών και του δραστικού περιορισμού και υποβάθμισης δημοσίων κοινωνικών υπηρεσιών) τις συνέπειες της έντασης του ανταγωνισμού, δηλαδή της επιτάχυνσης στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου μέσα στην ευρωενωσιακή αγορά. Αν και οι συνέπειες έρχονταν με ταχύτητα, ωστόσο δε γίνονταν με την ίδια ταχύτητα αντιληπτές. Το σύστημα διέθετε ισχυρούς μηχανισμούς ενσωμάτωσης στην κρίσιμη περίοδο. Αρκεί να θυμηθούμε τα «θαφτικά» ανταλλάγματα στους αγρότες, τις προνομιακές μετοχές προς τους εργαζόμενους των κρατικών επιχειρήσεων (ακόμα και παραγωγικών όπως τα Ναυπηγεία), προκειμένου να μην αντιδράσουν στην ιδιωτικοποίηση. Ας θυμηθούμε την υπόθαλψη της γραφειοκρατικής αδιαφορίας στη δημόσια διοίκηση, προκειμένου σταδιακά να εκχωρούνται στο ιδιωτικό κεφάλαιο λειτουργίες της, ξεκινώντας από τα νοσοκομεία, την εκπαίδευση, την πρόνοια, τις δημοτικές λειτουργίες (π.χ. καθαριότητα, απορρίμματα κλπ.). Ετσι, κοινωνικές δυνάμεις κοντά στην εργατική τάξη, η οποία βίωνε τη μεγαλύτερη επιθετικότητα του κεφαλαίου με σημαντική αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσής της, αλλά και τμήματα από την ίδια την εργατική τάξη στάθηκαν σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο ενάντια στα ίδια τα γενικά τους συμφέροντα. Στήριξαν δυνάμεις που δρούσαν υπέρ του κεφαλαίου, ακόμα και στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, ιδιαίτερα στις κορυφές του, στη ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, σε πλήθος Ομοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων.

Εκφράστηκαν σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο ακολουθώντας ενεργητικά ή παθητικά τη στρατηγική του κεφαλαίου για ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ, έδωσαν άλλοθι εξ «αριστερών» στην αστική ιδεολογική-πολιτική επίθεση προς το ΚΚΕ περί «απομονωτισμού», «δογματισμού», «παλαιοντολογικής» επιβίωσης. Ιδιαίτερα ο ΣΥΝ ως πολιτικός φορέας του οπορτουνισμού πάλευε με «νύχια και με δόντια» να διεισδύσει στην κοινωνική βάση και πολιτική επιρροή του ΚΚΕ, αφού προηγουμένως απέτυχε στην εκ των έσω ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική διάβρωση του ΚΚΕ.

Ούτε παραιτήθηκε ούτε έπαψε να στηρίζεται από αστικές δυνάμεις στην επιδίωξή του «ν’ αλλάξει το συσχετισμό στο χώρο της Αριστεράς». Διόλου τυχαία αυτοπροσδιορίζεται ως «σύγχρονη αριστερή» δύναμη, αναβαθμίζοντας κατά τα δυο τελευταία χρόνια τον αυτοπροσδιορισμό του ως δύναμη του «ανανεωτικού και δημοκρατικού σοσιαλισμού». Διόλου τυχαία στηρίχθηκαν αυτοί οι αυτοπροσδιορισμοί του από τα αστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία με την τηλεοπτική μορφή τους έχουν μεγάλη εμβέλεια επιρροής στις εργατικές και λαϊκές μάζες. Εσπευσαν να προβάλουν το ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ ως τρίτη πολιτική δύναμη την επαύριο των βουλευτικών εκλογών του 2007, στη βάση ευρημάτων δημοσκοπήσεων διερεύνησης πρόθεσης ψήφου, ενώ είχαν την αντίθετη στάση όταν το ΚΚΕ αποχώρησε από το «Συνασπισμό» το 1992, τότε που ένα τμήμα της εκλεγμένης ΚΕ από το 13ο Συνέδριο-κρίσης αποχώρησε και ενσωματώθηκε στο ΣΥΝ. Και τότε και μέχρι τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών του 1993, αλλά και μετά από αυτές, από κοινού οπορτουνιστικές και αστικές πολιτικές δυνάμεις, ως φορείς ευρύτερου ιδεολογικού επηρεασμού των λαϊκών δυνάμεων, πάσχιζαν να αναπτυχθεί η επιρροή του ΣΥΝ σε βάρος εκείνης του ΚΚΕ.

Σήμερα επαναλαμβάνεται το ίδιο σενάριο σε διαφορετική σκηνοθεσία, εκσυγχρονισμένη με υλικά της σημερινής περιόδου, ενσωματώνοντας τα νέα δεδομένα της κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής εγχώριας και διεθνούς κατάστασης, στην οποία σύντομα θ’ ανατρέξουμε.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΣΤΙΚΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ

Οι εκτιμήσεις των εξελίξεων και τάσεων σε διεθνές επίπεδο, στην ΕΕ και στην Ελλάδα αποτελούν σημαντικά κεφάλαια των Θέσεων της ΚΕ για το 18ο Συνέδριο του Κόμματος, οι εργασίες του οποίου θα διεξαχθούν το Φεβρουάριο του 2009. Η ΚΕ του Κόμματός μας εκτιμά ότι έχουν διαμορφωθεί και βρίσκονται σε εξέλιξη νέες τάσεις, οι οποίες μπορούν να επιταχύνουν τις εξελίξεις σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, υπό την προϋπόθεση ότι ο υποκειμενικός παράγοντας θα τις αξιοποιήσει προς όφελος του εργατικού και λαϊκού συμφέροντος, ζήτημα στο οποίο θα επανέλθουμε προς το κλείσιμο του παρόντος κειμένου.

Η κρίση που εκδηλώθηκε στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία βρίσκεται σε εξέλιξη με απρόβλεπτο το βάθος της. Ηδη το ΔΝΤ εκτιμά μηδενική ανάπτυξη τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για την Ευρωζώνη, κατά το 2008. Προβλέπεται περαιτέρω συρρίκνωση του ΑΕΠ στο 2009, ακόμα και αν επιτευχθεί σταθεροποίηση στο επίπεδο των χρηματιστηριακών τιμών. Σε διεθνές επίπεδο έχει ήδη σημειωθεί σημαντική περιστολή, τόσο του εμπορίου όσο και της κίνησης των εκροών-εισροών ξένων κεφαλαίων. Το βέβαιο είναι ότι η ίδια τάση θα καταγραφεί και το 2009 σε διεθνές επίπεδο. Στην ίδια μοίρα είναι και η ελληνική οικονομία.

