Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΥ ΟΠΩΣ ΕΚΦΡΑΣΤΗΚΕ ΣΤΗ ΓΛΔ ΚΑΙ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ


του Χρήστου Μπαλωμένου

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΠΟΙΟΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΣΚΟΠΟ

«Η Δύση δεν κριτικάρει τα λάθη, τα οποία γίνονται εδώ, αλλά αντίθετα κριτικάρει τα πλεονεκτήματα αυτού του κράτους. Αυτοί οι κύριοι ενοχλούνται από την αλλαγή των σχέσεων ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής»1.

Το ζήτημα που θέτει ο Μπρεχτ, από ποια πλευρά δηλαδή ασκείται η κριτική, είναι το πρώτο που πρέπει να ξεκαθαριστεί πριν υπεισέλθουμε στην αντιπαράθεση για την πτώση του τείχους του Βερολίνου πριν 20 χρόνια. Η αστική τάξη και οι οπορτουνιστές, τα κόμματά τους, οι συνδικαλιστές τους, τα ιδρύματά τους ούτε κάνουν ούτε έκαναν ποτέ κριτική από την πλευρά της βελτίωσης της εργατικής εξουσίας. Αφετηρία της κριτικής τους ήταν η υπεράσπιση της αστικής εξουσίας, της καπιταλιστικής κοινωνίας, η υπεράσπιση των ιερών και όσιων του καπιταλιστικού συστήματος, της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Αυτό που τους ενοχλούσε δεν ήταν τα λάθη, τα στραβοπατήματα της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Αυτά τα επιζητούσαν και τα χειροκροτούσαν όταν γίνονταν2. Αντίθετα, αυτό που τους ενοχλούσε ήταν «η αλλαγή των σχέσεων ιδιοκτησίας», η κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, η προοπτική της νικηφόρας ταξικής πάλης. Από αυτή τη σκοπιά προσεγγίζουν τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα. Γι’ αυτό της ρίχνουν τόνους λάσπη. Αν δεν κατανοηθούν βαθιά τα λόγια του Μπρεχτ για τα κίνητρα της κριτικής των αστών, η κουβέντα για τα πιο συγκεκριμένα γεγονότα θα μένει πάντα κουτσή. Οπως σημείωνε και ο Λένιν, οι εργαζόμενοι πρέπει να μάθουν να διακρίνουν πίσω από το κάθε σύνθημα τα συμφέροντα εκείνης ή της άλλης τάξης, αλλιώς θα μένουν πάντα απλοϊκά θύματα της αστικής πολιτικής.

Η κριτική των αστών βρίσκεται στον αντίποδα της επαναστατικής προσέγγισης της πρώτης ολοκληρωμένης προσπάθειας οικοδόμησης του σοσιαλισμού που έγινε τον 20ό αιώνα. Η επαναστατική προσέγγιση προσπαθεί να αφομοιώσει δημιουργικά τη θετική και αρνητική εμπειρία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, να βγάλει τα απαραίτητα συμπεράσματα για να είναι πιο αποτελεσματική η πάλη της και χωρίς πισωγύρισμα η επόμενη «έφοδος στον ουρανό». Σε αυτή τη γραμμή κινούνται και οι αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό. Η επαναστατική κριτική γίνεται με δεδομένη τη μαχητική υπεράσπιση του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε (και ιδιαίτερα της περιόδου που μπήκαν οι βάσεις του), με ανάδειξη της προσφοράς του στους εργαζόμενους όλου του κόσμου, στους λαούς που αντιστέκονταν. Οπως αναφέρεται και στην Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό: «Η κριτική μας προσέγγιση, σχετικά με τον εργατικό και λαϊκό έλεγχο και τη συμμετοχή, δεν έχει καμία σχέση με την αστική και οπορτουνιστική πολεμική για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες στην ΕΣΣΔ»3. Δεν περνάμε τη διαχωριστική γραμμή, αντίθετα την αναδεικνύουμε ακόμα περισσότερο.

Τον Οκτώβρη του 2009, με επίκεντρο το Βερολίνο, στήθηκε ένα πραγματικό πανηγύρι αντικομμουνιστικής προπαγάνδας. Φυσικά ο αντικομμουνισμός με τις διάφορες μορφές του (αντισοβιετισμός, αντισταλινισμός κλπ.) αποτελεί πάγιο στοιχείο της στρατηγικής της άρχουσας τάξης. Αποτελεί απαραίτητο συστατικό της προσπάθειάς της να θωρακίσει την εξουσία της. Από τη μυθολογία για τα παιδιά που έτρωγαν οι άνθρωποι στην ΕΣΣΔ και τους ξενοκίνητους κομμουνιστές μέχρι τις εκατόμβες των αθώων ανθρώπων που πέθαναν στα γκούλαγκ και στις φυλακές της Στάζι, ο στόχος είναι ένας: χτύπημα της προοπτικής επαναστατικής αλλαγής της κοινωνίας, χτύπημα της πρωτοπορίας αυτής της αλλαγής, του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ετσι ώστε να χτυπάει πάντα η καρδιά και ο νους των καταπιεζόμενων στο ρυθμό των αφεντικών, να δυσφημιστεί η δυνατότητα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αφού «όπου το επιχείρησαν, απέτυχαν», να εδραιωθεί στις συνειδήσεις των εργαζομένων ότι ο καπιταλισμός θα είναι αιώνιος και παντοτινός. Ο αντικομμουνισμός δεν έχει στραμμένα τα μάτια προς τα παρελθόν, αλλά κυρίως προς τα μέλλον. Οι αστοί επιδιώκουν, όπως ανοιχτά είχε δηλώσει και ο Klaus Kinkel, πρώην αναπληρωτής Καγκελάριος της ΟΔΓ και πρώην πρόεδρος της BND (της δυτικογερμανικής ΕΥΠ), την «απονομιμοποίηση της ΓΛΔ»4, την απονομιμοποίηση δηλαδή της εργατικής εξουσίας.

Το ιδιαίτερο στοιχείο, ωστόσο, αυτής της περιόδου είναι ότι αυτή η επίθεση παίρνει χαρακτηριστικά ψύχωσης. Τεράστιος όγκος έντυπου και τηλεοπτικού υλικού, επίκληση στο συναίσθημα, αναγωγή δευτερευουσών πλευρών σε κύριες, διαστρέβλωση στοιχείων και γεγονότων, αποκοπή των γεγονότων από τα ιστορικά τους πλαίσια, απόκρυψη σημαντικών άλλων. Οι αστοί και τα επιτελεία τους εφαρμόζουν κατά γράμμα αυτά που οι ίδιοι διδάσκουν στις σχολές ψυχολογίας, δημοσίων σχέσεων και μάρκετινγκ.

Αν θέλαμε να διατυπώσουμε επιστημονικά τη μέθοδο προσέγγισης που υιοθετούν οι αστοί (και προσπαθούν να εθίσουν και τους εργαζόμενους σε αυτή), θα λέγαμε ότι παρουσιάζουν τα κοινωνικά φαινόμενα εντελώς μεταφυσικά, δηλαδή στατικά και ξεκομμένα από τα υπόλοιπα φαινόμενα. Η μόνη επιστημονική μέθοδος όμως που μπορεί να οδηγήσει στην ουσία των φαινομένων είναι η διαλεκτικοϋλιστική προσέγγιση, η οποία βάζει στο «μικροσκόπιό» της όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής με τις αναγκαίες μεταξύ τους ιεραρχήσεις, προσεγγίζοντάς τες στην κίνησή τους και στην εξάρτησή τους την καθεμία από όλες τις άλλες. Η μεταφυσική είναι αναγκαία θεωρητική μέθοδος των αστών που βοηθάει στο σύγχρονο σκοταδισμό. Αντίθετα, η διαλεκτική υλιστική μέθοδος είναι ο δρόμος της αποκάλυψης της επιστημονικής επαναστατικής αλήθειας, γι’ αυτό είναι όπλο στα χέρια του εργατικού κινήματος.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

ΠΩΣ ΦΤΑΣΑΜΕ ΣΤΙΣ ΔΥΟ ΓΕΡΜΑΝΙΕΣ

Πολλά από τα γεγονότα που οδήγησαν στη δημιουργία των δύο Γερμανιών, της σοσιαλιστικής Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (ΓΛΔ) και της καπιταλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΟΔΓ), αποκρύπτονται συστηματικά, έτσι ώστε με όπλο την αποσπασματικότητα να εξυπηρετηθούν πιο αποτελεσματικά οι στόχοι που αναφέρθηκαν πιο πάνω.

Ο δεύτερος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος είχε δύο στόχους από την πλευρά των αστών. Ο ένας στόχος ήταν το ξαναμοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών. Η γερμανική άρχουσα τάξη ιδιαίτερα, εκτός από την επιδιωκόμενη αύξηση των αποικιών της, επιδίωκε να ηγηθεί μιας διαδικασίας καπιταλιστικής ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ο δεύτερος στόχος ήταν κοινός και στα δύο ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα και δεν ήταν άλλος από την ανατροπή του μοναδικού εκείνη τη στιγμή σοσιαλιστικού κράτους, της ΕΣΣΔ. Οι εξελίξεις όμως δεν οδήγησαν άμεσα στο προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Το δημιούργημα του γερμανικού κεφαλαίου, το ναζιστικό Κόμμα και ο Χίτλερ, ο οποίος φυσικά στηρίχτηκε αδρά και από καπιταλιστές «εχθρικών» χωρών (βλέπε Μόργκαν, Ντιπόν, Ροκφέλερ και πολλούς ακόμα), μαζί με τους συμμάχους του ηττήθηκαν από ένα εντελώς ανομοιογενές μπλοκ κρατών, το οποίο περιλάμβανε την εργατική ΕΣΣΔ και ιμπεριαλιστικά κράτη, όπως αυτό της Μ. Βρετανίας, των ΗΠΑ και της Γαλλίας.

Το αποτέλεσμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν αντιφατικό για το ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Από τη μία οδήγησε στην αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ των καπιταλιστικών χωρών, με πιο χαρακτηριστική την ανάδειξη των ΗΠΑ σε κυρίαρχη ιμπεριαλιστική δύναμη και από την άλλη ο πόλεμος έδωσε διέξοδο στις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Η βασική αντίθεση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής μεταξύ του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής και της ατομικής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της γεννοβολά μια σειρά παράγωγες αντιθέσεις, οδηγώντας στις οικονομικές κρίσεις και την απαραίτητη απαξίωση των κεφαλαίων, έτσι ώστε να «ξεμπουκώσει» η καπιταλιστική οικονομία και να συνεχίσει με επαρκή επίπεδα κερδοφορίας μέχρι την επόμενη κρίση υπερσυσσώρευσης5. Ο παγκόσμιος πόλεμος και η τεράστια απαξίωση που προξένησε λειτούργησε, όσο κυνικό κι αν ακούγεται, αναζωογονητικά για την καπιταλιστική οικονομία. Φυσικά τελείως διαφορετικά είναι τα πράγματα για τη σοσιαλιστική οικονομία, όπου κριτήριο παραγωγής δεν είναι το κέρδος, αλλά η διευρυμένη ικανοποίηση των αναγκών των εργαζομένων.

Επίσης το τέλος του πολέμου βρήκε την αστική εξουσία σε ορισμένες χώρες να κλονίζεται. Σε αυτό συνέβαλε και η παρουσία του Κόκκινου Στρατού σε κάποιες χώρες, παρουσία που εκ των πραγμάτων δημιουργούσε από τη μία εμπόδια στην αναδιοργάνωση της αστικής εξουσίας και από την άλλη δυνατότητες για το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια της εργατικής τάξης. Μόνο στα παραπάνω πλαίσια μπορούν να κατανοηθούν βαθύτερα οι μεταπολεμικές εξελίξεις στη Γερμανία.

Η άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας στις 8 Μάη 1945 οριοθετεί το τέλος του πολέμου για τη Γερμανία. Λίγο αργότερα συνθηκολόγησε και η Ιαπωνία. Στις 5 Ιούνη 1945 οι τέσσερις νικητές (ΕΣΣΔ, ΗΠΑ, Γαλλία, Βρετανία) υπέγραψαν τη «Διακήρυξη σχετικά με την Ηττα της Γερμανίας και την Ανάληψη της Ανώτατης Αρχής», σύμφωνα με την οποία η Γερμανία χωρίστηκε σε τέσσερις ζώνες κατοχής και το Βερολίνο σε τέσσερις τομείς. Από τις 9 Ιούνη εγκαθιδρύονται οι στρατιωτικές κυβερνήσεις των ζωνών κατοχής. Κάθε ένα κράτος από τους νικητές είχε την ανώτατη εξουσία στο τμήμα της Γερμανίας που ήταν υπό τον έλεγχό του (βλ. τομέα) και στην αντίστοιχη ζώνη στο Βερολίνο μέχρι την επαναδημιουργία του ενιαίου γερμανικού κράτους. Αυτό το οποίο πρέπει να ξεκαθαριστεί γιατί αποκρύπτεται συστηματικά και δεν είναι ευρέως γνωστό, παρά την τεράστια σημασία του για τις μετέπειτα εξελίξεις, είναι ότι ολόκληρο το Βερολίνο βρισκόταν μέσα στην καρδιά της σοβιετικής ζώνης κατοχής και μετέπειτα της ΓΛΔ. Δηλαδή το Δυτικό Βερολίνο ούτε ανήκε γεωγραφικά ούτε καν συνόρευε με την ΟΔΓ. Το Δυτικό Βερολίνο αποτελούσε ένα προκεχωρημένο φυλάκιο του ιμπεριαλισμού, μία βραδυφλεγή βόμβα, ένα αντεπαναστατικό πολυβολείο μέσα στα σπλάχνα της σοσιαλιστικής ΓΛΔ και του σοσιαλιστικού συστήματος συνολικά6. Αυτή η γεωγραφική διευκρίνιση είναι πολύ σημαντική, δεδομένου ότι η πόλη του Βερολίνου είχε μετατραπεί στην κυρίως σκηνή της διεθνούς αντιπαράθεσης μεταξύ δύο αντιτιθέμενων συστημάτων, της ανερχόμενης εργατικής εξουσίας και της έμπειρης εξουσίας του κεφαλαίου και φυσικά δύο αντιτιθέμενων στρατιωτικών συνασπισμών (Σύμφωνο Βαρσοβίας και ΝΑΤΟ). Με την αντίστοιχη εξέλιξη της διαμόρφωσης των δύο διαφορετικών γερμανικών κρατών αυτή η κυρίως σκηνή βρισκόταν στην καρδιά μιας σοσιαλιστικής χώρας, της ΓΛΔ.

Μετά από την παρένθεση για τη γεωγραφική θέση του Βερολίνου συνεχίζουμε την περιγραφή της μεταπολεμικής κατάστασης στη Γερμανία. Για ζητήματα, τα οποία αφορούσαν ολόκληρη τη Γερμανία, αποφάσιζε το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου, το οποίο αποτελούνταν από εκπροσώπους και των τεσσάρων δυνάμεων. Από τις 17 Ιούλη μέχρι τις 2 Αυγούστου έλαβε χώρα στο Πότσνταμ, 26 χ.μ. νοτιοδυτικά του Βερολίνου, η γνωστή Διάσκεψη του Πότσνταμ, στην οποία πήραν μέρος οι ηγέτες της ΕΣΣΔ Ιωσήφ Στάλιν, της Αγγλίας Ουίνστον Τσώρτσιλ (ο οποίος στη συνέχεια έχασε τις εκλογές και αντικαταστάθηκε στις 28 Ιούλη στη Συνδιάσκεψη από το νέο πρωθυπουργό Κλέμεντ Ατλι) και των ΗΠΑ Χάρρυ Τρούμαν. Στη Συνδιάσκεψη αυτή (Πρωτόκολλο της Διάσκεψης του Πότσνταμ) πάρθηκαν μια σειρά αποφάσεις για την αποναζιστικοποίηση, την αποστρατικοποίηση, τις επανορθώσεις, την κατοχή και διοίκηση του γερμανικού κράτους και γενικά ζητήματα της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων στη Γερμανία. Ολα τα επιμέρους μέτρα υποτάσσονταν στον κεντρικό στόχο που έθεσε η Διάσκεψη, ο οποίος δεν ήταν άλλος από τη δημιουργία ενός ενιαίου γερμανικού, αποστρατιωτικοποιημένου, αποναζιστικοποιημένου, δημοκρατικά οργανωμένου κράτους7. Οπως θα γίνει αντιληπτό πιο κάτω, τα αστικά κράτη δεν τήρησαν και από την αρχή δεν σκόπευαν να τηρήσουν ούτε λέξη από αυτά που υπέγραψαν στο Πότσνταμ. Στο μεταξύ, στις 21 Ιουλίου, οι ΗΠΑ έκαναν την πρώτη επιτυχή δοκιμή της πυρηνικής βόμβας, την οποία λίγες μέρες μετά έριξαν στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, μόνο και μόνο για να απειλήσουν τους λαούς και την ΕΣΣΔ για τη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων, αφού δεν υπήρχε καμία στρατιωτική αναγκαιότητα8.

Από το 1946 οι καπιταλιστικές δυνάμεις κατοχής της Γερμανίας διακήρυσσαν ανοιχτά την πρόθεσή τους για δημιουργία δύο γερμανικών κρατών. Στις 15 Σεπτέμβρη 1946 το υπουργείο εξωτερικών των ΗΠΑ δημοσιεύει μία 37σέλιδη αναφορά για τις εξελίξεις στη Γερμανία και τη στάση της, όπου αναφέρεται: «Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αποδεχτούν καμία πιθανή κυριαρχούμενη από τους κομμουνιστές Γερμανία και ο στόχος μίας ουδέτερης Γερμανίας θα ετίθετο σε αμφισβήτηση από μία κυρίαρχη κομμουνιστική επιρροή (σ.σ.: αν οι σοβιετικοί έμπαιναν εμπόδιο στα σχέδια των Αμερικανών για οικονομική ένωση της Γερμανίας) […] θα έπρεπε να συνεχίσουμε με την ένωση της Δυτικής Γερμανίας -με τους Βρετανούς και αν είναι εφικτό και με τους Γάλλους- και με την αποκατάσταση της οικονομίας σε αυτή την περιοχή. Αυτή η εναλλακτική θα σήμαινε τη διαίρεση της Γερμανίας σε ένα ανατολικό και ένα δυτικό κράτος»9. Στην ίδια κατεύθυνση εκφράζονται ανοιχτά και οι Βρετανοί. Στη συνάντηση μεταξύ του Βρετανού υπουργού εξωτερικών Ernest Bevin και του επικεφαλής της βρετανικής ζώνης κατοχής John Hynd στις 3 Απρίλη 1946 υπήρξε συμφωνία ότι δεν ήταν επιθυμητή η δημιουργία γερμανικής κεντρικής διοίκησης ή γερμανικής κυβέρνησης αν -όπως φοβόντουσαν- αυτές ήταν υπό κομμουνιστικό έλεγχο. Γι’ αυτό καλούσαν σε δημιουργία κυβέρνησης στη βρετανική ζώνη, η οποία στην πορεία θα ενωνόταν με τις υπόλοιπες δυτικές ζώνες, δημιουργώντας ένα συμπαγές αντισοβιετικό μπλοκ10.

