Για την παρέμβαση του Κόμματος στα πανεπιστήμια


του Τμήματος Παιδείας & Έρευνας της ΚΕ του ΚΚΕ

Διανύουμε ήδη τον τέταρτο χρόνο από τη διεξαγωγή του 21ου Συ-
νεδρίου του ΚΚΕ, στις αποφάσεις του οποίου ξεχωρίζουμε την 
εξής κομβική θέση: «Το κεντρικό ζήτημα επεξεργασίας του 21ου Συνεδρίου είναι να γίνεται ακόμα πιο διακριτός στις πλατιές εργατικές-λαϊκές δυνάμεις ο ρόλος του ΚΚΕ ως ισχυρής οργανωμένης ιδεολογικοπολιτικής εργατικής-λαϊκής πρωτοπορίας, ως ο φορέας νέων ιδεών της επαναστατικής κοινωνικής προοπτικής, απάντησης στα μεγάλα ζωτικά προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί και απαιτούν επιτακτικά τη λύση τους τον 21ο αιώνα. Αυτό απαιτεί ανώτερη ποιοτικά καθοδηγητική δουλειά, ιδεολογική-πολιτική μορφωτική αναβάθμιση της δουλειάς όλου του Κόμματος, από την ΚΕ μέχρι τις ΚΟΒ, από το ΚΣ της ΚΝΕ μέχρι τις ΟΒ.»

Αυτό το διάστημα, έχουμε δώσει κρίσιμες πολιτικές μάχες, με θετικά αποτελέσματα, με συσπείρωση γύρω από τις θέσεις μας, με πρωτοπόρα δράση σε μέτωπα πάλης σε κάθε χώρο. Στο χώρο των πανεπιστημίων, αυτήν τη χρονική περίοδο, ξεχωρίζουν οι μαζικές φοιτητικές κινητοποιήσεις απέναντι σε νόμους-τομές που επιταχύνουν αντιδραστικές προσαρμογές, αλλά και η αποτύπωση νέων θετικών συσχετισμών στους φοιτητικούς συλλόγους όπου σε πανελλαδικό επίπεδο το ψηφοδέλτιο της Πανσπουδαστικής που στηρίζει η ΚΝΕ καταγράφεται ως πρώτη δύναμη για τρίτη συνεχή χρονιά.

Επίσης, από το Μάη του 2021, το Κόμμα έχει ήδη εκδώσει την πρότασή μας για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας. Στη βάση αυτήν, αναλύουμε και παρακολουθούμε τις αλλαγές, διαμορφώνουμε πλαίσιο διεκδίκησης, παρεμβαίνουμε στις εξελίξεις.

Με το κείμενο που δημοσιεύουμε, επιδιώκουμε να συμβάλουμε στη δουλειά των κομματικών οργάνων και οργανώσεων στους χώρους των πανεπιστημίων, για να αναβαθμιστεί η ιδεολογική και πολιτική μας παρέμβαση, να ενισχυθεί η ολόπλευρη στήριξη στην ΚΝΕ, για να υπηρετηθούν οι στόχοι της κομματικής οικοδόμησης, της ανάπτυξης του κινήματος, συσπείρωσης δυνάμεων γύρω από το Κόμμα και τη στρατηγική του.

Προϋπόθεση είναι, χωρίς να χάνουμε τη «μεγάλη εικόνα», να παίρνουμε υπόψη ότι επιδρούν πολύπλευρα στη στάση και στη σκέψη μια σειρά παράγοντες, οι οποίοι εκφράζονται συγκεκριμένα ανά χώρο. Στην παρέμβασή μας στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τέτοιοι είναι ο χαρακτήρας και ρόλος του πανεπιστημίου στον καπιταλισμό, οι στρατηγικές κατευθύνσεις ΕΕ - κεφαλαίου, η κυβερνητική πολιτική στο έδαφος της ελληνικής πραγματικότητας στα πανεπιστήμια, πλευρές που περιγράφουμε συνοπτικά παρακάτω. Σε αυτό το πλαίσιο, περιγράφονται και οι κατευθύνσεις εμπλουτισμού και εξειδίκευσης της παρέμβασής μας.

 

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΣΤΕΚΟΜΑΣΤΕ

Η τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει αντικειμενικά διακριτό ρόλο και γνωρίσματα από τις προηγούμενες βαθμίδες της εκπαίδευσης. Αποτελεί επαγγελματική εκπαίδευση που προετοιμάζει το τμήμα εκείνο των εργαζόμενων που θα απασχοληθεί σε εργασίες που απαιτούν επιστημονική ειδίκευση σε διάφορους κλάδους της οικονομίας, σε διοικητικές1 δομές και κρατικές υπηρεσίες, και είναι συνδεδεμένη με την επιστημονική έρευνα.

Η παρέμβασή μας σε ένα μηχανισμό, που προετοιμάζει, γνωστικά και ιδεολογικά, την αυριανή βάρδια της ειδικευμένης επιστημονικά εργατικής τάξης και άλλων εργαζόμενων, για τις ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας - κοινωνίας, έχει τις δικές της απαιτήσεις.

Στο έδαφος της καπιταλιστικής κοινωνίας, η αντικειμενική σχέση πανεπιστημίων - κοινωνίας - οικονομίας σημαίνει ότι οι εξελίξεις στα πανεπιστήμια «δένονται» με τις ανάγκες της διευρυμένης καπιταλιστικής αναπαραγωγής και της εδραίωσης της εξουσίας της αστικής τάξης.

Σε αυτό το πλαίσιο, βασικό καθήκον του Κόμματος είναι η ενίσχυση της ιδεολογικής-μορφωτικής προσπάθειας με επίκεντρο την εκλαΐκευση της πρότασης του ΚΚΕ για την παιδεία, την εργασία, την επιστήμη, την υγεία, το σύνολο των ολοένα και πιο διευρυνόμενων κοινωνικών αναγκών, φωτίζοντας τους όρους για την ικανοποίησή τους, δηλαδή την πάλη για το σοσιαλισμό-κομμουνισμό. Έτσι μπορούν να κλονίζονται και να μετατοπίζονται συνειδήσεις, να διαμορφώνονται ρωγμές στην επιδίωξη της ιδεολογικής ενσωμάτωσης των αυριανών εργαζόμενων για τις ανάγκες του κεφαλαίου, κόντρα στην «εκπαίδευση» των αυριανών εργαζόμενων επιστημόνων με τις σάπιες αξίες και τα ιδανικά του συστήματος, όπως ο ανταγωνισμός, οι ύμνοι στην επιχειρηματικότητα, η σκέψη από την «πλευρά του εργοδότη και της επιχείρησης»2.

Στην αντιπέρα όχθη, εμείς επιδιώκουμε ν’ αναδεικνύουμε τους νόμους της καπιταλιστικής οικονομίας, να συνειδητοποιείται ο ταξικός διαχωρισμός και σε αυτήν τη βάση, να μπολιάζουμε με τις εργατικές αξίες και ιδανικά τη συνειδητοποίηση της ταξικής πάλης για την κατάργηση της εκμετάλλευσης, τις αξίες της αλληλεγγύης, της συναδελφικότητας, της αγάπης και του σεβασμού για τον άνθρωπο του μόχθου κ.ά., τόσο μέσα από τη διεξαγωγή της ιδεολογικής πάλης, όσο και μέσα από την προσπάθεια ανάπτυξης διεκδικήσεων και δράσεων αλληλεγγύης και συλλογικής λειτουργίας των συνδικαλιστικών δομών.

Το πανεπιστήμιο στον καπιταλισμό αποτελεί και χώρο παραγωγής, δοκιμής και προετοιμασίας αντιδραστικών ιδεολογημάτων, με τα οποία μπορεί να «ντύνουν» και πλευρές της αντιλαϊκής πολιτικής που υλοποιούν οι κυβερνήσεις, ως μίγματα διαχείρισης με επιστημονικό προκάλυμμα, αλλά και αναχρονιστικές αντιλήψεις και απόψεις που μπορεί να διαχέονται στην κοινωνία με επιστημολογικό περιτύλιγμα.

Μια σειρά τέτοια παραδείγματα αναδεικνύονται και στις σελίδες του κειμένου του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής, αλλά και μέσα από άλλα κείμενα και δημοσιεύματα. Σχετικά νέα εξέλιξη, η οποία πήρε μεγαλύτερη έκταση μέσα στην πανδημία και παραμένει, είναι η προσπάθεια νομιμοποίησης κυβερνητικών επιλογών με την επίκληση των ειδικών.

Σε αυτόν το δοσμένο ρόλο των πανεπιστημίων, η κομματική παρέμβαση, μέσα στο σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας, τους φοιτητές, προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς, τους νέους ερευνητές, τους διδάσκοντες, τους υπόλοιπους εργαζόμενους, στοχεύει στη διαμόρφωση ρηγμάτων στη σκέψη, διαμόρφωση όρων συσπείρωσης και ριζοσπαστικοποίησης με άξονα τις δυνατότητες για πανεπιστήμιο, επιστήμη και έρευνα που θα υπηρετεί τις σύγχρονες εργατικές-λαϊκές ανάγκες, ώστε να κατανοείται ότι η πάλη για το σοσιαλισμό αποτελεί τη μοναδική διέξοδο από τη σκοπιά της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Πρόκειται για μια υπόθεση που κοιτάει επίσης προς το μέλλον. Δηλαδή την προετοιμασία νέων δυνάμεων επιστημονικού εργατικού δυναμικού για την ένταξή τους στην ταξική πάλη σε κάθε επαγγελματικό και εργασιακό χώρο.

 

Η «ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ» ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ

– Στη χώρα μας λειτουργούν 24 ΑΕΙ και η ΑΣΠΑΙΤΕ με 423 τμήματα και προσφέρουν 602 προγράμματα προπτυχιακών σπουδών (ΠΠΣ)3, 1.258 μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών (ΠΜΣ) και 423 προγράμματα διδακτορικών σπουδών (ΠΔΣ).

– Στα πανεπιστήμια συγκεντρώνεται πολύ μεγάλο ποσοστό της νεολαίας. Οι φοιτητές των ΠΠΣ είναι πάνω από 700.000 (οι ενεργοί είναι 379.559), οι ΠΜΣ περίπου 83.000, ενώ οι υποψήφιοι διδάκτορες είναι περίπου 32.000. Μάλιστα, έχει σημασία να αναφέρουμε ότι σε βάθος δεκαετίας αποτυπώνεται αυξητική τάση. Ενδεικτικά ο φοιτητικός πληθυσμός της χώρας παρουσιάζεται αυξημένος το 2021 κατά 8.258 (1,04%) σε σχέση με το 2019.

– 1 στους 2 εργαζόμενους της χώρας είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.4

– Το διδακτικό προσωπικό είναι περίπου 20.000, με τους μισούς σχεδόν να είναι ΔΕΠ, περίπου 3.500 είναι μόνιμο βοηθητικό προσωπικό (ΕΕΠ και ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ), ενώ οι υπόλοιποι είναι υπό διάφορα ευέλικτα εργασιακά καθεστώτα.

– Οι μόνιμοι εργαζόμενοι στις διοικητικές υπηρεσίες των πανεπιστημίων είναι περίπου 6.500. Ο όγκος των μη μόνιμων, αν και δεν υπάρχουν συγκεντρωμένα στοιχεία, είναι σίγουρα μεγάλος. Ενδεικτικά, στο ΕΚΠΑ που συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός εργαζόμενων, από τους 3.500 που εργάζονται σε διοικητικές υπηρεσίες, οι 1.400 είναι μόνιμοι.5

– Για τους εργολαβικούς εργαζόμενους σε μια σειρά υπηρεσίες, όπως σίτιση, καθαριότητα, φύλαξη, δεν έχουμε δημοσιευμένα στοιχεία. Ωστόσο, είναι δεδομένο πως συγκεντρώνεται σημαντικός αριθμός και μάλιστα με εργασιακές σχέσεις λάστιχο, με ολιγόμηνες συμβάσεις κλπ.