Σήμερα δε διαθέτουμε τα ανάλογα στοιχεία για να εκτιμήσουμε το τελικό βάθος της κρίσης στις ΗΠΑ και το μέγεθος της παγκόσμιας εμβέλειάς της. Τα ανάλογα κέντρα του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος, π.χ. το ΔΝΤ, με φειδώ δημοσιοποιούν τα ανάλογα στοιχεία (μεταβολή ΑΕΠ, ανεργίας, επενδύσεων κλπ.). Αυτή η πρακτική είναι και έκφραση της μεγάλης τους ανησυχίας που είναι ήδη εκδηλωμένη, της επιδίωξής τους να αποτρέψουν ένα «κλίμα ψυχολογικού πανικού» (μαζικές πωλήσεις τίτλων).

Το βέβαιον είναι ότι οι ΗΠΑ έχουν μπει σε μια τροχιά περαιτέρω αποδυνάμωσης της θέσης -αν και πρώτης- που κατέχουν στη διεθνή καπιταλιστική παραγωγή, αναμφίβολα σε πτωτική πορεία ως προς τη δυνατότητα να κρατήσουν το νόμισμά τους ως παγκόσμιο χρήμα στις πιο αντιπροσωπευτικές διεθνείς αγορές πρώτων υλών και εμπορευμάτων.

Ο πολυδιαφημισμένος αμερικανικός καπιταλισμός, σε φάση ύφεσης ή ανόδου στον κύκλο της κρίσης, για δεκαετίες πλέον είχε ως αποτέλεσμα όλο και μικρότερο μερίδιο για τους μισθωτούς στη συνολική παραγωγική πίττα. Με άλλα λόγια έφερνε αύξηση του αριθμού των φτωχών, άστεγων, άνεργων εξαθλιωμένων, την πείνα για παιδιά, τη μερική απασχόληση και την ατελείωτη μετακίνηση από πολιτεία σε πολιτεία ως μορφές απόκρυψης της εκτεταμένης φτώχειας και ανεργίας.

Αξίζει όμως να θυμηθούμε ότι αυτός ο καπιταλισμός δελέαζε τους ιθύνοντες της ΕΕ που εξυμνούσαν την παραγωγικότητά του, την ευελιξία των εργασιακών του σχέσεων, την πρωτοπορία του στην έρευνα και στις νέες τεχνολογίες (με κίνητρο το μεγαλύτερο κέρδος και όχι την κοινωνική ευημερία) και έθεσαν ως στόχο να τον φτάσουν και να τον ξεπεράσουν.

Ολα τα παραπάνω είχαν προβληθεί ως στόχοι κοινωνικής προόδου, κοινοί στόχοι κεφαλαίου και εργατικής δύναμης, στους οποίους έπρεπε συνειδητά να υποταχτεί η εργατική τάξη.

Φιλελεύθεροι και σοσιαλδημοκράτες διαμόρφωσαν από κοινού τη μετεξέλιξη της ΕΟΚ σε ΕΕ με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1991), την ΟΝΕ, τη στρατηγική της Λισσαβόνας με ορίζοντα δεκαετίας (2000-2010), τη Συνθήκη του Αμστερνταμ που θωρακίζει την ΕΕ με ενιαίους μηχανισμούς αστυνόμευσης, καταστολής, με ενίσχυση του ευρωενωσιακού δικαίου και των ευρωενωσιακών δικαστικών θεσμών.

Στα περίπου 20 χρόνια όλης αυτής της διαδικασίας, ανεξάρτητα από τη βελτίωση ή αποδυνάμωση της θέσης των ευρωπαϊκών μονοπωλίων στη διεθνή καπιταλιστική αγορά, ανεξάρτητα πώς εξελίσσεται η ανισομετρία μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ των 27, σταθεροποιήθηκε και γενικεύτηκε η τάση επιδείνωσης της θέσης των μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων. Δεν μπορούσε βέβαια να γίνει και διαφορετικά. Η πηγή συσσώρευσης κεφαλαίου είναι η απόσπαση υπεραξίας, δηλαδή η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Ο ταχύτερος ρυθμός συσσώρευσης απαιτεί μεγαλύτερο βαθμό εκμετάλλευσης, τάση που οδηγεί τελικά σε αδυναμία να μετατραπεί το διευρυμένο υπό εμπορευματική μορφή κεφάλαιο σε χρηματικό κεφάλαιο, λόγω της αναρχίας στην καπιταλιστική παραγωγή και της τάσης συρρίκνωσης της αγοραστικής δύναμης των εργατικών και λαϊκών μαζών.

Είναι αποπροσανατολιστικές οι ερμηνείες που στέκονται αποκλειστικά στην αναζήτηση των αιτιών της κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου ως αποκλειστικό φαινόμενο είτε κάποιου βιομηχανικού κλάδου είτε της σφαίρας κυκλοφορίας του κεφαλαίου, π.χ. χαρακτηρίζοντας την κρίση του 1973-1974 ως πετρελαϊκή, την κρίση του 1999 ως χρηματοπιστωτική, όπως αρχικά χαρακτήρισαν και τη σημερινή. Οπως είναι φυσικό, η υπερσυσσώρευση κεφαλαίου δε γίνεται ισόμετρα στους διάφορους βιομηχανικούς κλάδους, γι’ αυτό αρχικά η κρίση εκδηλώνεται στον α ή β κλάδο. Οσον αφορά την εμφάνιση της κρίσης στη σφαίρα κυκλοφορίας του χρηματικού κεφαλαίου, δεν αποτελεί παρά την κορυφή του παγόβουνου.

Στην αστική προσέγγιση, η αποκλειστική προσκόλληση, τουλάχιστον αρχικά, στην ανάδειξη κάποιας πτυχής της κρίσης δεν έχει κυρίως γνωστική αδυναμία, αλλά αποτελεί συνειδητή πολιτική επιλογή. Βολεύει στον αποπροσανατολισμό των μαζών. Βολεύει στην ανάκαμψη της αστικής ιδεολογικής-πολιτικής επιρροής υπό τη μορφή του λεγόμενου «υγιούς», «βιομηχανικού» καπιταλισμού, στη φαινομενική καταδίκη της «άκρατης κερδοσκοπίας», του «άπληστου», «μανιακού» καπιταλισμού, των «ακροτήτων στην απελευθέρωση των αγορών».