Οι παραπάνω σκέψεις έγιναν πράξη λίγους μήνες αργότερα. Στις 2 Δεκέμβρη 1946 ο υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ J. Byrnes και ο Αγγλος ομόλογός του Ε. Bevin, παραβιάζοντας απροσχημάτιστα τις αποφάσεις του Πότσνταμ, υπέγραψαν συμφωνία υπέρ της ενοποίησης των δύο ζωνών κατοχής, της αμερικανικής και της αγγλικής, σε μία (την αποκαλούμενη και διζωνία). Αργότερα εισχώρησε και η γαλλική ζώνη, δημιουργώντας μία συμπαγή ιμπεριαλιστική ζώνη (την αποκαλούμενη και τριζωνία), η οποία αποτέλεσε το πρόπλασμα για τη δημιουργία της καπιταλιστικής Γερμανίας, δηλαδή της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

Πριν φτάσουμε όμως επίσημα στην ίδρυση της ΟΔΓ είχε δημιουργηθεί ένα άλλο πολύ σημαντικό γεγονός, το οποίο αποτέλεσε το πρώτο ξεκάθαρο βήμα από την πλευρά των ιμπεριαλιστών για τη διαίρεση της Γερμανίας. Αυτό το βήμα δεν είναι άλλο από τη νομισματική μεταρρύθμιση της 20ής Ιούνη 1948 στις δυτικές ζώνες (στην τριζωνία). Με το νόμο για την «Αναδιάταξη του Γερμανικού Νομισματικού Συστήματος» το παλιό μάρκο, το ράιχσμαρκ, αντικαταστάθηκε στις ζώνες κατοχής των καπιταλιστικών χωρών (στην τριζωνία) από το Γερμανικό Μάρκο (Deutsche Mark - DM), το οποίο καθιερωνόταν ως νέο νόμισμα. Οι Σοβιετικοί βρέθηκαν προ τετελεσμένων. Στις 23 Ιούνη η Σοβιετική Στρατιωτική Διοίκηση (ΣΣΔ) προχώρησε και αυτή σε νομισματική μεταρρύθμιση, αντικαθιστώντας το ράιχσμαρκ με το ανατολικογερμανικό μάρκο11. Στις 24 Ιούνη οι Δυτικοί επέβαλαν την εισαγωγή του δυτικογερμανικού μάρκου και στο Δυτικό Βερολίνο. Ωστόσο στο Βερολίνο υπήρχε ελευθερία κίνησης προσώπων και οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις του Δυτικού Βερολίνου μπορούσαν ανενόχλητοι να αγοράζουν φθηνά προϊόντα από το Ανατολικό Βερολίνο. Είναι σαν να κυκλοφορούσαν στην Αθήνα δύο νομίσματα, η ελληνική δραχμή και η τουρκική λίρα ή στη Ν. Υόρκη το δολάριο και το ρούβλι. Είναι προφανές ότι αυτό το καθεστώς λειτουργούσε εντελώς αποδιαρθρωτικά στις προσπάθειες παραγωγικής ανοικοδόμησης της ΓΛΔ. Μία παρόμοια κατάσταση θα δημιουργούσε τεράστιο πρόβλημα ακόμα και αν προέκυπτε μεταξύ δύο καπιταλιστικών οικονομιών, πόσο μάλλον μεταξύ μιας αδρά στηριζόμενης από παντού καπιταλιστικής οικονομίας και μιας επιφορτισμένης με αποζημιώσεις σοσιαλιστικής, κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας.

Τα επόμενα χρόνια οι κάτοικοι του Δυτικού Βερολίνου αλλά και αυτοί του Ανατολικού Βερολίνου, οι οποίοι όμως εργάζονταν στο Δυτικό, πληρώνονταν με το «σκληρό» δυτικογερμανικό μάρκο, το μετέτρεπαν στη μαύρη αγορά σε ανατολικογερμανικά μάρκα12 (το ανατολικογερμανικό μάρκο δεν ήταν μετατρέψιμο νόμισμα, δεν υπήρχε νόμιμη αγορά των δύο νομισμάτων) και αγόραζαν τα πολύ φθηνά και επιδοτούμενα από το κράτος ανατολικογερμανικά προϊόντα. Πολλοί από αυτούς απολάμβαναν όλες τις κατακτήσεις της ΓΛΔ, τη δωρεάν παιδεία και υγεία, την ελεύθερη πρόσβαση στα πολιτιστικά αγαθά κλπ. Επωφελούνταν δηλαδή από τα πλεονεκτήματα του σοσιαλιστικού συστήματος χωρίς να προσφέρουν τίποτα σε αυτό. Φυσικά αυτοί οι εργαζόμενοι ήταν από τους πρώτους που εναντιώθηκαν στο Τείχος. Οι παραπάνω εξελίξεις ισοδυναμούσαν με μία σταθερή αφαίμαξη πόρων τεράστιου μεγέθους για τα δεδομένα της ΓΛΔ στα πρώτα της βήματα.

Επίσης, στο βαθμό που δεν είχε προχωρήσει η σοσιαλιστική αναδιάρθρωση της οικονομίας, ασκούνταν ισχυρές ανοδικές, πληθωριστικές πιέσεις και στις τιμές των προϊόντων. Αυτή η πληθωριστική τάση δημιουργούσε σημαντικά προβλήματα στη σχεδιασμένη οικονομία, η οποία, εκτός των άλλων, πρέπει να βασίζεται στον περιορισμό της εμπορευματικής παραγωγής και της αντίστοιχης διακύμανσης των τιμών των προϊόντων13.

Τη νομισματική μεταρρύθμιση ακολούθησε το δεύτερο και σημαντικότερο βήμα: αυτό της δημιουργίας ξεχωριστού γερμανικού κράτους στις δυτικές ζώνες κατοχής. Στις 23 Μάη 1949 ιδρύθηκε η καπιταλιστική Γερμανία, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ). Επίσημα η δημιουργία ξεχωριστού κράτους από τις τρεις δυτικές ζώνες κατοχής είχε αποφασιστεί από το Δεκέμβρη του 1947 στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου.

Στις 7 Οκτώβρη 1949 ιδρύθηκε με τη σειρά της η Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία (ΓΛΔ). Στις 10 Οκτώβρη η εξουσία παραδόθηκε από τη ΣΣΔ στην κυβέρνηση της ΓΛΔ. Στις 11 Οκτώβρη ο Βίλχελμ Πικ ψηφίζεται πρώτος πρόεδρος της ΓΛΔ. Οι Σοβιετικοί και οι Ανατολικογερμανοί πιέζουν σταθερά για την εφαρμογή του Πότσνταμ και τη μη διαίρεση της Γερμανίας. Στις 23 Μάη 1948 διατυπώνουν επίσημα την πρόταση για δημοψήφισμα όλων των Γερμανών, έτσι ώστε να πουν οι Γερμανοί τη γνώμη τους γι’ αυτό που ήδη είχε διακηρυχτεί στο Πότσνταμ, τη δημιουργία ενιαίας Γερμανίας. Οι ζώνες κατοχής των καπιταλιστικών κρατών αμέσως απαγόρευσαν το δημοψήφισμα στις δικές τους ζώνες. Από τη μεριά τους οι Ανατολικογερμανοί και οι Σοβιετικοί ακόμα και την ίδρυση της ΓΛΔ την έβλεπαν σαν πρώτο βήμα για τη δημιουργία της ενιαίας Γερμανίας. Για άλλη μια φορά το ΕΣΚΓ (Ενιαίο Σοσιαλιτικό Κόμμα Γερμανίας, το κόμμα που καθοδηγούσε τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, που ιδρύθηκε στις 21 Απρίλη 1946 μετά από συνένωση του Κομμουνιστικού και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της ανατολικής ζώνης) ζήτησε το 1952 να εγκριθεί με δημοψήφισμα το αίτημα της ενιαίας Γερμανίας. Τα καπιταλιστικά κράτη όμως αντιστάθηκαν σθεναρά. Το 1952 ο Στάλιν απέστειλε στον καγκελάριο της ΟΔΓ Κόνραντ Αντενάουερ ένα σημείωμα, με το οποίο ζητούσε την επανένωση της Γερμανίας, σύμφωνα με τα υπογεγραμμένα στο Πότσνταμ, απόσυρση όλων των ξένων στρατευμάτων από το γερμανικό έδαφος, απόδοση δημοκρατικών δικαιωμάτων και δημιουργία εθνικού στρατού του ενιαίου κράτους. Ο μοναδικός όρος για όλα αυτά ήταν η δήλωση ουδετερότητας της ενιαίας Γερμανίας. Οι Σοβιετικοί προσπαθούσαν μόνοι τους να τηρήσουν τις αποφάσεις του Πότσνταμ.

Ο Αντενάουερ μαζί με τους Αμερικανούς, τους Βρετανούς και τους Γάλλους συνέχισαν στην ίδια γραμμή, απορρίπτοντας όλες αυτές τις προτάσεις. Ο ίδιος ο Αντενάουερ ανοιχτά είχε δηλώσει ότι προτιμούν να ελέγχουν εξολοκλήρου τη μισή Γερμανία παρά κατά το ήμισυ ολόκληρη τη Γερμανία.

Φυσικά όλοι, μεταξύ των οποίων και ο Αντενάουερ, ήξεραν ότι εκ των πραγμάτων δεν μπορούσε να υπάρχει μία Γερμανία και γενικά ένα κράτος κατά 50% καπιταλιστικό και κατά 50% σοσιαλιστικό. Το κράτος είναι η οργανωμένη, η θεσμοθετημένη βία της τάξης που κυριαρχεί και ασκεί την πολιτική εξουσία. Ή θα ήταν λοιπόν βία των εκμεταλλευτών πάνω στους εκμεταλλευόμενους ή, το αντίθετο, βία των εκμεταλλευόμενων στη μειοψηφία των εκμεταλλευτών. Ή θα ήταν κράτος του κεφαλαίου ή κράτος της εργατικής τάξης. Με λίγα λόγια ή θα ήταν κράτος καπιταλιστικό ή κράτος σοσιαλιστικό. Τρίτος δρόμος δεν υπήρχε. Αρα και αυτό το «ενιαίο γερμανικό, αποστρατιωτικοποιημένο, αποναζιστικοποιημένο, δημοκρατικά οργανωμένο κράτος» του Πρωτοκόλου του Πότσνταμ θα έπρεπε να ξεκαθαρίσει τον ταξικό του χαρακτήρα. Σε αυτό το ζήτημα οι δυτικοί δεν έδειξαν καμία ταλάντευση δεδομένου ότι η μεταπολεμική κατάσταση εμπεριείχε τη δυνατότητα να κινδυνέψει η εξουσία του κεφαλαίου σε πολλές περιοχές και των δυτικών ζωνών κατοχής14. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Βρετανού αξιωματούχου Sir Orme ότι «αν παραμελήσουμε αυτό το καθήκον (σ.σ.: τη δημιουργία αντισοβιετικού μπλοκ από τις δυτικές ζώνες κατοχής), η εναλλακτική θα μπορούσε να είναι κομμουνισμός μέχρι το Ρήνο»15.

Σε δημοψήφισμα για το Σύνταγμα του κρατιδίου της Εσσης (που βρισκόταν στην αμερικάνικη ζώνη κατοχής), το Δεκέμβρη του 1946, το 72% των ψηφοφόρων ψήφισαν υπέρ του άρθρου 41 του Συντάγματος που προέβλεπε το πέρασμα βασικών βιομηχανιών στον κρατικό έλεγχο («στην κοινή ιδιοκτησία», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο).16 Αντίστοιχη κινητικότητα υπήρχε και σε άλλα δυτικά κρατίδια, όπως στην Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, στο Σλέσβιχ-Χολστάιν κλπ., ενώ συχνές ήταν οι μαζικές εργατικές διαδηλώσεις υπέρ της απαλλοτρίωσης μεγάλων επιχειρήσεων. Η απάντηση της αμερικάνικης διοίκησης ήταν άμεση. Εκτός του ότι απαγόρευσαν, όπου μπορούσαν, αντίστοιχα δημοψηφίσματα, σε ορισμένες περιοχές ψήφισαν και νόμους που απαγόρευαν την κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής. Πρέπει να σημειώσουμε ότι στη βρετανική ζώνη κατοχής αποδέχονταν την κρατικοποίηση σε ορισμένους τομείς ως απαραίτητο μέσο καπιταλιστικής ανάπτυξης. Οι διαφοροποιήσεις αυτές δείχνουν αντιθέσεις και ανάμεσα σε τμήματα του γερμανικού κεφαλαίου σε σχέση με την ανασυγκρότηση της Γερμανίας17. Τέτοιου είδους δημοψηφίσματα δε σήμαιναν ότι οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει να ανατρέψουν τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και να ακολουθήσουν τον σοσιαλιστικό-κομμουνιστικό δρόμο ανάπτυξης. Δείχνουν όμως αδυναμίες στη σταθεροποίηση της αστικής εξουσίας που έπρεπε σύντομα να επιλυθούν. Οι ιμπεριαλιστές ποτέ δε ριψοκινδυνεύουν την εξουσία τους.

Από την πλευρά των σοσιαλιστικών κρατών η υπερεκτίμηση του μεταπολεμικού συσχετισμού δυνάμεων και αργότερα η κοινοβουλευτική αντίληψη για το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό δημιούργησαν αυταπάτες για τη δυνατότητα να «τραβηχτεί» ειρηνικά η Δυτική Γερμανία στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Σε αυτά τα πλαίσια η δημιουργία της ΓΛΔ είχε περισσότερο μεταβατικό χαρακτήρα με σκοπό την ενιαία Γερμανία. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο πρώτο σύνταγμα της ΓΛΔ δεν ορίζεται ούτε ξεχωριστή σημαία ούτε εθνόσημο, αφού αυτά θα γίνονταν στην ενιαία Γερμανία. Η γνωστή σημαία της ΓΛΔ, με το έμβλημα με το σφυρί και το διαβήτη κυκλωμένα από στάχι πάνω στη μαύρη, την κόκκινη και την κίτρινη ρίγα, καθιερώθηκε την 1η Οκτώβρη 1959, δέκα χρόνια ακριβώς μετά την ίδρυση της ΓΛΔ.

Στις 9 Μάη 1955 η ΟΔΓ μπήκε στο ΝΑΤΟ. Τα πράγματα πλέον ήταν ξεκάθαρα. Η ΟΔΓ ήταν πλέον προμαχώνας της αντιπαράθεσης του ιμπεριαλισμού με το σοσιαλισμό. Σε απάντηση στην προσχώρηση της ΟΔΓ στο ΝΑΤΟ και αφού η απειλή πλέον γιγαντώθηκε, ιδρύθηκε από 8 ευρωπαϊκές σοσιαλιστικές χώρες, στις 14 Μάη, η «Συνθήκη της Φιλίας, Συνεργασίας και Αμοιβαίας Βοήθειας», γνωστή και ως Σύμφωνο της Βαρσοβίας, στο οποίο προσχώρησε και η ΓΛΔ. Ενα χρόνο μετά την προσχώρηση της ΟΔΓ στο ΝΑΤΟ και δύο μήνες μετά την ίδρυση του στρατού της ΟΔΓ (Bundeswehr) ιδρύθηκε ο εθνικός λαϊκός στρατός της ΓΛΔ (Nationale Volksarmee).

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι δε χωράει η παραμικρή αμφισβήτηση του γεγονότος ότι η αθέτηση των αποφάσεων του Πότσνταμ για δημιουργία ενιαίου, αποστρατικοποιημένου, αποναζιστικοποιημένου, δημοκρατικά οργανωμένου γερμανικού κράτους βαραίνει αποκλειστικά τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, τις ΗΠΑ, την Αγγλία και τη Γαλλία. Αφού το αποφάσισαν από το Δεκέμβρη του 1947 στο Λονδίνο, δεν το κούνησαν ρούπι από τη θέση τους. Διαχώρισαν το κομμάτι τους οικονομικά (νομισματική μεταρρύθμιση στις 20 Ιούνη 1948), κρατικά (ίδρυση της ΟΔΓ την 23 Ιούνη 1949) και στρατιωτικά (δημιουργία στρατού της ΟΔΓ και προσχώρηση στο ΝΑΤΟ το 1955). Αυτό που πρέπει να κατανοηθεί για να γίνουν αντιληπτές οι κινήσεις του κάθε κράτους είναι ότι οι αποφάσεις του Πότσνταμ βασίζονταν σε ένα συγκεκριμένο συσχετισμό δύναμης και δεν μπορούσαν παρά να εκφράζουν ένα συμβιβασμό.

ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ

Ο ιμπεριαλισμός και κυρίως η ΟΔΓ χρησιμοποίησε όλα τα μέσα για να χτυπήσει τη ΓΛΔ, να ανατρέψει το κοινωνικό της καθεστώς και να παραδώσει τη γη της και τα μέσα παραγωγής ξανά στους Γερμανούς καπιταλιστές. Οι κινήσεις κάθε καπιταλιστικής χώρας μπορούν να κατανοηθούν, όμως μόνο μέσα στα πλαίσια της παγκόσμιας στρατηγικής του ιμπεριαλισμού. Γι’ αυτό, πριν δούμε τη στρατηγική απέναντι στη ΓΛΔ, πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στη στρατηγική του ιμπεριαλισμού απέναντι στην ΕΣΣΔ και τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη.