Η κατεύθυνση της ΕΕ για μαζική «παραγωγή» αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αντανακλά τις ανάγκες στελέχωσης της καπιταλιστικής παραγωγής και οικονομίας, και μάλιστα σε περίοδο ραγδαίων επιστημονικών και τεχνολογικών εξελίξεων, με αποφοίτους αυτής της βαθμίδας. Σύμφωνα με τα ντοκουμέντα της, στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι, τουλάχιστον το 45% του πληθυσμού στις παραγωγικές ηλικίες 25-34 να έχει πτυχίο πανεπιστημίου, με ορίζοντα το 2030.

Η στροφή στα ιδιωτικά πανεπιστήμια και στα δίδακτρα, εκτός από άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο, επιδιώκει να καλύψει και την ανάγκη για περισσότερους απόφοιτους, σε περισσότερα αντικείμενα, καθώς και τις ανάγκες κατάρτισης και επανακατάρτισης για την αποτελεσματικότερη εκμετάλλευση της δεξαμενής των ανέργων, ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν ως εφεδρικός βιομηχανικός στρατός εν μέσω καταιγιστικών εξελίξεων σε όλα τα επίπεδα. Κι όλα αυτά με τη μικρότερη δυνατή κρατική δαπάνη.

Ενταγμένη σε αυτό το πλαίσιο είναι και η μεγάλη αύξηση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών, του αριθμού των μεταπτυχιακών φοιτητών. Επίσης, εκφράζει τον ανταγωνισμό προσόντων ανάμεσα στους αποφοίτους ΑΕΙ, σε συνθήκες υψηλού επιπέδου ανεργίας και ετεροαπασχόλησης,6 ενώ η ύπαρξη διδάκτρων, κατά βάση υψηλών, ο πρόσθετος χρόνος σπουδών, θέτουν νέα ταξικά φίλτρα.

Αν και στη χώρα μας προσεγγίζεται ο στόχος του 45% πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ωστόσο απασχολεί τα αστικά επιτελεία ο χαμηλός ρυθμός αποφοίτησης στα ελληνικά πανεπιστήμια, σε σχέση και με το ΜΟ της Ευρώπης7. Επί της ουσίας, στόχος των διαφόρων μέτρων, που λειτουργούν ως «κόφτες», είναι να επιτευχθούν συνδυασμένα τα εξής: α) να μη «λιμνάζει» στα πανεπιστήμια κόσμος που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σε ειδικευμένες εργασίες από το κεφάλαιο, με «σπρώξιμο», π.χ., μέσα από το μέτρο της ΕΒΕ, ή τις διαγραφές φοιτητών, προς την κατάρτιση. Ήδη έχει ανέβει αισθητά η συμμετοχή στα ΙΕΚ μετά την εφαρμογή της ΕΒΕ. β) Να μειωθεί –κι άλλο– το κόστος των κρατικών δαπανών για τα δημόσια πανεπιστήμια, συρρικνώνοντας το «χάρτη» της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και στέλνοντας πελατεία σε ιδιωτικές δομές –πολλές από τις οποίες είναι τριτοβάθμιες– εμπορευματοποιώντας κι άλλο τα δημόσια κλπ.

Ενδεικτικό είναι το παρακάτω απόσπασμα: «Ο φοιτητικός πληθυσμός εμφανίζεται ως ένας από τους υψηλότερους μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και διεθνώς, κυρίως λόγω των υψηλών ποσοστών φοιτητών, οι οποίοι καθυστερούν την αποφοίτησή τους για πολλά έτη πέραν του κανονικού χρόνου σπουδών. Από την εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (2021) και εφεξής, εμφανίζεται μια μικρή ποσοστιαία μείωση των εισακτέων, συγκριτικά με τα αντίστοιχα μεγέθη του προηγούμενου έτους. Ωστόσο, οι κάτοχοι πτυχίου ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι κατά τι λιγότεροι σε ποσοστό από το μέσο όρο της ΕΕ και του ΟΟΣΑ για όλες τις ηλικιακές ομάδες. Επομένως, τα υψηλά ποσοστά φοιτητικού πληθυσμού για τη χώρα μας δε μετατρέπονται και σε υψηλά ποσοστά πτυχιούχων εξαιτίας των χαμηλών ρυθμών αποφοίτησης. Η χώρα πρέπει να εστιάσει στο χρόνιο αυτό φαινόμενο, να προσδιορίσει τις αιτίες ώστε να εφαρμόσει κατάλληλη στρατηγική για την εξάλειψη του φαινομένου.»8

Συμπερασματικά, παρά τις μικρές αποκλίσεις που μπορεί να εκφραστούν τα επόμενα χρόνια, μεγάλος όγκος εργατικού δυναμικού της χώρας θα συνεχίσει να αποφοιτά από τα πανεπιστήμια. Επομένως, η σημασία της παρέμβασής μας σε αυτούς τους χώρους για την κομματική οικοδόμηση και την ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος είναι και δουλειά προοπτικής για το Κόμμα και το εργατικό-λαϊκό κίνημα.

Δεύτερη πλευρά αφορά τη συγκέντρωση μεγάλου όγκου εργατικού δυναμικού στα πανεπιστήμια, αν συνυπολογίσουμε μόνιμο και έκτακτο διδακτικό και βοηθητικό στη διδασκαλία προσωπικό, μόνιμους και συμβασιούχους διοικητικούς υπαλλήλους (εδώ εντάσσονται όσοι εργάζονται ως βοηθητικό προσωπικό του πανεπιστημίου, π.χ. και σε υπηρεσίες υγείας, κάποιες ελάχιστες μόνιμες καθαρίστριες κ.ά. κι όχι μόνο όσοι απασχολούνται σε διοικητικές - οικονομικές υπηρεσίες), τους εργαζόμενους στους εργολάβους μέσω πανεπιστημίου, για σίτιση, καθαριότητα, φύλαξη και τις αντίστοιχες υπηρεσίες στις φοιτητικές εστίες.

Μια διαρκώς αυξανόμενη κι ολοένα και πιο εκμεταλλευόμενη ομάδα εργαζομένων είναι οι εργαζόμενοι σε ερευνητικά προγράμματα, με κατεξοχήν ελαστικές σχέσεις εργασίας, με διάφορα πλαίσια (υπότροφοι, α/α κλπ.). Πρόκειται για επιστημονικό προσωπικό υψηλών προσόντων –και υψηλών προσδοκιών που συνθλίβονται ανάμεσα στις μυλόπετρες του σκληρού ανταγωνισμού– που οδηγείται συχνά στην απαξίωση ή στη φυγή στο εξωτερικό.

Στην παρέμβασή μας στους διδάσκοντες, παίρνουμε υπόψη ότι συνεχώς διευρύνονται οι διαφορές ανάμεσα στις διάφορες κατηγορίες διδασκόντων. Ο τελευταίος νόμος-πλαίσιο περιγράφει την αρχιτεκτονική ενός πανεπιστημίου με πληθώρα σχέσεων εργασίας, με τις ευέλικτες σχέσεις να υπερτερούν των σταθερών και τα μέλη ΔΕΠ σε ρόλο διευθυντή επιχειρηματικής μονάδας.

Στους εργαζόμενους στις διοικητικές - οικονομικές υπηρεσίες των πανεπιστημίων, παρακολουθούμε και είμαστε προετοιμασμένοι σχετικά με τον αντίκτυπο που πιθανά θα έχει, ιδιαίτερα στους συμβασιούχους, η προβλεπόμενη ψηφιοποίηση της λειτουργίας του πανεπιστημίου. Η ψηφιοποίηση θα επηρεάσει τους όρους εργασίας όλου του διοικητικού προσωπικού, καθώς θα περάσει πάνω από την εντατικοποίηση της εργασίας τους. Ήδη υπάρχουν καταγγελίες για εκπαίδευση στα νέα συστήματα μέσα στο Σαββατοκύριακο και στον ελεύθερο χρόνο των εργαζομένων. Επίσης, το πέρασμα των στοιχείων, η εκσφαλμάτωση, η προσαρμογή των συστημάτων στις ανάγκες της κάθε υπηρεσίας θα γίνει με επιβάρυνση του υφιστάμενου προσωπικού, ενώ, μέχρι την πλήρη μετάπτωση, το ψηφιακό θα λειτουργεί ταυτόχρονα με το υφιστάμενο συμβατικό σύστημα – πάλι με το υπάρχον προσωπικό. Όπως έγινε και σε άλλες βιομηχανίες, π.χ. τράπεζες, όπου η ψηφιοποίηση είχε ως αποτέλεσμα ένταση της εκμετάλλευσης και απολύσεις.

Σε ό,τι αφορά τη «χαρτογράφηση» της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στο σύνολό της, παίρνουμε υπόψη ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρχουν πυκνές αλλαγές στη σύνθεσή της. Είναι η εφαρμογή του νόμου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, που θα έχει αντανάκλαση και σε άλλες βαθμίδες της μεταλυκειακής εκπαίδευσης, όπως για παράδειγμα τα κολέγια. Κάποια από αυτά έχουν ήδη εκδηλώσει πρόθεση να «αναβαθμιστούν», ενώ άλλα στο έδαφος του ανταγωνισμού πιθανόν ακόμα και να εξαφανιστούν. Όπως και να ’χει, θα εκφραστούν αντιπαραθέσεις (οι οποίες σε ένα βαθμό ήδη εκφράζονται, βλ. δικαστικές αποφάσεις υπέρ της επαγγελματικής αναγνώρισης πτυχίων κολεγίων), στο έδαφος της νέας αγοράς που είναι προ των πυλών και είναι νέο στοιχείο παρακολούθησης. Ταυτόχρονα, η κύρωση της σύμβασης της Λισαβόνας, η αναγνώριση περιόδων σπουδών, ο πολλαπλασιασμός των ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών και η ίδρυση παραρτημάτων σε άλλες χώρες των δημόσιων πανεπιστημίων, ως στοιχεία που θα ενισχύσουν την «κινητικότητα» φοιτητών διάφορων επιπέδων, θα επηρεάσουν τη σύνθεση του φοιτητικού πληθυσμού και ακόμα πιο έντονα τον προσανατολισμό των ιδρυμάτων, ενώ είναι διακηρυγμένο με πολλούς τρόπους ότι πρόκειται να προχωρήσει το επόμενο διάστημα μεγάλης έκτασης «αναδιαμόρφωση του ακαδημαϊκού χάρτη» με κριτήρια οικονομικής βιωσιμότητας και προσαρμογής στις επιταγές της αγοράς.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ

Οι εξελίξεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και το αποτύπωμά τους μέχρι σήμερα στα πανεπιστήμια επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις και τις θέσεις μας για ένα πανεπιστήμιο που, παρ’ όλη τη συσσώρευση και ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης, δεν ανταποκρίνεται στις δυνατότητες ικανοποίησης των κοινωνικών μορφωτικών αναγκών και ταυτόχρονα «ντύνει» το πρόγραμμα σπουδών του ολοένα και περισσότερο με αντιδραστικές ιδεολογικές γενικεύσεις.

Οι δεκάδες νόμοι, το σύνολο της αστικής στρατηγικής στη χώρα μας, που υπηρετήθηκε απ’ όλες τις κυβερνήσεις διαχρονικά, εναρμονίζεται με τη διαχρονική στρατηγική της ΕΕ τις τελευταίες 3 δεκαετίες, γνωστή ως διαδικασία της Μπολόνια για τον Ενιαίο Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης με επίσημη αφετηρία το 19999.

Η στρατηγική αυτή, που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του κεφαλαίου, διαμόρφωσης ενός στενού προς αυτό επιστημονικού προσωπικού, είναι που χειροτερεύει συνεχώς την κατάσταση στα πανεπιστήμια από τη σκοπιά των αναγκών της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας και των νέων που σπουδάζουν σε αυτά. Μέσα από αλλεπάλληλους νόμους, προωθείται η απόσυρση του αστικού κράτους από την άμεση ευθύνη για μια σειρά λειτουργίες προκειμένου να παρέμβει άμεσα το κεφάλαιο, οδηγώντας έτσι και στην παραπέρα εμβάθυνση και επέκταση της επιχειρηματικής και εμπορευματικής του δραστηριότητας με αρνητικές συνέπειες στην τσέπη, στο περιεχόμενο της γνώσης, αλλά και στο αντίκρισμα του πτυχίου, σε επέκταση των ευέλικτων μορφών εργασίας, ανασφάλειας για την πλειοψηφία των εργαζόμενων σε αυτά. Επιπλέον, η αντικειμενική ανάγκη για Διά Βίου Μάθηση, όπως αυτή προκύπτει από τη ραγδαία ανάπτυξη των μέσων παραγωγής, επιχειρείται να καλυφθεί με σεμινάρια και πιστοποιητικά από τα πανεπιστημιακά Κέντρα Διά Βίου Μάθησης (ΚΕΔΙΒΙΜ), με ατομική ευθύνη και εις βάρος του ελεύθερου χρόνου και της τσέπης του εργαζόμενου.

 

ΒΑΣΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Το μπαράζ νομοθετημάτων της κυβέρνησης της ΝΔ, που επί της ουσίας συμφωνούν όλα τα κόμματα πλην ΚΚΕ, για τα πανεπιστήμια –και γενικότερα για την εκπαίδευση– της τελευταίας περιόδου επιδιώκει να διαμορφώσει το έδαφος και τους τρόπους για την προώθηση των βασικών στρατηγικών κατευθύνσεων της ΕΕ:

– Τη διαμόρφωση ενός ακόμα πιο ασφυκτικού πλαισίου, προκειμένου τα πανεπιστήμια να έχουν μεγαλύτερη «αυτονομία» στην ενίσχυση της επιχειρηματικής και εμπορευματικής λειτουργίας τους και αφορά διάφορες πλευρές όπως:

  • Η δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων και οι επιπτώσεις που θα έχουν στον ανταγωνισμό με τα δημόσια.
  • H συσχέτιση της χρηματοδότησης με την αξιολόγηση, που με το νόμο-έκτρωμα για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια αυξάνεται από 20% στο 30% της κρατικής χρηματοδότησης.
  • Tα κριτήρια αξιολόγησης που ομαδοποιούνται σε 5 κατηγορίες, με κάθε πανεπιστήμιο να επιλέγει τις 2 κατηγορίες στις οποίες θα διαγωνιστεί, ώστε να επιτευχθεί η διαφοροποίηση του εκπαιδευτικού «εμπορεύματος» με την προσδοκία μεγιστοποίησης του κέρδους.
  • Oι νέοι «δρόμοι» για «εξωστρέφεια» και «διεθνοποίηση», που σημειωτέον αποτελεί μια ξεχωριστή κατηγορία αξιολόγησης, όπως είναι τα παραρτήματα δημόσιων πανεπιστημίων και η ανάπτυξη κοινών προγραμμάτων σπουδών με ιδρύματα του εξωτερικού, μεταπτυχιακών –σε πρώτη φάση– που είναι μάλιστα επιλέξιμα για χρηματοδότηση από το ΤΑΑ.
  • O μόνιμος μηχανισμός ανασυγκρότησης του ακαδημαϊκού χάρτη μέσω των μηχανισμών της αξιολόγησης και της πιστοποίησης από την ΕΘΑΑΕ, ρυθμίσεις που διευκολύνουν την κατάργηση ολόκληρων τμημάτων από τα ίδια τα πανεπιστήμια.
  • Επιπλέον, ο «εξωστρεφής» προσανατολισμός των πανεπιστημίων, προς τη στήριξη του οποίου ρέουν εκατοντάδες εκατομμύρια από το ΤΑΑ, θα επιβαρύνει σημαντικά τις υποδομές (έχει ήδη ανοίξει η συζήτηση για κοστολόγηση της χρήσης των υποδομών), θα στερήσει ανθρώπινους και υλικούς πόρους από τις δωρεάν λειτουργίες και θα επιδεινώσει τις σχέσεις εργασίας. Οι εστίες με ΣΔΙΤ που έχουν διαφημιστεί προορίζονται και για την κάλυψη των αναγκών του εκπαιδευτικού τουρισμού με αντίστοιχη τιμολόγηση. Η εξωστρέφεια έχει να κάνει και με τη συνολική πολιτική της ΕΕ για οικονομική ανάκαμψη, αλλά και τις γεωπολιτικές στοχεύσεις της, όπως περιγράφονται αναλυτικά στον Ευρωπαϊκό Χώρο Εκπαίδευσης.
  • Στοιχείο τέτοιας εμπορευματικής λειτουργίας με ιδιαίτερη σημασία αποτελούν οι ματωμένες συμφωνίες και προγράμματα πανεπιστημίων με άμεση ή έμμεση εμπλοκή των ΝΑΤΟ και ΕΕ, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη σύναψη συμφωνίας του τμήματος Αεροδιαστημικής του ΕΚΠΑ με την εταιρία-δολοφόνο «Lockheed Martin», με χορηγία υποτροφιών και προσφορά θέσεων στις εγκαταστάσεις της εταιρίας.

Στο επίκεντρο του προβληματισμού των αστικών επιτελείων βρίσκεται η αντιμετώπιση του χάσματος δεξιοτήτων, όπως το ονομάζουν. Προς επίλυση αυτού προωθούνται οι «εξατομικευμένες διαδρομές μάθησης» για τη διαμόρφωση μιας μεγάλης δεξαμενής εργαζόμενων για τις ανάγκες του κεφαλαίου, με πολλών διαβαθμίσεων και τύπων «προσόντα». Το χάσμα δεξιοτήτων βαφτίζεται έτσι από την αστική τάξη και επιδιώκεται να χρεωθεί ως πρόβλημα στις ατομικές επιλογές των φοιτητών το γεγονός ότι, στο έδαφος της επιδίωξης της διευρυμένης καπιταλιστικής αναπαραγωγής, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και οι αλλαγές στην οργάνωση της κοινωνικής εργασίας, οι οποίες τις περισσότερες φορές προηγούνται, δεν εναρμονίζονται αυτόματα στο επίπεδο της εκπαίδευσης, γιατί ο σχεδιασμός δεν μπορεί να είναι κεντρικός, ενιαίος.

Η προώθηση της κουλτούρας της ατομικής διαδρομής μάθησης με ατομική ευθύνη και κόστος περνάει μέσα από τη διάλυση στιβαρών προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών με επιστημονική συγκρότηση, την ανάπτυξη «ελκυστικών» ΠΣ που βασίζονται σε «μαθησιακά αποτελέσματα», την προσφορά «μενού» μαθημάτων για συλλογή πιστωτικών μονάδων –με κριτήριο τις πρόσκαιρες τάσεις της αγοράς ή, ακόμα χειρότερα, τους πόρους και όρους βιωσιμότητας μιας ακαδημαϊκής μονάδας (διαθέσιμο προσωπικό, υποδομές, χρηματοδότηση από επιχειρήσεις). Συνεπώς, το πρόβλημα είναι ότι ο καπιταλισμός παράγει και αναπαράγει συνεχώς τέτοια χάσματα. Κυρίαρχο όμως είναι ότι το χάσμα στην πραγματικότητα βρίσκεται ανάμεσα στους στόχους και τους σκοπούς του πανεπιστημίου σήμερα, σε σχέση με τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες. Όσο κι αν προσπαθούν οι κυβερνήσεις να το «αμβλύνουν» μέσω της πιο άμεσης σύνδεσης με την αγορά, δηλαδή με τις ανάγκες των καπιταλιστών, αυτό θα παραμένει, λόγω της ίδιας της λειτουργίας, των νόμων του καπιταλισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η χαμηλή ζήτηση και οι κενές θέσεις σε σχολές δασοπονίας την ίδια στιγμή που προωθείται η «πράσινη» μετάβαση και τα δάση και οι φυσικοί πόροι παραδίδονται στα μονοπώλια. Με παρόμοια λογική αναπτύχθηκαν παλιότερα τμήματα περιβαλλοντολόγων και μηχανικών περιβάλλοντος για να καταργηθούν ή να μετεξελιχθούν σταδιακά σε κάτι εντελώς διαφορετικό, τη στιγμή που η κλιματική κρίση κλίνεται σε όλες τις πτώσεις.

Τα αστικά επιτελεία αναζητούν τη λύση μέσω της υπερπροσφοράς εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού, μέσα από πληθώρα εκπαιδευτικών και μαθησιακών διαδρομών, ΠΣ πολλών ταχυτήτων. Ενδεικτικό είναι ότι σε διάφορα ντοκουμέντα (π.χ. για τον Ενιαίο Χώρο Εκπαίδευσης της ΕΕ, το διάδοχο σχήμα του ΕΧΑΕ), περιγράφεται η προσδοκία δημιουργίας δεξαμενών απασχολήσιμων με πιστοποιημένα προσόντα και ατομικό φάκελο δεξιοτήτων ο καθένας, απ’ όπου, με τεχνικές ΤΝ, θα επιλέγει αυτούς που θέλει κάθε φορά (ιδιωτικά πανεπιστήμια, αναγνώριση συντομότερων περιόδων σπουδών, «αναδιαμόρφωση του ακαδημαϊκού χάρτη» ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της αγοράς, reskilling και upskilling κ.ά.)

Αυτές οι προτεραιότητες είναι που οδηγούν σε όλα αυτά που βλέπει στην καθημερινότητά του ο κόσμος των πανεπιστημίων:

– Με την άμεση κρατική υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση να χαρακτηρίζουν όλες τις πλευρές που αφορούν την εκπαιδευτική διαδικασία και τη φοιτητική μέριμνα και προωθούν την «αυτονομία» με όρους εμπορευματοποίησης, με εργαστήρια που γίνονται σε πίνακες, που αφήνουν κόσμο απ’ έξω, με μαθήματα να ξεκινούν στα μέσα του εξαμήνου, με άλλα να καταργούνται λόγω «συνταξιοδότησης», με το κόστος να ανεβαίνει στα πάντα, αναλώσιμα κλπ. Την ίδια στιγμή εγκαινιάζονται υπερσύγχρονα κτήρια και υποδομές για τα ξενόγλωσσα με δίδακτρα κ.ά.

– Με τα εκρηκτικά προβλήματα στη φοιτητική στέγη, που αξιοποιείται ως ευκαιρία κερδοφορίας για το κεφάλαιο και προωθούνται ΣΔΙΤ και επιβολή ενοικίου. Στο όνομα έλλειψης πόρων, από κάποιες διοικήσεις πανεπιστημίων, ήδη επιβάλλονται χαράτσια ή και «εμπορική αξιοποίηση» των δωματίων. Με την πλειοψηφία των λαϊκών οικογενειών να στρέφεται αναγκαστικά σε πανάκριβα ενοίκια ή να αναγκάζεται να αφήνει τις σπουδές κ.ά.

– Με τη συνεχή υποβάθμιση της «αξίας» του πτυχίου. Ακόμα και το πιο αυτονόητο, ότι το πτυχίο πανεπιστημίου εξασφαλίζει τη γνωστική και επαγγελματική επάρκεια των αποφοίτων, ενσωματώνοντας τη δυνατότητα άσκησης των σχετικών με τις σπουδές επαγγελμάτων, βρίσκει εμπόδια κοιτώντας την πραγματικότητα που έχουν διαμορφώσει με την πολιτική τους ΕΕ - κυβερνήσεις - κόμματα του συστήματος, ενώ η πολιτική κατακερματισμού, ακαδημαϊκής και επαγγελματικής αναγνώρισης, αφήνει ξεκρέμαστους χιλιάδες φοιτήτριες και φοιτητές νεότερων ή και παλαιότερων τμημάτων των δημόσιων πανεπιστημίων. Θα έχουμε εξελίξεις και στην απόσπαση παιδαγωγικής-διδακτικής επάρκειας που, σύμφωνα με το ΥΠΑΙΘ, θα επανασχεδιαστεί. Την ίδια ώρα οι διαδικασίες αναγνώρισης πτυχίων των ιδιωτικών δομών αυτοματοποιούνται πλήρως.

 

ΑΛΛΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΟΥΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ

Είναι η αναδιαμόρφωση του ακαδημαϊκού χάρτη, που θα «πατήσει» στα αποτελέσματα της εφαρμογής του κόφτη της ΕΒΕ και τη δημιουργία «τμημάτων χαμηλής ζήτησης», ιδιαίτερα σε περιφερειακά πανεπιστήμια. Η κυβέρνηση θα αξιοποιήσει το πρόσχημα της βελτίωσης των προοπτικών των αποφοίτων, της ανταπόκρισης των σχολών-τμημάτων στις επιταγές της αγοράς. Ενδεικτικά, διαβάζουμε στην έκθεση της ΕΘΑΑΕ: «Η Ελλάδα είναι η χώρα της Ευρώπης με το χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης αποφοίτων Ανώτατης Εκπαίδευσης και αντίστοιχα με το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας σε πτυχιούχους. Ωστόσο, η μαζική παραγωγή των αποφοίτων σε επιστημονικούς κλάδους που αντιμετωπίζουν, ήδη, ανεργία δεν πρέπει να συνεχίζεται. Για το λόγο αυτόν, το θέμα της αναδιάρθρωσης του ακαδημαϊκού χάρτη έχει βαρύνουσα σημασία μεταξύ των θεμάτων της μεταρρύθμισης στην Ανώτατη Εκπαίδευση.»10 Όμως, υπάρχει πολλή πείρα από παλαιότερες αντίστοιχες αλλαγές, βλ. Σχέδιο Αθηνά, «πανεπιστημιοποιήσεις», που επιβεβαιώνουν ότι κανένα πρόβλημα δεν έλυσαν, αντιθέτως προχώρησαν με αντιεπιστημονικά κριτήρια, μετέτρεψαν τους φοιτητές και τις φοιτήτριες σε πειραματόζωα.11

Είναι η πίεση για επιτάχυνση του ρυθμού αποφοίτησης. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις ΥΠΑΙΘ και ορισμένων πανεπιστημίων, την επερχόμενη ακαδημαϊκή χρονιά (2024-2025) θα προχωρήσουν οι πρώτες διαγραφές φοιτητών. Έχει σημασία να επισημάνουμε ότι η λέξη «αιώνιοι» σκόπιμα αναπαράγεται από κυβέρνηση - ΥΠΑΙΘ - διοικήσεις, για να κρύψουν ότι οι διαγραφές αφορούν νέα παιδιά, που κατά βάση οι λόγοι καθυστέρησης της ολοκλήρωσης των σπουδών τους οφείλονται στα ταξικά εμπόδια που συναντούν, για παράδειγμα μεγάλο μέρος των φοιτητών εργάζεται παράλληλα με τις σπουδές του για να τα βγάλει πέρα.

 

Η ΑΣΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΠΡΟΩΘΕΙΤΑΙ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ ΣΤΟΥΣ ΣΤΟΧΟΥΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Το περιεχόμενο παρέμβασης της αστικής τάξης για τη χειραγώγηση της νεολαίας προωθείται επιθετικά με τον αστικό κίβδηλο ατομικό δικαιωματισμό. Πρόκειται για νέα φάση και εκσυγχρονισμό του ιδεολογικού οπλοστασίου της εκμεταλλευτικής κοινωνίας που συγκεκριμενοποιείται στην πολιτική της ΕΕ, σε κατευθύνσεις σπουδών και αναπαράγεται απ’ όλο το πλέγμα των μηχανισμών που διαθέτει το σύστημα. Εκ των πραγμάτων θέτει αυξημένα καθήκοντα στους κομμουνιστές για να ανταποκριθούμε στη μάχη για τη συνείδηση της νεολαίας. Η «πολιτική των ταυτοτήτων», όπως ονομάζεται, δεν αφορά απλά και κυρίως τις διαπροσωπικές σχέσεις ή τα ζητήματα σεξουαλικού προσανατολισμού. Έχει στον πυρήνα της την επιδίωξη διάχυσης του ατόμου και των αντικειμενικών κοινωνικών προσδιορισμών του σε έναν ωκεανό μικροεπιλογών που επί της ουσίας όμως το καθιστούν ακόμα πιο δεσμευμένο και χειραγωγούμενο από τα μεγάλα ζητούμενα των καπιταλιστών. Έτσι η επίκληση των «δικαιωμάτων» και της ατομικής «ελευθερίας» γίνεται με όρους ενεργητικής αποδοχής της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, όπου το αστικό ιδεολόγημα «δεν μπορεί να γίνει αλλιώς», δηλαδή η αποδοχή του καπιταλισμού ως μονόδρομου (τέλος της Ιστορίας), μετουσιώνεται στο «έτσι πρέπει να γίνει, γιατί αυτό εξυπηρετεί την ατομική ελευθερία» στη «σύγχρονη κοινωνία των πολιτών».12

Έχοντας επίγνωση αυτής της μεγάλης εικόνας, μπορούμε να εξετάσουμε πιο συγκεκριμένα πώς γίνεται η προώθηση των αντιδραστικών στόχων ΕΕ και κυβερνήσεων στα πανεπιστήμια. Κεντρική επιδίωξη είναι να ντυθούν με το μανδύα του «σύγχρονου» και «προοδευτικού», χωρίς πάντα να εξασφαλίζεται και η αναγκαία συναίνεση, υπό την επίδραση της παρέμβασής μας σε συνδυασμό με μια πραγματικότητα που συνεχώς αναδεικνύει παραδείγματα αντιδραστικών προτεραιοτήτων.

Η προπαγανδιστική «φαντασία» των επιτελείων της ΕΕ αξιοποιεί θετικά φορτισμένες λέξεις και έννοιες όπως «εκσυγχρονισμοί», «συμπερίληψη», «ελευθερία επιλογών» κ.ά. Για παράδειγμα, βαφτίζουν «ακαδημαϊκή ελευθερία»13 των ιδρυμάτων την προώθηση της επιχειρηματικής δράσης ως και την καταβολή διδάκτρων. Ενδεικτικό είναι ότι η χώρα μας στο δείκτη «ακαδημαϊκής ελευθερίας» είχε αρνητικές αναφορές, λόγω των αντιδράσεων της ακαδημαϊκής κοινότητας απέναντι στην ίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας.

Η κυβέρνηση της ΝΔ, προωθώντας τη στρατηγική ΕΕ-κεφαλαίου σε όλα τα μέτωπα, συνεχίζει και στην παιδεία το πλούσιο αντιλαϊκό-αντιεκπαιδευτικό έργο της. Ξεχωρίζουμε ότι, στην κατεύθυνση ενσωμάτωσης των αντιδράσεων, κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας έχουν διαμορφώσει πιο επιθετική γραμμή προώθησης του αντιλαϊκού εκπαιδευτικού στόχου τους, δεν παρουσιάζεται αμυντικά, π.χ. ως αναγκαίο κακό, αλλά ως βήματα για ένα «ευρωπαϊκό», σύγχρονο, ανοιχτό, διεθνοποιημένο, χωρίς αγκυλώσεις του παρελθόντος πανεπιστήμιο. Πρόσφατο παράδειγμα είναι το πώς και με τι επιχειρήματα προώθησαν το νομοσχέδιο-έκτρωμα για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Φυσικά, η δική μας αποφασιστική παρέμβαση τσαλάκωσε τα επιχειρήματα αυτά, φώτισε την ουσία του ταξικού νομοσχεδίου και των επιπτώσεων που θα έχει στα δημόσια πανεπιστήμια, συνέβαλε στην ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος.

Έχουμε κάνει βήματα στην αποδόμηση του περιεχομένου θετικά φορτισμένων λέξεων, πολλές από τις οποίες βρίσκουν το νόημά τους στη δική μας πρόταση, π.χ. η ανάδειξη ότι πραγματικά σύγχρονο είναι το πανεπιστήμιο που υπηρετεί την ικανοποίηση των εργατικών-λαϊκών αναγκών κι όχι τα καπιταλιστικά κέρδη. Ταυτόχρονα τσαλακώσαμε και μια σειρά από επιχειρήματα που θέτει ο αντίπαλος, όπως τα περί ενίσχυσης του δημόσιου πανεπιστημίου, εννοώντας ουσιαστικά ότι πρόκειται για αναβάθμιση του αστικού επιχειρηματικού πανεπιστημίου κ.ά.

Ξεχωριστή συμβολή στην υπόθεση ενσωμάτωσης και ουσιαστικής συναίνεσης έχουν τα υπόλοιπα αστικά κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ κ.ά. ασκούν κριτική στην κυβέρνηση της ΝΔ με πυρήνα τη δήθεν απόκλιση από τα «ευρωπαϊκά πρότυπα», ενώ υπερψηφίζουν αντιδραστικά νομοθετήματα τόσο στο ευρωπαϊκό, όσο και στο ελληνικό κοινοβούλιο, όπως πρόσφατα την κύρωση της σύμβασης της Λισαβόνας κ.ά., και τελικά ενισχύουν τη γραμμή της κυβέρνησης. Άλλωστε, ως κυβερνήσεις έχουν προωθήσει την αντιδραστική πολιτική της ΕΕ, την εμπορευματοποίηση και την επιχειρηματική λειτουργία των πανεπιστημίων.

Η –από πλευράς οπορτουνιστικών ομάδων– γενικόλογη υπεράσπιση του δημόσιου πανεπιστημίου, που δεν αντιστρατεύεται το σύνολο του ευρωενωσιακού πλαισίου, πολύ παραπάνω δεν μπορεί να φωτίζει τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες και δυνατότητες, καταλήγει αντικειμενικά στην υπεράσπιση μιας πρότερης κατάστασης στην αστική διαχείριση για τα πανεπιστήμια. Άρα εγκλωβίζει δυνάμεις από το να παλέψουν για διεκδικήσεις με γνώμονα τις σύγχρονες ανάγκες, ανοίγοντας το δρόμο για ένα άλλου τύπου πανεπιστήμιο, ριζικά διαφορετικό, απεγκλωβισμένο από την επιχειρηματική δράση.

Παράλληλα, προχωράει το συντονισμένο σχέδιο συκοφάντησης και προσπάθειας καταστολής του φοιτητικού κινήματος, ποινικοποίησης των αγώνων, με βάση το νομικό πλαίσιο που έχουν διαμορφώσει οι κυβερνήσεις και την ατζέντα που κατά καιρούς πιο αιχμηρά προωθεί η κυβέρνηση της ΝΔ περί «βίας και ανομίας» στα πανεπιστήμια. Είναι οι νόμοι για την κατάργηση του ασύλου, για την πανεπιστημιακή αστυνομία, οι «έφοδοι» δυνάμεων καταστολής μετά από πρόσκληση διοικήσεων ή ακόμα και «κυβερνητική» εντολή (π.χ. η ΔΑΠ τους «κάλεσε» στην κατάληψη της Νομικής Κομοτηνής), είναι η αξιοποίηση του πειθαρχικού πλαισίου στα πανεπιστήμια, με ποινές που φτάνουν από στέρηση εξεταστικής (βλ. Πάτρα) ως και τη διαγραφή από τη σχολή. Ταυτόχρονα, γίνεται προσπάθεια εφαρμογής της ευρωενωσιακής κοπής κατεύθυνσης για υποκατάσταση των φοιτητικών συλλόγων με εκπροσώπους - «δεξί χέρι» των διοικήσεων, με τις εκλογές-παρωδία με ηλεκτρονική ψήφο. Σημειωτέον ότι στις ελάχιστες περιπτώσεις που έγιναν και εκλέχτηκε αντιπρόσωπος, οι διοικήσεις αναγνωρίζουν αυτόν ως εκπρόσωπο των φοιτητών με λόγο στις συνελεύσεις των αντίστοιχων τμημάτων.

 

ΝΑ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΤΕΙ Η ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΜΑΣ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ

Απ’ όσα έχουν γραφτεί παραπάνω προκύπτει ότι τα πανεπιστήμια έχουν κομβικό ρόλο στην παραγωγή και αναπαραγωγή τόσο του επιστημονικά ειδικευμένου εργατικού δυναμικού το οποίο θα ενταχθεί στην εργασιακή διαδικασία, όσο και εκείνου του –μικρότερου– τμήματος το οποίο προσανατολίζεται στην ερευνητική, ακαδημαϊκή λειτουργία. Έχοντας τα παραπάνω υπόψη, μπορεί να γίνει κατανοητή και η σημασία που αποδίδουμε στην ολόπλευρη παρέμβασή μας από την πλευρά της κομματικής οικοδόμησης.

Μας απασχολεί δηλαδή να ανέβει το επίπεδο της ουσιαστικής ιδεολογικής και πολιτικής στήριξης στους νέους και στις νέες που βρίσκονται σε προπτυχιακές σπουδές και να αντιστοιχηθεί στις απαιτήσεις διαπαιδαγώγησης, ανάπτυξης ευθύνης και ταυτόχρονα ιδεολογικής και μορφωτικής λειτουργίας με πρωταρχικό την ανάπτυξη διαλεκτικής σκέψης.

Το τελευταίο ισχύει ακόμα περισσότερο για εκείνο το τμήμα το οποίο προσανατολίζεται ή απασχολείται ήδη στον τομέα της έρευνας. Οι απαιτήσεις στην καθοδήγησή του είναι ακόμα πιο σύνθετες, όχι μόνο από την άποψη της ανάπτυξης ικανότητας παρέμβασης στο χώρο του, αλλά και με βάση την απαίτηση να κατακτά ως νέος επιστήμονας-ερευνητής διαλεκτικό τρόπο σκέψης, μαρξιστικό υπόβαθρο, με βάση και τις ανάγκες μελετητικής δουλειάς που έχει το Κόμμα, σε συνεργασία με τα αντίστοιχα τμήματα της ΚΕ.

Τέλος, αντίστοιχη πρέπει να είναι και η στήριξη στους εργαζόμενους στα πανεπιστήμια, που, παρόλο που έχουν προφανώς διαφορετικές λειτουργίες και δυνατότητες απεύθυνσης και στους φοιτητές –είτε διδάσκοντες είτε διοικητικοί– στα πανεπιστήμια, μπορούν να συμβάλουν αποφασιστικά στη δουλειά του Κόμματος, καθώς συνήθως έχουν καλή γνώση του χώρου, συνολικά μπορούν να συμβάλουν με την πείρα τους.

Το κρίσιμο είναι ότι η παρέμβαση των Κομματικών και Κνίτικων Οργανώσεων στα ΑΕΙ, στο πλαίσιο της συνολικής δράσης του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, έχει διαμορφώσει ορισμένες νέες δυνατότητες, αλλά και νέες απαιτήσεις για την αναβάθμιση της παρέμβασής μας.

Για παράδειγμα, καταγράφονται διακριτά βήματα συμπόρευσης στις δομές του κινήματος στο χώρο των πανεπιστημίων. Στους φοιτητικούς συλλόγους, είμαστε για τρίτη χρονιά 1η δύναμη πανελλαδικά. Στους εργαζόμενους, στην ομοσπονδία εργαζόμενων διοικητικού προσωπικού τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (συμμετέχουν και οι συμβασιούχοι), είμαστε 1η δύναμη για 2η φορά, με άνοδο στις εκλογές σε ψήφους και ποσοστά. Στην ΠΟΣΔΕΠ είμαστε 3η δύναμη, με συνεχόμενη άνοδο σε ψήφους και ποσοστό.

Αυτή είναι μια σημαντική υποδομή, που όχι μόνο αποτυπώνει βήματα που έχουν γίνει, αλλά και αναβαθμισμένες αφετηρίες προκειμένου να παρέμβουμε και τα βήματα αυτά να σταθεροποιηθούν και να διευρυνθούν.

Μας απασχολεί ιδιαίτερα η ικανότητά μας να συμβάλλουμε ώστε να ανεβαίνει ο βαθμός συμμετοχής όχι μόνο στις αρχαιρεσίες, αλλά συνολικά στις συλλογικές διαδικασίες, στις πρωτοβουλίες, στο σχεδιασμό.

Ειδικά στους φοιτητές, η πλειοψηφία των νέων που παρεμβαίνουμε εκφράζει και εκφράζεται με αντιφατικότητα, υπάρχει ρευστότητα και απειρία, επηρεάζεται από επιχειρήματα και ιδεολογήματα του αντιπάλου, άλλες πολιτικές φοιτητικές παρατάξεις, από την παρέμβαση του ίδιου του πανεπιστημίου μέσα από τη διδασκαλία, αλλά και τη λειτουργία του - διαπλοκή του με επιχειρήσεις, προγράμματα, ΜΚΟ κ.ά.

Ο απεγκλωβισμός των νέων από την πολύπλευρη και πολυθεματική παρέμβαση του αντίπαλου προϋποθέτει τη σταθερή προσπάθεια ώστε τα όργανα, οι Κομματικές Οργανώσεις Βάσης και οι δυνάμεις της ΚΝΕ, να χτίζουν υπόβαθρο, να αφομοιώνονται οι προγραμματικές μας επεξεργασίες για κάθε χώρο στον οποίο απευθυνόμαστε. Αυτή είναι και η βάση για να κατακτάμε την ικανότητα να γινόμαστε πιο αποδεικτικοί και εκλαϊκευτικοί, πιο πειστικοί, αξιοποιώντας κάθε «θέμα» που απασχολεί, παίρνοντας βεβαίως υπόψη και σε ποιον απευθυνόμαστε. Για παράδειγμα, όταν μιλάμε για τους φοιτητές, παίρνουμε υπόψη την ψυχολογία τους, τη σχετική λόγω ηλικίας κοινωνική και πολιτική απειρία. Σημασία έχει και ο «τρόπος», δηλαδή να καταφέρνουμε να σχεδιάζουμε γύρω από κάθε «θέμα» «ζωντανά», αξιοποιώντας κατάλληλες μορφές, ελκυστικές, ώστε να μας δένει με περισσότερους, να εντάσσονται μαζί μας στην προετοιμασία και στην υλοποίηση του σχεδιασμού.

Με τις επεξεργασίες μας έχουμε προσδιορίσει τι σημαίνει πραγματικά σύγχρονο πανεπιστήμιο το οποίο αξιοποιεί τις δυνατότητες της εποχής για την ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών.

Σε αυτήν τη βάση μπορούμε να επανερχόμαστε συνεχώς στη μελέτη αλλά και στην αξιοποίηση της έκδοσης του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ του ΚΚΕ, Για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας. Προς αξιοποίηση είναι και η έκδοση της φοιτητικής επιτροπής του ΚΣ της ΚΝΕ Τι πανεπιστήμιο έχουμε ανάγκη σήμερα, η οποία είναι διανθισμένη με πολλά παραδείγματα και στοιχεία. Επίσης, να αξιοποιούμε και να επανερχόμαστε ανάλογα με το αντικείμενο σπουδών, τις σχετικές εκδόσεις και επεξεργασίες. Στις παιδαγωγικές σχολές για το σχολείο και την προσχολική αγωγή. Στις σχολές υγείας για την υγεία. Στις πολυτεχνικές και οικονομικές σχολές τις εκδόσεις και επεξεργασίες για την «πράσινη και ψηφιακή» οικονομία, στις Νομικές για τα ζητήματα Δικαίου, κλπ. Γενικώς, υπάρχει πλούτος εκδόσεων και υλικών που, στο βαθμό που αξιοποιηθεί πιο σταθερά και ολοκληρωμένα, μπορεί να συμβάλει στην αναβάθμιση της παρέμβασής μας.

Η επεξεργασμένη πρόταση του ΚΚΕ μπορεί να εμπνέει τους φοιτητές και τις φοιτήτριες, τους νέους ερευνητές και ερευνήτριες, γενικότερα τον κόσμο των πανεπιστημίων. Ως Κόμμα επιδιώκουμε να καλλιεργούμε την ευαισθησία γύρω από κοινωνικά προβλήματα, από τον πραγματικό ρόλο που θα μπορούσε να επιτελεί η επιστήμη προς όφελος της ανθρωπότητας. Να απαλύνει από το μόχθο, από μονότονες και κοπιαστικές εργασίες, να συμβάλει στην απελευθέρωση ελεύθερου χρόνου, στη δημιουργικότητα, να δώσει απαντήσεις σε σύγχρονα προβλήματα, να απαλλάξει τον άνθρωπο από το σκοταδισμό, τον ανορθολογισμό.

Η προγραμματική εξειδίκευση για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση στο σοσιαλισμό δίνει τη δυνατότητα για μια πιο ουσιαστική συμφωνία με το Πρόγραμμά μας, για τη διέξοδο υπέρ των αναγκών της λαϊκής πλειοψηφίας και τις πολιτικές προϋποθέσεις γι’ αυτήν, άρα και το περιεχόμενο που πρέπει να πάρει η πάλη σήμερα για μια τέτοια κατεύθυνση.

Η μάχη που δίνουμε για να κερδίσουμε τους φοιτητές και τους εργαζόμενους των πανεπιστημίων στην πάλη για τη μοναδική ελπιδοφόρα προοπτική, της σοσιαλιστικής επανάστασης, είναι άρρηκτα δεμένη με την προσπάθεια ανασύνταξης του φοιτητικού, του εργατικού-λαϊκού κινήματος, ανάπτυξης αγωνιστικών διεργασιών, δυναμώνοντας το μπλοκ εναντίωσης στην πολιτική της κυβέρνησης - ΕΕ - άλλων κομμάτων, βάζοντας στο επίκεντρο της πάλης τις σύγχρονες κοινωνικές-μορφωτικές ανάγκες.

Στο κίνημα, πυρήνας της αντιπαράθεσής μας με την εκάστοτε κυβερνητική πολιτική αλλά και βάση της διαμόρφωσης των διεκδικήσεών μας, από τη σκοπιά υπεράσπισης των μορφωτικών-κοινωνικών αναγκών είναι η προσπάθεια να αναδεικνύεται μέσα από τα επιμέρους προβλήματα, αιτήματα, ότι το δίλημμα είναι: παιδεία και επιστημονική μόρφωση εμπόρευμα ή κοινωνικό αγαθό, πανεπιστήμιο και έρευνα υποταγμένη στις προτεραιότητες της καπιταλιστικής κερδοφορίας ή προς όφελος των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών.

Στους φοιτητικούς συλλόγους, τα τελευταία χρόνια και με βάση το θετικό συνδικαλιστικό συσχετισμό που εκφράζεται πανελλαδικά και σε δεκάδες συλλόγους, με ανάδειξη της ΠΚΣ σε πρώτη δύναμη, παρά τις επιμέρους καθυστερήσεις και ελλείψεις, μπορούμε ωστόσο να πούßμε πως γενικά οι δυνάμεις μας, και με τον ιδιαίτερο ρόλο των εκλεγμένων μας, έχουν κατακτήσει αντανακλαστικά, ξεχωρίζουν για την ανάπτυξη αγωνιστικής δράσης για όλα τα ζητήματα.

Την προηγούμενη χρονιά, οι Κομματικές και ΚΝίτικες Οργανώσεις στα πανεπιστήμια, με αιχμή την εναντίωση στο νομοσχέδιο-έκτρωμα Πιερρακάκη, έδωσαν μια σκληρή μάχη απέναντι στο μπλοκ κυβέρνησης, αστικών κομμάτων, διάφορων κονδυλοφόρων, με την κυβέρνηση να αξιοποιεί τόσο την κοροϊδία και τα ψέματα, όσο και τη συκοφάντηση και την καταστολή απέναντι στο κίνημα που αναπτύχθηκε.

Ιδιαίτερης σημασίας είναι ότι εκφράστηκε μετατόπιση στη σκέψη και στη στάση μέρους της κοινωνίας, ως αποτέλεσμα κυρίως της δικής μας δουλειάς, απέναντι στην αντιδραστική τομή. Εκφράστηκε η συντριπτική εναντίωση –ακόμα και δημοσκοπικά, η απόρριψη έφτασε στο 70%– των φοιτητών και γενικά των νεότερων ηλικιών. Χαρακτηριστικό είναι ότι μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου αυτή η μετατόπιση αποτυπώνεται και δημοσκοπικά (τον Ιανουάριο του 2024 το ΥΠΕΡ της ίδρυσης ιδιωτικών ήταν στο 52%, ενώ στην τελευταία δημοσκόπηση είναι 42% και το ΚΑΤΑ από το 45% έφτασε στο 53%).

Αυτό άσκησε πίεση και στα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης που αναγκάστηκαν να καταψηφίσουν με το πρόσχημα της αντισυνταγματικότητας (είναι χαρακτηριστικό ότι ΠΑΣΟΚ - Ελληνική Λύση - το φασιστομόρφωμα Σπαρτιάτες είπαν ξεκάθαρα ότι συμφωνούν με τα «μη κρατικά», αλλά με αναθεώρηση πρώτα, η Πλεύση ψήφισε ΥΠΕΡ ή ΠΑΡΩΝ στη συντριπτική πλειοψηφία των άρθρων για τα ιδιωτικά, ενώ και οι ΣΥΡΙΖΑ-ΝΕΑΡ, αν και ήταν πιο προσεκτικοί στη συζήτηση στη Βουλή, έχουν ουκ ολίγες δηλώσεις στελεχών τους που επιβεβαιώνουν ότι στην ουσία δε διαφωνούν).

Είναι πολύ σημαντική και η πείρα παρέμβασης που αποκτήθηκε αυτό το διάστημα. Η ικανότητα των δυνάμεών μας να ηγούνται στο κίνημα, όπως εκφράστηκε το διάστημα των κινητοποιήσεων, που ιδιαίτερα στους φοιτητές χαρακτηρίστηκαν από αυξημένη συμμετοχή, διάρκεια, πρωτόγνωρη για τα δεδομένα των τελευταίων ετών άνοδο της συμμετοχής στις μαζικές διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων (ΓΣ, συνελεύσεις ετών) –σε ορισμένες περιπτώσεις ΓΣ πραγματοποιήθηκαν μετά από χρόνια– είναι αποτέλεσμα συνδυασμένης κομματικής δουλειάς. Στοιχεία αυτής της δουλειάς αποτελούν η επεξεργασία της γραμμής, των αιχμών, των διεκδικήσεων, των συνθημάτων, η ευστοχία και στην προσαρμογή της προπαγάνδας μας παίρνοντας υπόψη τις εξελίξεις, τις διαθέσεις κλπ., στηρίζοντας την κεντρική μας γραμμή, και βεβαίως πλευρές που έχουν να κάνουν με την οργάνωση της δουλειάς, την επιλογή κατάλληλων μορφών παρέμβασης, σχεδίου, του ιδιαίτερου ρόλου των εκλεγμένων μας κ.ά. Σημαντική συμβολή σε αυτήν την υπόθεση είχαν και οι δυνάμεις στα ΔΕΠ αξιοποιώντας και καλύτερες θέσεις στα όργανα των συλλόγων σε ορισμένα πανεπιστήμια, η οποία εκφράστηκε και σε βελτιωμένους συσχετισμούς στην ΠΟΣΔΕΠ όπου αναγνωριζόμαστε ως η ουσιαστική αντιπολίτευση στην κυβερνητική πολιτική.

Η επεξεργασμένη μας γραμμή στο φοιτητικό κίνημα, μαζί με τη σχετική για την ηλικία πείρα που αποκτούν οι σύντροφοί μας στα πανεπιστήμια, η αναγνώρισή τους μέσα από την καθημερινή προσπάθεια στους συλλόγους, μας επιτρέπουν με την κατάλληλη σε κάθε φάση επεξεργασία κατάλληλων αιχμών, πλαισίων αλλά και σχεδίου να διατηρούμε την πρωτοβουλία των κινήσεων στο κίνημα.

Αυτή η πείρα είναι κρίσιμο να κατασταλάζει στα όργανα, με κάθε αφορμή, ώστε να εξασφαλίζεται και η συνέχεια, λόγω της μεγάλης ανανέωσης. Μαζί με αυτό, είναι σημαντικό τα κομματικά όργανα να συμβάλλουν ώστε μέσα από αυτήν τη σημαντική προσπάθεια και κατοχύρωση στο κίνημα να δυναμώνει το πολιτικό κριτήριο των δυνάμεών μας και ευρύτερα, με την απαραίτητη κλιμάκωση στο περιεχόμενο και στις μορφές, χωρίς βεβαίως βιασύνες και άλματα. Για να το καταφέρνουμε αυτό, έχει σημασία να προβάλλουμε τη «μεγάλη εικόνα», τις συνολικές κατευθύνσεις στις οποίες εντάσσεται κάθε επιμέρους εξέλιξη, πρόβλημα, νόμος κλπ. Για παράδειγμα, το επιχείρημα «δεν υπάρχουν λεφτά» μπορεί να απαντηθεί διαμορφώνοντας το κριτήριο ότι τα κρατικά έσοδα - έξοδα διαμορφώνονται υπηρετώντας τις καπιταλιστικές ανάγκες, όχι την οργάνωση της κοινωνικής εργασίας και των κοινωνικών υπηρεσιών για την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Η υποχρηματοδότηση είναι επιλεκτική και αφορά τις δικές μας ανάγκες, ενώ «βρέχει» εκατομμύρια για τις ανάγκες του πανεπιστημίου-επιχείρηση. Έτσι μπορούμε να απαντάμε πιο εύστοχα και πειστικά, φωτίζοντας ταυτόχρονα το ρόλο της κυβέρνησης μέσα από τις προτεραιότητές της, αλλά και του ίδιου του πανεπιστημίου. Στο βαθμό που η ανάπτυξη των διεκδικήσεών μας απέναντι στις συνέπειες που πληρώνουν οι φοιτητές και οι οικογένειές τους «δένεται» με αυτά τα ζητήματα, μπορεί να συμβάλλει πιο αποφασιστικά και περισσότεροι να μπαίνουν στον αγώνα.

Σε αυτήν την υπόθεση εντάσσεται η αναγκαιότητα παρακολούθησης των εξελίξεων ανά ίδρυμα, σχολή, τμήμα, καθώς οι ελλείψεις, τα προβλήματα, όπως και το προχώρημα των αλλαγών είναι συγκεκριμένο σε κάθε τμήμα, σχολή, πανεπιστήμιο. Από αυτήν την άποψη, η καλή και ολοκληρωμένη εικόνα, η επαφή και αξιοποίηση των μελών ΔΕΠ και άλλων εργαζόμενων στα ΑΕΙ, η ενασχόληση με το τι προωθείται σε κάθε χώρο, η παρέμβαση στις συνελεύσεις των τμημάτων δίνουν τη δυνατότητα να παρεμβαίνουμε έγκαιρα και εύστοχα στις εξελίξεις, αλλά και να γειώνουμε την πρότασή μας στις συγκεκριμένες αλλαγές που προωθούνται. Έτσι θα γινόμαστε και πιο ικανοί να αναδεικνύουμε θέματα που μπορούν πυροδοτήσουν κινητοποιήσεις, όπως π.χ. αλλαγές σε προγράμματα σπουδών, για παράδειγμα μαθήματα που μπορεί να αφαιρούνται από προπτυχιακό κύκλο σπουδών και να μεταφέρονται σε επί πληρωμή σεμινάρια, μεταπτυχιακά, ακόμα και συζήτηση για ενδεχόμενο συγχώνευσης τμημάτων. Ή προβλήματα με πρακτικές, όπως για παράδειγμα να μην υπάρχουν προγράμματα χρηματοδότησης για να γίνουν και να υπάρχουν καθυστερήσεις, κάτι το οποίο φαίνεται να υπάρχει σε πολλές σχολές. Επίσης, η παρακολούθηση των οργάνων των πανεπιστημίων μάς επιτρέπει να ξεχωρίζουμε θέματα που θα μπορούν να φωτίζουν την κεντρική μας γραμμή μέσα από κατανοητά και συγκεκριμένα παραδείγματα από το χώρο, π.χ. θέματα χρηματοδότησης για τις ανάγκες των επιχειρήσεων κι όχι των φοιτητών, «κατευθύνσεις» σπουδών που προσαρμόζονται κ.ά. Πολύ χρήσιμο στην παρέμβασή μας θα ήταν να καταφέρουμε σε κάθε ίδρυμα να έχουμε τον προϋπολογισμό του, ο οποίος αποτυπώνει τι παίρνει από τον τακτικό προϋπολογισμό και τα έσοδα του ΕΛΚΕ και τι τελικά σε κάθε περίπτωση κατευθύνεται για την εκπαιδευτική διαδικασία και φοιτητική μέριμνα.

Τέλος, χρειάζεται να τεθεί πιο συγκεκριμένα η ευθύνη ώστε η μαζική μας παρέμβαση γύρω από τα προβλήματα να στηρίζεται και από την κοινοβουλευτική παρέμβαση. Για κάθε πρόβλημα που προκύπτει, μαζί με την ανάπτυξη μαζικής παρέμβασης στο κίνημα, οι κομματικές πρωτοβουλίες μπορούν να δένονται και με κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις. Οι ΚΟ, με ευθύνη των αντίστοιχων οργάνων και κατάλληλο καταμερισμό, έχει σημασία να ετοιμάζουν κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις ανάδειξης κάθε προβλήματος στη Βουλή, καθώς, μεταξύ άλλων, είναι μορφή που μπορεί να απευθύνεται σε ένα ευρύτερο ακροατήριο που πιθανά οι ΚΟ να μη φτάνουν.

 

Η ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΜΑΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΜΠΝΕΥΣΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΔΩΣΕΙ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Η ανάγκη πιο σταθερής και εμπεριστατωμένης παρέμβασης γύρω από θέματα που άπτονται του περιεχομένου του αντικειμένου σπουδών, το ίδιο το επιστημονικό αντικείμενο και οι απαιτήσεις της αντιπαράθεσης και η ικανότητα ανταπόκρισης στη διαπάλη γύρω από αυτό, είναι θέματα που είναι στον προσανατολισμό του Κόμματος και της ΚΝΕ και αποτυπώνονται στα υλικά του 21ου Συνεδρίου του ΚΚΕ και του 13ου Συνεδρίου της ΚΝΕ.

Θέτουμε ως Κόμμα το καθήκον να συμβάλλουμε πιο αποφασιστικά, ώστε στο σύνολο των ΚΟΒ-ΟΒ στα ΑΕΙ να χτίζεται η υπεροχή, στηριγμένη στη μαρξιστική μόρφωση, στην ικανότητα παρακολούθησης του αντικειμένου σπουδών και ανάπτυξης κριτικής σκέψης, για να μπορούμε να μπολιάσουμε µε τις επαναστατικές ιδέες τις νεανικές ανησυχίες.

Η αστική ιδεολογική παρέμβαση στους φοιτητές, τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στη μέθοδο αναζήτησης της αλήθειας, της δυνατότητας να γνωρίσουμε και να αλλάξουμε τον κόσμο έχει έκταση και βάθος. Όμως, παρά την εμβέλεια, το βάθος και την πολυμορφία της ιδεολογικής κυριαρχίας της αστικής, άρχουσας τάξης σήμερα, υπάρχουν αντικειμενικά περιθώρια να εισχωρήσουν στα πανεπιστήμια οι επαναστατικές, μαρξιστικές ιδέες. Για να μετρηθούν ουσιαστικά βήματα στους στόχους μας, προϋπόθεση είναι η ενασχόληση των κομματικών οργάνων, τόσο εσωοργανωτικά, όσο και στην ανάπτυξη σχεδίου παρέμβασης, και βεβαίως η καλή συνεργασία με τα αντίστοιχα τμήματα της ΚΕ του ΚΚΕ ανά αντικείμενο σπουδών.

Το ενδιαφέρον και η αγάπη που εκφράζει ένα σημαντικό τμήμα φοιτητών και φοιτητριών, οι αγωνίες και η δίψα του να μάθει και να εργαστεί στο αντικείμενο σπουδών που έχει επιλέξει, είναι έδαφος στο οποίο μπορεί να πατήσει η πρότασή μας για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας, που είναι βάση και για την παρέμβασή μας στα επιμέρους επιστημονικά αντικείμενα.

Σχεδιάζοντας ανά χώρο την παρέμβασή μας σε σχέση με τα επιμέρους επιστημονικά αντικείμενα, έχουμε στο μυαλό μας ότι αφορά:

– Την κατάκτηση της διαλεκτικο-υλιστικής αντίληψης και επιστημονικής διερεύνησης. Φυσικά, αυτό δεν είναι στεγνή φράση και ένα απλό καθήκον. Διαπερνά το σύνολο της κομματικής και ΚΝίτικης ζωής. Τη συζήτηση, τη μελέτη. Την επιμονή ώστε τα σύνθετα φαινόμενα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής να προσεγγίζονται από πολλές πλευρές αλλά και αναδεικνύοντας την ουσία τους, την κοινωνική και ταξική τους φύση.

– Στην προσπάθεια κατάκτησης από το σύνολο του δυναμικού μας, με όσο γίνεται μεγαλύτερη επάρκεια, των θέσεων, προτάσεων, πλευρών της πολιτικής μας πρότασης που αφορούν το αντικείμενο που σπουδάζει. Την προσπάθεια καθοδηγητικά, μέσα από τη λειτουργία μας, αναπτύσσοντας και την πρωτοβουλία, να καλλιεργούμε το ενδιαφέρον γύρω από αυτό.

– Στην ανάπτυξη πολύμορφου σχεδίου παρέμβασης –τόσο των Κομματικών και ΚΝίτικων Οργανώσεων αλλά και μέσα από τη δουλειά μας στους συλλόγους– που θα ανοίγει σύγχρονα ζητήματα και ερωτήματα, πλευρές της διαπάλης, σε σχέση με το αντικείμενο, που μπορεί να συμβάλλει και στη διαμόρφωση κριτηρίου γύρω από πιο γενικά ζητήματα, όπως «αντικειμενική» και «ουδέτερη» επιστήμη και έρευνα, θέτοντας στο επίκεντρο επίσης το διαχωρισμό των επιστημονικών κατακτήσεων από τις ιδεολογικές θέσεις που υπηρετούν την καπιταλιστική οικονομία και εξουσία και αξιοποιώντας ιστορικά παραδείγματα της επιστημονικής διαπάλης για τη χρήση των επιστημονικών και κατ’ επέκταση τεχνολογικών επιτευγμάτων.

– Στην παρακολούθηση της δουλειάς του αντιπάλου, για να μπορούμε να οργανώνουμε και να διεξάγουμε εύστοχα και πειστικά την αντιπαράθεση στα επιμέρους επιστημονικά αντικείμενα, απαντώντας και σε διαφορετικές τάσεις που μπορεί να εκφράζονται στην αστική θεώρηση.

– Στη βοήθεια και καλή συνεργασία, με ευθύνη των οργάνων, των συντρόφων υποψήφιων διδακτόρων και ερευνητών με τα αντίστοιχα τμήματα της ΚΕ, σε σχέση με το περιεχόμενο της δουλειάς τους, αλλά και στην κατεύθυνση αυτό να απλωθεί στο μεγάλο όγκο που πλέον σπουδάζει σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών.

 

ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΠΙΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ

Σε μια σειρά σχολές που παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην προώθηση της στρατηγικής του κεφαλαίου και της ΕΕ (π.χ. πολυτεχνικές σχολές και πράσινη μετάβαση - ψηφιακός μετασχηματισμός), καθώς και στη διαμόρφωση-διάδοση της κυρίαρχης ιδεολογίας, απαιτείται η επεξεργασία ολοκληρωμένου σχεδίου παρέμβασης με τη συμβολή των αρμόδιων Τμημάτων της ΚΕ.

Σ’ αυτές τις σχολές υπάρχουν πιο ισχυροί υλικοί και ιδεολογικοί όροι ενσωμάτωσης για ένα σημαντικό τμήμα αποφοίτων, πιο ευνοϊκό έδαφος για την καλλιέργεια της λογικής της «ατομικής καριέρας». Δεν αρκεί η παρέμβαση που απλά φωτίζει, με βάση τις επεξεργασίες μας, τις αρνητικές συνέπειες για το λαό απ’ την υλοποίηση της αστικής στρατηγικής (π.χ. ενεργειακή ακρίβεια, ψηφιακό φακέλωμα, αύξηση ιδιωτικών δαπανών υγείας).

Ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός της δουλειάς μας πρέπει να περιλαμβάνει το πρόγραμμα σπουδών και την παρέμβαση στο επιστημονικό αντικείμενο, τη διαμόρφωση ενός βασικού υπόβαθρου θεωρητικής γνώσης των φοιτητών για να αναπτυχθεί η κριτική στάση στο πρόγραμμα σπουδών, τη σύνδεση με τη δράση μας για τα εργασιακά-επαγγελματικά δικαιώματα μετά το πτυχίο, την καλλιέργεια κριτηρίων για τη στάση και το ρόλο του επιστήμονα. Φυσικά, αυτή η προσπάθεια αφορά γενικά όλες τις σχολές, όμως στις συγκεκριμένες έχει ιδιαίτερη σημασία να γίνουν γρήγορα κάποια βήματα.

Παραπέρα, για μια σειρά αντικείμενα η βάση για να δουλέψουμε υπάρχει ήδη, με επεξεργασίες και εκδόσεις που μπορούν να αξιοποιούνται πιο σταθερά στη δουλειά κάθε ΚΟΒ - ΟΒ, παίρνοντας υπόψη και τη μεγάλη ανανέωση που υπάρχει στις δυνάμεις μας. Π.χ. στα τμήματα των νηπιαγωγών, μπορεί η ΟΒ να αξιοποιεί, να επανέρχεται στην έκδοση του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας για τη θέση μας για την προσχολική αγωγή. Μπορεί να είναι το δώρο της ΟΒ σε ένα νέο μέλος ή υποψήφιο για στρατολογία, μπορεί να είναι πρόταση για κάποιον που κάνει μια εργασία στη σχολή, βάση για να δουλέψει κάποια έκθεση κ.ά.

Βεβαίως, στο βαθμό που επιλέξουμε να ανοίξουμε κάποιο θέμα, θέλει πρωτοβουλία, φαντασία, σκέψη, γνώση του χώρου, «μέτρημα» της δυνατότητας να στηριχτεί κάθε πρωτοβουλία. Ευστοχία στην επιλογή θέματος, μορφής, κατάλληλου προπαγανδιστικού τίτλου και υλικού, αναλόγως και πού επιλέγουμε να απευθυνθούμε, π.χ. είναι άλλο να επιλέξουμε μια σύσκεψη του περίγυρου της ΟΒ, παιδιών πιο «δουλεμένων» ανοίγοντας και συζητώντας πιο βαθιά κάποια ζητήματα που εκτιμάμε, άλλο να επιλέξουμε μια ανοιχτή εκδήλωση στη σχολή που απευθυνόμαστε σε πιο ευρύ ακροατήριο.

Μαζί με την ευστοχία στην επιλογή θέματος-μορφής, να μας απασχολήσει και η ικανότητά μας σε σχέση με το πώς «δουλεύουμε» το περιεχόμενο στην πορεία προς κάποια πρωτοβουλία-εκδήλωση. Δηλαδή, αποτιμώντας μια πρωτοβουλία, εκτός από τη συμμετοχή, μετράμε το κατά πόσο το περιεχόμενό της γίνεται υπόθεση και κτήμα των ΟΒ, βοηθάει στον εξοπλισμό, τη μαχητικοποίηση, τη γνώση. Κατά πόσο καταφέρνουμε κάθε «σταθμός» να γίνεται αφορμή για να δυναμώνει συνολικά η ιδεολογικοπολιτική δουλειά των ΟΒ, η διακίνηση και αξιοποίηση σχετικών εκδόσεων του Κόμματος, η πρωτοβουλία, το ενδιαφέρον, η συμβολή κάθε μέλους της ΟΒ. Για παράδειγμα, μπορεί για κάποιο θέμα να επιλέξουμε να παρέμβουμε με μια γραπτή ανακοίνωση της ΟΒ, άρα είναι θέμα όχι μόνο σε πόσους μοιράστηκε, που είναι αυτονόητο, αλλά και αν η ΟΒ την διάβασε πριν διακινηθεί, αν «μετρήσαμε» κατά πόσο προβλημάτισε, έπεισε γύρω από θέμα που άνοιξε, τι προκύπτει και ξεχωρίζει για να δώσουμε συνέχεια κλπ.

Δεύτερον, η παρέμβασή μας γύρω από τα επιμέρους αντικείμενα σπουδών μπορεί να τροφοδοτείται και να «δένεται» με τις κεντρικά κάθε φορά εξελίξεις. Για παράδειγμα, μετά τις τεράστιες καταστροφές από πλημμύρες στη Θεσσαλία, θα μπορούσαν να ανοίξουν θέματα όπως με ποια κριτήρια επιλέγονται τα έργα αντιπλημμυρικού σχεδιασμού, στους μηχανικούς, με αφορμή τις πιθανές επιπτώσεις στο διατροφικό στα γεωπονικά και τα διάσπαρτα τμήματα τροφίμων κ.ά.

Επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι πιο εξόφθαλμη η σύνδεση με τις ανάγκες του κεφαλαίου που δραστηριοποιείται στην περιοχή έδρας κάποιου ιδρύματος. Με αυτήν την έννοια, η «φυσιογνωμία» των ιδρυμάτων ή ορισμένων τμημάτων είναι πιο προσανατολισμένη στις «τοπικές» ανάγκες και η ενσωμάτωση στην παρέμβασή μας πλευρών που αφορούν τις εξελίξεις στην περιοχή αποτελεί πλευρά ενασχόλησης με το περιεχόμενο των σπουδών, με την έννοια της «κατεύθυνσης» των σπουδών.

Ξεχωρίζουμε ιδιαίτερα ότι, σταθερά και διακριτά, μέσα από την ίδια τη συγκρότηση των προγραμμάτων σπουδών, το περιεχόμενο των μαθημάτων και της διδασκαλίας, ο ιστορικός αναθεωρητισμός και ο μεταμοντερνισμός διαμορφώνουν το πλαίσιο μιας πιο επιθετικής έκφρασης της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας.

Η τελευταία δεν εξαντλείται στην ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων από τη σκοπιά των αστικών συμφερόντων, αλλά επιχειρεί να αλλοιώσει την ίδια την ιστορική πραγματικότητα, άλλοτε διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα (άμεσα ή μέσα από προσωπικές μαρτυρίες κλπ.) και άλλοτε απαλείφοντας την οποιαδήποτε ιεράρχηση παραγόντων που επιδρούν σε αυτά ή κρίνοντας στάσεις και τοποθετήσεις στη βάση μεθοδευμένων ως κυρίαρχων κριτηρίων στη στρεβλή συνείδηση των εργατικών-λαϊκών μαζών.

Σε αυτό το πλαίσιο, δουλεύεται και εξελίσσεται ο αντικοµµουνισµός. Η «ιστορία του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου» κυριολεκτικά ξαναγράφεται, ο κομμουνισμός εξισώνεται με το φασισμό, γενικότερα επιχειρείται η άρνηση των επαναστάσεων, ως έναν βαθμό και των αστικών, η επαναστατική βία ταυτίζεται με την τρομοκρατία.

Συνολικότερα, σημειώνεται υποχώρηση της όποιας διείσδυσης της διαλεκτικής-υλιστικής διερεύνησης της Ιστορίας είχε κατακτηθεί τον 20ό αιώνα.

Ως αποτέλεσμα, όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος όχι για Ιστορία, αλλά για ιστορικές αναγνώσεις, ιστορικά αφηγήματα ή πολλαπλές ιστορίες και κατά προέκταση η επιδίωξη καταγραφής της ιστορικής αλήθειας λοιδορείται ως ιδεοληπτική.

Με αυτά τα κριτήρια και άξονες, οι Οργανώσεις μπορούν να εμπλουτίσουν το σχέδιο της κάθε ΚΟ, απαντώντας σε ιδεολογήματα και επιχειρήματα που δουλεύονται από την αστική τάξη, αλλά και στην ίδια τη μέθοδο της επιστημονικής γνώσης. Ανάλογα με τις δυνατότητες το σχέδιο αυτό μπορεί να «περνάει» και μέσα από τις πρωτοβουλίες των συλλόγων. Κάποιες μορφές, θα μπορούσαν να είναι ημερίδες, εκδηλώσεις, γραπτή ανακοίνωση, αντιμάθημα, έκθεση, βιβλιοπαρουσίαση, ερωτηματολόγιο, εκδρομή, π.χ., ιστορική, σε μουσείο, σε χώρο δουλειάς κ.ά. Σε όλα αυτά, εκτός από τη συνεργασία μας με τα αντίστοιχα τμήματα της ΚΕ, μπορούμε να αξιοποιούμε ΔΕΠ και άλλους διδάσκοντες, τόσο στην προετοιμασία τους, όσο και ως ομιλητές.

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Μπροστά στην έναρξη αυτής της ακαδημαϊκής χρονιάς μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι η πρωτοπόρα δράση μας στα πανεπιστήμια έχει όλες τις προϋποθέσεις να περάσει σε ένα νέο επίπεδο. Τα θετικά αποτελέσματα σε κεντρικές εκλογικές μάχες, σε αρχαιρεσίες, διαμορφώνουν δυνατότητες αλλά και απαιτήσεις για να δουλέψουμε καλύτερα την πολιτική μας πρόταση σε ευρύτερες μάζες. Για να ενισχύεται ο ριζοσπαστικός πόλος στο κίνημα, να διευρύνεται και να παίρνει πιο σταθερό και βαθύ χαρακτήρα η συμφωνία με το Κόμμα σε κάθε χώρο. Είναι κυριολεκτικά κρίσιμο ζήτημα να μάθουμε να δουλεύουμε ακόμα καλύτερα και μέσα στο κίνημα με κόσμο που βρίσκεται σε αναζήτηση, που έχει εμπιστοσύνη στους κομμουνιστές.

Οι κρίσιμες μάχες είναι μπροστά μας και μπορούν συνοπτικά να περιγραφούν ως εξής:

α) Είναι τα μεγάλα θέματα της αντιπαράθεσης με την κυβερνητική πολιτική όπου επιδιώκουμε να κερδίζει έδαφος, να βαθαίνει η αντικαπιταλιστική αντιμονοπωλιακή γραμμή πάλης, να προωθείται το Πρόγραμμα του Κόμματος. Αυτά αφορούν το κόστος ζωής και σπουδών, την εφαρμογή των ψηφισμένων νόμων στα πανεπιστήμια και την πάλη για πτυχία με αξία, την πάλη ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την εμπλοκή της Ελλάδας, τις επιπτώσεις από τον προσανατολισμό για οικονομίες πολέμου και τι σημαίνει αυτό και στους προσανατολισμούς της έρευνας, της επιστήμης.

β) Είναι η μάχη στα βασικά μέτωπα της ιδεολογικής-πολιτικής διαπάλης με αντιπαράθεση στον ψευδεπίγραφο ατομικό δικαιωματισμό, την προσπάθεια αναβάπτισης της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού στην κατεύθυνση νέων αυταπατών περί κυβερνητικής εναλλαγής και της κίβδηλης διαπάλης ανάμεσα στο προοδευτικό και το συντηρητικό εντός των τειχών του συστήματος. Πρόκειται για μια διαπάλη η οποία μπορεί να δοθεί από τους κομμουνιστές αποτελεσματικά μόνο με όρους στρατηγικής, με όρους προβολής του σοσιαλισμού και της αναγκαιότητας και ρεαλιστικότητάς του, με πολύμορφη μαχητική προβολή της πρότασης του ΚΚΕ γενικά και ανά θέμα.

γ) Είναι η μάχη απέναντι στον προωθούμενο τρόπο ζωής που επιβάλλεται από την αστική τάξη και τους μηχανισμούς της προκειμένου να επιλεχθεί «ελεύθερα» από τους νέους και τις νέες σε αυτήν τη φάση ανάπτυξης της εκμεταλλευτικής κοινωνίας όπου καπιταλισμός σημαίνει σάπισμα παντού. Κόντρα στην παραίτηση και τον αναχωρητισμό, οι κομμουνιστές επιμένουμε ότι το άτομο αποκτά όλες του τις ανθρώπινες ιδιότητες και κατακτά την ελευθερία του μόνο εντασσόμενο στην πάλη για μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση, την καταπίεση.

Είμαστε σε καλό δρόμο. Συνεχίζουμε πιο απαιτητικά.


ΣημειώσειςΣημειώσεις

1. Ως βαθμίδα επαγγελματικής εκπαίδευσης στο έδαφος του καπιταλισμού, την διαπερνά και την καθορίζει (ως προς τη ροή των αποφοίτων της στην εργασία στο αντικείμενο που έχουν σπουδάσει) η αναρχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, οι αναδιατάξεις στις αστικές προτεραιότητες ανά κλάδο κ.ά., με αποτέλεσμα η απορρόφηση αποφοίτων στην εργασία και ιδιαίτερα στο επάγγελμά τους να χαρακτηρίζεται από μεγάλη ανομοιομορφία. Αν και ένα πιο ανεβασμένο μορφωτικό-εκπαιδευτικό επίπεδο είναι αναγκαίο συνολικά στην απορρόφηση σε κάθε εργασία, ανεξάρτητα από τη στάθμη ειδίκευσης που απαιτεί, το παραπάνω φαινόμενο χρειάζεται να ληφθεί υπόψη στην επεξεργασία της παρέμβασής μας ανά χώρο.

2. Για παράδειγμα, στις πολυτεχνικές σχολές αξιοποιούνται οι επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις για να καλλιεργηθεί το ιδεολόγημα του ατομικού δρόμου για την επιτυχία, και άρα του εξοντωτικού ανταγωνισμού, καθώς και ο μύθος ότι το κλειδί για τη λύση όλων των προβλημάτων βρίσκεται στην ανάπτυξη τεχνολογικών λύσεων, ότι η ανάπτυξη της επιστήμης δεν έχει ταξικό πρόσημο. Προωθείται με χίλιους δυο τρόπους η κουλτούρα της επιχειρηματικότητας στοχεύοντας στην αλίευση νέων ταλέντων και στην άγρια εκμετάλλευσή τους με ελαχιστοποιημένο ρίσκο για τα μονοπώλια. Τα προγράμματα σπουδών προσανατολίζονται στην παραγωγή διευθυντικών στελεχών με αντεργατικά αντανακλαστικά «επιστάτη», όπως είναι το επαγγελματικό μεταπτυχιακό της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ για διαχείριση έργων στο ΕΜΠ. Ταυτίζεται η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος και «αριστεία», καθώς και η προοπτική επαγγελματικής διεξόδου και σταδιοδρομίας με συγκεκριμένες πολιτικές, π.χ. πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.

3. 432 ΠΠΣ πανεπιστημίων και ξενόγλωσσα, 170 ΠΠΣ ΤΕΙ.

4. Σε αυτό το ποσοστό συμπεριλαμβάνονται και οι ετεροαπασχολούμενοι απόφοιτοι.

5. Τα στοιχεία είναι από την Ετήσια Έκθεση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) 2021 και 2022.

6. Σύμφωνα με τα στοιχεία της eurostat για την απασχόληση πτυχιούχων το 2023, η Ελλάδα βρίσκεται στο 72,3%.

7. Σύμφωνα με τα στοιχεία της eurostat το 2021 το ποσοστό αποφοίτων επί των φοιτητών (ρυθμός αποφοίτησης) στην Ελλάδα ήταν 9,69%, ενώ κατά μέσο όρο στην ΕΕ ήταν 23,28%.

8. Ετήσια έκθεση της ΕΘΑΑΕ 2022, σελ. xvii.

9. Η συμφωνία της Μπολόνια είναι μια σειρά υπουργικών συναντήσεων και συμφωνιών μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών για τη διασφάλιση της συγκρισιμότητας των προτύπων και της ποιότητας των τίτλων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η διαδικασία δημιούργησε τον Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης στο πλαίσιο της Σύμβασης Αναγνώρισης της Λισαβόνας. Το όνομά της το πήρε από το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, όπου υπογράφηκε η δήλωση της Μπολόνια από τους υπουργούς Παιδείας 29 ευρωπαϊκών χωρών το 1999.

10. Ετήσια έκθεση της ΕΘΑΑΕ 2022, σελ. xvii.

11. Στο ετήσιο σχέδιο δράσης 2024 του υπουργείου Παιδείας, Αθλητισμού και Θρησκευμάτων (ΥΠΑΙΘ), για το πρώτο τρίμηνο του 2024 προβλέπεται αλλαγή της τάξης του 5%, που σημαίνει περίπου 25 τμήματα πανελλαδικά.

12. Βλ. πιο αναλυτικά για το ζήτημα αυτό: Δημήτρης Κοιλάκος, «Ατομική ελευθερία»: Μύθος και πραγματικότητα, ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 4/2019. Στέλλα Παπαοικονόμου, «“Ατομικός δικαιωματισμός”. Ατομικό μενού ελευθεριών από τον μπουφέ της αντίδρασης», Ριζοσπάστης, 20-21.7.2024. Μάκης Παπαδόπουλος, «Οι στόχοι του κεφαλαίου μεταμφιεσμένοι σε “ατομικά δικαιώματα” στην εποχή του “ίντερνετ των σωμάτων”», Ριζοσπάστης 3.2.2024.

13. Η EUA (Ένωση Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων) αναφέρει πως η αυτονομία των ιδρυμάτων σχετίζεται με την ακαδημαϊκή ελευθερία, η οποία πλέον αποτυπώνεται με το δείκτη ακαδημαϊκής ελευθερίας (Academic Freedom Index - AFI).