ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟ 18ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ: ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΟ 17ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ. ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΩΣ ΤΟ 19ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ


της ΚΕ του ΚΚΕ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι Θέσεις της ΚΕ στο πρώτο θέμα των εργασιών του 18ου Συνεδρίου κατανέμονται σε 7 κεφάλαια με τους εξής τίτλους:

Διεθνείς εξελίξεις. Οι εξελίξεις στην ΕΕ. Το διεθνές Κομμουνιστικό και Αντιιμπεριαλιστικό Κίνημα. Οι οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Εξελίξεις στον πολιτικό και κοινωνικό συσχετισμό. Απολογισμός της δράσης του Κόμματος. Τα καθήκοντα του Κόμματος έως το 19ο Συνέδριο.

Στο πρώτο κεφάλαιο, η ΚΕ εκτίμησε ότι έχει σημασία στις σημερινές συνθήκες να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην ανάλυση των διεθνών οικονομικών εξελίξεων και ιδιαίτερα στην τάση μεταβολής του συσχετισμού στην παγκόσμια αγορά και στα ενδοϊμπεριαλιστικά κέντρα, στο οικονομικό, στρατιωτικό και διπλωματικό πεδίο. Γίνεται αναφορά στις εστίες πολέμων που αναπτύχθηκαν και αναπτύσσονται. Σε αυτό το κεφάλαιο δίνεται έμφαση στην ανησυχία των ιμπεριαλιστικών κέντρων, για το ενδεχόμενο εκδήλωσης μιας βαθύτερης και πιο συγχρονισμένης οικονομικής κρίσης και στους προβληματισμούς για τη διαχείρισή της, με στόχο τη σωτηρία του συστήματος. Οι Θέσεις της ΚΕ αναδεικνύουν ως σταθερά εξελισσόμενη την τάση επιδείνωσης της θέσης της εργατικής τάξης και των αυτοαπασχολούμενων στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, εξέλιξη καθοριστική για τις διαθέσεις των λαϊκών δυνάμεων και επομένως για τη γραμμή πάλης του εργατικού κινήματος, για τη στρατηγική των κομμουνιστικών κομμάτων.

Στο δεύτερο κεφάλαιο, λόγω και της σημασίας που έχουν οι εξελίξεις στην ΕΕ για την Ελλάδα και το λαϊκό κίνημα, αναφέρονται τα βασικά στοιχεία που αφορούν την ευρωενωσιακή αγορά και τις εσωτερικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς. Εμφαση δίνεται στις νέες αποφάσεις που αφορούν την κρατική βία και καταστολή, τις εργασιακές σχέσεις, το εποικοδόμημα θεσμών, μηχανισμών και νόμων που έχουν υιοθετηθεί και από τα κράτη - μέλη.

Στο τρίτο κεφάλαιο, για το διεθνές Κομμουνιστικό και Αντιιμπεριαλιστικό Κίνημα, γίνεται απολογισμός της δράσης και της συνεισφοράς του Κόμματος, καθώς και εκτίμηση για την κατάσταση κρίσης στην οποία παραμένει το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Αναπτύσσεται η πορεία της δράσης του Κόμματος στην προσπάθεια για την ανασυγκρότηση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και ιδιαίτερα η αναγκαιότητα για συντονισμό και κοινή δράση των μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων, που πιστεύουν στην αναγκαιότητα πάλης για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και το πέρασμα στο σοσιαλισμό - κομμουνισμό.

Στο τέταρτο κεφάλαιο, δίνονται στοιχεία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, την εξαγωγή κεφαλαίων, την ενεργό συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις για τον έλεγχο των αγορών. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στην ανάπτυξη των εξελίξεων, σε σχέση με την αναβαθμισμένη θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια κατά την περίοδο εδραίωσης και ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, ως αποτέλεσμα της αντεπανάστασης. Δίνονται εκτιμήσεις και στοιχεία για την πορεία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, την πορεία ισχυροποίησης στη διεθνή καπιταλιστική αγορά των μονοπωλιακών ομίλων με έδρα την Ελλάδα. Βασικό συμπέρασμα είναι ότι την τελευταία τετραετία έγιναν πιο εμφανή τα αποτελέσματα της προσπάθειας της ελληνικής αστικής τάξης να διαχειριστεί προς όφελός της την τάση αλλαγών στα μερίδια της αγοράς ανάμεσα στις ισχυρότερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με επιδίωξη να αναβαθμίσει το γεωστρατηγικό της ρόλο.

Αναπτύσσεται προβληματισμός για τις αντίρροπες τάσεις που εμφανίζονται και επιδρούν στην αναβαθμισμένη θέση της ελληνικής αστικής τάξης στα Βαλκάνια, που επιτεύχθηκε στη 10ετία του ’90 και συνεχίζεται έως τις μέρες μας. Αναδεικνύονται και οι παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν ενδεχόμενη υποχώρηση αυτής της θέσης, στο βαθμό που άλλες βαλκανικές δυνάμεις επιτύχουν πιο δυναμική καπιταλιστική ανάπτυξη. Επισημαίνεται επίσης, πιο εξειδικευμένα, το ενδεχόμενο να προηγηθεί η εκδήλωση της κρίσης στην ελληνική οικονομία, σε σχέση με ορισμένες βαλκανικές οικονομίες, κυρίως της Ρουμανίας. Γίνεται απολογισμός της πορείας της κατάστασης των εργαζομένων, με κύρια αιχμή τις εξελίξεις στην κοινωνική σύνθεση και στη δομή της εργασιακής απασχόλησης, στις μεταβολές στη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, στην εσωτερική ανισόμετρη ανάπτυξη. Κρίνονται οι άξονες της αστικής οικονομικής πολιτικής για το επόμενο διάστημα και οι επιπτώσεις στην εργατική τάξη, στη φτωχή αγροτιά, στους αυτοαπασχολούμενους.

Οι εκτιμήσεις των εξελίξεων αυτών και των τάσεων έχουν άμεση σχέση με το ρόλο του εργατικού κινήματος, του Κόμματος στη χώρα μας, το ρόλο τους στο συσχετισμό δύναμης και τις εξελίξεις.

Στο πέμπτο κεφάλαιο, γίνεται εκτίμηση των πολιτικών εξελίξεων από το 17ο Συνέδριο, της πολιτικής των κομμάτων, της στάσης των φυσικών φορέων της αστικής τάξης απέναντι στο σύστημα της δικομματικής εναλλαγής στη διακυβέρνηση. Συνεκτιμώνται οι ορισμένες θετικές διεργασίες στη συνείδηση του λαού, αλλά και οι αντικειμενικοί παράγοντες, που ωθούν στην άνοδο του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού. Εκτιμώνται οι αγώνες που έγιναν και αποτιμάται ο ρόλος και οι ευθύνες του Κόμματος στην ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης, στην πολιτική επαγρύπνηση, στην προβολή της αναγκαιότητας και δυνατότητας για τη συγκρότηση του Μετώπου, της πάλης για την ανατροπή στο επίπεδο της εξουσίας.

Στο έκτο κεφάλαιο, παρατίθενται τα βασικά στοιχεία του θετικού απολογισμού του Κόμματος, με βάση το κύριο καθήκον που έθετε το 17ο Συνέδριο για ολόπλευρη ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική ισχυροποίηση που συνιστά αναγκαίο όρο για την οικοδόμηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου (ΑΑΔΜ) και την πρόοδο του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού αγώνα. Η βασική εκτίμηση είναι ότι, στο διάστημα που μεσολάβησε από το 17ο Συνέδριο, έγινε συστηματική και επίμονη δουλειά από το Κόμμα για την αφομοίωση της στρατηγικής, του Προγράμματός του, για την ενιαία δράση στη βάση της στρατηγικής, την προσαρμογή και εξειδίκευση κατά χώρο και κλάδο, με βάση και τις εξελίξεις, τις ανάγκες της πολιτικής αναμέτρησης. Το ΚΚΕ είναι σήμερα πιο έμπειρο και ατσαλωμένο να δρα σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Η δυναμική ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση του ΚΚΕ στην αντιπαράθεση με τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, τον οπορτουνισμό, σε συνδυασμό με την πρωτοπόρα συμβολή του στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, των αγώνων, συνέβαλε στο να παρεμβληθούν δυσκολίες στα σχέδια της κυβέρνησης και της αστικής τάξης να περάσουν με άνεση οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις.

Θετική εκτίμηση δίνεται για τη γενική πρόοδο της ΚΝΕ και το δυναμικό πρωτοπόρο ρόλο της στους αγώνες της νεολαίας. Εντοπίζεται η ανάγκη να ενισχυθεί η βοήθεια του Κόμματος προς το ΚΣ και τα Οργανα της ΚΝΕ, όπως επίσης και προς τις ΟΒ, ώστε να επιτυγχάνεται η αφομοίωση των νέων μελών και η ενεργητική τους συμμετοχή στη δράση και τις αποφάσεις. Η κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση είναι απολύτως αναγκαία στη μεταβατική ηλικιακή φάση και των δυνάμεων της ΚΝΕ. Η επιτυχία αυτής της προσπάθειας, που πρέπει να είναι διαρκής καθώς ανανεώνονται σχετικά γρήγορα οι γραμμές της ΚΝΕ, θα έχει άμεση θετική επίδραση και στην ΚΝίτικη οικοδόμηση, αλλά και στην ανάπτυξη ισχυρού νεολαιίστικου κινήματος.

Ταυτόχρονα, εκφράζεται η ανησυχία για την υστέρηση στην ανάλογη πρόοδο του Κόμματος στην κομματική οικοδόμηση στην εργατική τάξη, κατά κλάδο και στους τόπους δουλειάς. Αναφέρονται οι παράγοντες που δε λειτούργησαν ολοκληρωμένα και αποφασιστικά, με ευθύνη του Κόμματος και πριν απ’ όλα της ΚΕ, ώστε να υπάρχει μια ορισμένη αντιστοιχία και στην κομματική οικοδόμηση, στην κοινωνική σύνθεση των γραμμών του Κόμματος.

Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι, παρά τις αδυναμίες και τα προβλήματα που ορισμένα παραμένουν, έχουν διαμορφωθεί καλύτερα από πριν οι προϋποθέσεις για μια δυναμικότερη πορεία του Κόμματος τα επόμενα χρόνια.

Ακολουθεί η αποτίμηση της δουλειάς της ΚΕ, του ΠΓ και της Γραμματείας, καθώς και των βοηθητικών Τμημάτων της ΚΕ.

Στο τελευταίο, έβδομο κεφάλαιο, η ΚΕ προτείνει τα βασικά καθήκοντα του Κόμματος έως το 19ο Συνέδριο.

Η ΚΕ καλεί τα μέλη του Κόμματος, όπως επίσης τα μέλη και τα στελέχη της ΚΝΕ, να μελετήσουν τις Θέσεις, να πάρουν ενεργό μέρος στην εσωκομματική διαδικασία και το δημόσιο διάλογο.

Οι Θέσεις για το 18ο Συνέδριο, με τη δημοσιότητα που θα πάρουν και με την ατομική και συλλογική δουλειά των μελών, πρέπει να φτάσουν ευρύτερα στους φίλους και οπαδούς, στους συνεργαζόμενους, σε εργατοϋπάλληλους, αυτοαπασχολούμενους, αγρότες, σε νέους και γυναίκες, ώστε να συγκεντρωθούν και να μελετηθούν οι γνώμες και οι προτάσεις τους, οι κριτικές τους παρατηρήσεις. Να εμπλουτιστούν τα ντοκουμέντα του συνεδρίου με συμπεράσματα φωτισμένα από τη λαϊκή πείρα όλων εκείνων που προσβλέπουν σε ριζική αλλαγή, που θέλουν να αντισταθούν για να δυσκολέψουν το πέρασμα νέων αντιδραστικών μέτρων, να δοκιμάσουν τη δύναμη της λαϊκής αντίστασης και αντεπίθεσης.

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

Α. ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ: ΑΛΛΑΓΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΥ ΔΥΝΑΜΕΩΝΚΑΙ ΕΠΙΒΡΑΔΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

1. Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί εξελίσσονται σε όλα τα πεδία -οικονομικό, στρατιωτικό, πολιτικό- και μεταξύ διαφόρων ομάδων κρατών. Εκδηλώνονται ακόμα και στο πεδίο της περιβαλλοντικής πολιτικής, ανάμεσα στα διεθνικά μονοπώλια αλλά και στα καπιταλιστικά κράτη.

Οι εστίες πολέμου, που εμφανίστηκαν μετά τη διαμόρφωση νέων αγορών στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, παραμένουν θερμές ή κινδυνεύουν να περάσουν σε νέα αναζωπύρωση, καθώς εντείνονται οι ανταγωνισμοί πρώτ’ απ’ όλα για τον έλεγχο των πηγών και των αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Σε αυτές τις συνθήκες οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ εγκαθιστούν νέους πυραύλους στην Ευρώπη, ενώ οι ΗΠΑ υποκίνησαν την επίθεση της Γεωργίας κατά της Νότιας Οσετίας, που προκάλεσε την ανταπάντηση της Ρωσίας. Η περιοχή του Καυκάσου αναδεικνύεται σε θερμή ζώνη του αμερικανο-ρωσικού ανταγωνισμού, περικλείει νέους κινδύνους γενικότερης ανάφλεξης στην περιοχή, στην οποία εμπλέκονται και η ΕΕ, το ΝΑΤΟ, η Τουρκία και άλλες δυνάμεις.

Ενισχύεται ο ανταγωνισμός για τη στρατιωτική παρουσία και πολιτική επιρροή των διαφόρων ιμπεριαλιστικών κέντρων στην Κεντρική Ασία, στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική, καθώς και στην Αρκτική. Αυξάνονται οι στρατιωτικές δαπάνες, οι εξαγωγές όπλων, ο σχεδιασμός παραγωγής και εγκατάστασης νέων πυρηνικών όπλων.

2. Το Διεθνές Δίκαιο, όπως το γνώρισαν οι λαοί στην περίοδο της ενεργητικής παρουσίας και δράσης του σοσιαλιστικού συστήματος στις διεθνείς υποθέσεις, δεν υπάρχει. Εχει υποκατασταθεί πλήρως από το ιμπεριαλιστικό δόγμα του «προληπτικού χτυπήματος», της εκστρατείας «κατά της τρομοκρατίας». Ιδιαίτερα επικίνδυνη στρατηγική είναι αυτή των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων με την επίκληση του λεγόμενου «αυτοπροσδιορισμού» ως προσχήματος για την υποκίνηση μειονοτικών ζητημάτων και τη δημιουργία κρατών - προτεκτοράτων.

Οι αναζητήσεις και οι προβληματισμοί για την αποκαλούμενη «αναμόρφωση του ΟΗΕ», για «νέα συστήματα ασφαλείας» στην Ευρώπη και οι διακηρύξεις σε παγκόσμιο επίπεδο περί του «πολυπολικού κόσμου» αντανακλούν την τάση αλλαγής του συσχετισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων, αλλά και την ενιαία προσπάθειά τους απέναντι στους λαούς, για να συγκαλύπτεται ο επιθετικός χαρακτήρας των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και ενώσεων. Στη συγκάλυψη συμβάλλει και ο οπορτουνιστικός αποπροσανατολισμός για το δήθεν εξανθρωπισμό του ΟΗΕ. Ο πόλεμος, η βία και ο εκβιασμός - εκφοβισμός, η κρατική απειλή, η τρομοκρατία είναι σύμφυτα με τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος, πολύ περισσότερο στο ανώτατο στάδιό του, το ιμπεριαλιστικό.

3. Δύο τάσεις διακρίνονται στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία: α) Συνεχίζεται και βαθαίνει η τάση μεταβολής του συσχετισμού στην παγκόσμια αγορά, τάση που κυριαρχεί σε όλη την τελευταία τετραετία και εκδηλώνεται με: Υποχώρηση του μεριδίου των ΗΠΑ στο παγκόσμιο ΑΕΠ. Ανοδο της Κίνας. Βελτίωση του μεριδίου της ΕΕ, χωρίς όμως η παραγωγικότητα της εργασίας της να φτάνει εκείνη των ΗΠΑ. Σταδιακή βελτίωση της θέσης της Ρωσίας, της Ινδίας, ακόμα και της Βραζιλίας ως μερίδια στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν.

Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να κατέχουν την 1η θέση και η ΕΕ των «27», ως σύνολο, τη 2η θέση. Η Κίνα, με κριτήριο το μερίδιο στο παγκόσμιο ΑΕΠ, μετρούμενο σε μονάδες ισότιμης αγοραστικής δύναμης ανέβηκε στη 2η θέση (αν δεν υπολογιστεί η ΕΕ ως σύνολο), ξεπερνώντας την Ιαπωνία και τη Γερμανία κατά την τελευταία τριετία. Εξακολουθεί όμως να παραμένει χαμηλό το κατά κεφαλήν εγχώριο προϊόν της, η μέση παραγωγικότητα της εργασίας της.

Οι λεγόμενες προηγμένες οικονομίες [31 κράτη συνολικά, σύμφωνα με την κατάταξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), μεταξύ αυτών ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ευρωζώνη] κατέχουν το 56,4% του Παγκόσμιου Ακαθάριστου Προϊόντος και οι αναδυόμενες - αναπτυσσόμενες οικονομίες [Αφρικής, Ασίας, Μ. Ανατολής, Λ. Αμερικής και Δυτ. Ημισφαιρίου, Κεντρ. και Αν. Ευρώπης (ΚΑΕ) και ΚΑΚ, συνολικά 141 κράτη] κατέχουν το 43,6%.

β) Στο τελευταίο τρίμηνο του 2007 παρουσιάστηκε ελαφρά επιβράδυνση της παγκόσμιας καπιταλιστικής ανάπτυξης, η οποία συνεχίστηκε και βάθυνε στη διάρκεια του 2008, χωρίς να αποκλείεται να εξελιχθεί σε κρίση.

Για τις προηγμένες οικονομίες η κάμψη είναι πιο εμφανής: Αυξητική μεταβολή του Παγκόσμιου Ακαθάριστου Προϊόντος 1,3% το 2008/2007, έναντι 2,7% το 2007/2006 και 3% το 2006/2005.

4. Η επιβράδυνση αρχικά εκδηλώθηκε με κρίση στη σφαίρα κυκλοφορίας του χρηματικού κεφαλαίου (χρηματοπιστωτικός τομέας), που αντανακλούσε κρίση στον κατασκευαστικό τομέα των ΗΠΑ και όχι μόνο. Πρόκειται για κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου στην αμερικανική οικονομία, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, με εμφανή επίδραση στην κατηγορία των προηγμένων οικονομιών και ιδιαίτερα στην ΕΕ.

Τα ιμπεριαλιστικά κέντρα ανησυχούν για τη σταθερότητα του συστήματος μπροστά στο ενδεχόμενο εκδήλωσης μιας βαθύτερης και πιο συγχρονισμένης κρίσης, συνυπολογίζοντας: Την εμφανή εκδήλωση κρίσης στην οικονομία των ΗΠΑ. Την τάση απαξίωσης του χρηματικού κεφαλαίου σε ισχυρές οικονομίες κρατών - μελών της ΕΕ. Την επιβράδυνση στην Ιαπωνία και στην ΕΕ - 27. Την επίδρασή τους στην παγκόσμια οικονομία, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχουν ήδη μεσολαβήσει 6 - 7 χρόνια αναζωογόνησης και ανόδου. Την άνοδο των διεθνών τιμών του πετρελαίου και των τροφίμων.

Οι αστικές κυβερνήσεις, παραμένοντας σταθερές στις στρατηγικές επιλογές απελευθέρωσης των αγορών και περιορισμού του εργατικού και λαϊκού εισοδήματος, ανησυχούν και προβληματίζονται για τη διαχείριση του ενδεχόμενου ταυτόχρονης μείωσης του εξωτερικού εμπορίου και των Αμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ), σε συνδυασμό με τη μείωση της εγχώριας ζήτησης.

5. Γίνονται πιο ορατές οι αντιφάσεις που διέπουν τις αστικές επιλογές στη διαχείριση της κρίσης. Η διεθνής καπιταλιστική οικονομία είχε βρεθεί αντιμέτωπη με τρεις σχετικά βαθιές κρίσεις από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ετσι, η αστική πολιτική πέρασε σταδιακά από την κεϋνσιανή στη φιλελεύθερη διαχείριση τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Σημαντικά στοιχεία αυτής της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης ήταν η «απελευθέρωση» στρατηγικών τομέων της οικονομίας από την κρατική προστασία και η επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων που επέφεραν μείωση του πραγματικού λαϊκού εισοδήματος. Παράλληλα, ένα ορισμένο επίπεδο λαϊκής κατανάλωσης διατηρήθηκε με την αύξηση των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων, η διόγκωση των οποίων εξερράγη και υπό την πίεση που άσκησαν οι κερδοσκοπικές κινήσεις σ’ αυτά.

Αστοί οικονομολόγοι μιλούν για «νέα περίοδο στασιμοπληθωρισμού», ενώ ενισχύονται και οι νεοκεϋνσιανοί προβληματισμοί, κυρίως ως προς την ανάγκη να διατηρηθούν ισχυρά κρατικά μετοχικά πακέτα σε στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις.

Προβληματισμοί για τη διαχείριση της κρίσης στρέφονται και σε μια νέα και παρατεταμένη διεθνή διακρατική ρύθμιση της κίνησης του χρηματικού κεφαλαίου από το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, τη διεθνή αγορά προεξοφλητικών δικαιωμάτων, το G8 κλπ. Αυτοί οι προβληματισμοί αναφέρονται σε ένα διεθνές καπιταλιστικό σύστημα με μεγάλο βαθμό συσσώρευσης και συγκεντροποίησης κεφαλαίων και με το μεγαλύτερο βαθμό απελευθέρωσης στην κίνησή τους για την περίοδο μετά τη μεγάλη κρίση του 1929 - 32.

Β. Η ΟΞΥΝΣΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΚΗΣ ΑΝΤΙΘΕΣΗΣ

6. Οξύνθηκε η βασική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της.

Γενική είναι η τάση επιδείνωσης της θέσης της εργατικής τάξης και των αυτοαπασχολούμενων στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Π.χ. στις ΗΠΑ οι 400 πιο πλούσιοι αύξησαν την περιουσία τους κατά 23% το 2007/2006, ενώ οι ανασφάλιστοι και μερικώς ασφαλισμένοι εργαζόμενοι στη διετία 2006 - 2007 έφτασαν στο 34,7% του συνόλου (στοιχεία Εκθεσης του Διεθνούς Ινστιτούτου για την Οικονομική Ανάπτυξη).

Γενικότερα, η όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού στη διεθνή καπιταλιστική αγορά διεύρυνε τη σχετική και απόλυτη φτώχεια και στις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες, επιδείνωσε τις συνθήκες της λαϊκής διαβίωσης και προστασίας της δημόσιας υγείας (π.χ. ρύπανση του περιβάλλοντος).

Η προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων επέδρασε στην εσωτερική διαφοροποίηση της εργατικής τάξης. Με τις ιδιωτικοποιήσεις και την «απελευθέρωση» τομέων στρατηγικής σημασίας (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κλπ.) επεκτάθηκαν οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις σε μεγάλο μέρος των μισθωτών, όχι μόνο στους ιδιωτικούς ομίλους, αλλά και στις πρώην κρατικές παραγωγικές επιχειρήσεις. Αντικειμενικά, αυτά τα τμήματα της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα τα νεότερα σε ηλικία, μπορούν ευκολότερα να αφυπνιστούν. Ταυτόχρονα, η άρχουσα τάξη προσαρμόζει την πολιτική των κοινωνικών συμμαχιών της με την εξαγορά ενός τμήματος μισθωτών εργαζομένων στους μονοπωλιακούς ομίλους, ενώ παράλληλα στηρίζει την αναπαραγωγή σημαντικού μέρους των μεσαίων στρωμάτων, κυρίως αυτών που σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες.

Τη λαϊκή αγανάκτηση προκαλεί και η ραγδαία άνοδος της τιμής των καυσίμων και των τροφίμων, παρότι δε συνειδητοποιούνται οι βαθύτερες αιτίες τους. Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου εκφράζει: Την απώλεια της συναλλαγματικής ισοδυναμίας του δολαρίου. Τις αντιθέσεις και τον ανταγωνισμό για τα μερίδια της διεθνούς καπιταλιστικής αγοράς στις ενεργειακές ύλες, αφού κίνητρο της παραγωγής είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων σ’ όλες τις φάσεις που μεσολαβούν από την εξόρυξη μέχρι και τη λαϊκή κατανάλωση, δηλαδή τη διύλιση, τη μεταφορά, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο. Τις κινήσεις ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που παράγουν και ελέγχουν τα αποθέματα πετρελαίου, για την ενίσχυση της θέσης τους. Την κερδοσκοπική δράση στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων, με την αγοραπωλησία προθεσμιακών συμβολαίων. Την υπέρογκη κρατική φορολογία, που χρηματοδοτεί στη συνέχεια και πάλι το μεγάλο κεφάλαιο. Τη διασφάλιση της υψηλής κερδοφορίας και με μέτρα συγκράτησης της παραγωγής για να αναχαιτιστεί έγκαιρα μια πτώση των τιμών, εξαιτίας ανεβασμένης προσφοράς.

Γ. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣΚΑΙ Η ΑΠΑΤΗΛΗ ΔΙΕΞΟΔΟΣ ΤΗΣ «ΠΡΑΣΙΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ»

7. Οι διαφαινόμενες κλιματικές αλλαγές, η τάση υπερθέρμανσης του πλανήτη που, ως ένα βαθμό, είναι αποτέλεσμα της άναρχης ανάπτυξης με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος, της εμπορευματοποίησης της γης και της ενέργειας, αξιοποιούνται από διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα, για να αναπτυχθεί μια νέα αγορά εμπορευμάτων τεχνολογίας εξοικονόμησης ενέργειας, καθώς και το εμπόριο ρύπων. Από ορισμένους φορείς παρουσιάζονται συχνά αποσπασματικά οι αιτίες και διογκωμένες οι συνέπειες του υπαρκτού φαινομένου των κλιματικών αλλαγών.

Η διαχείριση ανάλογων προβλημάτων προβάλλεται ως «πράσινη οικονομία» αποσπασμένη από το χαρακτήρα της ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και της εξουσίας. Εχει ορισμένες αναλογίες με τη «νέα οικονομία», των εκτεταμένων επενδύσεων στους τομείς τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής στη δεκαετία του ’90. Περιλαμβάνει επενδύσεις σε καινοτόμες ενεργειακές τεχνολογίες, επενδύσεις που καλύπτουν μεγάλο φάσμα βιομηχανικών κλάδων, από την ενέργεια και τις κατασκευές έως τους μεταποιητικούς κλάδους της αυτοκινητοβιομηχανίας και των τροφίμων.

Το Πρωτόκολλο του Κιότο δημιουργεί μια νέα καπιταλιστική αγορά του εμπορίου ρύπων. Το δικαίωμα στο «ρυπαίνειν» ανταλλάσσεται έναντι αντιτίμου στο «χρηματιστήριο» του διοξειδίου του άνθρακα. Προκρίνονται σημαντικές κρατικές επιδοτήσεις προς μονοπωλιακούς ομίλους για εφαρμογές της λεγόμενης «πράσινης οικονομίας».

Στην προώθηση της «πράσινης οικονομίας» πρωτοστατεί η ΕΕ, εξαιτίας τού ότι υστερεί σημαντικά έναντι των ΗΠΑ και της Ρωσίας στον έλεγχο των πηγών και των οδών μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου. Προβλέπεται αύξηση της εξάρτησής της από τις ορυκτές πηγές ενέργειας από 50% το 2000 σε 70% το 2020, αν δεν αναπτύξει περαιτέρω τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας. Ετσι, προσανατολίζεται στην ενίσχυση διαφορετικών ενεργειακών πηγών και τεχνολογιών (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, πυρηνική σχάση και σύντηξη), καθώς και μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, τα οποία χαρακτηρίζει ως μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος. Παράλληλα, επιδιώκει να διαμορφωθεί ένα παγκόσμιο δεσμευτικό θεσμικό πλαίσιο μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου, το Πρωτόκολλο του Κιότο, το οποίο συνάντησε την αντίδραση των ΗΠΑ, Αυστραλίας κ.ά.

Ο στόχος περιορισμού της παραγωγής ρύπων αξιοποιείται στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για το μοίρασμα των αγορών, για την αναχαίτιση της δυναμικής της Κίνας, της Ρωσίας, αναδυόμενων δυνάμεων, όπως η Βραζιλία, που διεκδικούν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις στις διεθνείς αγορές χρήματος και εμπορευμάτων.

Για την εξασφάλιση συμμαχιών με λαϊκό έρεισμα προωθούνται κυβερνητικές καμπάνιες λαϊκής «ευαισθητοποίησης για το περιβάλλον», πρώτ’ απ’ όλα στα σχολεία, στηρίζονται Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) κ.ά.

Δ. ΕΝΔΟΪΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ

8. Σημαντική εξέλιξη αποτελεί η διαφαινόμενη αναδιάρθρωση των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και των αντίπαλων πόλων, με τη σταδιακή προσέγγιση Ρωσίας - Γερμανίας. Ταυτόχρονα, εξελίσσεται η συνεργασία των Ρωσίας - Κίνας.

Η αναβαθμισμένη παρουσία και ισχυροποίηση στο διεθνές προσκήνιο των Ρωσίας, Κίνας, Ινδίας, Βραζιλίας και των περιφερειακών ενώσεων – «Συνεργασία της ομάδας της Σαγκάης», «Ενωση Νοτιοανατολικών Ασιατικών Εθνών» (ΑΣΕΑΝ), «Κοινότητα Νοτιοαμερικανικών Εθνών» (CSΝ) κ.ά. – τείνει να διαμορφώσει νέα δεδομένα στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για το μοίρασμα των αγορών.

Στη Λατινική Αμερική ενισχύεται η τάση συμμαχίας και προώθησης διαδικασιών οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών της, με στόχο την αναβάθμιση έναντι των πιέσεων και εξαρτήσεων από τις ΗΠΑ.

Σε εξέλιξη βρίσκεται η τάση απώλειας και αμφισβήτησης θέσεων των ΗΠΑ στη διεθνή αγορά. Η απώλεια θέσεων των ΗΠΑ αποτυπώνεται: Με την τάση μείωσης του μεριδίου των ΗΠΑ στο παγκόσμιο ΑΕΠ (παρότι διατηρεί την πρώτη θέση). Με την πτώση της ανταλλακτικής ισοδυναμίας του δολαρίου έναντι του ευρώ, ιδιαίτερα την τελευταία τριετία. Με τη σταδιακή αναγνώριση του ευρώ ως διεθνούς νομίσματος, ιδιαίτερα στην αγορά πετρελαίου και κυρίως από το Ιράν, αλλά και ως διακηρυγμένη πρόθεση άλλων πετρελαιοπαραγωγών χωρών (π.χ. Βενεζουέλα).

Η ΕΕ ως σύνολο ενίσχυσε τη θέση της στη διεθνή καπιταλιστική αγορά. Σε αυτό συνέβαλαν η νομισματική ενοποίηση, οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις, η ενιαία κοινοτική στρατηγική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που διαπερνά την οικονομική πολιτική των κρατών - μελών της. Παράλληλα, εντείνονται οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ως κράτη - μέλη της, όπου αναπτύσσονται δύο κεντρικοί άξονες, ο «γαλλογερμανικός» και ο «βρετανικός», με το δεύτερο να συνδέεται περισσότερο οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά με τις ΗΠΑ, συγκροτώντας την αποκαλούμενη «αμερικανοβρετανική συμμαχία». Σε αυτούς τους άξονες συντάσσονται, με αντιφάσεις, τα υπόλοιπα, μικρότερης ισχύος, κράτη - μέλη. Η συμμαχική σχέση Γερμανίας - Γαλλίας οριοθετείται από τα ξεχωριστά συμφέροντα των δύο κρατών.

Η Γαλλία αναπτύσσει διακριτές πρωτοβουλίες συνεργασίας στην Ανατολική Ευρώπη, στην Ουκρανία, στον Καύκασο. Πρωταγωνίστησε στη νέα πρωτοβουλία τής «Ενωσης για τη Μεσόγειο» ως Ευρωμεσογειακής ζώνης ελεύθερου εμπορίου, με στόχο την αναβάθμιση της επιρροής της στην περιοχή. Στην αρχική πρόταση της γαλλικής κυβέρνησης περιλαμβάνονταν μόνο τα μεσογειακά κράτη - μέλη της ΕΕ, ώστε η Γαλλία να αποκτούσε ηγετικό ρόλο. Με την αντίδραση της Γερμανίας διαμορφώθηκε η συμβιβαστική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που περιλάμβανε το σύνολο των κρατών - μελών της ΕΕ.

Οι ΗΠΑ διαμορφώνουν δικά τους ερείσματα στο εσωτερικό της ΕΕ, όπως με τη συγκρότηση του τόξου μεταξύ των βαλτικών κρατών, της Πολωνίας, της Τσεχίας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας, της Αλβανίας και της ΠΓΔΜ, οι οποίες δρουν ενιαία για τη ανάπτυξη της πυραυλικής «ασπίδας» των ΗΠΑ στην Ευρώπη και γενικότερα για τη στήριξη των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων του «αμερικανοβρετανικού άξονα».

Κάθε συμμαχία διέπεται ταυτόχρονα από αντίρροπες τάσεις (φυγόκεντρες και κεντρομόλες), τόσο στο εσωτερικό της όσο και σε σχέση με τις αντίπαλες συμμαχίες.

9. Η σταδιακή προσέγγιση της Γερμανίας και της Ιταλίας με τη Ρωσία στηρίχθηκε στην ανάγκη των μεν πρώτων για πετρέλαιο και φυσικό αέριο, της δε Ρωσίας για να επεκτείνει τις εξαγωγές της, όχι μόνο με την εξαγωγή πετρελαίου αλλά και με άμεσες επενδύσεις κεφαλαίου, κυρίως στην εμπορία πετρελαίου και των παραγώγων του, στη μεγάλη αγορά της ΕΕ. Η ΕΕ εισάγει το 50% των συνολικών εξαγωγών της Ρωσίας, ενώ τη μερίδα του λέοντος των κοινοτικών εξαγωγών προς τη Ρωσία κατέχει η Γερμανία, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στις εισαγωγές της Ρωσίας.

Η Ρωσία αποκρυστάλλωσε τις στρατηγικές ενεργειακές συμμαχίες της με τη Γερμανία και την Ιταλία στους αγωγούς φυσικού αερίου Nord και SouthStream και αξιοποίησε τις αντίστοιχες χώρες διέλευσης για να αυξήσει τη γεωπολιτική της επιρροή στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ (Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουγγαρία). Στο βαθμό που θα υλοποιηθούν τα σχέδιά της, αποδυναμώνονται ή ματαιώνονται τα ανταγωνιστικά σχέδια των ΗΠΑ. Η καπιταλιστική Ρωσία, διαθέτοντας τεράστια φυσικά αποθέματα, πυρηνικό οπλοστάσιο, κληρονομημένες υποδομές από την ΕΣΣΔ και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, έχει προϋποθέσεις να αναβαθμίσει τη θέση της στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Αυτό το ενδεχόμενο δεν αποτελεί εγγύηση για τους λαούς έναντι των ΗΠΑ και άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, όπως συνέβαινε με την ΕΣΣΔ, συνολικά με το σοσιαλιστικό σύστημα και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, γιατί ο χαρακτήρας της σημερινής Ρωσίας είναι ιμπεριαλιστικός.

Εκφραση της σταδιακής προσέγγισης Ρωσίας - Γερμανίας αποτελεί και η έκβαση της Εαρινής Συνόδου 2008 του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, όπου δεν υπήρξε συμφωνία με τις ΗΠΑ για την άμεση ένταξη της Ουκρανίας και της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ.

10. Οι ανταγωνισμοί και η συγκεντροποίηση οξύνονται και στους άλλους κλάδους στρατηγικής σημασίας, όπως στις τηλεπικοινωνίες, στις μεταφορές (ιδιαίτερα θαλάσσιες και αεροπορικές), στις τράπεζες, σε κλάδους της μεταποίησης.

Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων εκφράστηκε και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) με την αποτυχία των συνομιλιών της Γενεύης το 2008. Σε αυτό το γύρο διαπραγματεύσεων κυριάρχησε η αντίθεση μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, από τη μια, και Κίνας, Ινδίας, Βραζιλίας, από την άλλη, με τις οποίες συσπειρώθηκαν κράτη της Αφρικής και της Ασίας. Υπαρκτές είναι βέβαια και οι αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ - ΕΕ στο πλαίσιο του ΠΟΕ. Το ενδεχόμενο ένταξης της Ρωσίας στον ΠΟΕ περιπλέκει αυτές τις αντιθέσεις.

2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ

Α. ΝΕΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΤΗΣ ΕΕ

11. Η καταψήφιση του «ευρωσυντάγματος» από τους λαούς της Γαλλίας και της Ολλανδίας το 2005, καθώς και της «νέας» ευρωσυνθήκης - όπως μετονομάστηκε το «ευρωσύνταγμα» - από τον ιρλανδικό λαό στις 12 Ιούνη 2008, σε συνδυασμό με την ενδυνάμωση της λαϊκής δυσαρέσκειας και της τάσης αμφισβήτησης της ΕΕ σε όλα τα κράτη - μέλη, δίνει νέα δυναμική για να βαθύνει και να κλιμακωθεί η αντιιμπεριαλιστική πάλη του εργατικού - λαϊκού κινήματος. Να γίνει το εργατικό - λαϊκό κίνημα στην Ευρώπη ο πόλος της αντιιμπεριαλιστικής συνεργασίας και πάλης, το αντίπαλο δέος ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, στην αντιλαϊκή πολιτική και τους φορείς της, κίνημα ρήξης και ανατροπής της ΕΕ.

Η θετική αυτή εξέλιξη εξαρτάται κατά πολύ από τη δράση και τις πρωτοβουλίες των κομμουνιστικών κομμάτων που έχουν σαφή θέση για το χαρακτήρα της ΕΕ ως διακρατικής ιμπεριαλιστικής ένωσης, από την ένταση της πάλης κατά του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού.

Η ΕΕ και οι αστικές κυβερνήσεις στα κράτη - μέλη εντείνουν τα μέτρα επιβολής της ευρωσυνθήκης, σε αντίθεση με τις διαθέσεις των λαών.

Η ΕΕ επεξεργάζεται ενιαία την αντικομμουνιστική επίθεση, γενικότερα την ιδεολογική τρομοκρατία, την ενίσχυση των κρατικών μηχανισμών καταστολής και τα αντιδραστικά ιδεολογήματα για τη χειραγώγηση του εργατικού κινήματος.

Το Ευρωκοινοβούλιο πρωτοστατεί στη χυδαία παραχάραξη της Ιστορίας με την αντικομμουνιστική εκστρατεία που εξισώνει το σοσιαλισμό - κομμουνισμό με τις απροκάλυπτες μορφές της δικτατορίας της αστικής τάξης, τα ναζιστικά και φασιστικά καθεστώτα.

12. Η« νέα» ευρωσυνθήκη συνιστά εμβάθυνση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, των τεσσάρων «θεμελιωδών ελευθεριών» του κεφαλαίου και της στρατηγικής της Λισαβόνας 2000 - 2010, με περισσότερες ρυθμίσεις σε διακρατικό επίπεδο και πρώτα απ’ όλα μεγαλύτερη απελευθέρωση στην κίνηση υπηρεσιών και εργατικού δυναμικού, όπως ενιαίο καθεστώς εργασιακών σχέσεων των μετακινούμενων εργατοϋπαλλήλων, κατάργηση κλειστών επαγγελμάτων και περιορισμών σε πανεπιστήμια της ΕΕ.

Γι’ αυτό ενισχύεται η υπεροχή του κοινοτικού έναντι των εθνικών Δικαίων, προωθείται η κατάργηση του εμποδίου της ομοφωνίας όλων των κρατών - μελών, ώστε να παρακάμπτονται επιμέρους συμφέροντα και αντιθέσεις, παρόλο που δεν μπορούν να καταργηθούν οι ισχυρές ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, σύμφυτες στο χαρακτήρα της ιμπεριαλιστικής διακρατικής ένωσης, με τάσεις ενίσχυσής τους όσο διευρύνεται η ΕΕ.

