ΕΣΣΔ: Απέδειξε την ανωτερότητα του σοσιαλισμού έναντι του καπιταλισμού*


του Δημήτρη Κουτσούμπα

Οι διεθνείς κι εσωτερικές εξελίξεις στα 100 χρόνια από την ίδρυση της ΕΣΣΔ επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα να εμπλουτίσουμε την προγραμματική μας αντίληψη για το σοσιαλισμό, ενσωματώνοντας όλη τη θετική και ταυτόχρονα αρνητική πείρα από την ίδια την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης κατά τον 20ό αιώνα, με την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων από τη νίκη της αντεπανάστασης, πρώτ’ απ’ όλα στην ΕΣΣΔ.

Έχουμε πλήρη συνείδηση ότι η αναζωογόνηση της πίστης στο σοσιαλισμό είναι αλληλένδετη τόσο με τη διαμόρφωση επαναστατικής στρατηγικής για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, την αντικειμενική εκτίμηση όλης της πορείας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όσο και με την ερμηνεία των αιτιών επικράτησης της αντεπανάστασης και τελικά της καπιταλιστικής παλινόρθωσης.

Θεωρούμε ότι η υποχρέωση αυτή είναι επιτακτική και ώριμη για το Κόμμα μας, όπως είναι και για κάθε Κομμουνιστικό Κόμμα. Εδώ και έναν αιώνα, η αστική πολεμική απέναντι στο κομμουνιστικό κίνημα, που συχνά παίρνει και τη μορφή διανοητικού ελιτισμού, επικεντρώνει τα πυρά της στον επαναστατικό πυρήνα του εργατικού κινήματος: Πολεμάει γενικά την αναγκαιότητα της επανάστασης και το πολιτικό της προϊόν, τη δικτατορία του προλεταριάτου, δηλαδή την επαναστατική εργατική εξουσία. Ειδικότερα, πολεμάει το προϊόν της πρώτης νικηφόρας επανάστασης, της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, αντιπαλεύοντας με μένος κάθε φάση όπου η Επανάσταση αποκάλυπτε και αντέκρουε την αντεπαναστατική δράση, τα οπορτουνιστικά αναχώματα, τα οποία, σε τελική ανάλυση, άμεσα ή έμμεσα αποδυνάμωναν την Επανάσταση σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.

Εδώ και έναν αιώνα, προβάλλεται ως «δημοκρατικός σοσιαλισμός», σε αντιπαράθεση με τον «ολοκληρωτικό», «δικτατορικό», «πραξικοπηματικό κομμουνισμό», κάθε ρεύμα άρνησης, υποχώρησης ή παραίτησης από την αναγκαιότητα της επαναστατικής πάλης. Γνωρίζουμε αυτήν την πολεμική και συκοφαντία κατά του επιστημονικού κομμουνισμού, κατά της ταξικής πάλης, που αφορά όχι μόνο τις συνθήκες του καπιταλισμού, αλλά, με άλλες μορφές και σε άλλες συνθήκες, αφορά και τη διαδικασία της διαμόρφωσης των νέων κοινωνικών σχέσεων, καθώς και της επέκτασης και ωρίμανσής τους σε κομμουνιστικές.

Γι’ αυτόν το λόγο, στη συζήτηση περί «σοσιαλιστικής δημοκρατίας» με άλλα μέτρα και σταθμά κρίνονται γεγονότα της μιας ή της άλλης περιόδου, με σαφή στόχο το μηδενισμό της προσφοράς της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Άλλοτε μηδενίζουν όλη την 70χρονη ιστορία της ΕΣΣΔ, άλλοτε ειδικότερα την περίοδο όπου τέθηκε η σοσιαλιστική βάση της. Σε κάθε περίπτωση, στηρίζουν τις πολιτικές επιλογές που συνιστούσαν παρέκκλιση από τη σοσιαλιστική πορεία.

Το ΚΚΕ παραμένει αταλάντευτο στην υπεράσπιση της προσφοράς της σοσιαλιστικής πορείας της ΕΣΣΔ, γενικότερα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης κατά τον 20ό αιώνα, στην πάλη για την κοινωνική πρόοδο, την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Και σήμερα το Κόμμα μας είναι ιδεολογικά περισσότερο θωρακισμένο και πολιτικά έμπειρο, ώστε να αντικρούσει τις ιδεολογικές παρεμβάσεις των αστικών κέντρων.

Έχουμε μελετήσει και συνεχίζουμε να προβληματιζόμαστε και να μελετάμε παραπέρα τη σκληρή πορεία της ταξικής πάλης για το πέρασμα στη νέα κοινωνία, για τη θεμελίωση και ανάπτυξή της, για την επέκταση και εμβάθυνση των νέων σχέσεων παραγωγής-κατανομής και όλων των κοινωνικών σχέσεων και τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου.

Αναδεικνύουμε τις αντιφάσεις, τα λάθη και τις παρεκκλίσεις υπό την πίεση και του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων, χωρίς να οδηγούμαστε στο μηδενισμό της προσφοράς της ΕΣΣΔ και του σοσιαλισμού. Αντιμετωπίζουμε τα φαινόμενα με κριτική και αυτοκριτική διάθεση, για να μπορέσει να γίνει το ΚΚΕ, ως τμήμα του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος (ΔΚΚ), ισχυρότερο στην πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Θεωρούμε ταυτόχρονα ότι και οι δικές μας αδυναμίες, θεωρητικές ανεπάρκειες και λαθεμένες εκτιμήσεις αποτελούσαν μέρος του προβλήματος του ΔΚΚ.

Γνωρίζουμε και δεχόμαστε ότι η μελλοντική ιστορική μελέτη, από το Κόμμα μας και διεθνώς από το κομμουνιστικό κίνημα, σίγουρα θα φωτίσει περισσότερο τα ζητήματα της πείρας της ΕΣΣΔ και των άλλων σοσιαλιστικών κρατών. Άλλωστε, η ανάπτυξη της θεωρίας του σοσιαλισμού-κομμουνισμού είναι αναγκαιότητα, ζωντανή διαδικασία, πρόκληση για το ΚΚΕ και το ΔΚΚ σήμερα και στο μέλλον.

