της Σύνταξης


ΚΟΜΕΠ

Οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει πεδίο της κοινωνικής ζωής στο οποίο να μην έχει εμφιλοχωρήσει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, το κριτήριο του καπιταλιστικού κέρδους και οι εγκληματικές συνέπειές του. Όποια πέτρα κι αν σηκώσουμε, αυτό θα βρούμε από κάτω, είτε πρόκειται για την πολύνεκρη πυρκαγιά στο Μάτι είτε για τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής στη «μεταμνημονιακή» Ελλάδα είτε για τους επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.

Όπως ήταν λογικό, η ειδησιογραφία του καλοκαιριού επισκιάστηκε από τον καπνό και τις στάχτες της πολύνεκρης πυρκαγιάς στο Μάτι και τη γύρω περιοχή. Ενάμιση μόλις μήνα μετά τις διαβεβαιώσεις του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας στη Βουλή ότι το δίκτυο πυρόσβεσης «που εμείς έχουμε φτιάξει αυτήν τη στιγμή είναι εξαιρετικό, ειδικά στην Αττική και τα περιαστικά δάση», θρηνούμε 98 νεκρούς, τεράστιες υλικές καταστροφές και τρομακτική καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής. Κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί κι ένα χρόνο νωρίτερα, όταν μόλις 10 μέρες πριν τις καταστροφικές πλημμύρες στη Μάνδρα το Συντονιστικό Πολιτικής Προστασίας για τη Δυτική Αττική ανακοίνωνε ότι ο κατάλληλος συντονισμός «θωρακίζει κατάλληλα την περιοχή ενόψει της αντιπλημμυρικής περιόδου». Ο εφησυχασμός του λαού και η απόκρυψη των ανεπαρκειών της πολιτικής προστασίας πριν από τις καταστροφές αποτελεί για το αστικό κράτος εξίσου μόνιμο χαρακτηριστικό με την κοροϊδία και τον αποπροσανατολισμό για τις πραγματικές αιτίες τους μετά από αυτές.

Απ’ την πρώτη στιγμή το ΚΚΕ ανέπτυξε δράση με βάση την ολοκληρωμένη επεξεργασία του που έθετε στο επίκεντρο τον ταξικό χαρακτήρα του αστικού κράτους και την εμπορευματοποίηση της γης ως βασικούς παράγοντες για την ερμηνεία της σημερινής άθλιας κατάστασης σχετικά με την πολιτική προστασία και την αντιμετώπιση ατυχημάτων μεγάλης έκτασης. Πρόβαλε και προβάλλει αγωνιστικά ένα ριζοσπαστικό πλαίσιο πάλης που σημαδεύει τον πραγματικό ένοχο, τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Ανέδειξε –σε τρανταχτή αντίθεση με τον περιορισμό των αντιπολιτευόμενων αστικών κομμάτων γενικά σε ανεπάρκειες, ελλείψεις και ανικανότητες– το κόκκινο νήμα που συνδέει όλους αυτούς τους παράγοντες, το οποίο δεν είναι άλλο από τις προτεραιότητες, τις ιεραρχήσεις και τα κριτήρια δράσης ενός κράτους και μιας οικονομίας στα οποία βασιλεύει η επιδίωξη του καπιταλιστικού κέρδους.