Για να εξασφαλιστεί καλύτερη θέση στα ευρωπαϊκά μονοπώλια στο διεθνή ανταγωνισμό, προωθούνται μεγάλης εμβέλειας επιθετικά εξοπλιστικά προγράμματα της ΕΕ, η «Κοινή Υπηρεσία Εξοπλισμών» και η θεσμική κατοχύρωση των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων.

Η ΕΕ ενισχύει τους κατασταλτικούς μηχανισμούς και δημιουργεί νέους, θεσμοθετεί την αστυνομική και δικαστική συνεργασία, εντείνει τον αντικομμουνισμό, για να χτυπηθεί η πρωτοπορία του εργατικού κινήματος, τα ΚΚ και οι ριζοσπαστικές συσπειρώσεις γύρω από αυτά, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις που γεννάει η ενιαία πολιτική έντασης της εκμετάλλευσης με περικοπή των δικαιωμάτων και κατακτήσεων της εργατικής τάξης στα κράτη - μέλη της.

Με την ένταξη στην κοινοτική νομοθεσία της Σύμβασης του «Προυμ» (Σένγκεν ΙΙΙ) ενισχύεται η συνεργασία των κατασταλτικών μηχανισμών, θεσμοθετούνται κοινές επιχειρήσεις στο έδαφος των κρατών - μελών. Ενισχύεται η λειτουργία και ο ρόλος της Europol σε ρόλο θεσμικού οργάνου της ΕΕ. Ενισχύεται επίσης ο Οργανισμός Φύλαξης Εξωτερικών Συνόρων (FRONTEX) με ένοπλες Ομάδες Ταχείας Επέμβασης.

Το «νέο αντιτρομοκρατικό πακέτο» της ΕΕ, μέσα από ένα πλέγμα αποφάσεων και μέτρων, δημιουργεί ένα πιο αντιδραστικό νομοθετικό πλαίσιο για το χτύπημα του λαϊκού κινήματος. Κλιμακώνει την επίθεση με την υιοθέτηση της δράσης ενάντια στο «ριζοσπαστισμό» και τις «ακραίες ιδεολογίες». Τροποποιείται ο «ευρωτρομονόμος», περιλαμβάνοντας ως «τρομοκρατικά εγκλήματα» τη «στρατολόγηση» και «εκπαίδευση τρομοκρατών» και την «παρακίνηση σε τρομοκρατικές πράξεις». Αυτές οι ορολογίες μπορούν να ερμηνεύονται και να χρησιμοποιούνται από τους αστικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς, για να χαρακτηρίζονται ως τρομοκρατικές πράξεις και να ποινικοποιούνται διακηρυγμένοι στόχοι και μορφές πάλης του εργατικού κινήματος. Ποινικοποιείται η ιδεολογία και η πολιτική δράση που οδηγεί έξω από τα όρια του καπιταλιστικού συστήματος.

Αυξάνονται διαρκώς οι πόροι για την ανάπτυξη του λεγόμενου «Ενιαίου Χώρου Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης» (ΕΧΕΑΔ).

Ο προϋπολογισμός της ΕΕ, αν και μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ, αυξάνει κατά 30% το μερίδιο για τις δαπάνες άμυνας και εξωτερικής πολιτικής.

Οι παραπάνω τάσεις και ανάγκες του κεφαλαίου καταγράφηκαν στη Συνθήκη της Λισαβόνας, το μετονομασμένο «ευρωσύνταγμα», που αποτελεί βήμα ενίσχυσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Η ενίσχυση των κατασταλτικών μηχανισμών και των αντιλαϊκών θεσμών του αστικού κράτους συγκαλύπτεται με τα αποπροσανατολιστικά και οπορτουνιστικά επιχειρήματα περί «συρρίκνωσης» του αστικού κράτους σε συνθήκες «παγκοσμιοποίησης».

Β. ΟΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΕ,ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΠΑΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΟΥΣ

13. Η Στρατηγική της Λισσαβόνας αποτελεί προϊόν συμφωνίας όλων των κυβερνήσεων των κρατών-μελών της ΕΕ -κεντροδεξιών και κεντροαριστερών- και υλοποιείται σε εθνικό επίπεδο με τα λεγόμενα «Εθνικά Μεταρρυθμιστικά Προγράμματα», με στόχο την επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων μέχρι το 2010.

Επιδιώκεται να ξεπεράσει μέχρι το 2010 η ΕΕ τις ΗΠΑ σε ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα και να αντιμετωπίσει το μελλοντικό κίνδυνο απώλειας θέσεων από ανερχόμενες δυνάμεις, όπως η Κίνα, η Ρωσία και προοπτικά η Ινδία.

Η ένταση της εκμετάλλευσης για την επιτάχυνση της κεφαλαιακής συσσώρευσης υποστηρίζεται με ενιαία πολιτική νέας δραστικής μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης: Με αποδιοργάνωση - τεμαχισμό του εργάσιμου χρόνου σε ενεργό και ανενεργό και εισαγωγή ανενεργού - απλήρωτου χρόνου δουλειάς, με τα κριτήρια και τους όρους που θέτουν οι επιχειρήσεις - τα μονοπώλια, μέσα από ατομικές συμφωνίες με τους εργαζόμενους. Κωδικοποιείται αυτή η πολιτική στη λεγόμενη «ευελιξία» και «ευελφάλεια» των νέων εργασιακών σχέσεων που ειδικότερα στοχεύουν:

- Στην περαιτέρω συρρίκνωση των παροχών των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης (Συνταξιοδότηση - Υγεία - Πρόνοια) και επέκταση της εμπορευματοποίησής τους.

- Στην κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και αντικατάστασή τους με συμβάσεις «εναλλακτικής απασχόλησης», εργασίας ορισμένου χρόνου, μερικής απασχόλησης, περιστασιακής απασχόλησης, συμβάσεις «ώρα μηδέν», τηλεργασίας, δουλειάς με το κομμάτι.

- Στην απελευθέρωση των απολύσεων.

- Στη νομιμοποίηση των δουλεμπορικών γραφείων και τη νομική ρύθμιση των ονομαζόμενων «τριμερών σχέσεων απασχόλησης», της «ενοικίασης» δηλαδή των εργαζομένων, ώστε οι επιχειρήσεις να μην έχουν καμία ευθύνη και υποχρέωση για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας απέναντί τους.

Στην κατεύθυνση αυτή κινούνται και οι αποφάσεις των εθνικών και κοινοτικών δικαστηρίων (Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - ΔΕΚ), που χαρακτηρίζουν παράνομες και καταχρηστικές τις απεργίες, με το επιχείρημα ότι αντίκεινται στο «κοινοτικό Δίκαιο» και τις «τέσσερις ελευθερίες».

Ως «πέμπτη θεμελιώδης ελευθερία» της ΕΕ αναγορεύεται η ελευθερία κίνησης ερευνητών επιστημόνων και των αποτελεσμάτων της δουλειάς τους, προς όφελος της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Σε αυτό το πλαίσιο ενισχύεται η χρηματοδότηση της έρευνας, ενώ τα πανεπιστήμια, δημόσια ερευνητικά κέντρα και η πνευματική ιδιοκτησία τους υποτάσσονται ακόμα περισσότερο και με άμεσο πλέον τρόπο στους σχεδιασμούς, στις ανάγκες του κεφαλαίου.

Η ΕΕ αξιοποιεί τα μεταναστευτικά ρεύματα που το ίδιο το ιμπεριαλιστικό σύστημα δημιουργεί, χρησιμοποιώντας το μεγαλύτερο μέρος τους ως φθηνότερο εργατικό δυναμικό, παρεμποδίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη νομιμοποίησή τους και διαμορφώνοντας απάνθρωπα στρατόπεδα μεταναστών.

Μετά την αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) ακολούθησαν οι αναθεωρήσεις των Κοινών Οργανώσεων Αγοράς (ΚΟΑ) σε μια σειρά καλλιεργειών, όπως στη ζάχαρη, στο κρασί, στα οπωροκηπευτικά, στον καπνό κ.α., με την αποδέσμευση της ενίσχυσης από την παραγωγή, την κατάργηση της παρέμβασης, τη μείωση πόρων για τη γεωργία και για τη στήριξη του αγροτικού εισοδήματος. Μειώνονται οι γεωργικές δαπάνες, επιφέροντας ισχυρό πλήγμα στο εισόδημα της μικρομεσαίας αγροτιάς. Με τον «έλεγχο υγείας της ΚΑΠ» η ΕΕ προχωρά σε μια νέα αναθεώρηση στη γραμμή της πλήρους απελευθέρωσης. Η συγκέντρωση γης και της αγροτικής παραγωγής, της μεταποίησης και της εμπορίας των αγροτικών προϊόντων σε μονοπωλιακούς ομίλους αποτελεί στρατηγική επιλογή του ευρωενωσιακού κεφαλαίου. Η επέκταση στη χρησιμοποίηση Γενετικά Τροποποιημένων Οργανισμών (ΓΤΟ) στην αγροτική παραγωγή, για την εξασφάλιση μονοπωλιακού υπερκέρδους επιφέρει νέα συρρίκνωση στην εγχώρια παραγωγή αγροτικών προϊόντων και διευρύνει φαινόμενα επιβλαβή για τη δημόσια υγεία.

Η ΕΕ διαπραγματεύεται εκ μέρους των 27 κρατών - μελών στο πλαίσιο του ΠΟΕ για ευνοϊκότερες συνθήκες διείσδυσης βιομηχανικών εμπορευμάτων και υπηρεσιών στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, με αντάλλαγμα την αγορά δικών τους αγροτικών προϊόντων, συμφωνίες που λειτουργούν σε βάρος της αγροτικής παραγωγής κρατών - μελών όπως η Ελλάδα.

Η στρατηγική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων δεν αποτελεί ακραία ιδιαιτερότητα «νεοφιλελεύθερης» διαχείρισης, όπως ισχυρίζονται οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού, παραπλανώντας συνειδητά τους εργαζόμενους ως προς τον αντιδραστικό χαρακτήρα της ΕΕ. Εκφράζει τις αναγκαιότητες μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου του καπιταλισμού σε διεθνές επίπεδο, με ενισχυμένη τη σύμφυτη τάση του για εξαγωγές εμπορευμάτων και κεφαλαίων. Στο διάστημα που μεσολάβησε από το 17ο Συνέδριο, η κυβερνητική συνεργασία στη Γερμανία μεταξύ του αστικού φιλελεύθερου Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος και του σοσιαλδημοκρατικού επιβεβαιώνει την κοινή τους στρατηγική, ως συνέχεια της υιοθέτησης της Συνθήκης του Μάαστριχτ και των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων παγκοσμίως, χωρίς να καταργεί τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς στη διαχείριση.

Οι δυνάμεις του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού όχι μόνο αποδέχονται τις αντιδραστικές αλλαγές σε βάρος της εργατικής τάξης, αλλά και συμμετέχουν στην ιδεολογική - πολιτική παραπλάνησή της, καλλιεργώντας την ταξική συνεργασία με το ιδεολόγημα του «κοινωνικού εταιρισμού». Γίνονται φορείς των αστικών ιδεολογημάτων «της τριμερούς συνεργασίας» - αστικού κράτους, πλουτοκρατίας, συμβιβασμένων συνδικαλιστικών δυνάμεων. Συμμετέχουν στους μηχανισμούς χειραγώγησης που διαμορφώνει ή υποθάλπει το αστικό κράτος, όπως οι ΜΚΟ, ΟΚΕ, ΙΝΕ κ.ά. που χρηματοδοτούνται με πακτωλό χρημάτων για τη διαφθορά και την εξαγορά εργατικών λαϊκών δυνάμεων, για τη χειραγώγηση του εργατικού κινήματος. Οι ρεφορμιστικές και οι οπορτουνιστικές συνδικαλιστικές δυνάμεις που έχουν αρνηθεί την ταξική πάλη υπονομεύουν συνειδητά τα δικαιώματα και τις διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος.

Οσο το κεφάλαιο εντείνει την επίθεσή του, τόσο προχωρά και στην οργάνωση της «πέμπτης φάλαγγάς» του μέσα στο εργατικό κίνημα.

Στις 1 - 3.11.2006, στη Βιέννη, ιδρύθηκε «νέα» Διεθνής Συνδικαλιστική Συνομοσπονδία, με τη συνένωση της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Ελεύθερων Συνδικάτων (ΙCFΤU) και της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας Εργασίας - Χριστιανικά Συνδικάτα, που ονομάσθηκε Διεθνής Συνδικαλιστική Συνομοσπονδία (ΙΤUC). Η νέα οργάνωση ουσιαστικά αποτελεί μετονομασία της ΙCFΤU και λειτουργεί ως φορέας παρασιτισμού, σήψης και εκφυλισμού του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.

3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΝΤΙΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Α. ΟΙ ΒΑΣΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ

14. Το 17ο Συνέδριο με ειδική Απόφαση ανέθεσε στην ΚΕ να εξειδικεύσει τη διεθνή δραστηριότητα του Κόμματος στις εξής κατευθύνσεις:

Να εργαστεί ώστε να προωθείται «πιο διακριτή μορφή συνεργασίας με Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα για τον κομμουνιστικό πόλο» ανάμεσα σε «Κομμουνιστικά Κόμματα που προσεγγίζουν στις ιδεολογικές και πολιτικές τους απόψεις, που υπερασπίζονται το μαρξισμό - λενινισμό και την προσφορά του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε καθώς και την αναγκαιότητα της πάλης για το σοσιαλισμό». Η διακριτή παρουσία των μαρξιστικών - λενινιστικών κομμουνιστικών κομμάτων δεν αναιρεί την ευθύνη του κάθε κόμματος απέναντι στην εργατική τάξη και στο κίνημα της κάθε χώρας. Θα έχει τη μορφή της κοινής δράσης και αμοιβαίας υποστήριξης.

- Να συνεχιστεί η προσπάθεια για κοινή δράση γύρω από αντιμονοπωλιακούς αντιιμπεριαλιστικούς στόχους με Εργατικά και Κομμουνιστικά Κόμματα, με τα οποία έχουμε ιδεολογικές διαφορές, αντικρούοντας λαθεμένες ιδεολογικές και πολιτικές απόψεις.

- Να συνεχίσει και να αναπτύξει τη συμβολή του Κόμματος στο αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, στις διεθνείς οργανώσεις των μαζικών κινημάτων, στο αντιπολεμικό κίνημα ειρήνης.

Τόσο οι διεθνείς εξελίξεις όσο και η πορεία των αντιιμπεριαλιστικών αγώνων και οι εξελίξεις στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα επιβεβαιώνουν την ορθότητα και τις κατευθύνσεις της Απόφασης του 17ου Συνεδρίου «Για την κατάσταση στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα».

Οι σχετικές επεξεργασίες του 17ου Συνεδρίου τέθηκαν ανοιχτά στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, προκάλεσαν μεγάλο ενδιαφέρον, δοκιμάστηκαν από το χρόνο, βρήκαν θετική απήχηση σε σειρά κομμουνιστικών κομμάτων και αναπτύχθηκαν στις διμερείς επαφές.

Το ΚΚΕ θα συνεχίσει να εργάζεται σε αυτήν την κατεύθυνση.

Β. Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΠΑΛΗ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

15. Στο διάστημα που πέρασε από το 17ο Συνέδριο έγινε ακόμα πιο φανερή η ανάγκη ανασυγκρότησης των ΚΚ και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος μέσα από προσπάθειες κοινής δράσης, αλλά και έντασης της ιδεολογικής διαπάλης με τις οπορτουνιστικές απόψεις, οι οποίες παρεμποδίζουν τη διαμόρφωση ενός κομμουνιστικού κινήματος με ενιαία στρατηγική στην πάλη κατά του ιμπεριαλισμού, κατά της στρατηγικής των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, στην πάλη για το σοσιαλισμό.

Το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα, παρά τα όποια βήματα έγιναν, παραμένει σε κρίση, είναι οργανωτικά και ιδεολογικά κατακερματισμένο. Βασικό γνώρισμά του εξακολουθεί να είναι η διαπάλη ανάμεσα σε επαναστατικές κομμουνιστικές απόψεις και τις ρεφορμιστικές οπορτουνιστικές, διαπάλη που είναι σε εξέλιξη σε όλες τις περιοχές και στο εσωτερικό μιας σειράς κομμάτων.

Στο επίκεντρο της διαπάλης είναι: Η επικαιρότητα του μαρξισμού - λενινισμού, η αναγκαιότητα και ρεαλιστικότητα του σοσιαλισμού σε συνθήκες προσωρινής νίκης της αντεπανάστασης. Ο χαρακτήρας του ιμπεριαλισμού και των ιμπεριαλιστικών διακρατικών ενώσεων. Η στρατηγική των συμμαχιών, η στάση των κομμουνιστών στην καπιταλιστική κρίση και στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις.

Βασικό ζήτημα είναι η στάση απέναντι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα.

Η παράταση της κρίσης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος περικλείει κινδύνους ακόμα μεγαλύτερου πισωγυρίσματος. Οι επαναστατικές κομμουνιστικές δυνάμεις χρειάζεται να πάρουν πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της κρίσης που επιδρά ευρύτερα στο αντιιμπεριαλιστικό κίνημα των λαών, εμποδίζει την ανασυγκρότηση και την αντεπίθεση του εργατικού κινήματος.

Η μάχη ενάντια στην τάση σοσιαλδημοκρατικοποίησης των ΚΚ, με την παρέμβαση των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, του αντικομμουνισμού και των αστικών ΜΜΕ, πρέπει να δίνεται με σταθερότητα και συνέπεια ως προς την υπεράσπιση του ιστορικού ρόλου της εργατικής τάξης και της οργανωμένης πρωτοπορίας της, των αρχών του μαρξισμού - λενινισμού, του σοσιαλισμού. Το καθήκον αυτό παίρνει ακόμα μεγαλύτερη σημασία μπροστά στην κλιμακούμενη, στην ΕΕ και διεθνώς, αντικομμουνιστική επίθεση.

16. Οι θέσεις και η πορεία του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), στο οποίο μετέχει ενεργητικά ο ΣΥΝ, επιβεβαιώνουν ότι αποτελεί από την ίδρυσή του θεσμικό στοιχείο της ΕΕ, δύναμη στήριξης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, ανεξαρτήτως των γενικών διακηρύξεων. Η δράση του ΚΕΑ επιβεβαιώνει επίσης την πρόβλεψη του Κόμματος, ότι αποτελεί μοχλό της επιχείρησης για μετάλλαξη του χαρακτήρα των κομμάτων που διατηρούν τον τίτλο «κομμουνιστικό» ή έχουν κρατήσει στον ένα ή τον άλλο βαθμό, έστω και τυπικά, ορισμένα χαρακτηριστικά. Η συρρίκνωση της επιρροής βασικών κομμάτων του ΚΕΑ, που πρωτοστάτησαν στον ευρωκομμουνισμό και σήμερα αποτελούν τη ναυαρχίδα του οπορτουνισμού, αποτελεί εύλογη εξέλιξη της συνολικής τους πορείας.

Το ΚΕΑ παρεμβαίνει στηρίζοντας τις οπορτουνιστικές δυνάμεις στο εσωτερικό κομμουνιστικών κομμάτων, στα οποία εκδηλώνεται διαπάλη. Επεκτείνει την παρέμβασή του στις χώρες της Λατινικής Αμερικής σε βάρος των επαναστατικών και των αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων, προβάλλοντας συστηματικά σοσιαλδημοκρατικές απόψεις, στηρίζοντας την πολιτική της ΕΕ στον ανταγωνισμό της με τις ΗΠΑ για τα μερίδια στις αγορές. Καλλιεργεί την απατηλή άποψη ότι η ΕΕ αποτελεί αντίπαλο δέος προς την ιμπεριαλιστική επέμβαση των ΗΠΑ στην περιοχή.

17. Το ΚΚΕ μπορεί από καλύτερες θέσεις να συμβάλει στην ανασυγκρότηση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, της αντιμονοπωλιακής και αντιιμπεριαλιστικής πάλης και στο ιδεολογικό μέτωπο στην αντεπίθεση κατά της αστικής ιδεολογίας και του οπορτουνισμού.

Αναδείχτηκε ακόμα περισσότερο η αναγκαιότητα να εξαχθούν αντικειμενικά συμπεράσματα από τη σκοπιά της επιστημονικής θεωρίας του σοσιαλισμού - κομμουνισμού για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα. Χωρίς μια τέτοια αποτίμηση, έστω και αν αυτή χρειαστεί να συνεχιστεί σε κάποια ακόμη ανοικτά ζητήματα, δεν είναι δυνατή η ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος, δεν μπορεί να γίνει μια ολοκληρωμένη όσο είναι δυνατόν επεξεργασία της στρατηγικής του επαναστατικού εργατικού, του κομμουνιστικού κινήματος στις σύγχρονες συνθήκες. Αυτό αφορά όλα τα ΚΚ, σε όποιες συνθήκες και αν δρουν.

Το ΚΚΕ εκτιμά ότι κάθε δισταγμός στη διερεύνηση των αιτιών νίκης της αντεπανάστασης ισοδυναμεί με αγνωστικισμό, ενώ αφήνει το έδαφος ανοικτό στις αντικομμουνιστικές απόψεις της αστικής ιδεολογίας και του οπορτουνισμού.

Το ΚΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να αναπτυχθεί στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα σοβαρή προσπάθεια συζήτησης, διαλόγου και κριτικής απόρριψης και αντιπαράθεσης με αστικά και μικροαστικά ιδεολογήματα σχετικά με το χαρακτήρα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και τις απόψεις για «κρατική παρέμβαση» και «επανακρατικοποίηση», για «παγκόσμια διακυβέρνηση» και «ρύθμιση της αγοράς». Σε αυτά τα ιδεολογήματα συνειδητά αποσιωπώνται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, η ανισόμετρη ανάπτυξη και άλλες αντιφάσεις. Αντικειμενικά αποπροσανατολίζουν από την υπερώριμη ανάγκη ριζικών αλλαγών σε βάρος των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού, της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας.

Είναι επίσης ανάγκη να αποκαλυφθεί και να αντιμετωπιστεί το ιδεολόγημα περί του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» που στην ουσία του, με το περιεχόμενο που προσδίδεται στον όρο, παραπέμπει σε ένα δήθεν εξανθρωπισμένο καπιταλισμό.

Πρέπει να αντιμετωπιστούν ιδεολογικά και πολιτικά μικροαστικές και οπορτουνιστικές αντιλήψεις που αμφισβητούν τον πρωτοπόρο ηγετικό ρόλο του εργατικού κινήματος και της εργατικής τάξης γενικότερα, την κοινωνικοταξική διάρθρωση της καπιταλιστικής κοινωνίας.

Συστηματική αντιμετώπιση πρέπει να έχουν οι απόψεις περί της «εξαφάνισης» της εργατικής τάξης, περί της «νέας πρωτοπορίας», που δήθεν αντιπροσωπεύουν μεσοστρώματα, εμφανιζόμενα στις συνθήκες των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Ακόμη, να αντιμετωπιστούν απόψεις περί «μη βίας», «υπεριμπεριαλισμού» και «υπερκράτους» της ΕΕ. Να αναπτυχθεί το ιδεολογικό μέτωπο που αφορά την ανάλυση του χαρακτήρα της ΕΕ, ως διακρατικού ιμπεριαλιστικού συνασπισμού και να αντιμετωπιστεί η λαθεμένη αντίληψη ότι η ΕΕ είναι προτιμότερη από τις ΗΠΑ. Να αντικρουστεί η αντίληψη ότι ο λεγόμενος πολυπολικός κόσμος μπορεί να φέρει ειρήνη και ασφάλεια στους λαούς. Ο πολυπολικός κόσμος αποκαλύπτεται ότι είναι ο κόσμος των οξυμένων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.

Στη Λατινική Αμερική, αλλά και γενικότερα, επιχειρείται να καταδικαστεί και να απορριφθεί η ένοπλη επαναστατική πάλη, με αφορμή τους FΑRC. Αυτή η πολιτική στάση που υιοθετείται ευρύτερα από φιλοϊμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά υποστηρίζεται και από τις δυνάμεις του ρεφορμισμού και οπορτουνισμού, αφορά και την ένοπλη πάλη κατά της κατοχής και την αντίσταση σε δικτατορικά και αυταρχικά καθεστώτα. Αφορά και την ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος, το δικαίωμα αυτοπροστασίας από την καταστολή και τα όπλα της αστικής τάξης και των αστικών πολιτικών δυνάμεων. Στην ουσία, η θέση αυτή υποστηρίζει την παραίτηση του κινήματος από την πολιτική ρήξης και ανατροπής.

Το Κόμμα θα συνεχίσει την προσπάθεια κοινής δράσης γύρω από αντιμονοπωλιακούς και αντιιμπεριαλιστικούς στόχους και με εκείνα τα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα όπου υπάρχουν ιδεολογικές διαφορές, χωρίς να παραιτείται από το δικαίωμα της κριτικής συζήτησης αυτών των διαφορών.

Γ.ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΩΝ ΤΟΥ ΚΚΕ

18. Τo ΚΚΕ συνέχισε και βελτίωσε σχετικά τις προσπάθειές του στην ανάπτυξη των διμερών και πολυμερών σχέσεων ανάμεσα στα Εργατικά και Κομμουνιστικά Κόμματα. Διεύρυνε τον αριθμό των επαφών με περισσότερα κόμματα σε σύγκριση με πριν. Επιδίωξε και επιδιώκει σταθερά οι διμερείς σχέσεις να γίνουν ακόμα πιο ουσιαστικές με την ανταλλαγή εμπειρίας, συζητήσεων σε θεωρητικά ζητήματα, με συνεργασία σε επιμέρους μέτωπα πάλης και ειδικά θέματα κοινού ενδιαφέροντος.

Οργάνωσε ανταλλαγή επισκέψεων που είχαν το χαρακτήρα Ομάδων Εργασίας για θέματα οικοδόμησης του σοσιαλισμού, ζητήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Ταυτόχρονα, συνέχισε την προσπάθεια να αναπτύσσεται κοινή δράση στα μέτωπα πάλης και να ενισχύεται η αλληλεγγύη σε λαούς που υποφέρουν από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, την επέμβαση, την εσωτερική βία και καταστολή.

Βοήθησε στις κοινές καμπάνιες και παρεμβάσεις στα εθνικά Κοινοβούλια και στο Ευρωκοινοβούλιο ενάντια στα θύματα των αντικομμουνιστικών διώξεων, στην απαγόρευση δράσης κομμουνιστικών κομμάτων και χρήσης των κομμουνιστικών συμβόλων.

Συνέβαλε ενεργά στο να συνεχιστούν σε σταθερή ετήσια βάση Συναντήσεις Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, που ξεκίνησαν το 1998 και πραγματοποιήθηκαν επί 7 χρόνια στην Αθήνα, και στη συνέχεια ακολούθησαν στη Λισαβόνα, στο Μινσκ και στο Σάο Πάολο το 2008.

Από κοινού με άλλα κόμματα πρότεινε και εργάστηκε για να διενεργούνται οι Συναντήσεις αυτές σε διαφορετική χώρα κάθε χρόνο, να διαμορφωθεί Ομάδα Εργασίας ανοικτή στις συνεδριάσεις και στα άλλα κόμματα, ώστε συλλογικά να καθορίζεται το θέμα των Συναντήσεων. Να διευρυνθούν με νέα Κόμματα Κομμουνιστικά και Εργατικά που διώκονται, βρίσκονται υπό διαμόρφωση και αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες. Κατέθεσε συγκεκριμένες προτάσεις και πήρε πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη κοινών δράσεων.

Οι Διεθνείς Συναντήσεις Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων (ΔΣΚΕΚ) πρέπει να συνεχιστούν. Στο επίκεντρο των ΔΣΚΕΚ είναι ανάγκη να εξακολουθήσουν να βρίσκονται τα ζητήματα της πάλης κατά του αντικομμουνισμού, οι εκτιμήσεις των βασικών τάσεων στο σύγχρονο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η ανάπτυξη της αντίστασης στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, η αντιιμπεριαλιστική αλληλεγγύη, το ταξικό συνδικαλιστικό ρεύμα, η πάλη για την ειρήνη και τα άλλα κινήματα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Αξιοποιώντας τη θετική και την αρνητική πείρα είναι ανάγκη να παίρνονται συγκεκριμένα μέτρα για την υλοποίηση των ετήσιων κατευθύνσεων δράσης των ΔΣΚΕΚ με την ενθάρρυνση πρωτοβουλιών κομμάτων και ομάδων κομμάτων, με την ευρύτερη δυνατή διάδοση και ζύμωση.

Είναι ανάγκη η Ομάδα Εργασίας να υποστηρίζει και να υποβοηθά την υλοποίηση των κατευθύνσεων αυτών, συνεχίζοντας το βασικό της έργο που είναι η συλλογική προετοιμασία των Συναντήσεων.

19. Είναι ανάγκη, πιο γρήγορα και αποτελεσματικά απ’ ό,τι μέχρι τώρα, να πυκνώσουν οι περιφερειακές και θεματικές Συναντήσεις των ΚΚ, ως διαδικασία κοινών επεξεργασιών όσον αφορά την εκτίμηση των εξελίξεων, την ανάπτυξη της ιδεολογικής και πολιτικής πάλης με τα αστικά και οπορτουνιστικά ρεύματα, τις νεοφασιστικές πρακτικές, τον εθνικισμό και το σοβινισμό.

Να βελτιωθεί σημαντικά το ιδεολογικό μέτωπο σε ζητήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, να απαντά πιο γρήγορα και πιο τεκμηριωμένα, να βαθύνουν οι εκτιμήσεις γύρω από τους αγώνες, τα αιτήματα και τα αποτελέσματά τους, κυρίως για τους αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας.

Γενικότερα αναδεικνύεται η ανάγκη καλύτερης και πιο συστηματικής προβολής των ζητημάτων που αναδεικνύονται στις Διεθνείς Συναντήσεις των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, στις θεματικές και σε ορισμένες περιφερειακές Συναντήσεις, των καθηκόντων που απορρέουν από αυτές για το Κόμμα. Απαιτείται ακόμα μεγαλύτερη αξιοποίηση και συνδρομή των κομματικών οργάνων και οργανώσεων, συνολικότερα του Κόμματος στην αξιολόγηση, αξιοποίηση και προώθηση της διεθνούς δράσης του Κόμματος.

20. Το ΚΚΕ πήρε την πρωτοβουλία διοργάνωσης ευρωπαϊκών σεμιναρίων για τα ζητήματα της εκπαίδευσης και την ανάπτυξη καμπάνιας για δημόσια δωρεάν Παιδεία. Φιλοξένησε τρεις Συναντήσεις Βαλκανικών Κομμάτων στη Θεσσαλονίκη και Συναντήσεις των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, της Ερυθράς Θάλασσας και την περιοχή του Κόλπου. Συμμετείχε ενεργά στα διεθνή σεμινάρια του Κόμματος Εργατών Βελγίου, σε θεματικά σεμινάρια σειράς κομμουνιστικών κομμάτων και σε επιστημονικές ημερίδες μαρξιστών επιστημόνων.

Πήρε μέρος σε περιφερειακές Συναντήσεις Κομμουνιστικών Κομμάτων, καθώς και σε αντίστοιχες κινημάτων στην Ευρώπη, όπως στις Συναντήσεις των Προοδευτικών και Αριστερών Κομμάτων της Μεσογείου, στην περιοχή της Λατινικής Αμερικής, όπως του Φόρουμ του Σάο Πάολο, στην Ασία.

Οργάνωσε εκδηλώσεις με εκπροσώπους κομμουνιστικών κομμάτων, όπως του Πορτογαλικού ΚΚ, του ΚΚ Ινδίας(Μ), του ΚΚ Βενεζουέλας, του ΚΚ Βολιβίας, του Κόμματος Κομμουνιστών Μεξικού κ.ά. που έδωσαν τη δυνατότητα στα μέλη και στελέχη του Κόμματος να έχουν μια καλύτερη πληροφόρηση.

Συνέβαλε με την καμπάνια και την Ευρωπαϊκή διαδήλωση στο Στρασβούργο και άλλες ενέργειες στην απόρριψη του αντικομμουνιστικού μνημονίου του Συμβουλίου της Ευρώπης και στην ανάπτυξη ενός μεγάλου πανευρωπαϊκού και διεθνούς κινήματος ενάντια στον αντικομμουνισμό. Ανέπτυξε εκδηλώσεις αλληλεγγύης ενάντια στην απαγόρευση της δράσης της Κομμουνιστικής Νεολαίας Τσεχίας.

Ανέπτυξε σε νέο επίπεδο τις σχέσεις με το ΚΚ Κούβας και το κίνημα αλληλεγγύης στη σοσιαλιστική Κούβα.

Οργάνωσε με επιτυχία τη μεγάλη διαδήλωση στην Αθήνα το 2006, με την παρουσία δεκάδων εκπροσώπων των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, τη βδομάδα αλληλεγγύης στη σοσιαλιστική Κούβα με μαζικές εκδηλώσεις και πορείες το Μάη του 2006, την καμπάνια για την απελευθέρωση των 5 Κουβανών δεσμωτών των ΗΠΑ.

Σύσφιξε τις σχέσεις του με μια σειρά κομμουνιστικά κόμματα της Λατινικής Αμερικής, ανέπτυξε την αλληλεγγύη του στους αγώνες του λαού της Βενεζουέλας και των λαών που αντιπαλεύουν την ιμπεριαλιστική επέμβαση και τον πόλεμο, όπως στο Λίβανο και την Παλαιστίνη, πήρε μέρος σε διεθνείς κινητοποιήσεις ενάντια στο ΝΑΤΟ, στις Συνόδους του G8, του ΠΟΕ και άλλες.

Στάθηκε στο πλευρό του κυπριακού λαού στην απόρριψη του «Σχεδίου Ανάν». Στηρίζει ενεργά την προσπάθεια δίκαιης και βιώσιμης επίλυσης του Κυπριακού, που αναπτύσσεται με πρωτοβουλία της Κυπριακής Προεδρίας με τη συνεργασία των κομμάτων ΑΚΕΛ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ. Στηρίζει τις σημαντικές προσπάθειες προσέγγισης των Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων εργαζομένων που συστηματικά και με θετικό τρόπο προωθούν εδώ και χρόνια το ΑΚΕΛ και η ΕΔΟΝ.

Πήρε πρωτοβουλία οργάνωσης κινητοποιήσεων και πραγματοποίησης επίσκεψης κομματικής αντιπροσωπείας στο Λίβανο κατά τη διάρκεια των ισραηλινών επιδρομών, επίσης στην Παλαιστίνη και τη Συρία. Αντιστάθηκε στην απόσχιση του Κοσσόβου.

Ανέπτυξε ιδιαίτερα στενούς δεσμούς με το ΚΚ Τουρκίας σε ένα ευρύτερο φάσμα προβλημάτων που συνδέουν τα δύο κόμματα και εκδήλωσε με πολύμορφους τρόπους την αλληλεγγύη του στην εργατική τάξη της Τουρκίας.

Σημαντική ήταν επίσης η διεθνιστική δράση κομματικών οργανώσεων του Κόμματος, η γενική αύξηση του ενδιαφέροντος και της συμμετοχής.

Προώθησε την κοινή στάση των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων από χώρες - μέλη της ΕΕ σ’ ένα πλαίσιο πάλης σε ρήξη με την ΕΕ και τις πολιτικές της.

21. Το ΚΚΕ να δώσει μεγαλύτερο βάρος στη συνεργασία με Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα της Ευρώπης ενάντια στην παραμονή των ΝΑΤΟικών δυνάμεων στα Βαλκάνια, στην αξιοποίηση υπαρκτών και ανύπαρκτων μειονοτικών ζητημάτων. Να γίνουν πιο συστηματικές επεξεργασίες για την κατάσταση των εργαζομένων και της νεολαίας, τις εσωτερικές αντιθέσεις στην ΕΕ και τον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Να συζητηθούν ζητήματα καθυστέρησης του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος, η έλλειψη συντονισμού των αγώνων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Να αναπτυχθεί συντονισμός και κοινή δράση ενόψει των ευρωεκλογών.

Το Κόμμα να επιμείνει στην κοινή δράση στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή, ενώ χρειάζεται να αναπτύξει στενότερες σχέσεις με την περιοχή της Αφρικής.

Να ενισχυθούν οι κοινές πρωτοβουλίες Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων για τα δικαιώματα των ξένων εργατών και την ένταξή τους στο ταξικά προσανατολισμένο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.

Να συμβάλει στη σταθεροποίηση τακτικών Συναντήσεων των ΚΚ των χωρών της Μέσης Ανατολής με στόχο την ανάπτυξη αλληλεγγύης. Να αναπτυχθεί η συζήτηση για την ενίσχυση του εργατικού κινήματος στην περιοχή, η αντιιμπεριαλιστική αντίσταση στην κατοχή, την απόκρουση των σχεδίων για τη «Μεγάλη Μέση Ανατολή» και των γενικότερων σχεδιασμών των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ.

Να συμβάλει στην ακόμα μεγαλύτερη ανάπτυξη της συνεργασίας με τα Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα της Λατινικής Αμερικής. Να αυξήσει την αλληλεγγύη στους λαούς της περιοχής, που δέχονται την επίθεση των ΗΠΑ αλλά και την προσπάθεια της ΕΕ να παρέμβει στις εξελίξεις προς όφελός της.

Το ΚΚΕ να στρέψει περισσότερο την προσοχή του στη συνεργασία και αλληλέγγυα δράση με τα κομμουνιστικά κόμματα της περιοχής που είναι αποφασισμένα να διατηρήσουν τον αυτοτελή ρόλο τους και να προσφέρουν στο βάθεμα της αντιμονοπωλιακής αντιιμπεριαλιστικής πάλης, αρνούμενα να διαχυθούν σε σχήματα συμμαχίας. Στις χώρες αυτές οι θετικές διεργασίες θα έχουν αποτελεσματικότητα, θα ασκήσουν γενικότερη επίδραση, στο βαθμό που η εργατική τάξη διαδραματίζει τον πρωτοπόρο ρόλο της στο ευρύτερο κίνημα που αναπτύσσεται, στο βαθμό που παίζει επίσης τον ηγετικό της ρόλο στην κοινωνική συμμαχία με την αγροτιά και τους μικρούς επιχειρηματίες.

Δ. Η ΠΟΡΕΙΑ ΑΛΛΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΑΝΤΙΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ

22. Εμφανίστηκαν τα πρώτα σημαντικά αποτελέσματα σε παγκόσμια κλίμακα για την ανασύνταξη του διεθνούς εργατικού κινήματος σε συνδυασμό με την πάλη εναντίον των οπορτουνιστικών απόψεων στο εσωτερικό του.

Αναπτύσσεται ο αγωνιστικός ταξικός προσανατολισμός της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας (ΠΣΟ). Η συνεχώς ευρυνόμενη συμμετοχή νέων οργανώσεων στις γραμμές της, οι εμπειρίες τους από τις διαφορετικές συνθήκες πάλης, αναδεικνύεται σοβαρός παράγοντας για τη διεθνοποίηση της πάλης των ταξικά προσανατολισμένων συνδικαλιστικών εργατικών δυνάμεων, για την ενίσχυση του αντιμονοπωλιακού αντιιμπεριαλιστικού προσανατολισμού τους σε υψηλότερο επίπεδο.

Το ΚΚΕ εκτιμά ότι είναι σημαντική η συμβολή του ταξικού ρεύματος στο συνδικαλιστικό κίνημα από την Ελλάδα, του ΠΑΜΕ, στην προσπάθεια ανασυγκρότησης και ανασύνταξης του διεθνούς εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, στο στόχο να διευρυνθεί με νέες συνδικαλιστικές οργανώσεις ώστε να δυναμώσει η παρέμβασή του σε παγκόσμιο επίπεδο.