 

ΟΙ ΔΥΟ ΤΡΙΑΚΟΝΤΑΕΤΙΕΣ+ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΗΣ ΕΣΣΔ (1922-1956 ΚΑΙ 1956-1991) ΚΑΙ Η ΤΡΙΑΚΟΝΤΑΕΤΙΑ+ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΣΣΔ (1991-2022)

Στις 30 Δεκέμβρη 2022 θα συμπληρώνονταν 100 χρόνια από την ίδρυση της ΕΣΣΔ που έγινε στις 30 Δεκέμβρη του 1922. Αυτά τα 100 χρόνια που πέρασαν από εκείνη την ιστορική στιγμή θα πρέπει να τα προσεγγίσουμε απαντώντας ταυτόχρονα σε ορισμένα συγκεκριμένα κρίσιμα ερωτήματα:

Πρώτο: Επέδρασε η ίδρυση της ΕΣΣΔ, μετά τη Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, θετικά ή όχι για τους λαούς και τις εθνότητες της ίδιας της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και για τους λαούς όλου του κόσμου;

Δεύτερο: Ήταν όλη αυτή η πορεία ανοδική, θετική σε όλες τις εκφάνσεις της, χωρίς λάθη, αδυναμίες, αστοχίες, πισωγυρίσματα; Εάν όχι, πού οφείλονται αυτά τα αρνητικά, πού εντοπίζονται, γιατί προκλήθηκαν; Αυτά είναι που επέδρασαν και οδήγησαν τελικά στη διάλυση της ΕΣΣΔ, στην ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος;

Τρίτο: Έγινε ο κόσμος καλύτερος ή χειρότερος μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ; Ωφελήθηκαν ή ζημιώθηκαν οι λαοί του κόσμου από το πρώτο αυτό μεγάλο ιστορικό πισωγύρισμα της ανθρωπότητας, που από «έφοδος στον ουρανό» μετατράπηκε σε τραγικό κατρακύλισμα στη «σκοτεινιά του Άδη»;

Γενικά, βρίσκονται μακριά από τη λογική μας οι περιοδολογήσεις. Επιτρέψτε μου όμως να μην τις αποφύγουμε, αποτιμώντας αντικειμενικά αυτά τα 100 χρόνια που πέρασαν από τότε (1922-2022).

Φυσικά, πριν από αυτά, υπήρξε μια ολόκληρη περίοδος κατά την οποία η ανάπτυξη του καπιταλισμού και η πάλη των τάξεων έφερε νομοτελειακά τον κομμουνισμό στο ιστορικό προσκήνιο. Από το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος των Μαρξ-Ένγκελς το 1848 και την πρώτη προλεταριακή επανάσταση της Παρισινής Κομμούνας το 1871, έως την επιτυχία της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία το 1917.

Η Επανάσταση του 1917 αποτέλεσε την αφετηρία ενός από τα μεγαλύτερα κατορθώματα του πολιτισμού στην ιστορία της ανθρωπότητας, την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Μια επανάσταση που επικράτησε μέσα από την καθοδήγηση του Κόμματος του Λένιν στη Ρωσία, με τα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη ενάντιά του, μέσα από τη συμμαχία της Αντάντ, με επέμβαση για το πνίξιμο της Επανάστασης, μ’ έναν άγριο εμφύλιο πόλεμο από την παλιά εξουσία, τους ιδιοκτήτες του πλούτου, και την τελική νικηφόρα επικράτησή της, έως την ίδρυση της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, στο τέλος του 1922.

Κι έτσι ξεκίνησε η νέα ιστορική πορεία της ΕΣΣΔ από τις 30 Δεκέμβρη του 1922 έως τις 26 Δεκέμβρη του 1991, οπότε και η κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο κατέβηκε από το Κρεμλίνο, με την ελπίδα πλέον της ανθρωπότητας να φεύγει από το φάρο, τη Σοβιετική Ένωση, που φώτιζε όλες αυτές τις δεκαετίες τους λαούς και να περνάει η ελπίδα ξανά και αποκλειστικά μόνο στην πάλη των λαών!

 

Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΗΣ ΕΣΣΔ

Συνολικά, αυτά τα 69 χρόνια της ύπαρξης της ΕΣΣΔ, παρά τα όποια προβλήματα, το σοσιαλιστικό σύστημα απέδειξε την ανωτερότητα του σοσιαλισμού έναντι του καπιταλισμού, τα τεράστια πλεονεκτήματα που παρέχει για την εργασία και τη ζωή των εργαζόμενων.

H Σοβιετική Ένωση και το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα αποτέλεσαν το μόνο πραγματικό αντίβαρο στην ιμπεριαλιστική επιθετικότητα. Ο ρόλος της Σοβιετικής Ένωσης στην Αντιφασιστική Νίκη των Λαών, κατά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν καθοριστικός. Οι νίκες του Κόκκινου Στρατού ώθησαν σημαντικά την ανάπτυξη των εθνικοαπελευθερωτικών και αντιφασιστικών κινημάτων, στα οποία πρωτοστατούσαν τα Κομμουνιστικά Κόμματα. Σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, με την καθοριστική συμβολή της ΕΣΣΔ, η αντιφασιστική πάλη συνδέθηκε με την ανατροπή της αστικής εξουσίας.

Τα σοσιαλιστικά κράτη έδωσαν ιστορικά παραδείγματα διεθνιστικής αλληλεγγύης σε λαούς που αγωνίζονταν ενάντια στην εκμετάλλευση, στην ξένη κατοχή και στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Συνέβαλαν αποφασιστικά στην κατάλυση του αποικιοκρατικού συστήματος και στον περιορισμό των πολεμικών συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων.

Οι κατακτήσεις των εργαζόμενων στα σοσιαλιστικά κράτη, για αρκετές δεκαετίες, ήταν σημείο αναφοράς και συνέβαλαν στην απόσπαση κατακτήσεων από το εργατικό και λαϊκό κίνημα των καπιταλιστικών κοινωνιών. Ο διεθνής συσχετισμός δυνάμεων, που διαμορφώθηκε μετά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επέδρασε ώστε τα καπιταλιστικά κράτη να υποχρεωθούν, σ’ ένα βαθμό, σε υποχωρήσεις κι ελιγμούς, για να αναχαιτίσουν την επαναστατική γραμμή πάλης, να διαμορφώσουν συνθήκες ενσωμάτωσης του εργατικού κινήματος.

H κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής απελευθέρωσε τον άνθρωπο από τα δεσμά της μισθωτής σκλαβιάς, άνοιξε το δρόμο για την παραγωγή και την ανάπτυξη των επιστημών, με στόχο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Έτσι, όλοι είχαν εξασφαλισμένη εργασία, δημόσια δωρεάν ιατρική περίθαλψη και παιδεία, παροχή φθηνών υπηρεσιών από το κράτος, κατοικία, πρόσβαση στην πνευματική και πολιτιστική δημιουργία. H ριζική εξάλειψη της τρομερής κληρονομιάς του αναλφαβητισμού, σε συνδυασμό με την άνοδο του γενικού επιπέδου μόρφωσης και ειδίκευσης, και ο εκμηδενισμός της ανεργίας αποτελούν μοναδικά σοσιαλιστικά επιτεύγματα.

Στη Σοβιετική Ένωση, οι ώρες εργασίας ήταν από τις λιγότερες στον κόσμο. Σε όλους τους εργαζόμενους εξασφαλίζονταν μέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης και ετήσιες άδειες με αποδοχές. Διευρύνθηκε ο μη εργάσιμος χρόνος, άλλαξε το περιεχόμενό του. Μετατράπηκε σε χρόνο για την ανάπτυξη του πολιτιστικού και μορφωτικού επιπέδου των εργαζόμενων, την ενίσχυση της συμμετοχής τους στην εργατική εξουσία και στον έλεγχο της διεύθυνσης των παραγωγικών μονάδων.

H Κοινωνική Ασφάλιση των εργαζόμενων ήταν φροντίδα πρώτης προτεραιότητας του σοσιαλιστικού κράτους. Δημιουργήθηκε το καθολικό σύστημα συνταξιοδότησης, με σημαντικό επίτευγμα το χαμηλό όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση, που ήταν 55 χρόνια για τις γυναίκες και 60 για τους άντρες.

H σοσιαλιστική εξουσία έθεσε τις βάσεις για την κατάργηση της ανισοτιμίας της γυναίκας, ξεπερνώντας τις τεράστιες δυσκολίες που αντικειμενικά υπήρχαν. Εξασφάλισε, στην πράξη, τον κοινωνικό χαρακτήρα της μητρότητας, την κοινωνική φροντίδα για το παιδί.

H δικτατορία του προλεταριάτου, η επαναστατική εργατική εξουσία, ως κράτος που εξέφραζε τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας των εκμεταλλευόμενων και όχι της κοινωνικής μειοψηφίας των εκμεταλλευτών, αναδείχτηκε σε ανώτερου τύπου δημοκρατία. Για πρώτη φορά στην Ιστορία, έδωσε τη δυνατότητα η μονάδα παραγωγής να γίνει ο πυρήνας της δημοκρατίας, με την αντιπροσωπευτική συμμετοχή των εργαζόμενων στην εξουσία και στη διεύθυνση, τη δυνατότητα να εκλέγουν και να ανακαλούν εκπροσώπους των εργαζόμενων στα ανώτερα όργανα της εξουσίας. H εργατική εξουσία έβγαλε τις μάζες από το περιθώριο, αναπτύχθηκε ένας μεγάλος αριθμός μαζικών οργανώσεων, συνδικαλιστικών, πολιτιστικών, μορφωτικών, γυναικείων, νεολαιίστικων, όπου ήταν οργανωμένη η πλειοψηφία του πληθυσμού.

H αστική και οπορτουνιστική προπαγάνδα, μιλώντας για αντιδημοκρατικά και ανελεύθερα καθεστώτα, προβάλλει τις έννοιες «δημοκρατία» και «ελευθερία» με το αστικό τους περιεχόμενο: Ταυτίζει τη δημοκρατία με τον αστικό κοινοβουλευτισμό, την ελευθερία με τον αστικό ατομισμό και την ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία. Το πραγματικό περιεχόμενο της ελευθερίας και της δημοκρατίας στον καπιταλισμό είναι ο οικονομικός καταναγκασμός της μισθωτής σκλαβιάς και η δικτατορία του κεφαλαίου γενικά στην κοινωνία και ειδικά μέσα στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις.

H Οκτωβριανή Επανάσταση εγκαινίασε τη διαδικασία ισοτιμίας εθνών και εθνοτήτων στο πλαίσιο ενός τεράστιου πολυεθνικού κράτους και έδωσε την κατεύθυνση επίλυσης του εθνικού προβλήματος με την εξάλειψη της εθνικής καταπίεσης σε όλες τις μορφές και εκδηλώσεις της. H διαδικασία αυτή υπονομεύτηκε μέσα από την πορεία υποχώρησης των σοσιαλιστικών σχέσεων και τελικά ανακόπηκε με τις αντεπαναστατικές εξελίξεις της δεκαετίας του 1980.

Οι κατακτήσεις που, αναμφισβήτητα, σημειώθηκαν στα σοσιαλιστικά κράτη, σε σύγκριση με το σημείο εκκίνησής τους, αλλά και σε σύγκριση με τη ζωή των εργαζόμενων στον καπιταλιστικό κόσμο, αποδεικνύουν ότι ο σοσιαλισμός έχει εγγενείς δυνατότητες για αλματώδη και συνεχή άνοδο της κοινωνικής ευημερίας και ολόπλευρης ανάπτυξης του ανθρώπου.

H προσφορά και η υπεροχή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ πρέπει να κριθεί σε συνάρτηση με την ιμπεριαλιστική στρατηγική περικύκλωσής της, που προκάλεσε μεγάλες καταστροφές, συνεχή εμπόδια και απειλές.

 

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΣΣΔ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ (1922) ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΚΑΙ ΤΑ ΛΑΘΗ, ΠΟΥ ΕΦΤΑΣΕ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ, ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ (1991)

Η πρώτη περίοδος της σοσιαλιστικής οικοδόμησης μέχρι το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ως βασικό, πρωταρχικό στόχο, την εξάλειψη της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, τη σχεδιασμένη αντιμετώπιση κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων που κληροδότησε ο καπιταλισμός και όξυνε η ιμπεριαλιστική περικύκλωση κι επέμβαση. Εκείνη τη χρονική περίοδο η σοβιετική εξουσία μείωσε θεαματικά τη βαθιά ανισομετρία που κληρονόμησε η επανάσταση από την Τσαρική Αυτοκρατορία.

