Κοινοτική χρηματοδότηση: Εργαλείο στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας


του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ.

Οι χρηματοδοτήσεις που μέσα από διάφορα κανάλια (Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, ΕΣΠΑ κτλ.) κατευθύνονται από τα ταμεία της ΕΕ προς την ελληνική οικονομία αποτελούν εδώ και δεκαετίες έναν από τους μηχανισμούς που η αστική πολιτική επιχειρεί να αξιοποιήσει για να προβάλει ως θετική την ένταξη της χώρας στην καπιταλιστική ένωση και για να διαμορφώσει τις αναγκαίες κοινωνικές συμμαχίες, πρώτα και κύρια με μικροαστικά στρώματα στην πόλη και στην ύπαιθρο. Η αστική επιχειρηματολογία εστιάζει πάντοτε στις εισροές κονδυλίων προς τη χώρα, παρουσιάζοντάς τις ως μια πραγματική κοσμογονία που δήθεν οδηγεί την οικονομία στη σύγκλιση με τις πιο ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές, συσκοτίζοντας τον πραγματικό στόχο των χρηματοδοτήσεων, τη μεγάλη στήριξη προς τους μονοπωλιακούς ομίλους κυρίως των ισχυρών καπιταλιστικών χωρών, που αναλαμβάνουν μεγάλο μέρος των έργων που υλοποιούνται. Ταυτόχρονα, επιχειρείται να εμφανιστεί η κοινοτική χρηματοδότηση ως ένα εργαλείο που ωφελεί συνολικά και ισόμετρα την κοινωνία, που τα αποτελέσματά της διαχέονται κι ενισχύουν σημαντικά το εργατικό-λαϊκό εισόδημα, λύνοντας και χρονίζοντα προβλήματα υποδομών (δρόμοι, σιδηροδρομικές γραμμές κτλ.).

Η «χρυσόσκονη» των αστικών ιδεολογημάτων συγκαλύπτει τον πραγματικό ρόλο και τον προσανατολισμό των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων προς τα κράτη-μέλη. Κάνει δυσδιάκριτο το γεγονός ότι ο θεμελιακός τους στόχος είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου των κρατών-μελών απέναντι στους ανταγωνιστές του στα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Μια τέτοια ενίσχυση προϋποθέτει τη διαμόρφωση κατάλληλων υποδομών για τη διευκόλυνση της επιχειρηματικής δράσης σε ολόκληρη την επικράτεια της ΕΕ (π.χ. αλληλοσύνδεση των μεταφορικών δικτύων), την ενίσχυση συγκεκριμένων κλάδων και τομέων με την άμεση χρηματοδότηση των ομίλων, τον προσανατολισμό της ανάπτυξης σε συγκεκριμένους τομείς και, πρωταρχικά, τη βελτίωση των όρων κερδοφορίας του κεφαλαίου μέσα από την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.

Ο θεμελιακός αυτός στόχος αφορά το κεφάλαιο ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσής του, αφορά τόσο τα γερμανικά, τα γαλλικά, τα ιταλικά κτλ. όσο και τα ελληνικά μονοπώλια. Φυσικά η δυνατότητα των μονοπωλίων της κάθε χώρας να καθορίζουν το γενικότερο προσανατολισμό, τους όρους διάθεσης και την κατανομή των κονδυλίων εξαρτάται από τη συνολικότερη ισχύ της κάθε χώρας, που διαμορφώνεται και στο έδαφος της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού. Η ανισομετρία της ανάπτυξης προκαθορίζει φυσικά και το ανέφικτο μιας ισόρροπης ανάπτυξης των κλάδων και των περιφερειών (σε επίπεδο ΕΕ και στο επίπεδο της κάθε χώρας), ανεξάρτητα από τις περί του αντιθέτου θριαμβολογίες των αστικών επιτελείων.

Η οικονομική κρίση του 2009 που αγκάλιασε συγχρονισμένα ένα μεγάλο μέρος του καπιταλιστικού κόσμου δεν μπορούσε παρά να επηρεάσει σε κάποιο βαθμό και τους προσανατολισμούς των χρηματοδοτικών εργαλείων που έχει στη διάθεσή του το κεφάλαιο, δίχως φυσικά να ανατρέπεται η συνολικότερη στρατηγική του. Η κρίση εκδηλώθηκε ανισόμετρα και όξυνε τους ανταγωνισμούς και μέσα στο σκληρό πυρήνα της ΕΕ, θέτοντας σε δοκιμασία ακόμα και την ίδια τη συνοχή της Ευρωζώνης, με τη Γερμανία να βελτιώνει τη θέση της σχετικά με άλλες ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες, όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Ταυτόχρονα, έσπρωξε την αστική τάξη της Μ. Βρετανίας, που ανέκαθεν διατηρούσε μια πιο χαλαρή σχέση με το ευρωενωσιακό οικοδόμημα, να εκδηλώσει, ενσωματώνοντας και πλευρές της λαϊκής δυσαρέσκειας, πιο ανοιχτά «αποσχιστικές» τάσεις (Brexit).

Εν τέλει, ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων για τη μελλοντική σχέση μεταξύ Μ. Βρετανίας και ΕΕ, η αντιφατική συνύπαρξη φυγόκεντρων και κεντρομόλων τάσεων αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε ιμπεριαλιστικής διακρατικής συμμαχίας καπιταλιστικών κρατών. Για να θυμηθούμε και τα λόγια του Λένιν: «Φυσικά είναι δυνατές προσωρινές συμμαχίες ανάμεσα σε καπιταλιστές και ανάμεσα σε κράτη. Μ’ αυτήν την έννοια μπορούν να δημιουργηθούν και οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης σα συμφωνία των Ευρωπαίων καπιταλιστών (...) με ποιο σκοπό; Μόνο με το σκοπό να πνίξουν από κοινού το σοσιαλισμό στην Ευρώπη, να περιφρουρήσουν από κοινού τις ληστεμένες αποικίες ενάντια στην Ιαπωνία και στην Αμερική, που θεωρούν τον εαυτό τους στο έπακρο αδικημένο με τη σημερινή μοιρασιά (...) θα σήμαινε οργάνωση της αντίδρασης για να παρεμποδιστεί η πιο γρήγορη ανάπτυξη της Αμερικής...»1. Σήμερα, φυσικά, η λενινιστική ανάλυση οφείλει να συμπεριλαμβάνει και τις ανάγκες ανταγωνισμού με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και χώρες, που στην εποχή του μεγάλου επαναστάτη ήταν ακόμα αρκετά καθυστερημένες στην καπιταλιστική τους ανάπτυξη.

Στο έδαφος μιας πραγματικότητας που ορισμένες καπιταλιστικές οικονομίες της ΕΕ απέχουν ακόμα από τα προ κρίσης επίπεδα και γενικότερα με τις προβλέψεις των διάφορων αστικών επιτελείων για την αύξηση του ΑΕΠ να αναπροσαρμόζονται προς τα κάτω το τελευταίο διάστημα, το κεφάλαιο αναπόφευκτα θα επιχειρήσει να ολοκληρώσει το ΕΣΠΑ 2014-2020, αλλά και κάθε άλλο αντίστοιχο εργαλείο χρηματοδότησης, με έναν πιο συνεκτικό, πειθαρχημένο και ολοκληρωμένο τρόπο. Στο πλαίσιο των ανταγωνισμών με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και των οξυνόμενων «εμπορικών πολέμων» οξύνεται η διαπάλη στο εσωτερικό της ΕΕ για την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει αυτή στο προσεχές μέλλον. Στόχος είναι η όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη αντιπαράθεση με τα ανταγωνιστικά κέντρα, σε μια περιοχή που αποτελεί βασικό πεδίο σύγκρουσης στο ξεδίπλωμα μεγάλης εμβέλειας στρατηγικών σχεδίων (ενεργειακοί διάδρομοι Ρωσίας, «Δρόμος του μεταξιού» της Κίνας, σταθμοί μεταφόρτωσης υγροποιημένου φυσικού αερίου κι εκμετάλλευση νέων κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο από τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο της στρατηγικής τους για μετατροπή των ΗΠΑ σε καθαρό εξαγωγέα ενέργειας μέχρι το 2022).2

Η αστική προπαγάνδα γύρω από το ΣΕΣ/ΕΣΠΑ, ως πλευρά του γενικότερου αφηγήματος περί της δυνατότητας μιας φιλολαϊκής καπιταλιστικής ανάπτυξης, συγκαλύπτει την πραγματικότητα. Ο καπιταλισμός, είτε σε ανάπτυξη είτε σε κρίση, οδηγεί σε σχετική επιδείνωση της ζωής των εργαζόμενων.

ΕΣΠΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Στο γενικότερο αυτό πλαίσιο στην ευρύτερη περιοχή εντάσσονται και οι επιμέρους κατευθύνσεις και προσανατολισμοί του ΕΣΠΑ 2014-2020 στην Ελλάδα. Πίσω από το λεγόμενο «αναπτυξιακό όραμα» για «συμβολή στην αναγέννηση της ελληνικής οικονομίας με ανάταξη και αναβάθμιση του παραγωγικού και κοινωνικού ιστού της χώρας και τη δημιουργία και διατήρηση βιώσιμων θέσεων απασχόλησης, έχοντας ως αιχμή την εξωστρεφή, καινοτόμο και ανταγωνιστική επιχειρηματικότητα και γνώμονα την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης»3, ξεπροβάλλει η προτεραιότητα της αστικής τάξης της χώρας για αποκατάσταση και αναβάθμιση της θέσης της στην περιοχή, για μετατροπή της Ελλάδας σε ενεργειακό και διαμετακομιστικό κόμβο.

Μέσα από τα Τομεακά και Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα (ΤΕΠ και ΠΕΠ) ενισχύεται ο προσανατολισμός των πόρων προς την αναβάθμιση των οδικών, λιμενικών και σιδηροδρομικών υποδομών της χώρας, ιδιαίτερα στον άξονα Νότος - Βαλκάνια (λιμάνι Πειραιά - 
COSCO - κόμβος εφοδιαστικής αλυσίδας Θριάσιου - Θεσσαλονίκη) και στο χώρο της Μακεδονίας-Θράκης (με έμφαση στα λιμάνια Θεσσαλονίκης και Αλεξανδρούπολης και στο σιδηροδρομικό άξονα που θα τα συνδέει). Οι μεταφορικές αυτές υποδομές σχεδιάζεται να λειτουργήσουν συμπληρωματικά με τους εν εξελίξει σχεδιασμούς στον κλάδο της ενέργειας, ορισμένα έργα του οποίου επίσης θα χρηματοδοτηθούν μέσω του ΕΣΠΑ που βρίσκεται σε εξέλιξη (ενεργειακή διασύνδεση Κρήτης - 
Ηπειρωτικής Ελλάδας, τερματικός σταθμός LNG στη Ρεβυθούσα, πιθανώς προκαταρκτικά έργα για το σταθμό LNG4 στην Αλεξανδρούπολη, με πέρασμα στο σχεδιαζόμενο ΕΣΠΑ 2021-2027). Παράλληλα, ενισχύονται μέσα από τη χρηματοδότηση και άλλοι κλάδοι της καπιταλιστικής οικονομίας που θεωρούνται «παραγωγικοί, ανταγωνιστικοί και εξωστρεφείς» (τουρισμός, αγροδιατροφικός τομέας - βιομηχανία τροφίμων, τεχνολογίες πληροφορικής κι επικοινωνιών, υγεία, υλικά-κατασκευές, περιβάλλον-ανακύκλωση, «υπηρεσίες υψηλής εγχώριας προστιθέμενης αξίας» κτλ.), όπου τίθεται και ο ξεκάθαρος στόχος να «αυξηθούν η κλίμακα/μέγεθος των μονάδων παραγωγής», στόχος που πίσω από την «εύηχη διατύπωση» συγκαλύπτει την ανάγκη επιτάχυνσης της διαδικασίας συγκεντροποίησης-μονοπώλησης της παραγωγής.

Τα διάφορα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης και τα ΕΣΠΑ ως μετεξέλιξή τους χρησιμοποιήθηκαν διαχρονικά, όπως και όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία του αστικού κράτους, για την καλύτερη προσαρμογή της βασικής παραγωγικής δύναμης, της εργατικής τάξης, στις αναγκαιότητες αναπαραγωγής και κερδοφορίας του κεφαλαίου. Ειδικότερα, μέσα από τις χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ επιδιώκεται να διαμορφωθεί ένα εργατικό δυναμικό πιο ευέλικτο, με μεγαλύτερες δεξιότητες (αλλά με περιορισμένη γενική μόρφωση και τα αναγκαία κριτήρια για την πρόσληψη της νέας γνώσης) για την εξυπηρέτηση των εναλλασσόμενων αναγκών της καπιταλιστικής παραγωγής, με περιορισμένα μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα, σε ένα συνεχές πέρασμα από τις γραμμές της ανεργίας στα προγράμματα κατάρτισης, στη βραχυχρόνια εργασία (5μηνα, 8μηνα, 2χρονα κτλ. προγράμματα που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ) και αντίστροφα.

Στα απόνερα αυτής της εργασιακής ανασφάλειας και περιπλάνησης η διαβόητη «κοινωνική οικονομία», χρηματοδοτούμενη και αυτή αδρά από το ΕΣΠΑ, επιχειρεί αφενός να συγκαλύψει την αυξανόμενη εξαθλίωση κάτω από το μανδύα της «κοινωνικής αλληλεγγύης» και του εθελοντισμού, στο φόντο της ραγδαίας συρρίκνωσης των κρατικών δομών υγείας, παιδείας και πρόνοιας, απαλλάσσοντας το κράτος από σημαντικό μέρος των παροχών υπηρεσίας αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, και αφετέρου να δώσει μια προσωρινή εκτόνωση στη μακροχρόνια ανεργία ειδικά των νέων, μέσα από τη χρηματοδότηση δεκάδων χιλιάδων συνεταιριστικών μικροεπιχειρήσεων, η μεγάλη μάζα των οποίων είναι θνησιγενής, λειτουργούν με ένα ιδιότυπο καθεστώς «υπερεκμετάλλευσης» της εργασίας των εργαζόμενων σε αυτές, συνήθως και των ιδρυτών τους, που χάνεται πίσω από το μανδύα του «συνεταιριστικού» εγχειρήματος και του κοινωφελούς προσανατολισμού, ή είναι μεν σχετικά απαραίτητες για την εύρυθμη συνολική λειτουργία του συστήματος χωρίς ωστόσο να έχουν ικανοποιητικά περιθώρια κερδοφορίας για το κεφάλαιο.

Την ένταση της εκμετάλλευσης και την ενσωμάτωση της εργατικής τάξης την συμπληρώνουν με τη χρηματοδότηση προγραμμάτων τα οποία διεκπεραιώνουν σωματεία, Εργατικά Κέντρα, Ομοσπονδίες, η ΓΣΕΕ μέσω του ΙΝΕ και του ΚΑΝΕΠ, όπου πλειοψηφούν οι δυνάμεις των αστικών κομμάτων στα ΔΣ, με βασικό σκοπό την εκπαίδευση αφενός «παραγωγικών» εργαζόμενων για την εξασφάλιση εργατικής δύναμης ικανής να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής και της ανάπτυξής της (απόκτηση κατάλληλων δεξιοτήτων την λένε οι ίδιοι οι εργοδότες) και στην άνοδο της παραγωγικότητας κι ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Αφετέρου την εκπαίδευση συνδικαλιστικών στελεχών που θα προάγουν την ταξική συνεργασία και θα εντάσσουν τη δράση των συνδικάτων στις απαιτήσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Εκπαιδεύουν συνδικαλιστές οι οποίοι αναλαμβάνουν την επεξεργασία και προώθηση στους εργαζόμενους πολιτικής διαχείρισης για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας –αυτή είναι η στρατηγική της εργοδοτικής-κυβερνητικής πλειοψηφίας– στο όνομα της αντιμετώπισης των προβλημάτων των εργαζόμενων, τη λύση των οποίων εντάσσουν στην καπιταλιστική ανάπτυξη, εμφανίζοντάς την υπερταξική, άρα ωφέλιμη και για τους εργαζόμενους. Έτσι εκτονώνουν τη διαπάλη εργατών-εργοδοσίας ταυτόχρονα με την υπεράσπιση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, της αστικής δημοκρατίας και του αστικού κράτους.

Θέλουν τα συνδικάτα συνδιαχειριστές στην καπιταλιστική ανάπτυξη και την αντιμετώπιση των εργασιακών προβλημάτων στο πλαίσιο του εφικτού της διευρυμένης αναπαραγωγής κερδών και κεφαλαίου ως το ρεαλιστικό μονόδρομο –αυτό καθορίζει τις διαπραγματεύσεις με τους εργοδότες, δηλαδή το πόσα θα χάσουν οι εργαζόμενοι.

Ταυτόχρονα αυτοί οι συνδικαλιστές καλλιεργούν στις εργατικές συνειδήσεις τη λογική της ανάθεσης στους ίδιους της τύχης των προβλημάτων τους χωρίς τη συμμετοχή των μελών των συνδικάτων, των ίδιων των εργαζόμενων δηλαδή, τους θέλουν παθητικούς θεατές μακριά από διεκδικητική δράση και αγώνες, ως το μόνο μέσο καλυτέρευσης της θέσης τους στο σύστημα.

Οι δυνάμεις των αστικών κομμάτων που είναι πλειοψηφία στο ΔΣ της ΑΔΕΔΥ, μέσω του «Κοινωνικού Πολύκεντρου», αναλαμβάνουν προγράμματα με τίτλο «Δράσεις ενίσχυσης της επιχειρησιακής και διοικητικής ικανότητας των δομών και των μελών της ΑΔΕΔΥ», ενταγμένα στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα 2014-2020». Έτσι η ΑΔΕΔΥ ασχολείται δραστήρια με την οργάνωση του αστικού κράτους, τη συμβολή των εργαζόμενων στο δημόσιο τομέα στην αποτελεσματική λειτουργία του, δηλαδή στην αποτελεσματική λειτουργία και δράση του μηχανισμού υλοποίησης των συμφερόντων του κεφαλαίου, εχθρού των εργαζόμενων, σε συνδυασμό με την εκπαίδευσή τους στον «κοινωνικό διάλογο».

