Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, της Ρωσίας και της Κίνας, με τη συμμετοχή δεκάδων άλλων κρατών, αντανακλώνται σε μια μεγάλης έκτασης περιοχή όπου κλιμακώνεται η αντιπαράθεση για τις ενεργειακές πηγές και αγωγούς, τους θαλάσσιους δρόμους μεταφοράς εμπορευμάτων. Στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 2000 οι ΗΠΑ αξιοποίησαν τις λαϊκές αντιδράσεις της αποκαλούμενης «Αραβικής Άνοιξης», για να προωθήσουν το σχέδιο για τη «Νέα Μέση Ανατολή», για αναδιατάξεις που εναρμονίζονται με τα συμφέροντα των αμερικανικών μονοπωλίων.
Ο καταστροφικός πόλεμος στη Συρία διαρκεί 9 χρόνια. Οι αιτίες του, που αποκρύπτουν σκοπίμως οι αστικές δυνάμεις, βρίσκονται στη σφοδρή αντιπαράθεση για τους ενεργειακούς αγωγούς.15 Οι ΗΠΑ, η Τουρκία, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία κ.ά. χρησιμοποίησαν όλα τα μέσα για την ανατροπή του Άσαντ, δημιούργησαν, χρηματοδότησαν κι εκπαίδευσαν τους τζιχαντιστές για να επιβάλουν τα σχέδιά τους. Ο συσχετισμός δύναμης άλλαξε με τη στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας το 2015, που υπερασπίζεται τα δικά της συμφέροντα και διατηρεί δύο στρατιωτικές βάσεις στο Ταρτούς και το Χμεϊμίμ, ισχυρές αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις και συμμετέχει στις πολεμικές επιχειρήσεις. Τη συριακή κυβέρνηση εκτός της Ρωσίας στηρίζει η σιιτική λιβανέζικη οργάνωση Χεζμπολάχ και το Ιράν.
Η κατάσταση στη χώρα είναι δραματική, ο πόλεμος έχει μπει σε φάση μοιράσματος και διαμελισμού, με εμπλοκή όλων των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών και της Τουρκίας, η οποία με τέσσερις στρατιωτικές εισβολές16 ελέγχει το 10% της χώρας. Η τουρκική επέμβαση στη Συρία έχει γενικότερες στοχεύσεις. Αποσκοπεί στην παρεμπόδιση δημιουργίας κουρδικού κράτους στα τουρκοσυριακά σύνορα και παράλληλα θέτει το γενικότερο στόχο της αλλαγής των συνόρων στην περιοχή.
Η στάση των ΗΠΑ και της Ρωσίας και τα πρόσφατα γεγονότα στο Ιντλίμπ στη Βορειοδυτική Συρία προσφέρονται για σημαντικά συμπεράσματα για το ρόλο των ιμπεριαλιστικών λυκοσυμμαχιών. Η 3η τουρκική εισβολή έγινε με τη στήριξη των ΗΠΑ και την ανοχή της Ρωσίας. Οι Αμερικανοί εγκατέλειψαν τους Κούρδους στο έλεος των τουρκικών στρατευμάτων παρά τις στενές πολύμορφες σχέσεις που είχαν οικοδομήσει με την κουρδική ηγεσία, «παίζοντας» στο μεγαλύτερο ταμπλό των αντιθέσεων στην περιοχή. Παράλληλα με τη ρωσοτουρκική συμφωνία που υπογράφηκε στο Σότσι το Σεπτέμβρη του 2018, δόθηκαν στα τουρκικά στρατεύματα 12 φυλάκια και επήλθε συμβιβασμός για τη διαφύλαξη δυνάμεων των τζιχαντιστών που συνεργάζονται με την κυβέρνηση Ερντογάν. Βεβαίως, οι ρωσοτουρκικές σχέσεις εδράζονται σε σημαντικές οικονομικοστρατιωτικές συμφωνίες για την ενέργεια, τον αγωγό TurkStream17. Η Τουρκία εισάγει το 60-70% του φυσικού αερίου από τη ρωσική αγορά. Ρωσικές κατασκευαστικές εταιρίες έχουν αναλάβει τον πυρηνικό σταθμό στο Ακουγιού. Η Τουρκία αγόρασε από τη Ρωσία το πυραυλικό σύστημα S-400, αλλά τα συμφέροντα που διακυβεύονται στη Συρία υπερτερούν και αποτελούν τη βάση της τουρκορωσικής σύγκρουσης στο Ιντλίμπ, το Φλεβάρη-Μάρτη του 2020, με δεκάδες Τούρκους στρατιώτες νεκρούς. Τα γεγονότα αυτά αποκτούν νέα διάσταση με το κάλεσμα της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ να εμπλακούν στο πλευρό των τουρκικών δυνάμεων. Ασφαλώς, ανάμεσα στις τελικές αποφάσεις που οδηγούν σε ρήξη μεσολαβούν προσπάθειες για συμβιβασμό, αλλά ποτέ προς όφελος των λαών. Ο αμερικανοΝΑΤΟϊκός ιμπεριαλισμός μετράει τις εξελίξεις και έχει τη δική της σημασία η σταθερή προσπάθεια να αξιοποιεί τα γεγονότα για να προκληθεί βαθύτερο ρήγμα στις ρωσοτουρκικές σχέσεις, με γενικότερες επιδράσεις.
