ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ - ΕΕ
Η νέα Συμφωνία περιλαμβάνει ένα σκληρό αντιλαϊκό πακέτο μέτρων που στηρίζουν το μεγάλο κεφάλαιο, είτε άμεσα, ελαττώνοντας το «κόστος» εργασίας και διευκολύνοντας τις νέες επενδύσεις, είτε έμμεσα, μέσα από την προώθηση των λεγόμενων «αναδιαρθρώσεων» και τη διασφάλιση της επαρκούς οικονομικής δυνατότητας του αστικού κράτους να εξασφαλίζει τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου.
Η νέα Συμφωνία, με την οποία έκλεισε η δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος του 3ου Μνημονίου, αξιοποιείται για μια ακόμα φορά, με τη γνωστή επωδό για μέτρα που «επιβάλλονται» από τον αρνητικό συσχετισμό στις διαπραγματεύσεις.
Στην πραγματικότητα, η νέα Συμφωνία είναι συνέχεια της πολιτικής των προηγούμενων, κλιμακώνει την αντιλαϊκή κυβερνητική επίθεση, με στόχο τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων, την ισχυροποίηση του αστικού κράτους και την έξοδο της καπιταλιστικής οικονομίας από την κρίση.
Η νέα Συμφωνία και τα μέτρα που περιλαμβάνει είναι αποκαλυπτική για το χαρακτήρα της επερχόμενης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αποκαλύπτει πως η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν οδηγεί στη λαϊκή ευημερία και στην, έστω σταδιακή, μερική επαναφορά των λαϊκών δικαιωμάτων, αλλά, αντίθετα, πως οι μόνιμες θυσίες των λαϊκών δικαιωμάτων και η συνεχής αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης είναι η υλική βάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Βασικοί στόχοι του πακέτου μέτρων της Συμφωνίας είναι η μείωση των κρατικών δαπανών ώστε να εξευρεθούν νέοι πόροι χρηματοδότησης της καπιταλιστικής ανάπτυξης, η διασφάλιση φθηνότερης εργατικής δύναμης, η προώθηση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων στη λειτουργία του κράτους, η εξεύρεση νέων πεδίων κερδοφόρας τοποθέτησης των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων των ομίλων.
Συγχρόνως περιλαμβάνει και ορισμένα μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας μέσα από την αναδιανομή της φτώχειας από τα τμήματα των εργαζόμενων μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων, που έχουν δυνατότητα να συμπιεστούν περαιτέρω, προς τους απόλυτα εξαθλιωμένους, τόσο ως απαραίτητη πλευρά για την καπιταλιστική αναπαραγωγή όσο και για τη δημιουργία κοινωνικών συμμαχιών και την καλλιέργεια ενός κοινωνικού αυτοματισμού. Τα λεγόμενα «αντίμετρα» εμφανίζονται ως κυβερνητική επιτυχία στη διαπραγμάτευση με το κουαρτέτο.
Βασικά σημεία της Συμφωνίας
Όπως αναφέραμε, το νέο πακέτο περιλαμβάνει μέτρα που αφορούν άμεσα την κερδοφορία των ομίλων, όπως και μέτρα που στηρίζουν τους ομίλους έμμεσα, ξεκινώντας με δημοσιονομική στήριξη του αστικού κράτους, το οποίο στη συνέχεια θα στηρίζει την κερδοφορία των ομίλων.
Ειδικότερα, το δημοσιονομικό πακέτο που στηρίζει τη δημοσιονομική ευρωστία του κράτους περιλαμβάνει μέτρα ύψους 2% που θα εφαρμοστούν σε δύο δόσεις (1% του ΑΕΠ το 2019 και θα αφορά κυρίως τις συντάξεις, κι ένα επιπλέον 1% του ΑΕΠ που θα αφορά τη μεταρρύθμιση του φορολογικού, βασικά μείωση του αφορολόγητου) αλλά και περικοπές στα οικογενειακά επιδόματα. Σημειώνουμε πως η δημοσιονομική ευρωστία του αστικού κράτους στηρίζει άμεσα την κερδοφορία των ομίλων, αφού οδηγεί σε μεγαλύτερες δυνατότητες χρηματοδότησής τους από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτή η πλευρά προβλέπεται με σαφήνεια στα λεγόμενα «αντίμετρα» της Συμφωνίας, όπου, μεταξύ άλλων, προτείνεται ένα πακέτο κρατικής χρηματοδότησης. Όμως αξίζει να σημειώσουμε πως η γενικότερη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος μέσα από φορολογικά και συνταξιοδοτικά μέτρα τελικά επιδρά και στην ίδια την εργατική δύναμη έμμεσα.
Συγχρόνως, το νέο πακέτο περιλαμβάνει μια σειρά μέτρα άμεσης στήριξης της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, μέσα στα οποία περιλαμβάνονται αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και στο συνδικαλιστικό νόμο, την απελευθέρωση αγορών (ενέργειας κι επαγγελμάτων) και την προώθηση ιδιωτικοποιήσεων που προωθούν νέες επενδύσεις, και αλλαγές στη λειτουργία του κράτους που στοχεύουν στη θωράκιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Τέλος, το πακέτο μέτρων περιλαμβάνει και το λεγόμενο πακέτο των «αντίμετρων», που θα ισχύσει στο βαθμό που το δημοσιονομικό πλεόνασμα στην ουσία υπερβαίνει το συμφωνημένο στόχο3 (που τώρα είναι στο 3,5% του ΑΕΠ), με «αντισταθμιστικά» μέτρα ίσα με τη διαφορά του πλεονάσματος που έχει επιτευχθεί σε σχέση με το στόχο.
ΤΑ ΠΡΟΩΘΟΥΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ
Το πακέτο των νέων μέτρων για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης φορτώνει νέα βάρη στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων και την ίδια στιγμή διαμορφώνει καλύτερους όρους και προϋποθέσεις για την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων (όπως νέα μέτρα για την απελευθέρωση των αγορών, ιδιωτικοποιήσεις κ.ά.).