Η εκδήλωση της κρίσης δεν είναι προϊόν πολιτικών επιλογών των αστικών κομμάτων ή των διαχειριστών κρατικών και διακρατικών μηχανισμών. Δεν προκύπτει ως αποτέλεσμα ικανότητας στη διαχείριση του συστήματος. Είναι φαινόμενο σύμφυτο του καπιταλισμού, εκδήλωση της εσωτερικής του αντίφασης να καθιστά την εργατική δύναμη εμπόρευμα.

Σήμερα οι διαχειριστές του συστήματος τρέμουν μπροστά στο ενδεχόμενο μιας βαθιάς γενικευμένης και συγχρονισμένης κρίσης για τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές οικονομίες, ανάλογης του βάθους και της έκτασης εκείνης της περιόδου 1929-1932. Τρέμουν δηλαδή μια κρίση που δε θα μπορέσουν έγκαιρα να ανακόψουν την επίδρασή της στην πολιτική σταθερότητα, που θα κλονίσει τη δυνατότητα των αστικών πολιτικών δυνάμεων να εξασφαλίζουν τη συναίνεση των μεσαίων στρωμάτων και τη χειραγώγηση του εργατικού κινήματος σε μια εναλλακτική μορφή της αστικής διακυβέρνησης.

Δεν είναι τυχαίο ότι από τους ίδιους τους αστικούς κόλπους ήρθε αρχικά ο χαρακτηρισμός της σημερινής κρίσης στις ΗΠΑ, ως έναρξη μιας κρίσης ανάλογης εκείνης του μεσοπολέμου. Γι’ αυτό και συνοδεύτηκε με τόσο ισχυρές κρατικές παρεμβάσεις «σωτηρίας» χρηματοπιστωτικών κολοσσών. Δεν είναι τυχαίος ο διεθνής συντονισμός για τη μείωση των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών. Είναι κινήσεις που έχουν το χαρακτήρα της εγρήγορσης. Δεν είναι τυχαίες οι «διαφωνίες» ως προς το είδος της κρατικής επιδότησης, ως προς τη μελλοντική επίδρασή τους στα δημόσια έσοδα, στα φορολογικά βάρη κλπ. Δεν είναι το ευρωενωσιακό «Σχέδιο Μπράουν» (εγγύηση της διατραπεζικής αγοράς, των καταθέσεων, κρατική εξαγορά τραπεζών που κινδυνεύουν από πτώχευση και έχουν σημαντική θέση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της κάθε χώρας, ύψους 1,3 τρισ. ευρώ) πιο φιλολαϊκό του αμερικανικού «Σχεδίου Πόλσον» (ανάλογο σχέδιο άμεσης οικονομικής κρατικής παρέμβασης, ύψους 700 δισ. ευρώ). Δεν είναι οι «σοσιαλδημοκράτες κρατιστές» πιο φιλεργατικοί και ενάντιοι των «φιλελευθέρων της αυτορυθμιζόμενης αγοράς». Είναι οι δυο όψεις του ιδίου νομίσματος. Δεν μπορεί να υπάρχει πολιτική έντασης της εκμετάλλευσης, χωρίς να συνοδεύεται από πολιτική κάποιας λείανσης των πιο επικίνδυνων συνεπειών της στην κρίσιμη φάση. Είναι εναλλαγή στο είδος της κρατικής παρέμβασης για τη διάσωση της λειτουργίας, των σχέσεων μέσω των οποίων αποκρυσταλλώνονται ως αμύθητα κέρδη το προϊόν του μόχθου και του αίματος των μισθωτών σε όλο τον κόσμο. Αυτή η ανάγκη της αστικής διαχείρισης περιλαμβάνει και τα σχετικά για έγκαιρο πέρασμα σε συγκυριακά πιο ευέλικτη πολιτική διαχείρισης της φτώχειας, της λαϊκής δυσαρέσκειας. Επί παραδείγματι ο Αμερικανός οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν δεν απέκλεισε την περίπτωση ν’ αναλάβει το κράτος την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των μη ασφαλισμένων.

Και στην Ελλάδα διαμορφώθηκε ανάλογα το «οικονομικό πακέτο» των 28 δισ. ευρώ ως εξειδίκευση του ευρωενωσιακού. Αυτό το χαρακτήρα έχει η κρατική εγγύηση των καταθέσεων ως 100.000 ευρώ.

Από τη μεριά τους οι «σοσιαλδημοκράτες», με το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα, πασχίζουν να πείσουν ότι είναι «πιο συνεπείς κρατιστές». Τα μέσα κρατικής παρέμβασής τους είναι απλώς δολώματα.

Η σύγχρονη φτώχεια και ανεργία δεν αντισταθμίζεται με έκτακτα επιδόματα που αντιστοιχούν από 1,3 έως 3,6 ευρώ την ημέρα, όπως το υποσχόμενο από το ΠΑΣΟΚ, ούτε με τη συμμετοχή των εργαζομένων στα όργανα της καπιταλιστικής διοίκησης και άλλες αναπαλαιωμένες «καινοτομίες» του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.

Ας θυμηθούμε ότι προς το τέλος της δεκαετίας του 1980 και κυρίως από τη δεκαετία του 1990, ο νεοφιλελευθερισμός κατηγορούσε το «σοσιαλδημοκρατικό κρατισμό» ως υπαίτιο της κρίσης που εκδηλώθηκε με μεγαλύτερο βάθος και γενικότητα το 1973-1974 (που χαρακτηρίστηκε ως πετρελαϊκή κρίση) και στη συνέχεια το 1987. Σε αυτή τη βάση προβλήθηκε ως ό,τι το πιο σύγχρονο η απελευθέρωση των αγορών, η κατάργηση των κρατικών μονοπωλίων και το άνοιγμα στρατηγικών κλάδων στο ιδιωτικό κεφάλαιο, κωδικοποιήθηκε όλη αυτή η κίνηση του καπιταλισμού ως «παγκοσμιοποίηση» και προβλήθηκε ως νέα τάση του. Σε αυτή την ερμηνεία εγκλωβίσθηκαν και κομμουνιστογενείς δυνάμεις, ξεχνώντας ότι η εγγενής τάση του καπιταλισμού για εξαγωγή κεφαλαίων απλώς είχε ανακοπεί λόγω διαχείρισης της πολύ μεγάλης κρίσης του 1929, του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που ακολούθησε, των μεγάλων καταστροφών που επέφερε. Συνέπεια όλων αυτών ήταν η ανάγκη άμεσης ανάληψης από τις αστικές κυβερνήσεις στη Δυτική Ευρώπη της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης και μάλιστα σε συνθήκες που οι λαοί είχαν βρεθεί με τα όπλα στα χέρια και η ΕΣΣΔ είχε επιφέρει ασύλληπτες, για την εποχή τους, κατακτήσεις στην εργατική τάξη, στα κοινωνικά δικαιώματα της γυναίκας, των παιδιών και των νέων.