Τα αστικά πολιτικά κόμματα συμφωνούν ομόθυμα με τους κεντρικούς προσανατολισμούς των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων. Ο όποιος διαγκωνισμός τους αφορά κυρίως την ανάδειξη του ικανότερου διαχειριστή του ΕΣΠΑ (η ατέρμονη και αδιέξοδη συζήτηση περί απορροφητικότητας των κονδυλίων) και σε ένα βαθμό τις προτεραιότητες της χρηματοδότησης, οι οποίες πιθανό να αναδεικνύουν και διαπάλη συμφερόντων ανάμεσα σε μερίδες του κεφαλαίου για το πού θα κατευθυνθούν τα κονδύλια, ή και προσπάθειες διεκδίκησης αναπροσανατολισμού τους.

Το επόμενο διάστημα, λόγω και των ευρωεκλογών, το ΕΣΠΑ μπορεί να αποτελέσει ένα από τα πεδία αντιπαράθεσης, με το ΣΥΡΙΖΑ να εντάσσει τις χρηματοδοτήσεις του στον ορίζοντα της «ανάπτυξης που έρχεται» και να προτάσσει τις δήθεν κοινωνικές προτεραιότητές του, και τη ΝΔ να εγκαλεί την κυβέρνηση για μη ορθολογική αξιοποίηση των κονδυλίων και για «δογματικές αγκυλώσεις» που δήθεν φρενάρουν την αποτελεσματική χρήση τους. Και οι δυο, όπως και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, παρασιωπούν τον επιλεκτικό προσανατολισμό των κονδυλίων προς τους μονοπωλιακούς ομίλους, αλλά και την ίδια την πηγή τους, κατά βάση την υπεραξία που συνολικά παράγει η εργατική τάξη στην ΕΕ.

Οι κλαδικές και περιφερειακές προτεραιότητες του ΕΣΠΑ δεν έχουν προκύψει «στον αέρα». Λαμβάνουν υπόψη το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό, τη βασική παραγωγική δύναμη της κοινωνίας, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, τις παραγωγικές δυνατότητες, τη δυνατότητα αξιοποίησης της θέσης και του κλίματος. Ωστόσο, καθοριστικό κριτήριο κάθε αστικού σχεδιασμού είναι η κερδοφορία του κεφαλαίου, η διευρυμένη αναπαραγωγή του. Το κέρδος, ως καθοριστικό κριτήριο στον καπιταλισμό, σε συνδυασμό με τη διάρθρωση του κοινωνικού κεφαλαίου ως ενός συνόλου επιμέρους ανταγωνιζομένων κεφαλαίων, οδηγεί σε αντιφάσεις. Από τη μία, οι πλουτοπαραγωγικές πηγές και η παραγωγική δύναμη της κοινωνίας δεν αξιοποιούνται για τη συνδυασμένη κάλυψη των λαϊκών αναγκών. Από την άλλη, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας αντικειμενικά περιορίζεται, αφού τελικά κριτήριο αποτελεί η κερδοφορία των επιμέρους κεφαλαίων. Σε τελευταία ανάλυση, οι προτεραιότητες του ΕΣΠΑ αναδεικνύουν –όμως με ένα διαστρεβλωμένο και περιορισμένο τρόπο– τις δυνατότητες που παρέχουν σήμερα οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας για την ικανοποίηση των αναγκών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Η ικανοποίηση ωστόσο αυτών των αναγκών σκοντάφτει στο ότι η όποια χρηματοδότηση και ανάπτυξη των πηγών που διαθέτει η χώρα οριοθετείται αυστηρά μέσα σε εκείνο το πλαίσιο που καθορίζεται από τις ανάγκες κερδοφορίας και ανταγωνισμού του κεφαλαίου.

Τα κριτήρια επιλογής όλων των χρηματοδοτούμενων έργων, και εκείνων που φαίνεται να έχουν βασικό αποδέκτη τα λαϊκά στρώματα (π.χ. έργα πρόσβασης σε πόσιμο νερό, οικοδόμηση σχολείων και παιδικών σταθμών κτλ.), συνδυάζουν ένα σύνολο κριτηρίων μέσα στα οποία περιλαμβάνονται α) η ύπαρξη ικανοποιητικών ποσοστών κερδοφορίας των κεφαλαιοκρατών που τα κατασκευάζουν (σε βάρος άλλων, λιγότερο κερδοφόρων), β) η προώθηση της ιδιωτικοποίησης λειτουργιών του αστικού κράτους (π.χ. συντήρηση και φύλαξη σχολικών μονάδων) και η διεύρυνση των ΣΔΙΤ που οδηγούν σε αυξημένη κερδοφορία του κεφαλαίου (π.χ. εκμετάλλευση των σχολείων ως πάρκινγκ ή ως θεάτρων το καλοκαίρι κ.ά.), γ) η διασφάλιση της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου συνολικά (π.χ. οδικοί άξονες) και η αύξηση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου στο σύνολο της οικονομίας, δ) η διαμόρφωση των κοινωνικών συμμαχιών της αστικής τάξης, ε) η ενσωμάτωση λαϊκών στρωμάτων.

Στο συγκεκριμένο άρθρο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε ένα αδρό μόνο περίγραμμα των βασικών κατευθύνσεων και προσανατολισμών της χρηματοδότησης μέσω του ΕΣΠΑ και το πώς αυτό υπηρετεί τις στρατηγικές επιδιώξεις της ΕΕ και της ελληνικής αστικής τάξης. Μια πιο ολοκληρωμένη αποτύπωση του σύνθετου αυτού ζητήματος θα απαιτούσε αρκετά μεγαλύτερη έκταση για μια σειρά λόγους. Οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις δρουν συμπληρωματικά με τις χρηματοδοτήσεις μέσα από τον κρατικό προϋπολογισμό, με τα διάφορα εργαλεία της αστικής διαχείρισης (φορολογικές ρυθμίσεις, αναπτυξιακοί νόμοι κτλ.) και με τις ιδιωτικές επενδύσεις κεφαλαίου προκειμένου να στηρίξουν συγκεκριμένους άξονες της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Επιπλέον, οι χρηματοδοτήσεις μέσω του ΕΣΠΑ σε θεματικό, κλαδικό και περιφερειακό επίπεδο διαπλέκονται μεταξύ τους, ενώ οι θεματικοί επενδυτικοί στόχοι και τα Επιχειρησιακά Προγράμματα που τους εξειδικεύουν χρηματοδοτούνται ταυτόχρονα από περισσότερα του ενός ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά κι Επενδυτικά Ταμεία.

Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΕΣΠΑ 2007-2013

Η πείρα που συσσωρεύτηκε από την ολοκλήρωση του ΕΣΠΑ 2007-20135 συμβάλλει στην αποκάλυψη και την αποδόμηση της κυρίαρχης επιχειρηματολογίας σχετικά με τα «κοινοτικά κονδύλια - σωτήρες».

Το ΕΣΠΑ 2007-2013 στηρίχτηκε στο Δ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης (ΚΠΣ) της ΕΕ που ψηφίστηκε το 2005. Υλοποιήθηκε σε μια περίοδο που η ΕΕ επεκτάθηκε στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, με την εισδοχή της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας το 2007 και της Κροατίας το 2013. Οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές του («θεματικοί στόχοι»6) διαμορφώθηκαν με βάση:

  • Το στόχο να γίνει πιο ελκυστική-ανταγωνιστική η ΕΕ και οι περιφέρειές της για την προσέλκυση επενδύσεων («εξωστρέφεια»), μέσα και από την ανάπτυξη αναγκαίων υποδομών.
  • Την ανάγκη ενίσχυσης της επιστημονικής έρευνας και της τεχνολογίας, προκειμένου τα καινούργια επιτεύγματά τους να εφαρμοστούν στην παραγωγή, με σκοπό την αύξηση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων.
  • Την προσαρμογή της εργατικής δύναμης στις νέες απαιτήσεις της καπιταλιστικής συσσώρευσης στην ΕΕ μέσω της προώθησης της προσαρμοστικότητας των εργαζόμενων στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των επιχειρήσεων και της κινητικότητάς τους, τόσο μεταξύ κλάδων όσο και μεταξύ των κρατών-μελών.

Για την Ελλάδα προϋπολογίστηκε αρχικά κοινοτική χρηματοδότηση ύψους 20,4 δισ. ευρώ. Μέχρι το τέλος της προγραμματικής περιόδου, το Μάρτη του 2017, τα κονδύλια αυξήθηκαν, φτάνοντας τα 21,7 δισ. ευρώ περίπου7. Η απορρόφηση των κονδυλίων και η υλοποίηση των προγραμμάτων έγινε με μεταβαλλόμενους ρυθμούς στη διάρκεια του προγράμματος. Πολλές φορές μέσα στην 7ετία εντάχτηκαν και απεντάχτηκαν έργα για την εξυγίανση προγραμμάτων, λήφθηκαν μέτρα μείωσης των γραφειοκρατικών κολλημάτων ή μέτρα απελευθέρωσης κονδυλίων από την υπερδέσμευσή τους («overbooking»). Η αναπροσαρμογή αυτή κρίθηκε αναγκαία με δεδομένη τη μεγάλη καθυστέρηση απορρόφησης των κονδυλίων. Χαρακτηριστικό είναι ότι τον Ιούνη του 2012, ένα χρόνο πριν την τυπική λήξη του προγράμματος, η απορρόφηση των κονδυλίων μόλις που έφτανε το 41%. Η καθυστέρηση της απορρόφησης είναι συνηθισμένη στα προγράμματα του ΕΣΠΑ. Αποτυπώνει τόσο τις συγκυριακές δυσκολίες του κεφαλαίου (καπιταλιστική οικονομική κρίση και μείωση επενδυτικής δραστηριότητας και ρευστότητας της οικονομίας) όσο και αντιφάσεις της καπιταλιστικής οικονομίας, οι οποίες δεν μπορούν να επιλυθούν από τα εργαλεία προγραμματισμού του ΕΣΠΑ (αδυναμία ολοκληρωμένου χρονικού προγραμματισμού, προτεραιότητες με κριτήριο το ποσοστό κέρδους του κάθε ομίλου και όχι τη γενική αξιοποίηση του κοινωνικού κεφαλαίου, αντιθέσεις ανάμεσα στους ομίλους για την κατανομή της χρηματοδότησης κ.ά.). Σηματοδοτεί δε και τη διαπάλη μεταξύ τμημάτων της αστικής τάξης ή την πίεση που αυτή ασκεί στο αστικό κράτος ώστε να αποσπάσει διευκολύνσεις, αυξήσεις χρηματοδότησης ή μείωση κόστους του υπό ανάληψη έργου.

Η λίστα των 181 έργων προτεραιότητας (πίνακας 1), που χαρακτηρίστηκε και ως «νέο σχέδιο Μάρσαλ», είχε ως στόχο να μπουν οι βάσεις για το νέο γύρο καπιταλιστικής συσσώρευσης στην Ελλάδα. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των έργων αφορούσε την αναβάθμιση των υποδομών (οδικά και σιδηροδρομικά δίκτυα), την τόνωση της επιχειρηματικής δράσης σε νέους κλάδους κερδοφορίας (π.χ. ενεργειακές υποδομές, διαχείριση στερεών αποβλήτων), την επέκταση της αντιλαϊκής πολιτικής στον τομέα της υγείας υπέρ των φαρμακοβιομηχανιών (π.χ. ηλεκτρονική συνταγογράφηση), τον απαιτούμενο για τις ανάγκες του κεφαλαίου εκσυγχρονισμό του ελληνικού αστικού κράτους («ηλεκτρονική διακυβέρνηση», σύστημα για τη φοροδιαφυγή, Εθνικό Ληξιαρχείο, ηλεκτρονικό εισιτήριο). Τα 181 έργα προτεραιότητας, και τα 26 μεγάλα έργα που ξεχώρισαν από αυτά, αντιπροσώπευαν το 53% και το 23% αντίστοιχα της χρηματοδότησης του ΕΣΠΑ.

Ο κύριος όγκος των έργων αναλήφθηκε από ομίλους που δραστηριοποιούνται στους κλάδους των Κατασκευών και των Τηλεπικοινωνιών (πίνακας 2), οι οποίοι, λόγω του μεγέθους του κεφαλαίου τους και του εύρους των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους αλλά και της δυνατότητας συνεργασίας τους με ξένους μονοπωλιακούς ομίλους, ανέλαβαν είτε απευθείας είτε μέσω των θυγατρικών τους είτε μέσω κοινοπραξιών τη διεκπεραίωση παραπάνω του ενός έργου. Τα μικρότερα τεχνικά γραφεία ή επιχειρήσεις που συμμετείχαν σε αυτά τα έργα αναλάμβαναν μικρά τμήματα αυτών (π.χ. μελέτες, γραφειοκρατικά θέματα κλπ.) και πιθανά να λειτουργούσαν από πριν σε συνεργασία ή σα δορυφόροι των μονοπωλίων αυτών.

2019-3-Pin-1

Επιπλέον, έργα που αφορούσαν τον εκσυγχρονισμό του αστικού κράτους, όπως το ELENXIS, ανέλαβαν μονοπωλιακοί όμιλοι όπως η COSMOTE (Deutsche Telecom) και η INTRASOFT, και δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, καθώς τέτοια έργα απαιτούν διαχείριση και οργάνωση μεγάλου όγκου δεδομένων και συνδέσεων.

Γίνεται φανερό ότι ο στόχος για τη «στήριξη της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας» αφορούσε πρωτίστως τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους μονοπωλιακούς ομίλους. Καθόλου τυχαία, στο πλαίσιο του «να μη χαθεί κονδύλι», είχε θεσπιστεί ρήτρα σύμφωνα με την οποία ό,τι ποσό δεν απορροφάται από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) θα κατευθύνεται απευθείας στις μεγάλες επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, τα εξειδικευμένα προγράμματα του ΕΣΠΑ για τις ΜμΕ είχαν διπλό σκοπό: Αφενός τη στήριξη των οικονομικά μεγαλύτερων ΜμΕ ή άλλων δυναμικών μικρότερων επιχειρήσεων σε κλάδους και τομείς υψηλού ενδιαφέροντος και ρίσκου και αφετέρου την ανακύκλωση και αποφυγή αύξησης της ανεργίας, καθώς και τη δημιουργία κοινωνικών συμμαχιών της αστικής τάξης με λαϊκά στρώματα. Πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα για το πού στοχεύουν οι χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ προς τις λεγόμενες «μικρομεσαίες» επιχειρήσεις δίνουν τα προγράμματα για την ανάπλαση κτηριακών εγκαταστάσεων, την εξοικονόμηση ενέργειας, την ψηφιακή αναβάθμιση, την «καινοτομία». Πρόκειται για έργα των οποίων μεγάλο κομμάτι στηρίζει άμεσα ή έμμεσα μεγαλύτερους ομίλους: Οι αναπλάσεις κτηρίων με ενεργειακά χαρακτηριστικά απαιτούν εξειδικευμένες επιχειρήσεις και ειδικά υλικά που διαθέτουν μεγαλύτερες επιχειρήσεις, η ψηφιακή αναβάθμιση τελικά στηρίζει την κερδοφορία μεγάλων ομίλων τηλεπικοινωνιών, πληροφορικής κ.ά.

2019-3-Pin-2

Στο ΕΣΠΑ 2007-2013 αναβαθμίστηκε σημαντικά ο ρόλος των τραπεζών στη διαχείριση των κονδυλίων. Τα λεγόμενα «χρηματοδοτικά εργαλεία» έδωσαν τη δυνατότητα να κατανέμουν οι τράπεζες τα κονδύλια του ΕΣΠΑ σε επιχειρήσεις και κλάδους, δημιουργώντας και το αντικειμενικό έδαφος για τη συμμετοχή τους στη διαχείριση του κεφαλαίου των επιχειρήσεων. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα «Jessica» για την ανάπλαση - ενεργειακή αναβάθμιση. Οι ΜμΕ ή οι ιδιώτες κάνουν αίτηση στην τράπεζα, η οποία ελέγχει τα στοιχεία του αιτούντος (οικονομικά και επενδυτικό πλάνο) και, αν το εγκρίνει, τα αναλογούντα κονδύλια του ΕΣΠΑ εισρέουν σε αυτή –και όχι στους αιτούντες– και το υπόλοιπο κομμάτι το καλύπτει (με πρόθεση του αιτούντος) με δάνειο, που το ΕΣΠΑ σε ένα βαθμό είτε εγγυάται είτε επιδοτεί το επιτόκιό του. Διπλά κερδισμένο, δηλαδή, έμμεσα και άμεσα βγαίνει το τραπεζικό κεφάλαιο, αφού αυξάνει τη ρευστότητά του, κινεί το συσσωρευμένο του κεφάλαιο και αποκτά δυνατότητα συμμετοχής στη διεύθυνση μιας επιχείρησης.

Η ενίσχυση του ρόλου των τραπεζών στη διοχέτευση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ αποτέλεσε ένα ακόμη μέσο πίεσης των μικρότερων επιχειρήσεων, το οποίο, σε συνδυασμό με τη γενικότερη πολιτική του αστικού κράτους, με τους όρους διάθεσης των κοινοτικών κονδυλίων και την προσπάθεια ανάπτυξης επιχειρηματικών συνεργιών (π.χ. clusters, αλυσίδες αξιών), ωθεί ενεργά στη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της παραγωγής στους μονοπωλιακούς ομίλους.

Καταγγελίες για υπερκοστολογήσεις έργων, χρηματοδοτήσεις χωρίς πληρότητα όρων ή με πλαστά στοιχεία (φορολογικά, εικονικές συναλλαγές, τιμολόγια κλπ.) για μεγάλες ξενοδοχειακές και βιομηχανικές μονάδες συνόδευσαν το ΕΣΠΑ 2007-2013 σε όλο το χρονικό του διάστημα και είναι ενδεικτικά στοιχεία και του ανεπίσημου τρόπου ενίσχυσης του μεγάλου κεφαλαίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο οδικός άξονας Ε65, η κατασκευή του οποίου τελικά στηρίχτηκε εξολοκλήρου στη χρηματοδότηση του κράτους, χωρίς να βάλει ούτε «ένα ευρώ» ο παραχωρησιούχος, ο οποίος ευνοήθηκε, μέσα σε όλα, και με την εκμετάλλευσή του (διόδια, αποζημιώσεις κλπ.).8

 

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΣΠΑ 2007-2013 ΓΙΑ ΤΑ ΛΑΪΚΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ

Το ΕΣΠΑ 2007-2013 όχι μόνο δεν αντιμετώπισε τα οξυμένα προβλήματα της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, αλλά, αντίθετα, στηρίζοντας την κερδοφορία και τη συσσώρευση του κεφαλαίου, δεν μπορούσε παρά να τα οξύνει παραπέρα.