ΠΕΡΣΙΚΟΣ ΚΟΛΠΟΣ
Ο Περσικός Κόλπος έχει ιδιαίτερη στρατηγική σημασία, υπάρχουν πολύ σημαντικές πλουτοπαραγωγικές πηγές και διακινείται τεράστιος όγκος πετρελαίου.
Η περιοχή αποτέλεσε θέατρο πολέμων μεταξύ του Ιράν και του Ιράκ την περίοδο 1980-1988, έλαβε χώρα η επέμβαση του Ιράκ στο Κουβέιτ
το 1991 και ακολούθησε ο πόλεμος των ΗΠΑ κατά του Ιράκ –η «Καταιγίδα της Ερήμου», αρχές της δεκαετίας του 1990, και ο πόλεμος κατά του Ιράκ το 2003 του οποίου οι συνέπειες σημαδεύουν την κατάσταση στη χώρα μέχρι σήμερα.
Μέσα από μια πολύχρονη διαπραγματευτική διαδικασία υπογράφηκε το 2015 η συμφωνία για τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, με τη συμμετοχή των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Κίνας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Από τη συμφωνία αυτή αποχώρησαν οι ΗΠΑ το 2018 με το αιτιολογικό ότι παραβιάζεται από το Ιράν, προβάλλοντας τη θέση για νέα συμφωνία που θα επεκτείνεται στον έλεγχο του συνόλου των πυραυλικών συστημάτων της χώρας, θα βάζει κι άλλους περιοριστικούς όρους στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Τον Ιούνη του 2019 οι ΗΠΑ ενίσχυσαν τις δυνάμεις τους στη Μέση Ανατολή με 1.000 στρατιώτες με το αιτιολογικό της απειλής του Ιράν, αξιοποιώντας επιθέσεις σε δύο δεξαμενόπλοια στον Κόλπο του Ομάν.
Οι αμερικανικές δυνάμεις ενοχοποίησαν το Ιράν για την εκτόξευση βλημάτων όλμων και ρουκετών σε αμερικανικές βάσεις στο Ιράκ, που είναι στο στόχαστρο των δυνάμεων της ιρακινής σιιτικής οργάνωσης «Δυνάμεις της Λαϊκής Κινητοποίησης» που διαθέτει δεκάδες χιλιάδες στρατευμένους στην υπόθεση της απομάκρυνσης των αμερικανικών δυνάμεων από το Ιράκ.
Στις 14 Σεπτέμβρη 2019 πραγματοποιήθηκε επίθεση πυραύλων από μη επανδρωμένα αεροσκάφη (Drones) σε μεγάλες πετρελαϊκές εγκαταστάσεις του ενεργειακού κολοσσού της Aramco στη Σαουδική Αραβία και την ευθύνη ανέλαβαν οι αντάρτες Χούθι της Υεμένης. Οι ΗΠΑ ενοχοποίησαν το Ιράν κι έστειλαν νέες στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή μετά από αίτημα της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Στα τέλη του 2019 οργανώθηκαν στο Ιράκ μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις για την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων και διαμαρτυρίες στην πρεσβεία των ΗΠΑ, όπως και άλλες ενάντια στην ιρανική επιρροή, δείχνοντας την επίδραση της αντιπαράθεσης στο έδαφος του Ιράκ.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον που διαμόρφωσε τους όρους της όξυνσης των αμερικανοϊρανικών σχέσεων, οργανώθηκε η αμερικανική επίθεση στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Ιράκ κι εκτελέστηκε ο Ιρανός στρατηγός Σουλεϊμανί, που ήταν φιλοξενούμενος της ιρακινής κυβέρνησης.