23. Ενισχύθηκαν σημαντικά η δράση και ο προσανατολισμός του φιλειρηνικού κινήματος σε αντιμονοπωλιακή αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση. Το κύρος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης (ΠΣΕ) αυξήθηκε, νέες δυνάμεις εντάσσονται στις γραμμές του. Επιδρά θετικά στην ανάπτυξη των κινημάτων ειρήνης σε πολλές χώρες του κόσμου. Διαμορφώνονται καλύτερες προϋποθέσεις και συνθήκες για την αντιμετώπιση των διαλυτικών τάσεων και προθέσεων αποπροσανατολισμού του κινήματος. Η αυξανόμενη συμβολή του στηρίζεται στις αποφάσεις του τελευταίου συνεδρίου του, που έγινε στο Καράκας της Βενεζουέλας.

24. Το διεθνές ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα δεν έχει ακόμα ξεπεράσει τις αρνητικές συνέπειες από την υποχώρηση που σημείωσε ως προς τον αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό προσανατολισμό του μετά τη νίκη της αντεπανάστασης. Το βάρος της δράσης και επιρροής της Παγκόσμιας Δημοκρατικής Ομοσπονδίας Γυναικών (ΠΔΟΓ) μετατοπίζεται κυρίως στην περιοχή της Λατινικής Αμερικής, όπου υπάρχουν αγωνιζόμενες γυναικείες οργανώσεις κατά της στρατηγικής των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων των ΗΠΑ. Διαμορφώνονται προϋποθέσεις βελτίωσης του συσχετισμού δύναμης στις γραμμές της διεθνούς οργάνωσης. Η ελληνική συμμετοχή ήταν θετική στην προσπάθεια ανάπτυξης του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, που αποτελεί βασικό όρο για να συσπειρωθούν λαϊκές γυναικείες μάζες στις γραμμές του κινήματος και σε κοινή δράση με το διεθνές, ταξικά προσανατολισμένο, εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και τις άλλες ριζοσπαστικές διεθνείς οργανώσεις.

25. Το διεθνές ριζοσπαστικό νεολαιίστικο κίνημα που εκφράζεται από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Δημοκρατικών Νεολαιών (ΠΟΔΝ) διέρχεται τη φάση σταθεροποίησης μετά την ανασυγκρότησή του που έγινε με τη συμβολή ορισμένων Κομμουνιστικών Νεολαιών, ανάμεσά τους και της ΚΝΕ. Ωστόσο, δεν έχουν απομακρυνθεί οι δυσκολίες και τα εμπόδια για το σταθερό αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό του.

Κύριος στόχος παραμένει να διατηρηθεί και να αναπτυχθεί ο αντιιμπεριαλιστικός χαρακτήρας και προσανατολισμός της Οργάνωσης, κυρίως αυτός να βαθύνει, να κατακτηθεί η αντοχή στις πιέσεις και στην επίδραση της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού. Το διεθνές νεολαιίστικο κίνημα χρειάζεται να εμπεδώσει αυτόν τον προσανατολισμό στο έδαφος των σύγχρονων συνθηκών. Πιο διακριτά να βασιστεί στην ταξική ανάλυση των εξελίξεων και σύγχρονων φαινομένων, να εμπεδώσει στρατηγική προοπτικής που δε χωρά στα πλαίσια του ιμπεριαλισμού, που παλεύει για τη νίκη της εργατικής τάξης στο πεδίο της εξουσίας, για τη νίκη και υπεράσπιση του σοσιαλισμού.

4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Α. Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

26. Στο διάστημα που μεσολάβησε από το 17ο Συνέδριο ενισχύθηκε η εξαγωγή κεφαλαίων από την Ελλάδα στην παγκόσμια αγορά και ιδιαίτερα στη ΝΑ Ευρώπη, καθώς και η ενεργός συμμετοχή της σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις για τον έλεγχο των αγορών.

Στο πλαίσιο της ανισόμετρης ανάπτυξης, ο ελληνικός καπιταλισμός διατηρεί την αναβαθμισμένη θέση του στα Βαλκάνια, που πραγματοποιήθηκε μετά την καπιταλιστικοποίησή τους, ενώ δε μεταβάλλεται η ενδιάμεση θέση του στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Η ελληνική οικονομία διατήρησε σημαντικά υψηλότερο ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ (σχεδόν διπλάσιο) από τον αντίστοιχο μέσο της Ευρωζώνης και την τελευταία τετραετία. Γενικότερα, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ στη δωδεκαετία 1996-2007 έφτασε στο 3,9%, με αποτέλεσμα τη μείωση της ψαλίδας με τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες της ΕΕ. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας βρίσκεται στο 88% του μέσου όρου της ΕΕ-15 και στο 98% του μέσου όρου της ΕΕ-27.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, δυναμώνει μετά το 2004 τόσο η τάση εκροής εγχώριου κεφαλαίου στη διεθνή καπιταλιστική αγορά, όσο και η τάση εισροής ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα.

Σε απόλυτο σωρευτικό μέγεθος οι εκροές Αμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ) από την Ελλάδα ξεπέρασαν πλέον τα 20 δισ. ευρώ, ενώ το 2004 ήταν μόλις 10 δισ. ευρώ. Οι τοποθετήσεις Ελλήνων κατοίκων στο εξωτερικό (σε καταθέσεις και ρέπος) έφτασαν τα 15,8 δισ. ευρώ το 2007 έναντι 5,5 δισ. ευρώ το 2006. Αντίστοιχα αυξήθηκαν και οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου στο εξωτερικό (ομόλογα, έντοκα γραμμάτια κλπ.) που έφτασαν στα 16 δισ. ευρώ το 2007 έναντι 7 δισ. ευρώ το προηγούμενο έτος.

27. Στην ανοδική πορεία του ελληνικού καπιταλισμού συνέβαλε η αξιοποίηση από την ελληνική αστική τάξη της βαλκανικής αγοράς και γενικότερα των αναγκών επέκτασης της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής αγοράς στη ΝΑ Ευρώπη που οδήγησε στη διευρυμένη ΕΕ των «27».

Τα ελληνικά κεφάλαια που έχουν επενδυθεί στα Βαλκάνια και γενικότερα στη ΝΑ Ευρώπη ξεπερνούν πλέον συνολικά τα 14 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα κατέχει την 3η θέση των ξένων επενδυτών στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία. Αποτελεί επίσης το μεγαλύτερο ξένο επενδυτή στην Αλβανία. Οι επιχειρήσεις ελληνικού ή μεικτού κεφαλαίου που είναι εγκατεστημένες στη Βαλκανική έφτασαν τις 4.000 και απασχολούν 200.000 εργαζόμενους.

Στις ξένες επενδύσεις του τραπεζικού τομέα, η Ελλάδα κατέχει πλέον τη 2η θέση στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία.

Η «απελευθέρωση» της σχετικής αγοράς, με την εφαρμογή της Συνθήκης για την Ενεργειακή Κοινότητα της ΝΑ Ευρώπης, αξιοποιείται επίσης με επενδυτικές προτάσεις της ΔΕΗ ΑΕ και επενδύσεις του ομίλου ΕΛΠΕ σε Βουλγαρία, Σερβία, Κύπρο, Μαυροβούνιο, Αλβανία, ΠΓΔΜ.

Ισχυρή άνοδο σημείωσαν και οι εξαγωγές εμπορευμάτων προς τη ΝΑ Ευρώπη, όπου το μερίδιο εξαγωγών το 2007 ανέρχεται στο 22% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών έναντι 7,5% το 1997.

28. Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, η ισχυροποίηση ελληνικών μονοπωλιακών ομίλων στη διεθνή καπιταλιστική αγορά, κυρίως στους τομείς της ναυτιλίας και των τραπεζών, και η βελτίωση των εξαγωγικών επιδόσεων ορισμένων κλάδων της μεταποίησης (ηλεκτρικών μηχανημάτων, πλαστικών υλών, χρωμάτων, βιομηχανικού εξοπλισμού, φαρμακευτικών προϊόντων, τροφίμων), συνέβαλαν επίσης στην ανοδική πορεία του ελληνικού καπιταλισμού.

Γενικά, η επιτάχυνση της συγκέντρωσης κεφαλαίου εξασφαλίστηκε με σειρά αναδιαρθρώσεων, ευνοϊκών νομοθετικών μέτρων μείωσης της φορολογίας του, φθηνότερης εργατικής δύναμης, πολύμορφης ενίσχυσης των μονοπωλίων με κρατική χρηματοδότηση.

Το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο ελέγχει πάνω από το 16% της μεταφορικής ικανότητας του παγκόσμιου στόλου, το 21% της μεταφοράς πετρελαίου και το 22,3% του αντίστοιχου μεταφοράς ξηρού φορτίου.

Ο ελληνόκτητος στόλος διαχειρίζεται περίπου το 25% των θαλάσσιων μεταφορών πετρελαίου προς τις ΗΠΑ και το 25% εξαγωγών εμπορευμάτων των ΗΠΑ (2007).

Το εφοπλιστικό κεφάλαιο αποτελεί το μοναδικό τμήμα του εγχώριου κεφαλαίου που διαπραγματεύεται από θέση ισχύος μέσα στην ΕΕ και έχει προνομιακούς οικονομικούς δεσμούς με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία.

Η διεύρυνση και αύξηση της μεταφορικής ικανότητας του ελληνόκτητου στόλου, η άνοδος του βαθμού εκμετάλλευσης των ναυτεργατών και η πρωτοφανής αύξηση των ναύλων πλοίων μεταφοράς ξηρού φορτίου συνέβαλαν στην αύξηση των εισπράξεων από ναυτιλιακό μεταφορικό έργο στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το 2007. Τα ναύλα αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 45% την τελευταία τετραετία, ενώ την ίδια περίοδο οι εισπράξεις από τις μεταφορές αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο πάνω από το 4% του ΑΕΠ της Ελλάδας.

Αυξητική ήταν επίσης την τελευταία πενταετία η πορεία κερδοφορίας και τα ίδια κεφάλαια των εγχώριων τραπεζικών ομίλων. Η μέση απόδοση ιδίων κεφαλαίων έφτασε στο 25,82% το 2006 και ανήλθε στο 27% το 2007 (αύξηση κερδών στο ΧΑΑ 47% το 2006 και 70% το 2007, φτάνοντας τα 5,7 δισ. ευρώ). Τη διετία 2006-2007 έγιναν σημαντικές επενδύσεις στον τραπεζικό τομέα της ΝΑ Ευρώπης και των Βαλκανίων (π.χ. εξαγορά της τουρκικής Finans Βank και της σερβικής Vojvodjanska Βank από την Εθνική Τράπεζα, της ρουμανικής Mind Bank και της σερβικής Agroindustigke Komercijalne από την Αγροτική Τράπεζα, της τουρκικής Tekfenbank από τη Eurobank).

29. Την τελευταία τετραετία έγιναν πιο εμφανή τα αποτελέσματα της προσπάθειας της αστικής τάξης να διαχειριστεί προς όφελός της την τάση ανακατάταξης στα μερίδια αγοράς ανάμεσα στις ισχυρότερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, επιδιώκοντας να αναβαθμίσει το γεωστρατηγικό της ρόλο.

Ο αστικός σχεδιασμός λαμβάνει υπόψη τη σημασία που έχει για την ΕΕ η προμήθεια φυσικού αερίου και πετρελαίου από τη Ρωσία, καθώς και την επιδίωξη της Ρωσίας να ισχυροποιήσει τη θέση της στον ενεργειακό τομέα της ευρωενωσιακής αγοράς. Σε αυτό το έδαφος οξύνονται οι αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και ΕΕ για τη μεταφορά ενέργειας και εμπορευμάτων μεταξύ Ασίας και Ευρώπης. Ταυτόχρονα, η άρχουσα τάξη επιχειρεί να συμμετάσχει ενεργά στην ενδεχόμενη αναδιάρθρωση ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και αντίπαλων πόλων, που σηματοδοτούν η σταδιακή προσέγγιση της Ρωσίας με τη Γερμανία και την Ιταλία, οι αυτοτελείς κινήσεις της Γαλλίας στην περιοχή της Μεσογείου.

30. Ο αστικός σχεδιασμός εστίασε σε δύο αλληλοεξαρτώμενους άξονες και σημείωσε ορισμένες πρώτες επιτυχίες:

α) Την ανάδειξη της χώρας ως σημαντικού διαύλου στα δίκτυα μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων, σε συνδυασμό με τη διασφάλιση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της.

β) Τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των εγχώριων μονοπωλιακών ομίλων στην ενεργειακή αγορά της ΝΑ Ευρώπης. Η επιλογή αυτή συνδυάζεται με το στόχο αναβάθμισης της Ελλάδας ως χρηματοπιστωτικού, εμπορικού και τουριστικού κέντρου της περιοχής.

Η ελληνική αστική τάξη συμμετέχει ενεργά στη διαπάλη για την επικράτηση ανταγωνιστικών σχεδίων μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου στην περιοχή, που στηρίζουν, από τη μια, οι ΗΠΑ και, από την άλλη, η Ρωσία.

Η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στην υπογραφή συμφωνιών, τόσο για την υλοποίηση του ρωσικού αγωγού μεταφοράς πετρελαίου Μπουργκάς - Αλεξανδρούπολη, όσο και ενός κλάδου του αγωγού South Stream για τη μεταφορά φυσικού αερίου με προορισμό την Ιταλία.

Ταυτόχρονα, η Ελλάδα συμμετέχει στην κατασκευή και λειτουργία του άξονα μεταφοράς αζέρικου φυσικού αερίου από την Τουρκία στην Ιταλία, που υποστηρίζουν οι ΗΠΑ.

Ωστόσο η συμμετοχή της Ελλάδας στα ρωσικά σχέδια, αφ’ ενός, αποδυναμώνει την υλοποίηση ορισμένων ανταγωνιστικών σχεδίων των ΗΠΑ (αγωγός Nabuco για το φυσικό αέριο, αγωγός ΑΜΒΟ για το πετρέλαιο) και, αφ’ ετέρου, συμβάλλει αντικειμενικά στην αναβάθμιση της ρωσικής επιρροής σε κράτη που έχουν ενταχθεί στο ΝΑΤΟ (Βουλγαρία, Ιταλία).

Ο αστικός σχεδιασμός προσπαθεί να αξιοποιήσει τη γεωγραφική θέση της Ελλάδας ως πλησιέστερου θαλάσσιου ευρωπαϊκού προορισμού για τα κράτη της Ασίας (Κίνα, Ινδία κλπ.), καθώς και τη διεύρυνση της ΕΕ, που διασφαλίζει την απρόσκοπτη χερσαία μεταφορά εμπορευμάτων από την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή αγορά, στην παραδουνάβια περιοχή και τις αγορές της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Γι’ αυτό δίνει έμφαση στη διαμόρφωση ορισμένων στρατηγικών λιμένων διαμετακόμισης (ΟΛΠ, ΟΛΘ, Πάτρας, Ηγουμενίτσας, Ηρακλείου). Τη διαχείρισή τους διεκδικούν διεθνείς μονοπωλιακοί όμιλοι, που κυριαρχούν στη σχετική «απελευθερωμένη» ευρωπαϊκή αγορά (π.χ. αραβικοί, ευρωπαϊκοί). Στον ΟΛΠ επικράτησε ήδη ο κινεζικός όμιλος της CΟSCΟ.

31. Γενικότερα, καταγράφεται μια αναβάθμιση της συνεργασίας με την άρχουσα τάξη της Ρωσίας στους τομείς του στρατιωτικού εξοπλισμού, των εμπορικών συναλλαγών, του τουρισμού, των επενδύσεων στα Βαλκάνια και στη Μαύρη Θάλασσα, των κατασκευών ενόψει και των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2014.

Στο πλαίσιο της συμμετοχής της αστικής τάξης στην αναδιάρθρωση των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών πρέπει να εξετασθούν και οι προωθούμενες συμφωνίες με γερμανικούς ομίλους ως στρατηγικών επενδυτών τόσο στον ΟΤΕ (Deutsche Telecom) όσο και στη ΔΕΗ σε μικρότερο βαθμό (μνημόνιο συνεργασίας με RWΕ). Πρόκειται για επενδύσεις που αφορούν τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και σ’ αυτήν της ΝΑ Ευρώπης.

32. Διαφαίνεται ότι μεσοπρόθεσμα (επόμενη τετραετία) μάλλον δε θα σημειωθεί κάποια αξιοσημείωτη μεταβολή στη θέση του ελληνικού καπιταλισμού, λαμβάνοντας υπόψη το ρυθμό και το επίπεδο συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, το συγκριτικό μέγεθος του ΑΕΠ σε σχέση με τις γειτονικές χώρες, το μέγεθος της κοινοτικής χρηματοδότησης προς το εγχώριο κεφάλαιο [οι κοινοτικοί πόροι του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2007-2013 φτάνουν τα 24,4 δισ. ευρώ], τη συνεισφορά στην ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού της διείσδυσης στη ΝΑ Ευρώπη, την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και ιδιαίτερα των μεταναστών.

Σε μια μεγαλύτερη χρονική περίοδο μπορεί να επέλθει μεταβολή στη θέση της Ελλάδας, ως συνέπεια τόσο των αντιθέσεων και αντιφάσεων της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης όσο και της εξέλιξης του καπιταλιστικού κύκλου της κρίσης στην εγχώρια και τη βαλκανική αγορά.

Δεν πρέπει να υποτιμηθεί η συνδυασμένη επίδραση των ακόλουθων παραγόντων στην πορεία του ελληνικού καπιταλισμού τα επόμενα χρόνια:

Η πορεία επιδείνωσης του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας

33. Η ετήσια διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος είναι συνεχής την τελευταία πενταετία, με αμείωτο ρυθμό, καθώς η ετήσια αξία των εισαγωγών είναι πολλαπλάσια εκείνης των εξαγωγών. Μειώνεται η δυνατότητα υποκατάστασης εισαγόμενων βιομηχανικών προϊόντων μετά την άρση της προστασίας της εγχώριας παραγωγής στη διευρυμένη ΕΕ των «27» και σε συνδυασμό με την υπάρχουσα διάρθρωση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας. Το εμπορικό έλλειμμα ξεπέρασε το 2007 τα 40 δισ. ευρώ έναντι 22,6 δισ. ευρώ το 2003. Η επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου αντανακλά τις επιβαρυντικές συνέπειες από τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας στην Ευρωζώνη και γενικότερα στην «απελευθερωμένη» ευρωενωσιακή αγορά. Τις αρνητικές συνέπειες θα πληρώσουν οι εργαζόμενοι, ιδιαίτερα στη μεταποίηση και τον αγροτικό τομέα.

Στη γεωγραφική κατανομή των ελληνικών εξαγωγών συνεχίζεται η στροφή προς τα κράτη της Βαλκανικής και της ΝΑ Ευρώπης, η οποία ξεκίνησε από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Την πενταετία 2002-2007 μειώθηκε το ποσοστό συμμετοχής των ελληνικών εξαγωγών στην ΕΕ-15 (ως προς το σύνολο των εξαγωγών), από 48,5% του συνόλου το 2002 σε 44,2% το 2007.

Τα προαναφερόμενα υπογραμμίζουν και την επίπτωση που θα έχει στο εμπορικό ισοζύγιο μια πιθανή είσοδος της ΝΑ Ευρώπης σε φάση ύφεσης την επόμενη περίοδο.

Βέβαια, η άρχουσα τάξη επιχειρεί μια αναδιάρθρωση των ελληνικών εξαγωγών με στόχο την αύξηση του μεριδίου των εμπορευμάτων κλάδων με υψηλή οργανική σύνθεση κεφαλαίου («έντασης τεχνολογίας και εξειδικευμένης εργασίας»). Την τελευταία εικοσαετία τα προϊόντα κλάδων χαμηλής οργανικής σύνθεσης (έντασης εργασίας, π.χ. κλωστοϋφαντουργία, ιματισμός, έπιπλα) μειώθηκαν ως ποσοστό στο σύνολο των εξαγωγών από 36% σε 20%, ενώ τα προϊόντα κλάδων υψηλής οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου (έντασης τεχνολογίας, π.χ. εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών, ιατρικά εργαλεία) αυξήθηκαν από 6% σε 29,9%.

Οι συνέπειες της διαπλοκής εγχώριου και ξένου κεφαλαίουστο πλαίσιο της προσαρμογής στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα

34. Οι Αμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) στην Ελλάδα διπλασιάστηκαν την τετραετία 2003-2007 και έφτασαν σωρευτικά τα 35,8 δισ. ευρώ έναντι 17,7 δισ. ευρώ το 2003. Το ίδιο και οι εισροές κεφαλαίων για επενδύσεις χαρτοφυλακίου (ομόλογα Δημοσίου και τοποθετήσεις στο ΧΑΑ) ανήλθαν σε 33,8 δισ. ευρώ το 2007 έναντι 15,1 δισ. ευρώ το 2006.

Στις εισερχόμενες ΑΞΕ δεσπόζουν γαλλικοί, γερμανικοί και αραβικοί όμιλοι που αφ’ ενός εξαγοράζουν σημαντικά πακέτα μετοχών επιχειρήσεων σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, τράπεζες, κατασκευές) και αφ’ ετέρου συμβάλλουν στην αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου. Ιδιαίτερα την περίοδο 2005-2007 έγιναν ορισμένες σημαντικές ΑΞΕ: Στον τραπεζικό τομέα από τους γαλλικούς ομίλους SocieteGenerale (Γενική Τράπεζα), CreditAgricole (Εμπορική Τράπεζα), από τον αραβικό όμιλο DubaiFinancial (τραπεζικός όμιλος Marfin). Στις τηλεπικοινωνίες - πληροφορική από την αμερικανική εταιρεία TexasPacific (εξαγορά Q-Telecommunication ΑΕ), το ρωσικό όμιλο Sistema (IntracomTelecom), το διεθνικό όμιλο RhoneCapital (Infote), τον αιγυπτιακό όμιλο Wind (ολοκλήρωση εξαγοράς WindHellas). Στην ενέργεια με την EndessaEurope (όμιλος Μυτιληναίου). Στην τσιμεντοβιομηχανία με τη γαλλική LafargeSΑ που απέκτησε τη συμμετοχή της Εθνικής Τράπεζας στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΓΕΤ - Ηρακλής, στα τρόφιμα με την εξαγορά της Vivartia (ΔΕΛΤΑ κλπ.) επίσης από τον όμιλο Marfin.

Σε εξέλιξη βρίσκεται νέος κύκλος εξαγορών και εισροής ΑΞΕ που αφορούν υποδομές θαλάσσιων μεταφορών (μεγάλα λιμάνια - ΟΛΠ, ΟΛΘ), τις τράπεζες, τις κατασκευές, τον ΟΤΕ, τη ΔΕΗ ΑΕ, καθώς και η δραστηριοποίηση άλλων ισχυρών συμμαχικών σχημάτων ξένου και ελληνικού κεφαλαίου στον τομέα της ενέργειας, π.χ. Iberdrola - Μότορ Οϊλ, Gazprom - ΕΝΕL - Ομιλος Κοπελούζου, EdF/Edison - Ελληνική Τεχνοδομική - Βιοχάλκο.

Η αύξηση της εισόδου ξένου κεφαλαίου για άμεσες επενδύσεις (ΑΞΕ) στην εγχώρια αγορά, καθώς και για επενδύσεις χαρτοφυλακίου δίνει ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη. Συμβάλλει στη διαμόρφωση συμμαχιών και στενότερης σύνδεσης - διαπλοκής ελληνικού και ξένου κεφαλαίου για τη δημιουργία μεγαλύτερων, πιο ανταγωνιστικών ομίλων που θα επεκτείνουν τη δράση τους στις αναδυόμενες αγορές της ΝΑ Ευρώπης και της Μεσογείου.

Από την άλλη, οξύνεται ο ανταγωνισμός των ιμπεριαλιστικών κέντρων και διεθνικών μονοπωλιακών ομίλων για τον έλεγχο μεριδίων της εγχώριας αγοράς και ιδιαίτερα στρατηγικών τομέων της οικονομίας, λόγω της σημασίας τους για τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής. Στο πλαίσιο του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος όλες οι συμμαχικές σχέσεις του κεφαλαίου διέπονται από τον ανταγωνισμό, την ανισομετρία και επομένως την πλεονεκτική θέση του ισχυρότερου.

Οι συνέπειες αυτών των εξελίξεων στην εγχώρια οικονομία πρέπει να εκτιμηθούν στο ευρύτερο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και του μονοπωλιακού ανταγωνισμού για τον έλεγχο της περιοχής, η οποία επιπλέον χαρακτηρίζεται από αποσχιστικές και εθνικιστικές τάσεις (π.χ. Κόσσοβο, ΠΓΔΜ) και την εκτεταμένη πλέον στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στη Βαλκανική. Αυτές τις τάσεις αξιοποιούν και υποδαυλίζουν τα ιμπεριαλιστικά σχέδια για τον έλεγχο της περιοχής.

Οι συγκεκριμένες αντιθέσεις θα επιδράσουν και στη μεσοπρόθεσμη κίνηση κεφαλαίου και εμπορευμάτων στη χώρα και την ευρύτερη περιοχή. Γενικότερα, η κίνηση κεφαλαίων καθορίζεται σ’ ένα μεγάλο βαθμό από το ευρύτερο πλαίσιο της σχέσης οικονομίας και πολιτικής, από τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των αστικών τάξεων και όχι αποκλειστικά από τις δυνατότητες κερδοφορίας κάθε μονοπωλιακού ομίλου.

Επισημαίνεται ότι η επιλογή της ενδυνάμωσης των σχέσεων του ελληνικού καπιταλισμού με τη Ρωσία, τη Γερμανία και τη Γαλλία δεν υποστηρίζεται στον ίδιο βαθμό απ’ όλα τα τμήματα της αστικής τάξης. Εξάλλου η συμμετοχή της χώρας στο ΝΑΤΟ και οι δεσμοί πολιτικοστρατιωτικής εξάρτησης από τις ΗΠΑ περιορίζουν αντικειμενικά τη διαπραγματευτική της δύναμη και τα περιθώρια ελιγμών. Ωστόσο ως βασική τάση διαμορφώνεται η ενεργητική ένταξη της Ελλάδας στους σχεδιασμούς του σκληρού πυρήνα της ΕΕ που εκφράζει και τη στρατηγική αυτοδύναμης στρατιωτικής ενίσχυσης της Ενωσης.

Η μη συγχρονισμένη εκδήλωση κρίσης στις βαλκανικές οικονομίες

35. Ενδεχόμενη εκδήλωση κρίσης στην ελληνική οικονομία πριν την εκδήλωσή της σε ορισμένες βαλκανικές οικονομίες, ιδιαίτερα της Ρουμανίας, μπορεί να ανατρέψει την υπάρχουσα ανισομετρία. Βεβαίως η Ελλάδα υπερέχει σήμερα σημαντικά ως προς το μέγεθος του ΑΕΠ, το επίπεδο παραγωγικότητας της εργασίας και τεχνολογικής ανάπτυξης, τις ΑΞΕ.

Η Ρουμανία, με εσωτερική αγορά 20 εκατ. κατοίκων και σοβαρές υποδομές, είναι ανερχόμενη οικονομική δύναμη. Η Βουλγαρία επιχειρεί, όπως και η Ελλάδα, να διαχειριστεί στο βαθμό του δυνατού προς όφελός της τις αντιθέσεις ΗΠΑ, Ρωσίας, ΕΕ και να αναδειχθεί σε ενεργειακό κόμβο. Μετά το 2002 οι εισροές ΑΞΕ σε Βουλγαρία, Ρουμανία, Τουρκία δυναμώνουν σε σχέση με την Ελλάδα, κυρίως λόγω των χαμηλών μισθών και των χαμηλών φορολογικών συντελεστών.

Η επίδραση στη συγκριτική θέση της Ελλάδας αυτής της εξέλιξης είναι αντιφατική. Από τη μια εκτιμάται ότι οι εισροές του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια έχουν συνεισφέρει το 15% του μέσου ετήσιου ρυθμού αύξησης του εγχώριου ΑΕΠ την τελευταία δεκαετία (επαναπατρισμός κερδών κλπ.). Η πρόσβαση στο απόθεμα φθηνών πρώτων υλών και σε μια μεγάλη αγορά 115 εκατ. κατοίκων βοήθησε στην αναδιάρθρωση της ελληνικής μεταποίησης προς την παραγωγή προϊόντων υψηλότερης αξίας (χημικά, μεταποιημένα προϊόντα μεταλλουργίας κ.ά.). Από την άλλη, μειώνεται σταδιακά η ψαλίδα ανάμεσα στο υψηλότερο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού σε σύγκριση με άλλα βαλκανικά κράτη.

Η αντιφατική σχέση ανταγωνισμού και συνεργασίας της ελληνικής και της τουρκικής αστικής τάξης

36. Η Τουρκία διαθέτει μεγάλη εσωτερική αγορά, γεωστρατηγική θέση και σημαντική στρατιωτική και πολιτική ισχύ σε περιφερειακό επίπεδο. Παράλληλα παρουσιάζει βαθύτερη ανισομετρία στην ανάπτυξη των διαφόρων περιοχών στο εσωτερικό της χώρας, σχετικά υποβαθμισμένη υποδομή (σύστημα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, λιμάνια κ.ά.), μεγάλο μέρος του πληθυσμού με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο.

Διατηρεί υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης (μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ πάνω από 6%) μετά το 2003, ενώ αποτελεί τη 17η μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως.

Αποτελεί την προνομιακή δίοδο των αμερικανικών σχεδίων μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ (π.χ. αγωγός φυσικού αερίου Τουρκίας - Ελλάδας - Ιταλίας, αγωγός πετρελαίου Μπακού - Τσεϊχάν).

Επίσης, η τουρκική κυβέρνηση διαπραγματεύεται εκτεταμένα ανταλλάγματα με τις ΗΠΑ, ώστε να μη διεκδικήσει τελικά την πλούσια σε κοιτάσματα πετρελαίου περιοχή του Β. Ιράκ (Κιρκούκ, Μοσούλη κλπ.).

Παράλληλα παραμένει ισχυρή η αντίρρηση του γαλλογερμανικού άξονα στην ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, ενώ η Ελλάδα είναι το μόνο πλήρες μέλος της ΟΝΕ στην περιοχή. Τα ρωσικά σχέδια μεταφοράς της ενέργειας, τα οποία αποκτούν το προβάδισμα, παρακάμπτουν επίσης σε μεγάλο βαθμό την Τουρκία, ενώ εντάσσουν στην υλοποίησή τους την Ελλάδα.

Η υλοποίηση των ρωσικών σχεδίων μειώνει το γεωπολιτικό ρόλο της Τουρκίας στον ενεργειακό τομέα συγκριτικά με τη Βουλγαρία και την Ελλάδα. Ταυτόχρονα, μετά την άνοδο της τιμής των καυσίμων, αυξάνεται η σημασία ελέγχου του Αιγαίου, λόγω των ανεξερεύνητων και ανεκμετάλλευτων αποθεμάτων πετρελαίου, γεγονός που οξύνει τις αντιθέσεις στην περιοχή.

Σε επίπεδο άμεσων οικονομικών σχέσεων οι ΑΞΕ ελληνικών επιχειρήσεων στην Τουρκία αυξάνονται. Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά οι ελληνικές εξαγωγές σημείωσαν το 2007 μεγάλη υποχώρηση.

Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν πρέπει να εφησυχάζουν σχετικά με τη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας των συνόρων στο βαθμό που εξακολουθούν να δρομολογούνται τα ιμπεριαλιστικά σχέδια για τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής.

Β. Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Γενική εκτίμηση

37. Την τελευταία πενταετία ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας παραμένει, όπως και την προηγούμενη, υψηλότερος από τον αντίστοιχο μέσο της Ευρωζώνης και της ΕΕ-27. Γενικότερα, την τελευταία δωδεκαετία η ελληνική οικονομία είναι μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες της ΕΕ, σε φάση συνεχούς διευρυμένης αναπαραγωγής.

Η καπιταλιστική ανάπτυξη στηρίχτηκε στην αύξηση της παραγωγικότητας, του βαθμού εκμετάλλευσης και της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου (εξαγορές, συγχωνεύσεις). Ο αυξητικός ρυθμός των επενδύσεων των μονοπωλιακών ομίλων παρουσίασε σημαντική επιβράδυνση το 2007. Οι συνολικές ακαθάριστες επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 4,4% το 2007, έναντι 14,8% το 2006.

Το κυβερνητικό Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων 2005-2008 προώθησε μια σειρά αλληλοεξαρτώμενες αναδιαρθρώσεις με στόχο την αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας των εγχώριων μονοπωλίων, τη δημιουργία προϋποθέσεων αύξησης της επενδυτικής δραστηριότητας στην εγχώρια αγορά και τη ΝΑ Ευρώπη, την ταχύτερη επέκταση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και την επιβολή νέων όρων συνταξιοδότησης που καθιστούν φθηνότερη την εργατική δύναμη. Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου επιταχύνθηκε με την ανάλογη κυβερνητική πολιτική, πρώτ’ απ’ όλα με την πολύμορφη κρατική χρηματοδότηση των ιδιωτικών επενδυτικών σχεδίων (Αναπτυξιακός Νόμος 3299/2004, Γ΄ ΚΠΣ, ΕΣΠΑ κλπ.).

Στην ίδια κατεύθυνση ενίσχυσης του μεγάλου κεφαλαίου κινήθηκε και η φορολογική μεταρρύθμιση με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών των εταιρειών από 35% (2004) σε 25% (2007), την κατάργηση του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας μέσω της εισαγωγής του Ενιαίου Φόρου Ακινήτων.

Βασική μορφή των προσαρμοσμένων στην «απελευθέρωση» των αγορών κρατικομονοπωλιακών ρυθμίσεων αποτέλεσαν οι Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ, Ν. 3389/’05), μορφή συνύφανσης του κράτους ως συλλογικού καπιταλιστή και των μονοπωλιακών ομίλων. Τη μερίδα του λέοντος των ΣΔΙΤ αποσπούν ελάχιστοι μονοπωλιακοί όμιλοι σε βάρος των μικρών επιχειρήσεων και των αυτοαπασχολούμενων. Τη διετία 2006-2007 εγκρίθηκαν 24 Συμπράξεις, προϋπολογισμού 3,1 δισ. ευρώ, στους τομείς του Αθλητισμού, της Υγείας, της Παιδείας. Ιδιαίτερη μορφή εξασφάλισης της κερδοφορίας των μονοπωλίων αποτελούν οι Συμβάσεις Παραχώρησης που κυρώνονται με απόφαση της Βουλής. Μόνο οι οδικοί άξονες που δημοπρατήθηκαν με Συμβάσεις Παραχώρησης μετά το 2004 ξεπέρασαν σε προϋπολογισμό τα 8,6 δισ. ευρώ.

Επιταχύνθηκε η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας με τη μείωση της κρατικής συμμετοχής στον ΟΤΕ, στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, στον ΟΛΠ. Το συνολικό ύψος των σχετικών κρατικών εσόδων που συγκεντρώθηκαν έφτασε την περίοδο 2004-2007 τα 6 δισ. ευρώ. Οι συγκεκριμένες αποκρατικοποιήσεις συνοδεύτηκαν από ανάλογες νομοθετικές ρυθμίσεις, π.χ. νόμος για τις ΔΕΚΟ, με στόχο την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων στους συγκεκριμένους κλάδους.

Στον αγροτικό τομέα και ιδιαίτερα στη γεωργία προωθήθηκε η νέα ΚΑΠ με στόχους τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της κοινοτικής γεωργίας στη διεθνή αγορά και την επιτάχυνση της συγκέντρωσης της γης και της παραγωγής. Η πολιτική αυτή είχε ως συνέπεια, αφ’ ενός τη συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής, αφ’ ετέρου την περαιτέρω συγκέντρωσή της, τη μείωση των αυτοαπασχολούμενων αγροτών και την αύξηση των εργατών γης. Ταυτόχρονα αυξήθηκαν οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων.

Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις αναλαμβάνουν όλο και μεγαλύτερο ρόλο στο σύνολο των εκπαιδευτικών λειτουργιών. Προωθείται βαθμιαία η «απελευθέρωση της αγοράς» της ανώτατης εκπαίδευσης και η αναγνώριση των ιδιωτικών πανεπιστημίων με πρώτο βήμα το νόμο για την αξιολόγηση των κολεγίων. Παραχωρούνται αναγκαίες υπηρεσίες για τη λειτουργία των σχολείων (π.χ. συντήρηση, καθαριότητα, φύλαξη), καθώς και η μακροχρόνια εκμετάλλευση των σχολικών χώρων μέσω των ΣΔΙΤ, με τη συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΤΑ). Διευρύνεται η θεσμική συμμετοχή εργοδοτικών φορέων σε όργανα σχεδιασμού και εκπαιδευτικής πολιτικής και η εμπλοκή των «χορηγών» στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης (π.χ. μνημόνιο συνεργασίας του ΥΠΕΠΘ με τα ιδρύματα των μονοπωλιακών ομίλων για ψηφιακό εκπαιδευτικό περιεχόμενο).

Αντίστοιχα, στον τομέα της Υγείας δυνάμωσε η τάση συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Οι 10 μεγαλύτερες επιχειρήσεις του τομέα κατέχουν ποσοστό μεγαλύτερο του 58% της σχετικής αγοράς. Η επιχειρηματική δραστηριότητα ενισχύεται από τις ΣΔΙΤ που ενέκρινε η αρμόδια διυπουργική επιτροπή το 2006 και αφορά την ίδρυση νέων νοσοκομείων (π.χ. Παίδων Θεσσαλονίκης, Γενικό Νοσοκομείο Πρέβεζας). Ισχυροποιείται επίσης η παρουσία τραπεζικών ομίλων στο χώρο της Υγείας (π.χ. εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου του «ΜΗΤΕΡΑ» και του «ΥΓΕΙΑ» από τη ΜΑRFΙΝ).

Εξελίξεις στην κοινωνική σύνθεση και δομή της απασχόλησης

38. Την τελευταία δεκαετία (1997-2007) η μισθωτή εργασία και οι εργοδότες είναι οι κατηγορίες που παρουσιάζουν αυξητική μεταβολή, ενώ η κατηγορία των αυτοαπασχολούμενων καταγράφει μείωση. Η μισθωτή εργασία ξεπέρασε το 2007 τα 2,8 εκατ. εργαζόμενους αυξανόμενη κατά 800 χιλιάδες εργαζόμενους την τελευταία δεκαετία, ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι μειώθηκαν κατά 400 χιλιάδες το ίδιο διάστημα και φτάνουν πλέον τις 960 χιλιάδες. Οι βοηθοί στις οικογενειακές επιχειρήσεις μειώθηκαν σημαντικά, κατά 170 χιλιάδες.

Η μεγάλη πλειοψηφία των μισθωτών ανήκει στην εργατική τάξη, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και οι άνεργοι.

Η συνολική απασχόληση αυξήθηκε αυτή τη δεκαετία κατά 650 χιλιάδες εργαζόμενους και έφτασε τα 4,5 εκατ. απασχολούμενους στο σύνολο της οικονομίας. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται το σύνολο των εργαζομένων, ανεξάρτητα από τη σχέση ιδιοκτησίας τους με τα μέσα παραγωγής.

Ταυτόχρονα, η ανεργία διατηρήθηκε στο υψηλό επίπεδο του 7,3%, το οποίο στην πραγματικότητα είναι υψηλότερο, αφού δεν καταγράφονται όσοι αναζητούν για πρώτη φορά δουλειά, γυναίκες που διέκοψαν την εργασία κάποια χρόνια λόγω μητρότητας, ημιαπασχολούμενοι κλπ. Στους νέους (15-24 ετών) το ποσοστό ανεργίας ξεπερνά το 22% και στις γυναίκες εργαζόμενες το 10%.

Ο αριθμός των απασχολούμενων στον αγροτικό - πρωτογενή τομέα μειώνεται αισθητά και στη μεταποίηση παρουσιάζει μικρή μείωση την περίοδο 2002-2005. Αντίθετα, αυξάνεται στο σύνολο της απασχόλησης το μερίδιο του λεγόμενου «τριτογενούς τομέα» (από 60% σε 62,7% του συνόλου). Στο συγκεκριμένο τομέα η αστική στατιστική αθροίζει βιομηχανικούς κλάδους (μεταφορές, τηλεπικοινωνίες) με κλάδους που εντάσσονται στην κυκλοφορία εμπορευμάτων και κεφαλαίου (εμπόριο, χρηματοπιστωτικό), τομείς όπου συνυπάρχει η εμπορική και η μεταποιητική δραστηριότητα (τουρισμός), κρατικές υπηρεσίες (διοικητικές και κοινωνικές), καθώς και με τους εμπορευματοποιημένους τομείς των Υγείας, Πρόνοιας, Παιδείας.

