Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΜΕ ΓΓ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ (1931-1956)


του Μάκη Μαΐλη

Η προσωπικότητα του Νίκου Ζαχαριάδη ως Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ συνεχίζει μέχρι σήμερα, σαράντα χρόνια από το θάνατό του, ν’ απασχολεί τους ιστορικούς και τους δημοσιολόγους, κόμματα και οργανισμούς ιστορικής έρευνας, όχι βεβαίως όλους από την ίδια αφετηρία και με τον ίδιο σκοπό.

Αιτία της συνεχιζόμενης ενασχόλησης δεν αποτελεί μόνο ο τραγικός του θάνατος στο παγωμένο Σουργκούτ (1 Αυγούστου 1973), όπου ήταν εξορισμένος, αλλά κυρίως το ότι η δράση του Ν. Ζαχαριάδη έχει συνδεθεί αναπόσπαστα με τις μεγάλες στιγμές της λαϊκής πάλης στη χώρα μας, πρωταρχικά με τον ηρωικό αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), την κορυφαία ταξική αναμέτρηση του 20ού αιώνα στην Ελλάδα. Και βεβαίως, με την καθαίρεσή του από Γενικό Γραμματέα και μέλος του ΠΓ από την 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (1956), που μπόρεσε να συγκληθεί με την παρέμβαση των 6 ΚΚ εξουσίας1, καθώς και με την 7η Πλατιά Ολομέλεια (1957), η οποία τον διέγραψε από μέλος του Κόμματος και αποφάσισε να διερευνηθεί ολόκληρη η ζωή του επειδή τον θεώρησε ύποπτο για συνεργασία με τον ταξικό εχθρό.

Το ΚΚΕ, με χρονική καθυστέρηση, εξαιτίας αντικειμενικών λόγων, αλλά και υποκειμενικών αδυναμιών, αποκατέστησε πλήρως τον Νίκο Ζαχαριάδη στις 16 Ιούλη 2011, με απόφαση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης2, η οποία ενέκρινε το Β΄ τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ της περιόδου 1949-1968. Και προσπάθησε να κρίνει αντικειμενικά τον επί 25 χρόνια ΓΓ της ΚΕ, δίχως εξωραϊσμό, αλλά και απορρίπτοντας το μηδενισμό ως άδικο και απαράδεκτο.

ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΤΟΥ Ν. ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ

Βρίσκεται έξω από το πεδίο του παρόντος κειμένου η αναφορά και αξιολόγηση όλης της κομματικής ζωής του Νίκου Ζαχαριάδη, στη διάρκεια της οποίας συνυπάρχουν: Η πολιτική του δράση ξεκινάει από τα εφηβικά του χρόνια στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης, στα καράβια της Μαύρης Θάλασσας, και στη συνέχεια στη Σοβιετική Ενωση, όπου έγινε μέλος της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών και αρκετά χρόνια αργότερα μέλος του ΠΚΚ(μπ), ενώ το 1923 έγινε μέλος και του ΚΚ Τουρκίας. Η δράση του ως στελέχους της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ) στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, και ως στελέχους του ΚΚΕ στον Πειραιά και στη Θεσσαλία. Οι μυθιστορηματικές αποδράσεις του από τις φυλακές και ο επί εννέα συνεχόμενα χρόνια (1936-1945) εγκλεισμός του στα μπουντρούμια της μεταξικής δικτατορίας και στο γερμανικό στρατόπεδο Νταχάου, απ’ τα οποία βγήκε αλύγιστος. Ακόμα, το παρόν κείμενο δεν εστιάζει σε σειρά δεκαετιών της πολυτάραχης πορείας του που -όπως και η παραπάνω- ξετυλίχτηκε στο πλαίσιο της συλλογικής πάλης του ΚΚΕ και της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ). Εδώ σημειώνονται μόνο οι πιο βασικές πλευρές της προσφοράς του Νίκου Ζαχαριάδη ως ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και στο ίδιο διάστημα αποτιμάται η στρατηγική του Κόμματος.

Ο Νίκος Ζαχαριάδης είχε αποφασιστική συμβολή στην οργάνωση της αντίστασης του λαού απέναντι στην εγχώρια αστική τρομοκρατία και τη βρετανική και αμερικανική ιμπεριαλιστική επέμβαση, στη συγκρότηση και τον επί τριάμισι χρόνια ένοπλο αγώνα (1946-1949) του ΔΣΕ. Αυτός ο αγώνας απέδειξε ότι το ΚΚΕ ήταν ικανό να μην υποτάσσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων στους στρατηγικούς στόχους και σχεδιασμούς των εκμεταλλευτών. Απέδειξε έμπρακτα ότι το ΚΚΕ δεν ενσωματώθηκε στο σύστημα, παρά τα λάθη στρατηγικής σημασίας όπως οι Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτα, καθώς και της Βάρκιζας. Το ΚΚΕ δεν αποκήρυξε ποτέ την ταξική πάλη, τη σοσιαλιστική επανάσταση, την αναγκαιότητα της επαναστατικής εργατικής εξουσίας, τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Ανεξάρτητα από την καθυστέρηση στη γενίκευση της ένοπλης πάλης και παρά τις αντιφάσεις της στρατηγικής του ΚΚΕ, η επιλογή διεξαγωγής του αγώνα του ΔΣΕ ήταν μονόδρομος. Αποτέλεσε σημαντική έκφραση εκπλήρωσης με αίμα του διεθνιστικού καθήκοντος του ΚΚΕ και άφησε επαναστατικές παρακαταθήκες μεγάλου ιστορικού βάθους, που εμπνέουν και σήμερα τα πρωτοπόρα τμήματα των νεότερων γενεών. Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ποιο δρόμο θ’ ακολουθούσε το ΚΚΕ στη 12η Ολομέλεια της ΚΕ (1968), πάνω απ’ όλα ποιο δρόμο θα έπαιρνε κατά την αντεπανάσταση του 1989-1991, αν δεν είχε πίσω του τη μεγάλη ταξική σύγκρουση, το ΔΣΕ.

Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμιστεί ότι την απόφαση γι’ αποχή από τις βουλευτικές εκλογές της 31ης Μάρτη του 1946 -μέρα κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η επιτυχημένη επίθεση ανταρτών στο Σταθμό Χωροφυλακής του Λιτόχωρου- η καθοδήγηση του ΚΚΕ την πήρε παρά την αντίθετη γνώμη της ηγεσίας του ΠΚΚ(μπ) η οποία συνιστούσε συμμετοχή του ΕΑΜ στις εκλογές. Οποιοι αντιλαμβάνονται τι σήμαινε αυτό σε συνθήκες γιγάντιου πολιτικού κύρους της Σοβιετικής Ενωσης και του ΠΚΚ(μπ) μπορούν να εκτιμήσουν ακριβέστερα και το εγχείρημα της αποχής, παρότι αυτή η επιλογή του Κόμματος και του ΕΑΜ δεν εντασσόταν σε στρατηγική για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας.

Στην προσφορά του Ν. Ζαχαριάδη πρέπει αναμφίβολα να συμπεριληφθεί η αταλάντευτη στάση του για τη δημιουργία και ανάπτυξη των κομματικών οργανώσεων του ΚΚΕ στην Ελλάδα, στις συνθήκες της παρανομίας. Αυτή η προσήλωσή του δεν αδυνάτισε, παρά τα φοβερά μέτρα καταστολής του αστικού κράτους. Σε συνδυασμό με την κομματική οικοδόμηση προσπαθούσε οι κομμουνιστές ν’ αναπτύξουν την επαναστατική επαγρύπνηση, τη συνεχή προσπάθεια περιφρούρησης του ΚΚΕ, με ταυτόχρονη αξιοποίηση και της παραμικρής νόμιμης δυνατότητας στις τότε συνθήκες.

Βασικό συστατικό στοιχείο της προσφοράς του Ν. Ζαχαριάδη υπήρξε η αξιοσημείωτη προσπάθειά του, από το 1949 και στη συνέχεια, να υπερβεί το ΚΚΕ τη στρατηγική των σταδίων και να καθορίσει το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα ως σοσιαλιστικό. Πάνω απ’ όλα, τον Νίκο Ζαχαριάδη χαρακτηρίζει η αταλάντευτη προσήλωσή του στο ΚΚΕ, το οποίο δεν απαρνήθηκε ακόμα και όταν διαγράφηκε, καθώς και η πίστη του στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, ακόμα και όταν υπέστη την άδικη ποινή απομόνωσής του στο Σουργκούτ της ΕΣΣΔ.

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΑΠΟ ΤΟ 1931 ΕΩΣ ΤΟ 1933

Στην «Εκτίμηση για τον Νίκο Ζαχαριάδη» το «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄, 1949-1968» υπογραμμίζει: «Η ιστορική έρευνα οφείλει να εξετάζει την ηγετική προσωπικότητα του Ν. Ζαχαριάδη και τη διαμόρφωση της στρατηγικής και λειτουργίας του ΚΚΕ στις συνθήκες της εποχής του. Είναι αντιεπιστημονικό να αφαιρούνται από την έρευνα οι ιστορικές συνθήκες ανάπτυξης και ωρίμανσης του ΚΚΕ, οι συνθήκες ανάπτυξης και ωρίμανσης του Ν. Ζαχαριάδη ως κομμουνιστή ηγέτη»3.