Το ΕΣΠΑ 2007-2013 είχε σημαντική συμβολή στη διαμόρφωση μιας εργατικής δύναμης πιο προσαρμοσμένης στις σημερινές ανάγκες του κεφαλαίου μέσα από την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων που προωθήθηκε από τα προγράμματά του και την εντατικοποίηση της εργασίας συνολικά, που οδηγεί σε αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης. Τρανταχτό παράδειγμα, αν και όχι το μοναδικό, αποτελούν οι λεγόμενες «επιταγές εισόδου στην απασχόληση», τα διαβόητα «voucher απασχολησιμότητας». Οι «ευκαιρίες» απασχόλησης, όπως προκλητικότατα αποκαλούνται, είναι προγράμματα τα οποία απευθύνονται κυρίως σε νεολαία (18-35 ετών), αλλά και σε μεγαλύτερες ηλικίες (>50-55) και τα οποία ανακυκλώνουν την ανεργία σε αυτές τις ηλικίες, σε συνθήκες παντελούς έλλειψης εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων9.

Πατώντας στο αντικειμενικό πρόβλημα της ανεργίας, το ΕΣΠΑ βοήθησε να οικοδομηθεί το υπόβαθρο της επέκτασης και της αποδοχής από τους εργαζόμενους, και δη τους νέους, της δουλειάς με ελαστικά ωράρια (υπεραπασχόληση ή υποαπασχόληση), για σύντομο διάστημα μέσα στο χρόνο, με αύξηση της κινητικότητας των εργαζόμενων μεταξύ κλάδων, χωρίς συλλογικές συμβάσεις. Τα ανεπίσημα στοιχεία, καθώς πουθενά δεν ανακοινώνονται οι εργαζόμενοι με voucher, αρκούν να αναδείξουν το εύρος της απελπισίας των νέων ανέργων (μόνο το 2014 υπολογίστηκαν σε περίπου 300.000 οι αιτήσεις για τις ηλικίες 18-24). Η κάλυψη από κονδύλια του ΕΣΠΑ μισθού και ασφαλιστικών εισφορών για τη βραχυχρόνια πρόσληψη εργαζόμενων, στο όνομα της καταπολέμησης της ανεργίας, αποτελεί ένα ακόμα κανάλι διοχέτευσης «ζεστού» χρήματος στις επιχειρήσεις. Αντίστοιχο χαρακτήρα έχουν τα διάφορα προγράμματα ενεργητικής απασχόλησης στο όνομα της καταπολέμησης της ανεργίας (π.χ. απόκτηση εργασιακής εμπειρίας, επανειδίκευσης κ.ά.)

Την ίδια συνολική στόχευση υπηρετούν και οι χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ για την «αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος». Η προώθηση της «διά βίου εκπαίδευσης» εξασφαλίζει τη μόνιμη κινητικότητα και προσαρμοστικότητα των εργαζόμενων στις εκάστοτε απαιτήσεις της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου και δεν έχει καμιά σχέση με την επιστημονική εμβάθυνση κι ενημέρωση αναφορικά με το αντικείμενο του εργαζόμενου.

Επιπρόσθετα, οι όποιες χρηματοδοτήσεις έγιναν στη βασική εκπαίδευση (κάλυψη θέσεων καθηγητών και δασκάλων, μερεμέτια στα σχολικά κτήρια, πρωινά γεύματα, αλλαγές σε προγράμματα μαθημάτων) δεν αναβάθμισαν ουσιαστικά την εκπαιδευτική δραστηριότητα και το περιεχόμενό της προς όφελος της μόρφωσης των παιδιών της λαϊκής οικογένειας. Τα κενά καθηγητών και δασκάλων στα σχολεία συνέχισαν να υπάρχουν και να καλύπτονται μόνο προσωρινά, χιλιάδες παιδιά συνέχισαν να μένουν εκτός βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών κάθε χρόνο, αναγκάζοντας τα νέα ζευγάρια να πληρώνουν αδρά, οι δε σχολικές υποδομές συνέχισαν να καταρρέουν, ενώ ακόμη και η θέρμανση σε πολλές περιπτώσεις δεν ήταν δεδομένη.

Παράλληλα, τα κονδύλια του ΕΣΠΑ για την ανάπτυξη της «επιχειρηματικότητας» («νεανική», «γυναικεία» και «άνω των 60») δε στόχευαν, στην πραγματικότητα, στην πραγματική ενίσχυση των πιο φτωχών μεσαίων στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου. Αποσκοπούσαν στην ανακοπή της αύξησης της ανεργίας, ιδιαίτερα στα χρόνια της κρίσης, αλλά και στη δημιουργία συμμαχιών της αστικής τάξης. Οι αυτοαπασχολούμενοι είχαν φυσικά το δικαίωμα να υποβάλλουν αίτηση για χρηματοδότηση, αλλά μια σειρά ρήτρες των ίδιων των προγραμμάτων και η αντικειμενική πραγματικότητά τους (ύψος ιδίων κεφαλαίων, υποχρέωση για θετικούς ισολογισμούς πριν την ένταξη, αλλά και δέσμευση για τέτοιους και μετά από την ένταξη κλπ.) τελικά είτε απέκλειαν πολλούς από αυτούς είτε τους φόρτωναν και με το κόστος του δανεισμού. Η φορολογική και ασφαλιστική πολιτική του αστικού κράτους, η πίεση του ανταγωνισμού των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων αποτελούν παράγοντες που δρουν και θα δρουν καθηλωτικά ενάντια στην πολύ μικρή επιχείρηση.

Οι Περιφέρειες και οι δήμοι είναι τα κομμάτια του αστικού κράτους που έχουν αναλάβει κεντρικό ρόλο στην υλοποίηση των σχεδιασμών του ΕΣΠΑ συνολικά και ανά τομέα. Οι επιλογές έργων στις Περιφέρειες ήταν πλήρως ενταγμένες στις συνολικές προτεραιότητες της αστικής τάξης για την καπιταλιστική ανάπτυξη της χώρας στο εσωτερικό της και στην ευρύτερη περιοχή. Γι’ αυτό και το κέντρο βάρους ήταν τα δίκτυα μεταφορών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ΠΕΠ Μακεδονία-
Θράκη, το δεύτερο σε μέγεθος επιδότησης μετά από το ΤΕΠ Προσπελασιμότητας. Ως Περιφέρειες άμεσα συνορεύουσες με τα Βαλκάνια και άρα και με την ΕΕ, χρηματοδοτήθηκαν κυρίως για τη δημιουργία και τον εκσυγχρονισμό των οδικών τους δικτύων.

Οι λαϊκές ανάγκες έμειναν σταθερά στο περιθώριο. Αντιπλημμυρικά έργα, δίκτυα αποχέτευσης και ύδρευσης, δίκτυα ευρυζωνικότητας, έργα σχετικά με την υγεία και την παιδεία υλοποιούνταν μόνο στο βαθμό που ήταν άμεσα συνυφασμένα με την κερδοφορία του κεφαλαίου σε κλάδους όπως ο τουρισμός, η ενέργεια, οι μεταφορές, οι κατασκευές. Γι’ αυτό ήταν αποσπασματικά, χωρίς συνολικό σχεδιασμό που να μπορεί να καλύψει τις κοινωνικές ανάγκες. Τρανταχτό παράδειγμα το ρέμα της Εσχατιάς στην Αττική, έργο ενταγμένο στα 26 μεγαλύτερα έργα του ΕΣΠΑ, που έμεινε στα χαρτιά, πέρασε από τη «χαραμάδα» στο επόμενο ΕΣΠΑ και βρίσκεται ακόμη στο επίπεδο των σχεδίων. Αποτέλεσμα: Οι δυτικές συνοικίες της Αθήνας να πλημμυρίζουν κάθε λίγο και λιγάκι, με ανθρωποθυσίες και μεγάλες υλικές καταστροφές για το λαϊκό κόσμο.

Από την άλλη, η όποια μερικότερη ωφέλεια λαμβάνουν τα λαϊκά στρώματα από έργα του ΕΣΠΑ σε δήμους και Περιφέρειες συνοδεύεται από την αύξηση της «ανταποδοτικότητας» (αύξηση δημοτικών τελών, επιβολή νέων, ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων χώρων - χρήση εισιτηρίου κλπ.). Αρκεί να αναφερθεί το παράδειγμα με τα οδικά έργα σε Μακεδονία και Θράκη: Η κατασκευή του δρόμου Θεσσαλονίκη-Καβάλα και Καβάλα-Ξάνθη μείωσε το χρόνο ταξιδιού και το κατέστησε ασφαλές και εύκολο, όμως συνοδεύτηκε από διόδια σε διάφορα σημεία που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχαν.

Ακόμη και οι κυβερνητικές θριαμβολογίες μετά από την ολοκλήρωση του ΕΣΠΑ (π.χ. ότι «988.701 άνθρωποι απέκτησαν πρόσβαση σε πόσιμο νερό, 358.292 απέκτησαν πρόσβαση σε αποχετευτικό σύστημα, 25.000 περίπου νέες θέσεις δημιουργήθηκαν...»10), αρκεί να αναδείξει το πόσο άδικη και ταξική είναι η καπιταλιστική ανάπτυξη. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με σχετικά ανεπτυγμένες παραγωγικές δυνάμεις, μηχανοποιημένη παραγωγή στον αγροτικό τομέα και σε κλάδους της μεταποίησης, πλούσια σε φυσικούς πόρους και κυρίως πλούσια στην κύρια παραγωγική δύναμη, τον εργαζόμενο άνθρωπο, αφού έχει εκτεταμένη, έμπειρη κι εκπαιδευμένη εργατική τάξη. Οι δυνατότητες κάλυψης των σύγχρονων λαϊκών αναγκών είναι καταφανείς. Σε μια τέτοια χώρα, είναι τουλάχιστον φαιδρό να πανηγυρίζει κανείς για το ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που ζουν χωρίς αποχετευτικό, χωρίς ύδρευση, χωρίς ασθενοφόρα και πυροσβεστικά οχήματα, χωρίς επαρκή θέρμανση, ανάγκες που υποτίθεται καλύπτονται τόσο από τον κρατικό προϋπολογισμό όσο και από τα κοινοτικά προγράμματα. Και αυτό δεν αποτελεί αποκλειστικά «ελληνικό φαινόμενο»!

Συμπερασματικά, η χρηματοδότηση του ελληνικού καπιταλισμού μέσω του ΕΣΠΑ 2007-2013 με 3 δισ. ευρώ το χρόνο βοήθησε στην ανάπτυξη υποδομών σε τομείς κρίσιμους για την κερδοφορία του κεφαλαίου. Κατευθύνθηκε κυρίως σε έργα μεγάλης εμβέλειας για το κεφάλαιο, που όμως το κόστος τους δεν μπορούσε να αναληφθεί από τον κάθε μεμονωμένο όμιλο, για λόγους μη ικανοποιητικής κερδοφορίας, αλλά και λόγω του μεγέθους του κεφαλαίου που απαιτούνταν. Αποτέλεσε μια σημαντική «ένεση ρευστότητας» για την εγχώρια αστική τάξη, ειδικά στα χρόνια της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, επιτρέποντάς της να διατηρήσει έναν ικανοποιητικό ρυθμό καπιταλιστικής συσσώρευσης και να αντιμετωπίζει σήμερα με καλύτερους όρους τη συμμετοχή της στα γενικότερα σχέδια στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Ο προσανατολισμός των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, όπως κωδικοποιήθηκε αδρά παραπάνω, αποδεικνύει τον ξεκάθαρο και συμπαγή ταξικό, φιλομονοπωλιακό χαρακτήρα κάθε χρηματοδοτικού μηχανισμού στο πλαίσιο του καπιταλισμού. Στόχος κάθε τέτοιου χρηματοδοτικού μηχανισμού είναι η διεύρυνση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου και η διασφάλιση της ταξικής κυριαρχίας του, μέσα από την άμεση χρηματοδότηση των ομίλων, τη διαμόρφωση όρων επιχειρηματικής δράσης (ιδιωτικοποιήσεις/αλλαγές στο κράτος), την ταξική χειραγώγηση των εργαζόμενων.

Το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) 2014-2020 της ΕΕ, επί της ουσίας ο κοινοτικός προϋπολογισμός για το διάστημα αυτό, ψηφίστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 19.11.13. Το ΕΣΠΑ («Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης») αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του ΠΔΠ. Διαφορετικό κομμάτι του ΠΔΠ συνιστούν τα κονδύλια για τις άμεσες πληρωμές της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (πυλώνας Ι της ΚΑΠ). Κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης του ΠΔΠ εκδηλώθηκαν έντονες αντιθέσεις και συγκρούσεις ανάμεσα στις αστικές κυβερνήσεις των κρατών-μελών σχετικά με το ύψος του Πλαισίου και την εθνική συμμετοχή της κάθε χώρας, σχετικά με την κατανομή των πόρων (θεματική και περιφερειακή) και τα κριτήριά της, αλλά και σχετικά με τις επιβαλλόμενες ποινές στα κράτη-μέλη που δεν υλοποιούν τους στόχους που θέτει η χρηματοδότηση. Στους ανταγωνισμούς και τους αμοιβαίους συμβιβασμούς, τους άξονες και αντιάξονες που διαμορφώνονταν το διάστημα αυτό, η αστική τάξη της Ελλάδας επικέντρωσε βασικά στη διασφάλιση περισσότερων πόρων από την κοινοτική χρηματοδότηση. Η προσπάθεια αυτή κινήθηκε αρχικά στην αποφυγή μείωσης του συνολικού όγκου του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου. Η Ελλάδα, λόγω της κρίσης και του σχετικά μικρότερου επιπέδου ανάπτυξης σε σχέση με άλλες ισχυρότερες οικονομίες της ΕΕ, έχει θετικό ισοζύγιο στις άμεσες ροές χρηματοδότησης από το ΠΔΠ. Παράλληλα, η αστική τάξη της Ελλάδας επιχείρησε να διευρύνει περαιτέρω αυτό το θετικό ισοζύγιο μέσα από την αύξηση των κονδυλίων που αφορούν τη λεγόμενη «πολιτική συνοχής», δηλαδή τη χρηματοδότηση των λιγότερο αναπτυγμένων περιοχών της ΕΕ. Στον ίδιο άξονα κινήθηκε και ο τρίτος στόχος της αποφυγής τροποποίησης της ταξινόμησης των περιφερειών που, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξής τους, μπορούν να επιλεγούν για διάφορα έργα ΕΣΠΑ, προκειμένου να αποφευχθεί μια πιθανή μείωση των κονδυλίων σε περιφέρειες που θα εντάσσονταν στις «περισσότερο ανεπτυγμένες» (π.χ. Αττική), με δυνατότητα χρηματοδότησης έργων υποδομών και μεταφορών που δε θα εντάσσονταν απαραίτητα στα «διευρωπαϊκά δίκτυα».11 Το τελικό αποτέλεσμα των ενδοαστικών διαπραγματεύσεων, παρόλο που δε σηματοδότησε κάποια μείωση στο συνολικό ύψος του ΠΔΠ σε σχέση με το προηγούμενο, όπως αρχικά επιδίωκαν ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες σαν τη Γερμανία, δεν μπορούσε παρά να αντανακλά στις συνολικές του προτεραιότητες πρώτα και κύρια τη δύναμη των μονοπωλιακών ομίλων των ισχυρών χωρών.

Έπειτα από τους αμοιβαίους συμβιβασμούς των αστικών τάξεων και τις μερικές αναπροσαρμογές που ακολούθησαν μετά από το 2013, το συνολικό ύψος της χρηματοδότησης του ΠΔΠ για όλα τα κράτη-μέλη ανέρχεται στα 1,087 τρισεκατομμύρια ευρώ για το διάστημα 2014-2020. Το ποσό αυτό αποτελεί μόλις πάνω από το 1% του ΑΕΠ της ΕΕ των 28, στοιχείο που αποκαλύπτει το πόσο μακριά βρίσκεται η καπιταλιστική ένωση από τη διαμόρφωση μιας ενιαίας δημοσιονομικής πολιτικής. Οι βασικοί άξονες των δαπανών του ΠΔΠ, σε σύγκριση με το αντίστοιχο πλαίσιο της επταετίας 2013-2020, δίνονται στον πίνακα 3.

