Αν και οι περισσότεροι δεν το έχουμε πλήρως συνειδητοποιήσει, η αποκαλούμενη Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) έχει ήδη μπει στην κα- θημερινότητά μας. Η εφαρμογή της στην Τέχνη σε ορισμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως όμως στη Μεγάλη Βρετανία, έχει πάρει σοβαρές διαστάσεις, με τους καλλιτέχνες να προσαρμόζονται στη νέα πραγματικότητα που τους έχει επιβληθεί από μουσικούς παραγωγούς, εταιρίες οπτικοακουστικού υλικού, ιδιοκτήτες γκαλερί και γενικότερα τους επιχειρηματικούς ομίλους της επονομαζόμενης «πολιτιστικής βιομηχανίας».
Στο κείμενο που ακολουθεί επιχειρείται μια πρώτη προσέγγιση πάνω στη σχέση Τέχνης και Τεχνητής Νοημοσύνης με εργαλείο τη μαρξιστική φιλοσοφία και ειδικότερα τη μαρξιστική θεωρία για τον ανθρώπινο ψυχισμό. Δε φιλοδοξεί να δώσει τελεσίδικες απαντήσεις, ούτε να εξαντλήσει όλες τις πτυχές του θέματος, αλλά να ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση, που με τη συμβολή καλλιτεχνών και ειδικών επιστημόνων θα συνεχιστεί και θα διευρυνθεί παρακολουθώντας την ανάπτυξη και διάδοση της Τεχνητής Νοημοσύνης στο πεδίο της καλλιτεχνικής δραστηριότητας στη χώρα μας και διεθνώς.
Ένα γενικό κρίσιμο ερώτημα, που φαίνεται ότι απασχολεί σήμερα ακόμη και τους ειδήμονες της Τεχνητής Νοημοσύνης, είναι το αν αυτή, ξεπερνώντας το σημερινό στάδιο ανάπτυξής της, το να διεκπεραιώνει δηλαδή με επιτυχία ορισμένους συγκεκριμένους στόχους, όπως για παράδειγμα να νικάει τον άνθρωπο στο σκάκι και σε άλλα παιχνίδια, να αυτοεκπαιδεύεται και να βελτιώνεται, να κατανοεί φυσικές γλώσσες, να αναγνωρίζει εικόνες κλπ., θα μπορέσει να γίνει ΓΕΝΙΚΗ, μια αυτόνομη ΥΠΕΡΝΟΗΜΟΣΥΝΗ που θα ξεπεράσει την ανθρώπινη διάνοια.
Σε ό,τι αφορά την τέχνη, το θεμελιακό ερώτημα εντοπίζεται στο αν η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να δημιουργήσει καλλιτεχνικό έργο ή, πιο σωστά, αν τα έργα που δημιουργούνται με την Τεχνητή Νοημοσύνη αποτελούν Τέχνη, δηλαδή μια έκφραση των υποκειμενικών σχέσεων του καλλιτέχνη με τη φυσική και κοινωνική πραγματικότητα. Και όπως είναι αναμενόμενο, οι καλλιτέχνες έχουν περισσότερους λόγους να προβληματίζονται γύρω από αυτό το θέμα, αφού η όποια απάντηση συνδέεται με το αν απειλείται η δημιουργική πλευρά της εργασίας τους, αλλά και με το εργασιακό τους μέλλον, με το αν θα διατηρήσουν την εργασία και το εισόδημά τους ή θα εκτοπιστούν από τις μηχανές και τα έργα τους θα μείνουν στα αζήτητα, παραγκωνισμένα από τα πολύ φθηνότερα προϊόντα της Τεχνητής Νοημοσύνης. Καθόλου αβάσιμη δεν είναι η ανησυχία τους, αν κρίνουμε από τη σημερινή εικόνα της διεθνούς αγοράς στον κλάδο του πολιτισμού.
Ήδη στη μουσική παραγωγή έχουν κάνει την εμφάνισή τους τραγούδια που μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης μιμούνται απόλυτα το ύφος συγκεκριμένων συγκροτημάτων, ακόμα και τη χροιά και τον τόνο της φωνής τους. Άβαταρ έχουν γίνει διάσημες ποπ σταρ, όπως η Hatsune Miku, που τις ζωντανές εμφανίσεις της παρακολουθούν χιλιάδες νέοι στην Ιαπωνία και σε όλο τον κόσμο, παλλόμενοι στο ρυθμό των τραγουδιών με αναμμένο το φακό των κινητών. Τα τραγούδια της ΤΝ αντιπροσωπεύουν σήμερα περίπου το 12% της παγκόσμιας μουσικής αγοράς, ενώ το Spotify βρίθει από τέτοιου είδους μουσική, ξεχωριστή για τη μονοτονία και την παντελή έλλειψη πρωτοτυπίας. Η μουσική επένδυση των βίντεο, των διαφημίσεων, των ταινιών δε χρειάζεται πια τους συνθέτες. Μπορεί να την κάνει ο ίδιος ο παραγωγός τους με εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης. Δεν είναι δε πολύς καιρός που η Τεχνητή Νοημοσύνη έκανε μια θεαματική επίδειξη των επιδόσεών της στην κλασική μουσική, με την πολυδιαφημισμένη ολοκλήρωση της ημιτελούς 8ης Συμφωνίας του Σούμπερτ μέσω ΤΝ από την κινέζικη εταιρία κινητών τηλεφώνων HUAWΕΙ.
Στο χώρο του οπτικοακουστικού τομέα, η ηθοποιός που παρουσιάζεται στην τηλεοπτική σειρά Μπλακ Μίρορ και που το ψηφιακό της αντίγραφο χρησιμοποιείται χωρίς την άδειά της από την εταιρία παραγωγής δεν είναι μυθολογικό πρόσωπο. Η κατάσταση αυτή έχει γίνει μια πραγματικότητα, τόσο αληθινή, που ξεσήκωσε 160.000 ηθοποιούς στο Χόλιγουντ σε απεργία, μαζί με τους σεναριογράφους, οι οποίοι με τη σειρά τους βλέπουν τους αλγόριθμους να γράφουν κινηματογραφικά σενάρια, ορισμένα μάλιστα ευφάνταστα και με ενδιαφέρουσα πλοκή.
Διάσημες γκαλερί, πασίγνωστοι οίκοι δημοπρασιών, διοργανωτές διαγωνισμών και, μιλώντας για την Ελλάδα, τα εφοπλιστικά ιδρύματα «Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών» και «Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος» έχουν τα τελευταία χρόνια σηκώσει το λάβαρο της Τεχνητής Νοημοσύνης στην Τέχνη. Εκθέτουν, προβάλλουν, βραβεύουν και έφτασαν να πουλούν με εξαιρετικά μεγάλα ποσά εικαστικά έργα που είτε έχουν παραχθεί ολοσχερώς από την Τεχνητή Νοημοσύνη είτε με τη συνδρομή της.
Προφανώς ο γενικός και πιο φανερός στόχος αυτού του ενδιαφέροντος των επιχειρηματικών ομίλων στον πολιτισμό για την Τεχνητή Νοημοσύνη, αλλά και για άλλες τεχνολογίες αιχμής, όπως η εικονική και η διευρυμένη πραγματικότητα, είναι η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζόμενων και η παραγωγή πιο φθηνών και πιο κερδοφόρων προϊόντων. Διαφαίνεται για παράδειγμα ότι η χρήση ανθρώπινων ψηφιακών ομοιωμάτων θα γενικευτεί στον οπτικοακουστικό τομέα, καθώς θα επιφέρει τεράστια μείωση του «εργατικού κόστους», όπως διαφημίζεται. Ταυτόχρονα όμως υπάρχουν και άλλοι στόχοι, με πάνω απ’ όλους τη συλλογή δεδομένων, αυτήν την αστείρευτη και τη μεγαλύτερη στις μέρες μας πηγή πλουτισμού, όπως λένε οι οικονομολόγοι, και που εμείς την τροφοδοτούμε, παρέχοντας αφειδώς και αναπόφευκτα δεδομένα για τις συνήθειες, τις επιθυμίες και τις συμπεριφορές μας, με τις αναζητήσεις μας στο διαδίκτυο, τη συμμετοχή μας σε κοινωνικά δίκτυα, την αποθήκευση κειμένων στο υπολογιστικό νέφος, την παρακολούθηση ταινιών και την ακρόαση μουσικής σε πλατφόρμες streaming –το Νέτφλιξ, το YouTube, το Spotify– ενώ στις επίσημες κρατικές υπηρεσίες του Gov.gr, της Εφορίας, στα μητρώα που ανοίγουν για κάθε επαγγελματικό κλάδο και το μαζικό κίνημα σχηματίζεται ένας πλήρης φάκελος με την εικόνα του καθένα, για την επαγγελματική του κατάσταση, τη συνδικαλιστική δράση του, τις οικονομικές συναλλαγές και τη γενικότερη οικονομική του θέση, την κατάσταση της υγείας του. Έτσι, δεν είναι καθόλου αδικαιολόγητοι οι φόβοι ότι τα δεδομένα μας δεν αξιοποιούνται μόνο για εμπορικούς λόγους και το σχεδιασμό της κυβερνητικής πολιτικής ή των επιχειρηματικών ομίλων για να αυξηθεί η κερδοφορία τους, αλλά και για τον έλεγχο και τη χειραγώγηση στην εργασία και έξω απ’ αυτήν.