Η στρατηγική του ΚΚΕ αυτήν την περίοδο, και βεβαίως ως το 1943 (δηλαδή μέχρι τότε που υπήρχε η ΚΔ), κρίνεται σε συνδυασμό με τη στρατηγική που κατά διαστήματα διαμόρφωνε το διεθνές κέντρο του κομμουνιστικού κινήματος και την επίδραση που αυτή ασκούσε στη διαμόρφωση της στρατηγικής του ΚΚΕ. Και αυτό, δίχως ν’ αποσείονται οι όποιες ευθύνες είχαν οι εκάστοτε καθοδηγήσεις του Κόμματος. Ωστόσο αποτελεί καθήκον η περαιτέρω διερεύνηση της στρατηγικής της ΚΔ, συνυπολογίζοντας τη διαπάλη που διεξαγόταν στο εσωτερικό της.

Με άλλα λόγια, η ιστορική έρευνα του ΚΚΕ παίρνει υπόψη της ότι η ΚΔ αποτελούσε επί της ουσίας κόμμα και η λειτουργία της διεπόταν από την αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Ωστόσο αυτό δε σήμαινε ότι κάθε ΚΚ-τμήμα της στερούνταν της υποχρέωσης ν’ αναλύει επιστημονικά την κοινωνικοοικονομική κατάσταση στο εθνικό πεδίο δράσης του, να καθορίζει τη στρατηγική του και να επιδιώκει να πείσει για την ορθότητά της και τα άλλα τμήματα της ΚΔ. Στο «Δοκίμιο Ιστορίας 1949-1968» υπογραμμίζεται το καθήκον κάθε κομμουνιστικού κόμματος, ανεξάρτητα από το μέγεθός του, να συμβάλλει στον εμπλουτισμό και στη διαμόρφωση της γενικής γραμμής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, συνεισφέροντας έτσι στην επίτευξη ή την αποκατάσταση της επαναστατικής του ενότητας. Πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές πλευρές για την ενδυνάμωση του προλεταριακού διεθνισμού.

Επιπλέον, η συγκεκριμένη έρευνα δεν αποστασιοποιείται από το γεγονός ότι στις γραμμές της ΚΔ, καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής της, διεξαγόταν διαπάλη ανάμεσα στα διάφορα τμήματά της για την κατεύθυνση της στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.

Ο Νίκος Ζαχαριάδης ήταν ένας από την ομάδα των λεγόμενων Κούτβηδων4, που το 1931 ήρθαν στην Ελλάδα από τη Μόσχα όπου σπούδαζαν για ν’ αναλάβουν την ανασυγκρότηση της καθοδήγησης του ΚΚΕ. Τότε το Κόμμα μαστιζόταν από βαθιά κρίση (1929-1931).

Στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος, καθώς και στην ΚΕ της ΟΚΝΕ, διεξαγόταν σκληρή διαπάλη. Οι πλευρές που συγκρούονταν είχαν ως ηγετικά στελέχη από τη μια τους Γιώργη Σιάντο, Κώστα Θέο, Μήτσο Παπαρήγα, Διονύση Πυλιώτη, Χριστόδουλο Χριστοδουλίδη, Κώστα Ασίκη κ.ά., και από την άλλη τους Ανδρόνικο Χαϊτά (Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ), Κώστα Ευτυχιάδη, Γιώργο Κολοζώφ, Λευτέρη Αποστόλου κ.ά.

Στις αρχές του Νοέμβρη του 1931 η Εκτελεστική Επιτροπή της ΚΔ (ΕΕΚΔ)5 όρισε νέα καθοδήγηση στο ΚΚΕ, ενώ απηύθυνε Εκκληση «προς όλα τα μέλη του ΚΚΕ» να ξεκόψουν από τις δύο ομάδες, ν’ αποκαταστήσουν την ενότητα του Κόμματος και να μπουν επικεφαλής στον αγώνα του λαού. Ταυτόχρονα: «Διαμορφώθηκε νέα καθοδήγηση στο ΚΚΕ με Πολιτικό Γραφείο από τους Νίκο Ζαχαριάδη, Γραμματέα, Γιάννη Ιωαννίδη, Στυλιανό Σκλάβαινα, Γιάννη Μιχαηλίδη, Βασίλη Νεφελούδη, Γιώργο Κωνσταντινίδη (Ασημίδη) και Λεωνίδα Στρίγκο»6.

Σύμφωνα με την Εκκληση της ΚΔ: «Η ομάδα των Χαϊτά - Ευτυχιάδη εξηγούσε την καθυστέρηση του Κόμματος με τις αντικειμενικές συνθήκες, βλέποντας τις αιτίες των αποτυχιών του Κόμματος από αφορμή την καμπάνια για τη γενική απεργία σε μια υπερεχτίμηση της αντικειμενικής κατάστασης, στην “υποχώρηση του απεργιακού κύματος στα 1930”. Προσπάθησε να δικαιολογήσει την καθυστέρηση του Κόμματος απ’ τα γεγονότα του επαναστατικού κινήματος των εργατών και αγροτών, λέγοντας ότι η ανεργία αδυνατίζει και παρεμποδίζει την ταξική δράση των εργατών, και έτσι ανέπτυξε μια “θεωρία” που στην πραγματικότητα συμπίπτει με τις οπορτουνιστικές αντιλήψεις κατά τις οποίες σε περίοδο κρίσης είνε αδύνατη η οργάνωση απεργιακών κινημάτων. Επειδή παρ’ όλες τις “θεωρίες” αυτές στην Ελλάδα είχαμε ένα μεγάλο κύμα απεργιών, η ομάδα αυτή μπροστά στους μεμονωμένους οικονομικούς αγώνες έμεινε ολότελα παθητική, τους θεώρησε σαν γεγονότα καθαρά οικονομικά, χωρίς καμιά σχέση με την άνοδο του επαναστατικού εργατικού κινήματος και ακόμα δεν προσπάθησε να πλατύνει τους αγώνες αυτούς. Η ομάδα αυτή εκπροσωπεί την τάση κατά την οποία “πρέπει ν’ αρχίσουμε με το δυνάμωμα της οργάνωσής μας και τότε μονάχα θα μπορέσουμε να πάρουμε τη διεύθυνση των αυθόρμητων αγώνων των μαζών”.

Η ομάδα Θέου - Σιάντου - Πυλιώτη - Αλέξη ευθύς εξαρχής [...] θεωρούσε την ομάδα του Χαϊτά σαν τη μόνη υπεύθυνη [...]. Ο κύριος ισχυρισμός της ομάδας αυτής συνίστατο στο να λέει ότι κάθε μερική απεργία πρέπει να μετατραπεί σε μια γενική απεργία, δεν υποδείχνει την αναγκαιότητα ότι προηγούμενα πρέπει να εξασφαλιστεί η ύπαρξη συνθηκών που θα καθιστούν δυνατή μια γενική απεργία. Στην πραγματικότητα και η ομάδα αυτή έμεινε επίσης παθητική στο μεγαλύτερο μέρος των απεργιακών κινημάτων»7.

Επί χρόνια γράφεται κατά κόρον ότι τον Ζαχαριάδη διόρισε ΓΓ της ΚΕ του Κόμματος η ηγεσία της ΚΔ. Βεβαίως, με βάση το καταστατικό της ΚΔ, η Εκτελεστική Επιτροπή της είχε το δικαίωμα να θέτει ζητήματα (θετικής ή αρνητικής εκτίμησης) και για γραμματείς των κομμάτων-τμημάτων της ΚΔ. Ωστόσο στο συγκεκριμένο τα πράγματα εξελίχτηκαν διαφορετικά. Σχετικά μ’ αυτό το θέμα ο Ν. Ζαχαριάδης έγραψε πολλά χρόνια αργότερα: «Ο Λουλές έκανε και άλλη μία ιστορική ανακρίβεια: Μου είπε ότι η ΚΔ με διόρισε. Κάνει λάθος. Τότε, στα 1931, κατεβήκαμε απ’ τη Μόσχα δύο: Ο Κωνσταντινίδης (Γλάφκος ή Ασημίδης) και ’γω. Τότε συγκροτούνταν και η καινούργια καθοδήγηση. Μαζεύτηκαν οι Σκλάβαινας, Μηχαηλίδης και δε θυμάμαι ποιοι ακόμα και συζήτησαν ποιον απ’ τους δύο να πάρουν στο ΠΓ. Με πρόταση του Σκλάβαινα που με ήξερε (ήξερε και τον Ασημίδη) πήραν εμένα. Ετσι άρχισαν τα βάσανά μου [...] Η ΚΔ με έστειλε κάτω, όμως ούτε καν με σύστησε. Το κρίμα ανήκει στον Σκλάβαινα. Μπορεί να βοήθησε και η Χρύσα. Δε θυμάμαι»8.

Οταν εκλέχτηκε Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ ο Νίκος Ζαχαριάδης, αρκετούς μήνες νωρίτερα (Μάρτης-Απρίλης του 1931) είχε συνέλθει η 11η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΚΔ (ΕΕΚΔ).

Η 11η Ολομέλεια υπογράμμισε την οξυνόμενη αντίθεση των δύο συστημάτων, «του σοσιαλισμού που βαδίζει μπροστά και του καπιταλισμού που είχε πιαστεί στη μέγγενη της καταστροφικής κρίσης»9. Και σημείωνε ότι η αστική τάξη, για να εξασφαλίσει για τον εαυτό της διέξοδο από την κρίση και να εδραιώσει την εξουσία της, παίρνει το δρόμο της έντασης της πολιτικής αντίδρασης, το δρόμο του εκφασισμού.

Ακόμα η Ολομέλεια παρατηρούσε ότι η όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις τις σπρώχνει να ξεπεράσουν αυτήν την κρίση με πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ενωσης.