Το πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε μέσα στο Μάη υλοποίησε ένα τμήμα του συνολικού πακέτου των μέτρων. Μεγάλος αριθμός «παρεμβάσεων» παραμένουν εκκρεμείς και η εφαρμογή τους έχει –για επικοινωνιακούς κυρίως λόγους– μετατεθεί, ειδικά ορισμένες πλευρές ο αντιλαϊκός χαρακτήρας των οποίων δεν μπορεί να συγκαλυφθεί. Ειδικότερα, μέσα στον Ιούνη, είδε το φως της δημοσιότητας η έκθεση συμμόρφωσης της Κομισιόν, που περιλαμβάνει 113 παρεμβάσεις που οφείλει να υλοποιήσει η ελληνική κυβέρνηση, με μια σχετική κλιμάκωση, το επόμενο διάστημα και μέχρι τη λήξη του προγράμματος το καλοκαίρι του 2018.
Το νέο πακέτο των δημοσιονομικών μέτρων, που αφορούν την εκπλήρωση του σκοπού για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5%, φτάνει στα 4 δισ. ευρώ.
α) Τα 500 εκ. ευρώ αφορούν συμπληρωματικά μέτρα για το 2016. Αυτά αφορούν περικοπές στα οικογενειακά επιδόματα, στα επιδόματα ανεργίας, στα επιδόματα θέρμανσης και στη χρηματοδότηση του ΕΟΠΥΥ.
β) Το 1,8 δισ. ευρώ για το 2019 θα προέλθει από νέα μείωση των κύριων κι επικουρικών συντάξεων, μείωση που αφορά τον επανυπολογισμό της λεγόμενης προσωπικής διαφοράς. Η μέση μείωση θα φτάσει στο 9%, ενώ το πλαφόν της μείωσης ανέρχεται στο 18% τόσο για τις κύριες όσο και για τις επικουρικές συντάξεις. Υπολογίζεται ότι θα θιγούν πάνω από 900.000 συνταξιούχοι με κύρια σύνταξη άνω των 700 ευρώ. Επίσης, η μετάθεση της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των συντάξεων (που ο νόμος Κατρούγκαλου προέβλεπε για το 2018) έχει ως αποτέλεσμα 400 εκ. ευρώ επιπλέον επιβάρυνση στις συντάξεις.
γ) Το άλλο 1,8 δισ. αφορά τη μείωση του αφορολόγητου ορίου το 2020 ή και από το 2019 εάν δεν πιαστούν οι δημοσιονομικοί στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα. Το νέο αφορολόγητο θα φτάσει στα 5.680 ευρώ περίπου, από 8.636 ευρώ που είναι σήμερα. Αυτό θα φέρει μια νέα φορολογική επιβάρυνση μέχρι 650 ευρώ.
Θα φορολογούνται και πολύ χαμηλότερα εισοδήματα και με άμεσο φόρο (γιατί με τους έμμεσους φόρους φορολογούνται ήδη όλα τα εισοδήματα). Η φορολόγηση θα ξεκινά από μισθούς ύψους 405 ευρώ το μήνα και συντάξεις των 475 ευρώ.
Με βάση τα επίσημα κρατικά στοιχεία4, η δραστική μείωση του αφορολόγητου ορίου από το 2020 θα «ακουμπήσει» πάνω από 700.000 μισθωτούς και πάνω από 900.000 συνταξιούχους που τα ετήσια εισοδήματά τους κινούνταν μεταξύ 5.500 και 8.500 ευρώ. Δηλαδή θα χτυπήσει πάνω από το 15% των μισθωτών και το 36% των συνταξιούχων, το οποίο μέχρι τώρα καλυπτόταν από το αφορολόγητο.
Πέραν των δημοσιονομικών μέτρων, η συμφωνία περιλαμβάνει πολλαπλά αντιλαϊκά μέτρα που θίγουν άμεσα τα εργατικά-λαϊκά στρώματα.
• Εργασιακά - εργάσιμος χρόνος: Προωθείται η κατάργηση ουσιαστικά της κυριακάτικης αργίας, με οδυνηρές επιπτώσεις για τους εμποροϋπαλλήλους και σημαντικό τμήμα των εμπόρων, που θα επιταχύνει τη συγκέντρωση του εμπορίου στα πολυκαταστήματα και τις αλυσίδες των S/M. Επιμηκύνεται η διάρκεια του πλαισίου για τις ΣΣΕ, ενώ σημείο κλειδί είναι οι αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο, που περιλαμβάνουν τη λειτουργία των σωματείων, την προκήρυξη απεργίας κλπ., αλλά και αλλαγές στην ταχύτητα με την οποία οι απεργίες θα κρίνονται ως παράνομες. Η νέα συμφωνία αποτελεί πραγματικό κόλαφο για το συνδικαλιστικό κίνημα.
• Απελευθέρωση - ιδιωτικοποιήσεις: Το νέο πακέτο μέτρων προωθεί την «απελευθέρωση» της αγοράς ηλιακής ενέργειας με πώληση του 30-40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, καθώς και την πώληση του 17% του μετοχικού κεφαλαίου που ανήκει στο ΤΑΙΠΕΔ· μέτρο που θα οδηγήσει σε νέο «ράλι» αυξήσεων στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Επίσης προωθείται η ιδιωτικοποίηση-εμπορευματοποίηση του νερού (ΕΥΔΑΠ κλπ.), που θα οδηγήσει σε μεγάλες επιβαρύνσεις στα τιμολόγια, των περιφερειακών αεροδρομίων κλπ. Επιπλέον προωθούνται αναδιαρθρώσεις στον ΟΑΣΑ και στον ΟΑΣΘ. Τίθενται στόχοι ιδιωτικοποιήσεων 2,5 δισ. ευρώ το 2017 και 2,5 δισ. ευρώ το 2018. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στα νέα διόδια που προωθούνται στην Εγνατία.
• Επιτάχυνση της Συγκέντρωσης-Συγκεντροποίησης κεφαλαίου: Άξονες είναι η προώθηση της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ και γενικότερα η «απελευθέρωση» των λεγόμενων κλειστών επαγγελμάτων. Γενικότερα, οι αυτοαπασχολούμενοι βρίσκονται στο στόχαστρο τόσο με τα νέα μέτρα για τις ασφαλιστικές εισφορές (αυξήσεις που κατά περίπτωση φτάνουν μέχρι και 40%) όσο και με νέες ρυθμίσεις για την καταπολέμηση της «φοροδιαφυγής». Η συμφωνία περιλαμβάνει ειδική μνεία στο πλαστικό χρήμα και την ανάγκη ακόμα μεγαλύτερης διεύρυνσης της χρήσης του.
• Μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των κρατικών υπηρεσιών στη στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου, στο φοροεισπρακτικό μηχανισμό, στο κρατικό σύστημα λογιστικού ελέγχου, στην είσπραξη ασφαλιστικών εισφορών κ.ά.
• Νέες περικοπές στο σύστημα υγείας και κοινωνικών παροχών, με το μανδύα του περιορισμού υπερβάσεων και της «εκλογίκευσης» δαπανών. Επίσης, σημαντική πλευρά είναι η γενικότερη αλλαγή του συστήματος υγείας, με την προώθηση αλλαγών στην πρωτοβάθμια περίθαλψη. Στον τομέα των κοινωνικών παροχών ξεχωρίζει η πρόβλεψη για αναμόρφωση των επιδομάτων αναπηρίας, μέσα από τη λεγόμενη «λειτουργική αναπηρία». Προωθείται δηλαδή η περικοπή των επιδομάτων σε δικαιούχους που κρίνεται πως έχουν δυνατότητα εργασίας.
• Περικοπές στην παιδεία: Εδώ επανέρχεται ο «μανδύας» των βέλτιστων πρακτικών, εισάγοντας την υποχρέωση «αλλαγής των ωρών διδασκαλίας και της αναλογίας μαθητών ανά αίθουσα», με βάση τις βέλτιστες πρακτικές.
• Μέτρα διασφάλισης της ευστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, μέσα στα οποία και η ρύθμιση των κόκκινων δανείων αλλά και η προώθηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, που βοηθούν το τραπεζικό κεφάλαιο να διαχειριστεί τα κόκκινα δάνεια σε βάρος των υπερχρεωμένων λαϊκών δανειοληπτών. Ιδιαίτερη πλευρά στήριξης των τραπεζών είναι το «επίδομα στέγασης» που κατευθύνει στις τράπεζες σημαντικό τμήμα των 600 εκ. ευρώ ετησίως.
• Διαχείριση ακινήτων: Στο νέο πακέτο μέτρων υπάρχει η περιβόητη αντιστοίχηση αγοραίας - αντικειμενικής αξίας των ακινήτων. Η διασφάλιση σταθερών εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ θα γίνει μέσα από την αύξηση των συντελεστών φορολόγησης και τη «διεύρυνση της φορολογικής βάσης», πιθανά μέσα από τη φορολόγηση και της αγροτικής γης, που θα οδηγήσει ακόμα και σε αύξηση της επιβάρυνσης των εργαζόμενων. Συγχρόνως προβλέπεται η λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικών δημοπρασιών, που επιταχύνει τη ρευστοποίηση της περιουσίας των εργαζόμενων που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στη φοροαφαίμαξη.
• Μέτρα άμεσης στήριξης των μεγάλων επενδύσεων: Ξεχωρίζει ο περιορισμός των κρατικών ελέγχων στο περιβάλλον και στην αρχαιολογική κληρονομιά, όπως και οι αλλαγές της νομοθεσίας στον τομέα της εξόρυξης, που στοχεύει στην προώθηση της «αξιοποίησης» των υδρογονανθράκων. Σημειώνουμε την τοποθέτηση του Γ. Δραγασάκη, που φωτίζει το πνεύμα των αστικών παρεμβάσεων, για «κράτος που είναι εχθρικό στις επενδύσεις».
ΤΟ ΠΑΚΕΤΟ «ΑΝΤΙΜΕΤΡΩΝ»
Η κυβερνητική προπαγάνδα ρίχνει ιδιαίτερο βάρος στα λεγόμενα «αντίμετρα». Υποστηρίζει πως τα «αντίμετρα» είναι το δημοσιονομικό αντίδοτο στα μέτρα και πως, νομοθετώντας και αυτά, το συνολικό πακέτο είναι ουδέτερο, δεν οδηγεί σε νέα λαϊκή επιβάρυνση.
Τα αντίμετρα, που θα ισχύσουν στο βαθμό που επιτευχθεί το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% ή όποιο άλλο τελικά συμφωνηθεί (και σε ποσό ίσο με την υπέρβαση του δημοσιονομικού αποτελέσματος από το δημοσιονομικό στόχο), είναι τα εξής:
Για το 2019:
α) Επιδότηση ενοικίου 1.000 ευρώ ετησίως για 600.000 οικογένειες.
β) Ενίσχυση επιδότησης πρώτου και δεύτερου παιδιού.
γ) Επέκταση σχολικών γευμάτων.
δ) Αύξηση θέσεων βρεφονηπιακών σταθμών.
ε) Μείωση συμμετοχής στη φαρμακευτική δαπάνη.
στ) Επιδοτούμενες θέσεις εργασίας.
Για το 2020:
α) Μείωση φορολογικού συντελεστή επιχειρήσεων από 29% στο 26%.
β) Μείωση πρώτου φορολογικού συντελεστή φυσικών προσώπων στο 20%.
γ) Μείωση ΕΝΦΙΑ κατά 200 εκ. ευρώ.
δ) Μείωση εισφοράς αλληλεγγύης.
Κριτική στο πακέτο των «αντίμετρων»
Τα λεγόμενα «αντίμετρα» δεν αποτελούν μια διαφορετική, φιλολαϊκή πλευρά της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά, αντίθετα, υπηρετούν μαζί με τα νέα μέτρα και γενικότερα τις υπόλοιπες κυβερνητικές πρωτοβουλίες και αποτελούν ένα ενιαίο, συνεκτικό πλέγμα κλιμάκωσης της αντιλαϊκής επίθεσης:
α) Βασικό ζήτημα είναι να ξεκαθαριστεί ποιος πληρώνει και ποιος ωφελείται από τα αντίμετρα. Τα αντίμετρα εντάσσονται σε μια πολιτική διαχείρισης της ακραίας φτώχειας, που επιβαρύνει τους ίδιους τους εργαζόμενους. Πρόκειται για αναδιανομή της φτώχειας, για εφαρμογή της πρότασης Καμμένου για «ένα κατοστάρικο το μήνα από τους συνταξιούχους στους εγγονούς τους». Η κυβέρνηση παίρνει 5 από τις τσέπες του λαού, υπόσχεται να επιστρέψει πίσω 1 σε ορισμένους και καλεί όλους τους εργαζόμενους να τα υποστηρίξουν.