Στο όνομα μάλιστα της διάσωσης της ελληνικής γλώσσας στην ορατή προοπτική κατίσχυσης της ΤΝ, όπου κυριαρχούν τα αγγλικά και τα κινέζικα, η κυβέρνηση κηρύσσει εθνικό συναγερμό στο χώρο του πολιτισμού, για να δημιουργηθεί και να συγκεντρωθεί ταχύτατα μεγάλος σε όγκο και ποικιλία αριθμός δεδομένων (Big data)1 προς τροφοδότηση του υπερ-υπολογιστή ΔΑΙΔΑΛΟΣ, ενός υπερ-εργαλείου του πρώτου ΑΙ factory (εργοστάσιο Τεχνητής Νοημοσύνης) στο έδαφος της Ελλάδας, που θα τα επεξεργαστεί.2
Σ’ αυτό το περίγραμμα, στον πρόσφατο νόμο 5105/2024 «Δημιουργική Ελλάδα: Ενίσχυση του κινηματογραφικού, οπτικοακουστικού και δημιουργικού τομέα, ίδρυση φορέα για το βιβλίο και λοιπές διατάξεις για το σύγχρονο πολιτισμό» προβλέπεται, για παράδειγμα, η δημιουργία Εθνικού Αποθετηρίου στο οποίο δημόσιοι φορείς, νομικά, αλλά και φυσικά πρόσωπα ή ενώσεις τους θα πρέπει υποχρεωτικά και επί ποινή αποκλεισμού από κάθε χρηματοδότηση να καταθέσουν οποιουδήποτε είδους έργα και αρχεία ήχου και μουσικής, φωτογραφιών, γραφιστικής τέχνης, βίντεο, διαδικτυακών παραγωγών, κινούμενου σχεδίου (animation), ψηφιακών δημιουργιών και ψηφιακών παιχνιδιών, εντύπων κάθε είδους και αντικειμένων που σχετίζονται με την εθνική οπτικοακουστική κληρονομιά και μνήμη, με σκοπό να πραγματοποιηθεί η συγκέντρωση και η επεξεργασία στο σύνολο του εγχώριου οπτικοακουστικού υλικού.
Όλη αυτή η εκστρατεία σχετίζεται με τη φιλοδοξία της ελληνικής αστικής τάξης, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να αναβαθμίσουν την οικονομική και γεωστρατηγική θέση τους στο διεθνές σκηνικό, καθώς η εφαρμογή της Τεχνητής Νοημοσύνης στο πεδίο της καπιταλιστικής παραγωγής, της σημερινής πολεμικής οικονομίας και των διεθνών σχέσεων αποφέρει τεράστια κέρδη, οικονομικά και ιδεολογικά-πολιτικά. Απ’ αυτήν την άποψη αποκτά σημασία ο πολιτισμός και η γλώσσα ως φορέας του, για την ανάπτυξη της πολιτιστικής διπλωματίας και των κρατικών συμμαχιών, ενόψει μάλιστα της διεύρυνσης των πολεμικών συγκρούσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η υπουργός Πολιτισμού της Ελλάδας κλήθηκε για πρώτη φορά φέτος στη σύνοδο των υπουργών Πολιτισμού του G7, γιατί, όπως δήλωσε ο υπουργός Πολιτισμού της Ιταλίας, είναι η χώρα απ’ όπου «ξεκίνησε ο πολιτισμός της Ευρώπης και με την οποία δημιουργήθηκε η κοινή πολιτιστική κληρονομιά αιώνων». Για να συμπληρώσει ότι «η Ελλάδα και η Ιταλία αποτελούν τη φυσική γέφυρα της ΕΕ προς την Αφρική». Γι’ αυτό, ο πολιτισμός και η γλώσσα θα αποτελέσουν τον τρίτο πυλώνα στον οποίο θα δοθεί το κύριο βάρος της τεράστιας υπολογιστικής ισχύος στο ελληνικό AI factory. Οι άλλοι δύο πυλώνες είναι οι εφαρμογές της ΤΝ στην υγεία και οι μελέτες για την προστασία του κλίματος και τη διαχείριση της ενέργειας.
Η τέχνη, που την θυμούνται όταν την χρειάζονται, αναλαμβάνει να χρυσώσει τη σκουριά, να καλλωπίσει την εικόνα, να σπάσει τις προκαταλήψεις και τη δυσπιστία απέναντι στην Τεχνητή Νοημοσύνη μιας μεγάλης μερίδας κόσμου. Ταυτόχρονα όμως αναλαμβάνει και ένα ακόμη ιδεολογικό καθήκον: Αξιοποιείται για να τονιστεί η ασημαντότητα του ανθρώπου και η υποτιθέμενη αδυναμία του να παρέμβει στην Ιστορία και στην κοινωνία για να την αλλάξει. Στην προμετωπίδα βρίσκεται βέβαια ο κινηματογράφος, που παραδοσιακά με ένα πλήθος ταινιών επιστημονικής φαντασίας από τα χρόνια του Φριτς Λαγκ και του Μετρόπολις τείνει προς μια δυστοπική εικόνα του μέλλοντος, άσχετα από το ότι ανάμεσά τους υπάρχουν ορισμένες ταινίες με προοδευτικό χαρακτήρα.
Αλλά και οι άλλες τέχνες δεν πάνε πίσω. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα από την Μπιενάλε της Αθήνας και τις εκθέσεις Ι am AI και Plasmata της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών ή την παράσταση του ίδιου Ιδρύματος, την περίοδο του γιορτασμού των 100 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, με θέμα την επανάσταση του μέλλοντος στη μετα-ανθρώπινη εποχή, όπου οι άνθρωποι παρουσιάζονταν να συνυπάρχουν με νέες, υβριδικές μορφές ζωής, αλλόκοτα πλάσματα από τη διασταύρωση οργανικών και μηχανικών στοιχείων, που δεν απέχουν πολύ ωστόσο από τα όσα ήδη ερευνώνται για προέκταση του ανθρώπινου σώματος μέσα από τη διασύνδεση του ανθρώπου με το Ίντερνετ ή με ρομπότ. Με άλλα λόγια, αν δεν πείθεστε με το καλό, θα πειστείτε με το κακό. Ό,τι κι αν κάνετε, δεν έχετε άλλη επιλογή: Ένας κόσμος κάτω από τον έλεγχο απρόσωπων παγκόσμιων δικτύων διασυνδεμένων μηχανών, ένας κόσμος προσομοίωσης όπου το πραγματικό θα συγχέεται με το εξωπραγματικό και τα προσομοιώματα θα έχουν το προβάδισμα από τα πρωτότυπα, σας περιμένει. Αυτό θα είναι το μέλλον σας και δεν έχετε παρά να συμφιλιωθείτε μαζί του.
Έτσι όμως έχουν τα πράγματα; Ο εχθρός μας είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη; Αυτό μοιάζει με το να βλέπουμε την προβοσκίδα ή τα αφτιά του ελέφαντα και όχι τον ελέφαντα που είναι μέσα στο δωμάτιο. Να μη βλέπουμε ότι «πίσω από την Τεχνητή Νοημοσύνη βρίσκεται η ανθρώπινη νοημοσύνη και τα συμφέροντα που υπηρετεί»3, πίσω από τη σχέση των ανθρώπων με τη μηχανή βρίσκεται μια σχέση ταξική ανάμεσα στην εργατική και την αστική τάξη.