Πέρα από τα μεθοδολογικά προβλήματα, η προαναφερόμενη μεταβολή αποτελεί γενική τάση της σύγχρονης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Και σε ισχυρότερες καπιταλιστικές οικονομίες, όπως της Γαλλίας και της Βρετανίας, είναι χαμηλό το ποσοστό των εργαζομένων στο «δευτερογενή» τομέα (μεταποίηση - κατασκευές) στο σύνολο της απασχόλησης και μάλιστα μικρότερο από το αντίστοιχο της Ελλάδας. Αντίστροφα, είναι υψηλότερο το ποσοστό συμμετοχής του «τριτογενούς τομέα» στο σύνολο της απασχόλησης της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας έναντι εκείνου της Ελλάδας.

39. Στη διάρκεια της περιόδου 1993 - 2007 στην Ελλάδα ο τομέας του εμπορίου έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στο σύνολο της απασχόλησης, ενώ οι άλλοι δύο μεγάλοι τομείς, της γεωργίας και της μεταποίησης, παρουσιάζουν μείωση του αριθμού των απασχολουμένων. Η συμμετοχή του εμπορίου στο σύνολο της απασχόλησης αυξήθηκε από 15,8% το 1993 σε 17,7% το 2007, ενώ της γεωργίας - αλιείας μειώθηκε αντίστοιχα από 21,3% σε 11,2% και της μεταποίησης μειώθηκε επίσης από 15,6% σε 12,4%. Αυτές οι τάσεις εκφράζουν αφ’ ενός την ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, με την οποία δεν έχει εναρμονιστεί ανάλογη μείωση του εργάσιμου χρόνου, αφ’ ετέρου τη σπατάλη της κοινωνικής εργασίας στο πλαίσιο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.

Αυξάνεται το ποσοστό των απασχολουμένων που εργάζονται σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις σε κάθε τομέα της οικονομίας. Στο δευτερογενή τομέα οι επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 υπαλλήλους μειώθηκαν από 66% στο 60% του συνόλου των επιχειρήσεων. Αντίστοιχα στον τριτογενή τομέα μειώθηκαν από 67% στο 57% του συνόλου. Ωστόσο, η αυξητική τάση συγκέντρωσης της εργατικής τάξης σε μεγάλες επιχειρήσεις είναι αργή. Ενδεικτικά, τη συγκεκριμένη περίοδο για τον τομέα του εμπορίου, η αναλογία μισθωτών ανά εργοδότη αυξήθηκε μόλις κατά μία μονάδα (από 3,4 το 1993 σε 4,4 το 2006).

Συνολικά μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι δεν επιβεβαιώνεται ως τάση ο γρήγορος και συνολικός αφανισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τους μονοπωλιακούς ομίλους. Σε άλλους κλάδους καταστρέφονται σε μεγαλύτερη έκταση απ’ ό,τι αναπαράγονται, σε άλλους κλάδους γίνεται το αντίθετο, όμως συνολικά τα μεσαία στρώματα αναπαράγονται με χειρότερους όρους κάτω από την πίεση της κυριαρχίας του μονοπωλιακού κεφαλαίου, των αναδιαρθρώσεων του συστήματος.

Η συρρίκνωση είναι μια τάση που εκδηλώνεται στους αυτοαπασχολούμενους και ο ρυθμός επιτάχυνσης θα εξαρτηθεί και από το χρόνο εκδήλωσης της οικονομικής κρίσης.

Η επιδείνωση της κατάστασης της εργατικής τάξης

40. Γενικότερα, με την κρατική στήριξη επεκτάθηκαν οι ελαστικές μορφές απασχόλησης, η προσωρινή και η μερική απασχόληση, η μη τήρηση στην πράξη των Συλλογικών Συμβάσεων, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Η εφαρμογή της μερικής απασχόλησης σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία (τα οποία δεν περιλαμβάνουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου, προγράμματα Stage κλπ.) δεν υπερβαίνει το 6% στο σύνολο των απασχολουμένων. Ωστόσο παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις από κλάδο σε κλάδο, με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά στη γεωργία (12,8%), στον τουρισμό (8,1%), στην εκπαίδευση (11%) και μικρότερα στο εμπόριο και τη μεταποίηση. Αφορά περισσότερο τους νέους και τις γυναίκες.

Οσον αφορά τον εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας, ιδιαίτερα επιβαρυμένοι εμφανίζονται οι κλάδοι των μεταφορών, των κατασκευών, του τουρισμού, της μεταποίησης και του εμπορίου. Σε αυτούς τους κλάδους οι μισθωτοί εργάζονται πάνω από 41 ώρες εβδομαδιαίως. Υπάρχει όμως και αδήλωτη - ανασφάλιστη εργασία, μεγάλο μέρος της οποίας αποτελούν οι μετανάστες. Οι αλλοδαποί εργαζόμενοι φτάνουν ήδη το 14% των επίσημα ασφαλισμένων στο ΙΚΑ.

Η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, που εκδηλώνεται και με τη συνεχή άνοδο των τιμών, σε συνδυασμό με την καθήλωση των μισθών, δεν είναι προσωρινό φαινόμενο. Συγκεκριμένα, στην απώλεια πραγματικού εισοδήματος επιδρά ιδιαίτερα η άνοδος των τιμών για τα εμπορεύματα πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, η οποία την περίοδο 2007-2008 είναι υψηλότερη τουλάχιστον κατά 2% από την επίσημη αύξηση του πληθωρισμού.

Αποτελούν παραπλάνηση τα επιχειρήματα των αστικών πολιτικών δυνάμεων ότι η ακρίβεια οφείλεται είτε στον περιορισμό του ελεύθερου ανταγωνισμού είτε κυρίως σε παρεμβάσεις στη σφαίρα κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Συνιστούν πρόκληση οι κυβερνητικές διακηρύξεις ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί με την αναβάθμιση της δράσης της Επιτροπής Ανταγωνισμού και γενικότερα με την αυστηρή εφαρμογή των νόμων. Οι νόμοι της «απελευθέρωσης» της αγοράς και της προστασίας των κερδών του κεφαλαίου άνοιξαν το δρόμο στην επιδείνωση της κατάστασης και στήριξαν τη διαμόρφωση των καρτέλ που λειτουργούν σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων σε πολλούς κλάδους της οικονομίας.

Για 2,5 εκατομμύρια μισθωτούς εργαζόμενους το εισόδημα δεν ξεπερνά τα 704 ευρώ το μήνα, ενώ την περίοδο 2000-2006 αυξήθηκε η ψαλίδα μεταξύ της αύξησης της παραγωγικότητας και της αύξησης του μέσου πραγματικού μισθού. Συνολικά την προηγούμενη δεκαετία το μερίδιο των μισθών έπεσε κατά 10% στο σύνολο της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας. Αυτή η τάση αντανακλά την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης. Ενδεικτικά, το 2006 τα καθαρά κέρδη ανά εργαζόμενο ήταν 16.000 ευρώ στον τομέα του εμπορίου και 10.000 ευρώ στο σύνολο της μεταποίησης. Ταυτόχρονα, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι επωμίζονται το 50,1% των βαρών των συνολικών εσόδων της άμεσης φορολογίας εισοδήματος έναντι του 36,3% των επιχειρήσεων.

Ιδιαίτερα οξυμένο είναι το πρόβλημα στη γυναικεία μισθωτή εργασία, αφού 3 στους 4 εργαζόμενους με μισθό έως 500 ευρώ είναι γυναίκες. Αντίστροφα, μόνο 1 στους 5 εργαζόμενους με μισθό άνω των 1.500 ευρώ είναι γυναίκα, ενώ υπάρχουν κλάδοι όπου ο μισθός της γυναίκας είναι μικρότερος κατά 10% για την ίδια ουσιαστικά εργασία με τον άνδρα συνάδελφό της.

Την προοπτική νέας επιδείνωσης της θέσης των μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων εκφράζει η διόγκωση του δημόσιου χρέους που έφτασε το 2007 τα 216 δισ. ευρώ έναντι 158 δισ. ευρώ το 2004. Τα μέτρα περιορισμού του δημόσιου χρέους οδηγούν επίσης στη συρρίκνωση του λαϊκού εισοδήματος και της ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών, ενώ την τελευταία τριετία σημειώθηκε σημαντική άνοδος του μέσου επιτοκίου δανεισμού του Δημοσίου προς όφελος του χρηματιστικού κεφαλαίου. Η λαϊκή πλειοψηφία επωμίζεται τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες στο πλαίσιο των σχεδιασμών του ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα είναι στη δεύτερη θέση των κρατών - μελών του ΝΑΤΟ σε πολεμικές δαπάνες ως ποσοστό (2,8%) του ΑΕΠ. Το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα 2006-2015 αναμένεται να ξεπεράσει τα 26,7 δισ. ευρώ.

Ταυτόχρονα αυξάνονται οι δαπάνες των λαϊκών οικογενειών για την Παιδεία και την Υγεία. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat τα ελληνικά νοικοκυριά καταγράφουν τις δεύτερες πιο υψηλές ιδιωτικές δαπάνες για την Υγεία και την Παιδεία στο σύνολο της ΕΕ - 27, σχεδόν διπλάσιες από τον κοινοτικό μέσο όρο.

Γενικότερα, είναι μύθος ότι η ισχυροποίηση των μονοπωλίων φέρνει μια ισόβαθμη βελτίωση στη ζωή της εργατικής τάξης και του λαού. Η αύξηση του χάσματος ανάμεσα στην αύξηση της παραγωγικότητας και την πορεία του μέσου πραγματικού μισθού κυριαρχεί σε όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες τις τελευταίες 2-3 δεκαετίες και συνοδεύεται από κυβερνητικά και διακρατικά μέτρα έντασης της τρομοκρατίας στον τόπο εργασίας και περιορισμού των εργατικών δικαιωμάτων.

Παράλληλα, η αστική πολιτική διαχείριση ανησυχεί μπροστά στο ενδεχόμενο μιας ανεξέλεγκτης μείωσης της λαϊκής κατανάλωσης. Η αυξητική τάση της λαϊκής κατανάλωσης την τελευταία δεκαετία στήριξε την ανοδική πορεία του ελληνικού καπιταλισμού. Το 2007 η άνοδος της ιδιωτικής κατανάλωσης επιβραδύνθηκε στο 3,2% έναντι 4,2% το 2006, ενώ σημειώθηκε περαιτέρω επιβράδυνση το πρώτο εξάμηνο του 2008. Αντίστοιχα, ο όγκος λιανικών πωλήσεων αυξήθηκε μόνο κατά 2,3% το 2007 έναντι 8% το 2006.

Η συγκεκριμένη αύξηση της κατανάλωσης στηρίχτηκε στην αύξηση του δανεισμού των λαϊκών νοικοκυριών (στεγαστικά, καταναλωτικά δάνεια), στη συνεχιζόμενη εισροή μεταναστών εργατών και σε ορισμένα στοιχειώδη κρατικά μέτρα που αφορούσαν την κατηγορία της ακραίας φτώχειας (π.χ. ΕΚΑΣ, επίδομα ανεργίας, αύξηση σύνταξης ΟΓΑ κλπ.). Τα συνολικά δάνεια των νοικοκυριών έφταναν τα 93,9 δισ. ευρώ το 2007 έναντι 16,9 δισ. ευρώ το 2000.

Για το 16% των λαϊκών νοικοκυριών το κόστος εξυπηρέτησης δανείων υπερβαίνει ήδη το 40% του συνολικού εισοδήματός τους, σύμφωνα με έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδας το 2008. Το ποσοστό των νοικοκυριών που δεν πληρώνει πλέον τις δόσεις των καταναλωτικών του δανείων έφτασε το 16,8% το 2007 έναντι 14,9% το 2005. Ηδη το πρώτο τρίμηνο του 2008 παρουσιάστηκε απότομη επιβράδυνση στο ρυθμό αύξησης των στεγαστικών δανείων.

Μεταβολές στη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας

41. Σε σχέση με τη διάρθρωση του ΑΕΠ αξιοσημείωτη μεταβολή είναι η μείωση της ποσοστιαίας συμμετοχής του αγροτικού - πρωτογενούς τομέα στο σύνολο του ΑΕΠ, που αποτελεί γενική τάση των ισχυρότερων οικονομιών της ΕΕ. Στον πρωτογενή τομέα περιλαμβάνονται, εκτός από τη γεωργία, η κτηνοτροφία, η δασοκομία και η αλιεία.

Η συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής έγινε παράλληλα με τη συγκέντρωση της γης και της παραγωγής. Η συγκέντρωση της παραγωγής είναι μεγαλύτερη στους κλάδους της κτηνοτροφίας και αλιείας (υδατοκαλλιέργειες), που δεν προϋποθέτουν τη συγκέντρωση της αγροτικής γης και μικρότερη στη φυτική παραγωγή όπου η συγκέντρωση της παραγωγής προϋποθέτει τη συγκέντρωση της γης είτε με τη μορφή ιδιοκτησίας είτε με τη μορφή ενοικίασης.

Παρά τις σημαντικές αλλαγές που έγιναν στη συγκέντρωση της γης και της παραγωγής, στην Ελλάδα υστερεί σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ των «15» και πολύ περισσότερο από τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες της ΕΕ. Ο μέσος κλήρος στην Ελλάδα είναι 48 στρέμματα, ενώ ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη είναι 214 στρέμματα (στοιχεία 2006). Ο αριθμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των απασχολουμένων. Το 2006 οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις ήταν 834 χιλ. και η απασχόληση 533 χιλ., ενώ στην Ευρωζώνη οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις ήταν 5.843 χιλ. και η απασχόληση 6.244 χιλ. Και αυτό το στοιχείο επιβεβαιώνει το σοβαρό διαρθρωτικό πρόβλημα, του μικρού κλήρου, που έχει η ελληνική αγροτική παραγωγή.

42. Στο σύνολο της μεταποίησης ο δείκτης κύκλου εργασιών παρουσίασε μετά το 2000 σταθερή ετήσια αύξηση 4% κατά μέσο όρο. Ωστόσο ορισμένοι κλάδοι (κλωστοϋφαντουργία, είδη ενδυμασίας, οικιακών συσκευών, μεταφορικών μέσων) εξακολουθούν να βρίσκονται σε πορεία επιδείνωσης. Αντίθετα, ιδιαίτερη δυναμική εμφανίζουν οι κλάδοι των ηλεκτρονικών υπολογιστών, των ιατρικών οργάνων, της ανακύκλωσης, της μεταλλουργίας, των διυλιστηρίων, των χημικών προϊόντων, των εκτυπώσεων. Σταθερή άνοδο παρουσιάζει η παραγωγή του τομέα της ενέργειας και των διαρκών καταναλωτικών αγαθών.

Ανοδική επίσης πορεία έχουν οι κλάδοι τηλεπικοινωνιών, παραγωγής ηλεκτρικών μηχανημάτων, βιομηχανικού εξοπλισμού, πλαστικών υλών, χρωμάτων, αρωματικών υλών, μεταλλικών προϊόντων.

Στον κλάδο των κατασκευών σημειώθηκε ετήσια μείωση του ρυθμού των επενδύσεων σε κατοικίες κατά 6,8%, μετά τη μεγάλη αύξηση κατά 21,5% το 2006.

Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση κεφαλαίου είναι ιδιαίτερα υψηλή στους κλάδους ενέργειας, επικοινωνιών και μεταφορών, ενώ παραμένει συγκριτικά χαμηλή στις κατασκευές και το εμπόριο, παρά την ισχυροποίηση των μονοπωλιακών ομίλων σε αυτούς τους τομείς την τελευταία τετραετία.

Σχετικά με την πορεία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης η στρατηγική της ΕΕ επιχειρεί να πετύχει δυο στόχους: Από τη μια να επιταχύνει τη συγκεκριμένη πορεία και από την άλλη να διατηρήσει ορισμένες ισορροπίες στην αναπαραγωγή του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου, ώστε να αποφευχθεί άμεση, βίαιη συρρίκνωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Στην Ελλάδα η προσπάθεια υλοποίησης αυτών των κατευθύνσεων αναβαθμίστηκε μετά το 2004 με ορισμένα μέτρα μείωσης της φορολογίας αλλά και αύξησης της κρατικής χρηματοδότησης για τις μικρές επιχειρήσεις, που βέβαια δεν μπορούν να αναιρέσουν τη γενική τάση μείωσης του μεριδίου αγοράς των μικρών επιχειρήσεων και αύξησης της εξάρτησής τους από το τραπεζικό και γενικότερα το μονοπωλιακό κεφάλαιο.

Ανισόμετρη ανάπτυξη

43. Η ανισόμετρη ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού αποτελεί μόνιμο οργανικό χαρακτηριστικό του. Τα περιφερειακά αναπτυξιακά προγράμματα δεν ήταν δυνατό να την καταργήσουν. Τα κυβερνητικά και ευρωενωσιακά αναπτυξιακά εργαλεία δεν μπορούν να ακυρώσουν τις συνέπειες του άναρχου χαρακτήρα της καπιταλιστικής παραγωγής και της όξυνσης του ανταγωνισμού μεταξύ των μονοπωλιακών ομίλων. Διαχειρίζονται και περιορίζουν άμεσα ορισμένα ακραία φαινόμενα ανισοτήτων.

Το 2006 το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Αττική έφτασε τα 26 χιλιάδες ευρώ, ενώ στη Δυτική Ελλάδα, την πιο φτωχή περιοχή της χώρας, τα 11,5 χιλιάδες ευρώ. Στις τελευταίες θέσεις βρίσκονται η Ανατολική Μακεδονία - Θράκη, το Βόρειο Αιγαίο και η Ηπειρος που παρουσίασε πολύ μικρό ρυθμό ετήσιας αύξησης την περίοδο 2005 - 2006. Αλλαγές παρουσιάστηκαν στη στρατηγική θέση ορισμένων νομών (π.χ. Θεσπρωτίας), λόγω της αναβάθμισής τους στους σχεδιασμούς μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων, που συνδέεται με αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας.

Το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων της μεταποίησης εκτός Αττικής την τριετία 2004-2006 υλοποιήθηκε στις Περιφέρειες της Πελοποννήσου, της Κεντρ. Μακεδονίας, της Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης. Αυξημένη συμμετοχή της μεταποίησης στη διάρθρωση του ΑΕΠ παρουσιάζουν οι νομοί Βοιωτίας, Εύβοιας, Φθιώτιδας στην Περιφέρεια της Στερεάς, ο νομός Κορινθίας στην Πελοπόννησο, οι νομοί Θεσσαλονίκης, Κιλκίς, Ημαθίας στην Κεντρ. Μακεδονία, οι νομοί Ξάνθης - Ροδόπης στην Ανατ. Μακεδονία και Θράκη.

Το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού υπηρετεί τις ανάγκες θωράκισης της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων και εναρμονίζεται με τις επιλογές της ΕΕ για ελεύθερη κίνηση κεφαλαίου - εργασίας - εμπορευμάτων - υπηρεσιών στην ευρωενωσιακή αγορά. Εδράζεται στην πολιτική περαιτέρω εμπορευματοποίησης της γης, της κατοικίας, των έργων υποδομών και περαιτέρω «απελευθέρωσης» στρατηγικών τομέων της οικονομίας. Καταργεί ορισμένους νομοθετικούς περιορισμούς στη χρήση γης με γνώμονα τη διευκόλυνση της επενδυτικής δράσης του κεφαλαίου, ιδιαίτερα στον τουρισμό, στην ενέργεια και στη βιομηχανία. Στηρίζει το εγχείρημα ανάδειξης της χώρας σε κόμβο μεταφορών, ενέργειας και τηλεπικοινωνιών στη ΝΑ Ευρώπη.

Αξονες της αστικής οικονομικής πολιτικής για το επόμενο διάστημαΟι επιπτώσεις τους στην εργατική τάξη

44. Το επόμενο διάστημα θα ενταθεί η επίθεση του κεφαλαίου με στόχο την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Θα ενταθεί η προσπάθεια εφαρμογής των κατευθύνσεων της ΕΕ σχετικά με την επέκταση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, της προσωρινής απασχόλησης, των ατομικών συμβάσεων, της οδηγίας Μπόλκεσταϊν. Θα επιταχυνθεί η εφαρμογή νομοθετικών ρυθμίσεων με στόχο την ανεμπόδιστη κίνηση εργαζομένων για άσκηση επαγγέλματος σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, μέσα από την «απελευθέρωση» της αγοράς υπηρεσιών και των λεγόμενων «κλειστών επαγγελμάτων» (π.χ. ελεύθεροι επαγγελματίες δικηγόροι, μηχανικοί, φαρμακοποιοί, ξεναγοί). Το συγκεκριμένο σχέδιο προωθείται παράλληλα με τις κατευθύνσεις της Μπολόνια στην εκπαίδευση, για αποσύνδεση του ακαδημαϊκού πτυχίου από τα επαγγελματικά δικαιώματα, με στόχο την επιτάχυνση της προλεταριοποίησης επιστημόνων.

Ταυτόχρονα, μέσα από το Επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ 2007-2013) η αστική πολιτική εξειδικεύει για το επόμενο διάστημα τους στόχους της και συσκοτίζει το ταξικό τους περιεχόμενο. Συγκαλύπτει την εκμεταλλευτική ουσία του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και εμφανίζει ως πανεθνικούς στόχους την ελκυστικότητα της χώρας στην προσέλκυση επενδύσεων, τη μετάβαση στη λεγόμενη «κοινωνία της γνώσης» κλπ.

Το ΕΣΠΑ στοχεύει να συγκεντρώσει και να αξιοποιήσει τους πόρους της ευρωενωσιακής και κρατικής χρηματοδότησης σε μεγάλα έργα και υποδομές που θα υπηρετήσουν τους στρατηγικούς της σχεδιασμούς (π.χ. μεγάλοι οδικοί άξονες, αναβάθμιση αεροδρομίων και λιμανιών, διάδοση της ευρυζωνικότητας). Μόνο το ΥΠΕΧΩΔΕ σχεδιάζει να δημοπρατήσει μεγάλα έργα ύψους 9 δισ. ευρώ.

Στην ίδια κατεύθυνση θα κινηθεί η εφαρμογή και η εξειδίκευση ανά Περιφέρεια του Εθνικού Χωροταξικού Σχεδίου, σε συνδυασμό με τη Διοικητική Μεταρρύθμιση της χώρας.

Η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων θα συνεχιστεί επίσης με επόμενους στόχους τη Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ), τα περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας Τουριστικής Ανάπτυξης (ΕΤΑ), την Ολυμπιακή, τα βασικά λιμάνια της χώρας, τον ΟΣΕ. Θα ενταθεί ο ανταγωνισμός των ισχυρότερων ευρωπαϊκών ομίλων για την είσοδο στρατηγικού επενδυτή στη ΔΕΗ ΑΕ.

Οξυνση του ανταγωνισμού των εγχώριων μονοπωλίων σε συμμαχία με ξένους ομίλους, κυρίως ευρωπαϊκούς, αναμένεται:

- Στον τομέα της ενέργειας, όπου δεν έχει ολοκληρωθεί η πορεία «απελευθέρωσης».

- Στον τομέα των κατασκευών, όπου συνεχίζεται η διαπάλη για την τελική διανομή της σχετικής χρηματοδότησης από το ΕΣΠΑ και τη διανομή των ΣΔΙΤ και των συμβάσεων παραχώρησης.

- Στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, όπου διευρύνεται η εγχώρια αγορά λόγω διάδοσης της ευρυζωνικότητας.

- Στον τομέα των τραπεζών, όπου διαμορφώνονται όροι για ένα νέο γύρο εξαγορών και συγχωνεύσεων.

- Στον κλάδο της χαλυβουργίας, μετά τη σύναψη συμμαχίας του ομίλου Στασινόπουλου με τον αμερικανικό όμιλο Nucor απέναντι στη Χαλυβουργική.

- Στην ακτοπλοΐα, για τον έλεγχο μεριδίων της αγοράς.

- Στον τομέα της Υγείας, όπου συνεχίζεται και θα ενταθεί η τάση για συγκέντρωση και συγκεντροποίηση κεφαλαίων που δραστηριοποιούνται στο χώρο.

Η ανάπτυξη των ευρυζωνικών δικτύων και η δυνατότητα παραγωγής ψηφιακού προγράμματος από τα ΜΜΕ οξύνουν τον ανταγωνισμό στο χώρο αυτό, αφού οι ιδιοκτήτες σταθμών θα διεκδικήσουν μερίδια αγοράς σ’ όλο το φάσμα της παραγωγής, διανομής, αλλά και προβολής οπτικοακουστικού εμπορεύματος (π.χ. αίθουσες ταινιών, εταιρείες μουσικών παραγωγών κλπ.). Η όξυνση του ανταγωνισμού οδηγεί και σε αναδιάρθρωση συμμαχιών στο χώρο των ΜΜΕ και σε ανοιχτές αντιπαραθέσεις με κορυφαίο παράδειγμα την αποχώρηση του ομίλου ΜΙG από τον ΣΕΒ (Βγενόπουλος - Δασκαλόπουλος). Δυναμώνει επίσης η αυτοτελής πίεση του ΣΕΒ, ώστε να επιταχυνθούν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις και ανάλογη αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος.

Η κατάσταση της εργατικής τάξης και των φτωχών τμημάτων των λαϊκών στρωμάτων θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο αν συνεχιστεί η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, πολύ περισσότερο αν εκδηλωθεί κρίση.

Το 2007 και περισσότερο το πρώτο εξάμηνο του 2008 γίνεται εμφανής η επιβράδυνση στο ρυθμό των επενδύσεων και της λαϊκής κατανάλωσης. Στον τομέα των κατασκευών καταγράφεται πλέον ύφεση που θα επιδράσει αρνητικά στο ρυθμό ανάπτυξης συγκεκριμένων κλάδων της μεταποίησης (π.χ. τσιμεντοβιομηχανία, κλάδος ξύλου).

Η κοινοτική ενίσχυση του εγχώριου κεφαλαίου μέσω του ΕΣΠΑ τροφοδοτεί προς το παρόν ένα σχετικά ανοδικό ρυθμό των επενδύσεων που συγκρατεί την κλιμάκωση της επιβράδυνσης. Ωστόσο, η ύφεση στην Ευρωζώνη και η άνοδος της τιμής του πετρελαίου θα ανακόψουν περισσότερο το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και μπορεί να επιδράσουν αρνητικά στον τομέα του τουρισμού και σε κλάδους της μεταποίησης με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα οδηγήσει σε διόγκωση του δημόσιου χρέους και θα αυξήσει τα βάρη εξυπηρέτησης του δανεισμού των λαϊκών νοικοκυριών. Οι εξελίξεις αυτές θα οδηγήσουν σε νέα αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος.

5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟ

Α. Η ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΝΔ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ, ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΚΕΙΝΗΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ

45. Η κυβέρνηση της ΝΔ, τόσο στην πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης όσο και στη δεύτερη, κινείται με συνέπεια και αποφασιστικότητα στην εκπόνηση και πραγματοποίηση του πακέτου των αλληλοεξαρτώμενων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και ιδιαίτερα στην επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων (π.χ. συρρίκνωση του καθεστώτος για τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, κατάργηση της κυριακάτικης αργίας), του ασφαλιστικού, εκπαιδευτικού και υγειονομικού-προνοιακού συστήματος.

Υιοθετώντας όλες τις αντιδημοκρατικές κατευθύνσεις και νόμους της ΕΕ ενίσχυσε το αντιδραστικό πολιτικό εποικοδόμημα, τους κρατικούς μηχανισμούς καταστολής σε βάρος των συνδικαλιστικών και ατομικών ελευθεριών.

Οπως συνέβη και τα προηγούμενα χρόνια, είτε κυβέρνηση ήταν πάλι η ΝΔ είτε το ΠΑΣΟΚ, αποκαλύπτονται πολιτικά σκάνδαλα χρηματισμού (προμήθειες για κρατικά συμβόλαια) κυβερνητικών και άλλων πολιτικών στελεχών συμβούλων στα υπουργεία. Ορισμένα αποκαλύπτονται, αφού έχει παρέλθει πολύς χρόνος, μέσα από τους ίδιους τους κόλπους του αστικού πολιτικού συστήματος. Η αποκάλυψή τους υπηρετεί τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους, αλλά και τις ανάγκες της δικομματικής αντιπαράθεσης. Αποπροσανατολίζει, λειτουργεί ως αντιπερισπασμός στην όξυνση των λαϊκών προβλημάτων. Τα σκάνδαλα και η σκανδαλοθηρία ως μέθοδος πολιτικής αντιπαράθεσης επιβεβαιώνουν τη διαφθορά και τη σήψη του αστικού πολιτικού συστήματος, που τα αστικά κόμματα εξηγούν με κριτήρια ατομικής ηθικής. Ομως, γίνεται ολοφάνερο ότι αναπτύσσονται στο έδαφος της σύμφυσης κράτους και μονοπωλίων, συνδέονται με τον ανταγωνισμό των επιχειρηματικών ομίλων για τα μερίδια στην αγορά, χρησιμοποιώντας και την εξαγορά στελεχών. Είναι εκδήλωση της σήψης και του παρασιτισμού του καπιταλιστικού συστήματος που παράγει και αναπαράγει τη διαφθορά συνειδήσεων.

46. Η κυβέρνηση της ΝΔ με την οικονομική, κοινωνική, εξωτερική κλπ. πολιτική της εκφράζει τα συμφέροντα της αστικής τάξης για την αύξηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και την αναβάθμιση της διεθνούς της θέσης.

Η ΝΔ ισχυρίζεται ότι ως κυβέρνηση, σε σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ, είναι σε θέση να συνδυάσει τις αναγκαίες για το κεφάλαιο μεταρρυθμίσεις με μια κοινωνική πολιτική υπέρ του λαού, πράγμα βεβαίως ασυμβίβαστο, που δεν το επιτυγχάνει ούτε στο επίπεδο των τακτικών ελιγμών.

Η φθορά της ΝΔ είναι δεδομένη, όμως ακόμα πίσω από τις πραγματικές διαστάσεις των συνεπειών της πολιτικής της.

Η ΝΔ επιστράτευσε επιχειρήματα που πατάνε στις αρνητικές συνέπειες της κυρίαρχης πολιτικής όλων των προηγούμενων χρόνων, κρύβοντας συνειδητά τον ταξικό χαρακτήρα των επιλογών, φορτώνοντας τα κακώς κείμενα στην ΠΑΣΟΚική διαχείριση. Κύρια επιλογή της είναι η διαχείριση της φτώχειας με τα ταμεία αλληλεγγύης, τον «εθελοντισμό», με εράνους μέσω ΜΚΟ στο πλαίσιο της «κοινωνικής αλληλεγγύης», τις χορηγίες με την αποκαλούμενη «φιλανθρωπία» των επιχειρηματιών, μέσω της «Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης» (ΕΚΕ).

Το κύριο θύμα της είναι η εργατική τάξη, η μισθωτή εργασία γενικότερα. Οι μικροϊδιοκτήτες αγρότες, οι μικροί επιχειρηματίες, ιδιαίτερα στο λιανικό εμπόριο, δέχονται επίσης μεγάλο χτύπημα, εξαιτίας της συγκέντρωσης του εμπορίου στα πολυκαταστήματα και γενικότερα στους εμπορικούς επιχειρηματικούς ομίλους που κατακτούν όλο και μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς.

Η πολιτική των επιλεκτικών παροχών δεν αφορά κλάδο ή περιοχή, αλλά μικρές ομάδες πληθυσμού που κινούνται κάτω από τα αναγνωρισμένα από την αστική στατιστική όρια της φτώχειας. Αντικαθιστά συστηματικά παλιότερες αστικές προσεγγίσεις με σύγχρονες επεξεργασμένες ενιαία στα επιτελεία της ΕΕ και των διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών, συνεχίζοντας και εδώ αντίστοιχη πρακτική του ΠΑΣΟΚ. Π.χ. προβάλλει την παροχή «ίσων ευκαιριών» αντί της εξασφάλισης δικαιωμάτων, ενώ διακηρύσσει την «ανταγωνιστικότητα» ως γενικό κριτήριο απόδοσης από τα κρατικά εκπαιδευτήρια και τα νοσοκομεία έως και τη λειτουργία των ΟΤΑ. Για το σκοπό αυτό δρομολόγησε τη μεταρρύθμιση της διοικητικής δομής της χώρας με το Σχέδιο «Καποδίστριας ΙΙ», ώστε να ενισχυθεί η τοπική και ενδιάμεση διοικητική μονάδα στη διαχείριση της κεφαλαιακής συσσώρευσης.

Στον ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και ΕΕ, η ΝΔ παίρνει θέση με κριτήριο τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης, με δεδομένο ότι η οικονομική θέση της στο σύστημα του ιμπεριαλισμού καθορίζεται κυρίως από τη θέση της στην ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτών των αντιθέσεων εμφανίζεται ως πολιτική δύναμη με αυτοτέλεια στη χάραξη της ενεργειακής πολιτικής της χώρας και αντίσταση στα ιδιοτελή συμφέροντα. Βέβαια, τόσο η Ελλάδα όσο και η ΕΕ διατηρούν ταυτόχρονα τη στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα μέσω του ΝΑΤΟ. Παράλληλα, η ΝΔ συνεχίζει την πολιτική του ΠΑΣΟΚ στη διαφοροποίηση των πηγών στρατιωτικού εξοπλισμού, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στις πολλαπλές πιέσεις που δέχεται από ηγετικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Συστηματικά φιλοτέχνησε μια δήθεν ανεξάρτητη στάση έναντι των πιέσεων στο ζήτημα του Κυπριακού, με την πολιτική ουδετερότητας απέναντι στο «Σχέδιο Ανάν», με την άρνησή της να υποχωρήσει στις πιέσεις για την επίλυση του προβλήματος με το όνομα της ΠΓΔΜ, με τη συμπαράταξή της στην αντίδραση της Ρωσίας στην άμεση ένταξη της Γεωργίας και της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.

Η πολιτική της ΝΔ δεν έχει καμία σχέση με τη λαϊκή αντίσταση στις ιμπεριαλιστικές δεσμεύσεις και πιέσεις ούτε συνιστά πολιτική ανεξαρτησίας. Εκφράζει τις διαθέσεις της αστικής τάξης της χώρας να πάρει μέρος στους ανταγωνισμούς, με στόχο να διεκδικήσει μια καλύτερη θέση στη διανομή των αγορών, να μη χάσει την όποια πλεονεκτική θέση κατέκτησε στα Βαλκάνια.

Το φαινόμενο αυτό, δηλαδή η ελληνική αστική τάξη, τα αστικά κόμματα να εμφανίζουν ορισμένες αντιστάσεις ή να ελίσσονται ανάμερα στα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα δεν είναι καινούργιο, καθώς ανάλογα φαινόμενα υπήρχαν και στη μεταπολεμική περίοδο. Η τάση αυτή σχετίζεται με την όξυνση των αντιθέσεων μέσα στην ΕΕ και την ανάδυση νέων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων παγκόσμια.

Ο βασικός πυρήνας της αστικής τάξης, ο πιο δυναμικός πυρήνας του κεφαλαίου ακολουθεί απέναντι στη ΝΔ την ίδια στάση που είχε απέναντι στη διακυβέρνηση ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Κ. Σημίτη. Αν και υπηρετήθηκε και από τις δύο διακυβερνήσεις, αποφεύγει να ταυτίζεται πλήρως με το κυβερνών κόμμα. Ασκεί κριτική προς την κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά και τα άλλα αστικά κόμματα, για δισταγμό να προωθήσουν πιο γρήγορα και αποφασιστικά τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις και για καθυστερήσεις στην προσαρμογή των κρατικών υπηρεσιών και της Δημόσιας Διοίκησης.

Η συγκεκριμένη κριτική έχει και πραγματική αφετηρία, αφού οι οικονομικοί παράγοντες είναι λιγότερο άμεσα δεσμευμένοι από την πολιτική διαχείρισης και προσεταιρισμού των εργαζομένων. Παράλληλα έχει και προληπτικό χαρακτήρα αντιμετώπισης ενδεχόμενων αναστολών της εκάστοτε κυβέρνησης μπροστά στον κίνδυνο συρρίκνωσης της κοινοβουλευτικής δύναμης.

Β. Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ

47. Το ΠΑΣΟΚ είναι επίσης κόμμα της αστικής τάξης, που δοκιμάζεται από μακροχρόνια κρίση. Πρόκειται για κρίση της σοσιαλδημοκρατίας και της δυνατότητας να ενσωματώνει λαϊκές δυνάμεις, αφού ταυτίζεται στρατηγικά με τη ΝΔ σε συνθήκες ευρωενωσιακής αγοράς και προώθησης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Εχει χάσει τη δυνατότητα να χειραγωγεί - όπως πριν - τα εργατικά και λαϊκά στρώματα στο όνομα του «κοινωνικού κράτους», του «τρίτου δρόμου» σε σχέση με τον καπιταλισμό και το σοσιαλιστικό σύστημα που τότε υπήρχε.

Η κρίση του πυροδοτεί διεργασίες για την προετοιμασία περάσματος σε κυβερνήσεις συνεργασίας ανάμεσα στα δύο αστικά κόμματα ή σε κυβερνήσεις συνεργασίας με κόμματα που κινούνται στα πλαίσια της αστικής διαχείρισης με τη μορφή κεντροδεξιάς ή κεντροαριστεράς συνεργασίας ή για το σχηματισμό νέων κομμάτων. Βέβαια, η αστική τάξη της χώρας ενδιαφέρεται να διατηρηθεί το ΠΑΣΟΚ ως ο ένας πόλος της δικομματικής κυβερνητικής εναλλαγής, προσπαθεί να τονώσει ένα κλίμα ανάκαμψής του, ώστε να διατηρηθεί το κλίμα δικομματικής πόλωσης, με στόχο να επανεγκλωβιστούν σε αυτό λαϊκές δυνάμεις, να παρεμποδιστούν διεργασίες ριζοσπαστικοποίησής τους.

Η επιχείρηση ανάκαμψης του ΠΑΣΟΚ ευνοείται από τη διεθνή οικονομική συγκυρία που απαιτεί ορισμένες εκ νέου άμεσες κρατικές παρεμβάσεις για τη σωτηρία των χρηματοπιστωτικών κολοσσών από τη χρεοκοπία, όπως συνέβη στις ΗΠΑ.

Γ. Η ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ ΩΣ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΑΝΑΧΩΜΑΤΟΣ

48. Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ ενσαρκώνει με τον πιο αυθεντικό τρόπο την ουσία του οπορτουνισμού, ως δύναμη στήριξης του αστικού πολιτικού συστήματος και της πολιτικής διαχείρισης της κρίσης του καπιταλισμού, ανάχωμα της τάσης ριζοσπαστικοποίησης λαϊκών δυνάμεων.

Ανεξάρτητα από συγκυριακές περιπτώσεις απολαμβάνει τη στήριξη του συστήματος, καθώς εκτιμάται ότι μπορεί να συμβάλει στην αναδόμηση και αναζωογόνηση του εναλλακτικού πόλου αστικής διακυβέρνησης σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ.

Ανεξάρτητα αν χρειαστεί στο αμέσως επόμενο διάστημα η συνδρομή του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ σε κυβερνήσεις συνεργασίας, απολαμβάνει τη στήριξη ως δύναμη αναχώματος προς το ΚΚΕ.

Αξιοποιείται ως δύναμη ανώδυνης εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας, παρεμπόδισης της πολιτικής συμμαχιών του ΚΚΕ, πίεσής του στην κατεύθυνση εγκατάλειψης της ιδεολογικοπολιτικής αυτοτέλειάς του.