β) Μεγάλο τμήμα των λεγόμενων αντίμετρων θα ενισχύσει, έμμεσα ή και άμεσα, μεγάλες επιχειρήσεις και όχι τους εργαζόμενους.
Το πρόγραμμα επιδοτούμενων θέσεων εργασίας και η φορολογία των επιχειρήσεων είναι άμεση επιδότηση του μεγάλου κεφαλαίου. Για τους εργαζόμενους, οι επιδοτούμενες θέσεις εργασίας είναι επισφαλείς, με χαμηλούς μισθούς και ελάχιστα εργατικά δικαιώματα. Πρόκειται για θέσεις περιορισμένου χρονικού διαστήματος (όσο διαρκεί το πρόγραμμα επιδότησης). Κερδισμένο είναι το μεγάλο κεφάλαιο, που εξασφαλίζει φθηνότερη εργατική δύναμη.
Η επέκταση των σχολικών γευμάτων ενισχύει τελικά τις επιχειρήσεις catering. Ο κλάδος του catering έχει τζίρο της τάξης των 400 εκ. ευρώ ετησίως, το 50% του οποίου είναι catering δεξιώσεων όπου δραστηριοποιούνται πολλές μικρές επιχειρήσεις και το υπόλοιπο είναι το λεγόμενο βιομηχανικό catering, που αφορά κυρίως μεγαλύτερες επιχειρήσεις, μέσα στο οποίο βρίσκονται τα σχολεία. Έτσι, το κονδύλι των εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ για τα σχολικά γεύματα θα ενισχύσει σημαντικά το συγκεκριμένο κλάδο.
Η επιδότηση ενοικίων, που αποτελεί και μεγάλο τμήμα των αντιμέτρων, περιλαμβάνει και στεγαστικά δάνεια, οδηγώντας τελικά σε χρηματοδότηση των τραπεζών.
Η επιδότηση ενοικίου δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα της ιδιοκτησίας της κατοικίας, αφού ουσιαστικά επιδοτείται ο ιδιοκτήτης του κεφαλαίου-κατοικίας.
Η όποια επιδότηση πηγαίνει στην τράπεζα, για να αποπληρώσει ένα στεγαστικό δάνειο που υπολογίζεται πρακτικά στο άρτιο. Σημειώνουμε πως πρόκειται για σημαντική στήριξη του τραπεζικού κεφαλαίου, καθώς μια επιδότηση της τάξης των 400 εκ. ευρώ μπορεί να «ξεκοκκινίσει» κόκκινα δάνεια ύψους πολλών δισ. ευρώ. Συγχρόνως, η επιδότηση ξεζουμίζει τους δανειολήπτες, αφού τους αναγκάζει να πληρώσουν προκειμένου να αποφύγουν την εκποίηση του δανείου.
Το ύψος της επιδότησης, που φτάνει τα 80 ευρώ μηνιαία, πιέζει προς τα κάτω το επίπεδο κάλυψης των λαϊκών αναγκών για στέγαση. Οι δαπάνες ενοικίασης υπερβαίνουν τα 300-400 ευρώ μηνιαίως, ενώ η επιβάρυνση της μέσης λαϊκής οικογένειας από τα νέα μέτρα υπερβαίνει τα 80 ευρώ μηνιαίως (αύξηση φόρων, μείωση συντάξεων, αύξηση τιμολογίων). Έτσι, τα 80 ευρώ το μήνα είναι ελάχιστα και δεν καλύπτουν στοιχειωδώς τις ανάγκες για κατοικία. Είναι τελείως αναντίστοιχα με τις σημερινές δυνατότητες κάλυψής τους, με 270 χιλιάδες απούλητες κατοικίες. Σε κάθε περίπτωση, δεν καλύπτονται οι σύγχρονες ανάγκες κατοικίας που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων: Ευρύχωρη κατοικία, με επαρκείς χώρους, κάλυψη αναγκών σε θέρμανση, ψύξη, φωτισμό, αερισμό με βάση τις σύγχρονες ανάγκες, χαμηλά επίπεδα όχλησης, σύγχρονα οικοδομικά υλικά κλπ.
Οι αλλαγές στα συνταγογραφούμενα φάρμακα σχετίζεται με τις εγχώριες φαρμακοβιομηχανίες που προωθούν τα γενόσημα.
Τα αντίμετρα δεν αποτελούν «αντίδοτο» στην πολιτική στήριξης των μονοπωλιακών ομίλων, αλλά κομμάτι της.
γ) Η υλοποίηση του πακέτου των αντίμετρων είναι συνδεδεμένη με την πλήρη κι επιτυχημένη εφαρμογή του αντιλαϊκού πακέτου των μέτρων, τόσο των νέων όσο και των υφιστάμενων. Τα μέτρα θα νομοθετηθούν και θα υλοποιηθούν χωρίς προϋποθέσεις. Τα αντίμετρα θα υλοποιηθούν μόνο στο βαθμό που το πρωτογενές πλεόνασμα υπερβαίνει τους στόχους του 3,5% ετησίως, ενώ τα υλοποιούμενα αντίμετρα θα φτάνουν στο ύψος της υπέρβασης των δημοσιονομικών στόχων. Έτσι, για το 2019, η υλοποίηση του πλήρους πακέτου των «αντίμετρων» απαιτεί ένα πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 4,5%, απαιτεί δηλαδή τα μέτρα να «πιάσουν πλήρως» το δημοσιονομικό στόχο του 1% κι επιπρόσθετα τα υφιστάμενα (προ Συμφωνίας ’17) μέτρα να οδηγήσουν σε πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα ύψους 3,5% ετησίως.
δ) Η προώθηση των αντίμετρων εντάσσεται μέσα στην επικοινωνιακή διαχείριση της κυβερνητικής πολιτικής. Ουσιαστικά, το πακέτο των αντίμετρων αποτελεί βασικό προπαγανδιστικό εργαλείο για την αποδοχή της κυβερνητικής πολιτικής. Ακόμα και ο όρος «αντίμετρα» είναι παραπλανητικός.
ε) Η ενεργοποίηση των αντίμετρων σε 2 ή 3 χρόνια μεταφράζεται σε αποδοχή της διατήρησης για πολλά χρόνια ενός στρώματος του λαού που θα διαβιεί σε κατάσταση εξαθλίωσης, αποκαλύπτοντας το περιεχόμενο της σχεδιαζόμενης καπιταλιστικής ανάπτυξης.