Τώρα οι όροι αντιστράφηκαν. Ηρθε πάλι η ώρα για να μνημονευτεί η κρατική παρέμβαση, να γίνει αποδεκτό ότι η αγορά δε διαθέτει τους μηχανισμούς διόρθωσης των αντιφάσεών της: Της αναρχίας, της διόγκωσης του τραπεζικού κεφαλαίου σε σχέση με το βιομηχανικό, γενικότερα της διόγκωσης της κερδοσκοπίας με παρασιτικές λειτουργίες που αναπτύσσονται στη σφαίρα της κυκλοφορίας του χρηματικού κεφαλαίου (τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, χρηματιστήριο) και μάλιστα με την ταχύτητα που τους δίνουν οι νέες τεχνολογίες επικοινωνίας.

Βέβαια το μεγαλύτερο μέρος της αστικής φιλολογίας περί «ανάκαμψης» της κρατικής παρέμβασης εμπεριέχει το συνειδητό στοιχείο της λαϊκής παραπλάνησης. Γιατί οι αστοί οικονομολόγοι και πολιτικοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι ουδέποτε υποχώρησε η κρατική παρέμβαση με περισσότερο ή λιγότερο ανοικτές αγορές, με κρατικά μονοπώλια ή όχι, με περισσότερο ή λιγότερο διευρυμένα δημόσια συστήματα εκπαίδευσης και υγείας - πρόνοιας, με περισσότερο ή λιγότερο διευρυμένη κοινωνική ασφάλιση, αν και όλα αυτά στη διευρυμένη τους μορφή ήταν το αναγκαίο τίμημα των καπιταλιστικών κρατών της Δυτικής Ευρώπης για τη σωτηρία τους από την πανεθνική κρίση που διαμόρφωσε στις περισσότερες περιπτώσεις ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ηταν η ευέλικτη προσαρμογή τους στην αλλαγή του συσχετισμού στην Ευρώπη.

Η κρατική ρύθμιση αλλάζει μονάχα τη μορφή της, ανάλογα με τις ανάγκες της διευρυμένης καπιταλιστικής αναπαραγωγής.

Η βαρβαρότητα του καπιταλισμού ούτε εξανθρωπίζεται ούτε εξυγιαίνεται, είτε κρατικοποιούνται χρεοκοπημένες τράπεζες ή και παραγωγικές επιχειρήσεις είτε πτωχεύουν ή απευθείας εξαγοράζονται από άλλες. Σε κάθε περίπτωση τα βάρη πέφτουν στους εργαζόμενους, άμεσα ή ετεροχρονισμένα.

Οι πιο σοβαροί αστοί αναλυτές που σήμερα, όπως στο μεσοπόλεμο ο Κέυνς, αναζητούν την καλύτερη δυνατή μορφή κρατικής παρέμβασης και ρύθμισης για τη σωτηρία του συστήματος, παραδέχονται ότι ο «καθαρός» κεϋνσιανισμός δεν είναι πλέον εφαρμόσιμος, λόγω του μεγέθους των κεφαλαίων που συσσωρεύονται στα μονοπώλια, της διεθνικής σύνθεσής τους, παρ’ όλο που αυτή δεν αναιρεί την αναπαραγωγή του μεγαλύτερου μέρους τους υπό τους όρους που διαμορφώνει το κράτος στο οποίο εδράζουν.

Ο βραβευμένος με Νόμπελ Πολ Κρούγκμαν, από τους πιο συνεπείς στη νεοκεϋνσιανή γραμμή, απαντά στους πολέμιους του λεγόμενου «καζινο-καπιταλισμού», του «καπιταλισμού της απληστίας», ότι η κερδοσκοπική απληστία είναι σύμφυτη με το καπιταλιστικό κέρδος, ότι είναι αδύνατη η εξάλειψη της απληστίας, αλλά ότι χρειάζονται νέοι κανονισμοί ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού σε διεθνές επίπεδο.

Η αλήθεια είναι ότι υπήρχαν κανονισμοί ρύθμισης και στην κυκλοφορία του διεθνούς χρήματος και στις ροές του χρηματικού κεφαλαίου με όλες τους τις μορφές (ως δάνεια, ως άμεσες ή διάφορες μορφές έμμεσων ξένων επενδύσεων κλπ.) που τέθηκαν υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ πριν καλά-καλά λήξει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Συμφωνίες GATT για το διεθνές εμπόριο, ΟΟΣΑ, G-7).

Η ανισόμετρη καπιταλιστική ανάπτυξη μακροπρόθεσμα οδήγησε σε αλλαγή των μεταπολεμικών ισορροπιών, με αποτέλεσμα να διαταράσσονται και οι υφιστάμενοι διακανονισμοί, αρχής γενομένης από το σύστημα των συναλλαγματικών ισοτιμιών (1973).

Η καπιταλιστική σταθεροποίηση που ακολούθησε μετά την αντεπανάσταση και την καπιταλιστική παλινόρθωση στην ΕΣΣΔ και σε άλλα κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, επιταχύνει τις αλλαγές στο συσχετισμό μεταξύ των καπιταλιστικών δυνάμεων, παρ’ όλο που ακόμη δεν έχει πλήρως ανατραπεί ο συσχετισμός που διαμορφώθηκε στο παρελθόν. Εκ των πραγμάτων έχουν επέλθει νέες αντιθέσεις στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, νέες αναγκαιότητες συμμαχιών, όπως μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ και της Ρωσίας με άξονα τον ενεργειακό τομέα. Σε αυτές τις αναγκαιότητες ξεχωρίζουν η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία, αλλά και η Ελλάδα.

Οι ΗΠΑ αργά αλλά σταθερά χάνουν την αποκλειστικότητά τους ως σύμμαχοι της άρχουσας τάξης σε χώρες της Ευρώπης, αλλά και της Νοτιοανατολικής Ασίας ή των ελεγχόμενων καθεστώτων σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, καθεστώτων που στηρίζονταν και στήριζαν ιδιαίτερα ετεροβαρείς οικονομικές σχέσεις προς όφελος των ΗΠΑ. Η ΕΕ, η Κίνα, αλλά και η Ρωσία κερδίζουν έδαφος στις οικονομικές σχέσεις με άλλα κράτη της Αμερικανικής Ηπείρου.