Το πρόγραμμά του έχει σοσιαλδημοκρατικό χαρακτήρα και εκφράζει την επιδίωξη να καταλάβει ηγεμονική θέση στο χώρο ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ. Οι διαφωνίες και αντιθέσεις εντός του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ ως συμμαχικού σχήματος δε διαφέρουν από τις τυπικές διαφωνίες τακτικής ανάμεσα στις διάφορες μερίδες της σοσιαλδημοκρατίας.

Ο ΣΥΝ παραμένοντας στις πάγιες προγραμματικές του θέσεις διαχείρισης του συστήματος, κάτω από την πίεση της δράσης του Κόμματος και του κινήματος και στην προσπάθειά του να μην ταυτιστεί με το ΠΑΣΟΚ, εμφανίζει μεγαλύτερη ευελιξία στην τακτική, επιχειρώντας να δείξει μια «αριστερή» στροφή. Κύριο στόχο έχει να αποσπάσει όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ, ώστε να διεκδικήσει από θέση ισχύος μερίδιο στην κυβερνητική συνεργασία.

Οι προγραμματικές του θέσεις απευθύνονται κυρίως σε ανώτερα μεσαία στρώματα, σε τμήματα μισθωτών που έχουν σχετικά υψηλότερα εισοδήματα και σταθερότητα δουλειάς, ενώ με τις γενικότερες θέσεις του δεν αμφισβητεί τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.

Οι θέσεις του κινούνται στην ιστορικά ξεπερασμένη κεϋνσιανή πολιτική μερικής αναδιανομής, κρατικού ελέγχου και ρύθμισης, ανεφάρμοστα σε συνθήκες απελευθερωμένων αγορών. Η κυριότερη έκφραση του οπορτουνισμού, που ακυρώνει τις όποιες διεκδικήσεις του υπέρ των εργαζομένων, είναι η θέση του υπέρ της ΕΕ ως μονόδρομου της προσαρμογής στη λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση». Θέση του είναι ότι σε εθνικό, ακόμα και ευρωπαϊκό, επίπεδο δεν μπορεί να γίνει ριζική αλλαγή, παρά μόνο ως αποτέλεσμα παγκόσμιας αλλαγής του συσχετισμού δύναμης.

Σε κρίσιμες φάσεις στηρίζει την κυρίαρχη πολιτική, ενώ σε περιόδους που βλέπει θετικές διεργασίες υποστηρίζει ανώδυνες μεταρρυθμίσεις, υιοθετεί αντικαπιταλιστική φρασεολογία, χωρίς αντίκρισμα στις θέσεις, στα αιτήματα και τις προτάσεις του. Ιδιαίτερα επιζήμια είναι η θέση του απέναντι στα προβλήματα της νεολαίας και στο κίνημά της, υιοθετώντας θέσεις και πρακτικές αναρχοαυτόνομης κατεύθυνσης, διαλυτικές για το κίνημα. Η πολιτική του πρακτική χαρακτηρίζεται από καιροσκοπισμό, αφερεγγυότητα.

Δ. ΑΛΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

49. Ο ΛΑ.Ο.Σ. είναι ένα κλασικό εθνικιστικό και ρατσιστικό αστικό κόμμα που στοχεύει να διαμορφώσει εκλογική και πολιτική δύναμη ανάμεσα στα πιο εξαθλιωμένα και χωρίς παραδόσεις συνδικαλιστικής δράσης λαϊκά τμήματα. Εχει επιρροή σε πιο παραδοσιακά συντηρητικά μικροαστικά στρώματα που στήριζαν τη ΝΔ. Στο Κοινοβούλιο ψηφίζει βασικά νομοσχέδια της ΝΔ, αυτοχαρακτηρίζεται ως το δεύτερο κόμμα της «παράταξης» και εκδηλώνει την ετοιμότητά του για κυβερνητική συνεργασία με τη ΝΔ. Και στο Ευρωκοινοβούλιο ψηφίζει από κοινού με τη ΝΔ σε ζητήματα στρατηγικής σημασίας για την πορεία της ΕΕ.

Η τακτική του είναι να συγκαλύπτει και να θολώνει με λογοκοπία και αποπροσανατολιστικά συνθήματα την ιδεολογική του ταυτότητα, που πυρήνας της είναι η υπηρέτηση του καπιταλιστικού συστήματος και της κυρίαρχης πολιτικής.

Εκφράζει θέσεις υπέρ τού να διεκδικήσει η αστική τάξη της χώρας μεγαλύτερο μερίδιο στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ρατσιστικά, εθνικιστικά συνθήματα και επιχειρηματολογία, με όρους πατριδοκαπηλίας και με κούφιο αντιαμερικανισμό.

Ο ΛΑ.Ο.Σ. επανειλημμένα έχει αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντι-ΚΚΕ επίθεση με τη μέθοδο της γκαιμπελικής προπαγάνδας, σε συγχορδία με την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και την ανοχή του ΣΥΝ σε αρκετές περιπτώσεις.

50. Ορισμένες οικολογικές Κινήσεις που συγκροτούν πολιτικούς σχηματισμούς υποστηρίζουν θέσεις και προτάσεις που είναι ενσωματωμένες στις επιλογές της ΕΕ και των μονοπωλίων. Αποσπούν τη διαχείριση του περιβάλλοντος από τις σχέσεις οικονομίας - πολιτικής, από το χαρακτήρα της ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής. Γι’ αυτό και δεν μπορούν αντικειμενικά να συγκροτήσουν φιλολαϊκή πολιτική διεξόδου.

Ε. Η ΤΑΣΗ ΑΠΟΔΥΝΑΜΩΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΟΜΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΑΛΛΑΓΗΣΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

51. Οι εθνικές εκλογές του 2007, αλλά και οι γενικότερες εξελίξεις καταδεικνύουν ότι η δικομματική εναλλαγή αυτοδύναμων κυβερνήσεων των αστικών κομμάτων δεν είναι εξασφαλισμένη. Η αποδυνάμωση είναι αποτέλεσμα των όποιων θετικών διεργασιών έχουν συντελεστεί στη λαϊκή συνείδηση τα τελευταία χρόνια, ως συνέπεια πριν απ’ όλα της πλήρους ταύτισης των δύο κομμάτων στη στρατηγική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Το αποτέλεσμα αυτό σχετίζεται με τη δράση του Κόμματος, που αποκάλυψε το χαρακτήρα και την ταύτιση της πολιτικής τους, καθώς και τα σενάρια ανασύνθεσης του αστικού πολιτικού συστήματος.

Στις σημερινές συνθήκες, η αστική τάξη και τα κόμματά της δεν έχουν παραιτηθεί από τη δικομματική εναλλαγή. Στο πλαίσιο αυτό έγινε και η αλλαγή του εκλογικού νόμου από την κυβέρνηση της ΝΔ, ώστε να εξασφαλιστεί ικανή πριμοδότηση στο πρώτο σε εκλογική δύναμη αστικό κόμμα. Παράλληλα, μεθοδεύεται και η αλλαγή σε σχέση με την ψήφο των μεταναστών, που υπολογίζεται ότι θα ενισχύσει τα δύο αστικά κόμματα και τη δικομματική εναλλαγή.

Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ εξακολουθούν να προβάλλουν το επιχείρημα της αναγκαιότητας αυτοδύναμης αστικής κυβέρνησης, γιατί - όπως δηλώνουν- αφ’ ενός οι κυβερνήσεις συνεργασίας πάντα παρουσιάζουν προβλήματα συνοχής και ενότητας και αφ’ ετέρου δεν έχει ακόμη ωριμάσει ένα τέτοιο κυβερνητικό ενδεχόμενο, ικανό να επιτύχει τη λαϊκή συναίνεση, να εξουδετερώσει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Παράλληλα, εκφράζονται και ζυμώνονται προβληματισμοί ανίχνευσης και προετοιμασίας διαμόρφωσης κυβέρνησης, σε ενδεχόμενο μη αυτοδυναμίας, σταθερά προσηλωμένης στην υπηρέτηση του συστήματος και ταυτόχρονα ικανής να παρεμποδίσει και να υπονομεύσει την άνοδο της ταξικής πάλης και της πολιτικής της αντιμονοπωλιακής συμμαχίας. Μια από τις βασικές επίσης προϋποθέσεις για να επιτύχει το πείραμα συνεργασίας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ή ΝΔ και ΛΑ.Ο.Σ. ή ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ είναι να παρεμποδιστεί η άνοδος της επιρροής και της δύναμης του ΚΚΕ.

52. Η αστική τάξη, ο πιο σκληρός πυρήνας της, επιθυμεί ταχύτητα στη λήψη αντιδραστικών μέτρων και εκσυγχρονισμών. Σε αυτή τη βάση κρίνει τον πολιτικό παράγοντα που χειρίζεται τις αναδιαρθρώσεις, υπολογίζοντας και τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Οι φυσικές ενώσεις των επιχειρηματιών, στην πρώτη γραμμή στελέχη του ΣΕΒ, «τολμούν» να θέσουν το ζήτημα της πιο ριζικής αλλαγής του πολιτικού σκηνικού, με δημιουργία νέων σύγχρονων αστικών κομμάτων, ασκώντας κριτική στα σημερινά αστικά και κυβερνητικά κόμματα, καταλογίζοντάς τους ότι δεν παρακολουθούν τις εξελίξεις και δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες των καιρών. Στην ουσία η κριτική τους αφορά:

- Το ότι δεν κατάφεραν και τα δύο κόμματα να επιβάλουν σιγή στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, στο όποιο επίπεδο αυτή αναπτύσσεται. Δεν πέτυχαν την πλήρη κυριαρχία του «κοινωνικού εταιρισμού», αν και στην πλειοψηφία των οργάνων του συνδικαλιστικού κινήματος κυριαρχούν δυνάμεις ενσωματωμένες και υποταγμένες στην αστική πολιτική. Η βασική τους κριτική εστιάζεται στο ότι το ΠΑΣΟΚ - και λιγότερο η ΝΔ που φοβάται το ΠΑΣΟΚ - δε συγκρούεται με τις συντεχνίες. Στην εκτίμηση αυτή αντανακλάται και η σοβαρή προσπάθεια του Κόμματος να συμβάλει στην ανάπτυξη της πάλης, των λαϊκών αγώνων.

Το ότι ο ανταγωνισμός ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ για το κυβερνητικό πηδάλιο - και μάλιστα στη βάση δεξιά-αντιδεξιά, εκσυγχρονισμός ή συντήρηση - δυσκολεύει το πέρασμα της συναίνεσης, οδηγεί σε αντιστάσεις στο όνομα της αντιπολίτευσης, ενώ δεν υπάρχουν στρατηγικές διαφορές μεταξύ τους.

Το ότι ο ανταγωνισμός των δύο κομμάτων συντελείται και στο επίπεδο διαμόρφωσης κομματικού μηχανισμού μέσα στους μηχανισμούς της κεντρικής και τοπικής διοίκησης μέχρι τα κάτω και στο κίνημα μέσω ρουσφετολογίας, με αποτέλεσμα να μη λειτουργούν τα σύγχρονα αστικά αξιοκρατικά κριτήρια.

53. Σημαντική ευελιξία στους χειρισμούς και σταθερότητα στη γενική στρατηγική του κεφαλαίου δείχνουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και γενικότερα οι μηχανισμοί επικοινωνίας - προπαγάνδας που βρίσκονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία στα χέρια επιχειρηματικών ομίλων και συγκεντρώνουν μεγάλο αριθμό εργαζομένων με διαφορετικές εργασιακές σχέσεις. Τα κρατικά και ιδιωτικά ΜΜΕ εκφράζουν τα γενικά συμφέροντα του κεφαλαίου, των μονοπωλίων και ειδικότερα τα συγκεκριμένα συμφέροντα του ιδιοκτήτη. Επιδιώκουν να διατηρηθεί η δικομματική εναλλαγή και, παράλληλα, να προετοιμαστεί το έδαφος για την ανασύνταξη του αστικού πολιτικού σκηνικού. Ανεξάρτητα από το αν υπηρετούν περισσότερο ή λιγότερο τον ένα από τους δύο πόλους, τελικά ασκούν πίεση για να προχωρήσουν οι αναδιαρθρώσεις, να χτυπηθεί το κίνημα και να ενσωματωθεί. Παρεμβαίνουν στην ανάδειξη και καθιέρωση πολιτικών παραγόντων που εκτιμούν ότι μπορεί να διαδραματίσουν έναν πιο χρήσιμο ρόλο για το σύστημα, είτε ως νέα και δήθεν άφθαρτα πρόσωπα είτε ως περισσότερο ικανά. Βγάζουν στην επιφάνεια, ή το αντίθετο συγκαλύπτουν, σκάνδαλα και αντιθέσεις στο εσωτερικό των κομμάτων, ώστε να ασκούν επιρροή στα κόμματα εξουσίας και γενικά στα κόμματα που μπορεί να προσφέρουν στη διαχείριση ή στην εκτόνωση της λαϊκής δυσαρέσκειας.

Τα ΜΜΕ στην πλειοψηφία τους συστηματικά αποσιωπούν και διαστρεβλώνουν τις θέσεις του ΚΚΕ. Δεν τηρούν ούτε τους τυπικούς κανονισμούς στην αναλογική διάθεση τηλεοπτικού χρόνου. Εμφανίζουν το ΚΚΕ με ανεδαφική ή ξεπερασμένη πρόταση, ως κόμμα επικίνδυνο για το λαό λόγω της πολιτικής του ρήξης με το σύστημα. Πληθαίνουν συνεχώς οι αντικομμουνιστικές και αντισοσιαλιστικές εκπομπές, με στόχο την παραχάραξη της ιστορικής πραγματικότητας, τη συκοφαντία και τη δυσφήμηση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα.

Τα επιχειρηματικά συγκροτήματα στο χώρο των ΜΜΕ επεκτείνουν την πολιτική τους παρέμβαση και στο κίνημα, στηρίζοντας κατά περίπτωση συντεχνιακές αντιπαραθέσεις και μαζικές δραστηριότητες εκτόνωσης και ενσωμάτωσης ή χρησιμοποιούν το κίνημα, προκειμένου να στηρίξουν το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΝ.

Οι εξελίξεις στους κοινωνικούς αγώνες και στα κινήματα

54. Οι θετικές διεργασίες στη συνείδηση ή και αφορμές για θετικό προβληματισμό στους εργαζόμενους που προκαλούν οι εξελίξεις στην οικονομία, στον κοινωνικό τομέα, αλλά και οι διεθνείς εξελίξεις, η μαχητική δράση του Κόμματος, προσκρούουν στην κακή κατάσταση του εργατικού και γενικότερου κινήματος, στο γεγονός ότι παραμένουν ακόμα ισχυρές οι συνέπειες από την υποχώρηση του επαναστατικού κινήματος που τροφοδότησε μια βαθιά υποχώρηση της επαναστατικής συνείδησης. Οι συνέπειες της αντεπανάστασης δεν έχουν ολοκληρωθεί τόσο στην Ευρώπη όσο και ευρύτερα. Επομένως, σε συνθήκες ανερχόμενης λαϊκής δυσαρέσκειας ισχυροποιείται και το έδαφος για την ανάπτυξη του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού. Η ενίσχυση του ρεφορμισμού και οπορτουνισμού στην Ελλάδα στηρίζεται και στο γεγονός ότι στην περιφέρεια της αστικής τάξης, των μονοπωλίων, αναπαράγονται μεσαία στρώματα, αλλά και εξαγοράζονται από το κεφάλαιο νέα μισθωτά τμήματα, στα οποία στηρίζεται η πολιτική συμμαχιών του κεφαλαίου. Χαρακτηριστικό είναι ότι μέσω των ΣΔΙΤ, των εργολάβων που διεισδύουν σε όλους σχεδόν τους κλάδους και στα έργα στρατηγικής σημασίας, αλλά και των ευρωενωσιακών μηχανισμών, των διάφορων μελετητικών γραφείων και επιτροπών, όπως και μέσω της συμμετοχής στα ΔΣ των επιχειρήσεων ως εκπροσώπων των εργαζομένων κλπ. διαμορφώνεται ένα ιδιαίτερο στρώμα με ισχυρά συμφέροντα σαν στεφάνη των μονοπωλίων και των ιδιωτικοποιημένων υπηρεσιών.

Επιπλέον, εμφανίζονται νέες διαφοροποιήσεις στις γραμμές της εργατικής τάξης, με βάση τις εργασιακές σχέσεις και το ύψος των μισθών. Οι νεότερες ηλικίες, οι γυναίκες και οι μετανάστες βιώνουν τις άμεσες συνέπειες των νέων εργασιακών σχέσεων, έχουν μικρότερα εισοδήματα και κυρίως εργασιακή ανασφάλεια, όμως δεν έχουν πείρα, αντιμετωπίζουν ισχυρές πιέσεις και εκβιασμούς από τις συνέπειες της αντιλαϊκής πολιτικής και την εργοδοτική τρομοκρατία. Στον ίδιο εργασιακό χώρο και στον ίδιο κλάδο υπάρχουν τέτοιες διαφορές, σε συνθήκες κυριαρχίας του κυβερνητικού, του εργοδοτικού συνδικαλισμού, του ρεφορμισμού που οδηγούν σε αντιπαραθέσεις, σε κατακερματισμένη και περιορισμένη δράση.

55. Στο διάστημα που μεσολάβησε από το 17ο Συνέδριο αναπτύχθηκαν σημαντικοί αγώνες με την πρωτοπόρα δράση των ταξικά προσανατολισμένων δυνάμεων, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν, σε κλαδικό και επιχειρησιακό επίπεδο, κατά των ιδιωτικοποιήσεων και απολύσεων, σε ζητήματα εργασιακών σχέσεων, κατά της καθυστέρησης καταβολής μισθών και αποζημιώσεων από την εργοδοσία.

Το ΠΑΜΕ, ως συσπείρωση των ταξικά προσανατολισμένων συνδικαλισμένων δυνάμεων, αναδείχτηκε σε πρωτοπόρα δύναμη, διεύρυνε τα πεδία παρέμβασης και επιρροής του, συνέβαλε στην ευρύτερη διάδοση του αγωνιστικού ταξικού πλαισίου πάλης, άσκησε σοβαρή πίεση μέσα στις γραμμές του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος σε όλα τα βασικά μέτωπα πάλης, όπως στην Κοινωνική Ασφάλιση, στον αγώνα για τις συλλογικές συμβάσεις, την Παιδεία και την Υγεία, τα εργατικά «ατυχήματα» και τις επαγγελματικές ασθένειες, τα προβλήματα των εργαζομένων γυναικών. Αναντικατάστατος αποδείχτηκε ο ρόλος του στις πανελλαδικές απεργίες, στην πρωτοβουλία του να εξαγγείλει απεργίες σε κλάδους που βρίσκονταν στο στάδιο διαπραγμάτευσης της συλλογικής σύμβασης, ύστερα μάλιστα από την επαίσχυντη συμφωνία ΓΣΕΕ και ΣΕΒ.

Στις κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ σημειώθηκε διευρυμένη συμμετοχή από εργοστάσια και μάλιστα ανοργάνωτων εργατών και εργατριών που για πρώτη φορά έπαιρναν μέρος σε δράση.

Από τους πιο σημαντικούς αναδείχτηκε ο αγώνας των ναυτεργατών, που έδωσε μια μαχητική απάντηση και στην επιστράτευση. Ιδιαίτερη θέση κατέχουν οι αγώνες των εργαζομένων στον τομέα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η πάλη για μονιμοποίηση των εκτάκτων. Ξεχωρίζουν οι αγώνες εργοστασιακών εργατών σε εργοστάσια που έκλεισαν ή σε χώρους όπου η εργοδοσία καθυστερεί αποζημιώσεις και μισθούς, όπως στη Νάουσα. Σημαντικές ήταν οι κινητοποιήσεις στη Ζώνη του Περάματος, που ήταν συστηματικές και επαναλαμβανόμενες.

Ξεχωριστή σημασία έχουν οι παρεμβάσεις κατά των απολύσεων που πέτυχαν επαναπρόσληψη απολυμένων για συνδικαλιστική δράση κλπ.

Σοβαρό γεγονός με δυναμική και πλούσια πείρα αποτελούν οι αγώνες των μεταναστών εργατών γης στην Ηλεία, που συνιστούν την πρώτη σοβαρή οργάνωσή τους για διεκδίκηση ίσων μεροκάματων και αντιμετώπιση των άθλιων συνθηκών διαβίωσης.

Οι αγώνες που αναπτύχθηκαν στις πρώην ΔΕΚΟ από κλάδους με καλύτερους μισθούς και περισσότερη εργασιακή ασφάλεια δεν εμπνέουν τους εργάτες, τους νέους εργαζόμενους, καθώς δεν αμφισβητούν την κυρίαρχη πολιτική. Πρόκειται για αγώνες που χαρακτηρίζονται από συντεχνιασμό, δείχνουν συνειδητή αδιαφορία για τους εργαζόμενους με νέες εργασιακές σχέσεις, για τους εργαζόμενους σε εργολάβους. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες αυτού του προσανατολισμού αρνούνται να τους εγγράψουν στα σωματεία.

Οι δυνατότητες διαφάνηκαν στις προσπάθειες των ταξικών δυνάμεων να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για την οργάνωση της δράσης των εργαζομένων με τις νέες εργασιακές σχέσεις σε κλάδους με μεγάλη συγκέντρωσή τους.

Σημαντικές και συνεχείς ήταν οι κινητοποιήσεις των συνταξιούχων για τις συντάξεις πείνας, το κόστος και την ποιότητα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς ο αριθμός των συνταξιούχων, λόγω και των μέτρων πρόωρης συνταξιοδότησης στις πρώην ΔΕΚΟ. Το κίνημα των συνταξιούχων μπορεί και πρέπει να πάρει μαζικότερο χαρακτήρα με την ενεργητική συμμετοχή των νέων συνταξιούχων. Είναι σημαντική συνιστώσα του γενικότερου εργατικού και λαϊκού κινήματος.

Οι αγώνες συνδέθηκαν και με το πρόβλημα της ακρίβειας, με τον αυξανόμενο πληθωρισμό στα είδη διατροφής, στο ηλεκτρικό ρεύμα και γενικότερα το κύμα ανατιμήσεων που πλήττει συνολικά το βιοτικό επίπεδο, εξαιτίας της σχετικής και απόλυτης μείωσης του πραγματικού εισοδήματος λόγω των χαμηλών μισθών και συντάξεων πείνας.

56. Σημαντικής εμβέλειας και διάρκειας ήταν οι αγώνες στο χώρο της Παιδείας, ιδιαίτερα οι φοιτητικοί και σπουδαστικοί αγώνες, οι μαθητικοί, οι αγώνες των εκπαιδευτικών. Χάρη στους αγώνες αυτούς, το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης της Παιδείας, η προώθηση των αποφάσεων της Μπολόνια και της στρατηγικής της Λισσαβόνας του 2000 έγιναν ευρύτερα γνωστά. Οι αγώνες αυτοί συνάντησαν μεγαλύτερη αλληλεγγύη και συμπαράσταση από κάθε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια.

57. Στο ίδιο διάστημα έκανε πιο ορατή την παρουσία της η ΠΑΣΥ, αγωνιστική αγροτική συσπείρωση, επηρέασε θετικά την ανάπτυξη ορισμένων αγώνων, διέδωσε ευρύτερα, σε σύγκριση με το παρελθόν, το αγωνιστικό πλαίσιο δράσης.

Πολλοί κλάδοι αγροτών προχώρησαν σε τοπικές κινητοποιήσεις, ιδιαίτερα εκείνοι που δέχτηκαν ισχυρά κτυπήματα από την αναθεώρηση της νέας ΚΑΠ. Οι κινητοποιήσεις της αγροτιάς στράφηκαν κυρίως σε αιτήματα αμυντικά, με διεκδικήσεις για τη διαφύλαξη ενός στοιχειώδους ανεκτού εισοδήματος. Οι κινητοποιήσεις της αγροτιάς ήταν κατώτερες σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι προωθήθηκε η ΚΑΠ και ένα σημαντικό μέρος της αγροτιάς εκτοπίστηκε από την παραγωγή.

58. Κινητοποιήθηκαν και ορισμένοι κλάδοι αυτοαπασχολούμενων που η κυβερνητική πολιτική πλήττει με μέτρα επιτάχυνσης της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Θετικές εμφανίζονται οι προσπάθειες συντονισμού δράσης των αγωνιστικών δυνάμεων στο χώρο των αυτοαπασχολούμενων, ακόμα όμως βρίσκονται πίσω από τις ανάγκες.

59. Στο διάστημα αυτό αναπτύχθηκαν περισσότερο από πριν κινητοποιήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, τις πυρκαγιές, τα δάση, το μολυσμένο νερό, τις συνέπειες από την έλλειψη αντισεισμικής προστασίας, το πρόβλημα των ελεύθερων ακτών, την κατάληψη των ακτών από επιχειρήσεις με επιβολή εισιτηρίων κλπ.

60. Θετική αναδείχτηκε η παρέμβαση του πανελλαδικά οργανωμένου αγωνιστικού γυναικείου κινήματος με τις θέσεις και τα αιτήματα - στόχους πάλης, που έγιναν αντικείμενο βαθύτερης επεξεργασίας και με κύρια αιχμή τις πολύπλευρες συνέπειες που ασκούν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στη γυναικεία εργασία και ανεργία, στην καθημερινότητα της λαϊκής οικογένειας, στη ζωή της γυναίκας που βιώνει οξύτερες διακρίσεις, ενώ σηκώνει πολλαπλά βάρη. Η αποτελεσματικότητα του κινήματος αυτού θα ήταν μεγαλύτερη αν είχε στηριχτεί σε όλη την κλίμακα του Κόμματος και του κινήματος με ταξικό προσανατολισμό, αν είχε εμπλουτιστεί με συγκεκριμένη δράση και από τα κάτω, πιο κοντά στις γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων που υποφέρουν, δυσκολεύονται όμως να δράσουν ακόμα και όταν έχουν διάθεση, λόγω της ασφυκτικής έλλειψης ελεύθερου χρόνου.

61. Αξιοσημείωτες αγωνιστικές δραστηριότητες υπήρξαν για την υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών του λαού. Παρ’ όλα αυτά, ήταν αναντίστοιχες με τη σφοδρότητα της επίθεσης που δέχονται οι εργαζόμενοι στους χώρους εργασίας, στην οργάνωση των απεργιών και άλλων μορφών κινητοποίησης, στις διαδηλώσεις, στις διώξεις Ελλήνων και μεταναστών εργατών. Οι αντιστάσεις και δραστηριότητες στράφηκαν ενάντια στην εντεινόμενη κρατική καταστολή και την εργοδοτική τρομοκρατία, ανέδειξαν τον ταξικό χαρακτήρα των νόμων και των θεσμών, της αστικής νομιμότητας και δικαιοσύνης, του κράτους και της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Με την παρέμβαση των ταξικών συνδικάτων αναδείχτηκε καλύτερα από πριν το πρόβλημα δημοκρατίας στους τόπους δουλειάς, δόθηκαν νικηφόρες μάχες ενάντια σε τρομοκρατικές απολύσεις συνδικαλιστών εργατών και εργατριών.

62. Το φιλειρηνικό κίνημα στη χώρα μας χρειάζεται να συμβάλει ακόμα περισσότερο στην ενημέρωση και κινητοποίηση του λαού και κυρίως της νεολαίας, γύρω από τις εξελίξεις στο ΝΑΤΟ, τη στρατιωτικοποίηση της ΕΕ, τις αρνητικές εξελίξεις στα Βαλκάνια κι αλλού, τη συστηματική εμπλοκή της Ελλάδας, την ανάπτυξη νέων μετώπων πάλης, το ρίζωμα του κινήματος στους τόπους δουλειάς και στους χώρους κατοικίας, με πολύμορφη δράση. Επίσης, να εντείνει ακόμα περισσότερο τη διεθνή πλευρά της δράσης του, ιδιαίτερα τη συνεργασία με κινήματα σε Ευρώπη και Μ. Ανατολή.

Εκτίμηση του συσχετισμού σε κοινωνικό επίπεδο

63. Οι αγώνες που αναπτύχθηκαν αντανακλούν τη λαϊκή δυσαρέσκεια, τη διάθεση να υπερασπιστούν οι εργαζόμενοι τις όποιες κατακτήσεις έχουν απομείνει από τη διαδοχική διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Ομως ήταν κατώτεροι και σε μορφές, αλλά και σε κατεύθυνση και αιτήματα σε σύγκριση με το κύμα της επίθεσης που δέχονται μισθωτοί, μικροϊδιοκτήτες, αγρότες και αυτοαπασχολούμενοι.

Παραμένουν ακόμα ενεργοί αντικειμενικοί παράγοντες που είχαν επισημανθεί από το Κόμμα, τόσο στο 17ο Συνέδριο όσο και σε μετέπειτα βασικά ντοκουμέντα του. Τέτοιοι παράγοντες είναι:

α) Ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και γενικότερα στο λαϊκό κίνημα. Ο ρόλος της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ αποδεικνύεται επιζήμιος και σημαντικό εμπόδιο στην ανάπτυξη και μαζικοποίηση της ταξικής πάλης, του εργατικού κινήματος. Υπονομευτικός είναι και ο ρόλος του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που στηρίζει τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, συνεργάζεται μαζί τους με αντάλλαγμα την εκλογή σε όργανα ή σε αντιπροσώπους στα συνέδρια.

Η αλλαγή συσχετισμού δύναμης σε βάρος των κυβερνητικών, εργοδοτικών, ρεφορμιστικών συνδικαλιστικών δυνάμεων δυσχεραίνεται ως ένα βαθμό από διαρθρωτικά προβλήματα, από τις πολλαπλές εργασιακές σχέσεις που συνοδεύονται από τη μεθοδική προσπάθεια ίδρυσης πολλών σωματείων στον ίδιο χώρο δουλειάς, ώστε να παρεμποδίζεται η διαμόρφωση ενιαίας ταξικής συνείδησης και δράσης. Η δράση των ταξικά προσανατολισμένων δυνάμεων για την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης γίνεται πιο δύσκολη σήμερα. Απαιτείται ιδιαίτερη προσπάθεια στα πρωτοβάθμια σωματεία με στόχο την κατά κλάδο ενιαία οργάνωση κατά νομό, ανεξάρτητα από εργασιακές σχέσεις. Η οργάνωση των δυνάμεων του ΠΑΜΕ κατά κλάδο μπορεί να δώσει νέα ώθηση στην ανάδειξη ταξικά προσανατολισμένων δυνάμεων και στη βελτίωση του συσχετισμού.

Απαιτείται αποφασιστική βελτίωση της κομματικής καθοδήγησης των δυνάμεων στα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια σωματεία σε συνδυασμό με τη σχεδιασμένη προσπάθεια συσπείρωσης δυνάμεων.

β) Η επίδραση που άσκησε και θα ασκεί και στο άμεσο μέλλον η νίκη της αντεπανάστασης, που προκάλεσε γενικότερη υποχώρηση της επαναστατικής συνείδησης.

γ) Η απογοήτευση που γεννά το προχώρημα των αναδιαρθρώσεων και οι συνέπειες που φέρνουν στις συνθήκες δουλειάς και ζωής για ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων.

64. Οι νέες συνθήκες που διαμορφώνουν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις απαιτούν στρατηγική αντεπίθεσης με προοπτική τη λαϊκή νίκη στο επίπεδο της εξουσίας, γεγονός που απαιτεί επιλογή ρήξης, αντοχή στις δυσκολίες, ετοιμότητα για θυσίες.

Το κίνημα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων πρέπει να αποκτήσει σε βάθος αντιμονοπωλιακό αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό, εδραιωμένο στην ταξική πάλη και στην κοινωνική συμμαχία, διαφορετικά οι αγώνες δε θα φέρνουν αποτελέσματα, ανακατατάξεις.

Οι συνθήκες και οι εξελίξεις, από τη μια, δημιουργούν νέες δυσκολίες, αλλά, από την άλλη, διαμορφώνουν το έδαφος για να ευδοκιμήσει ο σπόρος του ριζοσπαστισμού.

Οι αντικειμενικοί παράγοντες που οδηγούν στην ενσωμάτωση διαδραματίζουν το συγκεκριμένο ρόλο τους σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν έχουν ακόμα διαταραχτεί σε τέτοιο βαθμό για ένα μέρος της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων οι όροι αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Η τάση όμως αυτή θα ενισχυθεί στην πορεία και γι’ αυτό μεγαλώνουν και οι απαιτήσεις δράσης του Κόμματος.

65. Ο ρόλος του Κόμματος μεγαλώνει, καθώς αποτελεί σήμερα το μοναδικό παράγοντα που μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση των αντικειμενικών αυτών παραγόντων, στην ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης. Οι υποχρεώσεις και οι ευθύνες του Κόμματος μεγαλώνουν, καθώς η επίθεση στα λαϊκά δικαιώματα, στο εισόδημα και στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων θα ενταθεί, θα δυναμώσει η κρατική τρομοκρατία και καταστολή.

Η άρχουσα τάξη, τα κόμματα εξουσίας και όλοι οι μηχανισμοί του συστήματος αναπτύσσουν μελετημένη παρέμβαση για την καταστολή του κινήματος και την ενσωμάτωση των αντιδράσεων. Ομως, δεν έχει δοκιμαστεί η δύναμη της ταξικής πάλης, η λαϊκή αντεπίθεση, η δύναμη της κοινωνικής συμμαχίας. Βεβαίως, το λαϊκό κίνημα, όσο και ν’ ανέβει σε δύναμη και μαχητικότητα, δεν μπορεί να ανατρέψει συνολικά τη γενική στρατηγική, δίχως να έχει επιτύχει την ανατροπή του συσχετισμού στο επίπεδο της εξουσίας. Εχει τη δυνατότητα, εφ’ όσον αντιμετωπίσει τα οξυμένα προβλήματά του, να δυσκολέψει αντιλαϊκές επιλογές, να αποσπάσει έστω και κάποιες προσωρινές παραχωρήσεις, να κερδίσει χρόνο, προκειμένου να ανασυνταχθεί και να περάσει σε αντεπίθεση έως τη νίκη.

6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ

Α. ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΤΗΣ ΟΛΟΠΛΕΥΡΗΣ ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ

66. Οδηγός για την εκτίμηση της πορείας του Κόμματος αποτελεί το κύριο καθήκον που προσδιόρισε το 17ο Συνέδριο: Η ολόπλευρη ισχυροποίηση του ΚΚΕ, ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική, η οποία αποτελεί τον αναγκαίο όρο για την οικοδόμηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου (ΑΑΔΜ) και την ανάπτυξη του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού αγώνα. Αυτός ο αγώνας κάτω από προϋποθέσεις μπορεί να οδηγήσει στην κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, στο σοσιαλισμό, που συνιστά τη μοναδική απάντηση στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα, στην καπιταλιστική καταπίεση και στην εκμετάλλευση.

Το 17ο Συνέδριο ανέδειξε ως βασική αδυναμία του Κόμματος την ενιαία δουλειά με βάση τη στρατηγική σε όλους τους κρίκους, από την ΚΕ που έχει και την πρώτη ευθύνη έως την ΚΟΒ. Υπογράμμιζε τη σημασία να κατακτηθεί η ικανότητα δημιουργικής εξειδίκευσης της στρατηγικής στο χώρο, κατά κλάδο, κατά περιοχή, κατά κίνημα. Να δοθεί βάρος στην κομματική οικοδόμηση ιδιαίτερα στους κλάδους και τις επιχειρήσεις, να ενισχυθούν οι υπάρχουσες ΚΟΒ στους τόπους δουλειάς. Ανέδειξε τη σημασία που έχει να προχωρήσει η αναδιάταξη δυνάμεων, ώστε να συγκεντρωθεί η προσοχή στην εργατική τάξη και την κατά κλάδο δουλειά, να προσανατολιστεί στην εργατική τάξη και τη νεολαία η δραστηριότητα των Οργανώσεων που συγκροτούνται σε εδαφική βάση.

Το συνέδριο υπογράμμιζε επίσης τη σημασία του συνδυασμού της ιδεολογικοπολιτικής δουλειάς με τα οργανωτικά μέτρα που διευκολύνουν τον προσανατολισμό στο εργατικό κίνημα πριν απ’ όλα και στη νεολαία, ώστε αυτός να αποκτά πρακτικό χαρακτήρα.

67. Τα τέσσερα χρόνια που διανύθηκαν συνιστούν μια ιδιαίτερης σημασίας περίοδο στη συνολική δράση του Κόμματος των τελευταίων 20 χρόνων, γιατί έγινε πιο συστηματική και επίμονη προσπάθεια να συγκεντρωθεί η προσοχή στην αφομοίωση της στρατηγικής του Κόμματος, του Προγράμματός του, να προωθείται ενιαία η δράση στη βάση της στρατηγικής.

Το ΚΚΕ έκανε θετικά βήματα, ώστε να γίνει ένα κόμμα πιο έμπειρο, ατσαλωμένο, να δρα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Να στέκεται, όσο είναι δυνατόν, στο ύψος των περιστάσεων, ανάλογα με τις εξελίξεις, τις στροφές και τις καμπές του αγώνα. Δε χωρά αυτοϊκανοποίηση και επανάπαυση, γιατί ακόμα ο στόχος αυτός δεν έχει φτάσει σε υψηλό βαθμό εκπλήρωσης. Παραμένει ακόμα στόχος προς κατάκτηση.

68. Στο διάστημα που μεσολάβησε έγινε μια ορισμένη προσπάθεια να καλλιεργηθεί το έδαφος για τη διεύρυνση των συσπειρώσεων που έχουν συγκροτηθεί τα προηγούμενα χρόνια στο εργατικό κίνημα, στο αγροτικό, στο χώρο των αυτοαπασχολούμενων και μικρών επιχειρηματιών, προσπάθεια ενταγμένη στη συγκρότηση του ΑΑΔΜ. Χάρη στις προσπάθειες του Κόμματος και την κοινή δράση με συνεργαζόμενες δυνάμεις και άλλους αγωνιστές και αγωνίστριες, οι συσπειρώσεις αυτές έχουν σταθεροποιηθεί, σημειώθηκε μια ορισμένη διεύρυνση, ιδιαίτερα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα με τη συνεργασία με μεγαλύτερο αριθμό σωματείων. Ξεκίνησαν οι πρώτες προσπάθειες για το συντονισμό των συσπειρώσεων αυτών. Διαμορφώνεται ένα ριζοσπαστικό ρεύμα που εκτιμά το ρόλο του Κόμματος και τις θέσεις του, πράγμα που εκδηλώθηκε και στις εθνικές εκλογές του 2007, αλλά και στη συμμετοχή σε δραστηριότητες που αναπτύσσει το Κόμμα, στις συσπειρώσεις όπου συμμετέχει. Η κοινωνική συμμαχία που αποτελεί θεμέλιο και για τη συγκρότηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο.

Παραμένει επίκαιρη η εκτίμηση που περιέχεται στο Πρόγραμμα του Κόμματος ότι η δημιουργία του Μετώπου θα έχει ως αφετηρία την προώθηση της αντιμονοπωλιακής συμμαχίας στο κοινωνικό επίπεδο, στο έδαφος της ταξικής πάλης. Θα προωθείται όσο κερδίζει έδαφος η αναγκαιότητα ανατροπής στο επίπεδο της εξουσίας, όσο αποκτά ευρύτερη επιρροή η πολιτική πρόταση του Κόμματος, όσο πιο γρήγορα ισχυροποιείται ολόπλευρα το ΚΚΕ και ενισχύεται ο ταξικός πόλος στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.

Ο σπόρος για το Μέτωπο καλλιεργήθηκε πιο συγκεκριμένα την περίοδο αυτή, κυρίως γιατί το ΚΚΕ άνοιξε ευρύτερα στο λαό την εναλλακτική πρόταση εξουσίας, που εκλαϊκεύεται τώρα πιο πλατιά, πιο μεθοδικά. Η λαϊκή πείρα σήμερα είναι πιο πλούσια λόγω των συνεπειών που προκύπτουν από τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.

69. Το ΚΚΕ έχει σοβαρή συμβολή στις εσωτερικές εξελίξεις, στους μεγάλους αγώνες και κινητοποιήσεις των εργαζομένων και της νεολαίας, στις θετικές διεργασίες συνείδησης που σημειώνονται, ανεξάρτητα αν ακόμα δεν αποκρυσταλλώνονται σε μια ευρύτερη αντιμονοπωλιακή αντιιμπεριαλιστική συνείδηση. Συστηματικά και με επιχειρήματα αποκάλυψε την ταύτιση στρατηγικής ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, το ρόλο του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού. Συνέβαλε στην ανάπτυξη και νέων μετώπων αντίστασης στις κυβερνητικές επιλογές, με αποτέλεσμα την επιβράδυνση των αναδιαρθρώσεων.