2019-3-Pin-3

Η σύγκριση των 2 διαδοχικών περιόδων δείχνει μια μικρή απόλυτη αύξηση των κονδυλίων του ΠΔΠ, παρόλο που αυτά εκφράζουν ένα ελαφρά μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ της ΕΕ. Παρατηρείται μια αύξηση των κονδυλίων σε απόλυτα μεγέθη σε όλες τις βασικές κατηγορίες, εκτός από αυτή των «Φυσικών Πόρων» (ΚΑΠ), όπου τα κονδύλια παραμένουν βασικά στάσιμα. Τα κονδύλια για την «Οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή» (η βασική πηγή του ΕΣΠΑ) αυξάνονται κατά 4,6%, παρόλο που το ποσοστό τους στο σύνολο του ΠΔΠ μειώνεται ελαφρά από το 35,7% στο 34,2%. Η μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση παρατηρείται στα κονδύλια για την «Ανταγωνιστικότητα» (55%) και για την «Ασφάλεια και ιθαγένεια» (43%, αντανακλώντας και τη χρηματοδότηση των κατασταλτικών μηχανισμών με δικαιολογία τις μεταναστευτικές ροές). Στο πλαίσιο της πρώτης κατηγορίας σημειώνουμε και τη μεγάλη αύξηση (88%, στα 24 δισ. ευρώ) στο πρόγραμμα «Συνδέοντας την Ευρώπη». Πρόκειται για ένα πρόγραμμα - χρηματοδοτικό εργαλείο που προωθήθηκε έντονα από τη Γερμανία και αφορά την ανάπτυξη υποδομών πανευρωπαϊκής εμβέλειας σε μεταφορές, ενέργεια και τηλεπικοινωνίες.12

Αντιμέτωπο με σημαντικές δυσκολίες στην επίτευξη ικανοποιητικών ρυθμών ανάπτυξης και κερδοφορίας, το ευρωπαϊκό κεφάλαιο προσδιόρισε πολύ πιο αυστηρούς όρους χρηματοδότησης μέσω του ΠΔΠ και πολύ πιο σφιχτούς μηχανισμούς ελέγχου:

  • Αναβαθμίστηκε ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στον έλεγχο της πορείας υλοποίησης των προγραμμάτων.
  • Η «Πολιτική Συνοχής» συνδέθηκε με τους γενικότερους στόχους δημοσιονομικής πειθαρχίας της ΕΕ και η χρήση των κονδυλίων κρίνεται με βάση την προσαρμογή του κάθε κράτους-μέλους σε αυτούς τους στόχους. Θεσπίστηκε η παρακράτηση του 5% από τη χρηματοδότηση όλων των Ταμείων και η αποδέσμευσή της μετά από την ενδιάμεση αξιολόγηση των προγραμμάτων το 2019 («ειδικό αποθεματικό επίδοσης»).
  • Σε χώρες όπως η Ελλάδα, με μεγάλο χρέος, ελλείμματα ή που βρίσκονται σε καθεστώς ενίσχυσης από ευρωπαϊκούς μηχανισμούς σταθερότητας, επιβάλλεται η προσαρμογή των χρηματοδοτήσεων στην εξυπηρέτηση της μακροοικονομικής τους «προσαρμογής». Όποτε διαπιστώνεται απόκλιση από το στόχο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να αναστέλλει μέρος ή και το σύνολο των χρηματοδοτήσεων.
  • Δημιουργήθηκε το λεγόμενο «Κοινό Στρατηγικό Πλαίσιο» σε επίπεδο ΕΕ για τον καλύτερο συντονισμό μεταξύ των Ταμείων και των επιχειρησιακών προγραμμάτων.
  • Προσδιορίστηκε ως βασικό κριτήριο του προσανατολισμού των χρηματοδοτήσεων σε συγκεκριμένα έργα η λεγόμενη «Ευρωπαϊκή Προστιθέμενη Αξία»13, δηλαδή η δυνατότητα ενός έργου να πετυχαίνει καλύτερα και πιο ολοκληρωμένα συγκεκριμένους θεμελιακούς στόχους της ΕΕ μέσω χρηματοδότησης σε ευρωπαϊκό παρά σε εθνικό επίπεδο, π.χ. μεταφορικές υποδομές που διασυνδέουν τα κράτη-μέλη, εξασφαλίζοντας πιο γρήγορη και αποτελεσματική διακίνηση των εμπορευμάτων.

Από τα κονδύλια του ΠΔΠ ένα σημαντικό μέρος –460 δισεκατομμύρια ευρώ ή το 42,3%– κατευθύνονται προς τα κράτη-μέλη μέσω των 5 Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων (ΕΤΠΑ, ΕΚΤ, ΤΣ, ΕΓΤΑΑ, ΕΤΘΑ)14 και του προγράμματος «Πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων». Τα κονδύλια από τον κοινοτικό προϋπολογισμό συμπληρώνονται αναγκαστικά από εθνικούς πόρους (άλλα 186 δισ. ευρώ) για τη χρηματοδότηση των έργων που εντάσσονται στο ΕΣΠΑ του κάθε κράτους-μέλους.

 

ΤΟ ΕΣΠΑ 2014-2020 ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Για την προγραμματική περίοδο 2014-2020 το ποσό που αναλογεί στην Ελλάδα από κοινοτικούς πόρους ανέρχεται στα 21,4 δισ. ευρώ και μαζί με τους εθνικούς πόρους των 5,4 δισ. ευρώ δίνουν μια συνολική χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ ύψους 26,7 δισ. ευρώ15. Η κοινοτική χρηματοδότηση μέσω ΕΣΠΑ αντιστοιχεί επομένως σε 3 δισ. ευρώ ανά έτος ή, αν υποθέσουμε ότι δίνονταν ως άμεση ενίσχυση σε κάθε άτομο του πληθυσμού της χώρας, σε μόλις 278 ευρώ ανά έτος. Σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο η εθνική συμμετοχή στη χρηματοδότηση των έργων του ΕΣΠΑ μειώθηκε από το 25% στο 20%. Η διαχρονική εξέλιξη των κοινοτικών κονδυλίων (πλην των άμεσων πληρωμών της ΚΑΠ) φαίνεται στον πίνακα 4.

2019-3-Pin-4

Η αστική τάξη της χώρας, στο πλαίσιο των στοχεύσεών της για την καπιταλιστική ανάπτυξη (αποτυπώνονται και στο αναπτυξιακό μοντέλο «Ελλάδα 2021») και της γενικότερης στρατηγικής της ΕΕ, επικεντρώνει τις χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ σε 11 τομείς που «συγκεντρώνουν τα χαρακτηριστικά εκείνα (κρίσιμη μάζα και ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα) με τα οποία θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που προσφέρει η έξυπνη εξειδίκευση»16. Οι στρατηγικοί αυτοί τομείς είναι:

– Αγροδιατροφή - βιομηχανία τροφίμων

– Ενέργεια

– Εφοδιαστική αλυσίδα

– Πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες

– Περιβάλλον

– Τουρισμός

– Τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών

– Υγεία

– Υλικά - κατασκευές.

Οι προϋπολογισμένοι συνολικοί (κοινοτικοί και εθνικοί) πόροι του ΕΣΠΑ ανά Ταμείο δίνονται στον πίνακα 5.

2019-3-Pin-5

Η κατανομή των πόρων του ΕΣΠΑ με βάση τους 11 επενδυτικούς «θεματικούς στόχους» της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»17 φαίνεται στον πίνακα 618.

2019-3-Pin-6

Αξίζει να προσέξει κανείς ότι η αστική τάξη επιχειρεί να συγκαλύψει τον πραγματικό χαρακτήρα των χρηματοδοτήσεων του ΕΣΠΑ πίσω από τις εύηχες ονομασίες των θεματικών στόχων: «Ποιοτική απασχόληση», «καταπολέμηση φτώχειας», «βιώσιμες μεταφορές», «βελτίωση της αποδοτικότητας», «προστασία του περιβάλλοντος» και άλλα παρόμοια. Μένει έτσι αθέατο ότι σε κάθε έναν από τους θεματικούς αυτούς στόχους τα κονδύλια του ΕΣΠΑ είτε κατευθύνονται άμεσα προς τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους είτε δημιουργούν συνθήκες, όρους και υποδομές για την αύξηση της κερδοφορίας τους. Επιχειρείται να καλλιεργηθεί στα λαϊκά στρώματα η υπερταξική αυταπάτη ότι οφείλουν να υιοθετήσουν τους στόχους του ΕΣΠΑ σα δικούς τους, γιατί τα έργα που θα υλοποιηθούν θα εξυπηρετήσουν ισόμετρα όλους. Ποιος θα μπορούσε άραγε, με μια πρώτη ματιά, δίχως να ξύσει την επιφάνεια των πραγμάτων και να φτάσει στην ουσία τους, να αρνηθεί ότι ζητήματα όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες, η βελτίωση της δημόσιας διοίκησης, των μεταφορικών υποδομών και της απασχόλησης δεν αφορούν όλους το ίδιο, καπιταλιστή και εργάτη αντάμα; Τα αστικά επιτελεία έχουν διαπαιδαγωγηθεί πολύ καλά στα πανεπιστήμια της εξαπάτησης και χειραγώγησης!

Όμως, «ποιοτικός», «βιώσιμος», «αποδοτικός» για ποιον; Ο τότε επικεφαλής της Κομισιόν, Jose Baroso, σε συνέντευξή του ανέφερε ότι «η πολιτική συνοχής αποτελεί τη μεγαλύτερη επένδυση της ΕΕ στην πραγματική οικονομία, και κεντρικό πυλώνα του τριγώνου των οικονομικών πολιτικών της ΕΕ που συναπαρτίζουν η δημόσια εξυγίανση, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η επένδυση στην ανάπτυξη»19. Μέσα από αυτό το πρίσμα πρέπει να εξεταστούν οι προτεραιότητες του ΕΣΠΑ.

Η «ποιοτική απασχόληση» σημαίνει για το κεφάλαιο ότι «οι θέσεις εργασίας [πρέπει] να ευθυγραμμίζονται με την επικρατούσα απαίτηση δεξιοτήτων μιας οικονομίας»20. «Ποιοτική», για το κεφάλαιο, είναι η απασχόληση που εξυπηρετεί την αύξηση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητάς του σε κάθε ιστορική στιγμή. Η κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για το μισθό και η σύνδεσή του με την παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα της οικονομίας (νόμος Βρούτση-Αχτσιόγλου) της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, και των προκατόχων της, είναι απόλυτα εναρμονισμένη με αυτήν την προτεραιότητα. Την ανάγκη για φθηνό και ευέλικτο εργατικό δυναμικό υπηρέτησαν και υπηρετούν τα προγράμματα του ΕΣΠΑ σαν κομμάτι της κοινοτικής χρηματοδότησης και πολιτικής, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα προγράμματα Voucher «απασχολησιμότητας». Συμπερασματικά, η απασχόληση με σταθερές θέσεις εργασίας, με μισθό και ωράρια στο ύψος των αναγκών, με μέτρα υγιεινής και ασφάλειας, δεν απηχεί, αναμενόμενα, τους στόχους και τις προτεραιότητες του ΕΣΠΑ.

Η «καταπολέμηση της φτώχειας» αποσκοπεί στη διαχείριση των «ακραίων φαινομένων» της που το ίδιο το «κυνήγι» του μέγιστου δυνατού κέρδους δημιουργεί. Αφορά ελάχιστες και στοιχειώδεις παροχές προς όσους ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, αφαιμάσσοντας αυτούς που μετά βίας το ξεπερνούν. Συνάμα, ακόμη και οι όποιες ελάχιστες παροχές τείνουν να παρέχονται από επιχειρήσεις Κ.ΑΛ.Ο, στο πλαίσιο της «κοινωνικής οικονομίας», δηλαδή τείνουν να γίνονται αντικείμενο της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας». Πρωτίστως, όμως, η ίδια η «καταπολέμηση της φτώχειας» πρακτικά στον καπιταλισμό είναι αδύνατη! Ο σκοπός παραγωγής της καπιταλιστικής κοινωνίας, που ακούει στο κυνήγι του κέρδους, δημιουργεί το δίπολο «φτώχεια-πλούτος» και άρα όχι απλά δεν καταπολεμά, αλλά αντίθετα επεκτείνει τη φτώχεια αυξάνοντας διαχρονικά τη σχετική εξαθλίωση.

«Βιώσιμος» σημαίνει ο «οικονομικά συμφέρων» για το κεφάλαιο στο πλαίσιο της εξασφάλισης και αύξησης της ανταγωνιστικότητας και κερδοφορίας της καπιταλιστικής οικονομίας. Αφορά την άμεση, έγκαιρη και ασφαλή μεταφορά εμπορευμάτων μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, τη μείωση δηλαδή του χρόνου μεταξύ της παραγωγής των εμπορευμάτων και της πραγματοποίησής τους με τη μικρότερη δυνατή απώλεια. Την ίδια ώρα, η ασφάλεια στους δρόμους, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, η ευκολία και ταχύτητα μεταφοράς για τους εργαζόμενους συνδέεται με την «ανταποδοτικότητα», δηλαδή το αυξημένο κόστος διοδίων, εισιτηρίων, αλλά και έντονο συνωστισμό σε ώρες αιχμής στις αστικές συγκοινωνίες.

Η «βελτίωση της αποδοτικότητας» απεικονίζει την εισαγωγή και αξιοποίηση νέων τεχνολογικών κι επιστημονικών ανακαλύψεων στην παραγωγική διαδικασία. Όμως η εισαγωγή τους γίνεται με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος, με αποτέλεσμα τελικά να επιφέρουν δεινά, αντί για όφελος, στους εργαζόμενους. Το παραδέχεται το ίδιο το κεφάλαιο, μέσα από δημοσιεύματα στον Τύπο και από επιστημονικές μελέτες για τις εκατομμύρια θέσεις εργασίας παγκοσμίως που χάνονται και θα χαθούν λόγω της «4ης Βιομηχανικής Επανάστασης», αλλά και για τις αλλαγές στις συνθήκες εργασίας που αυτή θα επιφέρει (εντατικοποίηση, ελαστικοποίηση ωραρίων κλπ.).

Το περιβάλλον, όπως και η πολυαναφερόμενη «κλιματική αλλαγή» δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, παρά μόνο να αξιοποιηθούν για την αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου και την προαγωγή των σχεδιασμών του. Οι επιχειρηματικοί όμιλοι χρηματοδοτούνται αδρά από τη φορολόγηση των εργαζόμενων (ενδεικτικά μόνο, τα «πράσινα τέλη» στους δήμους, τα «ανταποδοτικά τέλη», τα υπέρογκα τέλη κυκλοφορίας), μέσω ΣΔΙΤ, ή για την εφαρμογή αντιρυπογόνων τεχνολογιών την ίδια ώρα που η ίδια η ΕΕ επιτρέπει και συντονίζει το «εμπόριο ρύπων». Η προστασία του περιβάλλοντος και η πρόληψη από την κλιματική αλλαγή υπάγονται στη λογική του τι είναι κοστοβόρο και τι επωφελές για το κεφάλαιο («κόστος-όφελος»), με αποτέλεσμα τις καταστροφικές πλημμύρες και φωτιές όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη την ΕΕ και διεθνώς, και παράλληλα οδηγεί στη χωροθέτηση εντός του αστικού ιστού ΧΥΤΑ, βιομηχανικών εγκαταστάσεων (βλ. τα καζάνια στο Πέραμα ή τα διυλιστήρια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη) .

Οι χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ γίνονται μέσω των Τομεακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων (ΤΕΠ) και των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων (ΠΕΠ). Στο ΕΣΠΑ 2014-2020 υπάρχουν 6 ΤΕΠ (+ ένα μικρότερο που αφορά έξοδα για την τεχνική βοήθεια του συνολικού προγράμματος) και 13 ΠΕΠ (ένα για κάθε διοικητική περιφέρεια). Στο ΕΣΠΑ συμπεριλαμβάνονται πλέον και τα Επιχειρησιακά Προγράμματα Αγροτικής Ανάπτυξης και Αλιείας, που κατά την προηγούμενο περίοδο θεωρούνταν ανεξάρτητα από αυτό.

Στους πίνακες 7 και 8 παρουσιάζεται η κατανομή των συνολικών χρηματοδοτήσεων του ΕΣΠΑ (κοινοτικοί και εθνικοί πόροι) ανά ΤΕΠ και ΠΕΠ.

2019-3-Pin-7
2019-3-Pin-8

Στο ΕΣΠΑ 2014-2020 υπάρχει μια διαφορετική κατηγοριοποίηση των περιφερειών σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο. Οι περιφέρειες διακρίνονται σε 3 κατηγορίες με βάση τη σχέση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ του πληθυσμού τους με τον κοινοτικό μέσο όρο: «Λιγότερο ανεπτυγμένες» - <75% του μέσου όρου (Ήπειρος, Αν. Μακεδονία-Θράκη, Δυτική Ελλάδα, Θεσσαλία, Κ. Μακεδονία), «μετάβασης» - 75-90% (Πελοπόννησος, Ιόνια νησιά, Βόρειο Αιγαίο, Κρήτη, Δ. Μακεδονία, Στερεά) και «περισσότερο ανεπτυγμένες» - >90% (Αττική, Νότιο Αιγαίο). Οι «περισσότερο ανεπτυγμένες» θα χρηματοδοτηθούν συνολικά, μέσω των ΠΕΠ, με 1,35 δισ. ευρώ, οι «μετάβασης» με 1,83 δισ. και οι «λιγότερο ανεπτυγμένες» με 2,8 δισ.

Στο ΕΣΠΑ 2014-2020 οι διαχειριστικές αρχές των ΠΕΠ έχουν περάσει από το υπ. Ανάπτυξης στις ίδιες τις Περιφέρειες κάτω από τον έλεγχο των αρχών Πιστοποίησης και Ελέγχου του υπουργείου. Πρέπει να επισημανθεί ότι, πέρα από τα κονδύλια των ΠΕΠ που αναφέρονται παραπάνω, ένα μέρος των κονδυλίων των ΤΕΠ προορίζεται να κατευθυνθούν προς τις Περιφέρειες. Για παράδειγμα, το 30% των πόρων από το ΤΕΠ «Αγροτική Ανάπτυξη» προβλέπεται να «εκχωρηθεί» στις Περιφέρειες.

Τα 10 μεγαλύτερα έργα που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ, ταξινομημένα με κριτήριο το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού του έργου, είναι τα εξής21 (ορισμένα έργα έχουν μεταφερθεί στο τωρινό ΕΣΠΑ ως συνέχεια από το προηγούμενο):

  • Μετρό Θεσσαλονίκης - ολοκλήρωση βασικής γραμμής και προμήθεια συρμών (889 εκ.).
  • Μετρό Θεσσαλονίκης - επέκταση έως Καλαμαριά (650 εκ.).
  • Επέκταση Μετρό Αθήνας, τμήμα Χαϊδάρι-Πειραιάς και προμήθεια συρμών (537 εκ.).
  • Κατασκευή αυτοκινητόδρομου Πάτρα-Πύργος (355 εκ.).
  • Ολοκλήρωση οδικής σύνδεσης Ακτίου με Δυτικό Άξονα (240 εκ.).
  • Διασύνδεση Κυκλάδων με το ηπειρωτικό Σύστημα Υψηλής Τάσης (135 εκ.).
  • Δυτική επέκταση του τραμ προς Πειραιά (126 εκ.).
  • Κατασκευή νέας διπλής σιδηροδρομικής γραμμής, τμήμα Διακοφτό-Ροδοδάφνη (85 εκ.).
  • Αναβάθμιση Δυτικής Περιφερειακής Οδού Θεσσαλονίκης (84 εκ.).
  • Σύνταξη προσωρινών κτηματολογικών υποβάθρων και δημιουργία κτηματογραφικής βάσης δεδομένων (84 εκ.).

Ο παραπάνω κατάλογος των 10 μεγαλύτερων έργων που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ αποκαλύπτει καθαρά τον προσανατολισμό της αστικής τάξης στη βελτίωση των υποδομών μεταφορών εμπορευμάτων και ενέργειας, σε διασύνδεση και με τα αντίστοιχα διευρωπαϊκά δίκτυα. Μεγάλες εταιρίες και μονοπωλιακοί όμιλοι που συμμετέχουν στην κατασκευή των 10 παραπάνω έργων και παίρνουν τη μερίδα του λέοντος της χρηματοδότησης του ΕΣΠΑ περιλαμβάνουν τις:

Κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ / SALINI IMPREGILO / ANSALDO STS HITACHI RAIL ITALY.