στ) Τα αντίμετρα δεν αφορούν όλους όσους θίγουν τα μέτρα. Ειδικότερα, η μείωση των συντάξεων θίγει όλους τους συνταξιούχους, η αύξηση των φόρων όλους τους φορολογούμενους με εισόδημα πάνω από το αφορολόγητο. Πρακτικά, κάθε λαϊκή οικογένεια θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον 1.500 ευρώ ετησίως κατά μέσο όρο, χωρίς προϋποθέσεις. Ένα κομμάτι θα λάβει πίσω ένα ποσό, με μέγιστο όριο τα 1.000 ευρώ ετησίως, με την προϋπόθεση επίτευξης των πρωτογενών πλεονασμάτων. Πολλές οικογένειες θα πληρώσουν χωρίς να εισπράξουν κανενός είδους αντίμετρο, ενώ και όσοι εισπράξουν θα εισπράξουν ένα μόλις τμήμα. Ακόμα και με μια πλήρη υλοποίηση των προβλεπόμενων αντίμετρων, δεν καλύπτονται ούτε στοιχειωδώς οι σύγχρονες, διευρυμένες λαϊκές ανάγκες.
ΚΡΑΤΙΚΟ ΧΡΕΟΣ - Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ EUROGROUP
Σημαντική πλευρά της αστικής πολιτικής είναι, όπως προαναφέραμε, η διαπραγμάτευση για το ύψος και τους όρους αποπληρωμής του κρατικού χρέους.
Έχει σημασία να ξεκαθαρίσουμε δύο πλευρές σχετικά με τη διαπραγμάτευση για το ύψος του χρέους:
Πρώτον, πως δεν πρόκειται για «ψευδοδιαπραγμάτευση». Η κυβέρνηση, για λογαριασμό της αστικής τάξης, διαπραγματεύεται με τα κράτη-μέλη της ΕΕ για τους όρους αποπληρωμής του κρατικού χρέους. Η ουσία αυτής της διαπραγμάτευσης συνίσταται στην κατανομή των δημοσιονομικών πλεονασμάτων ανάμεσα στην εξυπηρέτηση του κρατικού χρέους από τη μία και στην τόνωση της καπιταλιστικής ανάπτυξης από την άλλη.
Δεύτερον, και κυριότερο, πως αυτή η διαπραγμάτευση οδηγεί σε κλιμάκωση της επίθεσης στα εργατικά-λαϊκά στρώματα, ανεξάρτητα από το συσχετισμό δύναμης και την τελική κατάληξή της. Η επίτευξη υψηλών δημοσιονομικών πλεονασμάτων είναι όρος είτε για την αποπληρωμή του χρέους είτε για τη στήριξη της ανάπτυξης, πλεονασμάτων που θα πληρώσουν οι εργαζόμενοι. Συγχρόνως, όπως αναφέραμε προηγουμένως, το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων στοχεύουν στην τόνωση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και δεν προωθούνται λόγω της Συμφωνίας. Για τους λόγους αυτούς, μια «επιτυχημένη» διαχείριση του χρέους θα συνοδεύεται με αντιλαϊκά μέτρα.
Μπορούμε, παρόλ’ αυτά, να τονίσουμε πως, παρά την έντονη κυβερνητική προπαγάνδα για «επιτυχία», οι ακριβείς όροι της διαχείρισης του ελληνικού χρέους δεν αποφασίστηκαν ακόμα –και συνεπακόλουθα των υπόλοιπων κρατών-μελών της ΕΕ– αλλά παραπέμπονται για μετέπειτα.
Το σήριαλ λοιπόν της διαχείρισης του ελληνικού κρατικού χρέους θα έχει πολλές συνέχειες ακόμα.
Βασικά σημεία της απόφασης του Eurogroup
Σ’ αυτόν τον άξονα, η απόφαση του EUROGROUP της 15ης Ιούνη για το ελληνικό χρέος αποτελεί τη σημαντικότερη εξέλιξη της περιόδου.
Βασικά σημεία της απόφασης είναι τα παρακάτω:
1. Υπάρχει εκτενής αναφορά στα αντιλαϊκά μέτρα που έχουν ληφθεί. Ειδικότερα γίνεται αναφορά στην «υιοθετημένη νομοθεσία που εγγυάται τις μεταρρυθμίσεις στις συλλογικές μεταρρυθμίσεις και που φέρνει το πλαίσιο των ομαδικών απολύσεων στις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές» και στην «εφαρμογή των εργαλειοθηκών του ΟΟΣΑ», ενώ γίνεται αναφορά και στη «δέσμευση των Αρχών να συνεχίσουν στις μεταρρυθμίσεις».
2. Συμφωνήθηκε πως τα πρωτογενή πλεονάσματα θα κυμανθούν στο 3,5% μέχρι το 2022, και μεγαλύτερα ή ίσα του 2% την περίοδο 2023-2060. Η συμφωνία κάνει λόγο για πλεονάσματα που δε θα μειωθούν κάτω από το 2% μέχρι το 2060. Η κοινή απόφαση του Eurogroup κάνει λόγο για πλεονάσματα τέτοια, ώστε να «τηρεί τις δεσμεύσεις της αναφορικά με το δημοσιονομικό σύμφωνο που, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα είναι πάνω, αλλά κοντά στο 2%».
3. Αναφορικά με τα μέτρα απομείωσης του χρέους, η απόφαση αντανακλά τις αντιθέσεις των κρατών-μελών της ΕΕ και τις αντιθέσεις Γερμανίας - ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, η απόφαση από τη μία επαναλαμβάνει πως πρόκειται για μέτρα που έχουν ήδη συμφωνηθεί από το Μάη του 2016, από την άλλη περιλαμβάνει τη διατύπωση του ΔΝΤ πως «χαιρετίζει την επιπλέον συγκεκριμενοποίηση των μέτρων απομείωσης που λήφθηκε σήμερα από τα κράτη-μέλη» και πως «συμφωνεί ότι αποτελούν ένα μείζον βήμα προς τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους». Περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:
α. Διατύπωση πως «η βιωσιμότητα του χρέους πρέπει να επιτευχθεί μέσα στο πλαίσιο των μέτρων που αποφασίστηκαν από το Eurogroup το Μάη του 2016».