Το ΚΚΕ πολύ έγκαιρα έθεσε πλατιά και καθαρά το ζήτημα ότι οι εργαζόμενοι θα ωφεληθούν από την αποδυνάμωση και των δύο κομμάτων εξουσίας και από την οποιαδήποτε δυσκολία στη λειτουργία του αστικού πολιτικού συστήματος. Με τόλμη έθεσε το καθήκον του λαϊκού κινήματος να αξιοποιεί οποιαδήποτε μορφή κρίσης του πολιτικού συστήματος, κόντρα στα παραπλανητικά και εκβιαστικά τρομοκρατικά διλήμματα, σε ριζική αντίθεση με τη στάση όλων των άλλων κομμάτων, που με κάθε τρόπο ενδιαφέρονται για την ευρυθμία και ισχύ του αστικού πολιτικού συστήματος. Το ΚΚΕ άνοιξε με καθαρό, επιθετικό και συγκεκριμένο τρόπο το θέμα της ρήξης και ανατροπής με στόχο την αλλαγή στο επίπεδο της εξουσίας.

Αποκάλυψε τα σχέδια διαδοχής του κλασικού δικομματικού συστήματος εναλλαγής, στην περίπτωση που αυτό εξαντλήσει τις δυνατότητές του. Απογύμνωσε τον πραγματικό χαρακτήρα των διάφορων μορφών διαχείρισης, τα ιδεολογήματα της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού για μια δήθεν φιλολαϊκή διαχείριση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και της «απελευθερωμένης» ευρωενωσιακής αγοράς.

Η πολιτική και μαζική δράση του ΚΚΕ προκαλεί τα συγκεντρωμένα πυρά του συστήματος, από την άλλη υποχρεώνει σε αρκετές περιπτώσεις και τις δυνάμεις που αντιπολιτεύονται την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά και την ίδια την κυβέρνηση, να παίρνουν υπόψη τις θέσεις του. Προβαίνουν σε ορισμένους φραστικούς ελιγμούς, που βεβαίως παραπλανούν, όμως συνιστούν και το μέτρο της απήχησης της στρατηγικής μας, των θέσεων και αιτημάτων μας. Αναγνωρίζουν την όξυνση των λαϊκών προβλημάτων, προσπαθούν όμως συστηματικά να αποκρύβουν τις αιτίες και βεβαίως το δρόμο επίλυσής τους. Οργανώνουν συστηματικά την ιδεολογική αντεπίθεση συκοφαντώντας και διαστρεβλώνοντας την πορεία σοσιαλιστικής οικοδόμησης στον 20ό αιώνα ώστε να αθωώσουν και να εξιδανικεύσουν το καπιταλιστικό σύστημα.

Χωρίς το ΚΚΕ και την ιδεολογικοπολιτική του παρέμβαση στην αντιπαράθεση με τις αστικές πολιτικές δυνάμεις και τον οπορτουνισμό, θα υπήρχαν χαμηλότερης έντασης αγώνες, με μεγαλύτερη άνεση θα προωθούνταν οι αναδιαρθρώσεις.

70. Η βασανιστική πορεία ανασυγκρότησης του Κόμματος που ξεκίνησε από το 14ο Συνέδριο φέρνει πιο ορατά αποτελέσματα και αποκρυσταλλώματα αυτή την τετραετία. Αμβλύνονται σταδιακά οι βασικές αδυναμίες στην ιδεολογικοπολιτική δουλειά του Κόμματος, στον προσανατολισμό του στην εργατική τάξη. Καλύφθηκε μια ορισμένη απόσταση που το χώριζε από το στόχο να δουλεύει ικανοποιητικά με βάση τη στρατηγική του. Με μεγαλύτερη ικανότητα εξειδικεύει και προσαρμόζει τη γενική πολιτική γραμμή του στα γενικότερα λαϊκά προβλήματα, στην ανάδειξή τους και στην ενότητά τους, αλλά και κατά κλάδο, κατά περιοχή, στην εξειδίκευση και προσαρμογή στην πολιτική αναμέτρηση και μαζική πάλη. Με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα προχώρησε η αναδιάταξη των δυνάμεων για την ενίσχυση της δουλειάς μας στην εργατική τάξη, στην κομματική οικοδόμηση στα εργοστάσια και χώρους εργασίας.

Εγινε πρόοδος στη διαμόρφωση θέσεων σε ζητήματα της σύγχρονης ιδεολογικοπολιτικής πάλης. Πρόοδος σημειώθηκε στην οργάνωση της εσωκομματικής μόρφωσης που οργανώνεται κεντρικά από την ΚΕ και τοπικά από τις Επιτροπές Πόλεων και Περιοχών, τόσο με τη λειτουργία σχολών όσο και σεμιναρίων. Βελτιώθηκε επίσης το σύστημα της εσωκομματικής μόρφωσης που οργανώνει το ΚΣ της ΚΝΕ.

Διευρύνθηκε η παρέμβαση του Κόμματος σε μέτωπα πάλης όπου τα προηγούμενα χρόνια είχε σχετική υστέρηση, όπως σε ζητήματα πολιτικής προστασίας, κοινωνικών υποδομών, πρόληψης και πρόνοιας, για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, προστασίας περιβάλλοντος, αντισεισμικής θωράκισης, ζητήματα διαχείρισης του νερού.

Η πραγματοποίηση της Πανελλαδικής Σύσκεψης για την εξειδίκευση της πολιτικής μας στις γυναίκες εξοπλίζει το Κόμμα με μια πιο επεξεργασμένη κατεύθυνση, σε συνθήκες που συνειδητοποιείται καλύτερα από τα καθοδηγητικά όργανα η σημασία της δράσης, ώστε να βοηθηθούν οι γυναίκες να οργανώνονται και να παλεύουν, να δυναμώσει η πολιτική συνείδηση. Αναπτύχθηκε μια ορισμένη δουλειά στις γυναίκες σε περιόδους πολιτικών αναμετρήσεων και σε περίοδο που ψηφίζονταν αντεργατικοί νόμοι.

Σήμερα στο επίπεδο των Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών υπάρχει καλύτερη γνώση πώς εκφράζεται η γενική πολιτική στο συγκεκριμένο χώρο, τι αλλαγές συντελούνται, ποιες είναι οι συνέπειες. Η τάση αυτή βεβαίως πρέπει να ενισχυθεί και να απλωθεί παρακάτω, στο χώρο της κάθε ΚΟΒ.

71. Σημαντικό επίσης γεγονός αποτέλεσε η πραγματοποίηση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του Κόμματος για τη δουλειά στη νεολαία και τη βοήθεια στην ΚΝΕ. Στη βάση των αποφάσεών της διαμορφώνονται καλύτερες προϋποθέσεις στην κατανόηση του κοινωνικο-ταξικού χαρακτήρα της παρέμβασης στη νεολαία, στην ικανότητα αντιμετώπισης των προβλημάτων, στη συγκρότηση και δράση του νεολαιίστικου κινήματος. Τα όργανα του Κόμματος καθοδηγούν καλύτερα τις δραστηριότητες και πρωτοβουλίες της ΚΝΕ.

Η ΚΝΕ είναι σήμερα εξοπλισμένη με τις αποφάσεις του 9ου Συνεδρίου της, οι οποίες ανταποκρίνονται θετικά και με ευστοχία στην επεξεργασία της στρατηγικής του Κόμματος στο χώρο της νεολαίας. Η πορεία της είναι συνολικά θετική. Εμφανίζει μεγαλύτερη ικανότητα και ωριμότητα στην ανάπτυξη της δράσης της για τα οξυμένα προβλήματα της εργαζόμενης, μαθητικής και σπουδαστικής νεολαίας. Βελτίωσε σημαντικά τον προσανατολισμό δράσης της στους χώρους εργασίας της νεολαίας, στη νεολαία που βιώνει τα προβλήματα της εργασιακής περιπλάνησης και των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, τα προβλήματα των νέων ζευγαριών.

Το σχετικά καινούριο θετικό στοιχείο είναι ότι διεύρυνε το περιεχόμενο δράσης στη νεολαία με το σύνολο των σύγχρονων αναγκών. Επεξεργάστηκε καλύτερα τα ζητήματα της δράσης της στο μαθητικό και φοιτητικό - σπουδαστικό κίνημα, κατέκτησε καλύτερο προσανατολισμό στο αντίστοιχο μαζικό κίνημα, στις κινητοποιήσεις. Επεξεργάζεται την τακτική της στα ΑΕΙ και ΤΕΙ, σε ένα σύνθετο και δύσκολο χώρο, όπου πέρα από τις Οργανώσεις των Νεολαιών των άλλων πολιτικών κομμάτων δρουν αναρχοαυτόνομες αντικομμουνιστικές ομάδες, οι οποίες σε συνεργασία με τις δυνάμεις του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ δρουν διαλυτικά και αποπροσανατολιστικά στο κίνημα. Η ΚΝΕ βελτίωσε το ιδεολογικό της μέτωπο απέναντι στα αστικά, μικροαστικά ρεύματα στο χώρο της νεολαίας, προβάλλει πιο συγκροτημένα την πολιτική πρόταση του Κόμματος, με επεξεργασμένες θέσεις για τα ιδιαίτερα προβλήματα της νεολαίας.

72. Το ΚΚΕ, αξιοποιώντας τα 90 χρόνια από την ίδρυσή του, τα 90 χρόνια της Σοσιαλιστικής Οχτωβριανής Επανάστασης, τα 60χρονα του ΔΣΕ και της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών, ανέπτυξε ευρύτερη και πολύμορφη πολιτική και πολιτιστική δράση, βελτίωσε το ιδεολογικό του μέτωπο απέναντι στις αστικές θεωρίες και τον οπορτουνισμό.

Ανταποκρίθηκε καλύτερα από κάθε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια στην προσπάθεια κομμουνιστικής, επαναστατικής διαπαιδαγώγησης των νέων κομμουνιστών, στην απόκρουση αντιεπιστημονικών και αντικομμουνιστικών απόψεων σε θέματα Ιστορίας.

Μεγάλης σημασίας είναι το γεγονός ότι αποκρυσταλλώθηκαν τα αποτελέσματα της παραπέρα μελέτης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στον 20ό αιώνα, για τις αιτίες νίκης της αντεπανάστασης. Προχώρησε σημαντικά η μελέτη της Ιστορίας του Κόμματος της περιόδου 1949-1974. Δε στάθηκε όμως δυνατό να καταφέρει η ΚΕ ν’ αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε όλο το Κόμμα, ώστε πριν από το Συνέδριο να έχει ολοκληρωθεί η συλλογική επεξεργασία.

73. Το ΚΚΕ έχει ενισχύσει το ρόλο του, πρώτα απ’ όλα επειδή με σταθερότητα πρόβαλε την πολιτική του πρόταση, την ανάγκη ρήξης με την εξουσία του κεφαλαίου, την ανάγκη για τη συγκρότηση της συμμαχίας του Μετώπου για τη Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία. Ανέπτυξε σημαντική δράση για την εκλαΐκευση της πρότασης εξουσίας.

Ταυτόχρονα, έκανε προσπάθεια να ενισχυθεί η δράση του στο μαζικό κίνημα και σε ακόμα μεγαλύτερο εύρος λαϊκών προβλημάτων. Επίσης ανέπτυξε τη θεωρητική ιδεολογική και μελετητική δουλειά του, ώστε να έχει τη δυνατότητα πρόγνωσης, να εκτιμά αντικειμενικά και σε βάθος τις εσωτερικές και διεθνείς εξελίξεις στο πεδίο της οικονομίας, σε βασικούς κλάδους, στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής, σε ζητήματα θεσμών και δημοκρατίας, σε συνδυασμό με την αντίστοιχη μελέτη των εξελίξεων στην ΕΕ, γενικότερα των αντιθέσεων και ανταγωνισμών στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Προσπάθησε να προσεγγίζεται όλο και πιο πολύ η ενότητα πρωτοπόρας θεωρίας - πρωτοπόρας πράξης.

Η βελτίωση των επεξεργασιών του Κόμματος συμβάλλει στη διαμόρφωση στόχων συσπείρωσης και συμμαχίας από τα κάτω, βοηθάει στην εκλαΐκευση της πρότασης για το Μέτωπο, τη Λαϊκή Εξουσία - Οικονομία, αποδεικνύει τη ρεαλιστικότητα και επικαιρότητα του σοσιαλισμού.

Βελτιώθηκε επίσης το ιδεολογικό μέτωπο και η διαφώτιση από τον «Ριζοσπάστη» και την ΚΟΜΕΠ. Συμβολή είχαν, επίσης, ο ραδιοφωνικός σταθμός «902 Αριστερά στα FΜ» και η τηλεόραση.

Η εκτίμηση αυτή δεν παρακάμπτει το γεγονός ότι αυτή η κατεύθυνση του Κόμματος δεν εφαρμόζεται πάντα πετυχημένα. Υπάρχει ανάγκη συνεχώς να ελέγχεται και να κρίνεται η απόδοση, να διορθώνονται έγκαιρα αδυναμίες και ελλείψεις.

Εγινε προσπάθεια έγκαιρης επεξεργασίας της γραμμής και τακτικής μας στις εκλογικές μάχες, σε καμπάνιες για μεγάλα ζητήματα. Πάρθηκαν κεντρικές πολιτικές πρωτοβουλίες με στόχο να γίνουν υπόθεση και να στηριχτούν σε κλαδικό και τοπικό επίπεδο, στο επίπεδο των ΚΟΒ.

Βεβαίως δεν πρέπει να υπάρξει καμία επανάπαυση, καθώς ο ταξικός αντίπαλος με στήριγμα το ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό ρίχνει βάρος να ανακόψει την πρόοδο του Κόμματος, να παρεμποδίσει την ευρύτερη επιρροή του, την ανάπτυξη πιο στενών και ουσιαστικών ιδεολογικοπολιτικών δεσμών με την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα. Ομως σήμερα δεν είναι 1990-1991. Ο αντίπαλος δεν μπορεί να πετύχει αυτό που θέλει και γιατί σήμερα υπάρχει μεγαλύτερη εμπειρία και ωριμότητα στο Κόμμα, αλλά και στο λαό έχει συσσωρευτεί μεγαλύτερη πείρα. Το ΚΚΕ είναι σε θέση σήμερα να αντιμετωπίζει επιθετικά και με επεξεργασμένες θέσεις την ιδεολογική επίθεση που δέχεται.

74. Γενικό συμπέρασμα είναι ότι έχουν διαμορφωθεί καλύτερα από πριν εκείνες οι προϋποθέσεις που συνιστούν εφαλτήριο για μια δυναμική πορεία του Κόμματος τα επόμενα χρόνια. Αυτό επιτρέπει να κυριαρχήσει πνεύμα μαχητικής αισιοδοξίας ότι τα επόμενα χρόνια το Κόμμα θα ανεβάσει την προσφορά του πολύ πιο κοντά στο ύψος των μεγάλων απαιτήσεων του αγώνα. Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να υποτιμηθούν οι αντικειμενικές δυσκολίες που υπάρχουν και οι πολύμορφες συνέπειες και στο εθνικό επίπεδο, από τη νίκη της αντεπανάστασης στο διεθνές κίνημα, που για αρκετά χρόνια θα επενεργούν. Η εκτίμηση αυτή επιφορτίζει όλο το Κόμμα με νέες υποχρεώσεις. Βασική προϋπόθεση για την κατάκτηση μεγαλύτερης ικανότητας και επάρκειας, είναι να διατηρούνται και αναπτύσσονται, να γενικεύονται έως το επίπεδο της ΚΟΒ όλα τα θετικά χαρακτηριστικά που αναδεικνύονται την τετραετία αυτή.

Β. ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ

75. Η ιδεολογικοπολιτική ισχυροποίηση του ΚΚΕ, η άνοδος της επίδρασής του στο κίνημα και στον ιδεολογικό αγώνα δε συνοδεύονται από ανάλογα βήματα στην οργανωτική του ισχυροποίηση, στη μεγαλύτερη αύξηση των ρυθμών στρατολογίας από την εργατική τάξη, στην ενίσχυση των υπαρχουσών ΚΟΒ στους χώρους εργασίας, στη δημιουργία νέων.

Το κέντρο βάρους στις προσπάθειες του Κόμματος πρέπει να ριχτεί στο εργατικό δυναμικό στη βιομηχανία, στους παραδοσιακούς κλάδους της μεταποίησης που απασχολούν έμπειρο εργατικό δυναμικό και στους νέους βιομηχανικούς κλάδους που αναπτύσσουν δυναμική, απασχολούν νέους σε ηλικία εργάτες και σε εκείνα τα τμήματα που δέχονται την πιο σφοδρή επίθεση. Με αφετηρία το δυναμικό αυτό, είναι δυνατό να διευρυνθεί και να απλωθεί η δράση στην πορεία σε όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης.

Εκδήλωση της υστέρησης αποτελεί και η χαμηλή καθημερινή κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη» που είναι αναντίστοιχη με τον αριθμό των κομματικών μελών και των μελών της ΚΝΕ, με τον κύκλο των φίλων και οπαδών του Κόμματος. Η χαμηλή κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη» δυσκολεύει τη διάδοση των θέσεων του Κόμματος και την εκλαΐκευση της πολιτικής του, μειώνει την ικανότητά του να αναπτύσσει ιδεολογικοπολιτικούς δεσμούς με τους πιο πρωτοπόρους εργάτες και εργάτριες, επιδρά και στην υστέρηση της κομματικής οικοδόμησης. Δίχως τη μελέτη και αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη» δε θα έχουμε αποτελέσματα και στη βελτίωση της προπαγάνδας, αλλά και στην καλή λειτουργία των Οργάνων και των ΚΟΒ, στην κομματική οικοδόμηση.

Η οργανωτική ισχυροποίηση του Κόμματος - ειδικά στις σημερινές συνθήκες προσωρινής ήττας και υποχώρησης του επαναστατικού κινήματος και της επαναστατικής συνείδησης - είναι πιο σύνθετο καθήκον. Η ιδεολογικοπολιτική ισχυροποίηση προφανώς αποτελεί βασική προϋπόθεση, όμως δεν εξαρτάται αποκλειστικά από αυτή. Σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται και από αντικειμενικές συνθήκες. Οσο το εργατικό κίνημα δε βρίσκεται στο ύψος των απαιτήσεων, όσο, δηλαδή, ένα μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης παραμένει ενσωματωμένο, δε συνειδητοποιεί τη δύναμή του, δε βλέπει διέξοδο, θα παραμένουν στον ένα ή τον άλλο βαθμό δυσκολίες που επιδρούν στην κομματική οικοδόμηση και στην αύξηση των οργανωμένων δυνάμεων του Κόμματος.

Για να πυκνώσουν οι γραμμές του Κόμματος με νέο αίμα, για να περάσουμε από τους αργούς σε πιο γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης που προσδίδουν δυναμική και προοπτική στο Κόμμα, πρέπει η ιδεολογικοπολιτική ισχυροποίηση να εκφράζεται συγκεκριμένα στη δουλειά των ΚΟΒ. Η ένταξη σήμερα στο ΚΚΕ απαιτεί να γίνονται μεγαλύτερα βήματα στη συνείδηση. Επομένως, απαιτείται η συνδυασμένη δράση για τα προβλήματα με την αυτοτελή ιδεολογικοπολιτική δουλειά και την ένταση της ιδεολογικής διαπάλης στις γραμμές του κινήματος.

Απαιτείται σχεδιασμένα και με τη βοήθεια της ΚΕ και των Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών, των Νομαρχιακών και Αχτιδικών Επιτροπών να βοηθιούνται οι ΚΟΒ να συγκεντρώνουν τη δράση τους στις μικρότερες ηλικίες της εργατικής τάξης και στη νεολαία.

Αναπόσπαστο στοιχείο της κομματικής οικοδόμησης αποτελεί η βοήθεια προς την ΚΝΕ, η συστηματική διαπαιδαγωγητική δουλειά του Κόμματος στα μέλη της, ώστε να προετοιμάζονται κατάλληλα να αποκτήσουν τον τιμημένο τίτλο του μέλους του Κόμματος, να ανανεώνει το στελεχικό δυναμικό με νέους εργάτες και εργάτριες, νέους εργαζόμενους.

Οι Κομματικές Οργανώσεις να διαμορφώνουν μάχιμες εφεδρείες, διατηρώντας συνεχείς και σταθερούς δεσμούς με τους εργαζόμενους και τη νεολαία, με πολλαπλές μορφές και κυρίως με ενημέρωση, συζήτηση και ώθηση να παίρνουν ενεργό μέρος στο κίνημα, στη δράση. Δηλαδή, να υπάρχει μόνιμη ουσιαστική επαφή που να μην περιορίζεται σε περιόδους γενικών κινητοποιήσεων ή στις εκλογικές αναμετρήσεις. Οι συσκέψεις με φίλους και οπαδούς είναι μόνιμος τρόπος δουλειάς και επικοινωνίας και έτσι πρέπει να γίνεται κατανοητός από τα Οργανα και τις ΚΟΒ.

76. Η ΚΕ εκτιμά ότι η υστέρηση οφείλεται και σε ορισμένους υποκειμενικούς παράγοντες, οι οποίοι αναδείχτηκαν από το 17ο Συνέδριο, που παρά τη βελτίωση παραμένουν σήμερα ως αιτία που δυσκολεύει την κατάκτηση ενός ανώτερου σχετικά επιπέδου. Αυτοί επιδρούν άμεσα ή και έμμεσα στο εύρος, στην ποιότητα των δεσμών και στην προετοιμασία - πραγματοποίηση των στόχων της οικοδόμησης.

Το πρόβλημα είναι πρώτα απ’ όλα ο προσανατολισμός της ΚΕ στο καθήκον της δουλειάς στην εργατική τάξη, με ό,τι αυτό σημαίνει. Ιδιαίτερο ζήτημα είναι να αναβαθμίζονται συνεχώς και σταθερά το περιεχόμενο και οι μορφές δουλειάς στο συνδικαλιστικό κίνημα, παίρνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες συνθήκες. Απαιτείται συχνός έλεγχος, μέτρα ενίσχυσης της καθοδήγησης κατά κλάδο, μέτρα βοήθειας των καθοδηγητικών οργάνων.

Η πολλαπλότητα εργασιακών σχέσεων, η σύνθεση του κλάδου κατά φύλο και ηλικία πρέπει πολύ σοβαρά να υπολογίζονται στην πρακτική δράση. Απαιτείται γνώση της κατάστασης του κάθε κλάδου παραγωγής, αλλά και του εμπορίου, του βαθμού μονοπώλησης, του ενδοκλαδικού και διακλαδικού ανταγωνισμού, των διεθνών εξελίξεων, αντίστοιχα. Να υπάρχει συγκεκριμένη εικόνα για την πολιτική της εργοδοσίας απέναντι στην εργατική τάξη και γενικότερα στους μισθωτούς, όπως είναι η πολιτική μισθών, επιδομάτων, οι συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας, οι βλαπτικοί παράγοντες στην υγεία των εργαζομένων και στο περιβάλλον. Να εντοπίζονται συγκεκριμένα στο σύνολο των εργαζομένων οι επιπτώσεις από τα μονοπώλια που επικρατούν στο συγκεκριμένο κλάδο. Μόνο τότε μπορεί η δράση μας να είναι ολοκληρωμένη, εύστοχη, να δίνει προοπτική, να χαρακτηρίζεται από ικανότητα πρόγνωσης. Απαιτείται συστηματική μεθοδική δουλειά χωρίς ερασιτεχνισμούς και προχειρότητα.

77. Η κλαδική δουλειά πρέπει να εδράζεται στη σχεδιασμένη κομματική οικοδόμηση και ανάπτυξη κομματικών επαφών και δεσμών σε επίπεδο εργοστασίου και επιχείρησης, ώστε το κίνημα να αποκτήσει μαζικότητα και «πόδια». Πρέπει να διευρύνεται με το σύνολο των προβλημάτων της εργατικής τάξης, τα ενιαία δηλαδή προβλήματα της εργατικής τάξης, όλων των κλάδων, ώστε να διαμορφώνονται όροι ενότητας σε συνθήκες όπου συστηματικά καλλιεργούνται από τις αστικές και ρεφορμιστικές δυνάμεις οι συντεχνιακές αντιπαραθέσεις. Απαιτείται ευρύτερος πολιτικός προσανατολισμός και πιο συστηματική δουλειά για διεύρυνση του πεδίου δράσης.

Η κάθε ΚΟΒ να έχει επεξεργασμένο σχέδιο στήριξης της ΚΝΕ, ώστε να αυξήσει τις δικές της δυνάμεις, να αποκτήσει ΟΒ εκεί που λείπει. Να αναπτύσσονται οι δεσμοί του Κόμματος και των ταξικών σωματείων με τη νέα βάρδια της εργατικής τάξης και τους ανέργους, με τους μετανάστες.

Παραμένει ακόμα αδύνατο σημείο η κατά επιχείρηση και κατά κλάδο δράση μας, η εξειδίκευση της ιδεολογικοπολιτικής και οργανωτικής μας δουλειάς στις γυναίκες και τους νέους. Είναι θετικό ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει προσανατολισμός ανάδειξης των ιδιαίτερων προβλημάτων τους ωστόσο είναι ακόμα σοβαρό το έλλειμμα συνειδητοποίησης ότι χρειάζεται και επεξεργασμένη μακρόπνοη δουλειά και μεθοδευμένη απάντηση στην ειδική δουλειά που κάνει ο ταξικός αντίπαλος απέναντι στις γυναίκες και τη νεολαία. Θα γίνουν καλύτερα κατανοητά η αναγκαιότητα αλλά και οι μορφές και το περιεχόμενο δουλειάς, αν εδραιωθούν στη γνώση της ταξικής φύσης του γυναικείου ζητήματος, όχι μόνο στη διαχρονική του εξέλιξη, αλλά και με βάση τις σύγχρονες εξελίξεις που οξύνουν τη φυλετική ανισότητα, με μοχλό τα λεγόμενα ειδικά μέτρα που περιέχονται στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.

Η κατά επιχείρηση και κατά κλάδο δράση του Κόμματος πρέπει να αναδεικνύει τα προβλήματα της εργατικής, της λαϊκής οικογένειας στο σύνολό τους, στο χώρο εργασίας και κατοικίας, το σύνολο των υλικών και πολιτιστικών, πνευματικών αναγκών.

Αναπόσπαστο στοιχείο της ανάπτυξης ουσιαστικών δεσμών με τους νέους και τις νέες που ανήκουν είτε από την καταγωγή τους είτε από τη θέση τους στην παραγωγική διαδικασία στην εργατική τάξη αποτελεί η ανάπτυξη πρωτοπόρας μορφωτικής και πολιτιστικής δραστηριότητας, ως αντίβαρο και εφαλτήριο στην παρεχόμενη παιδεία που δεν καλλιεργεί τη σύνθετη γνώση, τη δημιουργική και κριτική σκέψη. Σήμερα προβάλλει ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη να αναπτυχθεί ένα πολύμορφο κίνημα για το δικαίωμα της νεολαίας, γενικότερα του εργαζόμενου λαού, στον ελεύθερο χρόνο, στον πολιτισμό και τον αθλητισμό, ενάντια στα ναρκωτικά και τα υποκατάστατα κοινωνικής ζωής και διεξόδου για ανθρώπινη ζωή σε ανθρώπινο περιβάλλον. Η ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των γυναικών, των λαϊκών στρωμάτων εξαρτάται και από τη χειραφέτησή τους από τα προκατασκευασμένα υποκατάστατα των αναγκών τους, από τη μείωση της επιρροής των κυρίαρχων προτύπων, των μονοπωλίων του θεάματος - ακροάματος νέας τεχνολογίας που γίνονται αγωγοί της ιμπεριαλιστικής ιδεολογίας και υποκουλτούρας.

Με αυτές τις προϋποθέσεις μπορεί στο επόμενο διάστημα να κατακτηθεί ένα πιο ολοκληρωμένο επιτελικό σχέδιο δουλειάς που καλλιεργεί το έδαφος για αλλαγή συσχετισμού δύναμης, για κομματική και ΚΝίτικη οικοδόμηση, για την ανάπτυξη της επιρροής των θέσεων και της στρατηγικής του Κόμματος.

Η ανάπτυξη των γραμμών του Κόμματος, σε συνδυασμό με τη βελτίωση της κοινωνικής σύνθεσης, θα αντιμετωπίζεται όσο περιορίζονται και τελικά εξαλείφονται η αποσπασματικότητα και ο τεχνητός διαχωρισμός των καθηκόντων, η καμπανιακή δουλειά, η έλλειψη συνέχειας. Η αντιμετώπιση των παραπάνω πρακτικών δε θα έχει μόνο θετικές συνέπειες στην ενδυνάμωση του Κόμματος, αλλά θα επιδράσει και στους ρυθμούς συσπείρωσης δυνάμεων σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

78. Επιβεβαιώθηκε η ορθότητα της αναδιάταξης των κομματικών δυνάμεων με στόχο τη μεταφορά όσο γίνεται περισσότερων στη δράση με παραγωγικό κριτήριο. Βεβαίως, δεν έχει ακόμα φέρει μεγάλα αποτελέσματα, όμως έχει δυναμική, θα αποδώσει στο επόμενο διάστημα. Δεν πρέπει να θεωρείται τελειωμένη και πως αφορούσε μόνο μια συγκεκριμένη περίοδο. Πρέπει να ελέγχεται συνεχώς και με βάση τις στρατολογίες που γίνονται. Αντίστοιχα, να ελέγχεται και στις Οργανώσεις της ΚΝΕ.

Το ζήτημα που ακόμα δεν έχει λυθεί και παραμένει ως πρόβλημα καθοδήγησης είναι το πώς θα εξασφαλιστεί να δουλεύουν κλαδικές και εδαφικές ΚΟΒ σε ενιαία κατεύθυνση με παραγωγικά κριτήρια.

Το διάστημα των τεσσάρων χρόνων που μεσολάβησε από το 17ο Συνέδριο ήταν σχετικά μικρό για μια ανάκαμψη των ΚΟΒ σε επίπεδο αντίστοιχο των απαιτήσεων και των δυνατοτήτων. Η μεταφορά κομματικού δυναμικού στις κλαδικές Αχτίδες δεν αποτελεί άλλοθι, καθώς ενίσχυσε τη συνολική δράση του Κόμματος στην εργατική τάξη. Οι εδαφικές Αχτίδες πρέπει να έχουν σταθερό προσανατολισμό δράσης στην εργατική τάξη του χώρου τους, είτε αυτή εργάζεται στη συγκεκριμένη περιοχή είτε κατοικεί. Στόχος είναι οι εδαφικές Αχτίδες να συμπεριλαμβάνουν στη δύναμή τους και εργασιακές ΚΟΒ που προκύπτουν από την ανάπτυξη στρατολογίας στο χώρο ευθύνης. Οι Οργανώσεις Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών να φροντίζουν ανάλογα με τις ανάγκες και την κοινωνική σύνθεση του χώρου των εδαφικών Αχτίδων να κάνουν διάταξη στελεχών, ώστε να ενισχυθούν οι Οργανώσεις που στο χώρο τους υπάρχει σημαντικός αριθμός εργοστασιακών, επιχειρησιακών μονάδων. Ετσι θα ενισχυθεί ο προσανατολισμός, η δράση και η οικοδόμηση στην εργατική τάξη.

79. Οι εξελίξεις, ιδιαίτερα οι αντιδραστικές επιλογές της κυβέρνησης, απαιτούν από την ΚΕ κεντρικές παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες, ώστε να δίνεται κεντρικά ο τόνος και ο προσανατολισμός, αλλά και να αναδεικνύεται όσο το δυνατόν ο ρόλος του Κόμματος στις γενικές εξελίξεις, στο κεντρικό πολιτικό πεδίο. Το Κόμμα κάνει σημαντική προσπάθεια να μην αφήνει κενό στη γενική, κεντρική πολιτική διαπάλη. Ωστόσο, χρειάζεται το ζήτημα αυτό να προσεχτεί ιδιαίτερα, καθώς το Κόμμα δε δρα με τα ίδια κριτήρια που έχουν τα άλλα κόμματα, που δίνουν το κύριο βάρος τους στη γενική αντιπαράθεση σε κεντρικό επίπεδο, αξιοποιώντας και το ρόλο των ΜΜΕ. Οι κεντρικές πρωτοβουλίες του Κόμματος είναι αναγκαίες. Χρειάζεται μεγαλύτερη φροντίδα για την προβολή και εκλαΐκευσή τους, αλλά και να συνοδεύονται με κατάλληλα μέτρα δημιουργικής αφομοίωσής τους από τα παρακάτω όργανα και ιδιαίτερα τις ΚΟΒ, ώστε να προκαλούν διευρυμένη πολιτική και μαζική δράση.

Δεν πρέπει να περιορίζονται σε θέματα της επικαιρότητας, αλλά να επεκτείνονται και σε θέματα που το ίδιο το Κόμμα προγραμματισμένα πρέπει να ανοίγει στην εργατική τάξη, στο λαό, γενικότερα ζητήματα που σχετίζονται με τη στρατηγική του, με μεγάλα λαϊκά προβλήματα, ζητήματα που ο αντίπαλος έχει κάθε συμφέρον να τα παραμερίζει, ώστε να μη συγκεντρώνουν την προσοχή των εργαζομένων. Το Κόμμα, δηλαδή, να μην προσανατολίζεται μονόπλευρα στα ζητήματα της επικαιρότητας, αλλά και να έχει συνεχή ετοιμότητα.

80. Ενα σημαντικό μέρος των στελεχών του Κόμματος έχει ωριμάσει στην τετραετία που διανύθηκε. Με μεγαλύτερη σταθερότητα και αποφασιστικότητα, με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και μαχητικότητα παλεύει για την προώθηση της στρατηγικής του Κόμματος, δίνει μάχη στο ιδεολογικό μέτωπο.

Παράλληλα, ένα μέρος των στελεχών, για μια σειρά λόγους υποκειμενικούς ή και αντικειμενικούς, δεν έχει καταφέρει να προσαρμοστεί στις σύγχρονες ανάγκες του κινήματος, δουλεύει με πνεύμα πρακτικισμού. Δε φροντίζει στο μέτρο της προσωπικής ευθύνης να μελετά τις θέσεις του Κόμματος, να παρακολουθεί τις εξελίξεις στο χώρο του. Ανάλογες τάσεις εμφανίζονται και στα μέλη των ΚΟΒ. Ενα μέρος του κομματικού δυναμικού έχει εξελιχθεί και ωριμάσει, προσπαθεί να προσφέρει με βάση τις ανάγκες και τις δυνατότητες, εμφανίζεται πιο αξιόμαχο.

Ομως ένα άλλο μέρος του κομματικού δυναμικού έχει μείνει πίσω στη σύγχρονη πείρα και προσφορά. Πιστεύει βαθιά στο ρόλο του Κόμματος και στη δικαίωσή του με βάση τις θέσεις του, όμως αυτό δε φτάνει, αν δε συνοδεύεται από τη γνώση των θέσεών του, των επιχειρημάτων. Η δουλειά που στηρίζεται περισσότερο σε συναισθηματικά κριτήρια και λιγότερο στην καθημερινή ενεργό συμμετοχή και στην πολιτική μόρφωση και γνώση του συνόλου των θέσεων του Κόμματος δεν μπορεί να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα. Χρειάζεται συνεχής προσπάθεια για αφομοίωση των θέσεων και των επεξεργασιών του Κόμματος που ανανεώνονται με βάση και τις εξελίξεις, αλλά και η σταθερή καθημερινή δουλειά που βοηθάει στην αφομοίωση. Οταν γίνεται ο εξοπλισμός ευκαιριακά, σε περιόδους εκλογών, δεν μπορεί να γίνει με ολοκληρωμένο τρόπο και να μετατραπεί σε σταθερή γνώση.

Ενα μέρος του κομματικού δυναμικού δεν εκπληρώνει τις καταστατικές υποχρεώσεις, με αποτέλεσμα να μην αξιοποιούνται σε έκταση και οι σημερινές δυνατότητες ανόδου της παρέμβασης - επίδρασης του Κόμματος στο κίνημα και στον πολιτικό συσχετισμό. Η μειωμένη πολιτική ενημέρωση και μαρξιστική μόρφωση, η μειωμένη προσφορά αυτών των μελών στην οργανωμένη πάλη έχει επιπτώσεις στη λειτουργία και αποτελεσματικότητα δράσης της ΚΟΒ. Αντικειμενικά περιορίζει τη δυνατότητα της σημαντικής ατομικής συμβολής με γνώμη, πείρα και κριτική παρατήρηση στην επεξεργασία των αποφάσεων και στην υλοποίησή τους.

Αναδεικνύεται σήμερα η ανάγκη να διαμορφωθούν στελέχη με πιο συνδυασμένες ικανότητες. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι τα στελέχη να κατακτούν ένα υψηλό επίπεδο αφομοίωσης της στρατηγικής μας, θεμελιωμένο στη θεωρία μας, το μαρξισμό - λενινισμό.

Το Κόμμα χρειάζεται στελέχη - καθοδηγητές Οργανώσεων με ικανότητα να γενικεύουν την πείρα που συγκεντρώνουν από την οργανωτική τους ευθύνη, με συμβολή στην εξειδίκευση των επεξεργασιών, στον εμπλουτισμό του περιεχομένου δουλειάς. Να έχουν καλή γνώση των προβλημάτων καθοδήγησης και δράσης στο κίνημα. Η διαμόρφωση ανάλογων στελεχών αποτελεί σοβαρή προϋπόθεση για να βελτιώνεται η λειτουργία και αποδοτικότητα των οργάνων, των βοηθητικών επιτροπών, να εξασφαλίζεται ένα αναγκαίο επίπεδο εξειδίκευσης, χωρίς να δυσκολεύει τη δυνατότητα και ικανότητα περάσματος από έναν τομέα σε άλλον, σε αλλαγές στον καταμερισμό δουλειάς.

81. Υστέρηση και σε ορισμένες περιπτώσεις τυποποίηση εμφανίζεται στις διάφορες μορφές, στο περιεχόμενο και στην ποιότητα της προπαγάνδας. Οι αδυναμίες στην προπαγάνδα εστιάζονται σε μια γενική γνώση των θέσεων και των λαϊκών προβλημάτων, λειψή όμως γνώση της τακτικής και της προπαγάνδας του ταξικού αντιπάλου, της ευελιξίας και των διαφοροποιήσεων που παρουσιάζουν οι πολιτικοί του εκφραστές και ο οπορτουνισμός.

Η νέα ΚΕ πρέπει να διαμορφώσει κατάλληλη υποδομή, ώστε να χρησιμοποιεί όλες τις μορφές προπαγάνδας, με όλα τα σύγχρονα μέσα. Να υπάρχει προγραμματισμός βοήθειας των εργατικών στελεχών και ενός μεγαλύτερου σε σύγκριση με σήμερα αριθμού στελεχών και μελών που μπορούν να αναλάβουν ευθύνη στην εκλαΐκευση των θέσεών μας, στο διάλογο πρόσωπο με πρόσωπο. Να παρέχεται με άμεσο και γρήγορο τρόπο ό,τι νέο πρέπει να συμπεριληφθεί στην ιδεολογικοπολιτική δραστηριότητα, ώστε ανάλογα με τις εξελίξεις να γίνεται άμεση παρέμβαση και από όσο το δυνατό περισσότερους συντρόφους και συντρόφισσες. Να βοηθιούνται με παρατηρήσεις και υποδείξεις, να ανταλλάσσεται πείρα.

Το ΚΚΕ δεν υποτιμά καμιά μορφή και κανένα μέσο προπαγάνδας. Ωστόσο, αυτό που έχει τη μεγαλύτερη αξία είναι η άμεση προσωπική επαφή, συζήτηση και διάλογος.

Ο «Ριζοσπάστης», το ραδιόφωνο και η τηλεόραση επίσης πρέπει πιο συχνά να ασχολούνται με τη βελτίωση αυτού του τομέα, σε ό,τι τους αφορά.