Με βάση την παραπάνω ανάλυση της διεθνούς κατάστασης, η 11η Ολομέλεια καθόρισε το κύριο καθήκον των ΚΚ, υπογραμμίζοντας ότι αυτό «συνίσταται στην κατάχτηση πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, που αποτελεί απαραίτητο όρο για τη νίκη ενάντια στην αστική τάξη και για την προετοιμασία της εργατικής τάξης για τις αποφασιστικές μάχες για τη διχτατορία του προλεταριάτου»10. Τόνιζε ότι η πάλη των εργατών για τις οικονομικές τους διεκδικήσεις και τα δικαιώματά τους και ενάντια στην επίθεση της Αντίδρασης και του φασισμού συνδέεται με τα καθήκοντα της άμεσης προετοιμασίας για τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Ακόμα, υπογράμμιζε το εξής βασικό: «…ότι ήταν ανάγκη να μπει τέρμα στην αντιπαράθεση του φασισμού στην αστική δημοκρατία και των κοινοβουλευτικών μορφών διχτατορίας της αστικής τάξης, στις ανοιχτά φασιστικές μορφές της»11.

Η Εκκληση της ΚΔ δεν έθετε θέμα αλλαγής της τότε στρατηγικής του ΚΚΕ. Δηλαδή αναγνώριζε και δεχόταν τη στρατηγική του ΚΚΕ που είχε ψηφιστεί το 1930 στην 3η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του (που είχε εγκριθεί από την ΕΕΚΔ). Η 3η Ολομέλεια καθόρισε ως προλεταριακό το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα ανέφερε: «…η επανάσταση στην Ελλάδα θα είνε επανάσταση προλεταριακή που θάχει να εκπληρώσει και καθήκοντα αστικοδημοκρατικά μεγάλης ευρύτητας…»12.

Ωστόσο το 1928 είχε πραγματοποιηθεί το 4ο Συνέδριο του ΚΚΕ, το οποίο είχε υιοθετήσει ως στόχο την «εγκαθίδρυση κυβέρνησης των εργατών και αγροτών στην Ελλάδα»13, στόχο εξουσίας στον οποίο προσέδιδε μεταβατικό χαρακτήρα (στάδιο): «Συνδυασμένα με την ανάλυση του προγράμματος πρέπει να τεθεί και το ζήτημα της επαναστατικής δημοκρατικής δικτατορίας των εργατών και αγροτών ως σταθμού μεταβατικού προς τη δικτατορία του προλεταριάτου, εν σχέσει με τη χώρα μας, επαφιεμένης της οριστικής λύσεως του ζητήματος αυτού στο 5ο τακτικό Συνέδριο»14.

Το 6ο Συνέδριο της ΚΔ (1928) περιελάμβανε τον προβληματικό καθορισμό δύο τύπων επαναστάσεων για τις χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού, όπου κατέτασσε και την Ελλάδα. Συγκεκριμένα όριζε: «Σε μερικές απ’ αυτές τις χώρες είναι δυνατό ένα λίγο-πολύ γρήγορο πέρασμα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική. Σε άλλες χώρες είναι δυνατοί τύποι προλεταριακών επαναστάσεων, που έχουν όμως να εκπληρώσουνε καθήκοντα αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα σε μεγάλη έκταση. [...] Εκεί όπου αναπτύσσεται άμεσα η επανάσταση σαν προλεταριακή επανάσταση προϋποθέτει την καθοδήγηση του πλατιού αγροτικού κινήματος απ’ το προλεταριάτο»15.

Η 3η Ολομέλεια του 1930 υιοθέτησε προγραμματικά το παραπάνω τελευταίο σημείο της απόφασης του 6ου Συνεδρίου της ΚΔ, ότι δηλαδή η επανάσταση στην Ελλάδα θα ήταν προλεταριακή.

Περίπου δύο μήνες μετά από την Εκκληση της ΚΔ και την εκλογή του Νίκου Ζαχαριάδη ως Γραμματέα της ΚΕ, συνήλθε στη Χαλκίδα η 4η Ολομέλεια (δεύτερο δεκαπενθήμερο του Δεκέμβρη του 1931)16, που τοποθετήθηκε με το ίδιο περιεχόμενο σχετικά με τη στρατηγική του ΚΚΕ: «Με την εργατική τάξη και τα εκμεταλλευόμενα λαϊκά στρώματα της πόλης και του κάμπου, με όλα τα τμήματα της ΚΔ που βαδίζουν επικεφαλής της πάλης κατά του καπιταλισμού [...] εμπρός στην πάλη για την επαναστατική διέξοδο από την κρίση, για τον κόκκινο Οχτώβρη στην Ελλάδα, για το σοσιαλισμό»17.

Εχει σημασία ν’ αναφερθεί ότι η 4η Ολομέλεια έκανε λόγο για «ελληνικό ιμπεριαλισμό που συμμετέχει στις πολεμικές προετοιμασίες για το μοίρασμα της λείας» και για «επαναστατική διέξοδο απ’ την κρίση»18. Με βάση την παραπάνω γενική γραμμή κινήθηκε το ΚΚΕ και το επόμενο διάστημα.

Το Δεκέμβρη του 1932 συνήλθε στη Χαλκίδα η 5η Ολομέλεια της ΚΕ, μερικούς μήνες μετά από τη 12η Ολομέλεια της ΕΕΚΔ (Αύγουστος-Σεπτέμβρης 1932). Η τελευταία είχε καθορίσει ως εξής τα καθήκοντα της πάλης των ΚΚ: «…1) ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου 2) ενάντια στο φασισμό και την αντίδραση 3) ενάντια στον επερχόμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο και ενάντια στην επέμβαση κατά της Σοβιετικής Ενωσης»19.

Η 12η Ολομέλεια της ΕΕΚΔ σωστά εκτίμησε ότι η άνοδος του φασισμού αποτελούσε συγκέντρωση δυνάμεων της αστικής τάξης στον αγώνα της κατά των επαναστατικών δυνάμεων και υπέδειξε στο ΚΚ Γερμανίας να προβάλει το σύνθημα της πάλης για τη σοβιετική σοσιαλιστική Γερμανία σε αντιπαράθεση με την επιδίωξη του κεφαλαίου να εγκαθιδρύσει φασιστική δικτατορία.

Σε σχέση με τα παραπάνω καθήκοντα, η 5η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ κατέληξε στα εξής: «…η εξουσία της κυρίαρχης τάξης δεν θα πέσει αυτόματα. Μόνο η επαναστατική πάλη του προλεταριάτου και των άλλων εργαζόμενων μαζών με επικεφαλής το ΚΚΕ θα ανακόψει την επίθεση του κεφαλαίου, θα θέσει φραγμό στην πείνα και στη φασιστική άνοδο, θα ματαιώσει τους πολεμικούς σκοπούς και τις αντισοβιετικές προπαρασκευές και θα γκρεμίσει τη διχτατορία των εκμεταλλευτών και διά μέσου του ελληνικού Κόκκινου Οχτώβρη θα στήσει ψηλά τη σημαία της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Ελλάδας»20.

Στα ίδια χρόνια (1931-1933) διαμορφώθηκε ανάλογα και η θέση του ΚΚΕ για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Η πάλη εναντίον του συνδεόταν με την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου στην Ελλάδα. Στις 18 Ιούλη 1933 το ΠΓ υπογράμμιζε την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και καλούσε το προλεταριάτο και τους εργαζόμενους χωρικούς να παλέψουν: «…κατά των εξοπλισμών [...] για τη μη πληρωμή πεντάρας στους ντόπιους και ξένους ληστές, για την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης, για τη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σ’ εμφύλιο, κατά της ελληνικής πλουτοκρατίας»21.

Ωστόσο, μέσα στο 1933 παρουσιάστηκαν σαφή δείγματα στροφής στη στρατηγική της ΚΔ κι εκφράστηκαν στη 13η Ολομέλεια της ΕΕΚΔ (Νοέμβρης - Δεκέμβρης 1933).

Η πρώτη διαφοροποίηση σε σχέση με τις αλλαγές που έγιναν στην πορεία εκφράστηκε με τον ορισμό του φασισμού, ο οποίος για πρώτη φορά χαρακτηρίστηκε ως «…η ανοιχτή τρομοκρατική διχτατορία των πιο αντιδραστικών, των πιο σωβινιστικών και των πιο ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφαλαίου»22.

Ταυτόχρονα, στη 13η Ολομέλεια της ΕΕΚΔ, δίχως ακόμα ν’ αποτελέσουν περιεχόμενο των αποφάσεών της, εκφράστηκαν σκέψεις ότι η πτώση του φασισμού δε θα συνοδευτεί από την άμεση εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, ότι ο αγώνας ενάντια στο φασισμό θα είναι πανδημοκρατικός. Αυτές οι σκέψεις έγιναν λίγο αργότερα στρατηγική της ΚΔ.

Με το 7ο Συνέδριο η ΚΔ αποσπούσε το φασιστικό φαινόμενο από την οικονομική βάση του καπιταλισμού συνολικά που το γεννά, δηλαδή από το στρατηγικό ζήτημα λύσης της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας. Ωστόσο θεωρούσε το φασιστικό ρεύμα τέκνο του καπιταλισμού.

Η 6η ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ (1934)

Ενα μήνα μετά από τη 13η Ολομέλεια της ΕΕΚΔ ακολούθησε η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (Γενάρης 1934), η οποία αποφάσισε: «Η επικείμενη επανάσταση των εργατών και αγροτών στην Ελλάδα θα έχει αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα με τάσεις γρήγορης μετατροπής σε προλεταριακή σοσιαλιστική επανάσταση»23.