Κάποιες συγκρίσεις αρκούν για να αναδείξουν τα παραπάνω. Την ίδια στιγμή που για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ το ελληνικό κράτος δαπανά το 2,4%, για την προστασία των δασών δαπανά το 0,035% του ΑΕΠ. Την ίδια στιγμή που τα κονδύλια στήριξης των πυρόπληκτων ανέρχονται σε 20 εκ. ευρώ (με την πλειοψηφία τους να μην έχει πάρει ακόμα το έκτακτο επίδομα), η κυβέρνηση επιδοτεί τους εφοπλιστές με 120 εκ. ευρώ ετησίως για να ...φιλοτιμηθούν να δράσουν στις «άγονες γραμμές», ενώ μόνο η πρώτη φάση του αναπτυξιακού νόμου του 2016 προβλέπει επιδοτήσεις, ενισχύσεις και διευκολύνσεις προς τους επιχειρηματικούς ομίλους που ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ. Εξίσου αποκαλυπτικό είναι και ότι στα λεγόμενα αναπτυξιακά συνέδρια που έστησε η κυβέρνηση, σε μια σειρά περιοχές της χώρας, σχεδόν δεν ακούστηκε λέξη για την αντιπλημμυρική, αντισεισμική και αντιπυρική προστασία, με τις κυβερνητικές υποσχέσεις να εξαντλούνται στη χρηματοδοτική στήριξη επιχειρηματικών ομίλων για κατασκευή μεγάλων τουριστικών μονάδων, μαρίνων για γιοτ, δρόμων μεταφοράς εμπορευμάτων και ενέργειας κλπ. Η φονική πυρκαγιά απέδειξε με δραματικό τρόπο ότι η «αναποτελεσματικότητα» του ελληνικού κράτους σε ζητήματα πολιτικής προστασίας –και όχι μόνο– αποτελεί την άλλη όψη της «αποτελεσματικότητάς» του στην πολύπλευρη υποβοήθηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Η επιχείρηση αθώωσης της κυρίαρχης πολιτικής αξιοποιεί μεταξύ άλλων και επιχειρήματα με τα οποία στοχοποιούνται ως αιτίες της καταστροφής γενικά οι «ιδιαιτερότητες και παθογένειες του ελληνικού κράτους». Προβάλλονται μονόπλευρα οι υπαρκτές διαφορές στους μηχανισμούς πολιτικής προστασίας, στο χωροταξικό σχεδιασμό κλπ. ανάμεσα στα διάφορα καπιταλιστικά κράτη (οι οποίες αντανακλούν εν μέρει και τη σχετική ισχύ τους στα πλαίσια της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης) για να αποκρυφτεί ότι –ανεξάρτητα από αυτές τις διαφορές– όλα τα καπιταλιστικά κράτη κινούνται και σε αυτό τον τομέα με γνώμονα τις προτεραιότητες που επιβάλλει η κρατική στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας και τους περιορισμούς που αυτή θέτει. Για να αποκρυφτεί, με άλλα λόγια, ότι στις κρατικές κι επιχειρηματικές παρεμβάσεις σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη κυριαρχεί το κριτήριο του υπολογισμού κόστους - οφέλους, ανεξάρτητα αν το αποτέλεσμα αυτού του υπολογισμού δεν είναι ακριβώς το ίδιο σε όλες τις περιπτώσεις. Ίσως δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο τρανταχτή απόδειξη γι’ αυτό από το έγγραφο που αποκάλυψε ο «Ριζοσπάστης», της –χρηματοδοτούμενης από τη Γενική Διεύθυνση Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πολιτικής Προστασίας της ΕΕ– πλατφόρμας «Flood CBA» η οποία υποτίθεται ότι παράσχει στα κράτη τεχνογνωσία αντιπλημμυρικής προστασίας στη βάση των σχετικών Οδηγιών της ΕΕ. Εκεί αναφέρεται: «Ο λόγος που ενδιαφερόμαστε για το μέλλον είναι ότι οποιαδήποτε ανάλυση κόστους - οφέλους επιδιώκει να εκτιμήσει την πιθανή μελλοντική κατεύθυνση των ζημιών πλημμυρών, και να χρησιμοποιηθεί αυτό ως βάση για να προβλέπει το κατά πόσο αξίζει να μειωθούν ή να αποτραπούν εκείνες οι ζημιές ή αυτές […] Το μόνο κριτήριο είναι η οικονομική αποδοτικότητα […] Είναι οικονομικά αποδοτικότερο να προστατευθούν από την πλημμύρα εκείνοι με τα μεγαλύτερα περιουσιακά στοιχεία από το να προστατευθούν εκείνοι που είναι φτωχοί και με πενιχρά περιουσιακά στοιχεία […] Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αποφάσεις που δεν φαίνονται “δίκαιες”, αλλά η δικαιοσύνη δεν είναι μέρος της ανάλυσης κόστους - οφέλους…».

Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο περιττεύει. Προς επίρρωση των παραπάνω, σημειώνουμε απλώς την κατάρρευση πριν λίγες μέρες της γέφυρας με τους δεκάδες νεκρούς στην Μπολόνια της Ιταλίας (η οποία θυμίζουμε ότι ανήκει στο γκρουπ των G-7, δηλαδή των 7 πλουσιότερων κρατών του κόσμου), με τη διαχειρίστρια εταιρία να μην προβαίνει –παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις και τις εισηγήσεις ακόμα και για κατεδάφιση της γέφυρας– στις απαραίτητες παρεμβάσεις. Θυμίζουμε επίσης την περσινή πυρκαγιά σε 24όροφο πύργο σε εργατική συνοικία του Λονδίνου (με 79 νεκρούς), όπου παρά τις επανειλημμένες κρούσεις των ενοίκων η διαχειρίστρια εταιρία δεν προχωρούσε στις απαιτούμενες εργασίες προστασίας. Ακόμα και στο πιο ισχυρό κράτος του κόσμου, στις ΗΠΑ, παρά τις πολύ ακριβείς προβλέψεις και προειδοποιήσεις της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Διαχείρισης Εκτάκτων Καταστάσεων (FEMA) από το 2004, η κυβέρνηση επέλεξε με βάση τα ίδια κριτήρια να μην πάρει κανένα μέτρο πρόληψης για τον επερχόμενο ισχυρό κυκλώνα, ο οποίος τελικά τον Αύγουστο του 2005 άφησε πίσω του 1.800 νεκρούς και δεκάδες χιλιάδες άστεγους. Αυτές και πολλές ακόμα είναι οι συνέπειες της κυριαρχίας της λογικής κόστους - οφέλους η οποία, όσο «λογική» είναι με κριτήριο την καπιταλιστική κερδοφορία, άλλο τόσο «παράλογη» είναι με κριτήριο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.