β. Επαναλαμβάνει τη διατύπωση για πρόθεση ανάληψης μέτρων απομείωσης του χρέους στο βαθμό που απαιτείται για να γίνει σεβαστό το προαναφερόμενο κριτήριο, μετά τη λήξη του προγράμματος. Πλέον περιγράφονται πιο συγκεκριμένα τα μέτρα που προτίθεται να λάβει το Eurogroup. Τα μέτρα αυτά αποτελούν συγκεκριμενοποίηση των μέτρων που αποφασίστηκαν το 2016. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για επέκταση των ομολόγων του EFSF από 0 έως 15 χρόνια, καθώς και ορισμένα άλλα.
γ. Περιλαμβάνει διατύπωση για τη ρήτρα ανάπτυξης. Η διατύπωση λέει: «Η αναπροσαρμογή των όρων αποπληρωμής του EFSF θα επαναρυθμίζεται σύμφωνα με ένα μηχανισμό συνδεδεμένο με την ανάπτυξη», ώστε να ληφθούν υπόψη πιθανές διαφορές ανάμεσα στις υποθέσεις ανάπτυξης στη μελέτη βιωσιμότητας χρέους και στην πραγματική ανάπτυξη. Η διατύπωση είναι επίτηδες ασαφής, αφού μπορεί να ερμηνευτεί ως ρύθμιση της περιόδου επέκτασης από 0 έως 15 ή για επιπλέον επέκταση.
δ. Οι λεπτομέρειες, που όμως αποτελούν την ουσία, μετατίθενται για τη συζήτηση που θα γίνει μετά από τη λήξη του προγράμματος. Ειδικότερα προβλέπεται πως «μετά από τη λήξη, και με την προϋπόθεση της επιτυχούς εφαρμογής του και στο βαθμό που χρειάζεται», θα εφαρμοστεί το δεύτερο πακέτο μέτρων.
ε. Η απόφαση αφήνει ρητά έξω από τη συζήτηση τα ομόλογα του ESM (προηγούμενη απαίτηση του ΔΝΤ). Σ’ αυτό το πλαίσιο, το ΔΝΤ κάνει λόγο από τη μία για «ουσιαστικό βήμα για τη βιωσιμότητα του χρέους», από την άλλη για ανάγκη «κατάλληλης ρύθμισης των μέτρων στο τέλος του προγράμματος, ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους», και προχωρά σε μια ντεμί συμμετοχή στο πρόγραμμα, χωρίς χρηματοδότηση για 14 μήνες. Στην πράξη τόσο το ΔΝΤ όσο και η απόφαση δε δέχονται πως απομειώθηκε το χρέος.
στ. Προβλέπεται επίσης πως τα αδιάθετα δάνεια του ESM θα χρησιμοποιηθούν ως πακέτο ασφαλείας για να υποβοηθηθεί η «έξοδος στις αγορές». Μιλά για αξιοποίηση του τμήματος της πίστωσης που προέβλεπε το δάνειο των 85 δισ. ευρώ.
Η Συμφωνία έχει προσωρινό χαρακτήρα
Όπως αναφέραμε, οι ακριβείς όροι διαχείρισης του ελληνικού χρέους δεν αποφασίστηκαν ακόμα, αλλά παραπέμπονται για μετέπειτα. Υπάρχει αοριστία για το χρόνο επιμήκυνσης των τοκοχρεωλύσιων EFSF, την πρόσβαση στο QE και έλλειψη προσδιορισμού για το μηχανισμό του επιτοκίου.
Τόσο οι δηλώσεις του Μακρόν όσο και του Σόιμπλε επισήμαναν τη μετάθεση της λήψης ουσιαστικής απόφασης στο μέλλον:
Ο Μακρόν δήλωσε πως «ήταν σημαντικό να έχουμε αυτήν τη συμφωνία, σε αυτό το στάδιο», τονίζοντας όμως πως «αυτή η συμφωνία δεν είναι οριστική», αλλά «πρέπει με όλους τους τρόπους μέσα στους επόμενους μήνες να επανέλθουμε στο θέμα της Ελλάδας. Και αναπόφευκτα οι λύσεις που η Γαλλία μπόρεσε να προτείνει για να προχωρήσουμε θα επανέλθουν».
Αντίστοιχα, ο Σόιμπλε δήλωσε, μετά από τη λήξη του Eurogroup, πως «δεν πρόκειται για μια θεμελιώδη αλλαγή στο πρόγραμμα», ενώ ειδικότερα για τα μέτρα σχετικά με το χρέος δήλωσε πως «η Ελλάδα θα πρέπει να προβεί σε μεταρρυθμίσεις, επιπλέον μέτρα» και «εάν επιπλέον μέτρα κριθούν αναγκαία στο τέλος του προγράμματος, μπορούμε να τα λάβουμε».
Έτσι, η σύνδεση του χρέους με την ανάπτυξη δεν ξεκαθαρίζεται πώς θα γίνει και σε ποιο βαθμό. Ταυτόχρονα γίνεται σαφές πως η λύση που περιγράφεται αφορά τα δάνεια του EFSF και όχι του ESM, όπως ζητούσε το ΔΝΤ. Έτσι ο ESM δε «χρεώνεται» την εφαρμογή της συγκεκριμένης λύσης.
Το σενάριο πρωτογενών πλεονασμάτων στο οποίο συμφώνησε η ελληνική κυβέρνηση είναι –πρακτικά– το σενάριο που πρότεινε η ευρωπαϊκή πλευρά ήδη από το προηγούμενο Eurogroup. Δεν είναι σαφές ωστόσο αν η μείωση θα γίνει απότομα και θα διατηρηθεί κοντά στο 2% ή αν θα γίνει σταδιακά.
Η Συμφωνία επιχειρεί να συμβιβάσει διαφορετικά συμφέροντα στο αστικό στρατόπεδο
Βασικό στοιχείο της διαπραγμάτευσης είναι αν οι μελλοντικές εκταμιεύσεις θα προορίζονται μόνο για την αποπληρωμή των δανείων ή αν θα διοχετευτούν και σε ποιο βαθμό και για τη στήριξη εγχώριων επενδύσεων.
