Το ξέσπασμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου στο έδαφος της Ουκρανίας και η ένταση της πολύμορφης αντιπαράθεσης για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα έχουν αναθερμάνει και τροφοδοτήσει τις οπορτουνιστικές αντιλήψεις περί της αναγκαιότητας ενός «πολυπολικού κόσμου», που μπορεί δήθεν να λειτουργήσει ως αποκούμπι των λαών απέναντι στον ευρωατλαντικό ιμπεριαλισμό. Οι αντιλήψεις αυτές, που εκμεταλλεύονται με λαθροχειρία τις παρακαταθήκες που έχει αφήσει στη μνήμη των λαών ο κοσμοϊστορικός ρόλος της Σοβιετικής Ένωσης και των χωρών του σοσιαλισμού, εμφανίζουν σήμερα την Κίνα και τη Ρωσία ως το αντίπαλο, «αντιιμπεριαλιστικό» δέος.
Όπως διατείνεται η ΠΑΠ: «Δεν υπάρχουν οικονομικά δεδομένα που να δικαιολογούν το χαρακτηρισμό της Κίνας ή της Ρωσίας ως ιμπεριαλιστικών. Αυτές είναι χώρες που δε ζουν με την υπερεκμετάλλευση ή τη λεηλασία του κόσμου. Δε θέτουν άλλες χώρες σε υποδούλωση στρατιωτική, τεχνολογική ή χρεωστική» και ακόμη πως «δεν είναι επιθετικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά, αντίθετα, στοχοποιούνται από τους εχθρούς μας επειδή στέκονται εμπόδιο στην πλήρη παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ».
Πρόκειται για μια ξεκάθαρη διαστρέβλωση της πραγματικότητας του σύγχρονου καπιταλισμού. Σε σχέση με 100 χρόνια πριν, αλλά και σε σχέση με μόλις 20 χρόνια πριν, η θέση του πυρήνα των μεγάλων δυνάμεων του παρελθόντος (π.χ. G7), με όρους παγκόσμιου ΑΕΠ, έχει αδυνατίσει σε σχέση με κάποιες ανερχόμενες δυνάμεις. Η Κίνα, χάρη στην επιταχυνόμενη συσσώρευση παραγωγικού κεφαλαίου, παρουσιάζει σήμερα όλα τα χαρακτηριστικά ενός κράτους στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας. Το ΑΕΠ της εκτινάχτηκε από το 3,6% στο 13,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ μεταξύ 2000 και 2014, ξεπερνώντας αυτό των ΗΠΑ, ενώ το 2024 αναμένεται να είναι 40% μεγαλύτερο αυτού των ΗΠΑ. Σημειώνουμε ακόμα, για όσους ισχυρίζονται ότι η Κίνα δε ζει από τη «λεηλασία του κόσμου», ότι το 2022 οι ετήσιες επενδύσεις στο εξωτερικό από κινεζικά μονοπώλια (περιλαμβανομένων και αυτών με έδρα το κινεζικό Χονγκ Κόνγκ) ήταν 250 δισεκατομμύρια δολάρια, στη δεύτερη θέση μετά τα μονοπώλια των ΗΠΑ με επενδύσεις 372 δισ. δολαρίων6. Στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, που αναφέρονται σε 68 «αναπτυσσόμενες» χώρες, δείχνουν ότι τα δάνεια της Κίνας προς τις χώρες αυτές το 2020 έφταναν τα 110 δισ. δολάρια, καθιστώντας την ως το δεύτερο δανειοδότη μετά την Παγκόσμια Τράπεζα.
Αντίστοιχα πρέπει να εξετάσει κανείς το ρόλο και τη θέση της σημερινής καπιταλιστικής Ρωσίας στη μακρά πια πορεία συσσώρευσης του κεφαλαίου μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές του τέλους της δεκαετίας του ’80. Στη Ρωσία σήμερα γιγαντιαία καπιταλιστικά μονοπώλια («Γκαζπρόμ», «Ροσνέφτ», «Λουκόιλ», «Ροσατόμ», «Σμπερμπάνκ», «Νορίλσκι Νίκελ», «Ροσβοορουζένιε», «Ροστέχ», «Ρουσάλ» κ.ά.) εκμεταλλεύονται εκατομμύρια εργαζόμενους, όχι μόνο στην ίδια τη χώρα, αλλά και στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών, στην Αφρική, στη Νότια Αμερική, στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή, στον Περσικό κ.α.7 Οι επιδιώξεις των ρωσικών μονοπωλίων παίζουν κεντρικό ρόλο στην πολιτική του ρωσικού αστικού κράτους στις πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, έντεχνα καλυπτόμενες πίσω από το μανδύα ενός υποτιθέμενου «αντιφασιστικού» αγώνα ενάντια στο αντιδραστικό καθεστώς του Κιέβου και στους ΝΑΤΟϊκούς πάτρωνές του. Αυτό εξηγεί και το γιατί από το 2014 και δώθε (μετά το κυβερνητικό πραξικόπημα στην Ουκρανία) μονοπωλιακοί όμιλοι και το αστικό κράτος της Ρωσίας διατήρησαν εκτεταμένες προσοδοφόρες οικονομικές σχέσεις με την αντιδραστική κυβέρνηση που καταδίωκε ανελέητα το ρωσικό και ρωσόφωνο πληθυσμό και απαγόρευε τη δράση των κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών.
Τα επιτελεία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, με περισσή υποκρισία κάνουν λόγο σήμερα για ρωσικό ή κινεζικό «ιμπεριαλισμό», ενώ την ίδια στιγμή περικυκλώνουν τη Ρωσία με στρατιωτικές βάσεις και εξανδραποδίζουν τους λαούς ανά τον πλανήτη. Το ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή του πολέμου στην Ουκρανία αντιπάλεψε στην πράξη την άμεση εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της αντιδραστικής κυβέρνησης του Κιέβου και των ΝΑΤΟϊκών σχεδιασμών.
Η ΠΑΠ, εκμεταλλευόμενη την ειλικρινή διάθεση των λαών να αντιπαλέψουν τους πολέμους και τις επεμβάσεις των ιμπεριαλιστών, κρύβει επιμελώς ότι τόσο στην Κίνα όσο και στη Ρωσία κουμάντο κάνουν οι αστικές τάξεις, τα μονοπώλια, που συναλλάσσονται και συγκρούονται με τα μονοπώλια των ΗΠΑ, της ΕΕ και των άλλων καπιταλιστικών κρατών, αλλά και μεταξύ τους. Επιδιώκει, επαναλαμβάνοντας πια ως φάρσα την προδοτική πολιτική των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων του περασμένου αιώνα, να στοιχίσει την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα κάτω από τις σημαίες του «καλού», «προοδευτικού» καπιταλιστή.