Το άλλο γεγονός που απασχόλησε την πρόσφατη πολιτική αντιπαράθεση είναι η τυπική λήξη του λεγόμενου «τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής». Η κυβέρνηση προσπαθεί –παρά την προσαρμογή του ύφους λόγω της φονικής πυρκαγιάς– να αξιοποιήσει το συγκεκριμένο γεγονός ως αποδεικτικό για μία «νέα εποχή» που ανοίγεται «για τη χώρα». Και όλα αυτά όταν από την 21η Αυγούστου τέθηκε σε εφαρμογή το «ενισχυμένο εποπτικό πλαίσιο», ενώ για τις 10 Σεπτέμβρη έχει προαναγγελθεί η πρώτη «μεταμνημονιακή» αξιολόγηση ενόψει της κατάθεσης (την 1η Οκτώβρη) του προσχεδίου κρατικού προϋπολογισμού για το 2019. Ο Α. Τσίπρας επιστράτευσε ακόμα και τον ...Όμηρο για να αποκρύψει ότι και μετά την τυπική λήξη του προγράμματος παραμένουν τόσο οι νόμοι που τσακίζουν τη ζωή των εργαζομένων όσο και οι κυβερνητικές δεσμεύσεις προς όλες τις κατευθύνσεις για συνέχιση των «μεταρρυθμίσεων» και των συμφωνηθέντων, δηλαδή για περαιτέρω τσάκισμα του λαού. Από την άλλη, τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης αποκρύβουν τόσο ότι τα μέτρα τσακίσματος του λαού αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας όσο και τις δεσμεύσεις τους για τήρηση όλων των ψηφισθέντων και συνέχιση στην ίδια ρότα σε περίπτωση που αναλάβουν την κυβερνητική διαχείριση. Και οι δύο αποκρύβουν ότι το κάθε αστικό κόμμα πιάνει το νήμα της αντιλαϊκής επίθεσης ακριβώς από το σημείο που το αφήνει το προηγούμενο για να το πάει ακόμα παραπέρα.

Σε αυτό το τεύχος της ΚΟΜΕΠ περιλαμβάνεται κείμενο που αναλύει διεξοδικά τη σχετική αντιπαράθεση γύρω από την «έξοδο από το μνημόνιο» και αναδεικνύει τα χαρακτηριστικά του «μεταμνημονιακού μνημονίου» όπως έχει χαρακτηρίσει το ΚΚΕ το πλαίσιο συνέχισης και εποπτείας της αντιλαϊκής πολιτικής τα επόμενα χρόνια. Εδώ θα περιοριστούμε στο σχολιασμό της κυβερνητικής υποκρισίας, η οποία την ίδια στιγμή που δίνει όρκους προσήλωσης στην αντιλαϊκή πολιτική, αξιοποιεί τα προσφιλή της μέσα του «εμπορίου» ελπίδας, των διαρροών φημών, της δημιουργίας κάλπικων προσδοκιών, της προκλητικής καπηλείας των λαϊκών αγώνων, του μικρότερου κακού κλπ. για την απόσπαση της λαϊκής συναίνεσης στην αντιλαϊκή πολιτική.

Την ίδια στιγμή που τα κυβερνητικά «παπαγαλάκια» ψελλίζουν περί του ενδεχόμενου μη εφαρμογής της –ψηφισθείσας από την κυβέρνηση– νέας μείωσης των συντάξεων, το Υπουργείο Οικονομικών έστειλε ενόψει της σύνταξης του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2019 εγκύκλιο προς τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, στους υπολογισμούς της οποίας θεωρούνται δεδομένες οι περικοπές στις συντάξεις από 1.1.2019! Την ίδια στιγμή που τα κυβερνητικά στελέχη διαχέουν φήμες για επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, το Υπουργείο Εργασίας ψήφισε νόμο για τους εργολαβικούς εργαζόμενους στον οποίο αυτές διατηρούνται στο ακέραιο, ενώ μόλις τον Ιούνη απέρριψε ως αντισυνταγματική την πρόταση νόμου των συνδικάτων που κατέθεσε το ΚΚΕ για την πραγματική επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων. Την ίδια στιγμή που η υπουργός Εργασίας έστελνε επιστολή «διαμαρτυρίας» στον ομόλογό της στην Αυστρία, ο οποίος –βασιζόμενος στις Οδηγίες και αποφάσεις της ΕΕ για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας– έφερε προς ψήφιση το 12ωρο-60ωρο, η κυβέρνηση ψήφισε νόμο με τον οποίο γενικεύεται το ίδιο μέτρο για τους νοσοκομειακούς γιατρούς, καθιέρωσε τη δυνατότητα των καταστημάτων να μένουν ανοιχτά 32 Κυριακές το χρόνο και προχώρησε στην «περαιτέρω» απελευθέρωση των απολύσεων.

Με γνώμονα τη δημιουργία πιο ευνοϊκών όρων καπιταλιστικής κερδοφορίας κινείται η κυβέρνηση και στην εξωτερική πολιτική προτάσσοντας τους στόχους της γεωστρατηγικής αναβάθμισης της χώρας και της ανάδειξής της σε κόμβο μεταφοράς εμπορευμάτων και ενέργειας.

Ο Α. Τσίπρας, μιλώντας στο Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδας (ΣΒΒΕ), ανέδειξε τα γενικότερα πλεονεκτήματα των κυβερνητικών πρωτοβουλιών στα Βαλκάνια. Έτσι, αφού βάφτισε «εθνική προτεραιότητα» τις επενδύσεις, προσθέτοντας ότι δίνει «μάχη» και αίρει διαρκώς «εμπόδια» για την προσέλκυσή τους, κάλεσε τους βιομήχανους «να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο και να αποδείξουν στην πράξη ότι η Ελλάδα είναι ο ισχυρός παίχτης στην περιοχή των Βαλκανίων [...] να δούμε τη μεγάλη γεωπολιτική εικόνα και το πεδίο ευκαιριών που διανοίγονται [σ.σ.: με τη συμφωνία με την ΠΓΔΜ] ειδικά για την επιχειρηματική κοινότητα και την ανάδειξη της Θεσσαλονίκης ως της πραγματικής πρωτεύουσας των Βαλκανίων».

