Για τις διεργασίες στο οπορτουνιστικό ρεύμα


της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ

Η προεκλογική περίοδος επιτάχυνε ορισμένες διεργασίες που αφορούν τις διάφορες ομάδες και τάσεις του οπορτουνιστικού ρεύματος. Η πολύ μικρή συσπείρωση αυτών των ομάδων δεν πρέπει να οδηγεί σε υποτίμηση της αρνητικής επίδρασής τους στην προσπάθεια του ΚΚΕ για απεγκλωβισμό δυνάμεων από την αστική επιρροή, καθώς και για την ανασύνταξη του ταξικού εργατικού κινήματος.

Το ιδιαίτερα αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα γι’ αυτόν το χώρο και η αντιπαράθεση που ήδη υπήρχε και εκφράστηκε και με το ότι οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν κατέβασαν ενιαία ψηφοδέλτια στις τοπικές εκλογές σε Αθήνα, Πάτρα και Θεσσαλονίκη, προμηνύουν διεργασίες που θα εξελιχτούν στο διάστημα μετά από τις βουλευτικές εκλογές.

Η ρευστότητα και η απογοήτευση, που αντικειμενικά επικρατεί στο συγκεκριμένο χώρο, δημιουργεί γόνιμο έδαφος για να καλέσουμε σε συμπόρευση με το ΚΚΕ αγωνιστές που βγάζουν συμπεράσματα από την αδιέξοδη πολιτική γραμμή αυτών των ομάδων και ξεπερνούν αντι-ΚΚΕ σύνδρομα που καλλιεργήθηκαν από τα ηγετικά τους στελέχη.

Ταυτόχρονα, οι διεργασίες στις ηγεσίες συγκεκριμένων ομάδων αναδεικνύουν τόσο την προσπάθεια συντονισμού τους για τη δημιουργία νέου πόλου-αναχώματος απέναντι στο ΚΚΕ (με δεδομένη την πορεία φθοράς της ΑΝΤΑΡΣΥΑ) όσο και την «επίθεση φιλίας» για τη ρυμούλκησή του σε γραμμή πολιτικής συνεργασίας κορυφών για τη δημιουργία ενός νέου συνασπισμού «αριστερών δυνάμεων», ενός «αντιδεξιού», αντικυβερνητικού μετώπου.

Φυσικά, δε θα επαναλάβουμε σ’ αυτό το σύντομο ενημερωτικό κείμενο την αναλυτική κριτική στις θέσεις αυτών των ομάδων που ο αναγνώστης της ΚΟΜΕΠ θα βρει στα άρθρα προηγούμενων τευχών.1

Αξίζει όμως να επισημάνουμε ότι στις πρόσφατες διεργασίες συναντάμε ξανά όλα τα βασικά στοιχεία που οδήγησαν τις δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΛΑΕ να παίζουν στην πράξη ρόλο «ουράς» στη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Συνεχίζουν να προβάλλουν ως ριζοσπαστικό κίνημα τους «αγανακτισμένους της πλατείας» του 2011 και ως ελπιδοφόρα δυναμική –που προδόθηκε– τη στήριξη του ΟΧΙ της κυβέρνησης στο δημοψήφισμα του 2015. Συνεχίζουν ακόμα να θεωρούν σε γενικές γραμμές ως προοδευτικό, αριστερό το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ πριν αναλάβει την κυβέρνηση. Ξεπερνούν το όριο της πολιτικής γελοιότητας, ασκώντας κριτική στη γραμμή του ΚΚΕ που δεν «εμπνέει για κάτι παραπάνω» και οδηγεί σε πτώση των ποσοστών του, την ώρα που η γραμμή τους έχει οδηγήσει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τη ΛΑΕ ένα βήμα πριν τη διάλυση και στην εκλογική συντριβή.

Στην πραγματικότητα, χωρίς ίχνος ουσιαστικής αυτοκριτικής, συνεχίζουν στην ίδια ρότα υποβάθμισης της σημασίας του οργανωμένου εργατικού κινήματος, υπόκλισης σε αταξικές μορφές ανώδυνης για το σύστημα κινητοποίησης, που υπονομεύουν την προσπάθεια για ανάπτυξη της ταξικής πάλης σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.