Κοινοπραξία J P ΑΒΑΞ / GHELLA SPA / ALSTOM TRANSPORT SΑ.

Κοινοπραξία HYUNDAI - ROTEM HANWA.

SIEMENS AKTIENGESELLSCHAFT.

ΑΕΓΕΚ κατασκευαστική ΑΕ.

ΑΚΤΩΡ ΑΤΕ.

PRYSMIAN POWERLINK Srl.

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ AΕ.

ΘΕΜΕΛΗ ΑΤΕ.

ΜΕΤΚΑ, ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ ΑΕ.

ΙΝΤΡΑΚΟΜ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ.

Η κοινοτική χρηματοδότηση αποτελεί σημαντικό πυλώνα ενίσχυσης της καπιταλιστικής κερδοφορίας και, όπως προαναφέραμε, οι στόχοι, η διάρθρωση, και οι λεπτομέρειες των διάφορων προγραμμάτων υπηρετούν αυτήν την κερδοφορία. Για το λόγο αυτό, το πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης, το σύνολο των αστικών κομμάτων, δε διαφοροποιούνται ουσιαστικά στο ζήτημα της κοινοτικής χρηματοδότησης. Η ευρεία συναίνεση στους στόχους του ΕΣΠΑ, στους κλάδους προτεραιότητας και στις κατευθύνσεις της χρηματοδότησης στο σύνολο των αστικών κομμάτων αποδεικνύει τελικά το χαρακτήρα που έχει το ΕΣΠΑ. Ωστόσο, ορισμένες ενδοαστικές αντιθέσεις, η διαπάλη για τις προτεραιότητες χρηματοδότησης, οι αντιθέσεις για τον τρόπο χειραγώγησης των εργαζόμενων και κυρίως η διαπάλη για την περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένη διαχείριση του ΕΣΠΑ εμφανίζονται στην πολιτική αντιπαράθεση ανάμεσα στα αστικά κόμματα που περιστρέφεται κυρίως στην απορροφητικότητα των κονδυλίων και σε ορισμένες πλευρές της διαχείρισης του ΕΣΠΑ.

Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, πρωτοστάτης στη στήριξη της καπιταλιστικής ανάπτυξης, σηκώνει ψηλά, στο πλάι της ΝΑΤΟϊκής σημαίας, και τη σημαία της κοινοτικής χρηματοδότησης. Περηφανεύεται ότι η Ελλάδα κατέλαβε «την πρώτη θέση στην απορροφητικότητα των κονδυλίων που αφορούσαν το πρόγραμμα ΕΣΠΑ 2007-2013 και ήμασταν πρώτοι στην ενεργοποίηση του νέου προγράμματος 2014-2020»22. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Α. Χαρίτσης κομπορρημονεί ότι σε –αντίθεση με το παρελθόν– «η Ελλάδα χρησιμοποιείται πλέον στην Ευρώπη ως παράδειγμα προς μίμηση για την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων» και ότι στις Βρυξέλλες αναφέρονται στην Ελλάδα ως θετικό παράδειγμα «για το πώς μπορούν αυτοί οι πόροι, με σωστή διαχείριση, με υψηλούς βαθμούς απορρόφησης, να αξιοποιηθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο»23.

Η ΝΔ από την πλευρά της, παρόλο που είναι διαχρονικός και διαπρύσιος κήρυκας της χρησιμότητας των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων, εγκαλεί το ΣΥΡΙΖΑ για «ρητορική που αγγίζει τα όρια της παράλληλης πραγματικότητας», την ώρα που «εκατομμύρια αναπτυξιακών πόρων λιμνάζουν σε ενδιάμεσα ταμεία»24. Αποδίδει την ωραιοποιημένη εικόνα για την απορροφητικότητα που δίνει η κυβέρνηση στο μεγάλο μέγεθος των προχρηματοδοτήσεων, ενώ η εικόνα των πραγματικών «ενδιάμεσων πληρωμών» κατατάσσει τη χώρα σε πολύ κατώτερη θέση. Κατηγορεί το ΣΥΡΙΖΑ για καπηλεία σχετικά με τις θριαμβολογίες για την επιτυχημένη ολοκλήρωση του ΕΣΠΑ 2007-2013. Παρόμοια κριτική για χαμηλό σχετικά ρυθμό απορροφητικότητας των χρηματοδοτήσεων του ΕΣΠΑ 2014-2020 ασκεί και η Τράπεζα της Ελλάδος.25

Πρόκειται για μια τελείως επιφανειακή αντιπαράθεση στις γραμμές της αστικής τάξης, καθώς η πείρα από τα παλιότερα κοινοτικά προγράμματα δείχνει ότι, ανεξάρτητα από τη διακύμανση των ρυθμών απορρόφησης των κονδυλίων και τις όποιες καθυστερήσεις στις αρχικές φάσεις, οι αναγκαιότητες του κεφαλαίου επιβάλλουν στον κάθε πολιτικό διαχειριστή να παίρνει όλα τα αναγκαία μέτρα για μια πλήρη απορρόφηση των διαθέσιμων χρηματοδοτήσεων.

Τα στοιχεία που δίνει η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δείχνουν ότι από το συνολικό ποσό των κοινοτικών πόρων του ΕΣΠΑ (21,4 δισ. ευρώ) μέχρι τα τέλη Απρίλη του 2019 είχε απορροφηθεί το 36% (7,8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 5,6 δισ. «ενδιάμεσες πληρωμές» και τα υπόλοιπα «προ-χρηματοδοτήσεις», ο μεγάλος όγκος των οποίων δόθηκε μέχρι τα τέλη του 2017 και ήταν σημαντικά μεγαλύτερες για την Ελλάδα). Την ίδια στιγμή, οι πληρωμές κονδυλίων του ΕΣΠΑ στο σύνολο της ΕΕ βρίσκονται στο 30%.

Χρειάζεται να επισημανθεί ότι, ενώ εμφανίζονται να έχουν γίνει μέχρι σήμερα συνολικές πληρωμές κοινοτικών πόρων προς την Ελλάδα ύψους 7,8 δισ. ευρώ, τα συνολικά ποσά κοινοτικών και εθνικών πόρων που έχουν ξοδευτεί μέχρι στιγμής στα έργα (σύμφωνα με την ενημέρωση που πηγαίνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή) είναι μόλις 6,6 δισ. ευρώ!

Όσον αφορά τις κυβερνητικές θριαμβολογίες για «πρωτιά» στην απορρόφηση των κοινοτικών πόρων, σημειώνουμε ότι, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, τουλάχιστον 6 χώρες (Αυστρία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Σουηδία, Κύπρος, Πορτογαλία) ξεπερνούν την Ελλάδα στο ποσοστό των συνολικών πληρωμών («total EU payments»), ενώ αν υπολογιστούν μόνο οι «ενδιάμεσες πληρωμές» («interim payments»), οι χώρες αυτές φτάνουν τις 14. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ο δείκτης που αφορά τους συνολικούς πόρους (κοινοτικούς και εθνικούς) του ΕΣΠΑ που έχουν ήδη ξοδευτεί στην υλοποίηση των έργων («implementation progress, spent»), η Ελλάδα βρίσκεται ελαφρά κάτω από το μέσο όρο της ΕΕ (25% vs 28%).26

Η μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος που αναφέρθηκε παραπάνω σημειώνει επίσης ότι το μεγάλο μέρος των έργων που βρίσκονται σε διαδικασία υλοποίησης εντάσσονται στο ΤΕΠ «Υποδομές - Μεταφορές - Περιβάλλον - Αειφόρος ανάπτυξη» και συνιστούν έργα που δεν είναι ιδιαίτερα περίπλοκα και δεν προσφέρουν σημαντική προστιθέμενη αξία. Ασκείται κριτική ότι η μονόπλευρη αυτή υλοποίηση των ΤΕΠ δεν μπορεί να συμβάλει στο στόχο «αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου» και ότι τα κονδύλια χρησιμοποιούνται βασικά για ψηφοθηρικούς σκοπούς.

Οι προτεραιότητες των αστικών επιτελείων (ή τουλάχιστον ενός μέρους της αστικής τάξης) διαφαίνονται και μέσα από τη συγκεκριμένη κριτική που γίνεται από την ΤτΕ σχετικά με τα επιμέρους ΤΕΠ. Έτσι, εξετάζοντας τα δέκα μεγαλύτερα σε προϋπολογισμό έργα του ΤΕΠ «Υποδομές Μεταφορών, Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη», μέχρι το Μάρτη του 2018, εντοπίζει σημαντική καθυστέρηση στην ολοκλήρωση κατασκευής του μετρό Θεσσαλονίκης και στην επέκταση του μετρό Αθήνας, στην κατασκευή του αυτοκινητοδρόμου Πατρών-Πύργου και στην εγκατάσταση συστήματος ηλεκτροκίνησης και τηλεπικοινωνιακών συστημάτων στη νέα σιδηροδρομική γραμμή Κιάτου-Ροδοδάφνης.

Αναζητά μάλιστα τις αιτίες της καθυστέρησης σε εμπόδια υλοποίησης που σχετίζονται με τις απαλλοτριώσεις, τις αρχαιολογικές εργασίες, τις τοπικές κοινότητες, το κτηματολόγιο, τη συνεχή ροή χρηματοδότησης, αλλά και σε ζητήματα που αφορούν ανεπαρκή σχεδιασμό, αναποτελεσματική διαχείριση, αργή διαδικασία πολιτικής συναίνεσης στον προγραμματισμό της επένδυσης και διαφωνίες μεταξύ κράτους και παραχωρησιούχων που οδηγούν σε σημαντικές καθυστερήσεις παράδοσης και σε υπέρβαση κόστους. Η ΤτΕ με τον τρόπο αυτό επιχειρεί να ασκήσει κάποια κριτική στην κυβέρνηση για ελλιπή διαχειριστική ικανότητα κατά την εκτέλεση του ΕΣΠΑ και παράλληλα να προωθήσει μεταρρυθμίσεις στο νομικό πλαίσιο που απαιτούνται για τη μεγέθυνση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, όπως η άρση εμποδίων της αρχαιολογικής υπηρεσίας, η επιτάχυνση της καταγραφής της έγγειας ιδιοκτησίας ως απαραίτητου μέτρου για την αποδοτικότερη αξιοποίηση της από το κεφάλαιο κ.ά.

Κρίνεται επίσης ως ιδιαίτερα ανησυχητική η πορεία του ΤΕΠ «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία» και αναζητείται η πιθανή αιτία στο γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα του προϋπολογισμού των ενταγμένων έργων αφορά χρηματοδοτικά εργαλεία (τα λεγόμενα «υπερταμεία» - funds of funds), η χρήση των οποίων είναι δυσκολότερη απ’ ό,τι η απορρόφηση των επιχορηγήσεων, λόγω μικρότερης εμπειρίας στην Ελλάδα στην εφαρμογή τέτοιων εργαλείων.

Εξετάζοντας τα δέκα μεγαλύτερα σε προϋπολογισμό έργα του συγκεκριμένου ΤΕΠ μέχρι το Μάρτη του 2018, σοβαρή καθυστέρηση καταγραφόταν σε έργα κτηματογράφησης, στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων του επιστημονικού προσωπικού στον τομέα της υγείας, στην ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών, καθώς και στη χρηματοδότηση από τα Ταμεία Επιχειρηματικότητας ΙΙ, Υποδομών, Επιχειρηματικών Συμμετοχών και Εξοικονομώ κατ’ Οίκον ΙΙ.

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβεβαιώνουν μια εικόνα σχετικής ανισομετρίας στην υλοποίηση των διάφορων ΤΕΠ (πίνακας 9, πληρωμή κοινοτικών πόρων προς την Ελλάδα ανά ΤΕΠ έως τα τέλη Απρίλη του 2019 σε απόλυτα νούμερα και σε % επί των κοινοτικών κονδυλίων του ΤΕΠ).

2019-3-Pin-9

Τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνουν μια μικρότερη ανισομετρία στην πληρωμή των κοινοτικών πόρων προς την Ελλάδα ανά ΠΕΠ έως τα τέλη Απρίλη του 2019 (Πίνακας 10).

2019-3-Pin-10

Είναι δεδομένο ότι υπάρχουν γραφειοκρατικές αγκυλώσεις στον αστικό μηχανισμό που μπορεί να καθυστερούν τους ρυθμούς υλοποίησης του ενός ή του άλλου έργου (και αυτό δεν αποτελεί κάποια στενή ελληνική ιδιομορφία). Δεδομένο είναι επίσης και το ότι οι διάφορες αστικές κυβερνήσεις που εναλλάσσονται στον κυβερνητικό θώκο αξιοποιούν μια σειρά χρηματοδοτήσεις (ιδιαίτερα αυτές που αφορούν προσωρινές θέσεις απασχόλησης, τα voucher των παιδικών σταθμών ή την επιδότηση μικρών επιχειρήσεων) ως εργαλεία ενσωμάτωσης της δυσαρέσκειας μερίδων της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων. Η αστική όμως κριτική που εστιάζει στο ρυθμό απορροφητικότητας των κοινοτικών κονδυλίων και στη «μικροπολιτική» αξιοποίησή τους κρύβει το κύριο: Ότι το πρωταρχικό πρόβλημα με τις χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ, όπως και με όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία του αστικού κράτους, είναι ότι το συντριπτικό τους μέρος είναι στέρεα προσανατολισμένο στη στήριξη των επενδυτικών σχεδιασμών του μεγάλου κεφαλαίου. Ένας τέτοιος προσανατολισμός δεν μπορεί παρά να έχει ως αναπότρεπτο παρεπόμενο και τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στους μονοπωλιακούς ομίλους για το κομμάτι της πίτας που θα πάρουν, ανταγωνισμοί που και αυτοί φρενάρουν προσωρινά την υλοποίηση κάποιων έργων. Η πίεση για μεγαλύτερη χρηματοδότηση ορισμένων έργων αξιοποιεί, συχνά, και το «λαϊκό θυμικό». Είναι ωστόσο σαφές πως η ενδοαστική διαπάλη για την επιτάχυνση συγκεκριμένων έργων του ΕΣΠΑ (π.χ. μετρό Θεσσαλονίκης) περιστρέφεται γύρω από την κερδοφορία των επιχειρήσεων που έχουν αναλάβει τα έργα.

O ΣΕΒ, εκφράζοντας τα συμφέροντα του βιομηχανικού μονοπωλιακού κεφαλαίου, πιέζει για αλλαγές στο ΕΣΠΑ που να διευρύνουν την κερδοφορία και να ενισχύουν τη θέση των μονοπωλιακών ομίλων στη βιομηχανία. Με πρόσχημα την ανάγκη τα κονδύλια του ΕΣΠΑ να λειτουργούν «πολλαπλασιαστικά» στην οικονομία, προκρίνει τη χρηματοδότηση της λεγόμενης «αλυσίδας αξιών», που διαπερνά ταυτόχρονα πολλά τμήματα της βιομηχανικής παραγωγής και δε σταματά σε μία μονάδα ή έναν κλάδο και παράλληλα προτείνει μια στροφή από τις άμεσες επιχορηγήσεις προς έμμεσες χρηματοδοτήσεις μέσω φορολογικών πιστώσεων και άτοκων δανείων. Οι «αλυσίδες αξίας» μεταφράζονται σε προνομιακή ενίσχυση καθετοποιημένων επιχειρήσεων σε αντιδιαστολή με τις μικρές επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους που δεν μπορούν εύκολα να ενσωματωθούν σε ολοκληρωμένες τέτοιες δομές, ενώ οι έμμεσες φορολογικές χρηματοδοτήσεις ευνοούν τις υφιστάμενες επιχειρήσεις που ήδη καταγράφουν κέρδη. Η θέση του ΣΕΒ για αξιοποίηση ως εργαλείου επιτάχυνσης των επενδύσεων της μείωσης των ενισχύσεων εκεί όπου μια επένδυση καθυστερεί, αλλά και της επιβράβευσης των συνεπών επενδυτών μέσα από επιπλέον κίνητρα (π.χ. χάρισμα του 50% του δανείου), μεταφράζεται επίσης σε προνομιακή ενίσχυση επιχειρήσεων που ήδη διαθέτουν κεφάλαια. Τέλος, οι προτάσεις του για προσανατολισμό των κονδυλίων του ΕΣΠΑ προς εξωστρεφείς δραστηριότητες, μέσω της ανάπτυξης εξαγωγικών συνεργατικών σχημάτων (clusters) και της συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στο σχεδιασμό των αντίστοιχων προγραμμάτων27, υπηρετούν τόσο τη στόχευση για μεγέθυνση των επιχειρήσεων και την έμμεση συγκέντρωσή τους μέσα από τα cluster όσο και τη γενική στοχοπροσήλωσή του στις εξαγωγικές δραστηριότητες, με τις οποίες ο ΣΕΒ προσδοκά να βελτιώσει την κερδοφορία του κεφαλαίου. Γενικά, ο ΣΕΒ πιέζει για ανακατανομή του μίγματος της χρηματοδότησης από το ΕΣΠΑ με τρόπο που να υπηρετεί πιο άμεσα την κερδοφορία των μονοπωλιακών ομίλων της βιομηχανίας.