Πράγματι, η εισαγωγή όλο και πιο βελτιωμένων τεχνολογικών εργαλείων στην καπιταλιστική παραγωγή εντατικοποιεί την εργασία, εντείνει την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης και –παρά τη δημιουργία νέων εξειδικευμένων θέσεων εργασίας– αυξάνει τελικά την ανεργία όσων αδυνατούν να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της ψηφιακής οικονομίας. Δεν είναι όμως οι ίδιες οι μηχανές οι υπεύθυνες για τα δεινά μας. Είναι τα τεράστια συμφέροντα τεχνολογικών κολοσσών, όπως οι αμερικάνικες Google, Microsoft, Amazon, Apple, Meta, οι κινέζικες Baidu και Alibaba, η γερμανική Siemens, η κορεάτικη Samsung, είναι κορυφαίες ερευνητικές εταιρίες όπως η Nvidia και η OpenΙ, είναι η πολεμική βιομηχανία και τελικά ο αδυσώπητος ανταγωνισμός των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η ΕΕ, η Ρωσία, η Ιαπωνία κ.ά., για την πρωτοκαθεδρία στην παγκόσμια οικονομία και για τη γεωπολιτική υπεροχή μέσα από την υπεροχή και στην Τεχνητή Νοημοσύνη.
Αν η οικονομία και η κοινωνία δεν εξουσιάζονταν από το κεφάλαιο, οι άνθρωποι, αντί να αγωνιούν για την προοπτική τους με τον ερχομό της Τεχνητής Νοημοσύνης, θα την υποδέχονταν με επιφωνήματα χαράς. Ειδικά οι καλλιτέχνες. Οι καλλιτέχνες που από τα χρόνια του Ντα Βίντσι και των φουτουριστών έως τον Ιάνη Ξενάκη αλλά και σύγχρονους δημιουργούς όχι μόνο υιοθετούν πρόθυμα κάθε νέο τεχνολογικό επίτευγμα, αλλά με την εφευρετικότητα, την τόλμη και τη φαντασία που τους διακρίνει επινοούν και οι ίδιοι τεχνολογικά εργαλεία, αν κρίνουν ότι αυτά εξυπηρετούν τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις τους και διευρύνουν τα εκφραστικά μέσα τους. Στους καιρούς μας βέβαια, που στην αγορά της τέχνης επικρατεί η μεταμοντέρνα λογική της καινοτομίας για την καινοτομία, υπάρχουν και καλλιτέχνες που δεν παρακινούνται στην αξιοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης από τόσο ανιδιοτελή, καλλιτεχνικά κίνητρα. Η ανάγκη να γίνουν αποδεκτοί από το σύστημα της αγοράς στην τέχνη τούς εξωθεί να την υιοθετήσουν. «Μόνο έτσι μπορείς να διατηρηθείς στην πιάτσα», ακούγεται να λέγεται συχνά.
Η θερμή υποδοχή της ΤΝ είναι το λογικό. Γιατί κάθε πρόοδος στην επιστήμη και την τεχνολογία, κάθε μεγαλοφυής ανακάλυψη ή τεχνική ανανέωση, κάθε νίκη του ανθρώπου πάνω στη φύση θα έπρεπε να τον λυτρώνει από το μόχθο, να διευκολύνει τη ζωή του, να τον απαλλάσσει ολοένα και πιο πολύ από το βαρύ ή το ανιαρό μέρος της εργασίας του, να καλύπτει σύγχρονες ανάγκες του, να απελευθερώνει το χρόνο του για να μπορεί να απολαύσει τη ζωή, να ασχοληθεί με τα ενδιαφέροντά του, να συμμετέχει ενεργητικά στην πολιτική. Η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα έξυπνα ρομπότ σε ένα διαφορετικό κοινωνικό σύστημα, που μέτρο της ανάπτυξής του δε θα έχει το κέρδος αλλά την ικανοποίηση των ολοένα αυξανόμενων σύγχρονων αναγκών των ανθρώπων, μόνο καλά θα μπορούσε να φέρει στην ανθρωπότητα. Ακόμα και κάτω από την καπιταλιστική της εκμετάλλευση βλέπουμε τη συμβολή της στην υγεία και σε άλλους τομείς, αλλά και σε πλευρές της καλλιτεχνικής εργασίας. Για παράδειγμα, προσφέρει στον καλλιτέχνη την ευκαιρία μέσα σε ελάχιστο χρόνο να έχει πρόσβαση στις δημιουργίες του παρελθόντος γύρω από το θέμα του έργου που σχεδιάζει, χωρίς να ερευνά για μήνες σε βιβλία και βιβλιοθήκες. Στη μουσική, δίνει τη δυνατότητα στο συνθέτη συμφωνικής μουσικής να ακούσει με ορχήστρα την εκτέλεση της παρτιτούρας του και να κάνει όποιες διορθώσεις θεωρεί αναγκαίες. Στο μελετητή, μπορεί να δώσει πληροφορίες για τη βιβλιογραφία κ.ο.κ. Φυσικά, εκτός από τους τεχνολάτρες, δύσκολα θα βρεθεί κάποιος, ούτε το Copilot ή το ChatGPT, αν ρωτηθούν, που να αρνείται τις επιπτώσεις της στη ζωή μας, όπως η αύξηση της ανεργίας, η παραβίαση της ιδιωτικής ζωής, η ενεργοβόρα λειτουργία της.
Έτσι, η αναμενόμενη γενικευμένη εφαρμογή της στο χώρο της Τέχνης αντικειμενικά θα επηρεάσει την επαγγελματική επιβίωση μιας σημαντικής μερίδας των καλλιτεχνών. Σε αυτήν την προοπτική, εκτός από τη χαμηλότερη τιμή των προϊόντων της Τεχνητής Νοημοσύνης, συντείνει και το χαμηλό έως και ολοσχερώς στρεβλό αισθητικό κριτήριο που διαμορφώνεται για τους περισσότερους ανθρώπους μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα, με αποτέλεσμα την αδυναμία τους να διακρίνουν την καλλιτεχνική αξία της ανθρώπινης δημιουργίας από εκείνη της τεχνητής.
Η κυρίαρχη ιδεολογία, επειδή θέλει να αγνοεί τη διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις, περιορίζει το πρόβλημα των συνεπειών της Τεχνητής Νοημοσύνης στη σχέση ανθρώπου και μηχανής. Έτσι, οι εκπρόσωποί της αντικειμενικά οδηγούνται σε τεχνοκρατικές λύσεις. Οι κυβερνήσεις υπόσχονται πως θα θέσουν κανόνες και περιορισμούς που θα διασφαλίσουν τη χρηστή εισαγωγή και χρησιμοποίησή της –όπως έκανε πρόσφατα η ΕΕ ή οι πολιτείες Τενεσί και Καλιφόρνια στις ΗΠΑ για τους μουσικούς και τους ηθοποιούς αντίστοιχα. Οι επιστήμονες και οι ερευνητές πως θα πρέπει να αναπτύξουν κατάλληλα εργαλεία ελέγχου της κατά το σχεδιασμό της. Και όλοι μαζί καλούν τους εργαζόμενους να διατυπώσουν αιτήματα που θα προφυλάσσουν την εργασιακή τους επιβίωση, για περιορισμούς, π.χ., στη χρήση της ή για προστασία των πνευματικών τους δικαιωμάτων. Βέβαια, οι περιορισμοί στη χρήση της ΤΝ δεν είναι αμελητέα υπόθεση, αφού ορισμένες εφαρμογές της μπορεί να είναι απόλυτα καταστροφικές.
Η πλευρά του εργατικού-λαϊκού κινήματος ασυζητητί θα πρέπει να φροντίσει για την επεξεργασία κατάλληλων αιτημάτων και την ανάπτυξη αγώνων για τη διασφάλιση των εργατικών δικαιωμάτων, όπως και των δικαιωμάτων των καλλιτεχνών. Γνωρίζοντας όμως πως είναι μέτρα αμυντικά. Η πείρα μάς έχει διδάξει ότι, όταν διακυβεύονται τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα του κεφαλαίου, και στην περίπτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης είναι πελώρια, αυτό δε θα διστάσει να ποδοπατήσει σαν μυρμήγκια μέτρα, κανονισμούς και δικαιώματα. Φάνηκε άλλωστε στην απεργία των καλλιτεχνών του Χόλιγουντ το πόσο δύσκολο είναι να καμφθεί η αντίσταση των εργοδοτών, αλλά και να βρεθούν νομικές λύσεις στο πλαίσιο του φιλο-εργοδοτικού αστικού δικαίου που να προστατέψουν ουσιαστικά τους καλλιτέχνες από την καπιταλιστική χρήση της ΤΝ. Ειδικά στο θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων, εκτός από το οικονομικό δικαίωμα, καταπατείται βάναυσα και το ηθικό, το δικαίωμα του δημιουργού να ορίζει το έργο του. Δεν είναι μόνο ότι με τα ψηφιακά ομοιώματα μπορούν να βάζουν στο στόμα κάθε ανθρώπου απόψεις που δεν υιοθετεί ή δεν εγκρίνει. Στα εικαστικά ή στη μουσική, χωρίς τη συγκατάθεση του δημιουργού και χωρίς να το γνωρίζει, πιθανά να μην μπορεί και να το μάθει, αποσπώνται τμήματα από το έργο του και συναρμολογούνται, αν ταιριάζουν, με τμήματα άλλων έργων, αλλοιώνοντας το νόημα και τη μορφή των πρωτότυπων. Με αυτήν την αγγελική ηθική και με τεχνική παρόμοια με του κολάζ κατασκευάζει η Τεχνητή Νοημοσύνη τα συναρπαστικά αριστουργήματά της!