Γ. Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΣΤΙΣ ΜΑΖΕΣ

Η δουλειά στο εργατικό κίνημα

82. Το 17ο Συνέδριο ανέδειξε ως ζήτημα - κρίκο στη δράση του Κόμματος τη βελτίωση του προσανατολισμού και του τρόπου δουλειάς στις μάζες, πριν απ’ όλα στα σωματεία, στους κλάδους, στις μαζικές οργανώσεις, σε κάθε μορφή προσωρινής ή μόνιμης συσπείρωσης.

Η δουλειά, οι θέσεις και οι στόχοι πάλης του Κόμματος, οι αγώνες που στηρίζει και πρωτοστατεί απευθύνονται στο σύνολο της εργατικής τάξης και τους συμμάχους της.

Το κέρδισμα της συνείδησης της εργατικής τάξης δεν μπορεί να γίνει με γενική δουλειά, ούτε πολύ περισσότερο είναι ρεαλιστικό και εφικτό να αναπτύσσεται ταυτόχρονα το επίπεδο όλης της εργατικής τάξης. Απαιτείται ενιαία ιδεολογική δουλειά που απευθύνεται στο σύνολο της εργατικής τάξης, αλλά και στοχευμένη προγραμματισμένη δραστηριότητα στο εργατικό δυναμικό που είναι συγκεντρωμένο σε βιομηχανικούς κλάδους, σε τομείς που εμφανίζουν δυναμική ανάπτυξης και συγκέντρωσης νέων εργαζομένων, νέων γυναικών, σε εκείνα τα τμήματά της που υφίστανται με μεγαλύτερη δριμύτητα τις συνέπειες των αναδιαρθρώσεων στους μισθούς και γενικότερα στις εργασιακές συνθήκες.

Να διαμορφωθεί δηλαδή ένας ταξικός πόλος, όσο γίνεται πιο μαζικός, μάχιμος και σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή γραμμή, που θα παρακινεί και θα εμπνέει στην πορεία και νέα τμήματα των εργαζομένων, θα βρίσκει αντανάκλαση στη δράση σε κάθε εργασιακό χώρο.

Είναι επιτακτική ανάγκη ο συντονισμός της πάλης κατά κλάδο, πόλη, νομό, περιοχή και σε πανελλαδική κλίμακα με ενιαίο διεκδικητικό πλαίσιο που θα περιλαμβάνει στόχους πάλης για την υπεράσπιση και την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών της εργατικής λαϊκής οικογένειας. Να αποκαλύπτεται και μέσα στις γραμμές του κινήματος ο χαρακτήρας των αστικών ιδεολογημάτων, η ταξική πολιτική της κυβέρνησης και των πολιτικών εκπροσώπων του κεφαλαίου. Να δυναμώσει η ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση του ταξικού εργατικού κινήματος με τις δυνάμεις του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού. Να αναπτυχθούν μαχητικές πρωτοβουλίες από το ταξικό ρεύμα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος για κοινή δράση και συμμαχία κατά κλάδο και γενικά με τις αντίστοιχες αγωνιστικές δυνάμεις των αυτοαπασχολούμενων και της μικρομεσαίας αγροτιάς. Να ενισχυθεί η διεθνιστική εργατική αλληλεγγύη.

Οσο ενοποιούνται οι εργασιακοί όροι και οι γενικότεροι όροι διαβίωσης προς το χειρότερο, δημιουργούνται προϋποθέσεις ενοποίησης της πάλης και ευρύτερης αφύπνισης με τη δράση του Κόμματος και του ΠΑΜΕ.

83. Το ΚΚΕ στήριξε και στηρίζει τη δράση του ΠΑΜΕ που αποτελεί συσπείρωση ταξικών σωματείων, ομοσπονδιών, εργατικών κέντρων, συνδικαλιστών, τον ταξικό πόλο στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, τον πόλο για την κοινωνική συμμαχία.

Η νέα ΚΕ χρειάζεται να μελετήσει καλύτερα τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στη σύνθεση της εργατικής τάξης, ώστε να γίνεται πιο εύστοχη δουλειά στο σύνολό της και ιδιαίτερα σε εκείνα τα τμήματα που η άνοδος της ταξικής συνείδησης θα φέρει μια νέα πνοή στο κίνημα. Να μελετήσει ιδιαίτερα το χώρο της δημόσιας και τοπικής διοίκησης, των πρώην ΔΕΚΟ. Τη νέα κατάσταση που θα φέρει στην απασχόληση και στη σύνθεση της εργατικής τάξης η προώθηση του «Καποδίστρια ΙΙ». Να μελετηθεί η σύγχρονη εργατική αριστοκρατία, δηλαδή το εξαγορασμένο, διεφθαρμένο τμήμα της εργατικής τάξης που συνιστά την κοινωνική βάση του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού.

Το ΠΑΜΕ έχει ήδη καταξιωθεί στη συνείδηση ενός σημαντικού μέρους της εργατικής τάξης. Το ΚΚΕ εκτιμά θετικά το γεγονός ότι το ΠΑΜΕ βρίσκεται σε σωστή κατεύθυνση να συνδυάζει τα κλαδικά αιτήματα των εργαζομένων με τα γενικά, την προσπάθεια να διευρύνει τον ορίζοντα δράσης με το σύνολο των αναγκών της εργατικής οικογένειας.

Το ΚΚΕ εκτιμά θετικά τις διεθνείς πρωτοβουλίες και δραστηριότητες του ΠΑΜΕ για την ανασυγκρότηση, διεύρυνση της συσπείρωσης της ΠΣΟ, την ένταξη σε αυτή νέων συνδικάτων, που ορισμένα από αυτά έχουν εκατομμύρια μέλη.

Η διαπάλη για τον προσανατολισμό του εργατικού κινήματος δεν μπορεί να υπηρετηθεί αποκλειστικά με την πάλη στα πλαίσια της κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης και της σημερινής δομής του κινήματος. Κρίσιμη προϋπόθεση για την ανάκαμψη είναι η συμβολή του Κόμματος στην ενίσχυση του ταξικού πόλου που αντιπαλεύει από πάνω προς τα κάτω και αντίστροφα.

84. Από την ποσότητα και την ποιότητα δράσης των στελεχών και των μελών του Κόμματος στη μαζική δράση και τους αγώνες, εξαρτάται η αντιμετώπιση της καθυστέρησης που υπάρχει, ακόμα και όταν γίνονται μεγάλοι αγώνες να μην οδηγούν στην άνοδο της οργάνωσης των εργαζομένων στα σωματεία, στον κλάδο, σε επιτροπές αγώνα, σε απεργιακές επιτροπές, στην οργανωμένη ταξική αλληλεγγύη, γενικότερα στην καθημερινή δράση. Ολα τα στελέχη, ανεξάρτητα από τον καταμερισμό δουλειάς και τη συγκεκριμένη χρέωση, πρέπει να ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη του κινήματος και την εξαγωγή πείρας από την ταξική πάλη. Να ενδιαφέρονται για την πορεία της ιδεολογικής διαπάλης στο κίνημα.

Χρειάζεται επαγρύπνηση και ετοιμότητα απέναντι στη σχετικά καινούργια πρακτική των αστικών κομμάτων αλλά και της εργοδοσίας, να ρίχνουν βάρος στη δημιουργία οργανώσεων, ανάμεσά τους και των λεγόμενων μη κυβερνητικών, άλλων μορφών παραπλανητικής κοινωνικής αλληλεγγύης και εθελοντισμού που εμφανίζονται ως νέου τύπου οργανώσεις, σε αντίθεση με τις ταξικές οργανώσεις και τις μαζικές αγωνιστικές. Να μην υποτιμηθεί ότι πραγματοποιούν πληθώρα εκδηλώσεων που λειτουργούν ως υποκατάστατα των αγωνιστικών μορφών ή ως διέξοδος στον ελεύθερο χρόνο και φυγή.

Παρά τη βελτίωση παραμένουν και σήμερα ορισμένα προβλήματα στο πώς δουλεύουμε στο μαζικό κίνημα, στο πόσο γρήγορα αναπτύσσεται η ικανότητά μας να συνδεόμαστε με τις εργατικές, με τις λαϊκές μάζες και ταυτόχρονα να διαμορφώνουμε σχέσεις πρωτοπορίας μαζί τους. Ανεξάρτητα από το σημερινό χαμηλό επίπεδο οργάνωσης των εργαζομένων στα σωματεία και τους μαζικούς φορείς, ανεξάρτητα από τα προβλήματα που υπάρχουν, το αναγκαίο σήμερα είναι να καταβληθούν χωρίς καμία παρέκκλιση προσπάθειες που συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός ισχυρού ταξικού κινήματος, ενός ενωτικού, συσπειρωτικού κινήματος με αντιμονοπωλιακούς αντιιμπεριαλιστικούς στόχους που στην πορεία θα πείθεται στη γραμμή ρήξης και ανατροπής, θα συνεγείρει τις λαϊκές μάζες στην επίλυση του ζητήματος της εξουσίας.

Το κίνημα αυτό βεβαίως θα στηρίζεται έτσι και αλλιώς σε ένα πλήθος μαζικών οργανώσεων, τα ταξικά σωματεία, συνδικαλιστικές οργανώσεις των αυτοαπασχολούμενων και της φτωχής αγροτιάς, οργανώσεις της νεολαίας στο χώρο της Παιδείας και στη γειτονιά, οργανώσεις γυναικών, τα κινήματα της αντιιμπεριαλιστικής φιλειρηνικής πάλης και αλληλεγγύης, που συντονίζονται μεταξύ τους, ενοποιούνται σε ενιαίο ρεύμα και ταυτόχρονα διατηρούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.

Οι οργανώσεις και οι μαζικές δραστηριότητες στους τόπους κατοικίας, ανεξάρτητα από την ιδιαιτερότητα του αντικειμένου τους και το επίπεδο πολιτικοποίησης, πρέπει να έχουν ως άξονά τους τα οξυμένα προβλήματα της δουλειάς και του εισοδήματος, τα προβλήματα των γυναικών και της νεολαίας, της παιδείας και της υγείας, του περιβάλλοντος, εργασιακού και γενικότερου, του αθλητισμού και του πολιτισμού.

Το ζητούμενο σήμερα για το ΠΑΜΕ είναι να αποκτήσει μεγαλύτερους και δυναμικότερους ρυθμούς η συσπείρωση νέων σωματείων, κλαδικών οργανώσεων, συνδικαλιστών στη δράση του, είτε σε μόνιμη βάση είτε με συσπείρωση σε μέτωπα πάλης που προκαλούν συγκεκριμένες ανακατατάξεις και διεργασίες στη συγκεκριμένη στιγμή. Εξαρτάται και από την αλλαγή συσχετισμού δύναμης προς όφελος των ταξικά προσανατολισμένων δυνάμεων, αλλά και από τη δημιουργία νέων σωματείων, με βάση τις εξελίξεις στην παραγωγική και γενικότερη εργασιακή διαδικασία.

Μέσα από την εμπειρία της συμμετοχής και στήριξης του ΠΑΜΕ εκτιμάμε ότι ο ταξικός αυτός πόλος είναι σήμερα ώριμος να ανταποκριθεί σε ένα πιο σύνθετο καθήκον, τη δουλειά στη βάση, κατά κλάδο, τόπο δουλειάς, με στόχο την ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης των εργαζομένων και τη χειραφέτησή τους από την κυρίαρχη πολιτική. Το ΠΑΜΕ, με τη στήριξη των δυνάμεων που συνεργάζονται, με την πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών και άλλων ριζοσπαστών, είναι ανάγκη να παλέψει για τη δημιουργία κλαδικών συνδικάτων κατά πόλη και νομό που θα καλύπτουν τους εργαζόμενους όλων των ειδικοτήτων, χωρίς αποκλεισμούς, ανεξάρτητα από τις εργασιακές σχέσεις, με ιδιαίτερη προσπάθεια οργάνωσης των μεταναστών και τη σθεναρή απόκρουση ρατσιστικών απόψεων.

Αποτελεί ζωτική ανάγκη τα ταξικά σωματεία να δουλεύουν με επιμονή για την οργάνωση των εργαζομένων σε σωματειακές και άλλες επιτροπές αγώνα, ώστε να οργανώνεται πιο αποτελεσματικά η πάλη και ν’ αντιμετωπίζονται συστηματικά και με μεθοδικότητα οι όποιες φοβίες και αναστολές υπάρχουν σήμερα λόγω και της εργασιακής ανασφάλειας και τρομοκρατίας. Η αναμέτρηση με τα εργοδοτικά σωματεία και τους μηχανισμούς χειραγώγησης να ανέβει σε πιο υψηλό επίπεδο.

Εκτιμάμε ότι από το ΠΑΜΕ πρέπει να ξεπηδήσουν πιο συστηματικές πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη φύτρων έως και πιο αναπτυγμένων μορφών κοινωνικής συμμαχίας με αυτοαπασχολούμενους και φτωχούς αγρότες, κατά κλάδο, σε τοπικό επίπεδο. Η εργατική τάξη από τη φύση και το ρόλο της έχει υποχρέωση, πρώτη αυτή, να αναδείξει τη σημασία της αντιμονοπωλιακής συμμαχίας στα λαϊκά στρώματα, να παρεμποδίσει την επίδραση της αστικής τάξης σε αυτά τα στρώματα για το κέρδισμά τους στην πάλη για τη δική της εξουσία.

Η επίμονη δουλειά στη βάση αποτελεί όρο για την παραπέρα διεύρυνση του ΠΑΜΕ, την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης, την ανάδειξη νέων συνδικαλιστικών στελεχών που με μαχητικότητα και γνώσεις θα ανοίξουν νέους διαύλους επικοινωνίας με εργαζόμενους που υποφέρουν, αναζητούν λύσεις, δεν είναι δυνατό να εκφραστούν και να παρακινηθούν σε δράση από τις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες.

Η δουλειά στους μικρομεσαίους αγρότες

85. Το ΚΚΕ μελέτησε τις νέες εξελίξεις στον αγροτικό τομέα, επεξεργάστηκε θέσεις και στόχους πάλης για να ενισχύσει την ανάπτυξη των αγώνων και τον αντιμονοπωλιακό προσανατολισμό τους. Αντιπάλεψε την πολιτική του ΠΟΕ και τη νέα ΚΑΠ της ΕΕ, την πολιτική της κυβέρνησης και των κομμάτων του ευρωμονόδρομου. Συνέδεσε τον αγώνα των μικροπαραγωγών αγροτών με την πρότασή του για τον παραγωγικό συνεταιρισμό στα πλαίσια της Λαϊκής Οικονομίας.

Το αγροτικό συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται σε κατάσταση αποδιοργάνωσης και κρίσης. Ελάχιστοι αγροτικοί σύλλογοι έχουν στοιχειώδη λειτουργία, ακόμα και σε νομούς όπου ο συσχετισμός δύναμης είναι καλύτερος. Μια προϋπόθεση, στις σημερινές συνθήκες, για να επαναδραστηριοποιηθούν οι μικρομεσαίοι αγρότες αποτελεί η ενοποίηση των αγροτικών συλλόγων σε εδαφική βάση, ζήτημα που πρέπει να απασχολήσει τις Κομματικές Οργανώσεις και να αναπτυχθεί συστηματική δουλειά. Σοβαρό εμπόδιο επίσης αποτελούν οι ΓΕΣΑΣΕ και ΣΥΔΑΣΕ που στηρίζουν την αντιαγροτική πολιτική και έχουν οδηγήσει στη διάσπαση και γραφειοκρατικοποίηση του αγροτικού κινήματος.

Με σχετικά αργούς ρυθμούς, που δεν αντιστοιχούν στις σημερινές απαιτήσεις, προχωρά η δράση του αγωνιστικού πόλου στο αγροτικό κίνημα, της ΠΑΣΥ. Εχει βεβαίως ανεβάσει το κύρος της και την επιρροή της, χωρίς να αποκρυσταλλώνεται σε διεύρυνση της βάσης της. Οι κομμουνιστές που δρουν στις γραμμές της από κοινού με τους συνεργαζόμενους που μετέχουν πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους, ώστε η ΠΑΣΥ ν’ αποκτήσει επαφή και σχέση με όσο γίνεται περισσότερους αγροτικούς συλλόγους, ακόμα και συνεταιρισμούς.

Βασική προϋπόθεση για να βελτιωθεί η δράση του Κόμματος στην αγροτιά είναι να γίνει υπόθεση όλων των Κομματικών Οργανώσεων και όχι μόνο των αγροτικών συνδικαλιστικών στελεχών. Η προβολή και εκλαΐκευση της θέσης του Κόμματος για την αγροτική παραγωγή και τα προβλήματα της αγροτιάς αφορά το σύνολο των Κομματικών Οργανώσεων, αφού το πρόβλημα έχει άμεση σχέση με τη διατροφή, τα φθηνά και υγιεινά προϊόντα, που αποτελεί τον συνεκτικό ιστό της κοινωνικής συμμαχίας σε αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

Είναι άμεση ανάγκη οι Κομματικές Οργανώσεις να καταπιαστούν πιο συστηματικά με τα οξυμένα προβλήματα των εργατών γης που είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία μετανάστες και στο μεγαλύτερο μέρος τους υφίστανται διακρίσεις, έχουν μεροκάματα πείνας και άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Η δράση του Κόμματος στη Μανωλάδα με τον αγώνα των μεταναστών, αλλά και σε άλλες περιοχές, προσφέρει σήμερα μεγάλη πείρα.

Η δουλειά στους αυτοαπασχολούμενους

86. Το Κόμμα ρίχνει ιδιαίτερο βάρος στους αυτοαπασχολούμενους χωρίς προσωπικό, καθώς είναι πιο ρεαλιστικό στις σημερινές συνθήκες να δράσουν από κοινού με την εργατική τάξη. Οι αυτοαπασχολούμενοι που δεν εκμεταλλεύονται την εργατική δύναμη αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος των μικρών επιχειρηματιών.

Η κοινή δράση των αυτοαπασχολούμενων με τους εργατοϋπαλλήλους μπορεί να ασκήσει θετική επίδραση και σε αυτούς που χρησιμοποιούν 1-2 ή 3 μισθωτούς, ανάλογα και με τον κύκλο εργασιών. Κάτω από την επίδραση της ταξικής πάλης και της πρωτοβουλίας στη συμμαχία από την πλευρά των ταξικών σωματείων είναι δυνατόν ένα σημαντικό μέρος του στρώματος να στηρίξει αντιμονοπωλιακή δράση.

Στο διάστημα που μεσολάβησε, βελτιώθηκε η πολιτική δράση του Κόμματος στο χώρο αυτό. Ομως, παραμένει πολύ πίσω από τις ανάγκες και τις απαιτήσεις, παίρνοντας υπόψη τις ταλαντεύσεις και τις αυταπάτες που έχει αυτό το στρώμα. Η αδυναμία στην κομματική δουλειά δυσκολεύει την πρόοδο της κοινωνικής συμμαχίας, ζήτημα που πρέπει να συνειδητοποιηθεί και να αντιμετωπιστεί. Εγιναν ορισμένα βήματα συντονισμού δράσης του ταξικού πόλου στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα με κλάδους μικρών επιχειρηματιών σε αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση. Και στο ζήτημα αυτό σημειώνεται σοβαρή υστέρηση σε σχέση με τις ανάγκες.

Ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης στις συνομοσπονδίες των μικρών επιχειρηματιών αποτελεί αντικειμενικά σοβαρό εμπόδιο. Ιδιαίτερα έντονο είναι το ζήτημα στην Εθνική Συνομοσπονδία στο εμπόριο, όπου, ενώ στη μεγάλη πλειοψηφία είναι μικροί έμποροι, τελικά αναδεικνύονται στην πλειοψηφία μεγαλέμποροι και συνεργάζονται στενά με τον ΣΕΒ και τα Επιμελητήρια. Υπάρχει θέμα να ξεχωρίσουν συνδικαλιστικά οι Ενώσεις των αυτοαπασχολούμενων και των μικρών επιχειρηματιών με 1-2 ή 3 άτομα προσωπικό και μικρό τζίρο από τους μεσαίους με υψηλό τζίρο και τους καπιταλιστές με μεγάλη κερδοφορία.

Οι εξελίξεις στον ελληνικό καπιταλισμό επιβεβαιώνουν ότι είναι δυνατό - ιδιαίτερα σε συνθήκες ανόδου της ταξικής πάλης - να διαμορφωθούν πιο σταθεροί και καλύτεροι όροι συμμαχίας με τους αυτοαπασχολούμενους, ότι τελικά ένα μεγάλο μέρος τους είναι δύναμη συμμαχίας με την εργατική τάξη. Επομένως, η δουλειά μας πρέπει να είναι σχεδιασμένη και σταθερή, γιατί αποτελεί βασικό όρο για τη συγκρότηση του μετώπου των αντιμονοπωλιακών δυνάμεων.

Η νέα ΚΕ έχει ευθύνη να αντιμετωπίσει την καθυστέρηση, με βάση τις αναλυτικές κατευθύνσεις που επεξεργάστηκε στη συνεδρίασή της για την ιδεολογικοπολιτική δράση του Κόμματος στους αυτοαπασχολούμενους και το κίνημά τους. Να εξασφαλίσει επαρκή καθοδήγηση των Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών, ώστε με τη σειρά τους να συμβάλουν στην αντίστοιχη βοήθεια των κομματικών δυνάμεων, των κλαδικών ΚΟΒ, αλλά και των ΚΟΒ σε εδαφική βάση που απευθύνονται σε μεγάλο αριθμό αυτοαπασχολούμενων. Ο συντονισμός και η κοινή δράση εργατικών κλαδικών, κλαδικών ΕΒΕ και εδαφικών είναι μια βασική προϋπόθεση για ενιαία δουλειά και δράση στο χώρο αυτό. Η μαζική και συνδυασμένη συνδικαλιστική δουλειά να αναπτυχθεί και μέσα από την ίδρυση σωματείων μικρεμπόρων - επαγγελματιών κατά δήμο ή ομάδα όμορων δήμων και στο χώρο της βιοτεχνίας στις κλαδικές ομοσπονδίες και σωματεία. Να προχωρήσει η απόφαση για διακριτή συσπείρωση των μικρών κατά χώρο εμπόρων. Θα αποτελέσει σημαντικό βήμα στη δράση μας για τη συγκρότηση αγωνιστικού αντιμονοπωλιακού αντιιμπεριαλιστικού πόλου που θα στηρίζεται σε σωματεία - συλλόγους, ομοσπονδίες, επιτροπές αγώνα, συντονιστικές, συνδικαλιστές που συμφωνούν στο πλαίσιο πάλης κατά των μονοπωλίων.

Δ. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ

Για την Κεντρική Επιτροπή

87. Το 17ο Συνέδριο επιφόρτισε την ΚΕ και τα βοηθητικά της Τμήματα με το βασικό καθήκον να αποκτήσει επιτελική ικανότητα καθοδήγησης όσον αφορά το περιεχόμενο, τις μορφές και μεθόδους δουλειάς, ώστε να συμβάλει στην ενιαία αντίληψη δράσης όλου του Κόμματος με βάση τη στρατηγική και στην ικανότητα εξειδίκευσης, με ιδιαίτερη έμφαση στην εργατική τάξη και στις νέες ηλικίες. Να δώσει ώθηση και να ολοκληρώσει την προσπάθεια για τη σχεδιασμένη ανάπτυξη των δυνάμεων και την οικοδόμηση στην εργατική τάξη, γενικότερα στους εργασιακούς χώρους και κλάδους. Να συνεχίσει πιο επιτελικά και συστηματικά την προσπάθεια για τη συσπείρωση δυνάμεων σε βασικά μέτωπα πάλης, ώστε να υπηρετείται με βάση τις ανάγκες και δυνατότητες η πολιτική συγκρότησης του ΑΑΔΜ. Να εκπονήσει πολιτική ανάδειξης και ανάπτυξης εργατικών στελεχών, ανάμεσά τους νέων σε ηλικία και γυναικών, με όσο γίνεται υψηλό επίπεδο θεωρητικής μόρφωσης και αξιόμαχης δράσης. Να συμβάλει στον προσανατολισμό των Οργάνων και αυτά με τη σειρά τους των ΚΟΒ στη βελτίωση της δράσης στο εργατικό και, γενικότερα, μαζικό κίνημα, στη συσπείρωση δυνάμεων στην κατεύθυνση της οικοδόμησης του κοινωνικοπολιτικού Μετώπου των αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων. Να βοηθήσει στην ανάπτυξη πιο πλούσιας εσωκομματικής ζωής, ώστε ν’ ανέβει η δραστηριότητα των στελεχών και μελών, η συμμετοχή τους στην επεξεργασία και εξειδίκευση των κατευθύνσεων και αποφάσεων. Να συνεχίσει τη δράση και τις πρωτοβουλίες για το συντονισμό δυνάμεων των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, με αιχμή τη συγκρότηση διακριτού πόλου. Να δώσει συνέχεια στη μελέτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στον 20ό αιώνα, στη συγγραφή του δεύτερου τόμου της Ιστορίας του Κόμματος της περιόδου 1949-1974. Να οργανώσει σε καλύτερη και πιο συστηματική βάση το ιδεολογικό μέτωπο.

88. Η ΚΕ που εκλέχτηκε από το 17ο Συνέδριο σημείωσε πρόοδο στο βασικό καθήκον να κατακτήσει μεγαλύτερη επιτελικότητα ως προς το να δουλεύει ενιαία και πολυμέτωπα με βάση τη στρατηγική του Κόμματος, με άξονα τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, τα οξυμένα προβλήματα της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων. Οργάνωσε συστηματική δουλειά, ώστε να αφομοιωθεί, να χωνευτεί μέσα και από την εμπειρία των αγώνων, των εξελίξεων, μέσα από την εμπειρία του κλάδου και του κάθε χώρου, η στρατηγική του Κόμματος. Βεβαίως, η προσπάθεια αυτή πρέπει να συνεχιστεί, να εμπλουτίζεται με τις εξελίξεις, να γίνεται ιδιαίτερη δουλειά στα νέα μέλη του Κόμματος και της ΚΝΕ.

Η ΚΕ σημείωσε πρόοδο στην προσπάθεια εξειδίκευσης και προσαρμογής των γενικών πολιτικών καθηκόντων στα διάφορα μέτωπα πάλης, στις διάφορες φάσεις των πολιτικών εξελίξεων. Παράλληλα και στη βάση των οξυμένων προβλημάτων και της επικαιρότητας, οργάνωσε πανελλαδικές πολιτικές καμπάνιες με κύριο θέμα την προβολή και εκλαΐκευση της πολιτικής πρότασης του Κόμματος για τη συγκρότηση του ΑΑΔΜ και την πάλη για τη Λαϊκή Εξουσία - Οικονομία.

Ξεπέρασε ως ένα βαθμό την πάγια αδυναμία που τα προηγούμενα χρόνια είχε σημειωθεί να εκλαϊκεύονται οι γενικές πολιτικές θέσεις του Κόμματος μόνο σε περίοδο εκλογικών αναμετρήσεων. Συνέβαλε ώστε οι Επιτροπές Πόλεων και Περιοχών να βελτιώσουν τον προσανατολισμό και προγραμματισμό τους, να διαθέτουν συγκεκριμένο πρόγραμμα πάλης, να διευρύνουν το περιεχόμενο παρέμβασης σε ένα μεγαλύτερο φάσμα προβλημάτων, που ξεκινούν από το εισόδημα και γενικότερα τις εργασιακές σχέσεις, το δικαίωμα στη δουλειά και στην πλήρη απασχόληση, την παιδεία και την κοινωνική πολιτική, ιδιαίτερα στα θέματα κοινωνικής ασφάλισης, ΑμΕΑ, πρόληψης και προστασίας της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος.

Στο διάστημα που μεσολάβησε από το 17ο Συνέδριο, η ΚΕ συνέβαλε ώστε να διαμορφωθούν ορισμένες σημαντικές προϋποθέσεις για την ιδεολογικοπολιτική ισχυροποίηση του Κόμματος, την αφομοίωση της στρατηγικής, ζήτημα που αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη της μεγαλύτερης δυνατής ικανότητάς του τα επόμενα χρόνια. Εδωσε ώθηση στην ανάπτυξη της δυνατότητας του Κόμματος να αντεπεξέρχεται στην ιδεολογικοπολιτική επίθεση που δέχεται ως μαρξιστικό - λενινιστικό κόμμα που άντεξε και αντεπιτέθηκε σε συνθήκες προσωρινής και σχετικά μακρόχρονης υποχώρησης του διεθνούς επαναστατικού κινήματος. Βοήθησε στη βελτίωση της παρέμβασης του Κόμματος στο διεθνές κομμουνιστικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, στις δυνατότητες συσπείρωσης των μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων. Εγκαιρα και συστηματικά διαμόρφωνε τις θέσεις της για τις διεθνείς εξελίξεις και για σοβαρά γεγονότα που συντελέστηκαν στο διάστημα αυτό.

89. Η ΚΕ, με βάση τον προγραμματισμό που προέκυψε από το 17ο Συνέδριο, πραγματοποίησε με επιτυχία: Την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για τη δράση του Κόμματος στη νεολαία και τη στήριξη της ΚΝΕ. Την Πανελλαδική Σύσκεψη για τη δράση του Κόμματος στις γυναίκες. Δυο πανελλαδικές Συσκέψεις στελεχών με ζητήματα καθοδήγησης, με βάση τις αποφάσεις του 17ου Συνεδρίου. Πανελλαδικές Συσκέψεις που αφορούσαν την κομματική και μαζική δουλειά σε βασικούς εργατοϋπαλληλικούς κλάδους, για το κίνημα Παιδείας και τα προβλήματα Εκπαιδευτικών. Συνέχισε τη διερεύνηση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στον 20ό αιώνα, ιδιαίτερα μελετώντας την πείρα της ΕΣΣΔ και άνοιξε τη συζήτηση για το θέμα του σοσιαλισμού σε όλο το Κόμμα. Συνέχισε τη δουλειά για το δεύτερο τόμο της Ιστορίας του Κόμματος της περιόδου 1949-1974, που έχει φτάσει στο στάδιο ολοκλήρωσης, αλλά δεν έγινε δυνατό να ανοίξει την εσωκομματική συζήτηση. Η μελέτη της Ιστορίας του Κόμματος απαιτούσε συστηματική συγκέντρωση διεθνών πηγών, αλλά και συστηματική μελέτη των διαθέσιμων στο Κόμμα εσωτερικών πηγών, απαιτούσε περισσότερο χρόνο από όσο είχε προβλεφθεί. Η νέα ΚΕ, με βάση όλη την εργασία που έχει γίνει, μπορεί να ολοκληρώσει το καθήκον αυτό.

Η ΚΕ επίσης οργάνωσε πανελλαδικές δραστηριότητες για τα 90χρονα του Κόμματος και της Σοσιαλιστικής Οχτωβριανής Επανάστασης, για τα 60χρονα του ΔΣΕ και τα 60χρονα από τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι πολύμορφες αυτές δραστηριότητες συνέβαλαν στην ανάπτυξη σε όλη την κλίμακα του Κόμματος μιας σημαντικής ιδεολογικής και διαπαιδαγωγικής δουλειάς, στην ανάπτυξη του προβληματισμού και στη δοκιμασία της ιστορικής πείρας του Κόμματος και του κινήματος. Η ΚΕ οργάνωσε Πανελλαδική Καμπάνια για τα θέματα της Παιδείας.

90. Η θετική αυτή πορεία δεν πρέπει να φέρει σε δεύτερη μοίρα, πολύ περισσότερο, να κρύψει τα αδύνατα σημεία στη δουλειά της ΚΕ, πλευρές της δουλειάς της που υστέρησαν σε σχέση με τις ανάγκες, που πρέπει να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά από τη νέα ΚΕ:

α) Η ΚΕ, αν και βελτίωσε τον προσανατολισμό της στην ανάπτυξη των δεσμών και των δυνάμεων του Κόμματος στην εργατική τάξη, στους εργασιακούς χώρους και σε συγκεκριμένους κλάδους, αν και συστηματικά έδωσε κατεύθυνση να ασχολούνται συχνά τα παρακάτω καθοδηγητικά όργανα, η ίδια δεν κατάφερε να ασχοληθεί πιο συστηματικά, ως ανώτερο καθοδηγητικό όργανο, με τη μελέτη της πείρας των Κομματικών Οργανώσεων. Αρα, να επεξεργαστεί πιο ολοκληρωμένες κατευθύνσεις, να πάρει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα επιτελικού χαρακτήρα μέτρα για τη συγκέντρωση δυνάμεων στο κρίσιμο αυτό καθήκον. Δεν έδειξε την απαιτούμενη αποφασιστικότητα για την ιδεολογική κατάρτιση και μόρφωση στελεχών και μελών που δραστηριοποιούνται στο εργατικό κίνημα, θέμα που αφορά πριν απ’ όλα την ανάπτυξη και ανάδειξη εργατικών στελεχών, την αποφασιστική βελτίωση σε σταθερή βάση και προοπτική της κοινωνικής σύνθεσης των Οργάνων.

Η ΚΕ, με τη βοήθεια αντίστοιχων Τμημάτων, ξεκίνησε πιο συστηματική δράση στον τομέα των μισθωτών επιστημόνων, ειδικά στο χώρο μηχανικών, οικονομολόγων. Μέσα από τη βελτίωση της δράσης μας στο μέτωπο της Υγείας βελτιώθηκε και η παρέμβασή μας στους μισθωτούς γιατρούς και άλλους επιστήμονες. Ανοίχτηκε καλύτερα και ευρύτερα το ζήτημα του κοινωνικού ρόλου του μισθωτού επιστήμονα στο κίνημα και στην πάλη για τη Λαϊκή Οικονομία, σε αντιπαράθεση με την πολιτική πλήρους ενσωμάτωσης της επιστημονικής γνώσης και έρευνας στην υπηρέτηση της ανταγωνιστικότητας, της κερδοφορίας. Πρόκειται για πρώτα βήματα, η υστέρηση δεν έχει ξεπεραστεί.

β) Αν και βελτίωσε τον προσανατολισμό της στη μελέτη ζητημάτων στρατηγικής και τακτικής στο κίνημα, ωστόσο δεν μπόρεσε να έλθει στο ύψος των αναγκών, στη γενίκευση της πείρας και στον καλύτερο καθοδηγητικό προσανατολισμό στη δουλειά στο μαζικό κίνημα, στη συσπείρωση δυνάμεων που σχετίζεται με το καθήκον της οικοδόμησης του Μετώπου. Η ΚΕ δεν μπόρεσε να μελετήσει συστηματικά και να πάρει μέτρα ώστε να βελτιωθεί η συμβολή μας στο αντιιμπεριαλιστικό φιλειρηνικό κίνημα. Οι αντικειμενικές συνθήκες είναι τόσο πολύπλοκες και σύνθετες που επιβάλλουν ακόμα πιο συγκεκριμένη επεξεργασία και, κυρίως, πιο άμεσο έλεγχο του πώς δουλεύουμε ως Κόμμα στις εργατικές και λαϊκές μάζες, στην οργάνωση και συσπείρωσή τους. Η ΚΕ όφειλε να καταπιαστεί περισσότερο και με μεγαλύτερη επάρκεια στην κατανόηση, πριν απ’ όλα μέσα στο Κόμμα, της σημασίας της κοινωνικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τους αυτοαπασχολούμενους και τη μικρομεσαία αγροτιά, που αποτελεί και το υπόβαθρο για θετικές διεργασίες που αφορούν και το κίνημα και την υπόθεση του ΑΑΔΜ.

γ) Η βελτίωση της δουλειάς της ΚΕ σχετίζεται και με τη βελτίωση της απόδοσης και της συνεισφοράς των βοηθητικών της Τμημάτων, τα οποία στο διάστημα αυτό έκαναν πρόοδο στην παρακολούθηση και μελέτη των εξελίξεων, της κυβερνητικής πολιτικής, της πολιτικής της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Επεξεργάστηκαν καλύτερα και πιο συγκεκριμένα τις θέσεις του Κόμματος. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να είναι αδύνατο σημείο της ΚΕ το ότι δεν έχει καταφέρει να στελεχώσει και να καθοδηγήσει με απαιτούμενη επάρκεια τα βοηθητικά Τμήματά της, ώστε με τις επεξεργασίες και το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσουν στη μελέτη της πείρας του κάθε χώρου, να εργάζονται για τη θεωρητική υποδομή του Κόμματος σε πιο μακροχρόνια βάση, αφού από τώρα γίνονται ορατές οι αυξημένες αυριανές απαιτήσεις. Η σύνθεση των Τμημάτων πρέπει να βελτιωθεί και αυτό αποτελεί ευθύνη της ΚΕ και πιο ειδικό δείκτη και της πολιτικής ανάδειξης στελεχών από την εργατική τάξη, νέων σε ηλικία και γυναικών. Απαιτείται να διατεθούν στελέχη για να προετοιμαστεί η ανάδειξη στελεχών που έχουν μια ορισμένη κοινωνική, πολιτική και οργανωτική πείρα δράσης στο εργατικό κίνημα και στη νεολαία, αλλά και όσο γίνεται πιο υψηλή μαρξιστική μόρφωση και επιστημονική ειδίκευση. Τα βοηθητικά επιτελεία της ΚΕ μπορούν να συμβάλουν στον εμπλουτισμό και στην εξειδίκευση της στρατηγικής του Κόμματος, στην εξειδίκευση στελεχών, στη διεύρυνση των δεσμών του Κόμματος με φίλους και οπαδούς, επιστήμονες που μπορεί να συμβάλουν και στις επεξεργασίες, αλλά και στα διάφορα μέτωπα συσπείρωσης δυνάμεων. Η στελέχωση των Τμημάτων με επαρκή αριθμό κατάλληλων στελεχών θα συμβάλει και στην αύξηση της βοήθειας προς τις Κομματικές Οργανώσεις. Βοηθάει και στην καλύτερη σύνδεση των στελεχών αυτών με την ταξική πάλη, τους αγώνες, να μην ξεκόβονται από τη σημαντική πρακτική πείρα της καθημερινής δράσης.

δ) Η ΚΕ, αν και με τη βελτίωση της συνολικής της δουλειάς συνέβαλε στην ανάπτυξη και ανάδειξη νέων στελεχών, ωστόσο δεν κατάφερε να εκπονήσει σταθερό σχέδιο στον τομέα αυτό και πριν απ’ όλα να προετοιμάσει συστηματικά την ανάδειξη και ανάπτυξη στελεχών από την εργατική τάξη. Οι ανάγκες της επικαιρότητας, οι τρέχουσες ανάγκες απορρόφησαν καθημερινά μεγάλο μέρος στελεχών σε αυτές, σε βάρος της απαιτούμενης προσοχής στην ιδεολογική ανάπτυξη των στελεχών από την εργατική τάξη και στην απόκτηση πολύπλευρων ικανοτήτων. Η ΚΕ επίσης δεν κατάφερε να συστηματοποιήσει την πολιτική ανάδειξης στελεχών από την ΚΝΕ. Στο διάστημα που μεσολάβησε, ένας σημαντικός αριθμός στελεχών της ΚΝΕ πέρασε στο Κόμμα και συνέβαλε στη βελτίωση της δουλειάς των Οργάνων. Η ανανέωση των Οργάνων με στελέχη από την ΚΝΕ δε γίνεται μελετημένα, με καλή προετοιμασία τους για το πέρασμα στην κομματική δουλειά, αλλά και με την απαιτούμενη προσοχή ώστε να μη δημιουργούνται σοβαρά κενά στην ΚΝΕ. Η νέα ΚΕ πρέπει ακόμα πιο θαρραλέα να προχωρήσει στην ανάδειξη στελεχών από την ΚΝΕ, ιδιαίτερα νέων εργατών και εργατριών, όμως αυτό πρέπει να γίνεται με καλύτερο προγραμματισμό και με ενίσχυση της βοήθειας στην ΚΝΕ, με βάση και τις αποφάσεις της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης.

ε) Η ΚΕ δεν κατάφερε αποφασιστικά να υλοποιήσει τα συνδυασμένα μέτρα για τη στήριξη και βοήθεια στην ΚΝΕ, αλλά και τη βελτίωση των δεσμών του Κόμματος με τις νέες ηλικίες, με βάση το συγκεκριμένο περιεχόμενο και τις υποδείξεις της Πανελλαδικής Σύσκεψης. Αν και σήμερα το Κόμμα διαθέτει επεξεργασμένες θέσεις για όλα τα προβλήματα της νεολαίας, ωστόσο αυτές δεν εντάσσονται μελετημένα στις γενικότερες δραστηριότητες του Κόμματος. Η ΚΕ δεν κατάφερε να βοηθήσει στην εξειδίκευση στελεχών για δουλειά στις νέες ηλικίες, στη νεολαία.

στ) Με καθυστέρηση η ΚΕ υλοποίησε την απόφαση για την πραγματοποίηση της Πανελλαδικής Σύσκεψης για τη δουλειά στις γυναίκες, πριν απ’ όλα αυτές που ανήκουν στην εργατική τάξη, στα φτωχά λαϊκά στρώματα, στις κοπέλες που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα όταν αποκτήσουν οικογένεια, παιδί. Η ΚΕ δεν κατάφερε στην καθοδηγητική της δουλειά να κατανοηθεί και με πρακτικά οργανωτικά μέτρα ότι η γυναικεία δουλειά δεν αποτελεί έναν τομέα ειδικό και αποσπασμένο από τα γενικά καθήκοντα, αλλά απαιτεί εξειδίκευση της γενικής πολιτικής του Κόμματος στις γυναίκες, είναι αναπόσπαστο στοιχείο της δουλειάς στην εργατική τάξη, στη λαϊκή οικογένεια. Αν και βοήθησε σε μια ορισμένη κατανόηση του προβλήματος στα Οργανα της ΚΝΕ, δεν κατάφερε ακόμα να προσανατολιστεί η ΚΝΕ και στον τομέα αυτό. Η δουλειά της ΚΝΕ στις κοπέλες πρέπει να στηριχτεί πριν απ’ όλα στην κατανόηση της φύσης του προβλήματος, στην έγκαιρη βοήθεια στα μέλη της να περάσουν τη φάση μετάβασης από τα «θρανία» στο επάγγελμα και στην οικογένεια, ώστε να μην υποχωρούν μπροστά στις αντικειμενικά αντίξοες συνθήκες και αποστρατεύονται.

Για το Πολιτικό Γραφείο

91. Είχε θετική συμβολή στη βελτίωση του προσανατολισμού και της απόδοσης της ΚΕ, στην ανάληψη κεντρικών πρωτοβουλιών και στη βελτίωση γενικά της παρέμβασης του Κόμματος στις εξελίξεις και στους αγώνες. Είχε επίσης θετική συμβολή στη δράση και παρέμβαση του Κόμματος στο διεθνές κομμουνιστικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα.

Το ΠΓ δεν μπόρεσε να διασφαλίσει στον απαιτούμενο βαθμό την ανάπτυξη διατμηματικής συνεργασίας, γεγονός που έχει επίπτωση στην απόδοση των Τμημάτων σε μια περίοδο που οι επεξεργασίες στα διάφορα θέματα διαπλέκονται μεταξύ τους. Αδύνατο σημείο της δουλειάς του ήταν η πιο αποφασιστική μελέτη της πείρας και ο έλεγχος για το πώς σε όλη την κλίμακα του Κόμματος υλοποιείται η πολιτική συσπείρωσης δυνάμεων, αν και το ζήτημα αυτό βρισκόταν στον προσανατολισμό του. Ωστόσο, δεν έγινε δυνατό να συνδυάζεται με την επικαιρότητα και τις καθημερινές εξελίξεις.

Το ΠΓ υστέρησε στην πολιτική ανάδειξης και ανάπτυξης στελεχών με την έννοια της χάραξης μιας πολιτικής προετοιμασίας και ανάλογης βοήθειας. Υστέρησε στην ενίσχυση των επιτελείων του Κόμματος και ιδιαίτερα στη διαμόρφωση υποδομής στα θέματα της προπαγάνδας που σήμερα πρέπει να αποκτήσει μεγαλύτερη πολυμορφία μέσων και περιεχομένου.

Το πρώτο διάστημα μετά το συνέδριο, σε συνεργασία με τη Γραμματεία, έδωσε βάρος στην πραγματοποίηση πανελλαδικών κομματικών αχτίφ σε βασικούς εργασιακούς κλάδους, ιδιαίτερα εκεί όπου είχε προχωρήσει η επεξεργασία των εξελίξεων και των νέων προβλημάτων που εμφανίσθηκαν, εξαιτίας και της επίδρασης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Την τελευταία διετία η προσπάθεια αυτή υποχώρησε. Το συμπέρασμα είναι ότι χρειάζεται επιμονή και αποφασιστικότητα στο συνδυασμό γενικότερης σημασίας καθηκόντων με τις τρέχουσες απαιτήσεις του αγώνα.

Για τη Γραμματεία

92. Επαιξε θετικό ρόλο και βελτίωσε τη βοήθεια στην καθοδήγηση των Οργανώσεων, στον προσανατολισμό τους σε θέματα αφομοίωσης, επεξεργασίας και εξειδίκευσης της στρατηγικής, στην αναδιάταξη δυνάμεων, στην προσπάθεια να βελτιωθεί η κομματική οικοδόμηση. Βελτίωσε τη διαδικασία ελέγχου αποφάσεων και το συντονισμό της δουλειάς Τμημάτων - Κινημάτων και Οργανώσεων. Και αυτή έχει μερίδιο ευθύνης στο ότι δεν έγινε πιο συστηματικός έλεγχος, γενίκευση της πείρας, άρα και εμπλουτισμός κατευθύνσεων για το πώς δουλεύουμε στο μαζικό κίνημα, ειδικότερα στην εργατική τάξη και στις κοινωνικές συμμαχίες, πώς υλοποιείται στις συγκεκριμένες συνθήκες η πολιτική συσπείρωσης δυνάμεων. Η Γραμματεία, αν και κατέβαλε προσπάθειες μέσα από ειδικά οργανωτικά αχτίφ, ωστόσο έπρεπε περισσότερο και πιο συστηματικά να μελετήσει ζητήματα καθοδήγησης των ΚΟΒ.

7ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΩΣ ΤΟ 19ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ

93. Το Κόμμα πρέπει να συνεχίσει με αποφασιστικότητα την πορεία που έχει χαράξει με αφετηρία το 15ο Συνέδριο και επεξεργάστηκε παραπέρα στα επόμενα συνέδρια. Σημασία έχει να εδραιωθεί αυτός ο προσανατολισμός, να αφομοιωθεί στο επίπεδο της ΚΟΒ και να δοθεί βάρος στην καθοδήγηση της ΚΝΕ, στην ωρίμανσή της. Σήμερα, κλειδί για την ολόπλευρη ισχυροποίηση του Κόμματος είναι η πρόοδος της κομματικής οικοδόμησης, παίρνοντας υπόψη ότι έχει διευρυνθεί η επιρροή του Κόμματος, άρα υπάρχει έδαφος για ανάπτυξη των γραμμών του με ταχύτερους ρυθμούς την επόμενη περίοδο. Προϋποθέτει σχεδιασμένη και σταθερή, ακούραστη δουλειά για την οικοδόμηση εκτεταμένου, όσο γίνεται, δικτύου Κομματικών και ΚΝίτικων Οργανώσεων Βάσης στα εργοστάσια, στις επιχειρήσεις, στους τόπους δουλειάς, σε όλους τους κλάδους και συνεχή ανάπτυξή τους. Είναι προϋπόθεση για να βελτιωθεί και να γίνει πιο δυνατή και αποτελεσματική η κομματική οικοδόμηση και επίδραση στα λαϊκά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου, στις γυναίκες, στις νέες ηλικίες, στη νεολαία γενικότερα. Να γίνει συνείδηση και τρόπος δουλειάς η ενότητα επαναστατικής θεωρίας - επαναστατικής πράξης, που σημαίνει: Κατακτούμε όσο γίνεται πιο υψηλό θεωρητικό ιδεολογικό επίπεδο, που συμβάλλει στην αφομοίωση και δημιουργική εφαρμογή της στρατηγικής, στην προγραμματισμένη καθημερινή δράση στο κίνημα, στη συσπείρωση δυνάμεων, αλλά και στην ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης όλο και περισσότερων εργατοϋπαλλήλων και άλλων πρωτοπόρων εργαζομένων. Η ανάπτυξη της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη», της «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης» και του πολιτικού βιβλίου είναι βασικό βήμα προς τα εμπρός, σε συνδυασμό με την πιο πλατιά ανάπτυξη της εσωκομματικής μόρφωσης έως την ΚΟΒ και της αυτομόρφωσης. Η απαίτηση αυτή πρέπει να δυναμώσει απέναντι στις νεότερες ηλικίες και στην ΚΝΕ.

Το πρόγραμμα ιδεολογικής πολιτικής μόρφωσης στελεχών και μελών να συμπεριλαμβάνει ως κύριο ζήτημα το κείμενο με τα συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και την Ιστορία του Κόμματος, όταν ολοκληρωθεί η ετοιμασία και η εσωκομματική συζήτηση για το δεύτερο μέρος της Ιστορίας του ΚΚΕ που περιλαμβάνει την περίοδο 1949-1974.

Η νέα ΚΕ να δώσει ιδιαίτερο βάρος στη βοήθεια και στο ανέβασμα της απόδοσης των Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών, ώστε να καθοδηγούν με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα τις Νομαρχιακές και Αχτιδικές Επιτροπές που έχουν και την άμεση ευθύνη της καθοδήγησης των ΚΟΒ. Ιδιαίτερη βοήθεια χρειάζονται οι Νομαρχιακές Επιτροπές της υπαίθρου.

Να πάρουν πιο ουσιαστικό και δημιουργικό χαρακτήρα οι διαδικασίες απολογισμού και ελέγχου των καθοδηγητικών οργάνων έως την ΚΟΒ, υπερνικώντας κάθε πνεύμα ρουτίνας και τυπικότητας. Τα καθοδηγητικά όργανα, σε όλη την κλίμακα του Κόμματος έως τις ΚΟΒ, χρειάζεται πιο συστηματικά να μελετούν την πείρα της ταξικής και της γενικότερης μαζικής πάλης στην περιοχή τους, να εντοπίζουν συγκεκριμένες αδυναμίες, ελλείψεις και λάθη που γίνονται στην υλοποίηση των αποφάσεων, να εντοπίζονται τα νέα προβλήματα, οι τάσεις, οι εξελίξεις στο χώρο, ώστε οι αποφάσεις να ανταποκρίνονται κάθε φορά στις συγκεκριμένες ανάγκες. Ιδιαίτερα, να γνωρίζουν τις όποιες ριζοσπαστικές δυνάμεις και τάσεις αναπτύσσονται, τα πρωτοπόρα εργατικά στοιχεία, να μελετούν μέσα από ποιες πρωτοβουλίες και ποια προβλήματα θα συμβάλουν στην ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης, στη διάθεση για οργάνωση και πάλη.

Να αποκτήσουν πιο ουσιαστικό χαρακτήρα ο έλεγχος και η αξιολόγηση της προσφοράς και της δουλειάς των στελεχών.

Να κατακτηθεί ένα ανώτερο επίπεδο κατανόησης του χαρακτήρα και του περιεχομένου της δημιουργικής προσαρμογής και εξειδίκευσης της στρατηγικής στο χώρο ευθύνης του κάθε Οργάνου έως την ΚΟΒ. Να παίρνονται μελετημένα οργανωτικά μέτρα που υπηρετούν αυτόν τον προσανατολισμό.

Ο όγκος δουλειάς, οι σύνθετες εξελίξεις απαιτούν τη στήριξη σε βοηθητικά επιτελεία, ώστε τα καθοδηγητικά όργανα να μπορούν να συγκεντρώνουν την προσοχή στους πιο βασικούς άξονες της δουλειάς, να προγραμματίζουν σε βάθος χρόνου. Οι Επιτροπές Πόλεων και Περιοχών να διαμορφώσουν βοηθητικές επιτροπές εκεί που δεν υπάρχουν, να βελτιώσουν τη σύνθεση των υφιστάμενων. Μια ορισμένη υποδομή πρέπει να διασφαλίζουν και οι Νομαρχιακές Επιτροπές των περιοχών, οι Αχτιδικές των πόλεων. Οι βοηθητικές επιτροπές συμβάλλουν στην καλύτερη επεξεργασία των αποφάσεων, στη βοήθεια για εξειδίκευση των στελεχών και, τελικά, στη βελτίωση της καθοδήγησης των ΚΟΒ.

94. Η νέα ΚΕ να εξασφαλίσει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα από όσο έγινε μέχρι τώρα, ώστε ο γενικός σχεδιασμός και έλεγχος της δουλειάς της να συμπεριλαμβάνει όλα τα συνδυασμένα μέτρα που καθόρισε η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για τη στήριξη και την ολόπλευρη βοήθεια στην ΚΝΕ, όπως:

Να προσανατολίσει τα Οργανα ν’ ανεβάσουν τη δουλειά τους στην ΚΝΕ για την αφομοίωση της στρατηγικής του Κόμματος, την ιδεολογικοπολιτική μόρφωση, την κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση. Να βοηθήσει στην εξειδίκευση στελεχών του Κόμματος και της ΚΝΕ σε τομείς της νεολαιίστικης δουλειάς, ιδιαίτερα στους νέους εργάτες και εργάτριες, στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, στα ΤΕΙ.

Με μεγαλύτερη απαιτητικότητα από τον εαυτό της και τα παρακάτω Οργανα να δώσει συντροφική βοήθεια, ώστε να εξασφαλιστεί η δημιουργική λειτουργία των ΟΒ, που συνιστά, μαζί με την ιδεολογικοπολιτική δουλειά, σοβαρό παράγοντα για την αφομοίωση των νέων μελών. Να αντιμετωπίσει την καθυστέρηση που υπάρχει σε ζητήματα Πολιτισμού και Αθλητισμού.

95. Οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις διαμορφώνουν και στην Ελλάδα μια νέα κατάσταση, η οποία θα εξελίσσεται παραπέρα στο βαθμό που περάσουν και τα επόμενα μέτρα που προβλέπονται.

Ισχύει και σήμερα η διαπίστωση που περιέχεται στις Θέσεις του 17ου Συνεδρίου («Ντοκουμέντα 17ου Συνεδρίου», σελ. 174) ότι «διαμορφωμένες αντιλήψεις και πρακτικές στην πολιτική και τη μαζική δράση του από την περίοδο της μεταπολίτευσης, σε διαφορετικές σχετικά, εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες, αποδείχτηκαν ανεπαρκείς να μεταφερθούν ατόφιες στις σύγχρονες συνθήκες». Απαιτείται να παίρνονται υπόψη οι σύγχρονες συνθήκες και η πείρα που ήδη έχει αποκρυσταλλωθεί όλα αυτά τα χρόνια, διαφορετικά δε θα καλλιεργείται η ικανότητα του Κόμματος, θα μειώνεται η αποτελεσματικότητά του.

Το άμεσα ζητούμενο είναι να διευρυνθεί η εργατική πρωτοπορία, δουλεύοντας ολοκληρωμένα με τη σύγχρονη πείρα. Η διεύρυνση της εργατικής πρωτοπορίας είναι προϋπόθεση για να ασκείται επίδραση και επιρροή σε όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης.

Η ανάπτυξη και ισχυροποίηση του ταξικού κινήματος, η άνοδος της οργάνωσης της εργατικής τάξης, η πρόοδος στην ενότητά της είναι αδιανόητα δίχως τη συστηματική κομματική δουλειά στους οικονομικούς μετανάστες, οι οποίοι ζουν στο πετσί τους την πιο άγρια ταξική εκμετάλλευση. Αναπόσπαστο στοιχείο του προγραμματισμού της κομματικής δουλειάς πρέπει να είναι η συμμετοχή των μεταναστών στα σωματεία, στο συνδικαλιστικό κίνημα, η υπεράσπισή τους στο χώρο δουλειάς από την εργοδοτική ασυδοσία, είτε δουλεύουν στις πόλεις, είτε ως εργάτες γης. Σήμερα χρειάζονται υπεράσπιση και αλληλεγγύη και απέναντι στους ομοεθνείς τους εργοδότες, που τους εκμεταλλεύονται το ίδιο σκληρά με τους Ελληνες. Η παρέμβαση στους οικονομικούς μετανάστες πρέπει να επεκτείνεται σε όλο το φάσμα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν όσον αφορά τις συνθήκες ζωής και κατοικίας, το πρόβλημα της εκπαίδευσης των παιδιών, τις κοινωνικές υποδομές, το πρόβλημα της υγείας, την υπεράσπισή τους από κάθε μηχανισμό καταστολής και βίας, τη νομιμοποίησή τους.

Η νέα ΚΕ, αξιοποιώντας την πείρα των Οργανώσεων, να επεξεργαστεί σχέδιο δράσης για τα προβλήματα των μεταναστών και την ένταξή τους στο εργατικό κίνημα.

96. Η σχεδιασμένη ιδεολογικοπολιτική και μαζική δραστηριότητα του Κόμματος πρέπει να διέπεται από συγκεκριμένα κριτήρια ελέγχου αποτελεσμάτων, από προγραμματισμένους στόχους, ώστε να γίνεται συστηματικός έλεγχος και απολογισμός, να εκτιμάται ο βαθμός αποτελεσματικότητας, η διαμόρφωση υποδομής, προοπτικής, με κύριο κριτήριο τη δημιουργική ανησυχία για το πώς προωθείται σταθερά και μεθοδικά η στρατηγική του. Τα όποια αποτελέσματα υπάρχουν κατοχυρώνονται και γίνονται εφαλτήριο για παραπέρα βελτίωση και πιο υψηλή απαιτητικότητα, χωρίς ανυπομονησία που δεν υπολογίζει τις καμπές και τις στροφές του κινήματος, τα διάφορα ζιγκ-ζαγκ, την όποια επίδραση ασκούν οι αντικειμενικοί παράγοντες.

Μέσα από την καθημερινή δράση, να ανεβαίνει η πείρα του Κόμματος, η ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική του ετοιμότητα σε όλους τους κρίκους, ώστε να βρίσκεται στο ύψος των απαιτήσεων σε συνθήκες που οξύνεται η ταξική πάλη και νέες λαϊκές μάζες εισέρχονται στο κίνημα ή στις αντίθετες συνθήκες, που εμφανίζονται δυσκολίες και αργοί ρυθμοί ανάπτυξης του ταξικού αγώνα.

Να αντιμετωπίσουμε με δουλειά προσέγγισης, χωρίς άγχος άμεσης πειθούς, τη σχετικά νέα κινητικότητα λαϊκών μαζών που συντελείται με αντιφάσεις. Ταυτόχρονα, να επαγρυπνούμε γιατί ένα τέτοιο απαραίτητο άνοιγμα φέρνει και πίεση και δυσκολία να περνάει η στρατηγική μας, κίνδυνο διάχυσης. Είναι όμως μονόδρομος να μπούμε σε πιο βαθιά νερά, φροντίζοντας να μη χαλαρώνει η επιμονή στην προώθηση της στρατηγικής μας.

97. Η μαχητικότητα και η ποιότητα της δράσης των κομμουνιστών και κομμουνιστριών στις άλλες μαζικές οργανώσεις συνιστούν βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της πάλης, για την αγωνιστική συλλογική διαπαιδαγώγηση, για την ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης, για την κομματική και ΚΝίτικη οικοδόμηση, για την ένταξη στο Κόμμα πρωτοπόρων εργαζομένων.

Οι μαζικές οργανώσεις στο χώρο κατοικίας αποκτούν σήμερα μεγαλύτερη σημασία και οι τοπικοί αγώνες ευρύτερη πολιτική διάσταση, καθώς προχωρά η νέα διοικητική δομή της χώρας με τον «Καποδίστρια ΙΙ», και μια σειρά κρίσιμοι κοινωνικοί τομείς περνάνε σε δημοτικό επίπεδο και συνδέονται με τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).

Τα Οργανα και οι ΚΟ να αναλάβουν την ευθύνη τους στην καθοδήγηση των εκλεγμένων σε διοικήσεις μαζικών φορέων και άλλων οργανώσεων, των κομματικών ομάδων, στον έλεγχο πώς δουλεύουμε, πώς συσπειρώνουμε, πώς κερδίζουμε πείθοντας λαϊκές δυνάμεις.

98. Το ζήτημα της ανανέωσης, της εναλλαγής και της αναδιάταξης στελεχών είναι άμεσο και επιτακτικό. Ακόμα περισσότερο επιτακτικό θα γίνει τα επόμενα χρόνια, γι’ αυτό και η αντιμετώπισή του πρέπει να είναι μεθοδική, προγραμματισμένη, άμεση.

Η ανανέωση των οργάνων να έχει κοινωνικοταξικά και ηλικιακά κριτήρια και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Ιδιαίτερος στόχος είναι η ανάδειξη γυναικείων στελεχών από την εργατική τάξη.

Χρειάζεται να συγκεντρωθούν οι περισσότερες και πιο ικανές δυνάμεις στην κλαδική δουλειά, στη δουλειά κατά τομέα οικονομίας, ιδιαίτερα στη βιομηχανία, στους παραδοσιακούς κλάδους της μεταποίησης που απασχολούν έμπειρο εργατικό δυναμικό και στους νέους βιομηχανικούς κλάδους που συγκεντρώνουν νέους σε ηλικία εργάτες. Επιπλέον, πρέπει τα καλύτερα και πιο ώριμα ή εξελίξιμα στελέχη να ενισχύσουν τη δουλειά των κλαδικών Αχτίδων. Εκεί να διαταχθούν και στελέχη που μπορούν να βοηθήσουν στην πιο επιτελική δουλειά.

Συγκέντρωση δυνάμεων να γίνει και στον τομέα της ιδεολογικής δουλειάς, της διαφώτισης και προπαγάνδας, των μελετών και της έρευνας με την αξιοποίηση του κομματικού επιστημονικού δυναμικού που θέτει τις γνώσεις του στην υπηρεσία της εργατικής τάξης, της πάλης για το σοσιαλισμό. Απαιτείται οι νέοι επιστήμονες κομματικά μέλη να βοηθιούνται, ώστε να αποκτούν μαρξιστική μόρφωση με σύστημα εσωκομματικής μόρφωσης και αυτομόρφωσης.

Η ανανέωση σχετίζεται και με την εναλλαγή τομέων δουλειάς, καθώς η πολύχρονη παραμονή σε ένα συγκεκριμένο καταμερισμό οδηγεί σε μονομέρεια και κατά συνέπεια σε ένα είδος στασιμότητας. Στελέχη που δεν έχουν διάθεση να ανεβάσουν την προσφορά τους ή δεν κατανοούν την ανάγκη ατομικής βελτίωσης μπαίνουν εμπόδιο.

Η λύση του ζητήματος βρίσκεται και στη βελτίωση της καθοδήγησης, αλλά κυρίως στην ανανέωση των Οργάνων από την ΚΝΕ, που προϋποθέτει περισσότερη βοήθεια στα στελέχη της, ώστε να προετοιμάζονται για την ανάληψη κομματικής ευθύνης. Ταυτόχρονα, πρέπει να βοηθιέται η ΚΝΕ, ώστε και αυτή να προετοιμάζει την ανάδειξη και ανάπτυξη των στελεχών της, προκειμένου να καλύπτονται τα κενά που δημιουργούνται με το πέρασμα στο Κόμμα. Να παίρνει, δηλαδή, υπόψη και το ΚΣ της ΚΝΕ το ρόλο που παίζει η Οργάνωση στην ανανέωση των δυνάμεων του Κόμματος.

Το καθήκον αυτό ισχύει για όλους τους καθοδηγητικούς κρίκους του Κόμματος και τους αντίστοιχους της ΚΝΕ.

99. Η ισχυροποίηση του Κόμματος συμπεριλαμβάνει τη σταθεροποίηση και ανάπτυξη της πολιτικής του εκλογικής επιρροής. Ωστόσο, η ισχυροποίηση του Κόμματος δεν πρέπει να ταυτίζεται με την εκλογική επιρροή. Πρέπει να κατανοηθεί ότι υπάρχουν ζητήματα που κυρίως πρέπει να συγκεντρώσουν την προσοχή μας, ώστε να αποτελέσουν εργαλείο και για την πολιτική επιρροή του Κόμματος. Η πολιτική επιρροή καθορίζεται και αποτιμάται με ένα συνδυασμό κριτηρίων. Βασικό κριτήριο ισχυροποίησης είναι η κομματική οικοδόμηση στα εργοστάσια, στις επιχειρήσεις, στους κλάδους, η ιδεολογικοπολιτική στάθμη του Κόμματος και η ικανότητά του στην αντεπίθεση, με κριτήριο τη διάδοση του «Ριζοσπάστη», του πολιτικού βιβλίου κλπ. Η σταθερή ιδεολογική διαπάλη με τις αστικές αντιλήψεις και τον οπορτουνισμό.

100. Αναπόσπαστο στοιχείο της κομματικής οικοδόμησης και της ισχυροποίησης των δεσμών του Κόμματος με την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα αποτελεί η αξιοποίηση και διάδοση των κομματικών εντύπων, η αξιοποίηση των ηλεκτρονικών μέσων, του Διαδικτύου. Ολα αυτά συνιστούν παράγοντες ουσιαστικής βελτίωσης της προπαγάνδας, που πρέπει να στέκεται κάθε φορά στο ύψος των απαιτήσεων, των αναγκών, να σχεδιάζεται με προοπτική. Ο «Ριζοσπάστης», η ΚΟΜΕΠ και ειδικές εκδόσεις που κάνει το Κόμμα αποτελούν το αναντικατάστατο καθημερινό ατομικό εφόδιο του κάθε μέλους του Κόμματος και της ΚΝΕ. Το ίδιο ισχύει για τον «Οδηγητή» για τα μέλη της ΚΝΕ. Ο «Οδηγητής» είναι εφόδιο επίσης για τα στελέχη και μέλη του Κόμματος που έχουν χρεωθεί δουλειά στη Νεολαία, αλλά και για όλο το κομματικό δυναμικό που χρειάζεται να γνωρίζει όσο γίνεται καλύτερα τι λέει η ΚΝΕ. Τα παραπάνω μέσα συμβάλλουν και στη βελτίωση της καθοδήγησης, αφού εφοδιάζουν με επιχειρήματα και γνώσεις, ενημερώνουν με βάση και την επικαιρότητα.

Η πλατιά διαφωτιστική δουλειά χρειάζεται να αξιοποιήσει συστηματικά όλες τις σύγχρονες μορφές προπαγάνδας, όμως το κύριο και βασικό είναι να στηριχτεί στον άμεσο ζωντανό διάλογο, πρόσωπο με πρόσωπο με τους εργαζόμενους. Βασικό μέτρο είναι να αναδειχτεί μέσα από μια συστηματική προσπάθεια βοήθειας και αυτομόρφωσης, εκπαίδευσης, ένα πλατύ δίκτυο διαφωτιστών και προπαγανδιστών, ιδιαίτερα από την εργατική τάξη, μαρξιστών επιστημόνων.

101. Στο επόμενο διάστημα να γίνει βαθιά συνείδηση στα στελέχη και στα μέλη του Κόμματος ότι το πιο αποτελεσματικό όπλο πειθούς συνιστά η ενότητα λόγων και έργων, επαναστατικής θεωρίας και πράξης. Ιδιαίτερα αυτό αφορά το χώρο εργασίας, τον τόπο δουλειάς, εκεί δηλαδή όπου κρίνεται η μαχητικότητα και η ταξική αντιπαράθεση.

Ο κομμουνιστής και η κομμουνίστρια, ο ΚΝίτης και η ΚΝίτισσα δεν κρίνονται μόνο από την προσωπική αγωνιστικότητα, αλλά από την ικανότητα συσπείρωσης και οργάνωσης των λαϊκών μαζών κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Από την ικανότητα στην οικοδόμηση μετώπων συσπείρωσης στη διάρκεια των αγώνων, στην ενίσχυση μετώπων συσπείρωσης και συνεργασίας στα οποία μετέχουμε και τα στηρίζουμε, στη διεύρυνση του κύκλου επαφής και επιρροής του Κόμματος, στην ικανότητα να συνεργαζόμαστε με εργατοϋπαλλήλους, αυτοαπασχολούμενους και φτωχούς αγρότες, με νέες ηλικίες, παίρνοντας υπόψη τις διαφορετικές τους απόψεις, αλλά και χωρίς να παραιτούμαστε από τη δουλειά της πειθούς, της κριτικής.

102. Να μένει ανοικτό το μέτωπο του εκσυγχρονισμού των θέσεων και επεξεργασιών μας, των στόχων και αιτημάτων πάλης, ώστε να διευκολύνουμε την προώθηση της στρατηγικής μας, να ανεβάσουμε την ικανότητα εκλαΐκευσης των θέσεών μας για το σοσιαλισμό και την αναγκαιότητα οικοδόμησης του Μετώπου στη βάση της συμφωνίας για τη Λαϊκή Εξουσία - Οικονομία. Η βάση των διεκδικήσεων είναι τα οικονομικά αιτήματα των εργαζομένων και το δικαίωμα στη δουλειά, αποκρούοντας τις αστικές και σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις περί αναδιανομής και διαχείρισης της φτώχειας. Να διατυπώνουμε συνθήματα και αιτήματα, στόχους πάλης που αποκαλύπτουν την αναγκαιότητα πάλης κατά της ταξικής εκμετάλλευσης. Να καταδεικνύουμε την υπεροχή των ιδεών μας, τη διαφορά που μας χωρίζει, την έννοια και το περιεχόμενο των σύγχρονων αναγκών, το πρόβλημα της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και εξουσίας.

103. Η ΚΕ να αναπροσαρμόσει το είδος των κεντρικών της πρωτοβουλιών, να μην περιορίζεται μόνο σε αυτά που επιβάλλει η λεγόμενη πολιτική επικαιρότητα, όπως καθορίζεται από τα αστικά κόμματα και τους οπορτουνιστές. Στις κεντρικές πρωτοβουλίες της ΚΕ να εντάσσονται με σχέδιο ζητήματα που αφορούν την ιδεολογία και τη στρατηγική μας, όπως τον πρωτοπόρο και επαναστατικό ρόλο της εργατικής τάξης, την αξία της αντιμονοπωλιακής κοινωνικής συμμαχίας, τις εξελίξεις στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, τη διαφορά αστικής και σοσιαλιστικής δημοκρατίας, τα συμπεράσματά μας από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και πώς αυτά εντάσσονται στην αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό.

Να γίνεται με όρους επαναστατικής αισιοδοξίας συστηματική ιδεολογικοπολιτική προετοιμασία για το χαρακτήρα της σύγκρουσης, για το τι σημαίνει κατάκτηση εξουσίας, τι θυσίες χρειάζονται, ότι είναι αναπόφευκτη η σύγκρουση. Να χτυπηθούν κοινοβουλευτικές αυταπάτες και να ανεβαίνει η επαναστατική επαγρύπνηση.

104. Στον προγραμματισμό δράσης του Κόμματος έως το 19ο Συνέδριο να αξιοποιηθούν: Οι αποφάσεις της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης για τη νεολαία και της Πανελλαδικής Σύσκεψης για την εξειδίκευση της στρατηγικής του στις γυναίκες. Οι ειδικές αποφάσεις της Ευρείας Συνόδου του ΚΣ της ΚΝΕ για το μαθητικό, φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα. Σε συνεργασία με την ΚΝΕ να προχωρήσει στην παραπέρα επεξεργασία της δράσης μας στο κίνημα Παιδείας και ιδιαίτερα στον κλάδο των εκπαιδευτικών και πανεπιστημιακών στο χώρο ΑΕΙ και ΤΕΙ. Ο συσχετισμός δύναμης που κυριαρχεί σε συνθήκες που προωθούνται νέα αντιδραστικά μέτρα απαιτεί πιο επεξεργασμένη πολιτική στο χώρο, προσπάθεια συσπείρωσης των ριζοσπαστικών δυνάμεων που υπάρχουν. Η δραστηριότητα αυτή να συνδυαστεί με τη συμμετοχή στην επεξεργασία της πολιτικής μας των Οργανώσεων του Κόμματος που δρουν στους συγκεκριμένους χώρους.

105. Να πραγματοποιηθεί Πανελλαδική Συνδιάσκεψη με βάση το Καταστατικό του Κόμματος για τη συζήτηση του δεύτερου τόμου της Ιστορίας του Κόμματος της περιόδου 1949-1974.

Να πραγματοποιηθεί επίσης Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για τον έλεγχο της δράσης μας στην εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό κίνημα. Στα πλαίσιά της να εκτιμηθεί και η συμβολή μας στο ευρωπαϊκό και το διεθνές συνδικαλιστικό κίνημα.

Η νέα ΚΕ να ασχοληθεί άμεσα με τον έλεγχο της πορείας της κομματικής οικοδόμησης σε ευρεία σύνοδο με τη συμμετοχή των Γραφείων Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών και του ΚΣ της ΚΝΕ. Στη συνέχεια να οργανωθεί αντίστοιχη συζήτηση στα Οργανα και τις ΚΟΒ.

106. Η νέα ΚΕ, με βάση και την πείρα των Κομματικών Οργανώσεων, τις γνώμες και τις προτάσεις συνεργαζομένων, να μελετήσει ζητήματα αναδιοργάνωσης και συνένωσης του αντιιμπεριαλιστικού αντιπολεμικού κινήματος με το κίνημα διεθνιστικής αλληλεγγύης. Το αντιπολεμικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα πρέπει να έχει συνεχή καθημερινή δράση, να καταπιάνεται με όλες τις μορφές της ιμπεριαλιστικής επέμβασης και βεβαίως να οργανώνει τη λαϊκή αντίδραση κατά του πολέμου και της κατοχής. Αναπόσπαστο στοιχείο του αντιπολεμικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος αποτελεί η διεθνής αλληλεγγύη υπέρ των λαών, υπέρ των θυμάτων της ιμπεριαλιστικής θηριωδίας, των αντικομμουνιστικών και γενικότερα αντιδημοκρατικών διώξεων. Ορος για τη συσπείρωση και μαχητικοποίηση λαϊκών δυνάμεων και νεολαίας στο μέτωπο κατά του πολέμου και της ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας είναι η συνεχής ενημέρωση, οι αποκαλύψεις, η αποκατάσταση της αλήθειας, καθώς στην Ελλάδα και διεθνώς οι λαοί βρίσκονται στο έλεος της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας.

107. Να συστηματοποιηθεί η πρακτική δουλειά για τη συγκρότηση διακριτού κομμουνιστικού πόλου, διατηρώντας και αναπτύσσοντας παραπέρα τις δοκιμασμένες μορφές διεθνών και περιφερειακών συναντήσεων, διμερών επαφών.

Ανάπτυξη των οικονομικών του Κόμματος

108. Στο διάστημα που μεσολάβησε από το προηγούμενο Συνέδριο εξαπολύθηκε κατά κύματα, με τη μορφή συκοφαντίας και προβοκάτσιας, μια πολυμέτωπη επίθεση σε βάρος του Κόμματος για τις πηγές των οικονομικών του εσόδων και με πρόσχημα την άρνηση να επιτρέψει κρατικό έλεγχο στην εσωτερική του λειτουργία, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η είσπραξη συνδρομών, η πλατιά οικονομική δουλειά για ενισχύσεις με τη μορφή οικονομικής εξόρμησης.

Η συκοφαντική επίθεση κατά του ΚΚΕ έχει στρατηγικό στόχο και δεν είναι ευκαιριακή. Αλλωστε, αυτή ξεκίνησε επιθετικά από τις αρχές της 10ετίας του 1990 με το ίδιο πάντα περιεχόμενο. Εκδηλώνεται σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, π.χ. προεκλογικά, σε περίοδο που οξύνεται η λαϊκή αγανάκτηση και δυσαρέσκεια ή σε περίοδο που γίνονται αποκαλύψεις για το χρηματισμό κομμάτων και πολιτικών στελεχών των κομμάτων εξουσίας.

Ασκείται προληπτική τρομοκρατική πολιτική στο λαό, ώστε να κλείσει ο δρόμος της επικοινωνίας με την πολιτική πρόταση του Κόμματος, με τη δράση της ΚΝΕ, να μπουν εμπόδια στον πρωτοπόρο ρόλο του ΚΚΕ στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης. Στόχος επίσης είναι να καλλιεργηθεί η ανοχή στις οικονομικές και πολιτικές δοσοληψίες των κομμάτων εξουσίας, διαδίδοντας το ψέμα ότι και το ΚΚΕ δεν είναι διαφορετικό κόμμα όσον αφορά τις πηγές των οικονομικών του.

Η διαφάνεια που προβάλλουν όλα τα άλλα κόμματα είναι υποκριτική.

Η κρατική επιχορήγηση, που κυρίως κατευθύνεται στα μεγάλα κόμματα, είναι το πρόσχημα και το μέσο εκβιασμού. Το ΚΚΕ δεν επαφίεται στην κρατική επιχορήγηση, που είναι ανεπαρκής, πολύ περισσότερο που χρησιμοποιείται ως άλλοθι για επίθεση στο Κόμμα, για αλλαγή των αρχών λειτουργίας του.

Οι ανάγκες του Κόμματος χρόνο με το χρόνο αυξάνονται και θα αυξάνονται ακόμα πιο πολύ όσο διευρύνεται η πολιτική και μαζική δραστηριότητά του, όσο βελτιώνεται η ποιότητα και η πολυμορφία της δράσης του.

Στο επόμενο διάστημα πρέπει να σημειωθεί αποφασιστική αύξηση των εσόδων του Κόμματος από τις συνδρομές, με βάση το Καταστατικό, από σταθερή καθημερινή οικονομική δουλειά που απευθύνεται στους ανθρώπους του μόχθου, στην εργατική τάξη, γενικότερα στους εργαζόμενους, σε όλους εκείνους που ανεξάρτητα τι ψηφίζουν, κατανοούν ότι είναι εγγύηση η δυναμική δράση του ΚΚΕ, η οποία απαιτεί και οικονομικά μέσα.

Ετσι θα γίνεται περισσότερο αυτοδύναμο έναντι της κρατικής επιχορήγησης που έτσι και αλλιώς δεν μπορεί να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες. Το Κόμμα να συνδυάζει όσο γίνεται καλύτερα τη σωστή διαχείριση με την αύξηση των οικονομικών μέσων που διατίθενται για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δραστηριότητάς του στην Ελλάδα και στο διεθνές κομμουνιστικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, στη διεθνιστική αλληλεγγύη.

Στο διάστημα που μεσολάβησε, τα οικονομικά του Κόμματος διαμορφώθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους μέσω των χρονιάτικων οικονομικών εξορμήσεων, που είχαν ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Υστέρηση σημειώνεται στην κάλυψη των πλάνων από τις συνδρομές και τη μηνιαία οικονομική δουλειά των μελών του Κόμματος. Υπάρχουν οργανωτικές αδυναμίες και έλλειψη στοχοπροσήλωσης στη συγκέντρωση των συνδρομών και εισφορών. Δεν εκδηλώνεται παντού, σε όλες τις περιπτώσεις, ανησυχία για τη σταθερή αύξηση των οικονομικών. Το εσωτερικό ενημερωτικό σημείωμα που απέστειλε η ΚΕ στις ΚΟΒ δεν αποτέλεσε σε όλες τις περιπτώσεις αντικείμενο ουσιαστικής συζήτησης και προβληματισμού.

Η ΚΕ παίρνει υπόψη τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που ταλαιπωρούν ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων, εξαιτίας της γενικότερης πολιτικής κατάστασης και της αντεργατικής, αντιλαϊκής πολιτικής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα φίλοι, οπαδοί και άλλοι εργαζόμενοι να εισφέρουν μικρότερα ποσά στην τακτική ενίσχυση ή κατά τη διάρκεια των οικονομικών εξορμήσεων. Γι’ αυτό το λόγο υπάρχει ανάγκη να διευρύνουμε ακόμα περισσότερο τον κύκλο εργαζομένων στον οποίο απευθυνόμαστε για την οικονομική στήριξη του Κόμματος. Μπορούμε σήμερα να αναπτύξουμε τα οικονομικά έσοδα του Κόμματος με ενισχύσεις από πολύ περισσότερους.

5 Οκτώβρη 2008Η ΚΕ του ΚΚΕ