Τις ίδιες επιδιώξεις αποτυπώνει και η δήλωση του προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος και του Χρηματιστηρίου Ενέργειας Αθ. Σαββάκη, σύμφωνα με την οποία: «Οι επιχειρήσεις μας στα σύνορα θα έπρεπε να είχαν κυριεύσει όχι μόνο τη γειτονική χώρα, αλλά ολόκληρη τη Βαλκανική»! Κάνοντας μία μικρή παρέκβαση, αξίζει να σημειωθεί εδώ το ισχυρό φλερτ που εκδηλώθηκε μέσα στο καλοκαίρι ανάμεσα στον ΣΒΒΕ και την κυβέρνηση. Από τη μία, ο ΣΒΒΕ στήριξε την κυβέρνηση για τη Συμφωνία των Πρεσπών, ενώ ο πρόεδρός του δήλωσε ότι «Τουλάχιστον σε επίπεδο επικοινωνίας, η κυβέρνηση έχει ασχοληθεί με τη Θεσσαλονίκη, περισσότερο απ’ ότι άλλες». Από την άλλη, με σχέδιο νόμου που έφερε στη Βουλή η Έφη Αχτσιόγλου, ο ΣΒΒΕ θεσπίστηκε ισότιμος «κοινωνικός εταίρος» με το ΣΕΒ, την ΕΣΕΕ, τη ΓΣΕΒΕΕ και το ΣΕΤΕ.

Η κυβέρνηση αναλαμβάνει έναν όλο και πιο ενεργητικό ρόλο στην προώθηση των ευρωατλαντικών επιδιώξεων στα Βαλκάνια. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Αμερικανού υφυπουργού Εξωτερικών, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ έπαιξαν «πρωταγωνιστικό ρόλο» στη Συμφωνία που έκλεισε η ελληνική κυβέρνηση με την κυβέρνηση των Σκοπίων. Τόσο στα Σκόπια όσο και στην Αλβανία και τη Σερβία η κυβέρνηση προβάλλει ανοιχτά ως βασικό στόχο της δράσης της την ευρωατλαντική ολοκλήρωση των Βαλκανίων, η οποία περιλαμβάνει και προϋποθέτει μέχρι και επαναχάραξη συνόρων. Ενδεικτική των πιέσεων της Ελλάδας (από κοινού με τη Βουλγαρία) προς τη Σερβία για διευθέτηση των «εκκρεμοτήτων» της με το Κόσσοβο ήταν η δήλωση του Σέρβου προέδρου, μετά το τέλος της τετραμερούς Ελλάδας - Βουλγαρίας - Ρουμανίας - Σερβίας που έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη στις αρχές Ιούλη, ο οποίος ανέφερε με νόημα ότι «εμείς δεν παρεμβαίνουμε στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών»!

Μετά απ’ όλα αυτά, είναι πολύ λογικό ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα να σημειώνει: «Οι ΗΠΑ θεωρούν την Ελλάδα περιφερειακό πυλώνα σταθερότητας και ένα σύμμαχο-κλειδί στην προσπάθεια να προωθήσουμε τον κοινό μας στόχο, να ωθήσουμε όλες τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων προς τους ευρωατλαντικούς θεσμούς, προς την ένταξη στην ΕΕ, προς ευρωπαϊκού επιπέδου μεταρρυθμίσεις και –αν οι λαοί το επιλέξουν– προς την ένταξη στο ΝΑΤΟ».

Είναι φανερό ότι η ανοιχτή παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης προς όφελος των ευρωατλαντικών επιδιώξεων αντιστρατεύεται τα ρωσικά συμφέροντα στην περιοχή. Ενδεικτική είναι η πρωτόγνωρη όξυνση των ελληνορωσικών σχέσεων με αμοιβαίες απελάσεις διπλωματών και πολύ οξυμμένες δηλώσεις. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών έκανε λόγο για «πιέσεις» που δέχτηκε η Αθήνα για να προχωρήσει στις απελάσεις, ενώ σημείωσε χαρακτηριστικά: «Γνωρίζουμε ποιος έχει αναλάβει το έργο της σύγκρουσης ανάμεσα σε Αθήνα και Μόσχα». Από την πλευρά του ο Ν. Κοτζιάς, προσπαθώντας να κρύψει την πλήρη στοίχισή του με τις ευρωατλαντικές επιδιώξεις στα Βαλκάνια, σημείωσε –αναφερόμενος στη διπλωματική αντιπαράθεση της Ελλάδας με τη Ρωσία– ότι η Ελλάδα «δεν κάνει διπλωματία της κότας» και ασκεί «υπερήφανη εξωτερική πολιτική». Και από αυτό το διπλωματικό επεισόδιο διαφαίνεται ο κίνδυνος μετατροπής της Ελλάδας σε κρίκο ανάφλεξης στην ευρύτερη περιοχή, ως συνέπεια του γεγονότος ότι η κυβέρνηση εμπλέκει όλο και περισσότερο τη χώρα στο πλευρό των ΗΠΑ στον εύφλεκτο ιστό των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.

Χαρακτηριστικός είναι ο απολογητικός τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται ο σαφής ΝΑΤΟϊκός προσανατολισμός της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής από το φιλοκυβερνητικό Τύπο. Η «Αυγή» σημείωνε ότι «…το ΝΑΤΟ είναι ένας αμυντικός οργανισμός. Επί της ουσίας είναι ένας στρατιωτικός μηχανισμός δύο ταχυτήτων. Στους ισχυρούς επιτρέπει να επιβάλλουν τη θέλησή τους σε όλο τον υπόλοιπο πλανήτη, ενώ στους πιο αδύναμους υποτίθεται ότι διασφαλίζει γεωπολιτική ασφάλεια και σταθερότητα»! Με τη σειρά της η «Εφημερίδα των Συντακτών» σημείωνε: «Είτε μας αρέσει είτε όχι, για αρκετό χρονικό διάστημα θα πορευτούμε με τις συμμαχίες που έχουμε. Καλές ή κακές, δεν έχουμε άλλες»...