Η τάση αναβάθμισης της θέσης των οικονομιών της Λατινικής Αμερικής στο διεθνές εμπόριο, στους όρους διαπραγμάτευσης δανείων και άλλων οικονομικών σχέσεων, π.χ. στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), ενισχύει αφενός την τάση διαμόρφωσης σχήματος οικονομικής συνεργασίας χωρίς την επιρροή των ΗΠΑ, με την ALCA (Αμερικανική Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου) έναντι της NAFTA (Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου, στην οποία συμμετέχουν ο Καναδάς, το Μεξικό και οι ΗΠΑ), αφετέρου τη συμμαχία με άλλες σταθερά ανερχόμενες δυνάμεις, π.χ. της Βραζιλίας με την Ινδία και την Κίνα στον ΠΟΕ.

Τέτοιες διεργασίες που βρίσκονται σ’ εξέλιξη, συχνά προβάλλονται ως επαναστατικές, με δυσκολία από ΚΚ να διακρίνουν το αντικειμενικό εθνικό αστικό συμφέρον και την αντίθεσή του προς ένα από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, των ΗΠΑ, με τάση συμμαχίας με άλλα.

Οι διορατικοί υπερασπιστές του καπιταλιστικού συστήματος σε διεθνές επίπεδο, προερχόμενοι και από τις ίδιες τις ΗΠΑ, τολμούν να υποστηρίξουν την αναγκαιότητα νέων διακρατικών ρυθμίσεων, από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα έως τον ΠΟΕ, τη στήριξη νέων διακρατικών ενώσεων και την ευελιξία της επιρροής των ΗΠΑ σε αυτές. Διόλου τυχαία συμφωνήθηκε να συνεδριάσει το G-7, μετά τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, όχι μόνο με τη συμμετοχή και της Ρωσίας (G-8), αλλά και των Κίνας, Ινδίας, Βραζιλίας. Στη βάση όξυνσης εσωτερικών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων διαμορφώνονται νέα σχήματα ρεφορμιστικής επιρροής στο εργατικό κίνημα, οπορτουνιστικής διάβρωσης του κομμουνιστικού κινήματος, σχήματα όπως το κίνημα «αντινεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης», Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) χρηματοδοτούμενες από την ΕΕ, αναζωογονημένα αντι-μπολσεβίκικα ρεύματα με διεθνή δράση, όπως το τροτσκιστικό. Διαφορετικοί φορείς συντονίζονται σε αυτή την κατεύθυνση και μέσα σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι ιδεολογικοί, με πλήθος σεμιναριακών και ακαδημαϊκών παρεμβάσεων, με πλήθος εκδόσεων προβολής των ιδεών του Τρότσκι, του Μπουχάριν, άλλων που εξελίχθηκαν σε αντεπαναστάτες.

Ολα τα κέντρα συντονίζονται για να εξυφάνουν σύγχρονες και εναλλακτικές μορφές χειραγώγησης του εργατικού κινήματος, οπορτουνιστικού παροπλισμού του επαναστατικού του τμήματος, του κομμουνιστικού.

Ωστόσο σήμερα η πρωτοπορία της εργατικής τάξης μπορεί να έχει βαθύτερη γνώση της εξέλιξης της ταξικής πάλης στον 20ό αιώνα, να αντλήσει διδάγματα για να κατακτήσει την αυτοτέλειά της από την αστική επιρροή, να διαμορφώσει στρατηγική ενάντια στην αστική εξουσία στη χώρα δράσης της, με στόχο την επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας.

ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Και οι εξελίξεις στην Ελλάδα ακολουθούν τη γενική τάση που ήδη περιγράψαμε. Ηδη η εργατική και λαϊκή οικογένεια βλέπει σκοτεινό το άμεσο και απώτερο μέλλον της, με το δικαίωμα στη μόρφωση - ειδίκευση - εργασία όλο και να συρρικνώνεται, παρ’ όλο που οι κυβερνήσεις, τόσο της ΝΔ όσο και του ΠΑΣΟΚ προηγουμένως, υπερηφανεύονταν για τους μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ στην ΕΕ των 27.

Οι νέοι και οι νέες περιπλανώνται από τα θρανία στην ανεργία, από τη μερική ή και ανασφάλιστη εργασία στα 10ωρα και 12ωρα εργασίας, χωρίς να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους δημιουργώντας οικογένεια. Η υπερχρέωση σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια απειλεί πολλά λαϊκά νοικοκυριά, παρ’ όλο που δεν έχουν ακόμη εκδηλωθεί μαζικές κατασχέσεις υποθηκευμένων σπιτιών.

Στις ημέρες μας, με τέτοια ανάπτυξη της γνώσης, της επιστήμης και της τεχνολογίας συνεχίζουν να υπάρχουν εγκληματικά θανατηφόρες συνθήκες εργασίας, όπως πριν λίγους μήνες στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη στον Πειραιά.

Η δημόσια υγεία απειλείται όλο και περισσότερο από μολυσμένα νερά και αέρα, από πυρκαγιές και πλημμύρες, από σεισμούς, ενώ υπάρχουν οι ανάλογες τεχνικές δυνατότητες προστασίας.

Για όλα αυτά ήδη εκδηλώνεται κύμα δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας που καταγράφεται σε δημοσκοπήσεις ως τάση μείωσης της εκλογικής επιρροής της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.

Λίγο-πολύ γίνεται πλατύτερα αντιληπτό όχι μόνο το αναπόφευκτο εκδήλωσης κρίσης στην ελληνική οικονομία, έστω και αν δεν είναι πλήρως συγχρονισμένη με της Ευρωζώνης, αλλά και του μεγαλύτερου βάθους της. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι θα αυξηθούν κατά χιλιάδες οι άνεργοι, ιδιαίτερα στις κατασκευές, στον τουρισμό, στο χρηματοπιστωτικό τομέα. Επομένως θα προκύψει νέο κύμα φτώχειας αλλά και λαϊκής αγανάκτησης. Αυτή και κυρίως η λαϊκή αντίδραση ανησυχεί τους διαχειριστές της εξουσίας του κεφαλαίου. Τους ανησυχεί το γεγονός ότι συσσωρεύτηκε ορισμένη λαϊκή δυσαρέσκεια από τη δικομματική εναλλαγή ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στη διακυβέρνηση και τώρα συσσωρεύτηκε και ορισμένη λαϊκή εμπειρία για να καταδικάσει -και ως ένα βαθμό καταδικάζει- και τα δύο κόμματα.

Ομως καταγράφεται και η τάση νέας παραπλάνησης, είτε με την άνοδο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ είτε με «ανάκαμψη» του ΠΑΣΟΚ έναντι της ΝΔ ή και με τα δυο. Εδώ και ένα χρόνο τα νέα «τραγούδια της Κίρκης» είχαν ως θέμα τους άλλοτε τα νέα ηγετικά πρόσωπα, άλλοτε τα σκάνδαλα και τα «άφθαρτα» πρόσωπα, αλλά και τον εκσυγχρονισμό των κομμάτων.