Μπορεί λοιπόν να θεωρηθεί τέχνη αυτό το συμπίλημα που παράγεται σήμερα από την Τεχνητή Νοημοσύνη με ανακύκλωση παλιού υλικού; Μπορεί δηλαδή το copy-paste να θεωρηθεί έκφραση του υποκειμενικού τρόπου με τον οποίο ο καλλιτέχνης συλλαμβάνει την πραγματικότητα; Η απάντηση στο ερώτημα είναι αρνητική, γιατί η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν κατανοεί την πραγματικότητα και επιπλέον δε διαθέτει ατομικότητα, που είναι προϋπόθεση για τη δημιουργία και την πρωτοτυπία του καλλιτεχνικού έργου. Στην καλύτερη εκδοχή της, η «τέχνη» της Τεχνητής Νοημοσύνης αποτελεί μίμηση της ανθρώπινης δημιουργίας.
Η άποψη ότι ο τεμαχισμός και η συγκόλληση προϋπαρχόντων καλλιτεχνικών δημιουργιών από την ΤΝ αποτελεί τέχνη συμφωνεί με τη μεταμοντέρνα αγνωστικιστική φιλοσοφική θεώρηση για την οποία «ο κόσμος είναι ένα συνονθύλευμα αποσπασματικών, ολοσχερώς ασυνάρτητων πραγμάτων, γεγονότων, καταστάσεων. Η ασυνέχεια, όχι ως ρήξη της συνέχειας και υπέρβαση του παλιού, αλλά ως κανόνας χωρίς εξαίρεση, διέπει τα πάντα»4, επομένως και την καλλιτεχνική δημιουργία. Στο όνομα δε του εκδημοκρατισμού και της λαϊκότητας της τέχνης, ο μεταμοντερνισμός θεωρεί δεσποτεία και ελιτισμό την έννοια της «αυθεντίας», δηλαδή την ατομικότητα του καλλιτέχνη, με τον ισχυρισμό ότι το έργο τέχνης διαμορφώνεται κοινωνικά. Κατά συνέπεια, απορρίπτει και την αναγκαία συνθήκη για αυθεντικότητα και πρωτοτυπία στο καλλιτεχνικό έργο, ως προερχόμενη από το Διαφωτισμό, τον οποίο πριν από οτιδήποτε άλλο αμφισβητεί ολοσχερώς.
Ασφαλώς, κανείς καλλιτέχνης δε δημιουργεί από το μηδέν τα έργα του, κανείς καλλιτέχνης δεν είναι ο μοναδικός δημιουργός τους, αφού σ’ αυτά μεταφέρει τη μεγάλη κληρονομιά της καλλιτεχνικής παράδοσης και γενικότερα του ανθρώπινου πολιτισμού. Οπωσδήποτε όμως, αυτό που επικρατεί είναι ατομική δημιουργία.5 Η ατομικότητα άλλωστε είναι ένα από τα ειδοποιά χαρακτηριστικά της τέχνης και γι’ αυτό αποτελεί μέτρο αξιολόγησης της αισθητικής αξίας ενός έργου. Αυτή όμως την ατομικότητα, αυτό το ανεπανάληπτο και μοναδικό τής κάθε ανθρώπινης προσωπικότητας, το πιθανότερο είναι πως δε θα μπορέσει να την αποκτήσει η Τεχνητή Νοημοσύνη, γιατί δεν την έχουν τα Μαθηματικά, δεν την έχουν οι θετικές επιστήμες, οι οποίες, σε αντίθεση με την τέχνη που είναι υποκειμενική, επιδιώκουν την αυστηρή αντικειμενικότητα.
Τι συμβαίνει όμως με τα έργα που παράγονται από καλλιτέχνες με τη βοήθεια της Τεχνητής Νοημοσύνης; Σ’ αυτήν την περίπτωση, πολλοί καλλιτέχνες θεωρούν ότι αυτό που δημιουργούν δεν αποτελεί τέχνη. Κάποιοι λιγότεροι πιστεύουν πως το παραγόμενο με τη βοήθεια της ΤΝ καλλιτεχνικό έργο προσιδιάζει στη –μεταμοντέρνα κυρίως– εννοιολογική τέχνη, μια τέχνη που υποβαθμίζει στο ελάχιστο την καλλιτεχνική εργασία με τον ισχυρισμό ότι στην τέχνη το σημαντικότερο είναι η αρχική ιδέα. Εκείνο όμως που κύρια αμφισβητούν είναι τη νοημοσύνη της Τεχνητής Νοημοσύνης.6
Πράγματι, για την ώρα τουλάχιστον, οι περισσότεροι εικαστικοί και μουσικοί που αξιοποιούν τις δυνατότητές της ΤΝ στην παραγωγή καλλιτεχνικού έργου δεν έχουν άλλη συμμετοχή στη διαδικασία της, παρά α) να επιλέξουν τα δεδομένα με τα οποία θα την εκπαιδεύσουν παίζοντας με το μεγαλύτερο ή μικρότερο όγκο τους, μια εργασία πολύ κοπιαστική και χρονοβόρα, β) να περιγράψουν την ιδέα τους και γ) να επιμεληθούν το αποτέλεσμα. Το πολύ-πολύ να πειραματιστούν με διάφορους συνδυασμούς των τεχνικών της Μηχανικής Μάθησης. Με τον ίδιο τρόπο η Τεχνητή Νοημοσύνη υποτίθεται ότι δημιουργεί ποίηση.
Μια ουσιαστικά δημιουργική εργασία θα ήταν να διαμορφώσουν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες τα προγράμματα και τους αλγόριθμους, τον κώδικα που θα επεξεργαστεί το έργο τους. Αλλά και πάλι προκύπτει ένα ερώτημα: Θα μπορούσε η πνευματική δημιουργία αυτού του τύπου να χαρακτηριστεί καλλιτεχνική; Άλλωστε οι περισσότεροι δημιουργοί, μην έχοντας τεχνικές γνώσεις, χρησιμοποιούν υπάρχοντες κώδικες.
Με βάση τα παραπάνω, εύλογα αναρωτιέται κανείς αν είναι ο καλλιτέχνης που εργάζεται με τη βοήθεια της μηχανής ή η μηχανή με τη βοήθεια του καλλιτέχνη.
Εννοείται ότι δεν υπάρχει τίποτα καλλιτεχνικό σε όσα κάνει από μόνη της σήμερα η ΤΝ, χωρίς τον έλεγχο των καλλιτεχνών. Δεν έχει πρόθεση να προκαλέσει αισθητική συγκίνηση, ούτε να γεννήσει προβληματισμό, δεν έχει καλλιτεχνική πρόθεση. Απλά προσπαθεί να δημιουργήσει εικόνες που αντικατοπτρίζουν την κατανόησή της για το σύνολο δεδομένων με τα οποία εφοδιάστηκε. Η όποια ανθρώπινη παρέμβαση γίνεται μόνο εκ των υστέρων.
Εδώ όμως γεννιέται ένα συνολικότερο κοινωνικό πρόβλημα, που δεν αφορά αποκλειστικά τους καλλιτέχνες. Οι έξυπνες μηχανές κάτω από την καπιταλιστική ιδιοκτησία καταπίνουν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τη δημιουργική πλευρά της ανθρώπινης καλλιτεχνικής εργασίας και όσο αυτές θα εξελίσσονται, τόσο πιο πολύ αυτή θα μειώνεται. Μαζί της όμως καταπίνουν και την ικανότητα των ανθρώπων για αισθητική συγκίνηση και απόλαυση και προπαντός την ευαισθησία τους, που μόνο η τέχνη μπορεί να καλλιεργήσει σε ανώτερο βαθμό. Γιατί, σύμφωνα με τον Μαρξ, «το καλλιτεχνικό αντικείμενο –έτσι δρα και κάθε άλλο προϊόν– δημιουργεί ένα κοινό καλλιτεχνικά ευαίσθητο και ικανό να χαίρεται το ωραίο. Άρα η παραγωγή δεν παράγει μόνο ένα αντικείμενο για το κοινό, αλλά και ένα κοινό για το αντικείμενο»7, ένα κοινό ικανό να εργαστεί και το ίδιο πνευματικά και δημιουργικά μαζί με τον καλλιτέχνη-δημιουργό για να μπορέσει να κατανοήσει το καλλιτεχνικό έργο, να αισθανθεί και να συλλάβει ως και τις πιο λεπτές αποχρώσεις των νοημάτων του. Με άλλα λόγια, η μηχανή γίνεται όλο και πιο έξυπνη, πιο αποδοτική, ενώ ο άνθρωπος παραδίνει στη μηχανή τη μια μετά την άλλη τις ικανότητές του, χάνοντας σταδιακά όλες τις ανθρώπινες ιδιότητες.