Με αυτό τον «αμυντικό οργανισμό» και τις «καλές ή κακές συμμαχίες» πορεύεται η ελληνική κυβέρνηση και στο χώρο της ΝΑ Μεσογείου, μένοντας σταθερή στον άξονα συνεργασίας της με Κύπρο - Ισραήλ - Αίγυπτο. Όσον αφορά τις τελευταίες εξελίξεις στην περιοχή, το ΡΙΚ μετέδωσε –επικαλούμενο κυβερνητικές πηγές– ότι στην τελική ευθεία βρίσκεται συμφωνία ανάμεσα στην Κύπρο και την Αίγυπτο για τη δημιουργία υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου από το «οικόπεδο 12» της κυπριακής ΑΟΖ, το λεγόμενο κοίτασμα «Αφροδίτη», σε τερματικό σταθμό υγροποίησης στην Αίγυπτο. Αξίζει ωστόσο να αναφερθεί ότι παρά τη γενικότερή του σύμπλευση με την Κύπρο στην περιοχή, το Ισραήλ εγείρει το τελευταίο διάστημα αξιώσεις για μέρος (τουλάχιστον το 5%) του κοιτάσματος «Αφροδίτη».

Όμως το πεδίο στο οποίο κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού η αντιπαράθεση ανάμεσα στον άξονα Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ - Αιγύπτου και ΗΠΑ από τη μία, και την Τουρκία από την άλλη, είναι η έναρξη στα μέσα του επόμενου τριμήνου των δύο ή περισσότερων γεωτρήσεων της κοινοπραξίας Exxon Mobil - Qatar Petroleum στο ανατολικό μισό του τεμαχίου 10 της Κυπριακής ΑΟΖ. Τόσο η πρέσβειρα της Αιγύπτου όσο και ο πρέσβης του Ισραήλ στην Κύπρο ανέφεραν εμμέσως πλην σαφώς ότι σε περίπτωση που η Τουρκία προχωρήσει σε προκλήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ και παρενοχλήσει τη γεώτρηση (όπως έκανε λίγους μήνες πριν με την ιταλική ΕΝΙ), οι χώρες τους θα ταχθούν στρατιωτικά στο πλευρό της Κύπρου, ενώ και η Αμερικανίδα πρέσβης στήριξε ανοιχτά τη γεώτρηση της αμερικανικής Exxon Mobil στην κυπριακή ΑΟΖ. Με τη σειρά της η Τουρκία, συνεχίζοντας να μην αναγνωρίζει στην Κύπρο το δικαίωμα να οριοθετεί ΑΟΖ με γειτονικά κράτη και διεκδικώντας μέρος της ΑΟΖ εκ μέρους του ψευδοκράτους, απάντησε στους πρέσβεις ΗΠΑ - Κύπρου - Αιγύπτου ότι «Οι δηλώσεις τους ήταν αδικαιολόγητες και ελπίζουμε να μη χρειαστεί να απαντηθούν στην πράξη». Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι για πρώτη φορά ο Ρώσος πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου ως «Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου».

Σε κάθε περίπτωση οι εξελίξεις στην περιοχή αντανακλούν μεταξύ άλλων και την περαιτέρω όξυνση των σχέσεων ανάμεσα στην Τουρκία και τις ΗΠΑ, η οποία το τελευταίο διάστημα εκφράστηκε με αμοιβαίες επιβολές δασμών, απειλές, «πάγωμα» περιουσιακών στοιχείων, υποβάθμιση του αξιόχρεου της Τουρκίας από δύο (αμερικανικούς) οίκους αξιολόγησης, αναστολή της αγοράς από την Τουρκία των αμερικανικών F-35 κλπ. Η αντιπαράθεση αυτή φαίνεται να οξύνει περαιτέρω την εύθραυστη κατάσταση της τουρκικής οικονομίας, με τη λίρα να έχει χάσει το τελευταίο διάστημα μεγάλο μέρος της αξίας της. Σε αυτό το σκηνικό –και προσπαθώντας να αμβλύνει την αντιπαράθεσή της με την ΕΕ διατηρώντας ανοιχτό το μέτωπο με τις ΗΠΑ– η Τουρκία απελευθέρωσε και τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς. Η κυβέρνηση προσπάθησε να αξιοποιήσει και αυτό το γεγονός για τον εφησυχασμό του ελληνικού λαού. Ωστόσο, λίγες μέρες μόνο μετά, η χορήγηση ασύλου σε έναν από τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς από το ελληνικό Συμβούλιο της Επικρατείας και οι επιθετικές δηλώσεις της Τουρκίας έδειξαν το βαθμό όξυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Όσον αφορά την παγκόσμια ιμπεριαλιστική «σκακιέρα», το κλίμα στις σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και μια σειρά χώρες αποτυπώνεται στην πρόσφατη δήλωση του Τραμπ, σύμφωνα με την οποία η ΕΕ, η Ρωσία και η Κίνα συγκαταλέγονται στους «εχθρούς των ΗΠΑ». Από την πλευρά του ο Ρώσος πρόεδρος δήλωσε (μετά τη συνάντησή του με τον Τραμπ) ότι οι σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας είναι «κατά κάποιον τρόπο χειρότερες από ό,τι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου», ενώ ο υπουργός εξωτερικών της Γερμανίας, Χ. Μάας σημείωσε σε άρθρο του στην εφημερίδα «Handelsblatt» ότι «είναι καιρός πλέον να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση των ΗΠΑ με την Ευρώπη».