Με την εκδήλωση της κρίσης στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία, οι προσαρμογές πήραν διεθνή χαρακτήρα. Κέρδισε έδαφος ο «κρατισμός» έναντι του «φιλελευθερισμού της αυτορυθμιζόμενης αγοράς». Ισως δεν ήταν τόσο εθνική συγκυρία η στροφή ορισμένων αστικών ΜΜΕ προς το ΠΑΣΟΚ που «ανέκαμψε» της ΝΔ «εν μία νυκτί».

Η διεθνής και ελληνική συγκυρία βοηθά στη «σοσιαλδημοκρατική» ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ, αρκεί να ακυρωθεί η πρόσφατη εργατική και λαϊκή εμπειρία και μνήμη.

Το ΠΑΣΟΚ σήμερα προβάλλει ως πολιτική αντίθεσή του στην ευρωενωσιακή πολιτική το υπάρχον «Σύμφωνο Σταθερότητας», το οποίο δέχτηκε ως κυβερνητικό κόμμα σε άλλη φάση, υπερηφανευόμενο έναντι της ΝΔ ότι οδήγησε με επιτυχία την ελληνική οικονομία στη ζώνη του ευρώ. Μιλά για μείωση τιμολογίων κρατικών επιχειρήσεων όταν επί των κυβερνητικών ημερών του βασικά προχώρησαν οι «αποκρατικοποιήσεις», η μετοχοποίηση και ένταξη στο Χρηματιστήριο, το «μοίρασμα» μετοχών στους εργαζόμενους των ΔΕΚΟ, των κρατικών ναυπηγείων και τραπεζών.

Στις ημέρες που ακολούθησαν το «πάγωμα» της διατραπεζικής αγοράς και τη μεγάλη πτώση των χρηματιστηριακών τιμών, ιδιαίτερα της Παρασκευής 10 Οκτωβρίου, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ διαγωνίζονταν σε τόνους κριτικής του νεοφιλελευθερισμού, στην εγχώρια και την ευρωενωσιακή του μορφή. Διαγωνίζονται σε θέσεις και προτάσεις για να αποκατασταθεί ο «υγιής», ο «ανθρώπινος» καπιταλισμός, ο «παραγωγικός» έναντι της «καζινο-καπιταλιστικής» του στρέβλωσης.

Συμπίπτουν σε προτάσεις περί αλλαγής ή και κατάργησης του Συμφώνου Σταθερότητας, όταν οι ίδιες οι συνθήκες της κρίσης ήδη επέβαλαν τη συμφωνία για τη χαλαρή αντιμετώπιση των όρων του, ανάλογα και με το συνδυασμό του προβλήματος δημοσιονομικών ελλειμμάτων και χρεών σε σχέση με την εκδήλωση ή όχι, το βάθος της κρίσης σε κάθε κράτος-μέλος της Ευρωζώνης. Αλλά αυτή η χαλαρότητα είχε εγκαινιαστεί και σε προηγούμενα χρόνια, πάλι λόγω της στασιμότητας του ΑΕΠ στην Ιταλία, στη Γαλλία και στη Γερμανία.

Συμπίπτουν σε διαχειριστικές προτάσεις, όπως ο λεγόμενος «πολιτικός έλεγχος» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) από το Ευρωκοινοβούλιο και τα πολιτικά όργανα της ΕΕ. Θα θυμίσουμε όμως ότι η ΕΚΤ συμφώνησε με το «Σχέδιο Μπράουν» που συναποφάσισαν οι πολιτικοί ηγέτες της ΕΕ.

Παράλληλα επανέρχονται ως πανάκεια προτάσεις όπως ο «φόρος Τόμπιν», οι «πράσινες» επενδύσεις κατά το όμοιο των επενδύσεων «νέων τεχνολογιών» στις τηλεπικοινωνίες - πληροφορική της δεκαετίας του 1990.

Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να πλειοδοτήσει έναντι του ΠΑΣΟΚ ως προς τις κρατικές επενδύσεις ενός «New Deal» στην παιδεία και στην υγεία, όμως δεν τολμά να υποστηρίξει κατάργηση του κεφαλαίου σε αυτούς τους τομείς, ώστε να γίνουν πραγματικά κοινωνικές υπηρεσίες. Τον ίδιο χαρακτήρα έχει και η πρότασή του για κρατικό έλεγχο τριών τραπεζών. Αλλά αυτός είναι ο οπορτουνισμός, με διεθνή ιστορία πάνω από έναν αιώνα: Η συγκυριακή προσαρμογή με την υιοθέτηση ασυμβίβαστων θέσεων.

Τέτοιοι ελιγμοί είναι συνειδητή πολιτική παραπλάνησης, συνειδητή επιλογή ενσωμάτωσης στο σύστημα.

Είναι συνειδητή επιλογή ρόλου βελτίωσης της εξωτερικής όψης του συστήματος χωρίς να θίγεται το διαβρωμένο εσωτερικό του.

Αυτό το ρόλο ανέλαβε η σοσιαλδημοκρατία, ως οπορτουνιστικός φορέας κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, όταν για πρώτη φορά στήριξε την αστική εξουσία στον ιμπεριαλιστικό Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, όταν αργότερα συμμάχησε με τα αστικά φιλελεύθερα κόμματα στον «ψυχρό πόλεμο» ενάντια στη Σοβιετική Ενωση, στον αντικομμουνισμό, αξιοποιώντας τη μεγαλύτερη δυνατότητα να ενσωματώνει το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, λόγω του σοσιαλιστικού παρελθόντος της σ’ επίπεδο ιδεών και της ανάλογης οργανωτικής της σχέσης με τις μάζες.

Ετσι πήραν τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας το διαβατήριο για να γίνουν κόμματα αστικής διακυβέρνησης. Ως τέτοια άσκησαν όχι μόνο σοσιαλδημοκρατική, αλλά και νεοφιλελεύθερη διαχείριση. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση βρέθηκαν στη διακυβέρνηση σε συνθήκες εκδήλωσης της κρίσης και έχουν εξίσου με τα αστικά φιλελεύθερα ευθύνη των αντιλαϊκών συνεπειών.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο επιχειρήθηκε η αναβάπτιση της σοσιαλδημοκρατίας με την ένταξη μεταλλαγμένων «κομμουνιστικών» δυνάμεων, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα της «Die Linke» στη Γερμανία και το συντονισμό στο «Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς» (ΚΕΑ).