Η μεταπολεμική διεθνής στρατηγική του κεφαλαίου απέναντι στο σοσιαλισμό χρησιμοποιούσε δύο μεθόδους ταυτόχρονα. Η πρώτη ήταν η επιθετική στρατηγική «Roll-Βack» (επανάκτηση), η οποία περιλάμβανε την επιθετική στρατιωτική συντριβή του σοσιαλισμού. Η δεύτερη ήταν η στρατηγική της «αλλαγής μέσω της προσέγγισης», δηλαδή η ενίσχυση της αντεπαναστατικής ανατροπής εκ των έσω. Φυσικά σε κάθε φάση χρησιμοποιούνταν και τα δύο, και το καρότο και το μαστίγιο, και η στρατιωτική πολεμική και η υπονόμευση εκ των έσω, με τη διάχυση χιλιάδων πρακτόρων, την αξιοποίηση λαθών και ρεφορμιστικών αντιλήψεων στις σοσιαλιστικές χώρες κλπ. Η ίδια στρατηγική ακολουθήθηκε φυσικά εκτός από τις σοσιαλιστικές χώρες και απέναντι στα κομμουνιστικά κόμματα των καπιταλιστικών χωρών, συμπεριλαμβανομένου του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, το οποίο η κυβέρνηση της ΟΔΓ έβγαλε εκτός νόμου το 1956.

Στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια η επιθετική στρατηγική «Roll-Back» είχε το προβάδισμα. Η επιθετική αυτή πολιτική στηριζόταν και στο μονοπώλιο (για λίγο καιρό ακόμα) της ατομικής βόμβας από τους ιμπεριαλιστές. Ο τότε ανώτατος αξιωματούχος της CIA και ένας εκ των θεωρητικών αυτής της στρατηγικής, ο James Burnham, δήλωνε ότι «μέχρι τώρα δεν ήμασταν έτοιμοι να παραδεχτούμε ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική μπορεί να έχει ένα και μοναδικό στόχο: την εξαφάνιση της κομμουνιστικής εξουσίας»18. Ο υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ J. F. Dulles δήλωνε το 1952, εξηγώντας τη στρατηγική «Roll-Back»: «Πρέπει να καταστρέψουμε την ΕΣΣΔ από τα μέσα […] πρέπει να διασπάσουμε την ένωση των πολλών διαφορετικών φυλών που είναι ενωμένες στην ΕΣΣΔ. Προϋπόθεση όμως γι’ αυτό είναι να παρατήσουμε την πολιτική της αναχαίτισης και να δράσουμε ενεργά για να επιφέρουμε την ανατροπή στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ»19.

Αυτή την «ενεργό δράση» είχαν να αντιμετωπίσουν οι λαοί και οι κυβερνήσεις των χωρών που προσπαθούσαν να οικοδομήσουν το σοσιαλισμό. Μεταξύ Σεπτέμβρη και Νοέμβρη 1945 (υπομνήματα JCS 1496/2 και JCS 1518)20 οι ΗΠΑ υιοθέτησαν το δόγμα του πυρηνικού «πρώτου χτυπήματος», δηλαδή μιας γενικευμένης στρατιωτικής επίθεσης απέναντι στην ΕΣΣΔ, τότε που ακόμη ήταν λαβωμένη από τις καταστροφές του πολέμου. Στην ντιρεκτίβα Νούμερο 20/1 της 18ης Αυγούστου 1948 αναφέρεται: «Οι προσπάθειές μας, οι οποίες στοχεύουν να αποδεχτεί η Μόσχα τη λογική μας, ισοδυναμούν με το ξεκαθάρισμα ότι: ο στόχος μας είναι η ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας. Ξεκινώντας από αυτό το δεδομένο μπορούμε να ισχυριστούμε ότι τέτοιοι στόχοι δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς πόλεμο. Κατά συνέπεια δηλώνουμε το εξής: ο τελικός μας στόχος σε σχέση με τη Σοβιετική Ενωση είναι ο πόλεμος και η βίαιη ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας»21. Πόσο πιο καθαρά μπορούσαν να το πουν; Μία μυστική έκθεση ασφαλείας της χρονιάς 1951 δίνει στη CIA (η οποία είχε ιδρυθεί το 1947) τις εξής κατευθύνσεις: «Είναι καθαρό ότι έχουμε απέναντι μας έναν ασυμφιλίωτο εχθρό, του οποίου ο στόχος είναι η παγκόσμια κυριαρχία […] Σε ένα τέτοιο παιχνίδι δεν υπάρχουν κανόνες. Οι μέχρι σήμερα αναγνωρισμένοι κανόνες ανθρώπινης συμπεριφοράς δεν ισχύουν πια. Πρέπει να μάθουμε να υποσκάπτουμε, να σαμποτάρουμε και να καταστρέφουμε τον εχθρό μας και μάλιστα με μεθόδους, οι οποίες είναι πιο έξυπνες, ραφιναρισμένες και αποτελεσματικές από αυτές που χρησιμοποιούνται εναντίον μας»22.

Μετά από τις αντισοβιετικές εισηγήσεις του Αμερικανού πρέσβη στη Μόσχα G. Kennan, υιοθετήθηκε και εκφράστηκε στις 12 Μάρτη 1947 στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ το λεγόμενο Δόγμα Τρούμαν, σύμφωνα με το οποίο οι ΗΠΑ έπρεπε μέσω οικονομικής βοήθειας να εξασφαλίσουν τη σταθερότητα και την αντοχή του καπιταλιστικού συστήματος. Δύο χρόνια πριν ο Τσόρτσιλ έκανε λόγο για «σιδηρούν παραπέτασμα», ένας αγαπημένος όρος για τους αντικομμουνιστές ακόμα και σήμερα. Η καπιταλιστική Δύση έστελνε το μήνυμα: Θα έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να ανακόψει την εργατική εξουσία στις ευρωπαϊκές χώρες. Μπροστά σε αυτό τον ιερό σκοπό δε λογαριαζόταν κόπος και χρήμα. Το ταξικό κριτήριο των αστών ήταν πάντα ιδιαίτερα οξυμένο. Στις 5 Ιούνη 1947 ο υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρσαλ, στο γνωστό λόγο του στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, έδειξε τις προθέσεις του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, μιλώντας και αυτός για την ανάγκη οικονομικής βοήθειας στις ευρωπαϊκές χώρες. Στις 3 Απρίλη 1948 υπογράφτηκε από τον Τρούμαν η «οικονομική βοήθεια», το λεγόμενο «Σχέδιο Μάρσαλ» ή πιο επίσημα το «Πρόγραμμα Ευρωπαϊκής Ανάκαμψης», το οποίο είχε και στοιχεία προσεταιρισμού των καπιταλιστικών κρατών στις ΗΠΑ.

Οι τρεις δυτικές ζώνες κατοχής επωφελήθηκαν από το συγκεκριμένο σχέδιο. Στις περιοχές αυτές και ακόμα περισσότερο στο Δυτικό Βερολίνο εισέρεαν άφθονα τα αμερικανικά δολάρια για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής της βάσης. Από το σχέδιο Μάρσαλ χρηματοδοτήθηκε η ανέγερση παραγωγικών μονάδων σε 682 επιχειρήσεις στις δυτικές ζώνες (186 στην αμερικανική και 496 στη βρετανική)23. Είναι χαρακτηριστικό ότι ως το τέλος του 1951 η ΟΔΓ πήρε από το Σχέδιο Μάρσαλ συνολικά 4 εκ. δολάρια έναντι 2,4 εκ. δολάρια της Γαλλίας (υπολογισμένα σε τιμές της εποχής)24. Το σχέδιο Μάρσαλ αποτέλεσε το λίπασμα της λεγόμενης «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» του Λούντβιχ Ερχαρντ (το μεταπολεμικό «οικονομικό μοντέλο» της ΟΔΓ). Το «σπρώξιμο» αυτό από τα έξω της οικονομίας της ΟΔΓ αποτέλεσε από την αρχή ένα τεράστιο πλεονέκτημα πολύμορφης παρέμβασης συνολικά του καπιταλιστικού συστήματος απέναντι στη ΓΛΔ και σε ολόκληρο το νεαρό σοσιαλιστικό σύστημα.

Είναι προφανές ότι η στήριξη που έδωσαν οι ΗΠΑ (σχεδόν άθικτες από καταστροφές στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες δεν μπορούσε να έχει αντίστοιχό της από την άλλη μεριά, δηλαδή ανάλογου όγκου οικονομική βοήθεια από την ΕΣΣΔ στις νέες χώρες της εργατικής εξουσίας, αφού η ΕΣΣΔ βγήκε από τον πόλεμο με τεράστιες απώλειες σε ανθρώπους και παραγωγικούς πόρους.

Τα πράγματα όμως δεν ήρθαν όπως περίμεναν οι ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Η ανατροπή του σοσιαλισμού δεν ήταν όσο εύκολη υπολόγιζαν. Η κατασκευή πυρηνικής βόμβας από την ΕΣΣΔ, οι αποτυχημένες προσπάθειες βίαιης αντεπανάστασης (στο Βερολίνο το 1953 και στην Ουγγαρία το 1956), η οικοδόμηση του τείχους του Βερολίνου το 1961 και η στρατιωτική ήττα των ιμπεριαλιστών σε Κορέα, Βιετνάμ και Κούβα έδειξαν ότι εκτός από την επιθετική στρατηγική «Roll-Back» απαιτούνταν η ενίσχυση και του δεύτερου σκέλους της ιμπεριαλιστικής στρατηγικής, αυτού της αλλαγής εκ των έσω. Είχε έρθει η στιγμή για τον ιμπεριαλισμό να αναπροσαρμόσει το μίγμα στην προώθηση της στρατηγικής του έτσι ώστε αυτή να υπηρετεί πιο αποτελεσματικά το στρατηγικό στόχο της ανατροπής των καθεστώτων της εργατικής εξουσίας. Ετσι φτάνουμε στο 1965, όταν ο πρώην Αμερικανός γερουσιαστής W. Fulbright παραδέχεται ότι: «Η απελευθερωτική πολιτική που ακολουθήσαμε τη δεκαετία του 1950 απέτυχε, γιατί επιδίωξε το στόχο της βίαιης απομάκρυνσης του Σιδηρούν Παραπετάσματος. Αυτή η πολιτική δεν έλαβε επίσης υπόψη της το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε μία πυρηνική εποχή»25.

Ισως όμως το σημαντικότερο γεγονός που συντέλεσε στην αλλαγή πλεύσης των ιμπεριαλιστών ήταν η ισχυροποίηση αναθεωρητικών τάσεων και οπορτουνιστικών παρεκκλίσεων στο εσωτερικό του κομμουνιστικού κινήματος και του σοσιαλιστικού συστήματος26 με τις αποφάσεις και την πολιτική γραμμή που ακολούθησε το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, το οποίο, στο όνομα της «αποσταλινοποίησης» και της ειρηνικής συνύπαρξης, έκανε μια σειρά υποχωρήσεις από την επαναστατική γραμμή. Οπως εκτίμησε το ΚΚΕ για μία ακόμα φορά στο 18ο Συνέδριο, το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ αποτέλεσε σημείο οπορτουνιστικής στροφής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Ο Αμερικανός υπουργός εξωτερικών Dulles δήλωνε περιχαρής: «Η αντισταλινική καμπάνια και τα προγράμματα φιλελευθεροποίησης έχουν προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, οι οποίες μακροχρόνια δε θα μπορούν να συγκρατηθούν»27. Το 20ό Συνέδριο ήταν ένα ανέλπιστο δώρο για τους ιμπεριαλιστές. Σύμφωνα με τη σωστή διαπίστωση του δημοσιογράφου M. Oppersklalski «αυτές οι υποχωρήσεις αποτέλεσαν την πόρτα εισόδου για κάθε μορφή ιμπεριαλιστικής υπονόμευσης μετά το 1956»28.

Ο διεθνής ιμπεριαλισμός είχε πλέον πολύ μεγαλύτερα περιθώρια να επιδιώξει τους στόχους του εκ των έσω. Δυστυχώς αυτό το εκτίμησε πολύ πριν από τους κομμουνιστές. Ο γνωστός Μπρεζίνσκι δήλωνε ότι «η ιδεολογική υπονόμευση είναι […] η βασική αιτία πολιτικής αλλαγής στις κομμουνιστικές κοινωνίες»29. Η «πολιτική της ειρηνικής επέμβασης» άρχισε να γίνεται κυρίαρχο στοιχείο του μείγματος της συνολικής ιμπεριαλιστικής στρατηγικής εναντίον του σοσιαλιστικού στρατοπέδου στις αρχές ή τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Η αγγλική εφημερίδα «Guardian» έγραφε στην ίδια ρότα: «Κάθε κομμουνιστικό μεταρρυθμιστικό κίνημα συνοδεύεται αντικειμενικά από έναν “έρποντα καπιταλισμό”»30.

Συνοπτικά μπορούμε να πούμε ότι τα συστατικά μέρη της νέας στρατηγικής του ιμπεριαλισμού είναι τα εξής: επιθετική πολιτική εξοπλισμών με στόχο το οικονομικό αδυνάτισμα των σοσιαλιστικών κρατών, μαζική προπαγάνδα στα σοσιαλιστικά κράτη, πολύμορφη υποστήριξη όλων των παρεκκλίσεων από το Μαρξισμό-Λενινισμό, αξιοποίηση και ενίσχυση των σοσιαλδημοκρατικών τάσεων, οικοδόμηση δικτύου υπονόμευσης και πρακτόρευσης στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών κρατών, οικοδόμηση οικονομικών εξαρτήσεων των κρατών αυτών από τα καπιταλιστικά κράτη και τους οργανισμούς τους και άσκηση επιρροής μέσω αυτών.

Ας δούμε όμως πιο συγκεκριμένα τι σημαίνουν τα παραπάνω για τη ΓΛΔ.

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΓΛΔ

Στα παραπάνω πλαίσια κινούνταν και η στρατηγική απέναντι στη ΓΛΔ. Αρχικά, όταν η ΓΛΔ ήταν ακόμα αδύναμη, επιδιωκόταν μία επιθετική ανατροπή της. Η ΟΔΓ, με την καθοδήγηση κυρίως των ΗΠΑ, δεν εξέφρασε απλώς επίσημα την επιδίωξη της ανατροπής της ΓΛΔ, αλλά έδωσε σε αυτή την επιδίωξη και υπουργική προτεραιότητα με την ίδρυση του «Υπουργείου για Ζητήματα Ολόκληρης της Γερμανίας», το οποίο το 1969 μετονομάστηκε σε «Υπουργείο για τις Ενδογερμανικές Σχέσεις»31. Επίσης είναι γνωστό ότι από το 1955 και μετά (σε πιο έντονο βαθμό μέχρι το 1970) το δόγμα της εξωτερικής πολιτικής της ΟΔΓ ήταν το λεγόμενο δόγμα Hallstein, σύμφωνα με το οποίο η ΟΔΓ όχι απλώς δεν αναγνώριζε την ΓΛΔ, αλλά και διακήρυσσε ότι αμέσως θα διέκοπτε διπλωματικές σχέσεις με οποιαδήποτε χώρα αναγνώριζε τη ΓΛΔ, θεωρώντας τη ΓΛΔ κατεχόμενο τμήμα της.

Ο Αμερικανός επίτροπος McCloy σύστησε το Φλεβάρη του 1950 την Επιτροπή Πολιτικού και Οικονομικού Σχεδίου (Political and Economic Projects Committee - PEPCO), της οποίας τα καθήκοντα ήταν να σχεδιάσει και να οργανώσει πολιτικές και προπαγανδιστικές δραστηριότητες εναντίον της ΓΛΔ και της σοβιετικής πολιτικής στο γερμανικό ζήτημα. Η PEPCO έθετε ως στόχο της αμερικανικής πολιτικής εναντίον της ΓΛΔ την παρακίνηση του πληθυσμού σε παθητική αντίσταση, την προώθηση της πίστης στις δυτικές αξίες και τους δυτικούς θεσμούς, την προβολή στους ανθρώπους των «σοβιετικών μέτρων καταπίεσης»32.

Τα παραπάνω ανοιχτά διατυπωμένα σχέδια των ιμπεριαλιστών δεν έμειναν στα χαρτιά, αλλά πήραν σάρκα και οστά. Η γερμανική «Roll-Back» επικεντρωνόταν αρχικά στην υπονόμευση της προσπάθειας οργάνωσης της διαλυμένης από τον πόλεμο παραγωγικής βάσης της χώρας. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπονόμευσης και σαμποτάζ, οι οποίες αποκαλύφθηκαν στην ΓΛΔ, υπήρχε άμεσος σύνδεσμος με τις μυστικές υπηρεσίες και τις οργανώσεις πρακτόρων στην ΟΔΓ και το Δυτικό Βερολίνο. Αυτό ισχύει για τα μεγάλης έκτασης σαμποτάζ στην σαξονική κλωστοϋφαντουργία (1949), στα έργα της εταιρίας Solvay στη Σαξονία (1952), στην αγροτική παραγωγή της περιοχής Kreis Wittstock (1953), στο Μηχανοτρακτερικό Σταθμό στο Brüsewitz (1953), στην επιχείρηση λαϊκής ιδιοκτησίας τσιμεντοποιίας του Göschwitz και στην επιχείρηση λαϊκής ιδιοκτησίας συσκευών μέτρησης στο Zwönitz (1953). Χαρακτηριστικό είναι ότι σε αυτές τις περιπτώσεις εντολείς των επιθέσεων ήταν τα μονοπώλια της Siemens και της Krupp (εκ των στυλοβατών του ναζιστικού καθεστώτος) από την ΟΔΓ, των οποίων οι επιχειρήσεις που βρίσκονταν στο έδαφος της ΓΛΔ είχαν απαλλοτριωθεί (από την αρχή φαινόταν ποιον έθιγε η επαναστατική αλλαγή στη ΓΛΔ, ποιον έθιγαν οι «αλλαγές στις σχέσεις ιδιοκτησίας», όπως έλεγε ο Μπρεχτ). Η προερχόμενη από την ΟΔΓ υπονόμευση καθώς και τα σαμποτάζ εστιάστηκαν αρχικά στα χρόνια μεταξύ του 1949 και του 1955 εναντίον της κοινωνικοποιημένης βιομηχανίας και του οικονομικού σχεδίου και στη συνέχεια επικεντρώθηκαν -ειδικά το 1958- στον πόλεμο εναντίον της σοσιαλιστικής αναδιάρθρωσης της αγροτικής οικονομίας στη ΓΛΔ33.