Φορείς των μεσαίων επιχειρηματιών (ΕΒΕΑ, ΕΣΕΕ, Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών) θέτουν ως κεντρικό ζήτημα αυτό της έλλειψης ρευστότητας για τις ΜμΕ και της χαμηλής απορροφητικότητας των σχετικών κονδυλίων του ΕΣΠΑ «με όρους χρημάτων στις τσέπες των δικαιούχων, και όχι απλώς ενταγμένων έργων»28. Εστιάζουν στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου και της ηλεκτρονικής υπογραφής για τη διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών, αλλά και στη χρηματοδότηση του λιανικού εμπορίου. Επικεντρώνουν επιπλέον στην ανάγκη προώθησης των start-ups, των «ανοιχτών κέντρων εμπορίου» (open malls) και της δημιουργίας συνεργατικών σχημάτων (clusters) στον κλάδο της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics).29

1. Ένα σημαντικό κομμάτι των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων κατευθύνεται προς μεγάλα έργα υποδομής (μετρό, αυτοκινητόδρομοι, λιμενικές εγκαταστάσεις, δίκτυα τηλεπικοινωνιών κτλ.). Μια επιφανειακή προσέγγιση θα μπορούσε να θεωρήσει το γεγονός αυτό ως απόδειξη του ότι τα κονδύλια του ΕΣΠΑ εξυπηρετούν ισόμετρα το «κοινωνικό σύνολο», μαζί και τα λαϊκά στρώματα. Η βαθύτερη όμως ανάλυση του ζητήματος αποκαλύπτει την ολόπλευρη ταξική στόχευση αυτών των επενδύσεων σε έργα υποδομής: α) Η επιλογή των συγκεκριμένων μεγάλων έργων που χρηματοδοτούνται γίνεται με βάση τις συγκεκριμένες προτεραιότητες του μεγάλου κεφαλαίου, την κάθε δεδομένη χρονική περίοδο (για άξονες και εγκαταστάσεις μεταφοράς εμπορευμάτων και ανθρώπων, για ενεργειακούς αγωγούς, για επιτάχυνση της μετάδοσης επικοινωνιακών δεδομένων). Μάλιστα, η κοινοτική χρηματοδότηση δεσμεύει και τη μερίδα του λέοντος της διαθέσιμης κρατικής χρηματοδότησης. β) Στην κατασκευή των συγκεκριμένων έργων τη μερίδα του λέοντος την αναλαμβάνουν μεγάλοι κατασκευαστικοί όμιλοι και βιομηχανικά μονοπώλια (προμήθεια συρμών, σωλήνων, τσιμέντου κτλ.). γ) Η χρήση των υποδομών αυτών, μετά από την αποπεράτωσή τους, πληρώνεται ξανά και ξανά από τα λαϊκά στρώματα μέσα από το αντίτιμο που επιβάλλουν οι εταιρίες που αναλαμβάνουν τη διαχείρισή τους (εισιτήρια, διόδια κτλ.). Οι παραπάνω ταξικοί άξονες στην κατασκευή και στη χρήση των έργων υποδομών ελέγχονται με αυστηρή ευλάβεια από τους αρμόδιους μηχανισμούς της ΕΕ και του αστικού κράτους και αποτελούν απαράβατο όρο για την απελευθέρωση των σχετικών κονδυλίων. Οι υποδομές δε γίνονται για τις ανάγκες του λαού. Στο σύνολό τους, από το σχεδιασμό μέχρι την αξιοποίησή τους, υπηρετούν το μεγάλο κεφάλαιο, και η χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ είναι κομβική για τον καλύτερο προσανατολισμό τους.
 
2. Οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις προς τις λεγόμενες «μικρομεσαίες» επιχειρήσεις αποτελούν ένα ακόμα πεδίο όπου η αστική προπαγάνδα διαπρέπει στη διαστρέβλωση των πραγματικών γεγονότων. Η ίδια η έννοια «μικρομεσαία επιχείρηση» καλλιεργεί έντεχνα αυταπάτες ότι οι ωφελούμενοι από τα κονδύλια του ΕΣΠΑ είναι «άνθρωποι της διπλανής πόρτας», απλός λαϊκός κόσμος. Ο μύθος αυτός καταρρέει μεμιάς όταν δει κανείς ότι, σύμφωνα με τους κανονισμούς της ΕΕ, ως «μεσαίες» προσδιορίζονται εκείνες οι επιχειρήσεις που απασχολούν από 50 έως 250 εργαζόμενους30 και ως «μικρές» αυτές που απασχολούν 10 έως 50 εργαζόμενους. Ακόμα δηλαδή και στην κατηγορία των επιχειρήσεων που χαρακτηρίζονται ως «μικρές» για τις ανάγκες χρηματοδότησης του ΕΣΠΑ, ένα κομμάτι τους αποτελεί αναντίρρητα καπιταλιστικές επιχειρήσεις, επιχειρήσεις όπου η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης δίνει τη δυνατότητα στους ιδιοκτήτες τους να μην εργάζονται στην παραγωγή, ασκώντας απλά ένα ρόλο εποπτείας.31
Οι ίδιες οι εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής32 αποκαλύπτουν ότι, παρά τα ιδεολογήματα πως οι ΜμΕ αποτελούν τη «ραχοκοκαλιά» της οικονομίας και το βασικό στόχο της πολιτικής «συνοχής», ένα σημαντικό μέρος των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων κατευθύνεται προς τις «μεγάλες» καπιταλιστικές επιχειρήσεις, δηλαδή αυτές με πάνω από 250 εργαζόμενους και με κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια ευρώ. Μελέτη σε 8 χώρες της ΕΕ έδειξε ότι το 20% των συνολικών κονδυλίων των Ταμείων Περιφερειακής Ανάπτυξης και Συνοχής διατέθηκε σε μεγάλες επιχειρήσεις (6.000 έργα, το 70% σε κλάδους της μεταποίησης, με μέσο επίπεδο χρηματοδότησης το 1 εκατ. ευρώ ανά έργο).
Η κοινοτική χρηματοδότηση προς τις επιχειρήσεις αυτές, αλλά και προς τις προσδιοριζόμενες ως «πολύ μικρές» (αυτές με λιγότερους από 10 εργαζόμενους), εξυπηρετεί ένα διττό σκοπό. Από τη μια μεριά, στο πλαίσιο της συνολικότερης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, διαμορφώνεται μια «στεφάνη» μικρότερων επιχειρήσεων γύρω από τους μονοπωλιακούς ομίλους που διευκολύνει την παραγωγική τους δραστηριότητα, εκεί όπου οι τελευταίοι δεν επιλέγουν να καλύψουν τη μια ή την άλλη λειτουργία στο πλαίσιο μιας καθετοποιημένης δομής. Η χρηματοδότηση μεσαίων ή και μικρότερων επιχειρήσεων σε στρατηγικούς κλάδους και τομείς για το κεφάλαιο (π.χ. οι περιβόητες start-up επιχειρήσεις) επιτρέπει στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους να απαλλαγούν από το κόστος πραγματοποίησης της έρευνας για νέες τεχνολογικές εφαρμογές και από το αντίστοιχο ρίσκο. Το βάρος το αναλαμβάνουν μικρότερες καπιταλιστικές επιχειρήσεις που δρουν συμπληρωματικά στις μεγάλες και συμβάλλουν στην αύξηση της κερδοφορίας τους. Από την άλλη, η ελεγχόμενη (και σε αρκετές περιπτώσεις προσωρινή) διατήρηση αυτής της κατηγορίας των επιχειρήσεων επιτρέπει στην αστική τάξη να διαμορφώνει και τις αναγκαίες για τη μακροημέρευσή της κοινωνικές συμμαχίες. Τα παραπάνω ερμηνεύουν και το φαινομενικά παράδοξο γεγονός να χρηματοδοτεί το αστικό κράτος τον εκσυγχρονισμό των «μικρών» σε μια εποχή εντεινόμενης συγκεντροποίησης της παραγωγής και του κεφαλαίου.
Η πραγματικότητα βέβαια δεν ξεφεύγει από τη γενική τάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η προσωρινή επιβίωση ορισμένων πολύ μικρών επιχειρήσεων, με αυστηρούς όρους και σε συγκεκριμένους κλάδους δραστηριότητας, συμβαδίζει με τη συμπίεση ή την καταστροφή άλλων. Έτσι, η κοινοτική χρηματοδότηση, με τις προϋποθέσεις που χορηγείται (κερδοφορία, έλλειψη χρεών, ισόποση συμμετοχή με ιδιωτικό κεφάλαιο, που απαιτεί τραπεζικό δανεισμό), είτε γίνεται απαγορευτική είτε σφίγγει ακόμα περισσότερο τη θηλιά στο λαιμό του μικροεπαγγελματία. Αλλού βέβαια είναι η ίδια η χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ που ωθεί προς τα μπρος τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου. Είναι πολύ χαρακτηριστικό το παράδειγμα με τα κονδύλια του ΕΣΠΑ από το Ταμείο Αλιείας: Το 86% των «έργων» που είναι ενταγμένα στον προϋπολογισμό του Τομεακού Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αλιεία και Θάλασσα» (767 από τα 892 «έργα») αφορούν χρηματοδότηση για την «οριστική παύση αλιευτικών δραστηριοτήτων» σκαφών, δηλαδή για το σταμάτημα της παραγωγικής δραστηριότητας στον κλάδο της αλιείας. Ανάλογη κατάσταση υπήρξε και στο αντίστοιχο πρόγραμμα του προηγούμενου ΕΣΠΑ, όπου το 43% των κονδυλίων δόθηκε σε τέτοιες «δραστηριότητες».33
 
3. Ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζουν τα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης στην άλωση του συνδικαλιστικού κινήματος. Σωρεία προγραμμάτων τα οποία διεκπεραιώνουν σωματεία, Εργατικά Κέντρα, Ομοσπονδίες, η ΓΣΕΕ μέσω του ΙΝΕ και του ΚΑΝΕΠ, όπου πλειοψηφούν οι δυνάμεις των αστικών κομμάτων στα ΔΣ, έχουν ως βασικό σκοπό την εκπαίδευση αφενός «παραγωγικών» εργαζόμενων για την εξασφάλιση εργατικής δύναμης ικανής να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής και της ανάπτυξής της, (απόκτηση κατάλληλων δεξιοτήτων την λένε οι ίδιοι οι εργοδότες) και στην άνοδο της παραγωγικότητας και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Αφετέρου την εκπαίδευση συνδικαλιστικών στελεχών που θα προάγουν την ταξική συνεργασία και θα εντάσσουν τη δράση των συνδικάτων στις απαιτήσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
 
4. Το επίσης σημαντικό, αλλά σαφώς υποδεέστερο σε σχέση με τα προηγούμενα δύο, κομμάτι των χρηματοδοτήσεων του ΕΣΠΑ που κατευθύνεται σε διάφορα προγράμματα «κοινωνικής» πολιτικής (κατάρτιση ανέργων, προσωρινή απασχόληση, voucher παιδικών σταθμών κτλ.) θολώνει ακόμα περισσότερο την εικόνα στα μάτια της αυθόρμητης λαϊκής συνείδησης. Εδώ, όπως συμβαίνει και με τη χρηματοδότηση αντίστοιχων λειτουργιών από τον κρατικό προϋπολογισμό, το αστικό κράτος εμφανίζεται απαλλαγμένο από τον ταξικό του χαρακτήρα, ως θεματοφύλακας του «κοινού» συμφέροντος, ως υπερασπιστής όσων βρίσκονται στο περιθώριο της παραγωγικής δραστηριότητας. Μένει αθέατο βέβαια το γεγονός ότι είναι οι ίδιες οι νομοτέλειες της καπιταλιστικής ανάπτυξης, τις οποίες το κράτος υπηρετεί με στοχοπροσήλωση, που ρίχνουν στο περιθώριο μιας μίζερης ζωής δεκάδες κι εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, που δεν καλύπτουν στοιχειώδεις, υπερώριμες ανάγκες του σήμερα. Αφού το αστικό κράτος έστρωσε το έδαφος για τη συμπίεση του εργατικού-λαϊκού εισοδήματος, με επιταχυνόμενους ρυθμούς στα χρόνια της κρίσης, για να στηρίξει την κερδοφορία του κεφαλαίου, εμφανίζεται, μέσα και από τα κονδύλια του ΕΣΠΑ, ως διασώστης που δίνει ανάσες. Η μακρόχρονη καλλιέργεια μέσα στους εργαζόμενους μιας στάσης μειωμένων απαιτήσεων, με πρωταρχική ευθύνη της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού, διευκολύνει να αντικρίζονται θετικά (ή τουλάχιστον ως αναγκαίο κακό) τα διάφορα χρηματοδοτούμενα προγράμματα, στη λογική του «από το ολότελα... κάλλιο και τα ψίχουλα». Η αστική τάξη πετυχαίνει έτσι «μ’ ένα σμπάρο, δυο τρυγόνια»: Και ενσωματώνει συνειδήσεις στην αποδοχή της πολιτικής της, και προωθεί τη γενίκευση των ελαστικών σχέσεων εργασίας, με πολιορκητικό κριό την προσωρινή απασχόληση με μειωμένα δικαιώματα που χαρακτηρίζει τα διάφορα προγράμματα.
 
5. Αξιοσημείωτη είναι η αξιοποίηση των διάφορων κονδυλίων της ΕΕ για τη διαμόρφωση φθηνότερης και πιο ευέλικτης εργατικής δύναμης, που στοχεύει στη θωράκιση των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου. Η «στήριξη της απασχόλησης» των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ στοχεύει στη διαμόρφωση ενός εργατικού δυναμικού πιο ευέλικτου, με περιορισμένα μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα, σε ένα συνεχές πέρασμα από τις γραμμές της ανεργίας στα προγράμματα κατάρτισης, στη βραχυχρόνια εργασία (5μηνα, 8μηνα, 2χρονα κτλ. προγράμματα που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ) και αντίστροφα. Παράλληλα, τα ίδια προγράμματα αποσκοπούν στην άμεση στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας, καθώς ελαττώνουν άμεσα το «κόστος» για το κεφάλαιο, καλύπτοντας ασφαλιστικές εισφορές ή χρηματοδοτώντας θέσεις απασχόλησης.
 
6. Ανεξάρτητα από τον ιδιαίτερο τομέα προς τον οποίο κατευθύνονται οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, παραμένει ενιαίο το εξής ζήτημα: Τα κονδύλια του προϋπολογισμού της ΕΕ, όπως και τα κονδύλια των προϋπολογισμών των εθνικών κρατών, προέρχονται κατά βάση από τη φορολόγηση (άμεση και έμμεση) των λαϊκών στρωμάτων σε ενωσιακό επίπεδο, από το ξεζούμισμα της εργατικής δύναμης σε όλα τα κράτη-μέλη. Δεν αποτελούν εκταμίευση κάποιων συσσωρευμένων κεφαλαίων των βαρόνων του χρήματος που ελεούνται τους υπηκόους τους. Αποτελούν και αυτά μέρος του συνολικού κοινωνικού αποθέματος που έχουν δημιουργήσει με την εργασία τους οι μοναδικοί παραγωγοί του πλούτου, οι εργαζόμενοι. Γι’ αυτό είναι τελείως διάτρητο και το επιχείρημα της «πλεονασματικής Ελλάδας», που καταβάλλει μικρότερα ποσά απ’ όσα εισπράττει από τους κοινοτικούς προϋπολογισμούς. Αφενός, τα όποια «πλεονάσματα» στις χρηματοδοτήσεις αφορούν τους μεγάλους ομίλους που, έμμεσα ή άμεσα, είναι οι βασικοί αποδέκτες της κοινοτικής χρηματοδότησης, και όχι τα λαϊκά στρώματα που αποτελούν τους «αιμοδότες» της τελευταίας. Το επιχείρημα της «πλεονασματικότητας» χωλαίνει από τα γεννοφάσκια του, γιατί άλλος πληρώνει –οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα– και άλλος εισπράττει, οι μονοπωλιακοί όμιλοι. Αφετέρου, μια αποτίμηση της «πλεονασματικότητας» σε επίπεδο χώρας πρέπει να συνυπολογίσει μια σειρά παραμέτρους που, μεταξύ άλλων, αφορούν τη χρήση των «επιδοτήσεων» για αγορά εισαγόμενου εξοπλισμού, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη διαχρονική αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων για αγορά αγροτικών μηχανημάτων από την Ευρώπη, τον προσανατολισμό της ανάπτυξης και τη δέσμευση του εγχώριου προϋπολογισμού στους στόχους των μονοπωλίων της ΕΕ, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την έμφαση σε οδικούς και εν γένει μεταφορικούς άξονες που ισχυροποιούν τη λεγόμενη «κοινή αγορά», την πορεία και την αξιοποίηση των υποδομών που κατασκευάζονται με συγχρηματοδότηση του ΕΣΠΑ, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα αεροδρόμια της χώρας και την αξιοποίησή τους για την κερδοφορία του τουριστικού κεφαλαίου και των μεγάλων μεταφορικών ομίλων που τα ελέγχουν (όπως η FRAPORT), τον κρατικό δανεισμό και τις πηγές του, την έμμεση μεταφορά του όποιου πλεονάσματος σε άλλες, μη παραγωγικές δαπάνες του ελληνικού κράτους, όπως οι ΝΑΤΟϊκού προσανατολισμού πολεμικές δαπάνες κ.ά. Έτσι, ο κοινοτικός προϋπολογισμός αξιοποιείται για να θωρακίσει την κερδοφορία εγχώριων και ξένων μονοπωλιακών ομίλων, ενώ είναι ευθύς εξαρχής ελλειμματικός για το λαό, είναι ένα ακόμα εργαλείο αναδιανομής σε βάρος του.
Γι’ αυτόν το λόγο και η κοινοτική χρηματοδότηση δε στοχεύει, ούτε μπορεί να αμβλύνει ουσιαστικά την ανισόμετρη ανάπτυξη στο εσωτερικό της ΕΕ, μεταξύ κρατών ή και στο εσωτερικό τους. Η ανισομετρία είναι ίδιον της καπιταλιστικής ανάπτυξης και η αυξανόμενη απόκλιση των οικονομιών στο «σκληρό πυρήνα» της ΕΕ αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Στο εσωτερικό της χώρας, ο μεγάλος όγκος της κοινοτικής χρηματοδότησης τελικά κατευθύνεται προς τις περιοχές και τους κλάδους που διαθέτουν οικονομικό πλεονέκτημα, αφού τελικό και αποφασιστικό κριτήριο για την κατανομή των πόρων είναι το ποσοστό κέρδους. Έτσι, η ανισομετρία δεν αμβλύνεται, αλλά τελικά οξύνεται.
Τα λαϊκά στρώματα πρέπει να παλεύουν να κατευθυνθούν οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις σε τομείς που θα δώσουν έστω και προσωρινή ανακούφιση σήμερα, κόντρα στους σχεδιασμούς των μονοπωλιακών ομίλων, της ΕΕ, της αστικής τάξης. Σε αυτή την κατεύθυνση οργάνωσης της πάλης πρωταγωνιστούν οι δυνάμεις του ΚΚΕ.
Ο χαρακτήρας της «κοινοτικής» χρηματοδότησης τελικά αντανακλά το χαρακτήρα της ΕΕ ως προωθημένης διακρατικής καπιταλιστικής συμμαχίας. Η κοινοτική χρηματοδότηση υπηρετεί τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου και τη διασφάλιση της κυριαρχίας του σε κάθε κράτος-μέλος, με πολλούς διαφορετικούς τρόπους: Με άμεση χρηματοδότηση των μεγάλων ομίλων, με έμμεση χρηματοδότηση για να στηρίξει την κερδοφορία τους, με διασφάλιση υποδομών κρίσιμων για την καπιταλιστική αναπαραγωγή, με την προώθηση της επίθεσης για φθηνή εργατική δύναμη, με τη διασφάλιση της υποταγής της εργατικής τάξης στην αστική κυριαρχία. Η πάλη ενάντια στην ΕΕ, η πάλη για ένα ισχυρό ΟΧΙ στην ΕΕ, πρέπει να είναι δεμένη με την πάλη ενάντια στην ίδια την αστική κυριαρχία.
Το ΚΚΕ, τόσο αυτοτελώς όσο και μέσα απ’ τους καθημερινούς αγώνες, για να τεθούν σε προτεραιότητα και να υλοποιηθούν αναγκαία έργα και υπηρεσίες για τις λαϊκές ανάγκες, φωτίζει την ανάγκη να ακολουθήσουμε ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, με γνώμονα την κοινωνική ευημερία και όχι το καπιταλιστικό κέρδος.
Παλεύει για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, την οργάνωση της παραγωγής με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο, την αποδέσμευση απ’ την ΕΕ, που είναι οι αναγκαίοι όροι για να απελευθερωθούν οι μεγάλες αναξιοποίητες παραγωγικές ικανότητες και να ικανοποιηθούν οι ανάγκες των εργαζόμενων.
 
