Όλα τα αστικά κόμματα υπόσχονται κάποια φιλολαϊκή κατεύθυνση της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία. Τα φιλελεύθερα κόμματα εστιάζουν περισσότερο στις «πετυχημένες ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων», ενώ τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα συχνά τονίζουν την ανάγκη διατήρησης κάποιων κρατικών επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας. Φυσικά οι θέσεις τους μεταβάλλονται κι εναλλάσσονται, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες του κεφαλαίου.
Τι απέδειξε όμως η ζωή σ’ όλη την Ευρώπη και στην Ελλάδα;
Απέδειξε ότι, όσο παραμένουμε στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος και της απελευθερωμένης αγοράς της ΕΕ, όσο οι μεταφορές, η ενέργεια, οι επικοινωνίες, το νερό αποτελούν εμπορεύματα, όλοι οι όμιλοι, είτε κρατικοί είτε ιδιωτικοί, θα θυσιάζουν συνεχώς τις ανάγκες μας για ν’ αυξήσουν τα κέρδη τους και τα μερίδιά τους στον ανταγωνισμό.
Γι’ αυτό και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για επανακρατικοποίηση κατά 51% ορισμένων επιχειρήσεων όπως η ΔΕΗ, ή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ «για 100% επανακρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση και με εργατικό έλεγχο», συσκοτίζουν τον πραγματικό αντίπαλο και δεν οδηγούν σε κάποια φιλολαϊκή λύση.
Δικαιολογημένα βέβαια κανείς δεν εμπιστεύεται το ΣΥΡΙΖΑ που πρωταγωνίστησε στην ιδιωτικοποίηση των ναυπηγείων, του ΟΣΕ, των περιφερειακών αεροδρομίων, όταν μιλά για επανακρατικοποιήσεις.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μείωσε κατά 17% την κρατική συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της ΔΕΗ και προώθησε το 3ο Μνημόνιο που προβλέπει τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στο 50% του συνόλου της αγοράς, για να προχωρήσει η «απελευθέρωση».
Ας υποθέσουμε όμως ότι για μία φορά λέει την αλήθεια. Πώς θα διασφαλίσει η επανακρατικοποίηση επιχειρήσεων, όπως για παράδειγμα της ΔΕΗ, τα κέρδη των μετοχών της και τα μερίδιά της στον ανταγωνισμό με τους άλλους ομίλους; Όπως τα διασφάλιζε και πριν την απώλεια του 51% από το κράτος. Με ακριβά τιμολόγια για τα λαϊκά νοικοκυριά, αύξηση των εργολαβικών εργαζόμενων με προσωρινή απασχόληση, αύξηση της εκμετάλλευσης του μόνιμου προσωπικού.
Το ξεζούμισμα των εργαζόμενων, η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης δεν αποτελεί ιδιαιτερότητα της ΔΕΗ. Η ΕΥΔΑΠ εντάχτηκε στο ΧΑΑ το 2001 και το κράτος ελέγχει την πλειοψηφία των μετοχών, υπάρχουν 9 διαφορετικές εργασιακές σχέσεις και το μόνιμο προσωπικό μειώθηκε, ενώ αυξήθηκε ο όγκος των εργασιών.
Γι’ αυτό η ΔΕΗ προχωρούσε σε αυξήσεις και όταν το κράτος κατείχε το 51% και συνεχίζει και τώρα που ελέγχει ακόμα το μάνατζμεντ τη ΔΕΗ. Ακόμα και στην εποχή πριν την «απελευθέρωση», που υπήρχε αποκλειστικά κρατικός τομέας ηλεκτρικής ενέργειας, υπήρχε μεγάλη διαφορά στην επιβάρυνση των τιμολογίων οικιακής κατανάλωσης σε σχέση με βιομηχανικούς ενεργοβόρους ομίλους, όπως η ΠΕΣΙΝΕ.
Εξάλλου ακόμα και όταν είναι πλήρως κρατικές στη μετοχική τους σύνθεση, οι σημερινές επιχειρήσεις παραχωρούν κερδοφόρα τμήματα - «φιλέτα» της λειτουργίας τους ή αναθέτουν την υλοποίηση έργων σε ιδιωτικούς ομίλους.