Πόσο πικρά επιβεβαιώνεται ο Μαρξ, όταν δύο αιώνες πριν έγραφε Στο Κεφάλαιο πως «η μηχανή δεν απελευθερώνει τον εργάτη από την εργασία, αλλά την εργασία από το περιεχόμενό της»8. Και αυτή η αποξένωση του εργαζόμενου από την εργασία δεν είναι μόνο αποξένωση από το προϊόν της, που δεν μπορεί να το απολαύσει, ούτε μόνο από την πράξη παραγωγής, που οι καπιταλιστές την ορίζουν, αλλά από τον ίδιο του τον εαυτό, από την ουσία της υπόστασής του. Γιατί η εργασία είναι η πιο ζωτική, η κύρια ανθρώπινη δραστηριότητα, ο καθοριστικός παράγοντας που έκανε το ανθρώπινο είδος να ξεχωρίσει από τα άλλα είδη του ζωικού βασιλείου. Και γιατί με τη συλλογική εργασία χιλιάδων γενιών μέσα στους αιώνες διαμορφώθηκε και συνεχίζει να εξελίσσεται ανθρώπινος ψυχισμός με όλες του τις ιδιότητες, τέτοιες όπως η νόηση, η φαντασία, το συναίσθημα, η βούληση.
Αλλά ας δούμε τώρα πιο αναλυτικά αν η ΤΝ θα μπορέσει τελικά να δημιουργήσει τέχνη, ξεκινώντας από το ερώτημα αν μπορεί να αποκτήσει ανθρώπινη νοημοσύνη.
Η νοημοσύνη είναι η ικανότητα του ανθρώπου για νόηση, η ικανότητα να σκέφτεται, να κατανοεί τον κόσμο. Όχι μόνο να συλλαμβάνει με τις αισθήσεις του τη γύρω του πραγματικότητα, φυσική ή κοινωνική, αλλά να αναλύει, να συγκρίνει, να γενικεύει τις παραστάσεις του, να κρίνει και τελικά να διεισδύει κάτω από την επιφάνεια των αντικειμένων και των φαινομένων, στις ιδιότητες, τις σχέσεις και τις αντιφάσεις τους μέσα στη διαρκή κίνηση και αλλαγή τους, για να μπορεί με τη δραστηριότητά του να την αλλάζει, να την προσαρμόζει στις ανάγκες του. Με λίγα λόγια, η νοημοσύνη δεν είναι απομνημόνευση και συνδυασμός του πλήθους των πληροφοριών. Απαιτεί κριτική ικανότητα και ακόμη περισσότερο απαιτεί διαλεκτική σκέψη.
Αυτή η ικανότητα δεν υπήρχε από την αρχή στον άνθρωπο, δεν ανήκει στο DNA του.
Στον κάθε ξεχωριστό άνθρωπο γεννιέται μέσα από την επαφή του με την πνευματική ζωή της κοινωνίας –που υπάρχει πριν από αυτόν και του μεταβιβάζεται με τη γλώσσα– και εξελίσσεται διαρκώς μέσα από τη δραστηριότητά του, την επαγγελματική εργασία, την ενεργητική συμμετοχή του στο μαζικό κίνημα, στην πολιτική, στην πολιτιστική ζωή και άλλους τομείς. Υποθέτουμε πως δεν υπάρχει κάποιος που να έχει υπόψη του ένα παιδί το οποίο μπορεί από τα γεννοφάσκια του να μιλά, να κάνει ποδήλατο, να γνωρίζει Άλγεβρα. Με λίγα λόγια, η νόηση δεν είναι κάτι αφηρημένο, αλλά αναπτύσσεται μόνο από την κοινωνία και μέσα στην κοινωνία, μέσα από το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων.
Η νόηση αποτελεί πλευρά της συνείδησης. Με τους όρους της φιλοσοφίας, η συνείδηση είναι η υποκειμενική αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας στο μυαλό κάθε ξεχωριστού ανθρώπου, η οποία όμως αναπτύσσεται στο έδαφος της συλλογικής ανθρώπινης συνείδησης, αυτής που αποκαλούμε κοινωνική συνείδηση, στο συγκριμένο κάθε φορά ιστορικό στάδιο ανάπτυξης της κοινωνίας (π.χ. φεουδαρχία, καπιταλισμός). Στην ταξικά διαιρεμένη καπιταλιστική κοινωνία, η κοινωνική συνείδηση έχει ταξικά χαρακτηριστικά, αφού στη διαμόρφωσή της επιδρούν οι κύριες κοινωνικές σχέσεις, που είναι οι σχέσεις παραγωγής, δηλαδή οι σχέσεις ιδιοκτησίας. Όπως παρατηρεί ο Αλεξέι Λεόντιεφ, ένας από τους τρεις –μαζί με τον Λεβ Βιγκότσκι και τον Αλεξάντρ Λούρια– κορυφαίους της σοβιετικής μαρξιστικής ψυχολογίας, «…η συνείδηση εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον άνθρωπο στο προτσές της εξέλιξης της εργασίας και των κοινωνικών σχέσεων. Η συνείδηση γίνεται αμέσως ένα κοινωνικό προϊόν»9. Και συνεχίζει πως «η συνείδηση δεν είναι η εκδήλωση κάποιας άγνωστης μυστικής ικανότητας του ανθρώπινου εγκεφάλου να εκπέμπει “το φως της συνείδησης” κάτω από την επίδραση πράγματος-διέγερσης, αλλά το προϊόν ιδιαίτερων σχέσεων, δηλαδή των κοινωνικών σχέσεων που συνάπτονται μεταξύ των ανθρώπων και που δεν πραγματώνονται παρά με το ενδιάμεσο του εγκεφάλου και των κινητήριων οργάνων τους»10.
Μάταια μάλλον οι σοφοί της Τεχνητής Νοημοσύνης, οι διακεκριμένοι επιστήμονες της Ηλεκτρονικής, της Νευροχειρουργικής, της Βιολογίας και άλλων ειδικοτήτων αναζητούν, αποτυχημένα μέχρι σήμερα, το μέρος του ανθρώπινου εγκεφάλου που ευθύνεται για τη συνείδηση. Μην είναι η παρεγκεφαλίδα, μην είναι ο θάλαμος, κοντά στο μέσον του εγκεφάλου, ή μήπως είναι το πίσω μέρος του φλοιού;
Σίγουρα θα δυσκολευτούν, γιατί δεν είναι ο εγκέφαλος που σκέφτεται, αλλά ο άνθρωπος με τη βοήθεια του εγκεφάλου, ο άνθρωπος ως κοινωνικό είδος, κοινωνικό και πολιτικό ον, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος ως το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων, κατά τη βαθιά διατύπωση του Μαρξ.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη δε διαμορφώνεται κοινωνικά, μέσα δηλαδή από την κοινωνική δραστηριότητα, που αποκαλύπτει στον άνθρωπο την αντικειμενική πραγματικότητα. Επομένως, όπως φαίνεται, δεν μπορεί να αποκτήσει συνείδηση. Ούτε τέχνη μπορεί να δημιουργήσει, γιατί η τέχνη είναι μια ιδιόμορφη και σύνθετη μορφή κοινωνικής συνείδησης, δίπλα στις άλλες μορφές όπως η φιλοσοφία, η επιστήμη, η πολιτική, η θρησκεία κλπ.
Ταυτόχρονα, η τέχνη είναι και μια ειδική μορφή εργασίας, δίπλα στη χειρωνακτική ή τεχνική και την επιστημονική εργασία. Και όπως όλες οι μορφές εργασίας, αποτελεί τη συνειδητή, σκόπιμη δραστηριότητα του ανθρώπου για να ιδιοποιηθεί, να οικειοποιηθεί, να «εξανθρωπίσει» τη φύση, την κοινωνία και τον εαυτό του, να φέρει τον κόσμο στα ανθρώπινα μέτρα.