Οσον αφορά τις κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης, η Ολομέλεια ανέφερε: «…είναι η εργατική τάξη και οι φτωχομεσαίες μάζες της αγροτιάς στην πάλη κατά της αντεπαναστατικής μπουρζουαζίας που υποστηρίζεται από τους πλούσιους αγρότες. Ηγεμόνας της επανάστασης, πρωτόβουλη, δραστηριώτερη και καθοδηγητική δύναμη οφείλει να αναδείχνεται το προλεταριάτο, το οποίο, στηριζόμενο στη φτωχολογιά, τραβά μαζί του και τις συνδεδεμένες μ’ αυτό με στέρεη συμμαχία βασικές μεσαίες μάζες της υπαίθρου και τις πλατιές λαϊκές μάζες των καταχτημένων εθνικών περιφερειών»24.

Στα κείμενα που έχουν γίνει γνωστά δε διαφαίνεται καθαρά ποια ήταν η άποψη του Ν. Ζαχαριάδη για τις αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας. Δε διαφαίνεται δηλαδή αν τις αποδέχτηκε πειθαρχώντας25 στα όργανα της ΚΔ ή επειδή πίστευε ότι ήταν σωστές. Δημοσίως βέβαια υπερθεμάτιζε και κάποιες φορές εμφανιζόταν να οικειοποιείται την πατρότητά τους. Το τι ισχύει αποτελεί ζήτημα προς διερεύνηση, παρότι μαρτυρίες και ντοκουμέντα τον θέλουν διαφωνούντα με την 6η Ολομέλεια του 1934, όπως η επιτροπή των 6 ΚΚ που συγκάλεσε την 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ του 1956, αλλά και αυτή και η 7η Ολομέλεια του 1957 που ακολούθησαν.

Εχει καταγραφεί, για παράδειγμα, η μαρτυρία του Φρανς Ζούπκα, μέλους της ΚΕ του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, συγκρατούμενου του Ζαχαριάδη στο Νταχάου, ο οποίος έγραψε αργότερα σε έκθεσή του προς το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ: «Θυμάμαι, με πολλή περηφάνια μιλούσε πάντα για τους αγώνες των Ελλήνων ανταρτών και τους έθετε πάνω από όλους. Ηταν πεπεισμένος ότι στην Ελλάδα η εργατική τάξη είναι ικανή μόνη της να νικήσει και ότι στην Ελλάδα μετά την ήττα του φασισμού μπορεί να γίνει μόνο δικτατορία του προλεταριάτου. Δεν θεωρούσε αναγκαίο και ούτε πίστευε στη δυνατότητα δημιουργίας πλατειού αντιφασιστικού μετώπου όλων των προοδευτικών δυνάμεων»26.

Ανάλογες απόψεις έχει εκφράσει και ο Βασίλης Νεφελούδης, παρότι τις πρόβαλε στο πλαίσιο συγκέντρωσης επιχειρημάτων για το… σεχταρισμό του Ζαχαριάδη, γεγονός που μπορεί να εγείρει ερώτημα για την αντικειμενικότητα του Νεφελούδη: «Επί πολλά χρόνια, δεκαετίες ολόκληρες, καλλιεργήθηκε ο μύθος ότι εμπνευστής και κύριος συντελεστής στην επεξεργασία αυτής της απόφασης ήταν ο τότε αρχηγός του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης. Αυτή η εκδοχή [...] δεν έχει καμία σχέση με την αλήθεια. Στην πραγματικότητα, ο Ζαχαριάδης και ο Ιωαννίδης ήταν αντίθετοι με τις βασικές θέσεις της απόφασης, στο πρώτο στάδιο της επεξεργασίας της. Η επεξεργασία αυτή έγινε βασικά στη Μόσχα, από ομάδα οικονομολόγων και πολιτικών, στελεχών της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ)… Στην ομάδα αυτή εργασίας έγιναν εκτεταμένες και μάλιστα ζωηρές συζητήσεις, γιατί υπήρξαν ριζικές διαφωνίες. [...] Η πλειοψηφία συνέταξε το σχέδιο απόφασης και η μειοψηφία αντισχέδιο με τη δική της άποψη. [...] ο Ζαχαριάδης και ο Ιωαννίδης [...] συντάχθηκαν με το σχέδιο της μειοψηφίας. [...] Συζητήθηκε αρχικά στο Πολιτικό Γραφείο και σε συνέχεια στην Κεντρική Επιτροπή. [...] Οταν μίλησε ο Ζαχαριάδης, ομολόγησε ότι τότε ο ίδιος όσο και ο Ιωαννίδης είχαν υιοθετήσει στη Μόσχα το σχέδιο της μειοψηφίας της ομάδας εργασίας. Παρ’ όλα αυτά, τώρα αναγνωρίζει ότι οι εκτιμήσεις της πλειοψηφίας είναι οι ορθές και αποδέχεται ανεπιφύλακτα το σχέδιο της Εκτελεστικής Επιτροπής»27.

Πάντως, όση αξία κι αν έχουν οι μαρτυρίες στελεχών του κομμουνιστικού κινήματος για τις απόψεις του Ζαχαριάδη, δεν μπορούν από μόνες τους να τεκμηριώσουν αν ήταν πράγματι αυτή η θέση του για ένα τέτοιο θέμα. Αυτό τεκμηριώνεται μόνο με βάση αντίστοιχα κομματικά ντοκουμέντα, που μέχρι τώρα δεν έχουν βρεθεί.

Στις «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ», γραμμένες στις φυλακές της Κέρκυρας (16 Ιούνη 1939), ανέφερε σχετικά με την 6η Ολομέλεια: «Η ιστορική σημασία της 6ης Ολομέλειας είνε ότι για πρώτη φορά έδωσε την επιστημονική ανατομία της οικονομικής διάρθρωσης της χώρας και καθόρισε το νεοελληνικό δρόμο της λαϊκής απελευθέρωσης και της σοσιαλιστικής πραγματοποίησης. Βασικά ολοκλήρωσε τον ιδεολογικό εξοπλισμό του ΚΚΕ και του έδωσε μια αναμφισβήτητη υπεροχή απέναντι στην αστοτσιφλικάδικη ιδεολογία και τη δυνατότητα μιας δημιουργικής επαναστατικής λαϊκής πολιτικής δράσης»28.

Εξάλλου για την ίδια Ολομέλεια (του 1934) ο Ν. Ζαχαριάδης είπε στην 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (1957): «Για τις αποφάσεις της Ολομέλειας. Ποτέ δεν είπα εγώ, σύντροφοι, ότι εγώ τις έφκιασα. Αυτοί πάλι τα φόρτωσαν. Τι έγινε. Οταν δουλεύονταν αυτές οι αποφάσεις, ο Θέος με τον Ιωαννίδη ήταν εκεί. Και μόλις πήγα εγώ με τον Αλιχάνοφ μαζί με πιάσανε, ταμπούρι, λένε σοσιαλιστική επανάσταση. Κρατούσε ο Θέος το μολύβι και σου ’λεγε ο πληθυσμός της Ελλάδας Λάρισα, Αθήνα, δεν ξέρω τι, τόσος, προλεταριακός ο χαρακτήρας της επανάστασης. Διαμαρτύρεται. Ωστε ήθελε, σύντροφοι, αυτό τώρα δεν είναι και τίποτα, ξέρετε γιατί; Γιατί πριν την 4η Ολομέλεια ποια ήταν, απόφαση δική σας ότι είναι προλεταριακή επανάσταση. Πήγε στην ΚΔ, μπήκε στην πολιτική επιτροπή. Στην πολιτική επιτροπή έκανε ο Μαγκιάρ εισήγηση. Ο Αλιχάνοφ, και ο Μαγκιάρ από τη βαλκανική γραμματεία. Ο Αλιχάνοφ είπε σοσιαλιστική επανάσταση, ο Μαγκιάρ είπε αστικοδημοκρατική, μ’ όλα τα γνωστά. Τι θέση πήρα εγώ, σύντροφοι. Ηταν Δημητρόφ, Ερκολι (Τολιάτι). Ν’ αφήστε το Κόμμα να λύσει αυτό το ζήτημα. Αυτή την πρόταση έκανα. Η πολιτική επιτροπή είπε όχι, και πήρε αυτή την απόφαση για το χαρακτήρα της επανάστασης που μπήκε μετά στην 6η Ολομέλεια. Διεκδικώ ότι, όχι, σύντροφοι. Το Κόμμα πάλεψε σωστά και την εφάρμοσε. Αποδείχθηκε κλπ. Μερικοί απ’ αυτούς που είναι εδώ ήταν κατά τότε. Και μετά. Πάντως το βασικό νόημα της πορείας του Κόμματος, σύντροφοι, ήταν αυτό που σας είπα»29.

Από την ομιλία είναι φανερή η διαπάλη που γινόταν και μέσα στην ΚΔ, όπου εκφράζονταν αντιτιθέμενες απόψεις. Συγκρουόμενες τοποθετήσεις είχαν εκφραστεί και πριν το 1934, όπως συνάγεται από έγγραφα (πρακτικά συνεδριάσεων) της ΚΔ.

Για παράδειγμα, είχαν εκφραστεί αντίθετες απόψεις σχετικά με το χαρακτήρα της αστικής τάξης στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες ίδιου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης, αν αυτή ήταν υποτελής και υποχείριο του ξένου κεφαλαίου ή όχι.

Στο «Στενογράφημα της Συνόδου της Βαλκανικής Γραμματείας από κοινού με αντιπροσώπους Βαλκανικών χωρών - 12 Ιούνη 1929» διαβάζουμε από την ομιλία του Ανδρόνικου Χαϊτά (με το ψευδώνυμο Σιφναίος), Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ: «Υπάρχει η αντίληψη σε μερικούς συντρόφους ότι η ελληνική αστική τάξη είναι γονατιστή, είναι υποταγμένη στο γαλλικό και αγγλικό κεφάλαιο, ότι το γαλλικό και αγγλικό κεφάλαιο τη σπρώχνουν στον πόλεμο, κι αυτή η φτωχή με τη θέλησή της ή χωρίς θα πάει (φωνή: θέλει, δεν θέλει…) (φωνή: φτωχή ελληνική αστική τάξη, σε τι κατάσταση βρίσκεσαι. Εάν θα μπορούσαμε να τη βοηθήσουμε θα το κάναμε)»30.

Την 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ ακολούθησε το 5ο Συνέδριό του (Μάρτης 1934), το οποίο επικύρωσε τη γραμμή της 6ης Ολομέλειας, δίχως ωστόσο να ψηφίσει Πρόγραμμα του Κόμματος. Ανέθεσε στην ΚΕ να επεξεργαστεί μαζί με όλο το Κόμμα το Πρόγραμμα του ΚΚΕ και να το φέρει για έγκριση στο 6ο Συνέδριό του, κάτι που δεν έγινε.

Ολ’ αυτά βεβαιώνουν ότι το ΚΚΕ, και ως τμήμα της ΚΔ, πορευόταν προς τις συνθήκες του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου με αδυναμία μιας επιστημονικά τεκμηριωμένης κι επεξεργασμένης επαναστατικής στρατηγικής.

ΠΡΟΣ ΤΟ 7ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΚΔ ΚΑΙ ΤΟ 6ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΚΕ (1935)

Λίγους μήνες αργότερα (11 Ιούλη 1934) στάλθηκε στα ΚΚ «Γράμμα της ΚΔ», στο οποίο αναφερόταν ότι οι κομμουνιστές «είναι ανάγκη να θέσουν τέρμα στις δηλώσεις από τον κομματικό Τύπο ή στις ομιλίες, που λέγαν ότι το Κόμμα παλαίβει δήθεν για τη συντριβή της αστικής δημοκρατίας, γιατί τέτοιες δηλώσεις είναι “πολιτικά λαθεμένες”». Και υπογραμμιζόταν «το καθήκον της πάλης με όλες τις δυνάμεις όχι μόνο ενάντια στις προσπάθειες του φασισμού και γενικά της αστικής τάξης να συντρίψουν ή περιορίσουν τις δημοκρατικές ελευθερίες, αλλά και της πάλης για τη διεύρυνσή τους».31

Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα είχε μπει στη φάση της προετοιμασίας του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ και στο εσωτερικό της διεξάγονταν συνεχείς συζητήσεις με στόχο την επανεξέταση θέσεων που θεωρούνταν ότι είχαν παλιώσει. Ετσι: «…Στις 14 του Ιούνη 1934 στην πρώτη συνεδρίαση της επιτροπής προετοιμασίας [...] ο αντιπρόσωπος του ΠΚΚ(μπ) Δ. Μανουήλσκι εξέφρασε τη γνώμη ότι το σύνθημα της άμεσης πάλης για τη διχτατορία του προλεταριάτου δεν ανταποκρίνεται στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στη δοσμένη στιγμή σε πολλές καπιταλιστικές χώρες. Ο σοσιαλισμός παραμένει ο τελικός σκοπός του κινήματος. Αλλά “χρειάζεται” -είπε- “να έχουμε πιο συγκεκριμένο πρόγραμμα πάλης: όχι την προλεταριακή διχτατορία, όχι το σοσιαλισμό, αλλά ένα πρόγραμμα που οδηγεί τις μάζες στην πάλη για την προλεταριακή διχτατορία και το σοσιαλισμό”»32.

Στις 9 Σεπτέμβρη 1934 το ΚΚΕ και η Ενωτική ΓΣΕΕ απευθύνθηκαν με «Ανοιχτό γράμμα [...] για το ενιαίο αντιφασιστικό μέτωπο των εργαζομένων», προς το Αγροτικό Κόμμα και το Σοσιαλιστικό Κόμμα.33 Και στις 5 Οκτώβρη 1934 επήλθε συμφωνία «κοινής δράσης ενάντια στη στρατιωτικοφασιστική δικτατορία» ανάμεσα στα κόμματα: ΚΚΕ, Αγροτικό Σοσιαλιστικό, Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό και στις συνδικαλιστικές οργανώσεις ΓΣΕΕ, Ενωτική ΓΣΕΕ και Ανεξάρτητα Εργατικά Συνδικάτα.34

Ωστόσο υπήρξε στασιμότητα. Το ενιαίο μέτωπο έμεινε στα χαρτιά, με εξαίρεση μια ορισμένη κοινή δράση ανάμεσα στην Ενωτική ΓΣΕΕ και την Πανελλήνια Συνομοσπονδία (μετά από τη διάσπαση της ΓΣΕΕ την αποτελούσαν το ΕΚΑ και η Ομάδα του Στρατή). Το αποτέλεσμα ήταν το ΚΚΕ την 1η Δεκέμβρη 1934 ν’ απευθυνθεί στα μέλη και τους οπαδούς των κομμάτων και οργανώσεων, κάνοντας λόγο για «την ευθύνη που φέρνουν οι κεντρικές καθοδηγήσεις» τους που κωλυσιεργούσαν με διάφορα προσχήματα ή και σαμποτάριζαν την εφαρμογή των συμφωνηθέντων.35

Εχει όμως σημασία ν’ αναφερθεί η τοποθέτηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΣΚ) απαντώντας στις επικρίσεις του ΚΚΕ (29 Γενάρη 1935). Το ΣΚ υπογράμμιζε με σαφέστατο νόημα ότι το Ενιαίο Μέτωπο «προϋποθέτει στη βάση της συγκρότησής του σαφή προγραμματική συνεννόηση των κομμάτων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων που θα το απαρτίσουν κι απόλυτη σύμπτωσή τους στις μεθόδους και στην ταχτική της άμεσης πάλης τους, οπότε και μόνο θα ήταν δυνατό να αποδώσει ό,τι θα πρέπει να είναι ο αντικειμενικός σκοπός του: δηλαδή την κατάχτηση της εξουσίας»36.

Το ΚΚΕ λαθεμένα χαρακτήρισε «καινούργιες εφευρέσεις»37 τα παραπάνω. Κι επέμενε ότι σκοπός του Ενιαίου Μετώπου δεν ήταν η κατάκτηση της εξουσίας, ότι κάθε κόμμα θα διατηρούσε την προγραμματική του οντότητα και ότι το Μέτωπο θα γινόταν στη βάση αυτών που ένωναν και όχι στη βάση αυτών που χώριζαν τα κόμματα. Και ότι με τα προηγούμενα το ΣΚ επιδίωκε να συγκαλύψει την άρνησή του.

Η συγκεκριμένη στάση του ΚΚΕ απέναντι στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αποτελούσε παραγνώριση της πείρας του επαναστατικού κινήματος (στο πλαίσιο του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος), αφού ο ρόλος των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων είχε αναδειχτεί με τον πιο δραματικό τρόπο στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και στις επαναστάσεις στη Γερμανία, στην Ουγγαρία και αλλού.

Βεβαίως, ανεξάρτητα από τη ρεφορμιστική στρατηγική του ως σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που ήταν, το ΣΚ σωστά υποστήριζε ότι η πολιτική συνεργασία δύο ή περισσότερων κομμάτων δεν μπορεί να μη θέτει το ζήτημα της εξουσίας, αφού πολιτική συνεργασία και κυβερνητικό πρόγραμμα είναι πράγματα ενιαία κι αδιάσπαστα μεταξύ τους. Και φυσικά θέση του ήταν η πάλη για κυβέρνηση στο πλαίσιο του συστήματος.

Το Μάρτη του 1935, λίγες μέρες μετά από το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα (1 Μάρτη) των φιλελεύθερων Βενιζέλου και Πλαστήρα -που προκάλεσε νέα μεγάλη όξυνση ανάμεσα στις δύο βασικές πολιτικές μερίδες της αστικής τάξης, τους βενιζελικούς και τους βασιλικούς- τα κόμματα στα οποία είχε απευθυνθεί το ΚΚΕ για τη δημιουργία μετώπου πήραν θέση άλλα υπέρ των βενιζελικών κι άλλα υπέρ των βασιλικών (Κονδύλη κλπ.).

Από την πλευρά της η ηγεσία του ΚΚΕ δεν μπορούσε να εκτιμήσει αντικειμενικά τη στάση στην ενδοαστική διαπάλη των κομμάτων στα οποία είχε απευθυνθεί για τη συγκρότηση μετώπου. Τα επέκρινε για άρνηση να υλοποιήσουν την αντιφασιστική συμφωνία: «Οι ρεφορμιστές, σοσιαλιστές και αγροτιστές αρχηγοί, αρνήθηκαν να ολοκληρώσουν την αντιφασιστική συμφωνία [...] το κουρέλιασαν [...] Στην 1η του Μάρτη οι Καλομοίρηδες-Ευαγγέληδες-Λασκάρηδες, όπως και το σοσιαλιστικό και το αγροτικό κόμμα [...] τάχθηκαν στο πλευρό των κινηματιών, είτε της φασιστικής τριανδρίας Κονδύλη, Μεταξά, Δούσμανη [...] οι Σοφιανόπουλος-Ανθρακόπουλος, ο Δημητράτος [...] τάχθηκαν στο πλευρό του φασιστικού κινήματος»38.

Αυτή η πολιτική αποτελούσε τη στρατηγική κατεύθυνση που μετά από λίγο καιρό επισφράγισε το 7ο Συνέδριο της ΚΔ (Ιούλης-Αύγουστος 1935). Με αυτήν τη γραμμή πορεύτηκε το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, που όριζε πως «…το επαναστατικό προτσές δεν θα πάει μπροστά άμεσα και κατ’ ευθείαν μέσω της σοσιαλιστικής επανάστασης, αλλά θα πλησιάσει σ’ αυτήν μέσω του σταδίου της αντιφασιστικής πανδημοκρατικής πάλης»39.

Ακόμα: «…οι εργαζόμενες μάζες σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες είναι υποχρεωμένες σήμερα να διαλέξουν συγκεκριμένα όχι ανάμεσα στη δικτατορία του προλεταριάτου και την αστική δημοκρατία, αλλά ανάμεσα στην αστική δημοκρατία και το φασισμό»40.

Αυτή η γραμμή ήταν τροποποιημένη ως προς τις αντιθέσεις και το χαρακτήρα του επερχόμενου πολέμου, όπως τον προσδιόριζε η ΕΕΚΔ το Δεκέμβρη του 1922: «Η χρεοκοπία της ειρήνης των Βερσαλλιών δείχνεται ολοένα πιο καθαρά και ολοένα σε μεγαλύτερα στρώματα εργατών. Είνε φανερό ότι ένας νέος ιμπεριαλιστικός πόλεμος ή και πολλοί παρόμοιοι πόλεμοι είνε πράγμα αναπόφευκτο, αν το διεθνές προλεταριάτο δεν γκρεμίσει το αστικό καθεστώς»41.

Το ΚΚΕ στο 18ο Συνέδριό του (2009)42 και στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη43 για την ιστορία του (2011) στάθηκε κριτικά και αυτοκριτικά.

Το Δεκέμβρη του 1935 συνήλθε το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ, το οποίο, στηριζόμενο στις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ, καθόρισε ως στρατηγική του:

«Για να καταστεί αδύνατη η νίκη του φασισμού και να συντριφτούν οι προσπάθειες των κυριάρχων τάξεων να εξαθλιώσουν ακόμα περισσότερο τον ελληνικό λαό και για να γίνει δυνατή η κατάχτηση μιας λεύτερης δημοκρατικής ζωής, απαιτείται η συνένωση όλων των λαϊκών δημοκρατικών δυνάμεων σ’ ένα παλλαϊκό μέτωπο πάλης. Στο παρελθόν το Κομμουνιστικό Κόμμα προσέφερε όλες του τις δυνάμεις γι’ αυτόν τον σκοπό και πέτυχε τη συγκρότηση των δημοκρατικών-αντιφασιστικών συνασπισμών σ’ όλη τη χώρα [...]. Εξακολουθεί να πιστεύει ότι και τώρα είνε απαραίτητη η συνεργασία των δημοκρατικών κομμάτων και οργανώσεων, που έχουν για αρχή τους το σεβασμό της λαϊκής κυριαρχίας και είνε εχθροί του φασισμού και της αντίδρασης»44.

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ

Οκτώ μήνες ύστερα από το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ ακολούθησε η εγκαθίδρυση της δικτατορίας των Γλύξμπουργκ-Μεταξά (4η Αυγούστου). Με αυτή βρήκε τον ελληνικό λαό ο πόλεμος με την Ιταλία. Στη διάρκειά του ο Ν. Ζαχαριάδης έγραψε από τη φυλακή τρία γράμματα που καθόριζαν τη στάση του Κόμματος απέναντι στον πόλεμο. Τα γράμματα, από τα οποία μόνο το πρώτο είδε τότε το φως της δημοσιότητας, αντανακλούσαν τις αντιφάσεις στη γραμμή της ΚΔ σχετικά με το χαρακτήρα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

Βεβαίως στα χρόνια της Κατοχής, μετά από την αυτοδιάλυση της ΚΔ, κυρίως μετά από τη συγκρότηση συμμαχίας της ΕΣΣΔ με ΗΠΑ, Μ. Βρετανία ύστερα από την κατοχή μέρους της από τη Γερμανία, η πολιτική γραμμή συμμαχιών του 7ου Συνεδρίου διευρύνθηκε ακόμα περισσότερο στο πλαίσιο της «εθνικής ενότητας».

Ακριβώς αυτό το πεδίο, των εθνικών μετώπων, άνοιγε η αυτοδιάλυση της ΚΔ, σύμφωνα με τη σχετική απόφαση του Προεδρείου της ΕΕ. Υλοποίησή της αποτελούσε η απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ, η οποία, όπως και όλα τα ΚΚ-τμήματα της ΚΔ, ενέκρινε την αυτοδιάλυση της ΚΔ. Ανάμεσα σε άλλα η απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ τόνιζε:

«Το ΚΚΕ, ενισχύοντας με όλα τα μέσα το εθνικό απελευθερωτικό μέτωπο, θα κάνει ό,τι εξαρτάται από αυτό για να συνενωθεί και η τελευταία πατριωτική δύναμη σ’ έναν αδιάσπαστο εθνικό συνασπισμό, που θα κινητοποιήσει όλο το λαό στον αγώνα για τη συντριβή του ξενικού ζυγού και την εθνική του απελευθέρωση στο πλευρό των μεγάλων συμμάχων μας: Σοβιετικής Ενωσης, Μεγάλης Βρετανίας, Ενωμένων Πολιτειών»45.

Ετσι διαμορφωνόταν η στρατηγική του Κόμματος τη στιγμή που ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος όξυνε τις ταξικές αντιθέσεις σε μια σειρά χώρες. Και ταυτόχρονα, οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις που διαπέρασαν τις αστικές τάξεις των καπιταλιστικών κρατών, διαχωρίζοντας αυτές σε φιλοφασιστικές και αντιφασιστικές, όπως ήταν φυσικό σε καμία περίπτωση δε γινόταν ν’ ακυρώσουν το στόχο και των δύο αστικών πλευρών (νικητριών ή νικημένων), να κάνουν το παν για να διατηρήσουν την αστική εξουσία και μετά από τον πόλεμο.

Η ίδια απόφαση, αφού υπογράμμιζε ότι τελικός σκοπός του ΚΚΕ είναι ο σοσιαλισμός, έθετε και πάλι ως εξής το στόχο για τον οποίο πάλευε το ΚΚΕ: «…σήμερα για την εθνική απελευθέρωση και μεταπολεμικά για τη λαϊκή δημοκρατία»46, συνεπώς για ένα στάδιο πριν την επαναστατική εργατική εξουσία, που θα είχε τα χαρακτηριστικά ενός εκδημοκρατισμένου αστικού καθεστώτος. Η εισήγηση του ΠΓ σε αυτήν τη συνεδρίαση της ΚΕ έδινε αναλυτικά το περιεχόμενο της λαϊκής δημοκρατίας: «Δηλαδή η κυβέρνηση που θα δημιουργηθεί μετά το διώξιμο του κατακτητή θα διενεργήσει δημοψήφισμα για τη λύση του πολιτειακού ζητήματος και ελεύθερες εκλογές για συντακτική εθνοσυνέλευση για να αποφασίσει ο κυρίαρχος λαός για τις τύχες του. [...] Το ΚΚΕ μετά το διώξιμο του ξένου κατακτητή και τη διενέργεια του δημοψηφίσματος θα επιδιώξει την πραγματοποίηση της λαϊκής δημοκρατίας. Η λαϊκή δημοκρατία θα έχει στην αρχή κοινοβουλευτική μορφή και θα εφαρμόσει πρόγραμμα αναδημιουργίας και αναγέννησης της Ελλάδας»47.

Ο Ν. Ζαχαριάδης επέστρεψε από το Νταχάου στην Ελλάδα στις 29 Μάη 1945. Είχαν προηγηθεί τεράστιας σημασίας γεγονότα για το λαϊκό κίνημα στην Ελλάδα (Δεκέμβρης του 1944, Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτα πριν το Δεκέμβρη, Συμφωνία της Βάρκιζας μετά από αυτόν κ.ά.).

Το ΚΚΕ, με την Πανελλαδική του Συνδιάσκεψη (2011), έχει κρίνει τον Ζαχαριάδη για το γεγονός ότι δεν μπόρεσε μετά από τον ερχομό του στην Ελλάδα να οδηγήσει το Κόμμα στην εξαγωγή σωστών συμπερασμάτων από τη δράση του στην Κατοχή και μετά από αυτήν. Η αναζήτηση των αιτιών που η καθοδήγηση του Κόμματος διέπραξε σοβαρότατα λάθη εκ των πραγμάτων οδηγούσε σ’ επανεκτίμηση του θεμελιακού ζητήματος, της στρατηγικής του ΚΚΕ.

Αυτό το καθήκον δεν μπόρεσε να το εκπληρώσει η 12η Ολομέλεια της ΚΕ (25-27 Ιούνη 1945), η πρώτη Ολομέλεια στην οποία πήρε μέρος ο Ν. Ζαχαριάδης μετά από εννέα χρόνια. Πολύ περισσότερο δεν μπόρεσε να το αντιμετωπίσει το 7ο Συνέδριο του Κόμματος (1-6 Οκτώβρη 1945). Αντίθετα, ενέκριναν την πολιτική του ΚΚΕ στα χρόνια της Κατοχής. Και ο ίδιος ο Ζαχαριάδης παρέμενε εγκλωβισμένος στη στρατηγική των σταδίων.

ΝΕΕΣ ΑΠΟΠΕΙΡΕΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΚΚΕ

Η στρατηγική που ακολούθησε το ΚΚΕ μετά από το 1945 τροποποιήθηκε εκ των πραγμάτων στην πορεία εξέλιξης του ΔΣΕ, αφού εξελίχτηκε ως ανοιχτή ταξική σύγκρουση. Στην 5η Ολομέλεια της ΚΕ (Γενάρης 1949) με όχι συλλογική διαδικασία (αφού δεν έγινε στο όργανο σχετική συζήτηση) κι ενώ διαρκούσε ο αγώνας του ΔΣΕ, ο Ν. Ζαχαριάδης είπε στο κλείσιμο των εργασιών της 5ης Ολομέλειας: «Σήμερα οι σοβαρές αλλαγές που έγιναν πρώτ’ απ’ όλα γύρω μας […] επιτρέπουν σε μας να τραβήξουμε προς σοσιαλιστικά μέτρα που, μαζί με την παράλληλη λύση όλων των αστικοδημοκρατικών καθηκόντων της επανάστασης που εκκρεμούν, ν’ αρχίσουμε τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, παρακάμπτοντας το ξεχωριστό αστικοδημοκρατικό στάδιο ανάπτυξης»48.

Η αιτιολόγηση αυτής της στρατηγικής αλλαγής λαθεμένα στηρίχτηκε κυρίως στην εκτίμηση για τον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων με τη λήξη του πολέμου. Βέβαια, ένας ευνοϊκός διεθνής ή περιφερειακός συσχετισμός δυνάμεων είναι παράγοντας νίκης. Αυτό σωστά απέδιδε ο Ν. Ζαχαριάδης εκτιμώντας ότι στις οκτώ χώρες που αποσπάστηκαν από το ιμπεριαλιστικό σύστημα στην Ευρώπη (Βουλγαρία, Πολωνία, Αλβανία, Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία, Λ.Δ. Γερμανίας) βάρυνε στην πλάστιγγα του συσχετισμού δυνάμεων υπέρ της εργατικής τάξης ο ρόλος και η δύναμη του Κόκκινου Στρατού. Εγραψε σχετικά με αυτό το θέμα αναφερόμενος στην Ουγγαρία και στην εκεί αντεπανάσταση του 1956: «…Νομίζω ότι η εξήγηση που δίνεται (για τα γεγονότα λ.χ. της Ουγγαρίας) είνε μονόπλευρη και κατά συνέπεια ανεπαρκής. Παραβλέπεται ένα βασικό: το γεγονός ότι η αλλαγή στην Ουγγαρία έγινε, πρώτ’ απ’ όλα, απ’ τα πάνω (Κόκ. Στρατός)…»49.

Λίγα χρόνια αργότερα, η 4η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (12-14 Δεκέμβρη 1953) διαμόρφωσε το Σχέδιο Προγράμματος του ΚΚΕ, που καταργούσε τα στάδια με το παρακάτω σκεπτικό: «…η 6η Ολομέλεια [...] καθόριζε ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης της επανάστασης στην Ελλάδα και η σταδιακή ανέλιξή της προς τη σοσιαλιστική μεταβολή εξαρτάται απ’ το συσχετισμό στις ταξικές δυνάμεις τοπικά και διεθνώς [...] Μια σειρά από προϋποθέσεις που η 6η Ολομέλεια έβαζε για το πέρασμα της επανάστασης στην Ελλάδα απ’ το αστικοδημοκρατικό στο σοσιαλιστικό της στάδιο, άλλαξαν απ’ το 1941 και μετά, όπως ο συσχετισμός των δυνάμεων μέσα στη χώρα και η κατάσταση διεθνώς, κυρίως με το παραπέρα δυνάμωμα της ισχύος και της επιρροής της ΕΣΣΔ και με τη νίκη της λαϊκής Κίνας και τη δημιουργία μιας σειράς Λαϊκών Δημοκρατιών. [...] Μέσα στις καινούργιες συνθήκες, με τον καινούργιο συσχετισμό στις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις [...] εκείνο που στα 1934, δηλαδή η άγνοια του αστικοδημοκρατικού σταδίου της επανάστασης θα ’ταν εξτρεμισμός, [...] τώρα αυτό το ίδιο, δηλαδή η εμμονή στον αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα, [...] γίνεται εμπόδιο, είναι οπορτουνισμός»50.

Και συνέχιζε: «Σ’ αυτήν ακριβώς την αλλαγή στο συσχετισμό των δυνάμεων, τοπικά βαλκανικά, ευρωπαϊκά και παγκόσμια πρέπει να βρούμε και τη σωστή εξήγηση στη φαινομενική αντινομία ότι, ενώ σήμερα στη διάρθρωση της χώρας σημειώνουμε πισωδρόμηση, […] στο χαρακτήρα της επανάστασης περνάμε το αστικοδημοκρατικό στάδιο και καθορίζουμε την επερχόμενη επαναστατική αλλαγή στον τόπο μας σαν λαϊκοδημοκρατική - σοσιαλιστική. 9. […] Η εξουσία που θα δημιουργήσει θα είναι η Λαϊκή Δημοκρατία, που θα εκτελεί λειτουργίες της δικτατορίας του προλεταριάτου, θα ’ναι η λαϊκοδημοκρατική - εργατοαγροτική εξουσία, μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου»51.

Αρχικά πρέπει να σημειωθεί πως δεν ήταν σωστή η ταύτιση της λεγόμενης «λαϊκοδημοκρατικής-εργατοαγροτικής εξουσίας» με τη δικτατορία του προλεταριάτου. Η τελευταία, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, εκφράζει και υλοποιεί τα συμφέροντα της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού, όμως συγκροτεί εξουσία εργατική, δηλαδή εξουσία που η εργατική τάξη δεν την μοιράζεται με τα συμμαχικά της λαϊκά στρώματα. Και μόνο αυτή η εξουσία μπορεί να κοινωνικοποιήσει τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και να τα εντάξει στον πανεθνικό κεντρικό σχεδιασμό με εργατικό λαϊκό έλεγχο και με αποκλειστικό κριτήριο τη διευρυμένη ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.

Δεν ήταν επίσης σωστή η εκτίμηση του Σχεδίου Προγράμματος ότι στη «διάρθρωση της χώρας σημειώνουμε οπισθοδρόμηση». Οι καταστροφές παραγωγικών δυνάμεων που είχαν προκληθεί εξαιτίας των πολέμων μιας δεκαετίας δε σήμαιναν και πισωγύρισμα από την άποψη της ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό.

Μια παρόμοια αντίληψη που έχει στόχο το χτύπημα της πολιτικής του ΚΚΕ ως «σεχταριστικής» προβάλλεται και στις μέρες μας κι επιχειρεί να στηριχτεί στο πραγματικό γεγονός ότι η οικονομική καπιταλιστική κρίση οδηγεί στην απαξίωση μεγάλης μάζας παραγωγικών δυνάμεων. Ομως έτσι παραγνωρίζει τη συγκεντροποίηση που πραγματοποιείται μέσω και της οικονομικής κρίσης. Πρόκειται για άποψη που όχι μόνο είναι αβάσιμη, αλλά κι οδηγεί σ’ εξωπραγματικά συμπεράσματα. Γιατί, αν γινόταν αποδεκτή, θα έπρεπε να οδηγηθούμε στη διαπίστωση ότι μετά από τον πόλεμο ο καπιταλισμός σημείωσε οπισθοδρόμηση, αφού πλειάδα χωρών είχαν κυριολεκτικά ισοπεδωθεί εξαιτίας του πολέμου.

Στο «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄, 1949-1968», γίνεται η εξής εκτίμηση σχετικά με το παραπάνω ζήτημα: «Ο χαρακτήρας της επανάστασης, ως το κεντρικό στοιχείο της στρατηγικής ενός κομμουνιστικού κόμματος που δρα σε συνθήκες καπιταλιστικής εξουσίας, δεν προσδιορίζεται με κριτήριο τον υπάρχοντα συσχετισμό δυνάμεων, αλλά από την ωρίμανση των υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό. Η τελευταία καθορίζει την αναγκαιότητα και την επικαιρότητά του. Ο ελάχιστος αναγκαίος βαθμός ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων υπάρχει και όταν η εργατική τάξη αποτελεί μειοψηφική δύναμη ως ποσοστό στον Οικονομικά Ενεργό Πληθυσμό, από τη στιγμή που αυτή αποκτά συνείδηση της ιστορικής της αποστολής με τη συγκρότηση του Κόμματός της. Η κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης με τα λαϊκά στρώματα και κάθε μορφή πολιτικής έκφρασής της πρέπει να εξυπηρετεί την προσέγγιση του στρατηγικού στόχου της εργατικής εξουσίας, που εκφράζει τα συμφέροντα της λαϊκής πλειοψηφίας»52.

Το Σχέδιο Προγράμματος του 1953, εκτιμώντας ότι η Ελλάδα ήταν αποικία, δεν μπόρεσε ν’ αναλύσει αντικειμενικά την πορεία της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης και σταθεροποίησης της αστικής εξουσίας. Ερμήνευε τις συνέπειες της κρίσης στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα της αμερικανικής υποδούλωσης, όπως έλεγε, κατάλυσης της εθνικής ανεξαρτησίας, καθώς και της εσωτερικής εθνοπροδοσίας. Κι αυτό ενώ η στήριξη της αστικής τάξης στους ξένους συμμάχους της αποτελούσε συνειδητή επιλογή της για να χτυπήσει το λαϊκό κίνημα.

Επίσης δεν είχε αντικειμενική βάση η εκτίμηση ότι η αστική τάξη στην Ελλάδα πρόδωσε την ιστορική της αποστολή μην επιλύοντας σειρά αστικοδημοκρατικών προβλημάτων.53

Αυτές οι αδυναμίες είχαν τη ρίζα τους στην ανάλυση ότι η καθυστέρηση του καπιταλισμού στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες χώρες της Ευρώπης ήταν προϊόν της εξάρτησης της εγχώριας αστικής τάξης, γεγονός που παρέβλεπε το νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης που λειτουργεί στο καπιταλιστικό σύστημα. Οι κάθε μορφής εξαρτήσεις ήταν αποτέλεσμα και όχι αιτία των ιστορικών όρων διαμόρφωσης του καπιταλισμού στην Ελλάδα.

Το Σχέδιο Προγράμματος του 1953, αν κι επιδίωκε να ξεπεράσει τα στάδια ως προς το χαρακτήρα της επανάστασης, επί της ουσίας τα υιοθετούσε χωρίζοντας τα καθήκοντα του Κόμματος από τη μια σ’ επαναστατικά κυβερνητικά, και από την άλλη σε κυβερνητικά που υλοποιούνταν σε μη επαναστατικές συνθήκες. Γι’ αυτό κι έθετε ως στόχο να δημιουργηθεί «ένα πανελλαδικό πατριωτικό μέτωπο» που θα συνένωνε «τις πατριωτικές δυνάμεις του τόπου […] για να σχηματιστεί μια πατριωτική κυβέρνηση συνασπισμού».54

Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι στο έδαφος του καπιταλισμού ήταν δυνατό να εφαρμόσει φιλολαϊκή πολιτική μια κυβέρνηση στην οποία θα συμμετείχε ή και θα την στήριζε το ΚΚΕ, δίχως στο μεταξύ να έχει στα χέρια της την οικονομική εξουσία, δηλαδή να έχει κοινωνικοποιήσει τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής. Κι ακόμα, ότι αυτή η κυβέρνηση μπορούσε να γίνει μοχλός ανατροπής της αστικής εξουσίας, μετασχηματίζοντας το αστικό κράτος. Σήμαινε ακόμα συμμαχία του ΚΚΕ με αστικές πολιτικές δυνάμεις, βασικά με τα κόμματα του «Κέντρου», τα οποία διαφοροποιούνταν από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις της «Δεξιάς» ως προς την αναγκαιότητα ορισμένων κρατικών επιχειρήσεων, αλλά και στο ζήτημα της βασιλείας, αν και υπήρχαν χρονικές περίοδοι που ταυτίζονταν και σ’ αυτό.

Η στρατηγική του ΚΚΕ, όταν ήταν ΓΓ της ΚΕ ο Νίκος Ζαχαριάδης, συμπυκνώνει τις αντιφάσεις που υπήρχαν στη γραμμή του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, όρια που ο Ζαχαριάδης δεν μπορούσε να ξεπεράσει και μετά από τον πόλεμο.

Σε κάθε περίπτωση, ο Ν. Ζαχαριάδης παρέμεινε αφοσιωμένος στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και στον προλεταριακό διεθνισμό.

Η ιστορία επιβεβαίωσε πολλές φορές ότι οι λαθεμένες στρατηγικές που διαμορφώθηκαν στο ΚΚΕ και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα δεν οφείλονταν πάντα σε διάθεση συμβιβασμού των κομματικών ηγεσιών με τον αντίπαλο, αλλά σε διαφορετικούς λόγους, αντικειμενικούς και υποκειμενικούς (βαθμός ωρίμανσης, ικανότητα αντικειμενικής ανάλυσης των εξελίξεων στον καπιταλισμό, πίεση από τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων ή λαθεμένη εκτίμησή του κ.ά.). Στην περίπτωση του Ν. Ζαχαριάδη η διαπίστωση για την αδιάλλακτη στάση του απέναντι στον ταξικό αντίπαλο είναι αναμφισβήτητη.


ΣημειώσειςΣημειώσεις

Ο Μάκης Μαΐλης είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Ιστορίας.

1. Την επιτροπή των 6 ΚΚ αποτελούσαν αντιπρόσωποι του ΚΚΣΕ, του Πολωνικού Ενοποιημένου Εργατικού Κόμματος, του Βουλγαρικού ΚΚ, του Ουγγρικού Κόμματος Εργαζομένων, του Ρουμανικού Εργατικού Κόμματος και του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας.

2. Η απόφαση για την αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη στο «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 603-606.

3. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 394.

4. Από τα αρχικά ΚΟΥΤΒ, δηλαδή Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Λαών της Ανατολής.

5. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 3ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 294-306.

6. Ο.π., σελ. 292.

7. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 3ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 297-298.

8. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 368.

9. Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ», 1973, σελ. 327.

10. Ο.π., σελ. 328.

11. Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ», 1973, σελ. 335.

12. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 3ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 171.

13. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 2ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1974, σελ. 579.

14. Ο.π., σελ. 610.

15. ΚΟΜΕΠ, τ. 6/1999, σελ. 73.

16. Στην Ολομέλεια πήραν μέρος και οι περιφερειακοί γραμματείς των σπουδαιότερων οργανώσεων.

17.«Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 3ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 330.

18. Ο.π., σελ. 314.

19. Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ», 1973, σελ. 352.

20. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 3ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 470.

21. Ο.π., σελ. 560-561.

22. Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ», 1973, σελ. 363.

23. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 4ος, «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ», 1968, σελ. 23.

24. Ο.π., σελ. 25.

25. Πάντως ο Ζαχαριάδης εξέφραζε και υπεράσπιζε θαρραλέα τις απόψεις του και πάλευε για να γίνουν αποδεκτές, ακόμα και σε αντιπαράθεση με αποφάσεις του ΚΚΣΕ. Κυρίως αντιστάθηκε με όλες τις δυνάμεις του στην πίεση που ασκούσαν στο ΚΚΕ δυνάμεις από τα ηγετικά κλιμάκια του ΚΚΣΕ και -σε συνεργασία με αυτές- ο οπορτουνιστικός φραξιονισμός που αναπτυσσόταν μέσα στο ΚΚΕ. Υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική η στάση του Ν. Ζαχαριάδη και του ΠΓ της ΚΕ στα γεγονότα της Τασκένδης και στην 5η Ολομέλεια της ΚΕ (26-28 Δεκέμβρη 1955). Βεβαίως η αντίστασή του είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα, ενώ συνδεόταν και με την υπεράσπιση της κομματικής τιμής του, που αμφισβητούνταν από τις αρχές του 1950.

26. Αρχείο ΚΚΕ: Εγγραφο 234842 στο: «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 392.

27. Βασίλη Α. Νεφελούδη: «ΑΧΤΙΝΑ Θ΄.», εκδ. «ΟΛΚΟΣ», Αθήνα, 1974, σελ. 57-58.

28. Ν. Ζαχαριάδη: «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ», εκδ. «Γνώσεις», σελ. 37.

29. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 378.

30. Αρχείο ΚΔ: Εγγραφο F95 E69 D22 F2-4.

31. Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ», 1973, σελ. 382.

32. Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ», 1973, σελ. 383-384.

33. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 4ος, «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ», 1968, σελ. 84-86.

34. Ο.π., σελ. 87-89.

35. Ο.π., σελ. 137-139.

36. Ο.π., σελ. 152.

37. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 4ος, «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ», 1968, σελ. 152.

38. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 4ος, «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ», 1968, σελ. 163.

39. Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ», 1973, σελ. 417.

40. Ο.π., σελ. 403.

41. ΚΟΜΕΠ, τ. 2/1922, σελ. 90.

42. «Η στρατηγική του κομμουνιστικού κινήματος δεν αξιοποίησε το γεγονός ότι η αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας περιεχόταν στον αντιφασιστικό-απελευθερωτικό χαρακτήρα του ένοπλου αγώνα για μια σειρά χώρες, ώστε να θέσει στην ημερήσια διάταξη το πρόβλημα της εξουσίας, αφού ο σοσιαλισμός και η κομμουνιστική προοπτική αποτελούν τη μόνη εναλλακτική λύση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα» (Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ: «Εκτιμήσεις και Συμπεράσματα από τη Σοσιαλιστική Οικοδόμηση στον 20ό αιώνα, με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα, 2009, σελ. 75).

43. «Τα Κομμουνιστικά Κόμματα των καπιταλιστικών χωρών δεν έθεταν στα προγράμματά τους το σοσιαλισμό ως επίκαιρο, άρα ως στρατηγικό στόχο. Γενικά διακήρυσσαν την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Ομως στη διαμόρφωση της πολιτικής τους έθεταν κυβερνητικούς στόχους, που εξ αντικειμένου δεν εξυπηρετούσαν μια στρατηγική συγκέντρωσης και οργάνωσης δυνάμεων, με στόχο τη γενική πλήρη σύγκρουση και ρήξη με την αστική εξουσία σε συνθήκες γενικευμένης οικονομικής και πολιτικής κρίσης στη χώρα τους» («Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 97).

44. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 4ος, «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ», 1968, σελ. 293-294.

45. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 150-151.

46. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 151.

47. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 330-331.

48. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Β΄ τόμος 1949-1968, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2011, σελ. 197.

49. Αλέξη Πάρνη: «Γεια χαρά, Νίκος», εκδ. «Καστανιώτη», Αθήνα, 2011, σελ. 177.

50. Περιοδικό «Νέος Κόσμος», Μάρτης 1954, σελ. 29-30.

51. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 316-317 και «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τ. 7ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1995, σελ. 638.

52. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 19-20.

53. Περιοδικό «Νέος Κόσμος», Μάρτης 1954, σελ. 11.

54. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τ. Β΄ 1949-1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 318.