 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΤΟΜΕΑΚΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΕΠ «Υποδομές μεταφορών, περιβάλλον, αειφόρος ανάπτυξη» (Υ.ΜΕ.ΠΕΡ.ΑΑ)

Το ΥΜΕΠΕΡΑΑ είναι το μεγαλύτερο από άποψη διαθέσιμων κοινοτικών πόρων ΤΕΠ. Έχει συνολικό προϋπολογισμό 5,51 δισ. ευρώ (4,6 δισ. κοινοτική συμμετοχή και 916 εκ. εθνική συμμετοχή). Χρηματοδοτείται από τα Ταμεία ΕΤΠΑ και ΕΚΤ. Θέτει τους εξής βασικούς στόχους34:

 

Για τις Μεταφορές:

  • Προώθηση της ολοκλήρωσης μέρους των υποδομών του βασικού Διευρωπαϊκού Δικτύου Μεταφορών (ΔΕΔ-Μ), οδικών και σιδηροδρομικών, και περαιτέρω ανάπτυξη/αναβάθμιση του αναλυτικού ΔΕΔ-Μ, με έμφαση στο οδικό και σιδηροδρομικό, αλλά και επιλεγμένες παρεμβάσεις λιμένων και αεροδρομίων.
  • Προώθηση των συνδυασμένων μεταφορών και εκσυγχρονισμό του συστήματος μεταφορών (σιδηροδρομικές συνδέσεις με τα λιμάνια του βασικού ΔΕΔ-Μ και τα εμπορευματικά κέντρα, οδικές συνδέσεις διευρωπαϊκών λιμανιών και αεροδρομίων της ηπειρωτικής και νησιωτικής χώρας).
  • Βελτίωση της ασφάλειας των μεταφορών (οδική ασφάλεια, ασφάλεια ναυσιπλοΐας και λιμενικών εγκαταστάσεων, ασφάλεια αεροναυτιλίας).
  • Ανάπτυξη και επέκταση των βιώσιμων και οικολογικών αστικών μεταφορών (αστικών μέσων σταθερής τροχιάς και λοιπών καθαρών επιφανειακών μέσων).

 

Για το Περιβάλλον:

  • Εκπλήρωση των απαιτήσεων του περιβαλλοντικού κεκτημένου της ΕΕ στους τομείς των Αποβλήτων και των Υδάτων.
  • Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Πρόληψη και διαχείριση κινδύνων.
  • Διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας.
  • Βιώσιμη αστική ανάπτυξη. Αστική αναζωογόνηση.

Το μεγαλύτερο μέρος των διαθέσιμων κοινοτικών πόρων του συγκεκριμένου ΤΕΠ (γύρω στο 75%) προβλέπεται να αξιοποιηθεί για την υλοποίηση 23 «Μεγάλων Έργων» –14 στον τομέα των Μεταφορών (σιδηροδρομικά, οδικά, μετρό) και 9 στον τομέα του Περιβάλλοντος (αντιπλημμυρικό, ύδρευση, επεξεργασία λυμάτων, διαχείριση απορριμμάτων):

2019-3-Pin-11

 

 

2019-3-Pin-12

Στο ΤΕΠ αυτό έχουν ενταχτεί ορισμένα ημιτελή έργα υποδομών μεταφορών από το ΕΣΠΑ 2007-2013. Ενδεικτικά, τέτοια έργα είναι αυτά για το μετρό Θεσσαλονίκης, την επέκταση του μετρό της Αθήνας, αλλά και τμήματα της Εθνικής Οδού.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέχρι τα μέσα Φλεβάρη του 2019, από τα κονδύλια της κοινοτικής συμμετοχής είχαν εκταμιευτεί προς την Ελλάδα για έργα που χρηματοδοτούνται από το ΥΜΕΠΕΡΑΑ 1,54 δισ. ευρώ (το 33% των κοινοτικών πόρων του προγράμματος). Στα ίδια στοιχεία, από το συνολικό προϋπολογισμό του ΥΜΕΠΕΡΑΑ (κοινοτικοί και εθνικοί πόροι) εμφανίζονται να έχουν αποφασιστεί έργα 3,76 δισ. (το 68% του προϋπολογισμού) και από αυτά να έχουν πληρωθεί μόλις τα 927 εκ. (το 17% του προϋπολογισμού).

 

ΤΕΠ «ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ» (ΕΠ.ΑΝ.Ε.Κ)

Το ΕΠΑνΕΚ έχει συνολικό προϋπολογισμό 4,72 δισ. ευρώ (3,69 δισ. κοινοτική συμμετοχή και 1,03 δισ. εθνική συμμετοχή). Χρηματοδοτείται από τα Ταμεία ΕΤΠΑ και ΕΚΤ. Το ΕΠΑνΕΚ δομείται στους παρακάτω βασικούς Άξονες Προτεραιότητας:

  • «Ανάπτυξη επιχειρηματικότητας με Τομεακές προτεραιότητες».
  • «Προσαρμογή εργαζόμενων, επιχειρήσεων και επιχειρηματικού περιβάλλοντος στις νέες αναπτυξιακές απαιτήσεις».
  • «Ανάπτυξη μηχανισμών στήριξης της επιχειρηματικότητας».
  • «Τεχνική Συνδρομή ΕΤΠΑ».
  • «Τεχνική Συνδρομή ΕΚΤ».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της «Ειδικής υπηρεσίας διαχείρισης ΕΠΑνΕΚ»35, μέχρι τις 9.1.19 έχουν εκδοθεί119 προσκλήσεις υποβολής προτάσεων/αιτήσεων για υποδομές και ενισχύσεις συνολικού προϋπολογισμού 4,81 δισ. ευρώ (102% του συνολικού προϋπολογισμού). Μέχρι στιγμής έχουν ενταχτεί έργα προϋπολογισμού 3,96 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 12 έργα στον τομέα της Ενέργειας, 57 έργα στον τομέα Έρευνας και Τεχνολογίας (ερευνητικές υποδομές), 127 έργα στους τομείς Πολιτισμού-Τουρισμού, 14 έργα ΤΠΕ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέχρι τα τέλη Απρίλη του 2019, από τα κονδύλια της κοινοτικής συμμετοχής είχαν εκταμιευτεί προς την Ελλάδα για έργα που χρηματοδοτούνται από το ΕΠΑνΕΚ 959 εκ. (το 26% των κοινοτικών πόρων του προγράμματος). Στα ίδια στοιχεία, από το συνολικό προϋπολογισμό του ΕΠΑνΕΚ (κοινοτικοί και εθνικοί πόροι) εμφανίζονται να έχουν αποφασιστεί έργα 4 δισ. (το 84% του προϋπολογισμού) και από αυτά να έχουν πληρωθεί μόλις τα 641 εκ. (το 14% του προϋπολογισμού).

Τα μεγαλύτερα έργα που έχουν ενταχτεί στο ΕΠΑνΕΚ, εκτός των λεγόμενων «Ταμείων Χαρτοφυλακίου»36, είναι τα ακόλουθα:

«Ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών».

«Σύνταξη προσωρινών κτηματολογικών υποβάθρων».

«Διασύνδεση Κυκλάδων με το ηπειρωτικό διασυνδεμένο σύστημα υψηλής τάσης».

«Διασύνδεση Κρήτης με Πελοπόννησο, υποβρύχιο καλώδιο».

«Ανάπτυξη ευρυζωνικών υποδομών σε αγροτικές λευκές περιοχές».

«Αναβάθμιση τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου Ρεβυθούσας».

«Super Fast Broadband (SFBB)».

«Regional Broadband Extension (RBBE)»37.

 

ΤΕΠ «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ» (ΕΠΑΝΑΔ)

Το συγκεκριμένο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα έχει συνολικό προϋπολογισμό 3,25 δισ. ευρώ (2,57 δισ. κοινοτική συμμετοχή και 683 εκ. εθνική συμμετοχή). Χρηματοδοτείται βασικά από το «Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο». Διακηρύσσει τους εξής στόχους:

  • «Ανάπτυξη και αξιοποίηση ικανοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού και ενεργό κοινωνική ενσωμάτωση στο σύνολο των Περιφερειών της χώρας.
  • Αντιμετώπιση της ανεργίας και αύξηση της βιώσιμης απασχόλησης για όλους.
  • Βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας όλων των βαθμίδων του εκπαιδευτικού συστήματος.
  • Ανάπτυξη της Διά Βίου Μάθησης και βελτίωση της συνάφειας της εκπαίδευσης και της κατάρτισης με την αγορά εργασίας.»38

Πρόκειται για το κύριο εργαλείο μέσα από το οποίο χρηματοδοτούνται τα διάφορα προγράμματα μαθητείας, κατάρτισης και επανακατάρτισης των εργαζόμενων (με ιδιαίτερη έμφαση στους νέους έως 29 ετών, π.χ. «επιταγή εισόδου») «σε κλάδους αιχμής της ελληνικής οικονομίας», «διά βίου μάθησης», ολιγόμηνων θέσεων «κοινωφελούς εργασίας» στους δήμους και στον ιδιωτικό τομέα, τα voucher για τους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς, το «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα» κτλ.

Πρόκειται για ένα πολυπλόκαμο πρόγραμμα με 12 «άξονες προτεραιότητας» που υπάγονται στην ευθύνη των υπουργείων Εργασίας και Παιδείας. Αποβλέπει σε μια καλύτερη προσαρμογή των μηχανισμών του αστικού κράτους που σχετίζονται με την αγορά εργασίας (ΟΑΕΔ, ΣΕΠΕ) στις σημερινές ανάγκες του κεφαλαίου, με την πιο δραστήρια παρέμβαση των λεγόμενων «κοινωνικών εταίρων». Επιχειρεί να εγκλωβίσει αποτελεσματικότερα και τις γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων στις αστικές επιδιώξεις με το ιδεολόγημα για «εναρμόνιση της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής». Θέτει ως ιδιαίτερο στόχο τη χρηματοδότηση της σύστασης και λειτουργίας των διαβόητων «κοινωνικών επιχειρήσεων», με τη δημιουργία και περιφερειακών μηχανισμών στήριξής τους.

Ένα ξεχωριστό πλέγμα αξόνων προτεραιότητας του συγκεκριμένου ΤΕΠ αφορά αυτό που σχετίζεται με την εκπαίδευση. Στο όνομα της καταπολέμησης της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, προβάλλεται το λεγόμενο «Νέο Σχολείο - Σχολείο του 21ου αιώνα - Ψηφιακό Σχολείο». Πίσω από τα εύηχα λόγια, η πραγματική στόχευση γίνεται ορατή όταν προβάλλεται ως σημαντική προτεραιότητα «η σύνδεση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης με την αγορά εργασίας και τον επιχειρηματικό κόσμο, μέσω της ενίσχυσης της αρχικής επαγγελματικής κατάρτισης, της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και της μαθητείας, καθώς και δράσεων διασύνδεσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας». Η κατεύθυνση αυτή συγκεκριμενοποιείται με συγκεκριμένες δράσεις για αύξηση όσων συμμετέχουν σε προγράμματα μαθητείας και για αύξηση των συνεργασιών των ΑΕΙ με τις επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέχρι τα τέλη Απρίλη του 2019, από τα κονδύλια της κοινοτικής συμμετοχής είχαν εκταμιευτεί προς την Ελλάδα για έργα που χρηματοδοτούνται από το ΕΠΑΝΑΔ 1,34 δισ. ευρώ (το 52% των κοινοτικών πόρων του προγράμματος). Στα ίδια στοιχεία, από το συνολικό προϋπολογισμό του ΕΠΑΝΑΔ (κοινοτικοί και εθνικοί πόροι) εμφανίζονται να έχουν αποφασιστεί έργα 2 δισ. (το 63% του προϋπολογισμού) και από αυτά να έχουν πληρωθεί 1,23 δισ. (το 38% του προϋπολογισμού). Με βάση τα στοιχεία αυτά, πρόκειται για το ΤΕΠ με το μεγαλύτερο ποσοστό έργων που έχουν ήδη πληρωθεί.

Το μεγαλύτερο ποσοστό εκτελεσμένων πληρωμών, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ΤΕΠ, αντανακλά τη δυνατότητα ταχύτερης υλοποίησης των έργων που εντάσσονται στο συγκεκριμένο πρόγραμμα λόγω της φύσης τους, αλλά, πιθανόν, και τις αναγκαιότητες της αστικής διαχείρισης για την ενσωμάτωση εργατικών-λαϊκών στρωμάτων στη σημερινή συγκυρία μερεμετίσματος του πολιτικού συστήματος.

 

ΤΕΠ «ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ»

Το συγκεκριμένο ΤΕΠ έχει συνολικό προϋπολογισμό 596 εκ. ευρώ (462 εκ. κοινοτική συμμετοχή και 134 εκ. εθνική συμμετοχή). Χρηματοδοτείται από τα Ταμεία ΕΤΠΑ και ΕΚΤ.

Θέτει ως κεντρικό στόχο μια πιο «συνεκτική, ευέλικτη, εξωστρεφή και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση», με σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, πυλώνα «για την ανάκαμψη της χώρας». Διαρθρώνεται σε τρεις «θεματικούς άξονες»:

  • Θεματικός Άξονας 1: «Διοικητική και οργανωτική μεταρρύθμιση για την αύξηση της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας του Δημό-σιου Τομέα».
  • Θεματικός Άξονας 2: «Ενίσχυση της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης».
  • Θεματικός Άξονας 3: «Βελτίωση της διαχείρισης και ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού του Δημόσιου Τομέα».

Θέτει ως τομείς προτεραιότητας τη δικαιοσύνη, την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, τη δημοσιονομική και φορολογική πολιτική και την εφαρμογή της μεταρρύθμισης στην Τοπική Διοίκηση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας39, μέχρι το Νοέμβρη του 2018 ο προϋπολογισμός των πράξεων που είχαν ενταχτεί στο ΤΕΠ «Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα» έφτανε τα 210 εκ. (το 40,7% του συνολικού προϋπολογισμού του ΤΕΠ). Οι δηλωθείσες δαπάνες που είχαν γίνει μέχρι τότε για τα έργα του ΤΕΠ ανέρχονταν στα 97 εκ. ευρώ (το 18,8% του προϋπολογισμού).

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέχρι τα τέλη Απρίλη του 2019, από τα κονδύλια της κοινοτικής συμμετοχής είχαν εκταμιευτεί προς την Ελλάδα για έργα που χρηματοδοτούνται από το συγκεκριμένο ΤΕΠ 146 εκ. ευρώ (το 32% των κοινοτικών πόρων του προγράμματος). Στα ίδια στοιχεία, από το συνολικό προϋπολογισμό του ΤΕΠ (κοινοτικοί και εθνικοί πόροι) εμφανίζονται να έχουν αποφασιστεί έργα 266 εκ. (το 45% του προϋπολογισμού) και από αυτά να έχουν πληρωθεί 114 εκ. (το 19% του προϋπολογισμού).

Παρόλο που αποτελεί ένα από τα μικρά Επιχειρησιακά Προγράμματα (μόλις το 2,2% των κοινοτικών κονδυλίων του ΕΣΠΑ), μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στους συνολικότερους σχεδιασμούς της αστικής τάξης:

α) Εμφανιζόμενο προπαγανδιστικά ως το εργαλείο επίλυσης δυσλειτουργιών της κρατικής μηχανής που χρονίζουν (π.χ. χρόνος και αναγκαία δικαιολογητικά για την έκδοση μιας διοικητικής πράξης, χρόνος απονομής συντάξεων, σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας-
ΤΟΜΥ, γραφειοκρατία στην απονομή δικαιοσύνης κτλ.).

β) Ενσωματώνοντας ακόμα πιο ολοκληρωμένα στρώματα της κρατικής υπαλληλίας, μέσα από διάφορα προγράμματα ενίσχυσης του «ανθρώπινου κεφαλαίου», του δήθεν «πιο σημαντικού μοχλού ανάπτυξης που έχει στη διάθεσή της»40 η δημόσια διοίκηση.

γ) Επιταχύνοντας τους επενδυτικούς σχεδιασμούς του κεφαλαίου και διαμέσου της μεγαλύτερης ευελιξίας στο επίπεδο των κεντρικών υπουργείων, και μέσα από τη διαμόρφωση μιας Τοπικής Διοίκησης πιο οργανωμένης, πιο διασυνδεμένης με την κεντρική διοίκηση, αλλά και πιο απλουστευμένης στη λειτουργία της (π.χ. αδειοδοτήσεις επιχειρήσεων από τους δήμους, χωροταξικός-πολεοδομικός σχεδιασμός από Περιφέρειες). Κεντρική θέση έχει εδώ το «έργο-σημαία: Αναδιοργάνωση και διοικητική μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού».

 

ΤΕΠ «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ»

Πρόκειται για το μεγαλύτερο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα (ελάχιστα μεγαλύτερο από το ΤΕΠ υποδομών-μεταφορών, ΥΜΕΠΕΡΑΑ)41. Έχει συνολικό προϋπολογισμό 5,8 δισ. ευρώ (4,7 δισ. κοινοτική συμμετοχή και 1,1 δισ. εθνική συμμετοχή). Χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ). Οι ενισχύσεις για την «αγροτική ανάπτυξη» συνιστούν το λεγόμενο πυλώνα ΙΙ της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.