Αρκεί να θυμηθούμε τους στόχους, τις δυνάμεις και τους ηγέτες που πρωταγωνίστησαν στις συνάξεις των «αγανακτισμένων» στις πλατείες το 2011. Τους εθνικιστές και χρυσαυγίτες της «πάνω πλατείας» που συνυπήρχαν αρμονικά για μέρες με τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο κάτω μέρος. Τον ακαθόριστο αντίπαλο που ήταν γενικά οι «βουλευτές», αφήνοντας στο απυρόβλητο το μεγάλο κεφάλαιο, την άρχουσα τάξη, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Τη θετική υποδοχή στις διαλέξεις του Βαρουφάκη, του Τσακαλώτου, του Κατρούγκαλου, του Καζάκη, που ανέλαβαν στη συνέχεια τη «βρόμικη δουλειά» και τις αποδοκιμασίες στα συνεργεία των συνδικάτων και των Συλλόγων της ΟΓΕ που μοίραζαν ανακοινώσεις. Την εξαφάνιση των «αυθόρμητων» αγανακτισμένων που έφυγαν για διακοπές και δεν ξαναγύρισαν, αφού δημιούργησαν το κλίμα για την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία διασφάλισε στη συνέχεια –εκτός των άλλων– την προκλητική καθυστέρηση της δίκης της Χρυσής Αυγής.

Χάρη στην πολιτική στάση του ΚΚΕ την περίοδο 2010-2015, την άρνησή του να στηρίξει το σχέδιο κυβερνητικής εναλλαγής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν επιτεύχθηκε ο αφοπλισμός και η πλήρης ενσωμάτωση του εργατικού-λαϊκού κινήματος τα επόμενα χρόνια. Χάρη στην επαναστατική στρατηγική του και στη δράση του, το ΚΚΕ άντεξε στις μεγάλες πιέσεις των τελευταίων χρόνων.

Αντίθετα, η γραμμή του «αντινεοφιλελεύθερου, αντιμνημονιακού μετώπου», η γραμμή της ενότητας των αριστερών δυνάμεων για ένα «ρεαλιστικό» μεταβατικό πρόγραμμα (όπως βαφτίζεται η αυταπάτη της φιλολαϊκής διαχείρισης του καπιταλισμού) οδήγησε τις οπορτουνιστικές και «φραξιονιστικές» ομάδες στο σημερινό τους πολιτικό ναυάγιο.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ

Το εκλογικό αποτέλεσμα χρησιμοποιήθηκε ως αφορμή από τις διάφορες φραξιονιστικές ομάδες που επιχειρούν να παρέμβουν υπονομευτικά απέναντι στην πολιτική γραμμή και τη στρατηγική του ΚΚΕ, αλλά και στο εσωτερικό του («Εργατικός Αγώνας», «Σύλλογος Κορδάτος», «Νέα Σπορά»). Είναι αξιοσημείωτο ότι υπήρξαν περιπτώσεις («Νέα Σπορά») που εξέδωσαν ανακοίνωση για πρώτη φορά μετά από ένα χρόνο, δείχνοντας έτσι την ενδεχόμενη αρχή μιας νέας ενεργοποίησης από μέρους τους. Σε αυτά ήρθαν ως συμπλήρωση οι ανακοινώσεις των οπορτουνιστικών ομάδων για το εκλογικό αποτέλεσμα, ακολουθώντας μια σχεδόν ταυτόσημη γραμμή επίθεσης απέναντι στο ΚΚΕ. Οι βασικοί άξονες της επιχειρηματολογίας τους είναι οι εξής:

  • Κατηγορούν το ΚΚΕ για μαξιμαλισμό όταν προβάλλει την ανάγκη για άλλο δρόμο ανάπτυξης, την οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας προς όφελος του λαού, την εργατική εξουσία. Υποστηρίζουν ότι μια τέτοια γραμμή δεν μπορεί να «συγκινήσει» τον κόσμο, ότι «με σφυροδρέπανα δεν ανεβαίνεις στις εκλογές», ότι όλα αυτά είναι σεχταρισμός.
  • Προβάλλουν ότι υπάρχει δυνατότητα πολιτικής συνεργασίας με τους εκπροσώπους ενός «κινηματικού-αγωνιστικού» τμήματος του ΣΥΡΙΖΑ που «προδόθηκε» από την ηγεσία του, στο πλαίσιο της γενικότερης λογικής ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ριζοσπαστικό αριστερό πρόγραμμα το οποίο πρόδωσε γιατί συμβιβάστηκε». Κατηγορούν το ΚΚΕ ότι δεν μπόρεσε να «συνδεθεί» με αυτόν τον κόσμο, γιατί «περιχαρακώθηκε» από το κίνημα (εννοούν τις πλατείες) ήδη πριν αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ την κυβέρνηση. Μάλιστα, προσπαθούν να εμπλέξουν σε αυτήν τη λογική και παραδείγματα υγιούς συμπόρευσης κόσμου με το ΚΚΕ, λέγοντας ότι είναι λίγα για να αλλάξουν τη γενική κατάσταση «περιχαράκωσης».
  • Προβάλλουν ύπουλα ως τάχα «διαφοροποίηση» της γραμμής του Κόμματος την παρέμβασή μας στην Πάτρα στις δημοτικές εκλογές. Σκόπιμα διαστρεβλώνουν τη γραμμή για λαϊκή αντιπολίτευση στους δήμους, προσπαθώντας να φέρουν από την πίσω πόρτα ότι μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διαχείριση του καπιταλισμού, ότι δεν είναι λάθος η συμμετοχή σε αστική κυβέρνηση και ότι μια τέτοια γραμμή είναι αυτή που μπορεί να συσπειρώσει κόσμο.
  • Προσπαθούν να δημιουργήσουν κλίμα αμφισβήτησης της πολιτικής γραμμής του ΚΚΕ, επιτιθέμενοι στα συλλογικά καθοδηγητικά όργανα και την ΚΕ, τα οποία, όπως λένε, είναι υπεύθυνα για το ότι το Κόμμα δεν καταγράφει εκλογική άνοδο τα τελευταία χρόνια και «συνεχίζουν να μη δίνουν εξηγήσεις» για την πτωτική εκλογική του πορεία.