Χωρίς την καλλιτεχνική εργασία, με την ανάθεσή της στην Τεχνητή Νοημοσύνη για κατευθείαν εξαγωγή αποτελέσματος, δε νοείται καλλιτεχνικό έργο, δηλαδή μια ατομική, υποκειμενική και ιδιόμορφη μετουσίωση της ζωής και του ανθρώπου. Γιατί μόνο μέσα από την εργασία, κινητοποιώντας ο δημιουργός όλες τις ψυχικές δυνάμεις του, τη νόηση, τη φαντασία, το συναίσθημα, τη βούληση, μπορεί να γνωρίσει σε βάθος το αντικείμενο της δημιουργίας του. Μέσα από την εργασία έρχεται και η έμπνευση, που δεν είναι θείο δώρο και επιφοίτηση, αλλά η μέγιστη δυνατή συγκέντρωση των ανθρώπινων ψυχικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση όποιου προβλήματος εμφανίζεται στην πορεία της εργασίας και απαιτεί λύση. Ο Τσαϊκόφσκι έλεγε πως η έμπνευση δεν έρχεται στον τεμπέλη.
Αφού η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν μπορεί να αποκτήσει συνείδηση, δεν μπορεί να αποκτήσει ούτε φαντασία, καθώς αυτή δεν είναι προϊόν των βιοφυσικών και βιοχημικών λειτουργιών του ανθρώπινου εγκεφάλου, ούτε μπορεί να παραχθεί και να αναπαραχθεί με τις θεωρίες των πιθανοτήτων και των παιγνίων.
Η φαντασία βασίζεται στη σχέση του ανθρώπου με την πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα όμως που ο καλλιτέχνης την βλέπει με ένα άλλο μάτι, σαν να την βλέπει για πρώτη φορά, χωρίς στήριγμα στη συμβατική, την κοινά παραδεκτή περιγραφή της.11 Έτσι, μπορεί να γεννήσει το απροσδόκητο, το μοναδικό, το νέο. Σύμφωνα με τον Έβαλντ Ιλιένκοφ, έναν από τους σπουδαιότερους Σοβιετικούς φιλοσόφους, «η φαντασία συνίσταται στην αέναη ατομική παρέκκλιση, που ποτέ πριν δεν περιγράφηκε από τον ανακαλυμμένο και επικυρωμένο κανόνα και επιπλέον σε μια διαφοροποίηση που είναι ατομική, αλλά δεν είναι αυθαίρετη, σε μια διαφοροποίηση που είναι το αποτέλεσμα της ικανότητας να συλλαμβάνει με οξύνοια την καθολική ανάγκη που έχει ωριμάσει στον οργανισμό της κοινωνικής ζωής»12.
Δε θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος πως χωρίς την τέχνη δε θα υπήρχε επιστήμη. Γιατί οι μεγάλες επιστημονικές ανακαλύψεις δεν είναι αποτέλεσμα μιας συνεχούς ποσοτικής συσσώρευσης, αλλά ενός άλματος στη σκέψη, που προϋποθέτει οπωσδήποτε φαντασία. Αυτή η ικανότητα των καλλιτεχνών να συλλαμβάνουν το νέο, το καινοτόμο, το ανατρεπτικό δεν έχει φυσικά περάσει απαρατήρητη από τους καπιταλιστές. Γι’ αυτό, σε όλα τα κείμενα της ΕΕ για τον πολιτισμό, και όχι μόνο, υπάρχει η μόνιμη προτροπή προς τις κυβερνήσεις να πάρουν μέτρα για να αναπτυχθεί η συνεργασία επιστημόνων και καλλιτεχνών και για να αποκτήσουν οι καλλιτέχνες τεχνολογικές γνώσεις και ικανότητες. Αν πίστευαν πως αυτήν την ικανότητα μπορούν να την αποκτήσουν τα ρομπότ και τα συστήματα Τεχνητής Νοημοσύνης, τότε θα προέτρεπαν για εκπαίδευση των μηχανών στη φαντασία.
Τα συναισθήματα, πάλι, δεν εκκρίνονται από τον εγκέφαλο. Εμφανίζονται μέσα από τις σχέσεις των ανθρώπων με τη φυσική και κοινωνική πραγματικότητα, μέσα από τις σχέσεις τους με άλλους ανθρώπους. Το συναίσθημα, περισσότερο ίσως από την επιστημονική γνώση, είναι αυτό που παρακινεί σε μεγάλες πράξεις τους ανθρώπους. Για να παλέψεις για κάτι, χρειάζεται να το αγαπάς και να μισείς ό,τι είναι ενάντια σ’ αυτό που για χάρη του αγωνίζεσαι. Για να παλέψεις για την απελευθέρωση του ανθρώπου από την εκμετάλλευση, χρειάζεται να ραγίζει η καρδιά σου μπροστά στη δυστυχία των ανθρώπων και να νιώθεις αποστροφή για όσους και ό,τι την προκαλεί. Τα ανώτερα ανθρώπινα συναισθήματα βρίσκονται πίσω από όλα αυτά τα ακατανόητα και αδιανόητα σήμερα για τους περισσότερους ανθρώπους μεγαλειώδη κατορθώματα στην ιστορία μας, όπως η τιτάνια και άνιση μάχη που έδωσε ο λαός μας στα χρόνια της ΕΑΜικής Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, ή ο αγώνας του παλαιστινιακού λαού που μέσα στα χαλάσματα των σπιτιών του και πάνω στους τάφους των παιδιών του συνεχίζει κοντά ένα χρόνο να αντέχει και να αντιστέκεται στην υπεροπλία των Ισραηλινών και των συμμάχων τους.
Η τέχνη, χωρίς καθόλου να υποτιμάμε το ρόλο της στην καλλιέργεια της ανθρώπινης νοημοσύνης, είναι το βασίλειο του συναισθήματος. Σύμφωνα με τον Λεβ Βιγκότσκι, «η τέχνη συστηματοποιεί μια πολύ ιδιαίτερη σφαίρα στον ψυχισμό του κοινωνικού ανθρώπου –τα συναισθήματά του»13. Στην τέχνη εκδηλώνεται με τη μεγαλύτερη ένταση, πληρότητα και σαφήνεια η ανθρώπινη ευαισθησία.14 Σ’ αυτήν καταφεύγουμε στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μας –«όταν χτυπάει ο κεραυνός, τραγούδι εσύ να λες», λέει ένας στίχος του Γκάτσου– γιατί η τέχνη μπορεί με θετικά συναισθήματα να εξουδετερώσει τα αρνητικά, όπως το φόβο, τον ψυχικό πόνο, την απογοήτευση ή, πάλι, ένα αρνητικό συναίσθημα να το «τραγουδήσει» για να το μαλακώσει, να το καταλαγιάσει.15 Αρκεί μόνο να σκεφτούμε πόσα τραγούδια και θούριοι γράφτηκαν στην Κατοχή από καλλιτέχνες της ΕΑΜικής Αντίστασης. Αρκεί να σκεφτούμε ότι οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού με το ένα χέρι κρατούσαν το βιβλίο και με το άλλο το μάουζερ, το όπλο τους. Μπορεί να μην είχαν ψίχα ψωμί στο σακίδιο, όμως πάντα είχαν μαζί τους ένα βιβλίο. Αρκεί να σκεφτούμε ότι στις φυλακές και τις εξορίες γράφτηκαν εκατοντάδες ποιήματα, τα περισσότερα από αγωνιστές που δεν είχαν επαγγελματική σχέση με την ποίηση, δημιουργήθηκαν πίνακες ζωγραφικής και γλυπτά, ανέβηκαν θεατρικές παραστάσεις. Απέναντι στον τρόμο, τη συστηματοποιημένη προσπάθεια για την ηθική εξόντωση των αγωνιστών, με πρωτεργάτες τους κομμουνιστές ορθωνόταν ένας κόσμος δημιουργικότητας και ομορφιάς, που τόνωνε τη συνείδηση της ανθρωπιάς τους, τη συνείδηση ότι υπάρχει ζωή και πως αξίζει γι’ αυτήν να παλέψουν και να την κάνουν ευτυχισμένη, δημιουργική, ανθρώπινη.
Ας φανταστούμε τώρα μια μηχανή που κατασκευάζεται, ελέγχεται, προγραμματίζεται και εκπαιδεύεται μέσα στα άδυτα της Google ή της Amazon να παράγει ποίηση που θα παρακινεί τους Παλαιστίνιους να συνεχίσουν τον αγώνα για τη λευτεριά τους.
Στην Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι δυνατό να υπάρχει αντικειμενικότητα. Η αμεροληψία της είναι τόση, όση η αμεροληψία των δεδομένων που κάτω από την καθοδήγηση των ιδιοκτητών της συλλέγονται στα ψηφιακά κέντρα και εισέρχονται στο δίκτυο της Τεχνητής Νοημοσύνης, των κριτηρίων και των σκοπών που καλείται να εξυπηρετήσει. Ακόμη και τα αξιώματα, οι υποθέσεις, οι παραδοχές των επιστημόνων κατά το σχεδιασμό και τη μελέτη των συστημάτων της έχουν ταξικότητα, γιατί στη συνείδησή τους επικρατούν οι κυρίαρχες αντιλήψεις στην κοινωνία.