Στα κείμενα της ΕΕ που αφορούν το συγκεκριμένο ΤΕΠ θεωρούνται ως βασικά προβλήματα της αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα, που φρενάρουν την ανταγωνιστικότητά της, το μικρό μέσο μέγεθος των εκμεταλλεύσεων και η απουσία μιας ειδικευμένης εργατικής δύναμης.42 Οι 6 μεγαλύτερες ενότητες μέτρων του ΠΑΑ, με βάση το συνολικό προϋπολογισμό τους, προβλέπεται να είναι οι ακόλουθες:

– Επενδύσεις σε υλικές υποδομές / εγγειοβελτιωτικά έργα, μεταποίηση κτλ. (1,4 δισ.).

– Ενισχύσεις προς περιοχές με φυσικά ή άλλα μειονεκτήματα (1,06 δισ.).

– Βιολογική γεωργία (747 εκ.).

– Αγρο-περιβαλλοντικά και κλιματικά μέτρα (475 εκ.).

– Τοπική ανάπτυξη / πρόγραμμα «LEADER» (445 εκ.).

– Ανάπτυξη αγροκτημάτων και επιχειρήσεων (422 εκ.).

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέχρι τα τέλη Απρίλη του 2019, από τα κονδύλια της κοινοτικής συμμετοχής είχαν εκταμιευτεί προς την Ελλάδα για έργα που χρηματοδοτούνται από το συγκεκριμένο ΤΕΠ 1,8 δισ. ευρώ (το 38% των κοινοτικών πόρων του προγράμματος). Στα ίδια στοιχεία, από το συνολικό προϋπολογισμό του ΤΕΠ (κοινοτικοί και εθνικοί πόροι) εμφανίζονται να έχουν αποφασιστεί έργα ύψους 2,65 δισ. (το 45% του προϋπολογισμού) και από αυτά να έχουν πληρωθεί τα 2 δισ. (το 34% του προϋπολογισμού).

 

ΤΕΠ «ΑΛΙΕΙΑ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΑ»

Πρόκειται για το μικρότερο Τομεακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα. Έχει συνολικό προϋπολογισμό 521 εκατ. ευρώ (389 εκατ. κοινοτική συμμετοχή και 132 εκατ. εθνική συμμετοχή). Χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ).

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέχρι τα τέλη Απρίλη του 2019, από τα κονδύλια της κοινοτικής συμμετοχής είχαν εκταμιευτεί προς την Ελλάδα για έργα που χρηματοδοτούνται από το συγκεκριμένο ΤΕΠ 58 εκατ. ευρώ (το 15% των κοινοτικών πόρων του προγράμματος). Στα ίδια στοιχεία, από το συνολικό προϋπολογισμό του ΤΕΠ (κοινοτικοί και εθνικοί πόροι) εμφανίζονται να έχουν αποφασιστεί έργα ύψους 96 εκατ. (το 18% του προϋπολογισμού) και από αυτά να έχουν πληρωθεί μόλις 928 χιλιάδες ευρώ (<0,2% του προϋπολογισμού). Με βάση τα στοιχεία αυτά, πρόκειται για το ΤΕΠ με τη μικρότερη απορροφητικότητα κονδυλίων.

Στα 10 μεγαλύτερα έργα που έχουν ενταχτεί μέχρι σήμερα στον προϋπολογισμό του συγκεκριμένου ΤΕΠ (με προϋπολογισμό > 2,5 εκατομμύρια ευρώ ανά έργο) κυριαρχούν διάφορες χρηματοδοτήσεις για την προμήθεια πλωτών και εναέριων μέσων του λιμενικού, για την εγκατάσταση συστημάτων παρακολούθησης της θαλάσσιας κυκλοφορίας και για βελτίωση διάφορων λιμενικών αλιευτικών εγκαταστάσεων. Ξεχωρίζει όμως και μια σημαντική χρηματοδότηση (2,8 εκ. ευρώ) προς επιχείρηση του κλάδου μεταποίησης προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας στη Νέα Μηχανιώνα.

Πρόσφατη απόφαση ένταξης στις χρηματοδοτήσεις του ΤΕΠ «Αλιεία και Θάλασσα» περιλαμβάνει 44 «πράξεις» στον τομέα μεταποίησης προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, με συνολική κρατική δαπάνη 24 εκατομμυρίων ευρώ. Οι 15 από αυτές είναι χρηματοδοτήσεις άνω των 500.000 ευρώ (οι 8 άνω του 1 εκ. ευρώ)43. Με άλλη πρόσφατη απόφαση εγκρίθηκαν 112 χρηματοδοτήσεις, συνολικού ύψους κρατικής δαπάνης 40 εκατομμυρίων ευρώ, στον τομέα παραγωγικών επενδύσεων στην υδατοκαλλιέργεια. Από τις 112 εγκεκριμένες πράξεις οι 38 (το 34%) αφορούν χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων των 2 κολοσσών του κλάδου, των εταιριών «ΣΕΛΟΝΤΑ» και «ΝΗΡΕΥΣ».44

Όπως τονίσαμε και στα συμπεράσματα του άρθρου, συχνά ο μεγάλος αριθμός των εμφανιζόμενων προς χρηματοδότηση έργων συσκοτίζει είτε τη συγκέντρωση των κονδυλίων στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους του ενός ή του άλλου κλάδου είτε τον ουσιαστικά αντιδραστικό χαρακτήρα της κοσμογονίας των έργων (π.χ. οι εκατοντάδες χρηματοδοτήσεις για την οριστική παύση αλιευτικής δραστηριότητας και την καταστροφή των αντίστοιχων υποδομών - σκάφη κτλ.).

 


ΣημειώσειςΣημειώσεις

  1. Β. Ι. Λένιν, «Για το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», Άπαντα, τόμ. 26, σελ. 362, εκδ. Σύγχρονη Εποχή.
  2. «Annual Energy Outlook 2018 with projections to 2050», US Energy Information Administration (February 2018), σελ. 21-22.
  3. ΕΣΠΑ 2014-2020, https://www.espa.gr/EL/Pages/staticESPA2014-2020.aspx
  4. LNG (Liquified Natural Gas), Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο. Στην Ελλάδα, η ολοένα και αυξανόμενη τάση χρήσης υγροποιημένου φυσικού αερίου αντιπαραθετικά με το φυσικό αέριο μέσω αγωγών αντανακλά, πέρα από μια γενική, σύγχρονη διεθνή τάση, αφενός τα σχέδια των ΗΠΑ για περιορισμό της χρήσης του ρωσικού φυσικού αερίου που έρχεται στη χώρα μέσω αγωγών, αφετέρου τις μεγάλες επενδύσεις του εφοπλισμού σε πλοία μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου.
  5. Πρώτη προσέγγιση είχε προηγηθεί σε προηγούμενη μελέτη: Ν. Καραθανασόπουλος - Αι. Βαμβακίδου, «Ο ρόλος της κοινοτικής χρηματοδότησης στην ελληνική οικονομία», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 3/2014.
  6. Πέντε θεματικοί στόχοι: Επένδυση στον παραγωγικό τομέα της Οικονομίας, Κοινωνία της γνώσης και της καινοτομίας, Απασχόληση και Κοινωνική Συνοχή, Θεσμικό Περιβάλλον, Ελλάδα τόπος επενδύσεων, εργασίας και διαβίωσης, Οριζόντιες προτεραιότητες (αφορά έργα που εξυπηρετούν ταυτόχρονα τους παραπάνω στόχους).
  7. Η τελική ολοκλήρωση της προγραμματικής περιόδου του ΕΣΠΑ (ολοκλήρωση εκταμίευσης των κονδυλίων) πάντοτε υπερβαίνει σημαντικά τον αρχικά καθορισμένο χρονικό του ορίζοντα.
  8. Βλ. σχετικά άρθρα στην Axianews, «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει στον Ε65», σελ. 10-11, και «Τοκογλυφία και “πάρτι” με τα κονδύλια του ΕΣΠΑ», σελ. 8, 23-24.2.2019, και ομιλία του Σ. Βαρδαλή, μέλους της ΚΕ και βουλευτή του ΚΚΕ, στη Βουλή στις 19.12.2018, https://www.youtube.com/watch?v=jboyQ-s4cN0
  9. Το μόνο που κάλυπταν ήταν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για το διάστημα της απασχόλησης. Κατά τα άλλα, οι εργαζόμενοι δεν είχαν καν δικαίωμα σε αναρρωτική και κανονική άδεια, καθώς και μία ακόμη μέρα απουσίας από τη δουλειά ακύρωνε αυτομάτως το πρόγραμμα και άρα την αμοιβή του εργαζόμενου για όσο είχε εργαστεί μέχρι την ακύρωση. Μετά από αντιδράσεις, στο επόμενο ΕΣΠΑ τα αντίστοιχα προγράμματα αναγκάστηκαν να περιλάβουν κάποια εργασιακά δικαιώματα, όπως ασφαλιστική κάλυψη, χωρίς να αλλάζουν ωστόσο την ουσία των προγραμμάτων. Αντίθετα, το περιεχόμενο αντιδραστικοποιήθηκε περισσότερο από τους ίδιους τους ομίλους που απασχολούν εργαζόμενους μέσω τέτοιων προγραμμάτων (π.χ. εταιρία που συμμετέχει σε ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί κάθε μήνα να αλλάζει εργαζόμενο στο ίδιο πόστο χωρίς όμως για εκείνη να ακυρώνεται η χρηματοδότηση).
  10. ΔιαΝΕΟσις, «Οι αριθμοί του ΕΣΠΑ», Φλεβάρης-Οκτώβρης 2016­, https://www.dianeosis.org/2016/02/ta-noumera-tou-espa/ ή βλ. από European Commission, https://ec.europa.eu/regional_policy/sources/docgener/evaluation/pdf/expost2013/wp1_el_report_en.pdf
  11. Για τους ανταγωνισμούς μεταξύ των αστικών τάξεων σχετικά με το ΠΔΠ βλ. Νίκος Καραθανασόπουλος - Αιμιλία Βαμβακίδου, «Ο ρόλος της κοινοτικής χρηματοδότησης στην ελληνική οικονομία», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 3/2014.
  12. Η σημασία της συγκεκριμένης προτεραιότητας στους στρατηγικούς σχεδιασμούς της ΕΕ αναδεικνύεται και από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει μια παραπέρα μεγάλη αύξηση του προϋπολογισμού του συγκεκριμένου προγράμματος στα 42 δισ. ευρώ για το διάστημα 2021-2027.
  13. Δες «The added value of the EU budget», Commission staff working paper, accompanying Commission communication «A budget for Europe 2020» (2011) και «The European added value of EU spending: can the EU help its member states to save money?», Rand Corporation, 2013.
  14. Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, Ταμείο Συνοχής, Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας.
  15. Σημειώνουμε ξανά ότι οι «άμεσες πληρωμές» της ΚΑΠ δεν εντάσσονται στο ΕΣΠΑ, παρόλο που χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ κατευθύνονται και προς τους τομείς της γεωργίας - κτηνοτροφίας - αλιείας.
  16. «Επιχειρησιακό πρόγραμμα ανταγωνιστικότητα, επιχειρηματικότητα & καινοτομία. Σύνοψη», υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, Σεπτέμβρης 2017, έκδοση 4.0.
  17. «Τελικά στοιχεία απορρόφησης ΕΣΠΑ 2007-2013», Ανακοίνωση υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, 5.4.17. Το συγκεκριμένο ποσό αφορά 3 Ταμεία του ΕΣΠΑ (ΕΤΠΑ, 17ΕΚΤ, ΤΣ), περιλαμβανομένης της «Πρόσθετης Αποδεκτής Συνδρομής». Δεν περιλαμβάνεται η απορρόφηση μέσω των 2 άλλων Ταμείων (ΕΓΤΑΑ και ΕΤΘΑ) που το διάστημα 2007-2013 δεν υπάγονταν στο ΕΣΠΑ.
  18. Στοιχεία από Ευρωπαϊκή Επιτροπή, https://cohesiondata.ec.europa.eu/countries/GR#.
    Το συνολικό ποσό της χρηματοδότησης των θεματικών στόχων είναι μικρότερο των συνολικών προϋπολογισμένων πόρων του ΕΣΠΑ για την Ελλάδα (26,6 δισ. ευρώ), γιατί δεν περιλαμβάνει 794 εκ. ευρώ που πηγαίνουν στην «Τεχνική Βοήθεια» του ΕΣΠΑ και, πιθανώς, το 5% του «Ειδικού αποθεματικού» (δες παραπάνω).
  1. Πανόραμα, τεύχ. 48 (χειμώνας 2013), σελ. 5.
  2. Project Syndicate Dani Rodrik, «Η πρόκληση των καλών θέσεων εργασίας», Τα Νέα, σελ. 37, 22.2.19.
  3. Πηγή: ΑΝΑΠΤΥΞΗ.gov.gr, κατηγορία «Μεγάλα Έργα», πρόσβαση 6.12.18.
  4. Ομιλία Τσίπρα στη 2η διεθνή συνάντηση των Αθηνών για τις ΜμΕ της ΓΣΕΒΕΕ, 8.3.18.
  5. Συνέντευξη Α. Χαρίτση στην ΕΡΤ1, 27.12.17.
  6. Δήλωση Χ. Δήμα, τομεάρχη Οικονομίας και Ανάπτυξης της ΝΔ, 12.9.17.
  7. «Προειδοποιήσεις από την Τράπεζα της Ελλάδος για το ΕΣΠΑ», https://www.cnn.gr/oikonomia/story/141760/proeidopoiiseis-apo-tin-trapeza-tis-ellados-gia-tin-poreia-toy-espa
  8. European Commission, European Structural and Investment Funds, Data, Greece, https://cohesiondata.ec.europa.eu/countries/GR#
  9. http://www.capital.gr/oikonomia/3329103/sunantisi-tis-epitropis-exostrefeias-tou-seb-me-ton-ufupourgo-oikonomias
  10. http://www.eea.gr/gr/el/articles/espa-me-to-stagonometro-ta-xrimata
  11. «Η ΕΣΕΕ σχεδιάζει μαζί με την Περιφέρεια Αττικής τη σύνδεση του ΠΕΠ με την παραγωγικότητα», δελτίο Τύπου ΕΣΕΕ, 19.6.17.
  12. Ένα από τα πολλά χαρακτηριστικά παραδείγματα στο προηγούμενο ΕΣΠΑ αποτελεί η χρηματοδότηση με 54 εκ. ευρώ από το πρόγραμμα άμεσων ενισχύσεων «Μικρομεσαίων» Επιχειρήσεων για την ίδρυση ξενοδοχείου 5 αστέρων στην Κρήτη, δυναμικότητας 300 δωματίων και 717 κλινών –απασχολεί 191 εργαζόμενους (<250) και άρα χρηματοδοτείται ως μεσαία και όχι ως μεγάλη επιχείρηση, λαμβάνοντας μάλιστα, υπό αυτό το καθεστώς, μεγαλύτερο ποσοστό χρηματοδότησης από την ΕΕ (45% οι ΜμΕ έναντι 30% οι μεγάλες).
  13. Αναλυτικά βλ. Θανάσης Τζίμας, Η πολιτική της ΕΕ για τους αυτοαπασχολούμενους και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 2/2019.
  14. Commission staff working document. Ex post evaluation of the ERDF and the Cohesion Fund 2007-2013, σελ. 22, Brussels, 19.9.16.
  15. «Συνοπτική παρακολούθηση Ε.Π. Αλιείας 2007-2013», 23.4.15, http://www.alieia.gr/sinoptiki-poria-ilopiisis
  16. Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, ΕΣΠΑ 2014-2020, https://www.espa.gr/el/pages/staticOPInfrastructureEnvironment.aspx
  17. http://www.antagonistikotita.gr/epanek/events.asp?cs=18
  18. Τα Ταμεία Χαρτοφυλακίου (4 για το ΕΠΑνΕΚ - Ταμείο Υποδομών, Ταμείο Επιχειρηματικότητας ΙΙ, Ταμείο Επιχειρηματικών Συμμετοχών και Ταμείο Εξοικονομώ ΙΙ) λειτουργούν ως ανεξάρτητες χρηματοδοτικές μονάδες με πόρους από το ΕΠΑνΕΚ. Στόχος τους είναι να δίνουν (μέσω ενδιάμεσων οργανισμών, π.χ. τράπεζες) στους αποδέκτες δάνεια, εγγυήσεις, επιδοτήσεις επιτοκίου ή άλλα «συστήματα κινήτρων». Σύμφωνα με τους νόμους σύστασής τους, στα Ταμεία αυτά μπορεί να επενδυθούν και πόροι από άλλες πηγές, περιλαμβανομένων και ιδιωτικών.
  19. http://epan2.antagonistikotita.gr/uploads/13_grapth_pinakas%2027.pdf
  20. https://empedu.gov.gr/to-epicheirisiako-programma/to-programma-me-mia-matia
  21. http://www.epdm.gr/el/Documents/PoriaEfarmogis/%CE%A0%CE%95_20181130.pdf
  22. Ετήσια έκθεση υλοποίησης έτους 2017 ΕΠ «Μεταρρύθμιση δημόσιου τομέα», «Έργα σημαία», http://www.epdm.gr/el/Documents/EPPA/GRAPTH%20DIADIKASIA/ETHSIA%20EKTHESI%202017/%CE%A3%CF%85%CE%BD%CE%B72.%20%CE%95%CE%A1%CE%93%CE%91%20%CE%A3%CE%97%CE%9C%CE%91%
CE%99%CE%91.pdf
  23. Για μια πιο αναλυτική παρουσίαση του ΤΕΠ, ειδικότερα στην περιφερειακή του διάσταση, δες Ορέστης Διαμαντόπουλος, «Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020. Ο ρόλος της Περιφερειακής Διοίκησης στην προώθηση βασικών κατευθύνσεων», Ριζοσπάστης, 16-17.2.19.
  24. European Commission, «Factsheet on 2014-2020 Rural Development Programme for Greece».
  25. http://www.alieia.gr/assets/uploads/2018/10/APOFASI-ENTAXIS-STO-METRO-
3.4.4-1.pdf
  26. http://www.alieia.gr/assets/uploads/2018/11/APOFASI-EGRISIS-APOTELESMATON-
SYGRITIKIS-AXIOLOGISIS-TON-AITISEON-CHRIMATODOTISIS-STA-METRA-3.2.2-4.2.4.pdf

* Κείμενο του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ.