Τους τελευταίους μήνες έχουμε γίνει μάρτυρες γεγονότων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, που αναδεικνύουν την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.
Η προώθηση των σχεδίων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή, με την ετερόκλητη εμπλοκή χωρών της ΕΕ, που έρχεται σε αντιπαράθεση με τις επιδιώξεις άλλων καπιταλιστικών δυνάμεων όπως η Ρωσία και η Κίνα, διαμορφώνει το μεγάλο παζλ των ανταγωνισμών σε διεθνές επίπεδο. Σε αυτό το έδαφος αναπτύσσονται και οι αντιθέσεις περιφερειακών δυνάμεων όπως της αστικής τάξης της Τουρκίας, που μέσα από την ιδιαίτερα επιθετική παρέμβαση του τουρκικού κράτους αμφισβητεί τα σύνορα της περιοχής, επιδιώκοντας να επεκτείνει τις σφαίρες επιρροής της, να κατοχυρώσει τη θέση της στη μοιρασιά των ενεργειακών κοιτασμάτων και δρόμων μεταφοράς, ενώ απέναντί της βρίσκει την αστική τάξη της Ελλάδας, που κινείται με μια σειρά διπλωματικών αλλά και στρατιωτικών μέσων, επιδιώκοντας την αναβάθμισή της στην περιοχή ως οικονομικού κόμβου και ως γεωπολιτικού βραχίονα του ΝΑΤΟ.
Το ΚΚΕ με τις αποφάσεις του 20ού Συνεδρίου του επισήμανε τον κίνδυνο μιας γενικευμένης περιφερειακής σύγκρουσης στο έδαφος των δυσκολιών ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας, των αντιθέσεων γύρω από την απαξίωση του συσσωρευμένου κεφαλαίου και της ισχυροποίησης νέων, ανερχόμενων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Σε αυτούς τους παράγοντες πρέπει να συνυπολογιστεί και η απότομη ύφεση στην οποία μπαίνει αυτήν την περίοδο η διεθνής οικονομία.
Εν μέσω αυτών των εξελίξεων, μια σειρά οπορτουνιστικές δυνάμεις έχουν αναβαθμίσει την πολιτική τους παρέμβαση γύρω από το θέμα της όξυνσης των ανταγωνισμών στην περιοχή, με αρκετές εκδηλώσεις, ανακοινώσεις και αρθρογραφία. Φυσικά, το σύνολο του οπορτουνιστικού ρεύματος δεν εκφράζεται με ενιαίες θέσεις, καθώς κάθε διαφορετική δύναμη και ομάδα έχει τη δική της ιδιαίτερη απόχρωση και προσανατολισμό στη διαμόρφωση των θέσεών της.
Το βασικό τους όμως χαρακτηριστικό, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις, τις οποίες θα παρουσιάσουμε αναλυτικότερα στη συνέχεια, είναι ότι η γραμμή παρέμβασής τους προσαρμόζεται και μεταβάλλεται σε αντιστοιχία με τη διαμόρφωση των γενικότερων αστικών επιδιώξεων, διαδραματίζοντας ενισχυτικό ρόλο στα κάλπικα διλήμματα της αστικής τάξης.
Επομένως η αντιπαράθεση με τις διάφορες δυνάμεις του οπορτουνιστικού χώρου δεν αφορά στενά την αντιμετώπιση της επιρροής τους, αλλά αποτελεί όρο για να αποτρέπεται, κατά το δυνατόν, η ενσωμάτωση του εργατικού κινήματος στα πλαστά διλήμματα της αστικής τάξης και να ενισχύεται η γραμμή σύγκρουσης με την πολιτική της αστικής τάξης.