Ταυτόχρονα ο λυσσασμένος ταξικός πόλεμος, εκτός από την οικονομική βάση, στόχευε και στη δολιοφθορά των μαζών. Σε άμεση συνεργασία μεταξύ της ΒΝD (Bundesnachrichtendienst, οι μυστικές υπηρεσίες της ΟΔΓ) και της CIA «φυτεύτηκαν» μια σειρά οργανώσεις, πολλές εκ των οποίων είχαν την κάλυψη πολιτιστικών, ανθρωπιστικών ή άλλων συλλόγων. Κάποιες από αυτές είναι η «Μαχητική Ομάδα εναντίον της Απανθρωπιάς», ο «Σύνδεσμος Γερμανικής Νεολαίας», η «Εργατική Κοινότητα 13 Αυγούστου», η «Επιτροπή Ερευνών Ελεύθερων Δικηγόρων» κλπ. Πολλές από αυτές δημιουργήθηκαν στα πλαίσια της γνωστής μυστικής οργάνωσης GLADIO, η οποία συγκεκριμενοποιούσε την αντικομμουνιστική στρατηγική στην Ευρώπη με κάθε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας τρομοκρατικών οργανώσεων με αριστερή φρασεολογία και της οποίας την ύπαρξη πλέον δεν αμφισβητεί ούτε η αμερικανική κυβέρνηση. Πέρα από το ρόλο των μυστικών υπηρεσιών γεγονός είναι ότι τα συμφέροντα των πρώην εκμεταλλευτών, των παρασίτων της παλιάς κοινωνίας, βρήκαν πλέον και την πολιτική τους έκφραση.

Σαν τα μανιτάρια φυτρώνουν επίσης περιοδικά, συνέδρια και άλλες δραστηριότητες, οι οποίες στοχεύουν στην ιδεολογική υπονόμευση του σοσιαλισμού (την τόσο απαραίτητη για την ανατροπή του, όπως δήλωνε ο Μπρεζίνσκι) και βρίσκονται φυσικά σε άμεση οικονομική και πολιτική σχέση με τη Δύση και τις υπηρεσίες της. Πριν 2 χρόνια, στις 25 Σεπτέμβρη 2007, η εφημερίδα «Tageszeitung» είχε ένα πλούσιο σε συμπεράσματα άρθρο υπό τον τίτλο: «Η ΒΝD είχε 10.000 πράκτορες στη ΓΛΔ». Φαίνεται ότι εκ των υστέρων και μετά την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος είναι εύκολες οι αποκαλύψεις για την υπονομευτική δραστηριότητα των δυτικών υπηρεσιών. Ενα καθόλου ασήμαντο μέρος αυτών των πρακτόρων δραστηριοποιούνταν στον τομέα της ιδεολογικοπολιτικής υπονόμευσης. Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η εμφάνιση στην ΟΔΓ το Μάη του 1959, του περιοδικού «Ο τρίτος δρόμος, περιοδικό του μοντέρνου σοσιαλισμού». Ο ιδεολογικός και πολιτικός του προσανατολισμός ήταν αυτός των συνηθισμένων οπορτουνιστικών συνθημάτων περί «ανθρώπινου σοσιαλισμού», ενός «δημοκρατικού σοσιαλισμού» και ενός υποτιθέμενου «τρίτου δρόμου». Ωστόσο, αναφορικά με τη συντακτική ομάδα, καθώς και το αναγνωστικό κοινό στο οποίο απευθυνόταν, υπήρχε ένας πιο εξειδικευμένος στόχος. Οι περισσότεροι αρθρογράφοι του ήταν πρώην κομμουνιστές, οι οποίοι αποκόπηκαν από τα κόμματά τους ως οπαδοί του «Τρίτου Δρόμου». Ο υπεύθυνος εκδότης αυτού του περιοδικού ήταν ένα πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της Ελεύθερης Γερμανικής νεολαίας (FDJ), ο Χάιντς Λίπμαν34, ο οποίος έφυγε στη Δύση με τα 300.000 μάρκα της οργάνωσής του (άλλος ένας …«μάρτυρας της ανελευθερίας» της ΓΛΔ). Με μία τέτοια σύνθεση της συγγραφικής ομάδας γινόταν καθαρό σε ποιους απευθυνόταν κυρίως το περιοδικό: στα μέλη και στελέχη του ΕΣΚΓ, καθώς και του -απαγορευμένου από το 1956 στην ΟΔΓ- ΚΚΓ. Ο «Τρίτος Δρόμος» έπρεπε να δράσει αναθεωρητικά, οπορτουνιστικά και στα δύο κόμματα. Το περιοδικό από την αρχή χρηματοδοτούνταν και ελέγχονταν από το «Ομοσπονδιακό Ταμείο για την Προστασία του Συντάγματος» της ΟΔΓ. Το Ταμείο για την Προστασία του Συντάγματος, δηλαδή η κυβέρνηση της ΟΔΓ, χρηματοδοτούσε αδρά την παρέμβαση και την υπονόμευση του κράτους της ΓΛΔ.

Χαρακτηριστικό είναι το πώς αντιμετώπιζαν οι Αμερικανοί τις ποικίλες «πολιτιστικές» οργανώσεις που ξεφύτρωναν στη ΓΛΔ. Στο υπόμνημα Nο 68 του «Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας» των ΗΠΑ το 1950 αναφέρεται ότι «δημιουργήθηκε στο Βερολίνο η οργάνωση “Συνέδριο για την πολιτισμική ελευθερία” (CCF). Εδρα των κεντρικών του γραφείων ήταν το Παρίσι. Επρεπε ραγδαία να αποκτήσει παγκόσμιες διαστάσεις. Η CCF διοργάνωσε παγκοσμίως συνέδρια, σεμινάρια και υποτροφίες - όλα με σκοπό να στηρίξει σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες και να τους επιστρατεύσει για τη σταυροφορία εναντίον της “κομμουνιστικής απειλής”».

Οι μυστικές υπηρεσίες των καπιταλιστικών χωρών στήριζαν ανοιχτά με όλα τα μέσα (και κυρίως οικονομικά) τη δημιουργία των ραδιοφωνικών σταθμών «Ράδιο Ελευθερία» και «Ράδιο Ελεύθερη Ευρώπη», οι οποίοι εκπέμπανε από το έδαφος της ΟΔΓ σε ολόκληρο το σοσιαλιστικό στρατόπεδο, διοχετεύοντας από ψευδείς ειδήσεις μέχρι ανοιχτό κάλεσμα για οργανωμένη αντεπανάσταση35.

Η στρατηγική της ΟΔ Γερμανίας είχε αρχικά μια κλιμάκωση με το σχέδιο για τη μέρα Χ ως ημέρα της βίαιης ανατροπής της εξουσίας στην ΓΛΔ και της προσάρτησής της στην ΟΔΓ. Αυτή η ημέρα ήταν η 17η Ιούνη 1953, όταν και έλαβε χώρα το αντεπαναστατικό πραξικόπημα (το οποίο όπως και τις μεταγενέστερες αντεπαναστατικές ενέργειες οι αστοί και οι οπορτουνιστές βάφτισαν «λαϊκή εξέγερση» απέναντι στη «δικατατορία του ΕΣΚΓ»).

Ας δούμε όμως τι λένε για αυτή την «εξέγερση» ηγετικά στελέχη της ΟΔΓ. Ο χριστιανοδημοκράτης υπουργός Kaiser, επικεφαλής του «Υπουργείου για Ζητήματα Ολόκληρης της Γερμανίας», δήλωνε ακριβώς ένα χρόνο πριν το πραξικόπημα: «Βρίσκεται εντελώς στον τομέα του εφικτού να έρθει η μέρα Χ πιο γρήγορα από ό,τι ελπίζουν οι σκεπτικιστές»36.

Το περιοδικό «Der Spiegel» σημείωνε το 1952, λίγους μήνες πριν το αντεπαναστατικό πραξικόπημα: «Το σχέδιο του γενικού επιτελείου για τη διοικητική ανάληψη της εξουσίας (σ.σ.: στη ΓΛΔ) είναι καλό και έτοιμο. Το μόνο που λείπει -μετά την υπογραφή του γενικού συμβολαίου από τον Καγκελάριο Αντενάουερ- είναι η αφορμή για να το εφαρμόσουμε»37. Τέσσερις μέρες πριν το πραξικόπημα της 17ης Ιούνη 1953 ο τότε υπουργός Schröder σημείωνε: «Η ομοσπονδιακή δημοκρατία είναι η Γερμανία. Ολες οι άλλες περιοχές (σ.σ.: δηλαδή η γεωγραφική περιοχή της ΓΛΔ) αποτελούν έδαφος, το οποίο μας αφαιρέθηκε και κρατείται και το οποίο πρέπει να επανασυνδεθεί».

Το 1952 αυξήθηκαν οι ένοπλες προβοκάτσιες και οι παραβιάσεις των συνόρων. Το Δυτικό Βερολίνο αποτελούσε μια λυκοφωλιά αντεπαναστατικής τρομοκρατίας καθοδηγούμενη, οπλισμένη και στηριζόμενη ανοιχτά από όλες τις παντοδύναμες μυστικές υπηρεσίες και επίσημες κυβερνήσεις όλων των αναπτυγμένων ιμπεριαλιστικών κρατών. Οι συμμορίες του Gehlen38 αλώνιζαν σε ολόκληρο το Βερολίνο. Σε μία πόλη μικρότερη από τη σημερινή Αθήνα δραστηριοποιούνταν 80 γνωστές οργανώσεις πρακτόρων της Δύσης. Το πραξικόπημα ωστόσο της 17ης Ιούνη 1953 αποκρούστηκε από το λαό της ΓΛΔ με τη διεθνιστική βοήθεια του Κόκκινου Στρατού.

Η αποτυχία του πραξικοπήματος της 17ης Ιούνη 1953 οδήγησε στην αλλαγή του μίγματος τακτικής, ενισχύοντας το σκέλος της «αλλαγής μέσω της προσέγγισης». Ο ίδιος ο Μπρεζίνσκι, ο οποίος όπως είδαμε πριν λίγα χρόνια ζητούσε ανοιχτή βίαιη ανατροπή, σημείωνε μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος: «Μια πιο ενεργή γερμανική ανατολική πολιτική προβάλλεται από τους υπεύθυνους σε Ουάσιγκτον και Λονδίνο. Αυτοί είναι πεπεισμένοι ότι οι περισσότερες επαφές μεταξύ των δύο Γερμανιών θα μπορούσαν να προωθήσουν την πτώση του ανατολικογερμανικού καθεστώτος»39. Στο επίπεδο της δυτικογερμανικής πολιτικής αυτή η στροφή εκφράστηκε με τον καγκελάριο Βίλυ Μπραντ, ο οποίος, μετά και την ανέγερση του τείχους, εισήγαγε την τακτική της «αλλαγής μέσω της προσέγγισης», η οποία έμεινε γνωστή ως «Ostpolitik»40.

Ο ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Στα παραπάνω πλαίσια ήταν ιδιαίτερος για άλλη μια φορά ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας, η οποία -όπως έχει αποδειχτεί ιστορικά- αποτελεί προμαχώνα στο χτύπημα του κομμουνιστικού κινήματος. Οι ιμπεριαλιστές είχαν αναθέσει ειδική αποστολή στη σοσιαλδημοκρατία. Πάλι σύμφωνα με το «στρατηγό» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού Μπρεζίνσκι: «Τόσο σε ηθικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο πρέπει η πολιτική μας να συνενώσει τη σταθερή απαίτηση για εθνική ανεξαρτησία με την επιδίωξη οι υποστηριζόμενες από τη Σοβιετική Ενωση κομμουνιστικές κυβερνήσεις να μεταλλαχθούν ειρηνικά σε ένα είδος σοσιαλδημοκρατών δυτικής απόχρωσης»41. O Günter Nenning, ο τότε γραμματέας της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, πήρε τη σκυτάλη δηλώνοντας: «Ο κομμουνισμός έχει μέλλον. Το μέλλον του είναι η σοσιαλδημοκρατία»42.

Φυσικά επαναλαμβάνουμε εδώ ότι τις πόρτες για την παρέμβαση αυτή του ιμπεριαλισμού μέσω της σοσιαλδημοκρατίας τις είχαν ανοίξει διάπλατα οι ίδιοι οι κομμουνιστές με τις αυταπάτες που είχαν για το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας, αυταπάτες που πολλαπλασιάστηκαν κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ετσι στην τακτική προσέγγισης δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας προς τις λαϊκές δημοκρατίες δε γινόταν ορατή η προσπάθεια διείσδυσης και υπονόμευσης εκ των έσω, αλλά αντίθετα θεωρούνταν «ρήγμα» στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο43.

Η υπονομευτική δραστηριότητα των σοσιαλδημοκρατών εκφράστηκε οργανωτικά με τη δημιουργία του λεγόμενου «Ανατολικού Γραφείου» του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (SPD). Το πρώην διευθυντικό στέλεχος του SPD και του «Ανατολικού Γραφείου» Helmut Bärwald γράφει στο βιβλίο του «Το ανατολικό γραφείο του SPD»:

«Οχι από την αρχή, αλλά το αργότερο από το τέλος του 1946 ανατέθηκαν στο Ανατολικό Γραφείο από το προεδρείο του κόμματος έξι καθήκοντα:

1. Επαφές του SPD με σοσιαλδημοκράτες στη σοβιετική ζώνη κατοχής - ΓΛΔ και οργάνωση των σοσιαλδημοκρατών και των σοσιαλδημοκρατικών ομάδων, οι οποίες αντιστέκονται στη βία και την αυθαιρεσία στη ΣΣΚ/ΓΛΔ […] Ανάμεσα σε αυτούς βρίσκονται και κάποιοι κομμουνιστές, οι οποίοι στέκονται αντιπολιτευτικά στην ηγεσία του ΕΣΚΓ και την πολιτική του στο κόμμα και το κράτος και το εσωκομματικό καθεστώς.

2. Προμήθεια, συγκέντρωση, αξιοποίηση και εκμετάλλευση πληροφοριών για τη θέση και την ανάπτυξη στη ΣΣΚ/ΓΛΔ …

3. Διαφωτιστική δουλειά μέσα στο ΕΣΚΓ και άλλες πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις μέσα στη ΣΣΚ/ΓΛΔ.

4. Εκδοση πληροφοριών και αναλύσεων για τη θέση και ανάπτυξη στη ΣΣΚ/ΓΛΔ στη δημοσιότητα, στους πολιτικούς θεσμούς και τις κρατικές θέσεις στην ΟΔΓ και το δυτικό εξωτερικό.

5. Παρατήρηση, ανάλυση και άμυνα απέναντι στις δράσεις των μυστικών υπηρεσιών της Σοβιετικής Ενωσης, της ΓΛΔ και άλλων χωρών του ανατολικού μπλοκ και των μηχανισμών “δουλειάς στη Δύση” του κράτους του ΕΣΚΓ και της Σοβιετικής Ενωσης SPD και την ΟΔΓ και της ελεύθερης δημοκρατικής τάξης της καθώς και απέναντι σε συνεργάτες του Ανατολικού Γραφείου.

6. Επανεξέταση και περίθαλψη των προσφύγων από τη ΣΣΚ/ΓΛΔ μέσω του κέντρου περίθαλψης των προσφύγων “Ανατολή”, περίθαλψη πολιτικών κρατουμένων και των οικογενειών και συνεργατών τους…»44.

Ας δούμε τι είπε ο στρατηγός Reinhard Gehlen για το ρόλο των σοσιαλδημοκρατών στην προσπάθεια οικοδόμησης υπονομευτικού δικτύου από την ΟΔΓ με σκοπό την ανατροπή της ΓΛΔ. Πριν όμως δούμε τι είπε, ας ρίξουμε μια ματιά ποιος ήταν ο στρατηγός αυτός. Ο Reinhard Gehlen ήταν ο αρχηγός των ναζιστικών μυστικών υπηρεσιών στο ανατολικό μέτωπο εναντίον της ΕΣΣΔ. Μετά τον πόλεμο στρατολογήθηκε στον στρατό των ΗΠΑ με εντολή να στήσει κατασκοπευτικό δίκτυο εναντίον της ΕΣΣΔ (γνωστό σαν οργάνωση Gehlen) και τελικά επέστρεψε -όπως και όλα σχεδόν τα ηγετικά στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος- στην ΟΔΓ (η γραμμή Νέα Υόρκη - Βόννη - Βερολίνο ήταν ιδιαίτερα αγαπητή σε πολλά ναζιστικά ανώτατα στελέχη, τα οποία στις ΗΠΑ και στην ΟΔΓ βρήκαν την πιο θερμή υποδοχή, αφού οι ναζί εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα από τις αστικές «δημοκρατίες» για το ρόλο τους εναντίον του κομμουνισμού), όπου και ίδρυσε τη χρηματοδοτούμενη από τη CIA μυστική υπηρεσία της ΟΔΓ, την ΒΝD, στην οποία υπηρέτησε ως πρώτος πρόεδρος μέχρι το 1968. Ο στρατηγός των μυστικών υπηρεσιών των ναζί έγινε αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών της ΟΔΓ. Σαν να μην πέρασε μια μέρα! Γράφει λοιπόν αυτός ο απόλυτα δικαιωμένος από τις ΗΠΑ και την ΟΔΓ άνθρωπος στις «Αναμνήσεις 1942-1971» για ένα διάλογο με τον πρόεδρο των σοσιαλδημοκρατών Kurt Schumacher: «Είχα την καλή αίσθηση ότι σε όλα τα σημαντικά σημεία μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία με τον Kurt Schumacher. Εν τέλει με διαβεβαίωσε ότι το SPD θα στήριζε τη δουλειά της οργάνωσης (εννοεί το στήσιμο της BND)»45.

Σημαντικό στοιχείο παρέμβασης της σοσιαλδημοκρατίας στο ΕΣΚΓ, αλλά και δείκτης της οπορτουνιστικής διάβρωσης του κόμματος, ήταν η πολυσυζητημένη δημοσίευση το 1987 του κοινού κειμένου του EΣΚΓ και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (ΣΚΓ) με τίτλο «Ο αγώνας των ιδεολογιών και η κοινή ασφάλεια», το οποίο αποτέλεσε μανιφέστο της πολιτικής της ειρηνικής συνύπαρξης, εξειδικευμένο στις σχέσεις μεταξύ των δύο γερμανικών κρατών με εκκλήσεις για διαφάνεια (κατ’ αντιστοιχία της σοβιετικής glasnost), κουλτούρα διαλόγου, ανάπτυξη της δημοκρατίας και των ατομικών δικαιωμάτων, αμοιβαία εμπιστοσύνη, ειρηνικό ανταγωνισμό των δύο συστημάτων κλπ. Το συγκεκριμένο κείμενο46 περιέχει και την απαράδεκτη εκτίμηση ότι «οι σοσιαλδημοκράτες και οι κομμουνιστές βασίζονται στην ουμανιστική κληρονομιά της Ευρώπης. Και οι δύο επιδιώκουν να συνεχίσουν αυτή την κληρονομιά, να υπηρετούν τα συμφέροντα των εργαζόμενων ανθρώπων και να εξασφαλίζουν τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αλλά εδώ και εφτά δεκαετίες βρίσκονται σε αντιπαράθεση για το ερώτημα με ποιο τρόπο τα παραπάνω θα επιτευχθούν»47.