Στην περίοδο 1917-1940 η σοβιετική εξουσία γενικά σημείωσε επιτυχίες. Πραγματοποίησε τον εξηλεκτρισμό και την εκβιομηχάνιση της παραγωγής, την επέκταση των μεταφορών, την εκμηχάνιση μεγάλου μέρους της αγροτικής παραγωγής. Ξεκίνησε τη σχεδιοποιημένη παραγωγή και πέτυχε θεαματικούς ρυθμούς ανάπτυξης της σοσιαλιστικής βιομηχανικής παραγωγής. Κατέκτησε εγχώρια παραγωγική δυνατότητα για όλους τους βιομηχανικούς κλάδους. Δημιουργήθηκαν οι παραγωγικοί συνεταιρισμοί και τα κρατικά αγροκτήματα κι έτσι μπήκαν οι βάσεις για την επέκταση και την κυριαρχία των σοσιαλιστικών σχέσεων στην αγροτική παραγωγή. Άρχισε η διαμόρφωση μιας νέας γενιάς κομμουνιστών ειδικών κι επιστημόνων. Το σημαντικότερο είναι ότι πραγματοποιήθηκε η ολοκληρωτική κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, με την κατάργηση της μίσθωσης ξένης εργατικής δύναμης.

Μέχρι το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διαμορφώθηκαν οι βάσεις για την ανάπτυξη της νέας κοινωνίας: Διεξαγόταν με επιτυχία η ταξική πάλη που οδήγησε στην κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων και στην κυριαρχία του κοινωνικοποιημένου τομέα της παραγωγής με βάση τον Κεντρικό Σχεδιασμό, πραγματοποιήθηκαν θεαματικά αποτελέσματα ως προς την άνοδο της κοινωνικής ευημερίας.

Μετά από το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη μεταπολεμική ανόρθωση, η σοσιαλιστική οικοδόμηση μπήκε σε νέα φάση. Το Κόμμα βρέθηκε αντιμέτωπο με νέες απαιτήσεις και προκλήσεις. Ως σημείο στροφής ξεχωρίζει το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956), επειδή σε αυτό υιοθετήθηκαν μια σειρά οπορτουνιστικές θέσεις για τα ζητήματα της οικονομίας, της στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος και των διεθνών σχέσεων. Άλλαξε ο συσχετισμός στη διαπάλη που διεξαγόταν όλη την προηγούμενη περίοδο, με στροφή υπέρ των αναθεωρητικών-οπορτουνιστικών θέσεων στο 20ό Συνέδριο, με αποτέλεσμα το Κόμμα σταδιακά να χάνει τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά.

Με την εσωκομματική διαπάλη στις αρχές της δεκαετίας του 1950 εκφράστηκε, σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, η κοινωνική αντίσταση στην ανάγκη επέκτασης κι εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής από δυνάμεις όπως, π.χ., τα διευθυντικά στελέχη στην αγροτική παραγωγή και στη βιομηχανία, οι κολχόζνικοι αγρότες κλπ. H οξυμένη διαπάλη, που κατέληξε με τη θεωρητική αποδοχή του νόμου της αξίας ως νόμου του σοσιαλισμού, σήμαινε πολιτικές επιλογές με πιο άμεσες και ισχυρότερες επιπτώσεις στην πορεία της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, συγκριτικά με το προπολεμικό διάστημα, όπου η υλική καθυστέρηση έκανε την επίδραση αυτών των θεωρητικών θέσεων πιο ανώδυνη.

Οι δυνάμεις αυτές εκφράστηκαν πολιτικά μέσα από τις θέσεις που υιοθετήθηκαν στις αποφάσεις του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, που τελικά αποτέλεσε συνέδριο επικράτησης της δεξιάς οπορτουνιστικής παρέκκλισης. Σταδιακά υιοθετήθηκαν πολιτικές επιλογές οι οποίες διεύρυναν τις εμπορευματοχρηματικές σχέσεις, που έστρωναν το έδαφος για τη διαμόρφωση των καπιταλιστικών σχέσεων σε μια πορεία. Και αυτό, στο όνομα της διόρθωσης των αδυναμιών του Κεντρικού Σχεδιασμού και της διεύθυνσης των σοσιαλιστικών παραγωγικών μονάδων.

Για τα προβλήματα που ανέκυπταν στην οικονομία, χρησιμοποιήθηκαν ως λύσεις τρόποι και μέσα που ανήκαν στο παρελθόν. Με την προώθηση της «αγοραίας» πολιτικής, αντί να ενισχύονται

– η κοινωνική ιδιοκτησία και ο Κεντρικός Σχεδιασμός,

– η ομογενοποίηση της εργατικής τάξης με συγκεκριμένα μέτρα, όπως η διεύρυνση της ικανότητας και δυνατότητας για πολυειδίκευση, για εναλλαγές στον τεχνικό καταμερισμό εργασίας κ.ά.,

– η εργατική συμμετοχή στην οργάνωση της εργασίας,

– ο εργατικός έλεγχος από κάτω προς τα πάνω,

άρχισε να δυναμώνει η αντίστροφη τάση.

Σε αυτό το υπόβαθρο σταδιακά υποχώρησε το επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης. Χάθηκε η προηγούμενη εμπειρία και αποτελεσματικότητα που είχε το εργοστασιακό Σοβιέτ, το σταχανοφικό κίνημα στον έλεγχο της ποιότητας, στην αποτελεσματικότερη οργάνωση και διεύθυνση, στις ευρεσιτεχνίες για εξοικονόμηση υλών και χρόνου εργασίας κλπ.

H θεωρητική διολίσθηση και η αντίστοιχη πολιτική οπισθοχώρησης στην ΕΣΣΔ ήρθε σε μια νέα φάση, που οι παραγωγικές δυνάμεις είχαν αναπτυχθεί σ’ ένα ανώτερο επίπεδο και απαιτούσαν αντίστοιχη ανάπτυξη του Κεντρικού Σχεδιασμού. Δηλαδή ήταν ώριμη η ανάγκη εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων.

Στη δεκαετία του 1980 ο οπορτουνισμός, με την περεστρόικα, ολοκληρώθηκε σε προδοτική, αντεπαναστατική δύναμη.