 

Α. Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΡΑΞΙΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ

Σε άρθρο που εκφράζει τις απόψεις του «Συλλόγου Κορδάτου» αναφέρεται:

«Με αυτήν την εκλογική επίδοση μόνο θυμηδία μπορεί να προκαλέσει η δήλωση του Κουτσούμπα το βράδυ των εκλογών, ο οποίος θεώρησε πως “είναι θετικό ότι το ΚΚΕ παραμένει σταθερή δύναμη για τα λαϊκά συμφέροντα, με τάση αναπλήρωσης των δυνάμεών του”. (...)

Το ΚΚΕ, παρά τα ανοίγματα που επιχείρησε μετά από καιρό (...), πληρώνει το σεχταρισμό των τελευταίων ετών, τον αριστερισμό σε επίπεδο πολιτικών διακηρύξεων και τη δεξιά πρακτική. Η άρνησή του να πάρει εντολή για σχηματισμό κυβέρνησης το 2012, η στάση του στο δημοψήφισμα, η απόστασή του από τις πλατείες, οι χοντροκομμένες επιθέσεις σε όσους βρίσκονταν αριστερά του, η υπερπροβολή της στρατηγικής (βλέπε κεντρική εκδήλωση ΚΚΕ στο Σύνταγμα όπου ο Κουτσούμπας μίλησε για την Ευρώπη του σοσιαλισμού βάζοντας ως διακύβευμα το σοσιαλισμός ή καπιταλισμός μέσα σε έναν αστικό θεσμό, αυτό των εκλογών), είναι όλα αυτά τα “στιγμιότυπα” που έχουν διαμορφώσει πλέον μια αρνητική γνώμη σε μεγάλα τμήματα των εργαζομένων για το ΚΚΕ. Δεν ισχύει καν το παλιό “σας αγαπάμε, αλλά δε σας παντρευόμαστε”.»2

Εδώ επαναλαμβάνεται η γνωστή θέση να χαρακτηρίζονται ως «μη επαναστατικά» και «σεχταριστικά» τα βήματα ανάπτυξης της στρατηγικής αντίληψης του ΚΚΕ, όπως το θέμα της μη συμμετοχής των κομμουνιστών σε αστικές κυβερνήσεις, ακόμα και η πρόδηλη προβολή της αναγκαιότητας ανατροπής της αστικής εξουσίας. Ουσιαστικά παρουσιάζεται ως δήθεν «αριστερή» μια γραμμή που επιδιώκει να περιορίσει τη δράση, την προπαγάνδα και το πολιτικό άνοιγμα του ΚΚΕ στα όρια του «εφικτού» και του «ρεαλιστικού», στα όρια του συστήματος.

Ο «Εργατικός Αγώνας» με τη σειρά του αναφέρει: «Είναι σαφές ότι δεν μπορούν (οι δυνάμεις της Αριστεράς και κυρίως το ΚΚΕ) να αρθρώσουν έναν πειστικό λόγο και μια τακτική που θα συσπειρώνει και θα πείθει ότι αξίζει τον κόπο η ενίσχυσή τους.»3