Παρά τον προσωρινό συμβιβασμό μιας «συμφωνίας επί της αρχής» που ανακοινώθηκε μετά τη συνάντηση των Τραμπ και Γιούνκερ στο Λευκό Οίκο, ο οικονομικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ συνεχίζεται και δεν περιορίζεται στην αμοιβαία εισαγωγή εμπορικών δασμών, αλλά επεκτείνεται και σε φορολογικά μέτρα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε νέο πρόστιμο ύψους 4,3 δισ. ευρώ στην αμερικανική «Google» για χρήση αθέμιτων πρακτικών σε βάρος ανταγωνιστών της, ενώ απηύθυνε προειδοποίηση στην επίσης αμερικανική «Airbnb» να «εναρμονίσει» τις εμπορικές πρακτικές της με την ευρωπαϊκή νομοθεσία μέχρι τέλος Αυγούστου, γιατί σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να επιβάλει κυρώσεις.

Ιδιαίτερη οξύτητα έχει προσλάβει και ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα με συνεχείς αμοιβαίες αυξήσεις δασμών. Σε αυτό το πλαίσιο έλαβε χώρα στο Πεκίνο η 20ή Σύνοδος Κορυφής ΕΕ - Κίνας, στο Κοινό Ανακοινωθέν της οποίας οι δύο πλευρές χαρακτηρίζονται ως «στρατηγικοί εταίροι», ενώ λίγες βδομάδες πριν ο Κινέζος πρωθυπουργός επισκέφτηκε το Βερολίνο, υπογράφοντας εμπορικές συμφωνίες πολλών δισ. ευρώ. Χαρακτηριστική για τις βλέψεις τουλάχιστον ενός σημαντικού τμήματος του γερμανικού κεφαλαίου είναι και η δήλωση του διευθύνοντος συμβούλου του Γερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ο οποίος, υποστηρίζοντας την ανάγκη επέκτασης των σχέσεων ανάμεσα στη Γερμανία και την Κίνα, σημείωσε ότι η «πολιτική απομονωτισμού των ΗΠΑ θα μπορούσε να επιφέρει αλλαγές στις γερμανο-κινεζικές οικονομικές σχέσεις». Την ίδια περίοδο, υπογράφτηκε στο Τόκιο μετά από πενταετείς διαπραγματεύσεις η Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου ΕΕ - Ιαπωνίας, ενώ Μέρκελ και Πούτιν συναντήθηκαν για 8η φορά επίσημα μέσα σε πέντε χρόνια.

Εννοείται ότι οι αντιθέσεις και τα πολυεπίπεδα παζάρια δε σταματάνε στα σύνορα των κρατών, αλλά εκφράζονται και στο εσωτερικό τους. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ίδιες οι ΗΠΑ, όπου τις τελευταίες ημέρες η ενδοαστική κόντρα εκφράστηκε με δικαστικές καταδίκες και αποκαλύψεις στενών συνεργατών του Τραμπ, μέσω των οποίων μπήκε στο τραπέζι ακόμα και το ζήτημα της αποπομπής Τραμπ. Αντίστοιχες αντιθέσεις εκφράστηκαν και στο αστικό πολιτικό σύστημα της Βρετανίας κατά την εξέλιξη των διαδικασιών και διαπραγματεύσεων για την έξοδο της χώρας από την ΕΕ.

Όσον αφορά το εγχώριο αστικό πολιτικό σύστημα, βρίσκεται σε κατάσταση προετοιμασίας μπροστά και στις επερχόμενες –μέσα στο επόμενο έτος– (εθνικές, τοπικές κι ευρω-) εκλογές, ενώ η πολιτική αντιπαράθεση αναμένεται να οξυνθεί το Σεπτέμβρη ενόψει της ΔΕΘ, η οποία υπενθυμίζεται ότι είναι αφιερωμένη στις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση προσπαθεί να διαχειριστεί τη φθορά της μέσω των γνωστών εργαλείων του ανασχηματισμού, των «40άρηδων» υπουργών και της νεκρανάστασης του χιλιοπαιγμένου για δεκαετίες διπόλου «δεξιά - αντιδεξιά». Απ’ ό,τι φαίνεται, στις «προοδευτικές συγκλίσεις» που επανειλημμένα επιζητεί ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης ανήκει και η ολοένα μεγαλύτερη προσέγγιση του Γ. Παπανδρέου (και στελεχών των κυβερνήσεών του, όπως ο Γ. Ραγκούσης) καθώς και του Στ. Θεοδωράκη με το ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ, με τη σειρά της, αναδεικνύει τις αντιλαϊκές πλευρές της κυβέρνησης, προσπαθώντας να τις φορτώσει στη διαχειριστική ανικανότητά της, αποκρύβοντας ότι –όπως δήλωσε και ο Κλ. Ρέγκλινγκ– τόσο ο σημερινός πρωθυπουργός όσο και ο Κ. Μητσοτάκης «είναι μεταρρυθμιστές και με διαβεβαίωσαν ότι υποστηρίζουν τους στόχους του προγράμματος του ESM». Παράλληλα πλαγιοκοπεί το ΠΟΤΑΜΙ, εντάσσοντας στα ψηφοδέλτιά της δύο βουλευτές του. Τέλος, το ΚΙΝΑΛ επιβεβαιώνει ολοένα και περισσότερο το ρόλο του μπαλαντέρ, με τον Μ. Όθωνα, διευθυντή του Γραφείου της Φ. Γεννηματά, να δηλώνει μέσα στο καλοκαίρι ότι σε περίπτωση που δεν προκύψει αυτοδυναμία, το ΚΙΝΑΛ δε θα αφήσει τη χώρα ακυβέρνητη, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο για συνεργασία με το πρώτο κόμμα «όποιο κι αν είναι αυτό».

Απέναντι στην από κοινού στήριξη της αντιλαϊκής πολιτικής από το σύνολο των αστικών κομμάτων, το ΚΚΕ καλεί τον ελληνικό λαό να οργανώσει την αντίστασή του απέναντι στην πολιτική που τσακίζει τη ζωή του. Οι δυνάμεις του στηρίζουν και πρωτοστατούν σε όλα τα αγωνιστικά σκιρτήματα απέναντι στην εργοδοσία, η οποία αξιοποιεί το νομοθετικό οπλοστάσιο που διαχρονικά έχουν φτιάξει οι κυβερνήσεις για την επίθεση εναντίον των εργαζομένων. Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει η αντίδραση της εργοδοσίας στις προβλήτες ΙΙ και ΙΙΙ της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, η οποία, μπροστά στην πίεση του αγώνα των εργαζομένων και του ταξικού Σωματείου τους, προέβη σε κινήσεις όπως η τραμπούκικη επίθεση απέναντι στον πρόεδρο του Σωματείου και η δημιουργία δικού της «σωματείου»-παραμάγαζου που εμφανίστηκε στις προβλήτες την ίδια μέρα που προγραμματιζόταν η συνάντηση της εταιρίας με το σωματείο της ΕΝΕΔΕΠ για τη ΣΣΕ, δηλώνοντας ότι «είμαστε απέναντι σε απεργιακές κινητοποιήσεις». Την ίδια περίοδο, οι εργαζόμενοι στο Καζίνο της Κέρκυρας προχώρησαν σε πολυήμερες κινητοποιήσεις που είχαν ως καρπό τη δημιουργία σωματείου και τη διαμόρφωση σχεδίου επιχειρησιακής σύμβασης προς την εργοδοσία. Επιχειρησιακή ΣΣΕ με αυξήσεις στους μισθούς και βελτίωση στους όρους δουλειάς κατέκτησαν μέσα στο καλοκαίρι με τον αγώνα τους και οι εργαζόμενοι στην «Αθηναϊκή Ζυθοποιία». Αντίστοιχες κινητοποιήσεις για τις ΣΣΕ έγιναν σε αρκετούς χώρους εργασίας, όπως στη Λάρκο, στην «Cosmote e-value» κλπ. Τέλος, εκτός χώρας, πρέπει να σημειωθεί η μεγάλη απεργία χιλιάδων εργαζομένων της AMAZON σε Γερμανία και Ισπανία, τον Ιούλη.

Το περιεχόμενο του 5ου τεύχους της ΚΟΜΕΠ είναι επικεντρωμένο στις εξελίξεις στο αστικό πολιτικό σύστημα.

Στην ενότητα «Νομικό - Πολιτικό Εποικοδόμημα» περιλαμβάνεται το άρθρο με τίτλο «Για το αστικό Σύνταγμα και τις αναθεωρήσεις του», το οποίο προσεγγίζει το ζήτημα τόσο στην ιστορική του πλευρά όσο και στη σημερινή συγκυρία. Αρχικά, παρουσιάζει θεμελιώδεις θέσεις του μαρξισμού-λενινισμού για το αστικό Σύνταγμα και γενικότερα το νομικό εποικοδόμημα της κοινωνίας σε συνδυασμό με την ιστορική πορεία εμφάνισης και ανάπτυξης των Συνταγμάτων διεθνώς. Στη συνέχεια, προχωράει στην παρουσίαση της ιστορίας των ελληνικών αστικών Συνταγμάτων, των τριών αναθεωρήσεων του Συντάγματος του 1975, που είναι αυτό το οποίο βρίσκεται και σήμερα σε ισχύ, και στην παρουσίαση του πλαισίου και των επιδιώξεων που ξεδιπλώνονται μπροστά στην προετοιμαζόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος από την κυβέρνηση.

Στην ενότητα «Οικονομία - Πολιτική» περιλαμβάνονται:

Το άρθρο με τίτλο «Το “εμπόριο ελπίδας” του ΣΥΡΙΖΑ» που εστιάζει στην αναπτυσσόμενη κυβερνητική προπαγάνδα, βασικός άξονας της οποίας είναι πως το τέλος των Μνημονίων φέρνει «αλλαγή σελίδας» και πως, ειδικά στη μεταμνημονιακή περίοδο, μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να φέρει φιλολαϊκά μέτρα. Το κείμενο αναδεικνύει ότι τα Μνημόνια εξειδικεύουν στην Ελλάδα την πολιτική που έχει ανάγκη η αστική τάξη και ότι η λεγόμενη μεταμνημονιακή περίοδος θα συνοδευτεί με διατήρηση και κλιμάκωση των αντιλαϊκών μέτρων. Στη συνέχεια στέκεται στα επιμέρους επιχειρήματα της κυβερνητικής προπαγάνδας σχετικά με την αυτοτέλεια της οικονομικής πολιτικής, τη λεγόμενη «ευρωπαϊκή κανονικότητα», τη διαφοροποίηση από την ΝΔ.