Νέα οπορτουνιστική επιλογή αποτέλεσαν οι αποφάσεις του 27ου Συνεδρίου (1986). Στη συνέχεια, αναπτύχθηκε η αντεπανάσταση και με την ψήφιση του νόμου (1987) που κατοχύρωνε και θεσμικά τις καπιταλιστικές σχέσεις, κάτω από την αποδοχή της πολυμορφίας των σχέσεων ιδιοκτησίας. Οι συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις, που αντέδρασαν στην τελευταία φάση της προδοσίας, στο 28ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, δεν κατόρθωσαν έγκαιρα να την αποκαλύψουν και να οργανώσουν με επιτυχία την επαναστατική αντίδραση της εργατικής τάξης.

Θεωρούμε ότι η γραμμή της «ειρηνικής συνύπαρξης», όπως αναπτύχθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ως ένα βαθμό στο 19ο (Οκτώβρης 1952) και κυρίως στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956), αναγνώριζε την καπιταλιστική βαρβαρότητα κι επιθετικότητα για τις HΠΑ και την Αγγλία, για ορισμένα τμήματα της αστικής τάξης και των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων στα δυτικοευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη, όχι όμως ως σύμφυτο στοιχείο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού. Έτσι επέτρεψε την καλλιέργεια ουτοπικών αντιλήψεων, ότι είναι δυνατόν ο ιμπεριαλισμός να αποδεχτεί μακροπρόθεσμα τη συμβίωση με δυνάμεις που έσπασαν την παγκόσμια κυριαρχία του.

Υποτιμήθηκε η ενιαία στρατηγική του καπιταλισμού ενάντια στα σοσιαλιστικά κράτη και το εργατικό κίνημα στις καπιταλιστικές χώρες. Οι αντιθέσεις μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, που βεβαίως περιείχαν και το στοιχείο της εξάρτησης, όπως συμβαίνει στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, δεν αναλύθηκαν σωστά.

H στάση πολλών ΚΚ απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία εντασσόταν σε αυτήν τη στρατηγική. Κυριάρχησε στα ΚΚ η εκτίμηση για διαχωρισμό της σοσιαλδημοκρατίας σε «δεξιά» και «αριστερή» πτέρυγα, αδυνατίζοντας εξαιρετικά το ιδεολογικό μέτωπο εναντίον της. Στο όνομα της ενότητας της εργατικής τάξης, τα ΚΚ προέβησαν σε σοβαρές ιδεολογικές και πολιτικές υποχωρήσεις, ενώ οι διακηρύξεις ενότητας από την πλευρά της σοσιαλδημοκρατίας δεν απέβλεπαν στην ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά στην απόσπαση της εργατικής τάξης από την επιρροή των κομμουνιστικών ιδεών και την ταξική αλλοτρίωσή της.

Στη Δυτική Ευρώπη, στις γραμμές πολλών ΚΚ, με πρόσχημα τις εθνικές ιδιομορφίες κάθε χώρας, επικράτησε το οπορτουνιστικό ρεύμα του «ευρωκομμουνισμού», που αρνιόταν τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης, τη δικτατορία του προλεταριάτου και γενικά την επαναστατική πάλη.

H αλληλεπίδραση του τότε σύγχρονου οπορτουνισμού ανάμεσα στα ΚΚ των καπιταλιστικών χωρών και στα ΚΚ εξουσίας ενισχύθηκε σε συνθήκες φόβου για ένα πυρηνικό πλήγμα εναντίον των σοσιαλιστικών κρατών, όξυνσης της ταξικής πάλης στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και νέων ιμπεριαλιστικών πολέμων, όπως οι πόλεμοι ενάντια στην Κορέα και στο Βιετνάμ. H ευέλικτη τακτική του ιμπεριαλισμού επέδρασε στην ανάπτυξη του οπορτουνισμού στα ΚΚ των σοσιαλιστικών κρατών, στην υπονόμευση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπως και στην υπονόμευση της επαναστατικής πάλης στην καπιταλιστική Ευρώπη και παγκόσμια. Έτσι, ενισχύθηκε, άμεσα ή έμμεσα, η ιμπεριαλιστική πίεση πάνω στα σοσιαλιστικά κράτη.

Γενικά, η κατεύθυνση που κυριάρχησε δεν κρίνεται σήμερα μόνο από θεωρητική σκοπιά, αλλά και εκ του αποτελέσματος. Μετά από μια πορεία εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων στην ΕΣΣΔ, τα προβλήματα είχαν εμφανώς οξυνθεί. Εμφανίστηκε στασιμότητα για πρώτη φορά στην πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Παρέμεινε η τεχνολογική καθυστέρηση για τη μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων. Εμφανίστηκαν ανεπάρκειες σε πολλά προϊόντα κατανάλωσης και άλλα προβλήματα στην «αγορά», επειδή επιχειρήσεις οδηγούσαν σε τεχνητή αύξηση των τιμών, αφήνοντας εμπορεύματα στις αποθήκες ή διοχετεύοντάς τα σε ελεγχόμενες ποσότητες.

Σημαντικός δείκτης υποχώρησης της σοβιετικής οικονομίας κατά τη δεκαετία του 1970 υπήρξε η υποχώρηση της συμμετοχής της ΕΣΣΔ στην παγκόσμια παραγωγή βιομηχανικών υλών και μεταποίησης.

H όλο και μεγαλύτερη ανάμιξη των στοιχείων της αγοράς στην άμεσα κοινωνική παραγωγή του σοσιαλισμού την αποδυνάμωνε: Οδήγησε σε πτώση της δυναμικής της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Ενισχύθηκε το βραχυπρόθεσμο ατομικό και ομαδικό συμφέρον (με αύξηση της διαφοροποίησης του εργασιακού εισοδήματος μεταξύ των εργαζόμενων σε κάθε επιχείρηση, αυτών και του μηχανισμού διεύθυνσης, μεταξύ διαφορετικών επιχειρήσεων) σε βάρος των γενικών κοινωνικών συμφερόντων. Δημιουργήθηκε στην πορεία το κοινωνικό έδαφος για να ανδρωθεί και να επικρατήσει, τελικά, η αντεπανάσταση με όχημα την περεστρόικα.