Βεβαίως, η σχέση κοινωνικού και βιολογικού στη διαμόρφωση του ανθρώπινου ψυχισμού είναι ένα σύνθετο θέμα, γύρω από το οποίο υπάρχει συζήτηση και προβληματισμός, που θα είναι χρήσιμο να τα συνεχίσουμε.
Γι’ αυτό, ας υποθέσουμε πως, παρ’ όλα όσα ειπώθηκαν μέχρι εδώ για τον κοινωνικό καθορισμό του ανθρώπινου ψυχισμού, οι επιστήμονες θα κατορθώσουν να απαγκιστρωθούν από τη νεοθετικιστική κοσμοθεωρία τους, σύμφωνα με την οποία όλα τα αντικείμενα και τα κοινωνικά φαινόμενα μπορούν να αναχθούν στα Μαθηματικά, στις θετικές επιστήμες γενικότερα και να παρασταθούν με μαθηματικούς τύπους και θεωρήματα. Ας υποθέσουμε ότι θα πραγματοποιηθεί ένα άλμα στη σκέψη τους, που θα τους επιτρέψει να κατασκευάσουν τεχνητά μια νοημοσύνη στο επίπεδο της ανθρώπινης και πάνω απ’ αυτήν.
Πέρα από το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι άνθρωποι θα είναι πάλι εκείνοι που θα πραγματοποιήσουν ένα τόσο μεγάλο επιστημονικό κατόρθωμα, το ζητούμενο της εποχής μας δεν είναι αυτό. Όπως υπογραμμίζει ο Ιλιένκοφ, «το πρόβλημα δεν είναι να κάνουμε τις μηχανές πιο έξυπνες από τον άνθρωπο, αλλά τον άνθρωπο ακόμη πιο ικανό και έξυπνο», ώστε να μπορεί να ορίσει όχι μόνο τις μηχανές, αλλά ολόκληρο το σύστημα της κοινωνικής παραγωγής και τον εαυτό του. Και εδώ δεν εννοούμε φυσικά μια προέκταση του ανθρώπου μέσω διεπαφής με τα ρομπότ ή το διαδίκτυο, που η έρευνά της προχωρά ακάθεκτα έχοντας φέτος δώσει τα πρώτα χειροπιαστά αποτελέσματα. Στο σημερινό σύστημα της ατομικής ιδιοκτησίας, αυτή η σοβαρή πρόοδος περισσότερο στην ιδιοποίηση ανθρώπινων ιδιοτήτων από τις μηχανές φαίνεται να αποσκοπεί –στην ενίσχυση δηλαδή των εκμεταλλευτικών-αντικοινωνικών σκοπών αυτών που κατευθύνουν και ελέγχουν την τεχνολογία– παρά στη διεύρυνση των απεριόριστων ανθρώπινων ικανοτήτων, που την επιδιώκουν μόνο εφόσον υπηρετεί το κέρδος. Η προέκταση των ανθρώπινων ικανοτήτων μέσω του διαδικτύου και των ρομπότ, τα μεγάλα οφέλη αλλά και τα τεράστια ερωτήματα που εγείρει, είναι ένα από τα θέματα που χρειάζεται περισσότερο να μελετηθούν και να διερευνηθούν.
Όπως όμως ήδη ειπώθηκε, οι ανθρώπινες ιδιότητες μπορούν να αναπτυχθούν μέσα από το σύνθετο και πλατύ σύστημα των κοινωνικών σχέσεων και πάνω απ’ όλα των σχέσεων παραγωγής. Επομένως, ο τρόπος για να αναβαθμιστούν, να περάσουν σε ένα ανώτερο επίπεδο, είναι μέσα από μια ριζική αναδιοργάνωση των αμοιβαίων σχέσεων των ανθρώπων, μέσα από ένα ανώτερο σύστημα κοινωνικών σχέσεων, όπου ο άνθρωπος δε θα αναγκάζεται να πουλά τη δύναμη των χεριών και του μυαλού του σε άλλον άνθρωπο, θα πάψει να είναι εμπόρευμα και δούλος της μηχανής και θα γίνει κύριος και ιδιοκτήτης της οικονομίας και της παραγωγής, του πλούτου που ο ίδιος παράγει και αναπαράγει, όλου του θησαυρού του ανθρώπινου πολιτισμού, μαζί και των τεχνολογικών επιτευγμάτων. Δηλαδή ο τρόπος για να μπορέσει ο άνθρωπος να αναπτύξει όλες τις δυνατότητες που του έδωσε η φύση και η εξέλιξη του πολιτισμού του είναι ο σοσιαλισμός.
Η σημερινή καπιταλιστική παραγωγή, καθώς ανανεώνοντας διαρκώς την τεχνολογία των μέσων παραγωγής αχρηστεύει και πετά στην ανεργία μάζες εργαζόμενων, έχει θέσει εδώ και καιρό στην ημερήσια διάταξη την ανάγκη να αναπτυχθούν πολύπλευροι άνθρωποι με επιστημονική κοσμοθεωρία και γενική μόρφωση, ώστε να μπορούν να προσανατολίζονται σε ολόκληρο το σύστημα της κοινωνικής παραγωγής και των μέσων της και να διευκολύνεται η κινητικότητά τους από κλάδο σε κλάδο, χωρίς να χρειάζεται να ξεκινήσουν πάλι από την αρχή. Από την άλλη μεριά, κάτω από την καπιταλιστική ιδιοκτησία και διεύθυνση, η σημερινή παραγωγή αναπαράγει τον παλιό καταμερισμό εργασίας και τον εγκλωβισμό του εργαζόμενου στο μερικό αντικείμενο του επαγγέλματός του.
Σε μια προσπάθεια να επιλυθεί αυτή η αντίφαση, το εκπαιδευτικό σύστημα προσανατολίζεται –για την πλειονότητα των μαθητών– στην υποκατάσταση της γενικής μόρφωσης από τη μάθηση τμηματικών και ασύνδετων μεταξύ τους πληροφοριών σε πολλαπλά αντικείμενα και τη διά βίου κατάρτιση και επανακατάρτιση στις πρόσκαιρες κάθε φορά ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς. Η έννοια της διεπιστημονικότητας, που η αναγκαιότητά της αποτελεί μόνιμη επωδό στις σχετικές με τις τεχνολογίες αιχμής συζητήσεις, γίνεται αντιληπτή ως συνεργασία ειδικών από διαφορετικούς κλάδους, χωρίς να αντιμετωπίζεται η προϋπόθεση αυτής της συνεργασίας, η απόκτηση δηλαδή από όλους των απαραίτητων κεντρικών γνώσεων στις βασικές επιστήμες. Έτσι, οι καλλιτέχνες αδυνατούν να προγραμματίσουν ένα σύστημα Τεχνητής Νοημοσύνης που θα τους βοηθήσει στη δημιουργία του έργου τους, οι δε επιστήμονες τεχνικοί που το σχεδιάζουν είναι ανίκανοι να κατανοήσουν τους νόμους ανάπτυξης της τέχνης, με αποτέλεσμα να αντιγράφουν καλλιτεχνικές μορφές του παρελθόντος και να παράγουν «φωτορεαλιστικά» έργα, έργα δηλαδή που μοιάζουν με φωτογραφίες. Κανείς από τις δύο πλευρές δεν μπορεί να ελέγξει την Τεχνητή Νοημοσύνη, ούτε και να συνεννοηθούν μεταξύ τους μπορούν, γιατί περιορίζονται απ’ το επάγγελμά τους, είναι μερικοί άνθρωποι, όπως τους αποκαλούσε ο Μαρξ.
Στη σοσιαλιστική κοινωνία όμως δεν είναι μόνο η διευκόλυνση της επαγγελματικής διαθεσιμότητας που επιβάλλει την ανάγκη ανάπτυξης ενός πολύπλευρου ανθρώπου. Μια κοινωνία όπου η οικονομία και η κοινωνική παραγωγή θα διευθύνονται, θα ελέγχονται και θα προγραμματίζονται με επιστημονικό σχέδιο συλλογικά, και όχι μόνο από κάποιους ειδικούς, προϋποθέτει όλα τα μέλη της να είναι αναπτυγμένα προς κάθε κατεύθυνση. Η κοινωνική οργάνωση και διαχείριση της παραγωγής δεν μπορεί να ασκηθεί από ανθρώπους μονομερείς. Χρειάζονται άνθρωποι ικανοί για ενεργητική παρέμβαση σε όλους τους κοινωνικούς τομείς και προπαντός στην πολιτική.