Το μέτωπο απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία όχι απλά είχε εξασθενίσει αλλά είχε σχεδόν εξαφανιστεί. Το ΕΣΚΓ, οι κομμουνιστές αθώωναν την παράταξη εκείνη της αστικής τάξης, η οποία κατέπνιξε στο αίμα την επανάσταση του 1918, δολοφόνησε με τον πιο άγριο τρόπο τους κομμουνιστές Λίμπκνεχτ και Λούξεμπουργκ, έστρωσε το δρόμο στο ναζισμό, την παράταξη εκείνη που από την ίδρυση της ΓΛΔ αποτελούσε την αιχμή του δόρατος της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας απέναντι στην ίδια την ύπαρξη της ΓΛΔ. Η ηγεσία του ΣΚΓ (π.χ. οι Hans-Jochen και Vogel Erhard Eppler) περηφανεύεται τα τελευταία χρόνια ότι με αυτό το κείμενο συνέβαλε στη διάλυση του ΕΣΚΓ και της ΓΛΔ48. Το ταξικό κριτήριο των αστών -και εδώ συγκεκριμένα των σοσιαλδημοκρατών- αποδείχτηκε πιο οξυμένο από το αντίστοιχο των κομμουνιστών, σε συνθήκες διάβρωσης των ΚΚ από τον οπορτουνισμό.

Το συγκεκριμένο κείμενο αποτέλεσε συνέπεια και κορύφωση μιας γενικής ιδεολογικής επίθεσης στο σοσιαλισμό και τη ΓΛΔ. Για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ότι «χωρίς επαναστατική θεωρία δεν μπορεί να υπάρχει επαναστατική πράξη». Κάθε υποχώρηση από τη θεωρία του Μαρξισμού-Λενινισμού πληρώνεται πολύ ακριβά στο επίπεδο της επαναστατικής πράξης.

Η ΑΝΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟΥ ΤΕΙΧΟΥΣ

Οπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω, οι εξελίξεις σε σχέση με την ανέγερση του τείχους είναι πιο περίπλοκες απ’ ό,τι τις παρουσιάζουν οι αστοί και οι οπορτουνιστές. Στη ΓΛΔ και το Βερολίνο εκφραζόταν η επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού απέναντι στο σοσιαλισμό, η σύγκρουση δύο κοινωνικοοικονομικών συστημάτων. Η προσπάθεια ανατροπής ολόκληρου του σοσιαλιστικού στρατοπέδου ξεκινούσε από εδώ. Και παρ’ όλα αυτά, αυτή η πόλη με τα δύο νομίσματα, τα δύο συντάγματα, τα στρατεύματα δύο αντιτιθέμενων στρατιωτικών συμμαχιών δεν είχε για 12 ολόκληρα χρόνια (από το 1949 ως το 1961) κρατικά σύνορα. Μέχρι τον Αύγουστο του 1961, οπότε και χτίστηκε το τείχος, τα σύνορα όχι μόνο δεν ήταν ασφαλισμένα αλλά ούτε καν υπό έλεγχο. Περνούσαν νοητά μέσα από δρόμους, συγκροτήματα σπιτιών, κήπους και υδάτινους δρόμους. Μισό εκατομμύριο άνθρωποι τα διάβαιναν καθημερινά49. Μία πόλη με μικρότερο πληθυσμό από την Αθήνα, στην οποία κυκλοφορούσαν πάνω από 10.000 Δυτικογερμανοί πράκτορες, συν χιλιάδες Αμερικάνοι της CIA, Αγγλοι της ΜΙ6 και όλες οι μυστικές υπηρεσίες του κόσμου και φυσικά και οι σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες, ένα πραγματικό ενεργό πολυβολείο εχθρικών δυνάμεων μέσα στην καρδιά ενός ανεξάρτητου κράτους. Αν υπάρχει κάτι που πραγματικά γεννάει ερωτηματικά δεν είναι η ανέγερση του τείχους, αλλά το γιατί καθυστέρησε από την πλευρά των Σοβιετικών και των Ανατολικογερμανών να θεμελιώσουν για τη ΓΛΔ το αυτονόητο, το δικαίωμα ύπαρξής της.

Οσο πλησιάζουμε προς τον Αύγουστο του 1961, οι προβοκάτσιες γιγαντώνονται. Οπως σημειώνει και το ΚΚΕ στην ανακοίνωσή του για την αλήθεια για το τείχος, στις 10 Ιούλη του 1961, ο δυτικογερμανικός τύπος απαιτούσε κατά της ΓΛΔ «να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα του ψυχρού πολέμου, του πολέμου των νεύρων και του πολέμου των πυροβολισμών… Γι’ αυτό, δεν χρειάζονται μόνο συμβατικές στρατιωτικές δυνάμεις και εξοπλισμοί, αλλά και η υπονόμευση, η θέρμανση της εσωτερικής αντίστασης, η δουλειά στην παρανομία, η αποσύνθεση της εξουσίας, το σαμποτάζ, η διατάραξη των συγκοινωνιών και της οικονομίας, η ανυπακοή, η ανταρσία […]».

Το Μάρτη του 1961 το δυτικογερμανικό στρατιωτικό περιοδικό «Wehrwissenschaftliche Rundschau» διακηρύσσει ανοιχτά τα σχέδια της ΟΔΓ: «Επειδή έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια της Δύσης για απώθηση της Ανατολής, μας μένει μόνο η δυνατότητα της βίαιης αλλαγής του status quo»50. Λίγες μέρες μετά, ο Δυτικογερμανός υπουργός Ερνστ Λέμερ έσπευσε στο Δυτικό Βερολίνο για να κατευθύνει τη διεξαγωγή του ψυχολογικού πολέμου. Ταυτόχρονα σαμποτέρ έβαλαν φωτιές σε εγκαταστάσεις του Ανατολικού Βερολίνου, στο σταθμό του ηλεκτρικού της πόλης, στη Λεωφόρο Λένιν και στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ. Μόνο τον Ιούλη, τον τελευταίο μήνα πριν την ανέγερση του τείχους, υπήρξαν 105 προκλήσεις στα σύνορα μεταξύ Ανατολικού και Δυτικού Βερολίνου51. Τα στρατεύματα του ΝΑΤΟ στη Κεντρική Ευρώπη τέθηκαν σε κατάσταση συναγερμού και τα δυτικά τανκς πέρασαν την Πύλη του Βρανδεμβούργου, μπαίνοντας στο έδαφος της ΓΛΔ. Αλήθεια, όλοι οι αστοί, οι οποίοι αυτές τις μέρες πανηγυρίζουν, μεταξύ των οποίων και ο Παπανδρέου, τι θα έκαναν αν π.χ. τα δύο τρίτα της Νέας Υόρκης ή του Λονδίνου ανήκαν στη Σοβιετική Ενωση με τις στρατιωτικές, φανερές και μυστικές της υπηρεσίες κι αν μάλιστα τα σοβιετικά τανκς κατευθύνονταν στους δρόμους της Νέας Υόρκης ή του Λονδίνου;

Ολα έδειχναν ότι κυοφορούνταν ένα νέο αντεπαναστατικό πραξικόπημα. Ετσι, μεταξύ 3 και 5 Αυγούστου, τα σοσιαλιστικά κράτη-μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας εξέδωσαν ένα ανακοινωθέν, στο οποίο αναφερόταν ότι «οι υπονομευτικές προσπάθειες στα δυτικοβερολινέζικα σύνορα πρέπει να αναχαιτιστούν και να εγγυηθούν αξιόπιστη φύλαξη και πραγματικό έλεγχο στην περιοχή γύρω από το Δυτικό Βερολίνο»52. Στις 13 Αυγούστου 1961 η ΓΛΔ έκανε το αυτονόητο, το οποίο ήδη είχε αργήσει πολλά χρόνια να κάνει: θεμελίωσε διακριτά κρατικά σύνορα με την έναρξη της ανέγερσης του Aντιφασιστικού Προστατευτικού Τείχους, όπως ήταν το επίσημο όνομα του. Η ανέγερση του τείχους βεβαίως και δημιούργησε προβλήματα σε οικογενειακό επίπεδο (περιορισμός δυνατότητας επίσκεψης για ένα διάστημα κλπ.), αυτά όμως αποτελούσαν άμεση συνέπεια της εξωτερικής καπιταλιστικής επιθετικότητας, η οποία ανοιχτά μιλούσε ακόμα για τη μέρα Χ, για τη μέρα δηλαδή εισβολής και ανατροπής του συστήματος ενός ανεξάρτητου κράτους. Οποιοσδήποτε ξεχνάει αυτά τα στοιχειώδη και προβάλλει σε πρώτο πλάνο τις δυσκολίες επαφών μεταξύ συγγενών και φίλων, κάνει σοβαρή ιστορική λαθροχειρία. Αφού είχε εξασφαλίσει το αυτονόητο, τη διακριτή κρατική επικράτεια, η ΓΛΔ εδραίωσε την κυριαρχία της και δημιούργησε πιο ευνοϊκούς όρους για το σχεδιασμό και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής οικονομίας και κοινωνίας.

Η ΓΛΔ και ολόκληρο το σοσιαλιστικό στρατόπεδο ήταν σε άμυνα και όχι σε επίθεση. Και μάλιστα σε άμυνα απέναντι σε έναν πανίσχυρο αντίπαλο. Τι έπρεπε λοιπόν να κάνει; Σύμφωνα με τους αστούς και τους οπορτουνιστές: τίποτα, έπρεπε να παραδοθεί και να ενσωματωθεί στην ΟΔΓ. Ευτυχώς, αν και καθυστερημένα, επιλέχτηκε άλλος δρόμος, ο δρόμος της άμυνας. Απέναντι στην πανοπλία των ιμπεριαλιστών πρέπει να παρατάξεις αντίστοιχα μέσα, ιδιαίτερα αν το κύριο μέτωπο της παγκόσμιας αντιπαράθεσης μεταξύ του σοσιαλισμού και του καπιταλισμού βρίσκεται μέσα στο ίδιο σου το σπίτι. Η ΓΛΔ είχε το δικαίωμα να διαθέτει πανίσχυρες ένοπλες δυνάμεις και μυστικές υπηρεσίες για να αμυνθεί και να προφυλάξει το σύστημά της. Αυτό που έκαναν και τα καπιταλιστικά κράτη, όπως οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, η ΟΔΓ και το Ισραήλ.

Η δράση της λεγόμενης ΣΤΑΖΙ, δηλαδή του υπουργείου για την κρατική ασφάλεια, εντασσόταν σε αυτά τα πλαίσια. Οι πράκτορες της ΣΤΑΖΙ δρούσαν σε μία πόλη, στην οποία, όπως τα ίδια τα καπιταλιστικά κράτη ομολογούν, γυρόφερναν όλοι οι πράκτορες της BND, της CIA, της Mosant και της MI6.

Για να αποκαλυφθεί το φαιδρό της επιχειρηματολογίας για τη ΣΤΑΖΙ αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στη στάση των δύο μυστικών υπηρεσιών, της ΣΤΑΖΙ από την πλευρά της ΓΛΔ και της BND από την πλευρά της ΟΔΓ, στα επόμενα χρόνια. Η ΟΔΓ και η BND είχαν πολύ καλές οικονομικές σχέσεις με το καθεστώς του απαρτχάιντ, υποστήριξαν με φανερούς και μυστικούς τρόπους το βρώμικο πόλεμο των ΗΠΑ στην Ινδοκίνα και το Βιετνάμ. Επίσης είχαν άριστες σχέσεις με τα φασιστικά καθεστώτα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Είχαν μυστική συνεννόηση με τις χούντες στην Ελλάδα το 1967 και στη Χιλή το 197353.

Από την άλλη μεριά η ΓΛΔ (και σε αυτά τα πλαίσια η ΣΤΑΖΙ) αντί για πραξικοπήματα στήριζε τα εθνικοαπελευθερωτικά και επαναστατικά κινήματα. Στήριξε ανοιχτά και χωρίς προσχήματα την αντιδικτατορική πάλη στην Ελλάδα και την κυβέρνηση Αλιέντε στη Χιλή (όταν όλες οι καπιταλιστικές χώρες σχεδόν χειροκροτούσαν την ανατροπή της από το δικτάτορα Πινοσέτ και την απάλειψη του «κομμουνιστικού κινδύνου» στην περιοχή). Στη ΓΛΔ φυγαδεύτηκαν πολλοί αντάρτες και επαναστάτες από διάφορες χώρες της Λ. Αμερικής, ενώ η χώρα δέχτηκε τεράστιο κύμα Χιλιανών αντιστασιακών μετά τη δικτατορία Πινοσέτ από τη Χιλή. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού και κατ’ επέκταση των στρατιωτικών και μυστικών τους υπηρεσιών. Από το έδαφος της ΟΔΓ ξεκινούσαν και ξεκινούν ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις σε όλο τον κόσμο. Από το έδαφος της ΓΛΔ ξεκινούσαν προσπάθειες στήριξης των λαών που αγωνίζονταν. Δύο κόσμοι εντελώς διαφορετικοί!

Τι ισχύει όμως γι’ αυτούς που προσπάθησαν να περάσουν στην ΟΔΓ παράνομα μέσω του τείχους; Οπως ήδη είδαμε οι Δυτικοί ιεραρχούσαν την «προσέλκυση» ανθρώπινου δυναμικού από τη ΓΛΔ με σκοπό την άσκηση ρήγματος στο εσωτερικό της, αλλά και με πιο άμεσο στόχο την παρεμπόδιση της οικονομικής της ανάπτυξης. Στόχευαν σε συγκεκριμένα στρώματα του πληθυσμού, τα οποία ήταν τα πιο εξειδικευμένα και φυσικά τα λιγότερο πειθαρχημένα και μαχητικοποιημένα στην υπόθεση του σοσιαλισμού. Οι αστοί ξέρουν πολύ καλά να παίζουν με τη διάθεση πλουτισμού και τις προσωπικές φιλοδοξίες. Ξέρουν πολύ καλά να εκμεταλλεύονται προς όφελός τους την αστική, τη μη κομμουνιστική στάση απέναντι στην εργασία. Οι Δυτικογερμανοί πλήρωναν πολλές φορές μισθούς καλύτερους απ’ ό,τι στους δικούς τους πολίτες για να δημιουργήσουν ρήγμα στη ΓΛΔ. Επίσης πολύ μεγάλες ήταν οι φοροαπαλλαγές γι’ αυτούς που πήγαιναν στην ΟΔΓ. Είναι γνωστές οι περιπτώσεις, όπου Ανατολικογερμανοί, ενώ σπούδαζαν εντελώς δωρεάν στα πολύ υψηλής ποιότητας πανεπιστήμια της ΓΛΔ, έχοντας στη διάθεσή τους δωρεάν κατοικία και ό,τι άλλο χρειαζόταν για τις σπουδές τους, εξασφάλιζαν υψηλές αμοιβές στα δυτικογερμανικά μονοπώλια όταν τελείωναν τις σπουδές τους και μετακόμιζαν (μέχρι να χτιστεί το τείχος το 1961) στην ΟΔΓ. Αυτό είχε ένα τεράστιο κόστος για τη ΓΛΔ. Από τη μία η ΓΛΔ χρηματοδοτούσε κάτι παραπάνω από αδρά τις εντελώς δωρεάν σπουδές και όλες τις άλλες κοινωνικές υπηρεσίες προς τους Ανατολικογερμανούς και από την άλλη έχανε στη συνέχεια την εργασία τους. Οι οικονομικές απώλειες μέχρι το 1961 έχουν υπολογιστεί από το Δυτικογερμανό οικονομολόγο Fritz Baade σε 100 ως 130 εκατομμύρια μάρκα. Για ένα σχετικά μικρό γεωγραφικά και πληθυσμιακά κράτος όπως η ΓΛΔ το κόστος ήταν δυσβάσταχτο54.

Ο πιο σημαντικός όμως παράγοντας είναι άλλος. Η αναδιοργάνωση της οικονομίας σε σοσιαλιστική βάση έχει ως αποτέλεσμα να θιγεί όχι μόνο η καπιταλιστική ιδιοκτησία αλλά και ανώτερα μεσαία στρώματα. Στη σοσιαλιστική ΓΛΔ, όπως και σε κάθε διαδικασία σοσιαλιστικής οικοδόμησης, οξύνθηκε η ταξική πάλη, η οποία εκφραζόταν όπως πάντα σε όλα τα επίπεδα (οικονομικό, ιδεολογικό, πολιτικό). Με δεδομένα τα παραπάνω, αλλά και τα οικονομικά δεδομένα που αναφέρθηκαν σε άλλες παραγράφους, συν τα πολύ σημαντικά στοιχεία της κοινής εθνικής ρίζας αλλά και των οικογενειακών55, φιλικών δεσμών, συν την ελεύθερη για 12 χρόνια μετακίνηση προσώπων και την αντίστοιχη οικοδόμηση κάθε είδους ανθρώπινων σχέσεων, δημιουργήθηκε πράγματι ένα μεταναστευτικό ρεύμα προς την ΟΔΓ, το οποίο σαφώς και ενισχύθηκε και από τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις στη ΓΛΔ που ισχυροποιούσαν στοιχεία της αγοράς σε βάρος του κεντρικού σχεδιασμού και βεβαίως συνέβαλλαν και στην άμβλυνση της κομμουνιστικής συνείδησης56.

Μεταξύ αυτών που προσπαθούσαν να περάσουν παράνομα στην ΟΔΓ ήταν και τα πρώην στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος με τις οικογένειές τους. Ηξεραν πολύ καλά ότι στη ΓΛΔ τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα γι’ αυτούς, ενώ στην ΟΔΓ θα επιβραβεύονταν με την τοποθέτησή τους σε μια σειρά αξιώματα. Αυτή η μάζα ανθρώπων δεν ήταν καθόλου αμελητέα. Σε επόμενη παράγραφο που πραγματευόμαστε το ζήτημα της «αποναζιστικοποίησης» θα αναλυθούν περισσότερο τα ζητήματα αυτά.