Γι’ αυτό χειροκροτούσαν, για παράδειγμα, οι μονοπωλιακοί όμιλοι όπως η Suez και η Veolia την επαναφορά στο δήμο της Εταιρίας Νερού στο Παρίσι.
Γι’ αυτό επίσης ο κρατικός ΟΣΕ ανέθεσε στην κοινοπραξία Alstom-Άκτωρ την υλοποίηση του συστήματος τηλεδιοίκησης-σηματοδότησης, με την περιβόητη σύμβαση 717, με τις συνεχείς αναθεωρήσεις και διαμάχες.
Οι όποιες επανακρατικοποιήσεις γίνονται τώρα στην Ευρώπη στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας δε συνιστούν φιλολαϊκή πολιτική, αλλά μεταφορά των ζημιών πολλών δισ. των μετόχων στις πλάτες των φορολογούμενων εργαζόμενων.
Η επανακρατικοποίηση το 2022 της γαλλικής κρατικής εταιρίας ηλεκτρισμού EdF φόρτωσε στην πράξη στις πλάτες των Γάλλων φορολογούμενων ζημιές που ξεπερνούν τα 17 δισ. ευρώ, ενώ όσο ήταν κερδοφόρα το 2021 τα οφέλη καρπώνονταν οι μεγαλομέτοχοί της. Αντίστοιχα η επανακρατικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόμων δε σηματοδότησε καμία ριζική βελτίωση για τα λαϊκά στρώματα.
Στην πράξη το κράτος αναλαμβάνει τη λειτουργία εκείνων των επιχειρήσεων και των υποδομών που δεν μπορούν να διασφαλίσουν γρήγορα υψηλή κερδοφορία στους ομίλους.
Έτσι, το κράτος στήριξε με τα πακέτα του Ηρακλή και ανέλαβε μεγάλο μέρος των μετοχών των εγχώριων τραπεζών στη ζημιογόνα περίοδό τους. Τώρα που επανήλθε η κερδοφορία προχωρά γρήγορα στην απόσυρση του κράτους, στην αποεπένδυση του ΤΧΣ.
Το παράδειγμα της ΔΕΗ, όπως και του ΟΣΕ και των εγχώριων τραπεζών, διδάσκει ότι το κράτος του κεφαλαίου δεν μπορεί να αποτελέσει φιλολαϊκό αντίβαρο στα συμφέροντα των ιδιωτικών ομίλων.
Αυτό το κράτος θα επιβαρύνει και θα ματώνει το λαό και όταν παραχωρεί επιχειρήσεις στους ομίλους, και όταν τις διαχειρίζεται με γνώμονα το κέρδος και την προώθηση των στόχων της άρχουσας τάξης.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν απαντά άμεσα και καθαρά στα βασικά ερωτήματα: Σε ποιο κράτος θα ανήκουν οι επιχειρήσεις; Σε ποιο οικονομικό έδαφος θα λειτουργούν; Ποια αστική κυβέρνηση θα υλοποιήσει τις συγκεκριμένες εθνικοποιήσεις;
Στην ουσία απαντά έμμεσα όταν κατηγορεί το ΚΚΕ ότι παραπέμπει τις εθνικοποιήσεις στο σοσιαλισμό. Οι εθνικοποιήσεις θα γίνουν επομένως στο έδαφος της καπιταλιστικής οικονομίας, όπου όλες οι ανάγκες μας και η ίδια η εργατική δύναμη αποτελούν εμπορεύματα. Ακόμα κι αν πρόκειται για κρατικά μονοπώλια, θα δανείζονται απ’ τις τράπεζες, θα συναλλάσσονται με άλλους ιδιωτικούς ομίλους, θα λειτουργούν μέσα στην καπιταλιστική αγορά, με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος.
Και ένα μικρό παιδί μπορεί να καταλάβει ότι η υπόσχεση και η προβολή της δυνατότητας ενός φιλολαϊκού καπιταλισμού συσκοτίζει την ανάγκη να ανοίξει ο δρόμος της ανατροπής. Αποτελεί γραμμή ενσωμάτωσης στο σύστημα. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ για μια ακόμα φορά, όπως και το 2015, οδηγείται στο ρόλο της ουράς της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, της σοσιαλδημοκρατίας.