Με τις μεταρρυθμίσεις δημιουργήθηκε η δυνατότητα ώστε χρηματικά ποσά που είχαν συσσωρευτεί με παράνομους κυρίως τρόπους (λαθρεμπόριο κλπ.) να επενδύονται στη «μαύρη» (παράνομη) αγορά. Αυτή η δυνατότητα αφορούσε ιδιαίτερα τα στελέχη του μηχανισμού διεύθυνσης των επιχειρήσεων και των κλάδων, στελέχη των κολχόζ, του εξωτερικού εμπορίου. Στοιχεία για τη λεγόμενη «παραοικονομία» έδινε και η Εισαγγελία της ΕΣΣΔ. Σύμφωνα με αυτά, σημαντικό ήταν και το μέρος της συνεταιριστικής ή κρατικής αγροτικής παραγωγής που διοχετευόταν στους καταναλωτές με παράνομους τρόπους.

Ενισχύθηκε η διαφοροποίηση των εισοδημάτων των ατομικών αγροτοπαραγωγών, των κολχόζνικων, η αντίθεσή τους προς την τάση διεύρυνσης του άμεσα κοινωνικού χαρακτήρα της αγροτικής παραγωγής. Ένα τμήμα των αγροτών και τα διευθυντικά στελέχη των κολχόζ που πλούτιζαν ισχυροποιήθηκαν ως στρώμα παρεμπόδισης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Ακόμη πιο έντονες ήταν οι κοινωνικές διαφορές στη βιομηχανία με τη συγκέντρωση «επιχειρησιακού κέρδους». Το λεγόμενο «σκιώδες κεφάλαιο», αποτέλεσμα όχι μόνο πλουτισμού από το επιχειρησιακό κέρδος, αλλά και της «μαύρης» αγοράς, εγκληματικών πράξεων σφετερισμού του κοινωνικού προϊόντος, επιδίωκε τη νόμιμη λειτουργία του ως κεφαλαίου στην παραγωγή, δηλαδή την ιδιωτικοποίηση των μέσων παραγωγής, την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Οι κάτοχοί του αποτέλεσαν την κινητήρια κοινωνική δύναμη της αντεπανάστασης. Αξιοποίησαν τη θέση τους στον κρατικό και κομματικό μηχανισμό. Βρήκαν στήριξη σε τμήματα του πληθυσμού που αντικειμενικά από τη θέση τους ήταν πιο ευάλωτα στην επίδραση της αστικής ιδεολογίας και σε ταλαντεύσεις. Αυτές οι δυνάμεις, άμεσα ή έμμεσα, επέδρασαν στο Κόμμα, ενισχύοντας την οπορτουνιστική διάβρωση και τον αντεπαναστατικό εκφυλισμό, που εκφράστηκε με την πολιτική της «περεστρόικα» και διεκδίκησε τη θεσμική κατοχύρωση των καπιταλιστικών σχέσεων. Αυτό επιτεύχθηκε μετά από την περεστρόικα, με την ανατροπή.

 

ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΠΕΙΡΑΣ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΣΣΔ

H σοσιαλιστική οικοδόμηση είναι μια ενιαία διαδικασία, η οποία ξεκινάει με την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Αρχικά, διαμορφώνεται ο νέος τρόπος παραγωγής, ο οποίος επικρατεί βασικά με την ολοκληρωτική κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων, της σχέσης κεφαλαίου - μισθωτής εργασίας. Στη συνέχεια, οι νέες σχέσεις επεκτείνονται και βαθαίνουν, αναπτύσσονται οι κομμουνιστικές σχέσεις και ο νέος άνθρωπος σ’ ένα ανώτερο επίπεδο. Βέβαια, η κυριαρχία τους κατοχυρώνεται οριστικά και αμετάκλητα μόνο εφόσον έχουν καταργηθεί 
οι καπιταλιστικές σχέσεις παγκόσμια ή τουλάχιστον στις αναπτυγμένες χώρες και στις χώρες με βαρύνουσα σημασία στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Παίρνουμε υπόψη ότι στη σοσιαλιστική πορεία εμπεριέχεται η δυνατότητα αντιστροφής της και οπισθοδρόμησης προς τον καπιταλισμό. H οπισθοδρόμηση δεν είναι κάποιο πρωτόγνωρο φαινόμενο στην κοινωνική εξέλιξη και σε κάθε περίπτωση αποτελεί προσωρινό φαινόμενο στην ιστορία της ανθρωπότητας. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι κανένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα δεν εδραιώθηκε μια κι έξω στην Ιστορία. Το πέρασμα από μια κατώτερη φάση ανάπτυξης σε μια ανώτερη δεν ήταν ευθύγραμμα ανοδική διαδικασία. Αυτό αποδεικνύει άλλωστε και η ίδια η ιστορία επικράτησης του σημερινού κοινωνικοοικονομικού συστήματος, του καπιταλισμού.

H διαμόρφωση του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής ξεκινάει με την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τον Κεντρικό Σχεδιασμό, την κατανομή του εργατικού δυναμικού στους διάφορους κλάδους, τη σχεδιασμένη κατανομή του κοινωνικού προϊόντος, τη διαμόρφωση θεσμών εργατικού ελέγχου. Στη βάση αυτών των νέων οικονομικών σχέσεων αναπτύσσονται με γρήγορους ρυθμούς οι παραγωγικές δυνάμεις, ο άνθρωπος και τα μέσα παραγωγής, οργανώνεται η παραγωγή και όλη η κοινωνία. Επιτυγχάνεται η σοσιαλιστική συσσώρευση, ένα νέο επίπεδο κοινωνικής ευημερίας.

H κοινωνικοποίηση στο σοσιαλισμό, όπως και όλη η οργάνωση της οικονομίας και κοινωνίας, πραγματοποιείται μέσω του κράτους της εργατικής τάξης, υπό την καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος, το οποίο στηρίζεται στην κινητοποίηση των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων, στον εργατικό έλεγχο.

Η όποια καθυστέρηση, και πολύ περισσότερο η υποχώρηση, στην ανάπτυξη των σοσιαλιστικών σχέσεων, οδηγεί στην όξυνση της αντίφασης παραγωγικών δυνάμεων - σχέσεων παραγωγής. Στη βάση αυτή, οι αντιθέσεις και διαφοροποιήσεις μπορούν να μετατραπούν σε κοινωνικούς ανταγωνισμούς, να οξυνθεί η ταξική πάλη. Στο σοσιαλισμό υπάρχει αντικειμενική βάση που εμπεριέχει τη δυνατότητα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, κοινωνικές δυνάμεις να λειτουργήσουν ως δυνάμει φορείς των εκμεταλλευτικών σχέσεων, όπως συνέβη τελικά στην ΕΣΣΔ.

Από μια περίοδο και μετά, το Κόμμα έχασε σταδιακά τον επαναστατικό καθοδηγητικό του χαρακτήρα και έτσι έγινε δυνατό να κυριαρχήσουν οι αντεπαναστατικές δυνάμεις στο Κόμμα και στην εξουσία.

Χαρακτηρίζουμε τις εξελίξεις του 1989-1991 ως νίκη της αντεπανάστασης. Αποτέλεσαν την τελευταία πράξη της διαδικασίας που οδήγησε στην ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων και διαφορών και αντίστοιχα των δυνάμεων της αντεπανάστασης και στην κοινωνική οπισθοδρόμηση.

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι αυτές οι εξελίξεις υποστηρίχτηκαν από τη διεθνή Αντίδραση, ότι η σοσιαλιστική οικοδόμηση, ιδιαίτερα στην περίοδο εξάλειψης των καπιταλιστικών σχέσεων και θεμελίωσης του σοσιαλισμού, μέχρι το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, συγκεντρώνει τα ιδεολογικά και πολιτικά πυρά του διεθνούς ιμπεριαλισμού.

H νίκη της αντεπαναστατικής ανατροπής στα χρόνια 1989-1991 δεν αποδεικνύει έλλειψη ενός βασικού επιπέδου ανάπτυξης των υλικών προϋποθέσεων για ν’ αρχίσει η σοσιαλιστική οικοδόμηση στη Ρωσία.

Ωστόσο, ο σοσιαλισμός αντιμετώπισε επιπλέον ιδιαίτερες δυσκολίες, λόγω του ότι η σοσιαλιστική οικοδόμηση ξεκίνησε από χώρα με χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, το οποίο τότε ο Λένιν το χαρακτήριζε ως μεσαίο-αδύνατο επίπεδο σε σχέση με τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, ενώ ταυτόχρονα υπήρχε και μεγάλη ανισομετρία στην ανάπτυξη της Ρωσίας, λόγω της εκτεταμένης επιβίωσης προκαπιταλιστικών σχέσεων, ιδιαίτερα στις ασιατικές πρώην αποικίες της Τσαρικής Αυτοκρατορίας.

Ο σοσιαλισμός αντιμετώπισε στην πορεία τις καταστροφές του B΄ Παγκόσμιου Πολέμου, σε αντίθεση με καπιταλιστικές δυνάμεις όπως οι HΠΑ, που δε γνώρισαν πόλεμο στο έδαφός τους, ενώ, αντίθετα, μέσω του πολέμου μπόρεσαν να ξεπεράσουν και τη μεγάλη κρίση της δεκαετίας του 1930.

H τεράστια οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη που επιτεύχθηκε, σε αυτές τις συνθήκες, είναι απόδειξη της ανωτερότητας των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής ακόμα και στην αρχική βαθμίδα ανάπτυξής τους.

H αντεπανάσταση στην ΕΣΣΔ δεν προήλθε από ιμπεριαλιστική στρατιωτική επέμβαση, αλλά από τα μέσα και από τα πάνω, ως αποτέλεσμα της οπορτουνιστικής μετάλλαξης του ΚΚ και της αντίστοιχης πολιτικής κατεύθυνσης της σοβιετικής εξουσίας.

Προτεραιότητα έχουν οι εσωτερικοί παράγοντες, οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που αναπαράγουν τον οπορτουνισμό στο έδαφος της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Δεν υποτιμάμε βεβαίως και τη μακρόχρονη επίδραση και την πολύμορφη παρέμβαση του ιμπεριαλισμού στην ανάπτυξη του οπορτουνισμού και στην εξέλιξή του σε αντεπαναστατική δύναμη.

Επομένως, η επιστημονικότητα και η ταξικότητα της πολιτικής του ΚΚ είναι καθοριστική προϋπόθεση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Στο βαθμό που τα στοιχεία αυτά χάνονται, ανδρώνεται ο οπορτουνισμός, ο οποίος, αν δεν αντιμετωπιστεί, εξελίσσεται σε αντεπαναστατική δύναμη.

Το Κόμμα μας έχει αναλάβει τις δικές του ευθύνες για τις λαθεμένες εκτιμήσεις και τη θεωρητική ανεπάρκεια κατανόησης σε βάθος έγκαιρα όλων αυτών των εξελίξεων.

H κριτική αντιμετώπιση της στάσης του ΚΚΕ απέναντι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση δεν απαξιώνει σε καμία περίπτωση το γεγονός ότι το Κόμμα μας, με συνείδηση του διεθνιστικού του χαρακτήρα, σε όλη την πορεία του, υπερασπίστηκε τη διαδικασία οικοδόμησης του σοσιαλισμού-κομμουνισμού στον 20ό αιώνα, ακόμα και με τη ζωή χιλιάδων μελών και στελεχών του. Ήταν και είναι συνειδητή επιλογή του Κόμματός μας η μαχητική υπεράσπιση της προσφοράς του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα.

Το ΚΚΕ δεν πέρασε με το πλευρό αυτών των δυνάμεων που, προερχόμενες από το κομμουνιστικό κίνημα, στο όνομα της κριτικής στην ΕΣΣΔ και στις υπόλοιπες χώρες, οδηγήθηκαν στο μηδενισμό, στην άρνηση του σοσιαλιστικού χαρακτήρα τους, στην υιοθέτηση της προπαγάνδας του ιμπεριαλισμού, ούτε αναθεώρησε τη στάση υπεράσπισης, παρά τις αδυναμίες της.

 

Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΠΟΥ ΒΙΩΝΟΥΝ ΟΙ ΛΑΟΙ ΤΗΣ ΠΡΩΗΝ ΕΣΣΔ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΟΙ ΛΑΟΙ ΟΛΟΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ, ΜΕΤΑ ΤΗ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΣΣΔ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟ 1991 ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ, ΤΟ 2022

Δίνουμε αυτήν την τραγωδία σε σύντομους «τίτλους»:

– Στυγνή εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Κατακτήσεις δεκαετιών της εργατικής τάξης, των λαών, πετάχτηκαν στον «κάλαθο των αχρήστων». Εργασιακός μεσαίωνας. Διάλυση της Κοινωνικής Ασφάλισης. Περιορισμός συνδικαλιστικών ελευθεριών και δικαιωμάτων. Αύξηση της ανεργίας. Οικονομικές κρίσεις και σειρά αντεργατικών-αντιλαϊκών νόμων. Οξυμένο πρόβλημα στέγασης. Πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας. Κίνδυνος ενεργειακής φτώχειας, ανατιμήσεις, πληθωρισμός που κατατρώει το λαϊκό εισόδημα. Μεγάλη φορολογία.