Για όλους τους παραπάνω λόγους κάποιοι είχαν -όπως χαρακτηριστικά έγραφε ο Μπρεχτ- το «διαβατήριο στην τσέπη»57. Σύμφωνα με τις στατιστικές της ΓΛΔ, περίπου 2 εκατομμύρια πολίτες της πήγαν στην ΟΔΓ μεταξύ 1949 και 1989, περίπου το 12% του πληθυσμού της. Αυτό το κομμάτι αποτελούνταν κυρίως από νέους σε ηλικία και συνήθως μορφωμένους και ειδικευμένους εργαζόμενους, το πιο παραγωγικό δηλαδή εργατικό δυναμικό της ΓΛΔ.

Ενα ξεχωριστό κεφάλαιο ιμπεριαλιστικής σπέκουλας είναι ο αριθμός των νεκρών στα κρατικά σύνορα μεταξύ Ανατολικού και Δυτικού Βερολίνου. Εδώ οι αριθμητικοί υπολογισμοί θυμίζουν λίγο από τα «θύματα στα γκούλαγκ». Κάθε χρόνο από το 1992 και κυρίως κάθε Αύγουστο, στην επέτειο δηλαδή ανέγερσης του προστατευτικού τείχους, οι εκτιμήσεις αυτές εκτοξεύονται, υπηρετώντας και αυτές τη δηλωμένη προσπάθεια «απονομιμοποίησης της ΓΛΔ». Ετσι τα δικαστήρια της ΟΔΓ το 1992 έκαναν λόγο για 224 νεκρούς, το 1996 για 490, το 1997 για 1.065 νεκρούς58. Στους «νεκρούς του τείχους» κατά καιρούς περιλαμβάνονταν δολοφονημένοι, πνιγμένοι στη Βαλτική Θάλασσα και ό,τι άλλο μπορεί να βάλει ο νους μας. Οι επίσημες ωστόσο στατιστικές για τους θανάτους σε επεισόδια στο τείχος, τόσο στις κρατικές υπηρεσίες της ΟΔΓ όσο και στη διεθνή αρθογραφία κυμαίνονται από 86 μέχρι 200 θανάτους στις πιο ακραίες περιπτώσεις (η καθόλου φιλοκομμουνιστική διεθνής ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Wikipedia κινείται σε αυτά τα πλαίσια, ενώ η ελληνική της έκδοση αναφέρει 86 νεκρούς).

Ας δούμε όμως και τις ένοπλες επιθέσεις από την πλευρά του Δυτικού Βερολίνου, οι οποίες δεν είναι γνωστές. Το 1975 βγήκε στη φόρα η περίπτωση της δολοφονίας 2 συνοριακών φρουρών της ΓΛΔ από το Δυτικό Βερολίνο. Το παράξενο δεν είναι αυτό. Οι επιθέσεις και οι προβοκάτσιες από το Δυτικό Βερολίνο δεν ήταν καθόλου σπάνιες, έτσι κι αλλιώς. Το σημαντικό είναι πώς χειρίστηκε την περίπτωση το κράτος της ΟΔΓ. Στο δικαστήριο, αντί οποιασδήποτε ποινής, προσφέρθηκε στον εκτελεστή μία ανθοδέσμη. Μετά από προσωπική παρέμβαση του προέδρου της ΓΛΔ, Ερικ Χόνεκερ στον Καγκελάριο Σμίτ της ΟΔΓ και τη διεθνή γνωστοποίηση του ζητήματος, ένα άλλο δικαστήριο της ΟΔΓ καταδίκασε τον εκτελεστή, έστω και με εντελώς συμβολική τιμωρία59. Το μήνυμα της ΟΔΓ ήταν καθαρό. Οι δολοφονίες και οι πυροβολισμοί από το Δυτικό στο Ανατολικό Βερολίνο όχι μόνο δε θα τιμωρούνταν αλλά θα επιβραβεύονταν.

Αν ακολουθήσουμε τη δικιά τους τακτική της αριθμολογίας μπορούμε να σημειώσουμε τα εξής. Από το 1991 μέχρι σήμερα στο τείχος μεταξύ ΗΠΑ και Μεξικού έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 5.600 άνθρωποι. Για να μην πούμε για το διαβόητο ιμπεριαλιστικό «τείχος του Σαρόν» που χωρίζει τους Ισραηλινούς από τους Παλαιστίνιους και τα καθημερινά θανατηφόρα επεισόδια. Δηλαδή σε ένα τείχος που χωρίζει δύο καπιταλιστικά κράτη έχουμε πάνω από 5.600 θανάτους μέσα σε 15 χρόνια. Από την άλλη στο τείχος του Βερολίνου, στο οποίο συκρούονταν δύο παγκόσμια κοινωνικοοικονομικά συστήματα, δύο στρατιωτικοί συνασπισμοί, σε μία πόλη γεμάτη με πράκτορες, όπλα και κατασκοπευτικά συστήματα είχαμε σε 28 χρόνια 100-200 νεκρούς. Δηλαδή στην πρώτη περίπτωση είχαμε κατά μέσο όρο 374 νεκρούς το χρόνο και στο Βερολίνο 4-8 νεκρούς το χρόνο. Οσο μακάβρια κι αν είναι η παραπάνω σύγκριση, είναι ταυτόχρονα αποκαλυπτική για την καπιταλιστική υποκρισία. Παρά τα διαφορετικά μεγέθη των δύο τειχών το γεγονός της απόκρυψης των νεκρών στα ιμπεριαλιστικά τείχη αποτελεί απαραίτητο κομμάτι της προσπάθειας απόκρυψης της αλήθειας.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΚΩΝ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΩΝ

Μια άλλη πλευρά που φωτίζει την τρέχουσα αντιπαράθεση είναι αυτή των πολεμικών αποζημιώσεων. Αρχικά, σύμφωνα με τη Συνθήκη του Πότσνταμ, είχε συμφωνηθεί ότι η ενιαία Γερμανία, που υποτίθεται θα προέκυπτε, έπρεπε να πληρώσει στους συμμάχους 20 δισ. δολάρια (από τα οποία τα 10 δισ. θα πήγαιναν στην ΕΣΣΔ), κυρίως με τη μορφή μηχανών και αποσυναρμολογημένων εργοστασίων60. Στην πορεία όμως και τα μεγέθη των συμφωνηθέντων αποζημιώσεων άλλαξαν και ουσιαστικά συμφωνήθηκε κάθε ζώνη να αποζημιώσει το κράτος που είχε στρατιωτικές δυνάμεις σε αυτή. Σύμφωνα με τις αποφάσεις του Πότσνταμ, αλλά και της Σύμβασης για τις πολεμικές αποζημιώσεις του Παρισιού το 1946, η ΟΔΓ όφειλε να δώσει αποζημιώσεις, οι οποίες όμως ποτέ δεν της επιβλήθηκαν. Το αντίθετο, με την απόφαση της Διάσκεψης του Λονδίνου, στις 27 Φλεβάρη 1953, ουσιαστικά οι Δυτικοί απάλλαξαν την ΟΔΓ από τις πολεμικές αποζημιώσεις για να αναπτυχθεί ταχύτατα οικονομικά και να αποτελέσει τον πολιορκητικό κριό απέναντι στη ΓΛΔ και το σοσιαλιστικό σύστημα. Αυτό ισχύει και για τις πολεμικές αποζημιώσεις της ΟΔΓ προς την Ελλάδα, στην οποία, σύμφωνα με τη Συνθήκη του Παρισιού, η ΟΔΓ χρωστάει αποζημιώσεις της τάξης των 7,1 δισ. δολαρίων61. Από αυτά έδωσε με μία διμερή συμφωνία το 1960 μόνο 115 εκατομμύρια μάρκα, ένα ελάχιστο μέρος της υποχρέωσής της. Ακόμα και σήμερα οι περιοχές και οι κάτοικοι που έχουν καταφύγει στα δικαστήρια ζητώντας αποζημιώσεις από την ΟΔΓ βρίσκουν μπροστά τους το επιχείρημα της Συνθήκης του Λονδίνου του 1953, του χαρίσματος δηλαδή των αποζημιώσεων στην ΟΔΓ, προς χάριν του ιδιαίτερου αντικομμουνιστικού ρόλου που της είχε ανατεθεί και τον οποίο δυστυχώς επιτέλεσε με μεγάλη επάρκεια.

Από την άλλη μεριά η σοβιετική ζώνη κατοχής και μετέπειτα η ΓΛΔ άσκησε τις υποχρεώσεις της αναφορικά με τις πολεμικές αποζημιώσεις κυρίως απέναντι στην ΕΣΣΔ. Στην ΕΣΣΔ παραχωρήθηκαν για αποζημιώσεις με τη μορφή αποσυναρμολογήσεων και κτηρίων πόροι αντίστοιχοι με το 30% των διαθέσιμων το 1944 πόρων που υπήρχαν στη σοβιετική ζώνη κατοχής. Αυτό περιλάμβανε 2.000 με 2.400 επιχειρήσεις της σοβιετικής ζώνης62. Αντίθετα στην αμερικανική ζώνη κατοχής, ο στρατηγός Κλέι απαγόρευσε τις αποσυναρμολογήσεις παραγωγικών μονάδων. Μετά το τέλος των αποσυναρμολογήσεων το 1948 στη σοβιετική ζώνη κατοχής έμεινε το 74-84% του κεφαλαιακού αποθέματος της βιομηχανίας της χρονιάς 1936, ενώ αντίθετα στις δυτικές ζώνες κατοχής το 111%. Με τη διαταγή 167 της ΣΣΔ 200 επιχειρήσεις που ήταν για αποσυναρμολόγηση έγινες σοβιετικές ανώνυμες εταιρίες και οι αποζημιώσεις από το 1948 και πέρα θα έπαιρναν τη μορφή παραχώρησης από την τρέχουσα παραγωγή αντί για αποσυναρμολογήσεις παραγωγικών μονάδων. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται ποιο ποσοστό της τρέχουσας παραγωγής της σοβιετικής ζώνης κατοχής και μετά το 1949 της ΓΛΔ παραχωρούνταν ως πολεμικές αποζημιώσεις στην ΕΣΣΔ63.

Bal_677.jpg

Θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι ουσιαστικά η ΓΛΔ ήταν μία χώρα εξαρτημένη από την ΕΣΣΔ, μία χώρα που την απομυζούσε η ΕΣΣΔ. Αυτό το επιχείρημα προσπαθούν να τεκμηριώσουν όχι τόσο οι αστοί όσο οι οπορτουνιστές. Η ΕΣΣΔ ήταν όπως είναι γνωστό η χώρα με τις μεγαλύτερες ανθρώπινες και υλικές απώλειες στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ναζί, ακόμα και στην υποχώρησή τους, έκαιγαν και κατάστρεφαν τα πάντα στο πέρασμά τους (κάτι που δε γινόταν σε καμία περίπτωση κατά την υποχώρησή τους από τις κατεχόμενες καπιταλιστικές χώρες). Πάνω από 1.700 πόλεις, 70.000 χωριά, 30.000 βιομηχανικές επιχειρήσεις, 100.000 συνεταιριστικές μονάδες, αμέτρητες χιλιάδες νοσοκομεία, σχολεία, βιβλιοθήκες έγιναν στάχτη από τους ναζί. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος στοίχισε στην ΕΣΣΔ πάνω από 20 εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές και το κολοσσιαίο ποσό των 485 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε υλικές ζημιές. Με τη μορφή των αποζημιώσεων προβλεπόταν να της επιστραφούν τα 10 από αυτά τα 485 εκατομμύρια δολάρια. Πάντως, ακόμα και κάτω από αυτές τις πολύ δύσκολες συνθήκες, η ΕΣΣΔ προσπαθούσε να βοηθήσει τη ΓΛΔ στα πρώτα της βήματα. Εκτός από τους ειδικούς, οι οποίοι από την αρχή βοηθούσαν στο τιτάνιο έργο της ανοικοδόμησης της ΓΛΔ, τον Απρίλη του 1949 εμφανίστηκαν τα πρώτα από τα συνολικά 1.000 τρακτέρ από την ΕΣΣΔ, 540 φορτηγά και 10.000 τόνοι ελασμάτων64.

Επιστρέφοντας στις πολεμικές αποζημιώσεις της ΓΛΔ σημειώνουμε ότι το διάστημα μεταξύ των ετών 1946 και 1953 το 22% της τρέχουσας παραγωγής δόθηκε ως αποζημίωση. Υπολογισμένες σε τιμές του 1953 η ΓΛΔ έδωσε για αποζημιώσεις 99,1 δισ. γερμ. μάρκα, ενώ η ΟΔΓ έδωσε 2,1 δισ. γερμ. μάρκα. Από το σύνολο των πολεμικών αποζημιώσεων η ΓΛΔ έδωσε το 98% και η ΟΔΓ, η οποία ήταν σχεδόν τριπλάσια γεωγραφικά και πληθυσμιακά, έδωσε το υπόλοιπο 2% των συνολικών γερμανικών αποζημιώσεων. Σύμφωνα με μελέτες του Πανεπιστημίου Χούμπολτ, το κατά κεφαλήν κόστος των αποζημιώσεων μέχρι το 1953 ήταν για την ΟΔΓ 23 ράιχσμαρκ (το νόμισμα το οποίο ίσχυε μέχρι τις νομισματικές μεταρρυθμίσεις του 1948) και για την ΓΛΔ 1.349 ράιχσμαρκ. Σε τιμές γερμανικών μάρκων ήταν αντίστοιχα 5.500 γερμ. μάρκα στη ΓΛΔ και 42 γερμ. μάρκα στην ΟΔΓ! Με λίγα λόγια για κάθε ένα μάρκο των Δυτικογερμανών οι Ανατολικογερμανοί πλήρωναν 130 μάρκα για αποζημιώσεις65. Η ΟΔΓ, της οποίας το κοινωνικοοικονομικό σύστημα γέννησε το Χίτλερ και το φασισμό και της οποίας η ηγεσία και ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός περιέλαβε τα στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος, έδωσε για τα εγκλήματα και τις καταστροφές που προξένησε ο ναζισμός το 2% των συνολικών γερμανικών αποζημιώσεων. Η ΓΛΔ, η οποία προσπαθούσε να οικοδομήσει το σοσιαλισμό και δεν άφησε ναζιστικό κολυμπηθρόξυλο, πλήρωσε για τα προ πενταετίας εγκλήματα μιας μεγάλης μερίδας της ηγεσίας της νυν ΟΔΓ, δηλαδή των ναζί, το 98% των συνολικών γερμανικών αποζημιώσεων. Οι «ηττημένοι» ναζί ζούσαν σαν βασιλιάδες στην ΟΔΓ (όπως θα δούμε αναλυτικά στην επόμενη παράγραφο) και οι Γερμανοί που αντιστάθηκαν στο ναζιστικό καθεστώς και τώρα οικοδομούσαν τη ΓΛΔ πλήρωναν τις αποζημιώσεις των εγκλημάτων που προξένησαν οι εχθροί τους. Ας είναι καλά οι δυτικές «δημοκρατίες».

Ο Klaus v. Dohnanyi, πρώην δήμαρχος του Αμβούργου (της ΟΔΓ) δήλωσε το Δεκέμβρη του 1992 ότι «δεν είναι δυνατόν το ανατολικό κομμάτι της Γερμανίας, το οποίο πλήρωσε τον πόλεμο, να πληρώσει τώρα και την ειρήνη». Βέβαια με την ειρήνη εννοούσε την προσάρτηση της ΓΛΔ στην ΟΔΓ, δηλαδή μία πράξη του πιο σκληρού ταξικού πολέμου. Ωστόσο είναι φανερό ότι τα παραπάνω μεγέθη δε χωρούν αμφισβήτηση.

Λόγω των αποζημιώσεων η ΓΛΔ στα πρώτα χρόνια της ύπαρξής της ξεκίνησε με ένα ποσοστό συσσώρευσης στο καθαρό προϊόν της τάξης του 7%, ενώ η ΟΔΓ με ένα αντίστοιχο ποσοστό της τάξης του 20%. Σε αυτή την κατάσταση πρέπει να συνυπολογιστεί και το σχέδιο Μάρσαλ, από το οποίο ευνοήθηκε, όπως είδαμε, σε τεράστιο βαθμό η ΟΔΓ και ειδικά το Δυτικό Βερολίνο, το οποίο από τότε είχε μετατραπεί σε συσσωρευτή κεφαλαίων από όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, με μοναδικό στόχο να αποτελέσει το πιο προκεχωρημένο φυλάκιο του ιμπεριαλισμού απέναντι στο σοσιαλισμό. Ο δόκτωρ Γκότχαρντ Βάλτερ από τη Λειψία υπογραμμίζει σε επιστολή του, δημοσιευμένη στην εφημερίδα «Νόιες Ντόιτσλαντ»: «Οι συνολικές ζημιές της ΓΛΔ με τις επανορθώσεις, που μόνο αυτή κατέβαλε, με τον οικονομικό αποκλεισμό και την κερδοσκοπία στο νόμισμα ανέρχονται μέχρι την κατασκευή του τείχους, σύμφωνα με διεθνείς εκτιμήσεις, σε 400-500 δισεκατομμύρια Γερμανικά Μάρκα»66.

ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ. Η ΛΙΣΤΑ COCOM

Στα αρχικά βάρη της ΓΛΔ, τα οποία ήδη αναφέρθηκαν, πρέπει να προστεθούν και οι λεγόμενες δυσαναλογίες (γεωγραφικές, πλουτοπαραγωγικών πηγών, οικονομικής ανάπτυξης, πληθυσμιακές κλπ.) μεταξύ του δυτικού και ανατολικού τμήματος της Γερμανίας. Εκτός από τη συνολική δυσαναλογία του εδαφικού μοιράσματος (2/3 στην ΟΔΓ και 1/3 στη ΓΛΔ), το εδαφικό τμήμα της ΓΛΔ ήταν παραγωγικά περισσότερο εξαρτημένο από το αντίστοιχο της ΟΔΓ προπολεμικά, ήταν πιο φτωχό σε πρώτες ύλες. Το 1936 στην περιοχή της σοβιετικής ζώνης κατοχής και μετέπειτα της ΓΛΔ πραγματοποιούνταν το 27% του συνολικού καθαρού γερμανικού προϊόντος. Ωστόσο οι πρώτες ύλες για αυτή την παραγωγή προέρχονταν μόνο σε ποσοστό 5% από τα αντίστοιχα εδάφη. Το 95 % προερχόταν από τα εδάφη της μετέπειτα ΟΔΓ. Επίσης, οι καταστροφές από τον πόλεμο ήταν σε απόλυτα νούμερα ελαφρώς μεγαλύτερες για την ΟΔΓ, αλλά συγκριτικά με τη γεωγραφική έκταση και τον πληθυσμό των δύο χωρών ήταν πολύ υψηλότερες στη ΓΛΔ67.

Με αυτά τα δεδομένα, αρχικά η ΓΛΔ εξαρτιόταν από την εισαγωγή από την ΟΔΓ κυρίως σιδήρου, ατσαλιού και άνθρακα. Ωστόσο το «ενδογερμανικό» εμπόριο μέχρι το 1950 δεν ξεπέρασε ποτέ το 10% του προπολεμικού επιπέδου μεταξύ των δύο περιοχών. Το καλοκαίρι του 1950 η κυβέρνηση της ΟΔΓ απαγόρευσε τις συμφωνηθείσες μεταφορές λευκοσίδηρου και ελασμάτων στη ΓΛΔ.

Το πιο σημαντικό ίσως όπλο οικονομικού πολέμου ήταν η Επιτροπή Πολυμερών Εξαγωγικών Ελέγχων, η γνωστή Coordinating Committee for Multilateral Export Controls (CoCom). Η CoCom ιδρύθηκε το 1947 με σκοπό να επιβάλει εμπάργκο στις σοσιαλιστικές χώρες. Αποτελούνταν από 17 χώρες-μέλη (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) και αρκετές συνεργαζόμενες. Η επιτροπή αυτή είχε φτιάξει μία λίστα, η οποία ανανεωνόταν συνεχώς. Η λίστα CoCom περιλάμβανε όλα τα προϊόντα, τα οποία απαγορεύονταν να εξαχθούν στις σοσιαλιστικές χώρες. Σκοπός της CoCom ήταν να στραγγαλιστεί οικονομικά η ΓΛΔ, ιδιαίτερα στα πρώτα της βήματα, όπου και η δική της παραγωγική μηχανή αλλά και της ΕΣΣΔ ήταν αποδιοργανωμένες.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΝΑΖΙΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ

Το 1945 υπήρχαν ήδη δύο Γερμανίες, όπως πολύ εύστοχα είχε επισημάνει ο Στάλιν στο Βίλχελμ Πικ. Η μία ήταν η Γερμανία της Αντίστασης και η άλλη ήταν η Γερμανία του Ναζισμού. Η μία ήταν η Γερμανία της Ταξιαρχίας Τέλμαν που τόσο γενναία είχε πολεμήσει κάτω από τον ήλιο της Ισπανίας και η άλλη ήταν η Γερμανία της λεγεώνας του Κόνδορα. Τα δύο γερμανικά κράτη, που συγκροτήθηκαν το 1949, ήταν προϊόντα της ταξικής πάλης μέσα στη χώρα πριν και κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και του διεθνούς συσχετισμού ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη και την ΕΣΣΔ, όπως διαμορφώθηκε με τη λήξη του πολέμου. Αυτό φαίνεται και στο ζήτημα της αποναζιστικοποίησης.

Οπως ήδη έχει αναφερθεί, η βασική απόφαση του Πότσνταμ ήταν η δημιουργία ενός αποναζιστικοποιημένου κράτους. Η μόνη ζώνη που προχώρησε στην αποναζιστικοποίηση ήταν η ανατολική. Οι άλλες ζώνες όχι μόνο δεν έκαναν κάτι τέτοιο, αλλά μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι προώθησαν τα στελέχη της ναζιστικής Γερμανίας σε όλο τον κορμό της διοίκησης των τριών δυτικών ζωνών και στη συνέχεια στις κρατικές δομές της ΟΔΓ. Οι Αγγλοι, Γάλλοι και Αμερικάνοι κεφαλαιοκράτες απέδειξαν για πολλοστή φορά ότι πέρα από τις αγορές δεν είχαν τίποτα άλλο να χωρίσουν με τους Γερμανούς αστούς και το δημιούργημά τους, το ναζισμό. Αντίθετα, είχαν κάτι πολύ βασικό να τους ενώνει: τον πόλεμο κατά του κομμουνισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο της ΟΔΓ με πρωθυπουργό τον Αντενάουερ υπήρχαν περισσότερα (πρώην) μέλη του ναζιστικού κόμματος από ό,τι στην πρώτη κυβέρνηση Χίτλερ68, γεγονός το οποίο αποτελεί άλλη μία απόδειξη της ενιαίας στρατηγικής του ιμπεριαλισμού ενάντια στο σοσιαλισμό. Επίσης το Μάη του 1947 στις ανώτατες υπηρεσίες της βρετανικής ζώνης κατοχής το 90% κρατικών υπαλλήλων υπηρετούσαν πριν το 1945. Το ποσοστό των πρώην μελών του ναζιστικού κόμματος στο διοικητικό κορμό και των τριών δυτικών ζωνών κατοχής ήταν υπερβολικά υψηλό69.

Τελείως διαφορετικά ήταν τα πράγματα στη σοβιετική ζώνη κατοχής και αργότερα στη ΓΛΔ. Τον Οκτώβρη του 1946 δόθηκε η ακόλουθη διαταγή της ΣΣΔ για τα στελέχη του ναζιστικού κόμματος και κράτους, η οποία ακολουθούσε πιστά τα συμφωνηθέντα στη Συνδιάσκεψη του Πότσνταμ: «1. Απόλυση από όλες της υπηρεσίες της δημόσιας διοίκησης, αποκλεισμός από δραστηριότητες, οι οποίες απαιτούσαν τη δημόσια εμπιστοσύνη. 2. Επιπρόσθετη καταβολή εργασίας, προϊόντων και χρημάτων. 3. Περιορισμός των υπηρεσιών γενικής πρόνοιας, για το διάστημα όπου υπάρχουν ακόμα ελλείψεις. 4. Αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος συμμετοχής σε συνδικάτα ή άλλες επαγγελματικές ενώσεις και στα αντιφασιστικά-δημοκρατικά κόμματα»70. Μέχρι το Μάρτη του 1948 520.734 πρώην στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος και μέλη του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος είχαν χάσει τις δουλειές τους και τα δικαιώματά τους, την ίδια στιγμή που στις δυτικές ζώνες κατοχής οι «σύντροφοί» τους γίνονταν υπουργοί, στρατηγοί, δήμαρχοι και δάσκαλοι της νεολαίας. Επίσης μέχρι την άνοιξη του 1948 είχαν απαλλοτριωθεί χωρίς αποζημίωση 9.281 επιχειρήσεις, από τις οποίες οι 3.843 ήταν βιομηχανικές επιχειρήσεις που ανήκαν σε ενεργούς ναζί και εγκληματίες πολέμου (π.χ. ΑΕG, Siemens, IG-Farben κλπ.). Οι παραγωγικές μονάδες που απαλλοτριώθηκαν παρήγαγαν εκείνη την εποχή το 40% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής71.

Η στάση αμνηστίας απέναντι στα υψηλόβαθμα στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος είχε προεκτάσεις και στη χώρα μας. Το πρώτο παράδειγμα είναι η απελευθέρωση στις αρχές του 1952 από την «κεντρώα» κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου του τετράκις ισοβίτη κατάδικου της Βέρμαχτ στρατηγού Andrae, για τον οποίο όπως έλεγε η επίσημη αιτιολόγηση: «μεγάλα οικονομικά συμφέροντα της χώρας ημών ως και κατευθύνσεις της εξωτερικής ημών πολιτικής επιβάλλουσιν ήδη την υπό πνεύμα πλήρους ευμένειας απονομή χάριτος». Επίσης το Μάη του 1952 ο πρωθυπουργός Σ. Βενιζέλος, αναφερόμενος στις έρευνες του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου, απαίτησε «το συντομώτερον να τεθή τέρμα εις μίαν κατάστασιν, η οποία ενώ ουδεμίαν πιθανότητα έχει να δώση την πρέπουσα ηθικήν ικανοποίησιν εις το εθνικόν αίσθημα, τουναντίον αποτελεί εμπόδιον εις την ανάπτυξιν των μετά των ενδιαφερομένων χωρών ημετέρων συμφερόντων»72.

Στην ίδια γραμμή με το λεγόμενο «Κέντρο» κινήθηκε και η άλλη παράταξη της αστικής τάξης. Το 1959 η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή ανέστειλε, μετά από αίτημα της ΟΔΓ, τη λειτουργία του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου και έστειλε τους 800 φακέλους που είχε στη «Δικαιοσύνη» της ΟΔΓ. Η Δικαιοσύνη της ΟΔΓ τους απάλλαξε όλους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Μαξ Μέρτεν73. Η κυβέρνηση Καραμανλή έστειλε τον καταδικασμένο σε 25 χρόνια Μαξ Μέρτεν (για τη δολοφονία και τη ληστεία Εβραίων της Θεσσαλονίκης) στην ΟΔΓ για να εκτίσει εκεί την ποινή του. Εκεί ο Μέρτεν αφέθηκε ελεύθερος και στη συνέχεια πήρε από το κράτος της ΟΔΓ αποζημίωση για την κακομεταχείρισή του στην Ελλάδα. Τέτοιες περιπτώσεις υπήρξαν πολλές. Το καλύτερο καταφύγιο των ναζί, με την απόλυτα σύμφωνη γνώμη και βοήθεια των υπόλοιπων δυτικών «δημοκρατιών», ήταν η ίδια η ΟΔΓ και το …Δυτικό Βερολίνο.

ΣΤΗΝ ΤΡΟΧΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Ιδιαίτερα αποκαλυπτικές ήταν οι εξελίξεις μετά την πτώση του τείχους. Η κυβέρνηση Modrow (του τελευταίου πρωθυπουργού της ΓΛΔ) σε συνεννόηση με την ΟΔΓ ίδρυσε μία επιτροπή εμπειρογνωμόνων για τη διαχείριση, δηλαδή για το ξεπούλημα, της λαϊκής περιουσίας, τη γνωστή Τρόιχαντ (Τreuhand)74. Η Τρόιχαντ οργάνωσε ένα πραγματικό πλιάτσικο της λαϊκής περιουσίας (όπως σε όλες τις σοσιαλιστικές χώρες μετά τις ανατροπές). Το 95% της λαϊκής ιδιοκτησίας παραδόθηκε αντί πινακίου φακής στους καπιταλιστές των δυτικών κρατών, κυρίως της ΟΔΓ. Οικονομικές ενισχύσεις στις επιχειρήσεις, διαγραφή χρεών και οτιδήποτε άλλο χρειαζόταν το γερμανικό κεφάλαιο. Κανένα πρόσχημα. Το πολιτικό προσωπικό της άρχουσας τάξης ξεσάλωσε και συμπεριφερόταν σαν απλός λογιστής της. Ακόμα και το υπερβολικά συντηρητικό δυτικογερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» έκανε λόγο για «οικονομικό έγκλημα, ολοφάνερα σχεδιασμένο από ένα γενικό επιτελείο».

Οι νικητές φρόντισαν να αποδείξουν από το πρώτο δευτερόλεπτο τι εννοούσαν όταν φώναζαν για δημοκρατία και ελευθερία. Εννοούσαν την ελευθερία της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, την ελευθερία εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Τα λόγια του Μπρεχτ, με τα οποία ξεκινάει αυτό το άρθρο, είναι χαρακτηριστικά. Πολλές επιχειρήσεις πουλήθηκαν σε καπιταλιστές αντί ενός μάρκου. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι το 1991 η Carl Zeiss Oberkochen αγόρασε με ένα μάρκο το 51% του κεφαλαίου και τη διοίκηση της Carl Zeiss Jena και πήρε ταυτόχρονα 587 εκατομμύρια μάρκα «αρχική βοήθεια» από την κυβέρνηση της ΟΔΓ. Αυτά που δημιούργησε ο λαός της ΓΛΔ με μεγάλο κόπο και κάτω από υπερβολικά δύσκολες συνθήκες λόγω της ιμπεριαλιστικής πίεσης, περνούσαν σε μία μέρα στα χέρια των καπιταλιστών. Ταυτόχρονα ένας απίστευτος όγκος μηνύσεων και αιτήσεων εκδικαζόταν και εκδικάζεται ακόμα και σήμερα καθημερινά για τους πολυπόθητους τίτλους ιδιοκτησίας.

Οι απόγονοι των ναζί και των μεγαλογαιοκτημόνων πήραν το αίμα τους (και τις περιουσίες που είχαν κάνει με την εκμετάλλευση του γερμανικού λαού και των ναζιστικών προνομίων) πίσω. Για το πλιάτσικο που ακολούθησε την «έλευση της δημοκρατίας και της ελευθερίας» ο Δυτικογερμανός πρώην δήμαρχος του Αμβούργου Henning Voscherau δήλωσε: «Στην πραγματικότητα τα πέντε χρόνια ανοικοδόμησης της Ανατολής υπήρξαν το μεγαλύτερο πρόγραμμα πλουτισμού για τους Δυτικογερμανούς (σ.σ.: εννοεί τους Δυτικογερμανούς καπιταλιστές) που έγινε ποτέ». Ο τότε υπουργός οικονομικών και σημερινός πρωθυπουργός του κρατιδίου του Μεκλεμβούργου-Προπομερανίας δήλωσε ότι το 80% της ανατολικογερμανικής οικονομίας πέρασε στα χέρια των επιχειρηματιών της Δύσης75. Ο πρόεδρος της Siemens, v. Pierer, μας διαβεβαίωνε: «Στη Γερμανία επωφεληθήκαμε από την οικονομική ανάπτυξη, η οποία οφειλόταν στην επανένωση. Τότε στις ΗΠΑ υπήρχε ύφεση. Εμείς πηγαίναμε καλά»76. Πόσο πιο καθαρά να μιλήσουν οι άνθρωποι; Μόνο η ακόρεστη δίψα των οπορτουνιστών για δικαίωση του καπιταλισμού αδυνατεί να κατανοήσει τόσο ξάστερα και καθαρά λόγια.

Η επιστροφή στην καπιταλιστική ζούγκλα είχε ολοκληρωθεί με ένα τεράστιο φαγοπότι των νικητών. Οι Ανατολικογερμανοί κατάλαβαν πολύ νωρίς τι πάει να πει αστική ελευθερία. Τι πάει να πει αστική δημοκρατία το είχαν καταλάβει νωρίτερα με την ευνοϊκή αντιμετώπιση των ναζί και την απαγόρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας στην ΟΔΓ το 1956. Είχαν όμως πολλά ακόμα να μάθουν. Οι νικητές εξαπέλυσαν ένα απίστευτο κυνήγι τρομοκρατίας απέναντι σε οποιονδήποτε είχε την παραμικρή σχέση με την εργατική εξουσία. Σε αυτούς τους ανθρώπους δε συγχώρησαν ποτέ ότι τόλμησαν να πορευτούν το δρόμο του σοσιαλισμού. Φυλακίσεις, εξορίες, απολύσεις ήταν στην ημερήσια διάταξη. Οι νικητές δίκαζαν τους ηττημένους. Οι πρώην ναζί δίκαζαν τους κομμουνιστές. Η ιστορία είναι αδυσώπητη.

ZΗΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΜΕΛΕΤΗ

Το ΚΚΕ αναφέρει στην Απόφαση του 18ου Συνεδρίου για το Σοσιαλισμό: «Παρά τα όποια προβλήματα των σοσιαλιστικών χωρών, το διαμορφωμένο σοσιαλιστικό σύστημα στον 20ό αιώνα απέδειξε την ανωτερότητα του σοσιαλισμού έναντι του καπιταλισμού, τα τεράστια πλεονεκτήματα που παρέχει για την εργασία και τη ζωή των εργαζομένων»77. Το παρόν σημείωμα βέβαια δεν είναι αφιερωμένο στις κατακτήσεις αυτές της ΓΛΔ που ήταν πολύ σημαντικές για τη ζωή των Ανατολικογερμανών78. Επικεντρώνεται στην απάντηση σε βασικά σημεία της αντικομμουνιστικής επίθεσης, όπως αυτή εκφράζεται στην αμαύρωση της Ιστορίας της ΓΛΔ, με αιχμή του δόρατος το Προστατευτικό Τείχος του Βερολίνου.

Για τους κομμουνιστές προκύπτουν ωστόσο για περαιτέρω έρευνα πολλά ζητήματα από τη 40χρονη εμπειρία της ΓΛΔ. Ετσι, στα πλαίσια και των ζητημάτων μελλοντικής μελέτης που έχει ξεχωρίσει το Κόμμα μας συνολικά για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα, μπορούμε να ξεχωρίσουμε για τη ΓΛΔ τα εξής:

1. Τη μελέτη της εξέλιξης των σχέσεων παραγωγής και κατανομής. Το βαθμό κοινωνικοποίησης της παραγωγής στους τρεις τύπους γεωργικών παραγωγικών συνεταιρισμών (LPG: Landwirtschaftliche Produktionsgenossenschaft) αλλά και τη σχέση τους με τις λεγόμενες επιχειρήσεις λαϊκής ιδιοκτησίας (VEB: Volkseigener Betrieb).

2. Την εξέλιξη της πολιτικής μισθών. Από την αρχή της συγκρότησης της ΓΛΔ υιοθετήθηκαν μέθοδοι πληρωμής με το κομμάτι (Stuck-Lohn-Arbeit). Επίσης ο μισθός εξαρτιόταν σε ένα βαθμό από το χρόνο εργασίας (Τariflohn) και κατά ένα μεγάλο ποσοστό από τα χρηματικά πριμ που δίνονταν ανάλογα με το βαθμό υπερκάλυψης των ΤΑΝ, δηλαδή των Τεχνικά Αιτιολογημένων Νορμών.

3. Η επίδραση της συνένωσης του ΓΚΚ με το ΣΚΓ στα προβλήματα στρατηγικής του ΕΣΚΓ, αλλά και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Η ταξική σύνθεση του ΕΣΚΓ σε όλη την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

4. Τα ζητήματα του εποικοδομήματος της ΓΛΔ, δεδομένου ότι στη ΓΛΔ υπήρχαν πολλά κόμματα και μαζικές οργανώσεις. Το λεγόμενο Εθνικό Μέτωπο, το οποίο ιδρύθηκε το 1949 και διαλύθηκε το 1989, αποτελούνταν από κόμματα (ΕΣΚΓ, Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, Δημοκρατικό Κόμμα Αγροτών, Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα) και μαζικές οργανώσεις (Δημοκρατική Ενωση Γυναικών, Ελεύθερη Γερμανική Νεολαία, Οργάνωση Πιονέρων Ερνστ Τέλμαν, Σύνδεσμος Ελεύθερων Γερμανικών Συνδικάτων, Σύνδεσμος Πολιτισμού, Ενωση Αμοιβαίας Βοήθειας Αγροτών). Τα παραπάνω κόμματα και οργανώσεις εκφράζονταν και στη Λαϊκή Βουλή, στην οποία το ΕΣΚΓ είχε τις 127 από τις 500 έδρες. Ιδιαίτερης αξίας είναι να εκτιμηθεί πώς εκφραζόταν ο ηγετικός ρόλος του ΕΣΚΓ σε αυτό το συσχετισμό, ποιες τάξεις-στρώματα εξέφραζε το κάθε κόμμα και η κάθε οργάνωση και πώς οι σχέσεις μεταξύ αυτών των οργανώσεων αντανακλούσαν ανακατατάξεις στην οικονομική βάση, στις σχέσεις μεταξύ των διάφορων στρωμάτων του πληθυσμού της ΓΛΔ.

Με την Απόφαση του 18ου Συνεδρίου για το Σοσιαλισμό το Κόμμα μας έχει χαράξει τις βασικές γραμμές προσέγγισης της εμπειρίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στον 20ό αιώνα κι έχει εμπλουτίσει τη δική του αντίληψη για το σοσιαλισμό. Αυτό του δίνει τα εφόδια με μεγαλύτερη επάρκεια να προσεγγίσει την πείρα της κάθε σοσιαλιστικής χώρας ξεχωριστά, πάντα σαν κομμάτι του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος και του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Οσο περισσότερο γίνεται κτήμα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος η θετική και αρνητική εμπειρία αυτής της οικοδόμησης, τόσο πιο αποτελεσματικό θα γίνεται αυτό στην πάλη του για τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού-κομμουνισμού στο μέλλον.


ΣημειώσειςΣημειώσεις

* Ο Χρήστος Μπαλωμένος είναι μέλος της Γραμματείας του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών.

1. O Mπέρτολτ Mπρεχτ σε σύσκεψη των συνδικάτων στο Μπερλίνερ Ανσάμπλ του Ανατολικού Βερολίνου στις 24 Μάη 1953. Αναφοράστο Egon Krenz, Gefängnis-Notizen, Βερολίνο: Das Neue Berlin, 2009, σελ. 13.

2. Χαρακτηριστική είναι η στάση που κρατούσε η καπιταλιστική Δύση απέναντι στις προσπάθειες των σοσιαλιστικών κρατών να νοθεύσουν το σοσιαλισμό με στοιχεία του καπιταλισμού, από τις προτάσεις του Λίμπερμαν στην ΕΣΣΔ και το Νέο Οικονομικό Σύστημα στη ΓΛΔ μέχρι τον εκθειασμό της περεστρόικα και του Γκορμπαρτσόφ.

3. Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ «Εκτιμήσεις και Συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 16-17.

4. Wenzel S.: «Was war die DDR wert? Und wo ist dieser Wert geblieben. Versuch einer Abschlussbilanz», Das Neue Berlin, Bερολίνο, 2009, σελ. 7.

5. Αυτό αποδείχτηκε και στις μετέπειτα δύο δεκαετίες ορμητικής καπιταλιστικής μεγέθυνσης, η οποία χαρακτηρίστηκε από τους αστούς ως η «χρυσή περίοδος του καπιταλισμού».

6. Σαν να αποτελούσε τουρκικό έδαφος ένα σημαντικό τμήμα της Αθήνας ή ακόμα καλύτερα σοβιετικό έδαφος ένα σημαντικό τμήμα της Νέας Υόρκης.

7. Φυσικά αργά ή γρήγορα θα ετίθετο το θέμα του ταξικού χαρακτήρα αυτού του κράτους, αν δηλαδή θα ήταν αστικό ή σοσιαλιστικό, που θα προέκυπτε από την έκβαση της ταξικής πάλης μέσα στη Γερμανία και με τη βαρύνουσα επίδραση του διεθνούς συσχετισμού.

8. Πρόκειται για το μεγαλύτερο έγκλημα που έχει καταγραφεί στην Ιστορία της ανθρωπότητας.

9. ΝΑ RG 59: Department of State, Dec. Files 740.000 119 Control (Germany) 9-1546. ΑναφοράστοΒadstübner, R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 132.

10. Σημείωμα για τη συνάντηση στο Foreign Office στις 3 Απρίλη 1946: PRO: FO 371/55586/c 3183. ΑναφοράστοΒadstübner, R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 133.

11. Από το 1949 έως το 1990, το ανατολικογερμανικό μάρκο, το οποίο διεθνώς ήταν γνωστό ως Ost-Mark, άλλαξε πολλές ονομασίες. Από το «Deutsche Mark» την περίοδο 1949-1964, στο «Mark der Deutschen Notenbank» το 1964-1967 και τελικά στο «Mark der DDR» («Ostmark») το 1967-1990.

12. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 11 Αυγούστου 1961 (δύο ημέρες πριν την έναρξη της ανέγερσης του «Προστατευτικού» Τείχους) η ισοτιμία στην παράνομη αγορά συναλλάγματος μεταξύ των δύο νομισμάτων είχε εκτοξευτεί στα 5,10 ανατολικογερμανικά μάρκα το ένα δυτικογερμανικό μάρκο.

13. Δηλαδή, τα προϊόντα της σοσιαλιστικής παραγωγής χάνουν τον εμπορευματικό τους χαρακτήρα (δεν υπόκεινται στο νόμο της αξίας), ανεξάρτητα σε ποιο βαθμό η παραπάνω αναγκαιότητα είχε συνειδητοποιηθεί από τα κόμματα που καθοδηγούσαν τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στις διάφορες χώρες.

14. Για να γίνει κατανοητό το κλίμα που υπήρχε εκείνη την εποχή αλλά και οι προσπάθειες από τα αστικά κόμματα για διοχέτευση του σε ανώδυνα για το σύστημα κανάλια, σημειώνουμε ότι ακόμα και το CDU, το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, προσάρμοσε τη φρασεολογία του, προπαγανδίζοντας το «χριστιανικό σοσιαλισμό». Στην απόφαση του σημαδιακού συνεδρίου του κόμματος στο Ahlen στις 3 Φλεβάρη 1947 αναφέρεται: «Το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα δεν ανταποκρίθηκε στα ζωτικά κρατικά και κοινωνικά συμφέροντα…Το περιεχόμενο και ο στόχος αυτής της νέας τάξης πραγμάτων δεν μπορεί να είναι πια η επιδίωξη του καπιταλιστικού κέρδους, αλλά η ευημερία του λαού μας» (http://de.wikipedia.org/wiki/Ahlener_Programm).

15. Βadstübner R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 133.

16. Heitzer H., Scmerbach G.: «Illustrierte Geschichte der DDR», Dietz Verlag, Βερολίνο (ΓΛΔ), 1984, σελ. 18 καιγιαπιοαναλυτικήπαρουσίασητουΣυντάγματοςβλ. Βadstübner, R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 176 και 191-192.

17. Για ακριβή στοιχεία για το πώς προχώρησε το ζήτημα των κρατικοποιήσεων στις δυτικές ζώνες κατοχής βλ. Βadstübner R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 210-215.

18. Burnham J.: «Die Strategie des Kalten Krieges», Union Dt. Verl. Anst., Στουτγκάρδη, 1950, σελ. 53.

19. Αναφορά στην ιστοσελίδα http://www.beepworld.de/members54/willhellmtell/paralleluniversen3.htm

20. Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 259.

21. Ο.π., σελ. 259-260.

22. Ο.π., σελ. 260.

23. Wagner Wilhelm: «Die Geschichte der DDR. Das Leben im Arbeiter- und Bauernstaat in Karten und Bildern», Verlag Carl Überreuter G.m.b.H., Βιέννη, 2009, σελ. 50.

24. Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 19 Ιούνη 1997, σελ. 12.

25. W. Fulbright, Bridges: «East and West, Congressional Recort», 6.1.1965, σελ. 229. Αναφοράστοάρθροτου Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstra-tegien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 263.

26. Από το 1948 ο Τίτο και η Γιουγκοσλαβία είχαν υιοθετήσει ανοιχτά μια σειρά οπορτουνιστικές και αναθεωρητικές του μαρξισμού-λενινισμού θέσεις, με συνέπεια τη ρήξη μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας και της ΕΣΣΔ και την ενίσχυση αντίστοιχων οπορτουνιστικών τάσεων και σε άλλες νεοσύστατες Λαϊκές Δημοκρατίες. Στις 27 Ιούνη 1953, τρεις μήνες μετά το θάνατο του Στάλιν, ο Ιμρε Νάγκυ προσλαμβάνεται στο ΠΓ του Κόμματος Εργαζόμενου Λαού και λίγες μέρες μετά γίνεται πρωθυπουργός της ΛΔ Ουγγαρίας. Επίσης το 1956 ο Γκομούλκα αναδείχτηκε στην ηγεσία του Ενιαίου Εργατικού Κόμματος Πολωνίας και της ΛΔ Πολωνίας. Και φυσικά πολύ σημαντική ήταν η ρήξη στις αρχές της δεκαετίας του 1960 μεταξύ ΕΣΣΔ και ΛΔ Κίνας.

27. Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 265.

28. Ο.π., σελ. 265.

29. «Demοkratischer Sozialismus in Aktion», έναέγγραφοτου MSB Spartakus, 1977, αναφοράστο Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 265.

30. Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 266.

31. To υπουργείο αυτό διαλύθηκε το 1991, αφού είχε επιτελέσει το σκοπό του, την ανατροπή της ΓΛΔ.

32. Εicher Κ., Dobbert Α.: «Headquarters Germany, Die USA-Geheimdienste in Deutschland», Edition Ost, Βερολίνο, 1997, σελ. 63.

33. Charisius Α., Mader J.: «Nicht länger Geheim», Militärverlag, Βερολίνο (ΓΛΔ), 1980, σελ. 318.

34. Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 273.

35. Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa».

36. «ΦυλλάδιοτηςυπηρεσίαςπληροφοριώνκαιτύπουτηςΟΔΓ», 26 Ιούνη 1952, σελ. 1002, αναφοράστο Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 277.

37. Γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel», Nο 28, 1952.

38. Ο Gehlen ήταν ο πρόεδρος της BND, των μυστικών υπηρεσιών της ΟΔΓ και φυσικά πρώην στρατηγός του Χίτλερ.

39. Αναφοράστο T. Sommer: «Denken an Deutschland», Aμβούργο 1966, σελ. 81.

40. Δηλαδή Ανατολική Πολιτική.

41. Περιοδικό «Foreign Affairs», New York, Iούλης 1961, σελ. 644, αναφοράστο Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 267.

42. Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR» στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 267.

43. Χαρακτηριστικός είναι εδώ και ο ρόλος του σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργού της Σουηδίας Ούλοφ Πάλμε, στον οποίο ανατέθηκε ο άμεσος συντονισμός της αντεπαναστατικής δράσης της «Αλληλεγγύης» στην Πολωνία.

44. Βärwald H.: «Das Ostbüro der SPD», Krefeld, 1991, σελ. 28-29.

45. Βärwald H.: «Das Ostbüro der SPD», Krefeld, 1991, σελ. 52-53.

46. Για το συγκεκριμένο κείμενο υπάρχει αντιπαράθεση για το ζήτημα σε ποιο βαθμό ήταν γνωστό στην ηγεσία του ΕΣΚΓ. Το σίγουρο είναι ότι στο ΕΣΚΓ ήδη υπήρχαν σημαντικά ρήγματα λόγω διείσδυσης της αστικής ιδεολογίας και αυτά εκφράστηκαν και στο συγκεκριμένο κείμενο. Για περισσότερες πληροφορίες για αυτό το κείμενο βλέπε Rolf Vellay: «…Ohne Kenntnis der SED-Führung…» στη συλλογή άρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 268.

47. Ολόκληρο το κείμενο με τίτλο «Die Streit der Ideologien und die gemeinsame Sicherheit» είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα: http://library.fes.de/library/netzquelle/ddr/ politik/pdf/verfemte_4.pdf.

48. Michael Opperskalski: «Imperialistische Diversionsstrategien gegen die DDR», στησυλλογήάρθρων «Νiederlagen-analyse, die Ursachen für den Sieg der Konterrevolution in Europa», σελ. 284.

49. Doernberg S., Köhler F.: «Sturmglocken der Weltgeschichte», Urania Verlag, Λειψία, 1984, σελ. 186.

50. Ο.π., σελ. 177.

51. Doernberg S., Köhler F.: «Sturmglocken der Weltgeschichte», Urania Verlag, Λειψία, 1984, σελ. 175.

52. Wagner Wilhelm: «Die Geschichte der DDR. Das Leben im Arbeiter- und Bauernstaat in Karten und Bildern», Carl Ueberreuter G.m.b.H, Βιέννη, 2009, σελ. 104.

53. Egon Krenz: «Gefängnis-Notizen», Das Neue Berlin, Berlin, 2009, σελ. 225.

54. Egon Krenz: «Gefängnis-Notizen», Das Neue Berlin, Berlin, 2009, σελ. 33.

55. Εδώ πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι λόγω των διαφορετικών μεγεθών των δύο κρατών «ενώ στη Δυτική Γερμανία το πολύ το ένα τρίτο των κατοίκων της είχε συγγενείς στην ΓΛΔ, τα δύο τρίτα των πολιτών της ΓΛΔ είχαν συγγενείς στη Δύση» (Νiethammer: Erfahrungen und Strukturen, σελ. 99, αναφορά στο Βadstübner, R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 458).

56. Η ΓΛΔ, όπως και πολλές άλλες Λαϊκές Δημοκρατίες, από την αρχή της συγκρότησής τους αξιοποιούσαν σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο κατηγορίες και πρακτικές της αστικής οικονομίας. Ωστόσο υπάρχουν και στιγμές όξυνσης αυτής της λαθροχειρίας. Στη ΓΛΔ η πιο χαρακτηριστική ήταν η προσπάθεια για την επιβολή του λεγόμενου Νέου Οικονομικού Συστήματος (ΝΟΣ) το 1963, το οποίο ήθελε να συνδυάσει τον κεντρικό σχεδιασμό με την ιδιοσυντήρηση των επιχειρήσεων.

57. Μπέρτολτ Μπρεχτ: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερο έγκλημα από τη φυγή», «Ποιήματα», εκδ. «ΣύγχρονηΕποχή», Αθήνα, 1992.

58. Egon Krenz: «Gefängnis-Notizen», Das Neue Berlin, Berlin, 2009, σελ. 30-31.

59. Egon Krenz: «Gefängnis-Notizen», Das Neue Berlin, Berlin, 2009, σελ. 31.

60. http://en.wikipedia.org/wiki/War_reparations

61. http://www.arbeiterbund-fuer-den-wiederaufbau-der-kpd.de/erbe.html

62. Τα στοιχεία αυτά και αυτά που ακολουθούν βρίσκονται στο Wenzel, S.: «Was war die DDR wert? Und wo ist dieser Wert geblieben. Versuch einer Abschlussbilanz», Das Neue Berlin, Βερολίνο, 2009, σελ. 40.

63. Τα στοιχεία αυτά και αυτά που ακολουθούν βρίσκονται στο Wenzel, S.: «Was war die DDR wert? Und wo ist dieser Wert geblieben. Versuch einer Abschlussbilanz», Das Neue Berlin, Βερολίνο, 2009, σελ. 42.

64. Heitzer H., Scmerbach G.: «Illustrierte Geschichte der DDR», Dietz Verlag, Βερολίνο (ΓΛΔ), 1984, σελ. 23.

65. Wenzel S.: «Was war die DDR wert? Und wo ist dieser Wert geblieben. Versuch einer Abschlussbilanz», Das Neue Berlin, Bερολίνο, 2009, σελ. 42-44.

64. Heitzer H., Scmerbach G.: «Illustrierte Geschichte der DDR», Dietz Verlag, Βερολίνο (ΓΛΔ), 1984, σελ. 23.

65. Wenzel S.: «Was war die DDR wert? Und wo ist dieser Wert geblieben. Versuch einer Abschlussbilanz», Das Neue Berlin, Bερολίνο, 2009, σελ. 42-44.

67. Γιασυγκριτικάστοιχείαβλ. Βadstübner R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 447.

68. Egon Krenz: «Gefängnis-Notizen», Das Neue Berlin, Berlin, 2009, σελ. 224.

69. Βadstübner R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 247.

70. Wagner Wilhelm: «Die Geschichte der DDR. Das Leben im Arbeiter- und Bauernstaat in Karten und Bildern», Verlag «Carl Ueberreuter Ges.», 2009, σελ. 27.

71. Heitzer H., Scmerbach G.: «Illustrierte Geschichte der DDR», Dietz Verlag, Βερολίνο (ΓΛΔ), 1984, σελ. 18.

72. Εφημερίδα «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», «Ιός», 7 Απρίλη 2007.

73. Εφημερίδα «Το Βήμα», 1Νοέμβρη 2009.

74. Την Τρόιχαντ διαδέχτηκε στον ίδιο ρόλο το Ομοσπονδιακό ίδρυμα για τα Ιδιαίτερα Καθήκοντα της Ενοποίησης (Βundesanstalt für vereinigungsbedingte Sonderaufgaben, BvS).

75. Wenzel S.: «Was war die DDR wert? Und wo ist dieser Wert geblieben. Versuch einer Abschlussbilanz», Das Neue Berlin,Βερολίνο, σελ. 162.

76. Ο.π., σελ. 164.

77. Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ: «Εκτιμήσεις και Συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 13.

78. Σε δημοσκόπηση του ινστιτούτου «ΕΜΙΝΤ», για λογαριασμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, σε ποσοστό 57%, ακόμη κι αν πέρασαν 20 χρόνια και μετά από τόση αρνητική προπαγάνδα απέναντι στο σοσιαλισμό, οι Ανατολικογερμανοί νοσταλγούν τη ζωή που είχαν δημιουργήσει στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. Πρόκειται για το λεγόμενο κίνημα «Οstalgie» (λογοπαίγνιο των λέξεων νοσταλγία και ανατολή, δηλαδή νοσταλγία για την ανατολή, για τη ΓΛΔ).