Καινούργιο στοιχείο στη Συμφωνία είναι η ρήτρα ανάπτυξης στο χρέος. Όμως οι λεπτομέρειές της –που κρύβουν τελικά την ουσία– δε συμφωνήθηκαν (π.χ. αν πρόκειται για μια άνευ ορίων επίδραση της ανάπτυξης στους όρους αποπληρωμής). Σημειώνουμε πως η κυβέρνηση επιβεβαίωσε πως θα κινηθεί μέσα στα όρια του δημοσιονομικού συμφώνου.
Η απόφαση τελικά αναφορικά με τη διαχείριση του χρέους περιλαμβάνει αντιφατικές, ακροβατικές διατυπώσεις, που μπορούν να αξιοποιηθούν απ’ όλους. Αντανακλά έναν ακόμα εύθραυστο συμβιβασμό ανάμεσα σε Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, ΗΠΑ - ΔΝΤ και τις υπόλοιπες χώρες, καθώς πίσω από τη διαχείριση του ελληνικού χρέους κρύβεται η διαχείριση της μεγάλης υπερχρέωσης στα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Η απόφαση του Eurogroup δε συνιστά, σε καμία περίπτωση, μια «καθαρή λύση απομείωσης» του ελληνικού χρέους. Μέσα στον επόμενο χρόνο το ζήτημα θα βρίσκεται στο επίκεντρο, αφού το 2018 θα γίνει η συζήτηση για τον τρόπο και την έκταση της απομείωσης.
Θα υπάρξει κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης
Ο όρος επιτυχούς ολοκλήρωσης του προγράμματος μεταφράζεται σε νέα αντιλαϊκά μέτρα, που θα προωθηθούν το επόμενο διάστημα. Έχουμε αναφερθεί στα μέτρα και στις αρνητικές επιπτώσεις στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Η διαβεβαίωση της κυβέρνησης ότι έκλεισε ο κύκλος των επώδυνων αντιλαϊκών μέτρων είναι καθαρή προπαγάνδα.
Η Συμφωνία προβλέπει μεγάλα πλεονάσματα και ισχυρή δημοσιονομική εποπτεία μέχρι το 2060, χωρίς να προβλέπει συγκεκριμένο μηχανισμό μείωσης του χρέους σε διαχειρίσιμα επίπεδα. Το ελληνικό κρατικό χρέος θα παραμένει ιδιαίτερα υψηλό. Επίσης, καθώς το «σκληρό κουκούτσι» του υπέρογκου δανεισμού των κρατών-μελών της ΕΕ δε λύνεται, η αξιοποίηση του ελληνικού χρέους ως πεδίου πίεσης ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων θα συνεχιστεί. Επόμενο βήμα είναι η δημοσίευση της έκθεσης βιωσιμότητας χρέους από το ΔΝΤ μέσα στο καλοκαίρι.
Καλείται να πληρώσει ο λαός που δεν ευθύνεταικαι δεν ωφελήθηκε απ’ τη διόγκωση του χρέους.
Οι εργαζόμενοι δεν ευθύνονται και δεν πρέπει να πληρώσουν για το δημόσιο χρέος. Η αστική προπαγάνδα επιχειρεί να συσκοτίσει τις πραγματικές αιτίες διόγκωσης του κρατικού χρέους που αφορούν:
α) Τη δημοσιονομική διαχείριση των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ προς όφελος των μονοπωλιακών ομίλων στη μεταπολιτευτική περίοδο
β) Τις τεράστιες δαπάνες σε εξοπλιστικά προγράμματα και αποστολές που υπηρετούν τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ.
γ) Τις συνέπειες από την ενσωμάτωση της ελληνικής οικονομίας στην ΕΕ και στην ΟΝΕ.
δ) Τους όρους δανεισμού (επιτόκια, διάρκεια, όροι αποπληρωμής).
ε) Την επίδραση της καπιταλιστικής κρίσης στην ελληνική οικονομία.
Η ΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΣΕΒ
Η εξέταση της στάσης του ΣΕΒ βοηθά από τη μία να γίνει κατανοητή η αστική στρατηγική με μεγαλύτερη σαφήνεια, από την άλλη αποδεικνύει ποια ταξικά συμφέροντα υπηρετεί η κυβερνητική πολιτική.
Ο ΣΕΒ ασκεί κριτική στην αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης (με τη μείωση του αφορολόγητου) και στην αβέβαιη αντίστοιχη μείωση των συντελεστών (με τα αντίμετρα), προβάλλοντας τη θέση πως καθηλώνει την ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα. Κύριο μέλημα του ΣΕΒ είναι η μείωση των φορολογικών συντελεστών των επιχειρήσεων.
Συγχρόνως, προκρίνει ως νέα βήματα οικονομικής πολιτικής:
α) Τα νέα μεγάλα έργα υποδομών, σε σύμπραξη με τον ιδιωτικό τομέα.
β) Την αποκατάσταση της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, με ρύθμιση των κόκκινων δανείων.
γ) Τη μείωση φόρων και εισφορών.
Έχει ιδιαίτερη σημασία η επιμονή του ΣΕΒ στην ανάγκη επιθετικής προώθησης των μεταρρυθμίσεων, φωτίζοντας τον πραγματικό τους χαρακτήρα, ως συνεκτική πολιτική με στόχο την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου και όχι ως μέτρα που εφαρμόζει «υποχρεωτικά, λόγω συσχετισμών», η ελληνική κυβέρνηση.
Έτσι, αναφορικά με τη Συμφωνία στο Eurogroup, o ΣΕΒ σχολίασε ως «ιδιαίτερα θετική εξέλιξη» το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης που «απομακρύνει την αβεβαιότητα» και συνέχισε λέγοντας πως «η μεταρρυθμιστική προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί και να ενταθεί στο πλαίσιο μιας φιλόδοξης αναπτυξιακής στρατηγικής», χωρίς να κάνει καμία αναφορά στο ζήτημα της διευθέτησης του χρέους.
Πρόκειται για μια επιπλέον «σύσταση» από μεριάς ΣΕΒ προς την κυβέρνηση να προχωρήσει πιο αποφασιστικά στην υλοποίηση της πολιτικής της το επόμενο διάστημα και φωτογραφίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα διαρθρωθεί η κυβερνητική πολιτική.
ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΔΙΑΠΑΛΗ
α) Βασικό στοιχείο της παρέμβασής μας είναι η ανάδειξη του ταξικού κριτηρίου με βάση το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσουν οι μισθωτοί και οι αυτοαπασχολούμενοι τα νέα μέτρα, δηλαδή με κριτήριο την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους, αντιπαραθετικά με το αστικό πλαίσιο που καλεί το λαό να συγκρίνει τις επιβαρύνσεις που ήδη δέχτηκε ή θα δεχτεί από τις διαφορετικές αστικές κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ΝΔ-ΠΑΣΟΚ κλπ.
Το ζήτημα σφυρηλάτησης ταξικού κριτηρίου έχει καθοριστική σημασία για την άνοδο της απαιτητικότητας, της μαχητικότητας της εργατικής τάξης και για την αντιμετώπιση της λογικής της επιλογής του «δήθεν μικρότερου κακού».
β) Έχει σημασία να αποκαλύψουμε το χαρακτήρα της κριτικής της ΝΔ στο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ και ορισμένα αστικά Μέσα (π.χ. ΣΚΑΪ) κατηγορούν το ΣΥΡΙΖΑ ότι καθυστερεί τη Συμφωνία για την αξιολόγηση, ότι διστάζει να προωθήσει τις αναδιαρθρώσεις λόγω αριστερών, κρατικιστικών ιδεοληψιών (πολιτική συγγένεια με τη Β. Κορέα κλπ.). Προβάλλει ως λύση το διαφορετικό μίγμα με λιγότερους φόρους και έμφαση στη μείωση των κρατικών δαπανών.
Η ΝΔ εμφανίζει αδυναμία και αμηχανία στην προσπάθειά της να διαφοροποιηθεί πειστικά απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Αδυναμία που έχει ως αντικειμενική βάση τη σύμπλευσή της με τις αστικές στρατηγικές κατευθύνσεις (τις οποίες προωθεί η σημερινή κυβέρνηση πιο αποτελεσματικά από την κυβέρνηση Σαμαρά). Στην ουσία η ΝΔ με την κριτική της στην κυβέρνηση ότι πρέπει να κινηθεί πιο γρήγορα και αποφασιστικά στηρίζει την κλιμάκωση της επίθεσης. Η κριτική της για «κρατισμό» του ΣΥΡΙΖΑ αφενός συγκαλύπτει το εκτεταμένο κυβερνητικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων (περιφερειακά αεροδρόμια, Ελληνικό, λιγνιτικές μονάδες ΔΕΗ κλπ.) και αφετέρου συσκοτίζει το ρόλο του αστικού κράτους, που υπηρετεί τα στρατηγικά συμφέροντα του μονοπωλιακού κεφαλαίου.
Σε επίπεδο διαχείρισης ουσιαστικά προτείνει ένα σχετικά διαφορετικό τρόπο σφαγής των λαϊκών δικαιωμάτων και αναγκών, με έμφαση στην περικοπή δαπανών κρατικής κοινωνικής πολιτικής προς όφελος του κεφαλαίου.
γ) Να μην υποτιμήσουμε την κυβερνητική προπαγάνδα περί μεσαίων στρωμάτων και προνομιούχων, που πρέπει να βάλουν το χέρι στην τσέπη για να ανακουφιστούν τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Πρέπει να αποκαλύψουμε τους στόχους της.
Μεσαία κοινωνικά στρώματα ασφαλώς και υπάρχουν. Όμως η κυβέρνηση εμφανίζει ως «προνομιούχους», ως μεσαία στρώματα όλους τους μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους (π.χ. συνταξιούχους των 1.200 ευρώ) που δεν ανήκουν στην ομάδα ακραίας φτώχειας.
Η αστική πολιτική περιλαμβάνει στον «πληθυσμό σε κίνδυνο φτώχειας» μόνο εκείνο το τμήμα που στερείται άμεσα 4 από τα 9 βασικότερα αγαθά και υπηρεσίες (διατροφή, θέρμανση κλπ.).
Γενικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ αναβιώνει την προπαγάνδα του ΠΑΣΟΚ για «ρετιρέ και υπόγεια», προσπαθώντας να νομιμοποιήσει στη συνείδηση των εργαζόμενων την πολιτική αναδιανομής της φτώχειας μεταξύ μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων, με ταυτόχρονη αυξημένη κρατική στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου.
Οι προαναφερόμενες πλευρές, καθώς και η αντιμετώπιση της αντίληψης περί «αναποτελεσματικότητας των αγώνων», έχουν ιδιαίτερη σημασία για να ανέβει η απαιτητικότητα σε ευρύτερα στρώματα των εργαζόμενων.
Συμπερασματικά η παρέμβασή μας δεν περιορίζεται μόνο στην καταδίκη και αναχαίτιση των νέων αντιλαϊκών κυβερνητικών μέτρων.
Καλούμε σε αγώνα για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, με επίκεντρο τη διεκδίκηση της επιστροφής όλων των απωλειών της περιόδου της κρίσης.
Καλούμε σε αγώνα για την ανατροπή παλιών και νέων μέτρων, που υπηρετούν το στόχο της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου. Αποκαλύπτουμε την προπαγάνδα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που επιχειρεί να αποδώσει τις ευθύνες και για τα νέα μέτρα στην κακοδιαχείριση και τη διαφθορά των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, σημαδεύοντας τον πραγματικό αντίπαλο, την αστική τάξη, τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες που την στηρίζουν, δηλαδή την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και όλα τα αστικά κόμματα που υπηρετούν το στόχο της επιστροφής στην καπιταλιστική ανάπτυξη.
Καλούμε σε κοινή πάλη όσους πλήττονται από την αντιλαϊκή πολιτική σε συγκεκριμένους άξονες (π.χ. φορολογικό, Ασφαλιστικό, Υγεία). Φωτίζουμε ότι, όσο συνεχίζουμε να βαδίζουμε στο σημερινό δρόμο της εξουσίας του κεφαλαίου, δεν πρόκειται να σταματήσει η ένταση της εκμετάλλευσης, τα μέτρα διασφάλισης φθηνής εργατικής δύναμης και η επιτάχυνση της συγκέντρωσης του κεφαλαίου, η ισχυροποίηση των μονοπωλιακών ομίλων. Το νέο πακέτο μέτρων φωτογραφίζει το χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης και αποκαλύπτει πως η καπιταλιστική ανάπτυξη δε φέρνει τη λαϊκή ευημερία, αλλά απαιτεί μόνιμες θυσίες εκ μέρους των εργατικών-λαϊκών στρωμάτων.