– Κακοποίηση των γυναικών, διεύρυνση της ανισοτιμίας αντρών-γυναικών. Έλλειψη προστασίας των παιδιών. Έξαρση της μάστιγας των ναρκωτικών. Διόγκωση των φαινομένων παιδικής κακοποίησης, όπως στην «Κιβωτό του Τρόμου». Έξαρση του ρατσισμού, του εθνικισμού, του φασισμού-ναζισμού. Κρατική καταστολή και βία. Υποκλοπές και παρακολουθήσεις από εγχώριες και ξένες μυστικές υπηρεσίες, διαφθορά και σκάνδαλα.

– Όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Αντιθέσεις, συγκρούσεις, ιμπεριαλιστικός πόλεμος, με πιο πρόσφατο αυτόν στην Ουκρανία. Προσφυγιά, μετανάστευση. Κίνδυνος πυρηνικής απειλής.

– Καταστροφή του περιβάλλοντος. Ένταση καταστροφών από καιρικά φαινόμενα, χωρίς προστασία των λαϊκών οικογενειών από πλημμύρες, σεισμούς, πυρκαγιές κ.ά. Ενεργειακή φτώχεια και έλλειψη ρεύματος, ενέργειας. Κίνδυνος επισιτιστικής κρίσης. Πόλεμος για το νερό. Και τόσα άλλα, ατελείωτος αριθμός προβλημάτων.

Αυτός είναι ο καπιταλισμός, βάρβαρος και αδυσώπητος για τους λαούς και τη νεολαία.

Όσοι περίμεναν ή υπολόγιζαν βελτίωση της διεθνούς κατάστασης, νέα περίοδο ευημερίας για τους λαούς στις διάφορες χώρες του κόσμου και σε όλες τις ηπείρους, διαψεύστηκαν οικτρά.

Οι καπιταλιστές είχαν σχέδιο. Τα αστικά επιτελεία δούλευαν συστηματικά για την επαναφορά της βαρβαρότητας μέσα από την ανατροπή του σοσιαλισμού και τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Ο προπαγανδιστικός τους μηχανισμός παρέσυρε αγνούς ανθρώπους που πίστευαν σε κάτι πιο όμορφο.

Πολλοί και πολλές παρασύρθηκαν. Είναι καιρός να δουν τώρα πώς και ποιοι έσκαβαν το λάκκο των ανθρώπων του μόχθου, της προόδου, των κομμουνιστών, για να φτάσει η ανθρωπότητα ξανά σε στιγμές της προϊστορίας της. Όλοι αυτοί, με αφορμή τα 100 χρόνια από την ίδρυση της ΕΣΣΔ που θυμόμαστε και τιμάμε φέτος, ίσως είναι καιρός να βγάλουν πλέον ουσιαστικά συμπεράσματα και, με το χέρι στην καρδιά και το νου πιο καθαρό, να ενταχτούν στη μεγάλη στρατιά της παγκόσμιας επανάστασης.

Είμαστε πεισμένοι ότι οι αντεπαναστατικές ανατροπές δεν αλλάζουν το χαρακτήρα της εποχής. Ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας μιας καινούργιας ανόδου του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος και μιας νέας σειράς κοινωνικών επαναστάσεων. Οι αγώνες που περιορίζονται μόνο στο να διαφυλάξουν κάποιες κατακτήσεις, παρότι είναι αναγκαίοι, δεν μπορούν να δώσουν ουσιαστικές και μόνιμες λύσεις, καταλήγουν να είναι ένα μικρό βήμα μπρος και δύο μεγάλα βήματα πίσω.

Μόνη διέξοδος και νομοτελειακή προοπτική παραμένει ο σοσιαλισμός, παρά την πρώτη μεγάλη ήττα του προς το τέλος του 20ού αιώνα.

H αναγκαιότητα του σοσιαλισμού αναδύεται από την όξυνση των αντιθέσεων του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου, του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Απορρέει από το γεγονός ότι στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία των μονοπωλίων, έχουν ωριμάσει πλήρως οι υλικές προϋποθέσεις που κάνουν αναγκαίο το πέρασμα σε ανώτερο κοινωνικοοικονομικό σύστημα.

Άλλωστε, ο σοσιαλισμός εξακολουθεί να μην είναι μια επινόηση κάποιων ονειροπόλων, αλλά ο τελικός σκοπός και το αναγκαίο αποτέλεσμα της ίδιας της μεγάλης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων της σύγχρονης κοινωνίας.

Το Κόμμα μας δίνει συνέχεια στη μελέτη και έρευνα, στην καλύτερη κωδικοποίηση των συμπερασμάτων, όπως και σε θέματα που μέχρι σήμερα δεν έχει ακόμα θίξει ολοκληρωμένα. Ταυτόχρονα κάνει σημαντική προσπάθεια για να γίνουν τα συμπεράσματα αυτά και οι εκτιμήσεις μας κτήμα όλου του κομματικού δυναμικού και του δυναμικού της ΚΝΕ, ιδιαίτερα των νεότερων ηλικιών.

Από αυτό το καθήκον κρίνεται και η ικανότητα του Κόμματος να συνδέει ολοκληρωμένα τη στρατηγική του με την καθημερινή πάλη, να επεξεργάζεται στόχους για τα άμεσα προβλήματα των εργαζόμενων, σε σύνδεση με τη στρατηγική για την κατάκτηση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

 


ΣημειώσειςΣημειώσεις

* Κείμενο που διαμορφώθηκε με βάση την εισήγηση του Δημήτρη Κουτσούμπα, ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στην τηλεδιάσκεψη των Κομμουνιστικών κι Εργατικών κομμάτων της Ευρωπαϊκής Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας, στις 3.12.2022, με θέμα τα 100 χρόνια από την ίδρυση της ΕΣΣΔ.