Και εδώ ένας ειδικός, σημαντικός και όχι πάντα αναγνωρισμένος ρόλος ανήκει στην τέχνη. Η αποστολή της είναι να διαμορφώνει ανθρώπους εφοδιασμένους με όλη εκείνη την κουλτούρα της ανθρωπότητας, αλλά και τις ψυχικές δυνάμεις που θα τους κάνουν ικανούς να ανταποκριθούν στο ρόλο τους, το ρόλο του πραγματικού ιδιοκτήτη του πλούτου που δημιουργούν.
Γι’ αυτό, στο σοσιαλισμό η τέχνη αντικειμενικά θα αποκτήσει τέτοια αναγνώριση, που δεν υπήρξε ποτέ σε όλη την ιστορία της και οι καλλιτέχνες τόση ελευθερία για να αναπτύξουν τη δημιουργικότητά τους, που κανένα κοινωνικό σύστημα δεν τους έδωσε ποτέ. Η τέχνη θα πάψει να είναι θύμα της λογοκρισίας από την «αγορά» και οι καλλιτέχνες θα απαλλαγούν οριστικά από την αγωνία της επιβίωσης και από το αμείλικτο δίλημμα «διασκεδαστής με ειδίκευση στο μάνατζμεντ και τις δημόσιες σχέσεις ή δημιουργός με επίδοση στα χρέη και την ανέχεια».
Είτε από άγνοια, είτε γιατί σε προτεραιότητα έμπαιναν πολύ πιο επείγοντα, κρίσιμα προβλήματα, είτε γιατί επικρατούσε ο φόβος της καπιταλιστικής επίδρασης στην τέχνη και της μη κατανόησής της από το λαό, είτε για λόγους που βρίσκονται υπό διερεύνηση, αυτές οι κατευθύνσεις δεν βρήκαν την πλήρη τους έκφραση στο σοσιαλισμό του 20ού αιώνα. Η μηχανιστική αντίληψη για την τέχνη του σοσιαλιστικού ρεαλισμού κόστισε ακριβά στην ανάπτυξη της καλλιτεχνικής δημιουργίας στο σοσιαλισμό, ενώ οι αισθητικές απόψεις που επικρατούσαν στη Σοβιετική Ένωση ανέστειλαν και διεθνώς την ανάπτυξη αυτού του ρεύματος, παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις δημιουργών. Τα προβλήματα αυτά ωστόσο δεν ακυρώνουν την υπεροχή του σοσιαλισμού του 20ού αιώνα και στα θέματα της τέχνης, την ανάδειξη της αξίας της για τον άνθρωπο, την απελευθέρωση των καλλιτεχνών από οικονομικού τύπου καταναγκασμούς και την παροχή όλων των αναγκαίων μέσων για την καλλιτεχνική εργασία, την υψηλότατου επιπέδου καλλιτεχνική εκπαίδευση, την παγκόσμια αναγνώριση της πρωτοκαθεδρίας του σε ορισμένα είδη τέχνης, όπως ο κινηματογράφος, η συμφωνική μουσική και σε μεγάλο βαθμό το θέατρο, την προστασία και την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς, με πιο σημαντική επιτυχία του την ανάπτυξη σε πλατιές λαϊκές μάζες της ανάγκης και της ικανότητας για υψηλού επιπέδου καλλιτεχνική απόλαυση, ακόμη και στα πιο σύνθετα είδη τέχνης, όπως η κλασική μουσική.
Στον 21ο αιώνα ωστόσο, με τις σύγχρονες επεξεργασίες του Κόμματός μας για το σοσιαλισμό βασισμένες στη μελέτη της πείρας από την εφαρμογή του, αλλά και με την αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας και των εφαρμογών της στην Τεχνητή Νοημοσύνη και στη Ρομποτική, το σύνθημα των μπολσεβίκων «κάθε μαγείρισσα πρέπει να μάθει να διοικεί το κράτος», που στον καιρό του έδειχνε την τάση, αλλά ήταν ουτοπικό, θα μπορεί να γίνει πραγματικότητα.
Η απομυθοποίηση της Τεχνητής Νοημοσύνης και της Ρομποτικής με την αποδεδειγμένα ευεργετική επίδρασή τους στη βελτίωση της καθημερινής ζωής των ανθρώπων, αλλά και με τη γνώση των βασικών εννοιών και των επιστημονικών αρχών λειτουργίας τους από όλους, θα βοηθήσει στην αξιοποίησή τους όχι μόνο από τους ειδικούς, αλλά από όλες τις διαφορετικές ειδικότητες και σε ακόμα πιο πλατιά κλίμακα. Όχι μόνο η εφαρμογή, αλλά και η έρευνα γύρω από αυτόν τον τομέα θα έχει άλλη αφετηρία, διαφορετικούς στόχους και άλλες προτεραιότητες. Αυτός ο αναπροσανατολισμός είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε πολύ σημαντικότερες ανακαλύψεις και νέες εφαρμογές για την κάλυψη των σύγχρονων ανθρώπινων αναγκών.
Με την καθοριστική συμβολή αυτών των τεχνολογιών στον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό, θα επιλυθούν προβλήματα της οικονομίας που αντιμετώπισε ο σοσιαλισμός του 20ού αιώνα και που σταδιακά οδήγησαν στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Με την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας θα απελευθερωθεί θεαματικά μεγάλο μέρος του εργάσιμου χρόνου για μόρφωση και διαρκή επιμόρφωση, συμμετοχή στην πολιτική και άλλες δραστηριότητες.
Ειδικά για την τέχνη, η αύξηση του ελεύθερου χρόνου θα συμβάλει στην ακόμη πλατύτερη και βαθύτερη σχέση των μελών της κοινωνίας με τον ανθρώπινο πολιτισμό, στην ανάπτυξη σε ανώτερο βαθμό των αισθητικών κριτηρίων τους. Παράλληλα, θα διερευνηθούν όλες οι δυνατότητες των νέων τεχνολογικών μέσων για να διευκολυνθεί η εργασία των καλλιτεχνών και προπαντός η ικανότητά τους να δημιουργούν έργα με υψηλότερη καλλιτεχνική αξία από το παρελθόν, για την όσο το δυνατόν ευρύτερη διάδοση των δημιουργιών τους, για την εξασφάλιση επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης μεταξύ των καλλιτεχνών και των καλλιτεχνών με το κοινό, για όσα προβλήματα σήμερα στέκονται εμπόδιο στην ανάπτυξη της τέχνης και την κυκλοφορία της.
Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι στο σοσιαλισμό κανείς καλλιτέχνης δε θα εκβιάζεται κάτω από τις πιέσεις της αγοράς να παραχωρήσει την εργασία του στις μηχανές. Θα υπάρχει η πλήρης αναγνώριση του αναντικατάστατου της ανθρώπινης καλλιτεχνικής εργασίας, που έμπρακτα θα επιβεβαιώνεται με το σεβασμό στο ηθικό δικαίωμα του δημιουργού να ελέγχει το έργο του, με την παροχή στους καλλιτέχνες όλων των υλικών προϋποθέσεων για να μπορούν να δημιουργήσουν και τη διασφάλιση της ελευθερίας τους στις καλλιτεχνικές τους επιλογές.
Όπως πιστεύουμε, έγινε φανερό από όσα ειπώθηκαν ότι ο καπιταλισμός επαναστατικοποιεί, δηλαδή ανατρέπει και αναβαθμίζει διαρκώς την τεχνολογία στα μέσα παραγωγής. Ο δικός μας ρόλος είναι να επαναστατικοποιήσουμε τις παραγωγικές δυνάμεις, που ασφυκτιούν κάτω από τις ξεπερασμένες καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, και πρώτη απ’ όλες να απελευθερώσουμε και να επαναστατικοποιήσουμε την πολυτιμότερη παραγωγική δύναμη, που είναι ο εργαζόμενος άνθρωπος.
Κι αυτό δεν είναι όραμα του μέλλοντος. Αν αναλογιστούμε τον κόσμο της βαρβαρότητας που ζούμε, τον κόσμο των ιμπεριαλιστικών πολέμων, των κρίσεων, της στυγνής εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, τον κόσμο όπου οι νέες τεχνολογίες γίνονται εργαλείο για ακόμη μεγαλύτερο απανθρωπισμό του, θα συνειδητοποιήσουμε πως ο σοσιαλισμός είναι το πιο λογικό και το πιο επείγον αίτημα του καιρού μας. Και όπως σημείωνε ο Ένγκελς, «ό,τι στα μυαλά των ανθρώπων μοιάζει λογικό, είναι προορισμένο να γίνει πραγματικό».