Το κείμενο με τίτλο «Για τις διεργασίες στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στον οπορτουνιστικό χώρο» παρουσιάζει, καταρχήν, την αντιπαράθεση, τις διεργασίες, το συσχετισμό και τις ομαδοποιήσεις που προέκυψαν στο 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ και στην 4η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε συνδυασμό με την ευρύτερη κινητικότητα και αναδιάταξη στον οπορτουνιστικό χώρο. Στη συνέχεια, κωδικοποιεί και παρουσιάζει κριτικά βασικές θέσεις αυτών των δυνάμεων, όπως παρουσιάζονται μέσα από τις αποφάσεις τους, αλλά και από τη γενικότερη παρέμβασή τους. Πρόκειται για ζητήματα όπως η στάση τους απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα στο ζήτημα της αστικής διακυβέρνησης, η στάση τους απέναντι στο σοσιαλισμό, τα χαρακτηριστικά που προβάλλουν για το νέο «κόμμα» που στοχεύουν να δημιουργήσουν, η στάση τους απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και η στάση τους στο εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα.

Το κείμενο με τίτλο «Χρυσή Αυγή - “δεκανίκι” του καπιταλισμού στην Ελλάδα» παρουσιάζει κριτικά τις σχετικές τοποθετήσεις του φασιστικού μορφώματος. Πιο συγκεκριμένα, αποδομεί τις θέσεις της περί της αναγκαιότητας ταξικής συνεργασίας στο πλαίσιο μιας «Λαϊκής Κοινότητας» με ενιαία συμφέροντα, περί απληστίας, διαφθοράς κι έλλειψης κατανάλωσης ως αιτιών της κρίσης, περί απώλειας της εθνικής κυριαρχίας και «ξενοκρατίας» ως πηγής των δεινών της ελληνικής οικονομίας, περί των μεταναστών ως αιτίας ύπαρξης της ανεργίας κλπ. Παράλληλα προβάλλεται η συστράτευσή της με τις επιδιώξεις και τις κεντρικές στοχεύσεις της αστικής τάξης και του κράτους της (π.χ. μετατροπή της χώρας σε κόμβο μεταφοράς εμπορευμάτων και ενέργειας), η οποία εκφράζεται και στις συγκεκριμένες προτάσεις της για την αστική διαχείριση και τις διεθνείς συμμαχίες της. Τέλος –και αφού παρουσιαστεί και η τοποθέτησή της στο ζήτημα της πρόσφατης συμφωνίας ανάμεσα σε Ελλάδα και ΠΓΔΜ– αναδεικνύεται ο αστικός χαρακτήρας της συνολικής παρέμβασής της.

Το κείμενο με τίτλο «Η εξέλιξη της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής» χαρτογραφεί την κατάσταση και τις τάσεις στην ευρωπαϊκή και ελληνική αγροτική παραγωγή. Παρουσιάζει τα βασικά εργαλεία που περιλαμβάνει η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) στην παρούσα μορφή της, καθώς και τις συζητήσεις γύρω από την αναθεώρησή της μετά το 2020, σε συνδυασμό με τις προτάσεις για μείωση των δαπανών της ΚΑΠ και τους ανταγωνισμούς που αυτή τροφοδοτεί. Τέλος, παρουσιάζονται οι βασικοί άξονες της πρότασης του ΚΚΕ για την αγροτική παραγωγή στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής οικονομίας.

Στην ενότητα «Ιδεολογία - 200 χρόνια Μαρξ» περιλαμβάνεται το κείμενο με τίτλο «Με τον Ένγκελς ενάντια στον Ένγκελς» που αποτελεί μία εμπεριστατωμένη απάντηση στην οπορτουνιστική προσπάθεια κατασκευής αντιθέσεων ανάμεσα στους θεμελιωτές της κομμουνιστικής κοσμοθεωρίας, οι οποίες λαμβάνουν χώρα σε συνδυασμό με την απόπειρα υποτίμησης της συμβολής του Ένγκελς σε αυτήν. Παρότι το κείμενο γράφτηκε το 1970, διατηρεί στο ακέραιο την επικαιρότητά του, ακριβώς γιατί η ίδια προσπάθεια συνεχίζεται ακόμα και σήμερα με στόχο την καταπολέμηση της επαναστατικής αιχμής της κοσμοθεωρίας του μαρξισμού-λενινισμού και τη μετατροπή της σε ένα ακίνδυνο για την αστική τάξη θεωρητικό «εργαλείο» ερμηνείας της πραγματικότητας. Στο κείμενο αποδομούνται με συγκεκριμένο τρόπο τα επιχειρήματα που παρουσιάζουν τον Ένγκελς ως απλό εκλαϊκευτή αντί για συνδημιουργό της κομμουνιστικής κοσμοθεωρίας, ως έναν ερασιτέχνη φιλόσοφο αντί για πρωτοπόρο και συνεπή διαλεκτικό υλιστή, ως έναν οπαδό του αστικού κοινοβουλευτισμού αντί για συνεπή μαχητή της προλεταριακής επανάστασης, ως οπαδό της χαλαρής οργάνωσης του πολιτικού εργατικού κινήματος αντί για πρωτοπόρο της δημιουργίας του εργατικού κόμματος με γερή οργάνωση και πειθαρχία.

Τέλος, στο τεύχος αυτό περιλαμβάνονται κομματικά ντοκουμέντα από 29.6.2018 μέχρι 9.8.2018.