Αυτή την τάση εκφράζει στην Ελλάδα ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ διεκδικώντας πρωταγωνιστικό ή και ηγετικό ρόλο στην αναδόμηση της σοσιαλδημοκρατίας.

Η πολιτική του επιδίωξη συμπίπτει σε αυτή τη φάση με ορισμένες ανάγκες του συστήματος για αναστήλωση του αστικού πολιτικού συστήματος για να ανακοπεί η ριζοσπαστικοποίηση ευρύτερων δυνάμεων και η ισχυροποίηση του ΚΚΕ. Αυτά τα δυο είναι οι πραγματικοί κίνδυνοι για τη διατήρηση της εξουσίας του κεφαλαίου.

Από χρόνια το ΚΚΕ σταθερά αποκαλύπτει ότι το αστικό κομματικό δίδυμο σε κάθε ιστορική περίοδο είναι προσαρμοσμένο στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εποχής του, ως προς τη μορφή συγκρότησής του, το κυβερνητικό του πρόγραμμα και τα μέσα της λαϊκής χειραγώγησης, αλλά και ως προς τα οπορτουνιστικά πολιτικά σχήματα πίεσης του Κομμουνιστικού Κόμματος, της ταξικής πάλης.

Αυτές οι προσαρμογές, ανάλογα με την ιστορική περίοδο, κάνουν να φαίνεται σαν να έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, π.χ. το ΠΑΣΟΚ από την ΕΚ ή η ΝΔ από την ΕΡΕ ή το σημερινό ΠΑΣΟΚ από ένα αυριανό ανάλογο κομματικό σχήμα.

Διαφορές στις συνθήκες ζωής και εργασίας του 2008 από εκείνες του 1978 ή και του 1958 φαίνονται σαν να οφείλονται στις διαφορές των αστικών κομμάτων μεταξύ της μιας και της άλλης περιόδου.

Στην πραγματικότητα, οι ανάγκες του κεφαλαίου, οι ανάγκες της πολιτικής του εξουσίας στη μία ή άλλη χρονική περίοδο, δηλαδή η ιστορική φάση της κάθε καπιταλιστικής κοινωνίας είναι που αποτυπώνεται στη συγκρότηση των κομμάτων της αστικής διακυβέρνησης.

Εξαρτώνται και από το επίπεδο της ταξικής πάλης, το συσχετισμό στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, πάνω απ’ όλα από την κατάσταση του ΚΚ, το πώς είναι συγκροτημένος ο οπορτουνισμός, τι διεισδυτικότητα έχει από μέσα ή από έξω από το ΚΚ.

Τα συγκεκριμένα αστικά κόμματα μιας ιστορικής περιόδου -με φιλελεύθερο ή σοσιαλδημοκρατικό ιδεολογικό μανδύα- έρχονται και παρέρχονται, στη θέση τους εμφανίζονται νέα ανάλογα, όταν η οικονομική ζωή, δηλαδή όλη η κοινωνία εξακολουθεί να είναι οργανωμένη πάνω στα μονοπώλια και από τα μονοπώλια, από το μεγάλο κεφάλαιο.

Οι ανατροπές που χρειάζεται η λαϊκή πλειοψηφία στην Ελλάδα κι όχι μόνο στην Ελλάδα, δεν είναι αλλαγές προσώπων μέσα στα κόμματα ή αλλαγές στη μορφή των κομμάτων ή αλλαγή στο συσχετισμό μεταξύ των κομμάτων χωρίς να αλλάζει ο χαρακτήρας της πολιτικής εξουσίας.

Το κρίσιμο ζήτημα είναι τώρα ένα πιο ισχυρό λαϊκό ρεύμα να βρει τον πραγματικό δρόμο κοινωνικοπολιτικής διεξόδου, να μην παγιδευτεί στα νέα σενάρια αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος σε βάρος του, ν’ απεγκλωβιστεί από την επιρροή του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, πρώτα απ’ όλα στα σωματεία, στα συνδικάτα, στα εργατικά κέντρα και στις ομοσπονδίες, στις ενώσεις των επαγγελματιών, στις αγροτικές ενώσεις.

ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΚΕ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Η ΚΕ του ΚΚΕ εκτιμά με τις Θέσεις της για το 18ο Συνέδριο ότι σε εξέλιξη είναι γεγονότα, πρώτ’ απ’ όλα στη διεθνή και εγχώρια οικονομία, που αντικειμενικά επιδρούν και θα επιδράσουν περισσότερο στην οικονομική και κοινωνική κατάσταση της λαϊκής πλειοψηφίας, επομένως και στις διαθέσεις της, στις πολιτικές εξελίξεις.

Αυτή την εκτίμηση, αυτή την πρόβλεψη και την προοπτική εκφράζει το σύνθημα του 18ου Συνεδρίου: ΚΚΕ Ισχυρό - 18ο Συνέδριο Αντεπίθεσης.

Αντεπίθεση ως προς την ικανότητα του Κόμματός μας να συνδεθεί ακόμα πιο αγωνιστικά με τους μισθωτούς, τους αγρότες και τους μικρέμπορους, τους επαγγελματίες αυτοαπασχολούμενους, τη νεολαία και τις γυναίκες αυτών των κοινωνικών δυνάμεων, που πλήττονται από την εξουσία των μονοπωλίων στην Ελλάδα και στην ΕΕ.

Αντεπίθεση για να διευρυνθούν οι υπάρχουσες συσπειρώσεις, πρώτ’ απ’ όλα του ΠΑΜΕ, αλλά και της ΠΑΣΥ, τα σημερινά φύτρα της κοινής πάλης μισθωτών - αγροτών - ΕΒΕ να γίνουν στοιχεία θεμελίωσης της αντιμονοπωλιακής - αντιιμπεριαλιστικής κοινωνικής συμμαχίας, της οικοδόμησης του Μετώπου, που παραμένει σταθερός, ανυποχώρητος στόχος στην πολιτική του ΚΚΕ.

Αντεπίθεση ως προς τις εσωτερικές μας υστερήσεις και αδυναμίες, με προτεραιότητα στην υστέρηση που εντοπίζουμε ως προς την κομματική οικοδόμηση. Δηλαδή την πιο γρήγορη ανανέωση και ανάπτυξη των κομματικών δυνάμεων και κυρίως τη βελτίωση της ταξικής τους σύνθεσης, την ανάδειξη εργατικών στελεχών και ακόμη πιο ειδικά γυναικείων, την πιο μαζική κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση των δυνάμεων της ΚΝΕ, την ανάπτυξη των υπαρχουσών ΚΟΒ σε στρατηγικής σημασίας κλάδους και επιχειρήσεις και τη συγκρότηση εκεί που δεν υπάρχουν, αποκτώντας τις απαιτούμενες δυνάμεις. Αντεπίθεση για την πιο σταθερή και δημιουργική γνώση των θέσεων του Κόμματος από όλες τις κομματικές δυνάμεις, ώστε να γίνουν πιο διεισδυτικοί και αποτελεσματικοί οι κρίκοι σύνδεσης του Κόμματος με τις εργατικές δυνάμεις, οι ΚΟΒ στους τόπους εργασίας, κατοικίας και ειδικότερα στους τόπους μόρφωσης, εργασίας, συγκέντρωσης της νεολαίας.