Σε άλλο άρθρο τους διατυπώνουν τη συκοφαντική επίθεση στο ΚΚΕ με βάση το αποτέλεσμα στους δήμους, διαστρεβλώνοντας σκόπιμα την πολιτική του γραμμή: «Η στασιμότητα, η αδράνεια και το “δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα λόγω οικονομικής κρίσης, καπιταλισμού και μνημονίων” επικράτησαν όλη την προηγούμενη περίοδο στη δράση και το λόγο αυτών των τεσσάρων υποψήφιων δημάρχων [αναφέρεται σε Χαϊδάρι, Καισαριανή, Πετρούπολη και Ικαρία]. Μια δράση που σε τίποτα δε θύμιζε την πολύ πλουσιότερη (και κινηματικού χαρακτήρα) δράση του Κώστα Πελετίδη στην Πάτρα, ο οποίος επανεκλέχτηκε πανηγυρικά παρά την αντιΚΚΕ εκστρατεία όλων των άλλων κοινοβουλευτικών κομμάτων.»4

Σε αυτήν την άθλια προσπάθεια υπονομευτικής παρέμβασης στο εσωτερικό του ΚΚΕ και επίθεσης στα καθοδηγητικά του όργανα συμμετέχει και η «Νέα Σπορά», λέγοντας ότι: «Τα πράγματα είναι κρίσιμα για το Κομμουνιστικό Κίνημα, για το ΚΚΕ, ιδιαιτέρως μπροστά στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές. Θέλουμε, παραπέρα, να ελπίζουμε ότι αυτοί που πρέπει να καταλάβουν τις πρόσθετες δυσκολίες, που έχει να αντιμετωπίσει το ΚΚΕ, στο άμεσο χρονικό διάστημα, και που θα παίξουν ρόλο για τη μελλοντική του πορεία, ότι πράγματι τις καταλαβαίνουν, γιατί σε αντίθετη περίπτωση δεν πρέπει να βρίσκονται στις θέσεις που κατέχουν, αφού δεν κατανοούν ακόμη και “τα στοιχειώδη”.»5 Ενώ κλείνει την ανακοίνωσή της σημειώνοντας την ένταση της προσπάθειας επίθεσης στο ΚΚΕ μετά από τις βουλευτικές εκλογές, λέγοντας ότι: «Η “Νέα Σπορά” θα επανέλθει μετά τις βουλευτικές εκλογές στις 7 του Ιούλη και θα καταθέσει τη γνώμη της για όλες τις πολιτικές εξελίξεις, ακόμη και γι’ αυτές που πραγματοποιήθηκαν το χρονικό διάστημα που δε δημοσίευε.»

Παρόμοια επιχειρηματολογία έχει διατυπωθεί και από τον αστικό Τύπο, με πιο χαρακτηριστικό δημοσίευμα αυτό της ΕΦΣΥΝ: «Η ηγεσία του ΚΚΕ οφείλει να εξηγήσει με παγερή σαφήνεια στα μέλη και τους ψηφοφόρους του κόμματος πώς γίνεται σε συνθήκες κρίσης οι πολίτες να επιλέγουν δεξιά κόμματα και όχι την Αριστερά. Εντάξει, ο αντίπαλος είναι ισχυρός. Γιατί όμως η Αριστερά δεν πείθει τον κόσμο ότι μπορεί να γίνει η ελκυστική εναλλακτική λύση; Μήπως γιατί δεν την ενδιαφέρει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και βολεύεται στο μικρό και γωνιακό μαγαζάκι της; Μήπως γιατί το μόνο που ξέρει να κάνει καλά είναι να καταγγέλλει το σύστημα και να οργανώνει διαδηλώσεις; Μήπως γιατί τρομάζει στη σκέψη ότι κάποια στιγμή είναι πιθανό να βρεθεί σε θέση ευθύνης και δε θα ξέρει τι θα κάνει;»6

Αποδεικνύεται για ακόμη μία φορά ότι μέρος της αστικής επιχειρηματολογίας και πολεμικής συμπίπτει με την προσπάθεια των οπορτουνιστών-φραξιονιστών στον κοινό στόχο να αναθεωρήσει το ΚΚΕ την επαναστατική του γραμμή και να συμβιβαστεί στο πλαίσιο της αστικής διαχείρισης.

 

Β. Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ

Στο ίδιο μήκος κύματος απέναντι στην πολιτική του ΚΚΕ κινήθηκαν και άλλες δυνάμεις του οπορτουνιστικού ρεύματος, που είχαν ως βασική τους αιχμή το ότι το ΚΚΕ «περιχαρακώνεται», δεν ακουμπάει «τον κόσμο που φεύγει από το ΣΥΡΙΖΑ», γιατί θέλει να διατηρήσει την πολιτική του «καθαρότητα». Η ουσία αυτών των επιχειρημάτων είναι σχεδόν πανομοιότυπη με τα όσα υποστήριζε ο «Σύλλογος Κορδάτος» στο άρθρο που ήδη αναφέραμε.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η οποία σημειώνουμε ότι στις εκλογές κατέγραψε το ισχνό 0,41%, κατηγορεί το ΚΚΕ ότι «ποτέ δεν είχε πολιτική ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής. Ούτε επιδίωξε την κοινή δράση μέσα στο εργατικό και λαϊκό κίνημα με αυτό το αγωνιστικό δυναμικό. Παραπέρα, είχε αμφίσημη στάση στο “μακεδονικό”»7. Στην ίδια γραμμή κινήθηκαν και οι συνιστώσες της.

Το ΣΕΚ (εντάσσεται στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ), πιο επιθετικά, ανέφερε ότι το ΚΚΕ «στα χρόνια της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ ύψωνε τείχη απέναντι στον κόσμο της βάσης του, δηλώνοντας ότι οι κομμουνιστές δεν έχουν σχέση με την υπόλοιπη Αριστερά. Ποτέ δεν επιδίωξε την κοινή δράση με κόσμο που έσπαγε προς τα αριστερά από το ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός ο σεχταρισμός δε διορθώνεται την τελευταία στιγμή με το Ριζοσπάστη να γράφει ότι το κόμμα πήρε στήριξη από τον Γιάννη Μηλιό και την Αγλαΐα Κυρίτση»8. Πρέπει να σημειωθεί ότι το ΣΕΚ, δουλεύοντας ενεργά στη γραμμή του «αντιδεξιού μετώπου» απέναντι στη ΝΔ, κάλεσε σε στήριξη των υποψηφίων του ΣΥΡΙΖΑ στο β΄ γύρο των τοπικών εκλογών, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Πρώτο βήμα είναι να στηρίξουμε τα σχήματα της Αριστεράς που περνάνε στο δεύτερο γύρο των τοπικών εκλογών απέναντι στην ανερχόμενη Δεξιά. Να δείξουμε στην πράξη στον κόσμο του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν απέχουμε όταν δίνει μάχες.»9

Η «ΜΕΤΑΒΑΣΗ» (τάση μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ όπου συμμετέχουν τα στελέχη που αποχώρησαν από το ΝΑΡ, μαζί με ορισμένες άλλες δυνάμεις) ξεδιπλώνει μια πιο μελετημένη επίθεση, αξιοποιώντας κατά περιπτώσεις μια υποκριτικά «φιλική» φρασεολογία, στοχεύοντας στην πλαγιοκόπηση της πολιτικής του ΚΚΕ. Γράφει χαρακτηριστικά ότι το ΚΚΕ «ηττήθηκε και στις τρεις κάλπες, γεγονός που επιβεβαιώνει την καταφανή ανεπάρκεια αυτής της προγραμματικής συγκρότησης. Αντί να στραφεί προς τα αριστερά του σε μια ισότιμη συμμαχία πάλης, επιδόθηκε σε έναν αγώνα “τσιμπολογήματος” απογοητευμένων αριστερών, ενώ με την προεκλογική του καμπάνια άνοιξε διάπλατα τις πόρτες προς τα δεξιά του. Σεχταρισμός προς τα αριστερά - οπορτουνισμός προς τα δεξιά. Αυτήν την πολιτική την πλήρωσε, λιγότερο στην ευρωκάλπη, βαριά στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, με λίγες εξαιρέσεις, όπως στην Πάτρα που ακολούθησε άλλη πολιτική».

Η ΛΑΕ, η οποία επίσης κατέγραψε σημαντική πτώση συγκεντρώνοντας μόλις το 0,28%, με τη σειρά της επίσης παρουσιάζει τη γραμμή του ΚΚΕ ως σεχταριστική, σχολιάζοντας ότι το ΚΚΕ δεν κατάφερε να καρπωθεί το «τοπίο του κατακερματισμού της υπόλοιπης ριζοσπαστικής Αριστεράς» γιατί «είχε μια καθαρή πολιτική επιδίωξη, να διατηρήσει τη συνοχή του και τη θέση του στην πολιτική σκηνή απορρίπτοντας κάθε συνεργασία με τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς».

Ενώ η ΚΟΕ με δημοσιεύματα στο Δρόμο τοποθετήθηκε με χαρακτηριστικό τρόπο απέναντι στην πολιτική του ΚΚΕ, λέγοντας ότι: «Να κατεβαίνεις στις εκλογές με τη “λαϊκή εξουσία”, το “έξω από την ΕΕ” και τα σφυροδρέπανα είναι εγγύηση στασιμότητας.»10

ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΟΥ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟΥ

Το εκλογικό αποτέλεσμα φαίνεται να έχει αναθερμάνει τις διεργασίες που είχαν εντοπιστεί και πριν τη διπλή εκλογική αναμέτρηση του Μάη και του Ιούλη. Εδώ φαίνονται δύο στοιχεία: Το πρώτο είναι η δυνατότητα απεγκλωβισμού δυνάμεων από τέτοιες οπορτουνιστικές ομάδες, καθώς υπάρχει κόσμος με ριζοσπαστική αγωνιστική διάθεση ο οποίος βγάζει συμπεράσματα από την αδιέξοδη γραμμή τους που μετέτρεψε αυτά τα κόμματα και ομάδες σε ουρά του ΣΥΡΙΖΑ τα προηγούμενα χρόνια. Υπάρχει επίσης κόσμος που δεν πείθεται και αντιδράει στη χοντροκομμένη αντι-ΚΚΕ εμμονή τους, καθώς βλέπει τη δράση του ΚΚΕ, την προσπάθεια για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, την πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών και του ΠΑΜΕ στους χώρους δουλειάς.

Το δεύτερο αφορά το σχεδιασμό τους να εμπλέξουν και δυνάμεις του ΚΚΕ στην οργανωτική αναμόρφωση του χώρου που βρίσκεται σε εξέλιξη και φαίνεται να επιταχύνεται από το εκλογικό αποτέλεσμα που συμπίεσε σημαντικά τις δυνάμεις όλων των ομάδων του οπορτουνιστικού ρεύματος.

Σε άρθρο του «Συλλόγου Κορδάτου» γράφεται χαρακτηριστικά: «Πρέπει να γυρίσουμε σελίδα, να γίνει ένα νέο ξεκίνημα. Για το λόγο αυτό πρέπει να υπάρξει σύγκλιση και συντονισμός δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα. Πρώτον, απαιτείται σύγκλιση και ενοποίηση σε ενιαίο πολιτικό φορέα εκείνων των κομμουνιστικής αναφοράς συλλογικοτήτων και ανένταχτων αγωνιστών που καταλαβαίνουν ότι μόνο με ένα μετωπικό πρόγραμμα μπορεί να προσελκυστεί ξανά ο λαός και να ανοίξει προοπτικά ο δρόμος για μια εναλλακτική, φιλολαϊκή διακυβέρνηση και για νέους μαζικούς, ενωτικούς ριζοσπαστικούς αγώνες. Μόνο με ένα μετωπικό πρόγραμμα μπορεί να συγκεντρωθούν σχετικά άμεσα δυνάμεις που θα αποτελέσουν μια ισχυρή, πραγματική, αξιόπιστη αντιπολίτευση στο νέο δικομματισμό.»11

Σε ανακοίνωση του «Συντονισμού Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων» (χώρος-συνονθύλευμα που περιλαμβάνει δυνάμεις από ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΕ, αλλά και το «Σύλλογο Κορδάτο» και τον «Εργατικό Αγώνα») –πολιτική κίνηση που συγκροτήθηκε με σκοπό την ευρύτερη ανασύνθεση του οπορτουνιστικού χώρου– αναφέρεται επίσης: «Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών της 26ης Μαΐου επιβεβαιώνουν τη βασική εκτίμηση, που μας οδήγησε στη συγκρότηση του Συντονισμού, ότι όσον αφορά τουλάχιστον το τοπίο στην Αριστερά υπάρχει ένα “τέλος εποχής”.»12 Δίνοντας γραμμή για «νέο οργανωτικό σχήμα» που πρέπει να υπάρξει μετά από το «τέλος εποχής» στην «Αριστερά» συνολικά, συμπεριλαμβάνοντας στο στόχαστρο και δικές μας δυνάμεις.

Η συζήτηση αυτή και η σχετική αντιπαράθεση εμφανίζεται με οξύτητα και στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αναζωπυρώνοντας τη συζήτηση για το μέλλον της που σε αυτήν τη φάση φαίνεται αρκετά αβέβαιο, ενώ είναι πιθανό το φθινόπωρο να πραγματοποιήσει εκ νέου πανελλαδική συνδιάσκεψη, στην οποία θα αποφασίσει τα επόμενα βήματα.13

Στο πλαίσιο αυτό, το ΣΕΚ επιτίθεται στο ΝΑΡ, λέγοντας ότι: «Χρειάζεται ιδιαίτερα η ηγεσία του ΝΑΡ να σταθεί αυτοκριτικά απέναντι σε επιλογές διασπαστικές και σεχταριστικές. (...) Οι εκλογικές μάχες δεν είναι ενδοαριστεροί εμφύλιοι που γίνονται για να μοιραστεί μια συρρικνούμενη επιρροή.»14

Η «ΜΕΤΑΒΑΣΗ» αναφέρει σε ανακοίνωσή της ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ «από “ΑΝΤΑΡΣΥΑ της ελπίδας” μετατράπηκε σε “ΑΝΤΑΡΣΥΑ της απογοήτευσης”. Από “ΑΝΤΑΡΣΥΑ των μελών”, σε “ΑΝΤΑΡΣΥΑ των πλατφορμών” και του ανταγωνισμού, με πιο κραυγαλέα παραδείγματα την Αθήνα και, ακόμη χειρότερα, την Πάτρα», σημειώνοντας «την ανάγκη βαθιάς προγραμματικής επαναθεμελίωσης και ριζικής ανασυγκρότησης σε όλα τα πεδία», ενώ στελέχη της ίδιας τάσης της συμπληρώνουν χαρακτηριστικά σε άρθρο τους: «Όσο κι αν θα θέλαμε τα πράγματα να είναι αλλιώς, η πραγματικότητα είναι ότι το μέτωπο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως είναι σήμερα, έχει αποδειχθεί ότι δεν εμπνέει το μεγαλύτερο μέρος αυτού του δυναμικού, ώστε να μπορέσει να το επαναστρατεύσει.»15

H ΑΡΑΝ (η οποία είναι συνιστώσα της ΛΑΕ), που συμμετείχε στις συζητήσεις με τους παραπάνω, αναφέρει επίσης: «Όλα αυτά αναδεικνύουν αυτό που βοά εδώ και καιρό στο δυναμικό που αγωνιά για μια άλλη πορεία προγραμματικά, πολιτικά, οργανωτικά στο χώρο των κινημάτων και της ριζοσπαστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς.»16

Μετά από τις ευρωεκλογές και ενόψει των βουλευτικών εκλογών πραγματοποιήθηκαν ορισμένες κινήσεις που, αν και δεν κατέληξαν σε κάποια διαφοροποίηση στην εκλογική έκφραση του οπορτουνιστικού χώρου, δείχνουν το μίγμα των πιθανών εξελίξεων το επόμενο διάστημα. Η ΛΑΕ, στο φόντο των εξελίξεων μετά από την παραίτηση του Π. Λαφαζάνη, έβγαλε κάλεσμα προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ για κοινή κάθοδο στις βουλευτικές εκλογές. Αυτό συνοδεύτηκε από αντίστοιχες ανακοινώσεις της «ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ» και του ΣΕΚ υπέρ της εκλογικής συνεργασίας ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΛΑΕ, στις οποίες γινόταν κάλεσμα συνολικά στις «δυνάμεις της Αριστεράς» και ιδιαίτερα στο ΚΚΕ. Έχει σημασία ότι η «απάντηση» του ΣΕΚ δημοσιεύτηκε ουσιαστικά με άρθρο στελέχους τους στην ΕΦΣΥΝ, στοχεύοντας στο να γίνει γνωστή σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό της συγκεκριμένης εφημερίδας. Την ίδια στιγμή, το ΝΑΡ με άρθρα δικών του στελεχών παρουσιάστηκε ενάντια σε μια τέτοια συνεργασία. Εν τέλει, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ με ανακοίνωση, που φανερά ήταν αποτέλεσμα διαπάλης, αποφάσισε κάθοδο στις εκλογές χωρίς τη ΛΑΕ. Είναι φανερό ότι οι διεργασίες ανάμεσα στις δυνάμεις που συμμετέχουν σε ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ΛΑΕ θα συνεχιστούν.

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Το ιδιαίτερα αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα των δυνάμεων του οπορτουνιστικού ρεύματος τροφοδοτεί μια οξυμένη συζήτηση και αντιπαράθεση στις μεταξύ τους ζυμώσεις σχετικά με την ανασύνθεση του χώρου, η οποία εξάλλου έχει δρομολογηθεί από τις εξελίξεις του προηγούμενου διαστήματος. Το πιθανότερο είναι πως τα υφιστάμενα σχήματα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΛΑΕ θα υποστούν μεταβολές προς την κατεύθυνση διαμόρφωσης νέου πόλου των οπορτουνιστικών δυνάμεων, στόχο για τον οποίο στελέχη και ομάδες αυτού του χώρου ήδη εργάζονται.

Ο οπορτουνισμός έχει από τη φύση του τη δυνατότητα να μεταλλάσσεται και να ελίσσεται διαρκώς, όπως και οι φορείς του. Η γραμμή του προσαρμόζεται και αναβαπτίζεται με βάση και την «ατζέντα» της αστικής πολιτικής, ώστε να γίνεται πιο αποτελεσματικός ο ρόλος του ως αναχώματος στη ριζοσπαστικοποίηση λαϊκών δυνάμεων.

Η αναμόρφωση του οπορτουνιστικού χώρου είναι απαραίτητη για το αστικό πολιτικό σύστημα στη συνεχή προσπάθεια διαμόρφωσης εφεδρειών, αλλά και αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης της πολιτικής και της δράσης του ΚΚΕ. Συχνά οι δυνάμεις αυτές λειτουργούν ως «ιχνηλάτες» στην ανεύρεση τρόπων για την πιο αποτελεσματική πίεση της πολιτικής του ΚΚΕ. Σε αυτό το πλαίσιο φαίνεται ότι, παράλληλα με την ανοιχτή επίθεση, θα γίνονται και πιο εκλεπτυσμένες παρεμβάσεις με «φιλικό μανδύα» προτροπών για «αλλαγή γραμμής» προς το ΚΚΕ.

Στις μετεκλογικές συνθήκες θα οξυνθεί η προσπάθεια από τις διάφορες οπορτουνιστικές δυνάμεις και τα καλέσματα προς το ΚΚΕ για τη διαμόρφωση «αντιδεξιού» μετώπου, μια γραμμή που θα αξιοποιηθεί επίσης για να προσφέρει και ορισμένη «κινηματική» στήριξη στο ΣΥΡΙΖΑ, που βρίσκεται πια στην αντιπολίτευση, η οποία σε πιο ύστερη φάση θα αξιοποιηθεί προς όφελος μιας νέας κυβερνητικής εναλλαγής.

Γενικότερα, η χρεοκοπία της πολιτικής γραμμής του οπορτουνιστικού ρεύματος τα προηγούμενα χρόνια έχει διαμορφώσει ένα έδαφος πλήρους αποκάλυψης της πολιτικής συμβιβασμού που ακολούθησε τροφοδοτώντας την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην αστική διακυβέρνηση, αλλά και δυνατοτήτων απεγκλωβισμού ορισμένων δυνάμεων. Οι διαπιστωμένες αυτές δυνατότητες έχουν καταγραφεί το προηγούμενο διάστημα. Το επεξεργασμένο μέτωπο απέναντι σε αυτές τις δυνάμεις και απόψεις και η αύξηση της ικανότητας σχετικής παρέμβασης των δυνάμεών μας μπορεί να μεγιστοποιήσει αυτά τα περιθώρια απεγκλωβισμού, αλλά και να ακυρώνει τα σχέδια επίθεσης απέναντι στην επαναστατική στρατηγική του ΚΚΕ.

 


ΣημειώσειςΣημειώσεις

  1. Βλ. ενδεικτικά «Για τις διεργασίες στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στον οπορτουνιστικό χώρο», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 5/2018.
  2. Β. Λιόσης, «Ακτινογραφώντας την ψήφο των εκλογών», 2.6.2019.
  3. Γ. Αραβανής, «Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και η επόμενη ημέρα».
  4. «Εργατικός Αγώνας», «5 κομμουνιστές δήμαρχοι, ο εξής ένας. Γιατί;».
  5. «Νέα Σπορά», «Αναγκαίος πρόλογος για μια νέα πορεία».
  6. Τάσος Παππάς, «Η Αριστερά καθεύδει υπό μανδραγόρα», Εφημερίδα των Συντακτών.
  7. Ανακοίνωση ΚΣΕ ΑΝΤΑΡΣΥΑ για τα αποτελέσματα των εκλογών της 26ης Μάη και για τη μάχη των εκλογών της 7ης Ιούλη.
  8. Ανακοίνωση του ΣΕΚ για τα αποτελέσματα των εκλογών της 26 Μάη.
  9. Ό.π.
  10. «ΚΚΕ: “Σταθεροποίηση” ή κάτι άλλο;», εφημ. Δρόμος της Αριστεράς, 1.6.2019.
  11. Δ. Καλτσώνης, «Τέλος εποχής», 5.6.2019.
  12. «Ενημερωτικό σημείωμα Συντονισμού Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων», 4.6.2019.
  13. Υπενθυμίζουμε ότι η προηγούμενη συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έγινε την άνοιξη του 2018, και στις ψηφοφορίες που έγιναν με ξεχωριστά ψηφοδέλτια-πλατφόρμες οι συσχετισμοί είχαν καταγραφεί ως εξής: Το ψηφοδέλτιο που στηρίχτηκε από ΝΑΡ - ΑΡΙΣ - ΕΚΚΕ πήρε 55%, το ψηφοδέλτιο του ΣΕΚ 28% και η «Μετάβαση» 10%.
  14. Ανακοίνωση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος για τα αποτελέσματα των εκλογών της 26ης Μάη.
  15. «Μια πρόταση για το από ’δώ και πέρα προς τα όργανα και τα μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ».
  16. «Αριστερή Ανασύνθεση: Ανακοίνωση για τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές», 31.5.2019.