Η ΚΕ εκτιμά ότι το Κόμμα μας σήμερα έχει τις προϋποθέσεις να ανταπεξέλθει σε αυτό το καθήκον, στο διάστημα από το 18ο προς το 19ο Συνέδριο. Εκτιμάμε ότι είναι αισθητή η πρόοδος του Κόμματος που συσσωρεύτηκε βέβαια σε όλη την περίοδο μετά το 14ο Συνέδριο ανασυγκρότησής του, μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές και την εκδήλωση της πιο βαθιάς κρίσης στην ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος στα χρόνια 1989-1991.

Ειδικότερα, στο διάστημα της τελευταίας 4ετίας, το Κόμμα μας βγήκε ιδεολογικά-πολιτικά ισχυροποιημένο, πιο έμπειρο, ατσαλωμένο, πιο ικανό να αντιμετωπίσει νέες καταστάσεις, καμπές στις εξελίξεις του συσχετισμού δυνάμεων, στη χώρα μας και διεθνώς.

Εχει αισθητή πρόοδο στο καθήκον που έθετε το 17ο Συνέδριο πριν 4 χρόνια, να αντιμετωπίζει ενιαία τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, όπως εκδηλώνονται κατά κλάδο, κατά χώρο, να τα αντιμετωπίζει μέσα από τη στρατηγική του αντίληψη, δηλαδή την ανάγκη της κοινωνικής ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, την ανάγκη του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας, αυτή την αναγκαιότητα και προοπτική που αναδεικνύεται από όλα τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Η καθημερινότητα μας επιβεβαιώνει, από το πρόβλημα της εμπορευματοποίησης της γης με όλα τα σκάνδαλα που αναπτύσσονται πάνω σε αυτό (χρηματοπιστωτικά και Βατοπεδίου) και την ανάγκη της εξασφάλισης της λαϊκής στέγης μέχρι τα προβλήματα για τη δημόσια υγεία από την μόλυνση των υδάτων από τα βιομηχανικά απόβλητα.

Αναμενόμενη είναι η νέα συρρίκνωση του εργατικού και λαϊκού εισοδήματος, η νέα επιδείνωση των συνθηκών εργασίας και ζωής των μισθωτών και άλλων λαϊκών στρωμάτων, ανεξάρτητα αν έχει «πιάσει πάτο» ή όχι η κρίση που εκδηλώθηκε στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και στα χρηματιστήρια, ανεξάρτητα από το μέγεθος συρρίκνωσης της καπιταλιστικής παραγωγής στις ΗΠΑ και την ΕΕ, από το χρόνο εκδήλωσης της στασιμότητας και συρρίκνωσης του ΑΕΠ στην Ελλάδα. Αυτή η τάση είναι κυρίαρχη σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ κι όχι μόνο. Αυτή όμως η προοπτική δε συνεπάγεται ως μοναδική στάση για το εργατικό κίνημα το συμβιβασμό, την ενσωμάτωση. Μπορεί και πρέπει να συνδεθεί με μια δυναμική πορεία ανασυγκρότησής του. Νέες δυνάμεις να απεγκλωβιστούν από την αστική πολιτική επιρροή και τις συμβιβαστικές ψευτο-αντιπολιτευτικές παγίδες. Να περάσουν στην αντεπίθεση.

Το ΚΚΕ τολμηρά ανέδειξε ότι αυτό που φοβάται το κεφάλαιο και οι πολιτικοί διαχειριστές του, δηλαδή τον κίνδυνο να μη βγαίνουν με άνεση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας οι κυβερνήσεις, αυτό είναι δείγμα ισχυροποίησης του εργατικού και λαϊκού κινήματος, της προοπτικής του να συγκρουστεί εφ’ όλης της ύλης με την αστική εξουσία. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην εγκλωβιστεί το εργατικό κίνημα σε νέα ή αναπαλαιωμένα σχήματα συμβιβασμού και ενσωμάτωσης, αλλά αποφασιστικά να στηρίξει και να στηριχθεί στο ΚΚΕ.

Το ΚΚΕ είναι εγγύηση στο κίνημα και στην αντιπολίτευση. Συμβόλαιο είναι η 90χρονη πολιτική του πράξη. Εγγύηση είναι ότι στην περίοδο της πρωτοφανούς αντιδραστικής οπισθοδρόμησης πριν 20 χρόνια, το ΚΚΕ αποδεικνύει ότι μπορεί να ωριμάζει από τα δικά του λάθη και εκείνα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, να βγαίνει πιο ικανό, ατσαλωμένο ιδεολογικά και πολιτικά για μια νικηφόρα έκβαση της ταξικής πάλης. Στοιχεία αυτής της πορείας είναι οι Θέσεις του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό, ενσωματώνοντας διδάγματα από την πείρα της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία και της πορείας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, από τα θετικά, αλλά και από τις αδυναμίες της πάλης των λαών ενάντια στο φασισμό, με αφορμή τα 60 χρόνια από τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το ΚΚΕ βρίσκεται σε διαδικασία συλλογικής εξαγωγής διδαγμάτων από τη δική του 90χρονη ιστορία, ιδιαίτερα από την κρίσιμη περίοδο 1949 - 1968. Εχει κατά πολύ αξιοποιήσει στις σημερινές συνθήκες πάλης ένα από τα θεμελιακά διδάγματα: Την ανάγκη αταλάντευτης πάλης με τον οπορτουνισμό και το ρεφορμισμό, για να μην ανακοπεί η εργατική και λαϊκή ορμή όταν απελευθερώνεται, να μη γίνει αναστήλωμα του διαβρωμένου εκμεταλλευτικού συστήματος.

Αυτή είναι και η μεγάλη πρόκληση για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, πολύ περισσότερο σε συνθήκες νέων και βαθύτερων κρίσεων. Το Κόμμα μας ατενίζει δυναμικά τις νέες προκλήσεις, χωρίς να επαναπαύεται στις κατακτήσεις.


ΣημειώσειςΣημειώσεις

* Η Ελένη Μπέλλου είναι μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.