Οι ΗΠΑ με πολεμικό διάγγελμα του Τραμπ ζήτησαν την παραπέρα εμπλοκή του ΝΑΤΟ στη Μέση Ανατολή, ενώ το Ιράν εξαπέλυσε στις 8 Γενάρη 2020 ελεγχόμενη, χωρίς θύματα, επίθεση με πυραύλους σε δύο αμερικανικές βάσεις στο Βόρειο και Κεντρικό Ιράκ. Το ιρακινό κοινοβούλιο αποφάσισε να απαιτήσει την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη χώρα, αλλά οι ΗΠΑ επιμένουν στην παραμονή τους στο Ιράκ. Οι εξελίξεις διαμορφώνουν όρους για μεγαλύτερη όξυνση στην περιοχή, ακόμα και για γενικευμένη πολεμική σύγκρουση. Το Γενάρη αυτού του χρόνου, μετά από τη δολοφονία του στρατηγού Σουλεϊμανί, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μ. Πομπέο, σε ομιλία του στο Ινστιτούτο Χούβερ του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, ανέπτυξε το πολύ επικίνδυνο δόγμα της «πραγματικής αποτροπής», του προληπτικού πολέμου, και, όπως ανέφερε, το δόγμα αυτό «δεν περιορίζεται στο Ιράν, αλλά σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να αποτρέπουμε τους αντιπάλους…».
Το Ισραήλ είναι κατοχική δύναμη στα παλαιστινιακά εδάφη, στα υψίπεδα του Γκολάν στη Συρία, επεμβαίνει συστηματικά στο Λίβανο, στηρίζει τα αμερικανικά σχέδια στον Περσικό Κόλπο και στην ευρύτερη περιοχή.
Το Παλαιστινιακό πρόβλημα έχει περάσει από φωτιά και σίδερο και τα ειρηνευτικά κάθε φορά σχέδια προσθέτουν νέα εμπόδια σε λύση που θα ικανοποιεί τα αιτήματα του παλαιστινιακού λαού. Ποιοτικό στοιχείο σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση αποτελεί το πρόσφατο αμερικανικό σχέδιο Τραμπ («Συμφωνία του Αιώνα»), που παρουσιάστηκε στην Ουάσιγκτον στο τέλος του Γενάρη του 2020, παρουσία του Ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου.
Με το σχέδιο αυτό ανοίγουν νέες πληγές, θωρακίζεται η ισραηλινή κατοχή, παραχωρείται η Ιερουσαλήμ στο Ισραήλ, προωθείται η προσάρτηση της Κοιλάδας του Ιορδάνη που είναι η καρδιά της Δυτικής Όχθης, τεμαχίζονται κι άλλο τα Παλαιστινιακά εδάφη, διατηρούνται οι εποικισμοί και οι χιλιάδες έποικοι, κλείνει ο δρόμος για την επιστροφή των προσφύγων.
ΣΤΗ ΛΙΒΥΗ
Στη Λιβύη εξαπολύθηκε ΝΑΤΟϊκή επίθεση το 2011, δολοφονήθηκε στη συνέχεια ο Πρόεδρος Καντάφι και η χώρα μπήκε σε πορεία διάλυσης. Κι εδώ η αιτιολογία του πολέμου στηρίχτηκε σε προσχήματα για να δικαιολογηθεί ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, παρά το γεγονός ότι είχαν εκπέσει τα σενάρια πως η Λιβύη παράγει όπλα μαζικής καταστροφής, ενώ ήδη ο Καντάφι είχε προσχωρήσει στο «δυτικό στρατόπεδο».
Τα βασικά ζητήματα που θέτουν το γενικό πρόβλημα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών αποκρύπτονται. Από το 2003 η λιβυκή κυβέρνηση άρχισε να κλείνει συμφωνίες με ενεργειακούς κολοσσούς όπως η βρετανική BP, η γαλλική «Total», η ιταλική ENI, η ισπανική «Repsol», οι αμερικανικές «ΕxxonMobil», «Chevron», «Occidental Petroleum», «Hess», «Conoco Phillips», η γερμανική RW DIA E, και όλα ήταν «μέλι-γάλα». Όμως, από τη στιγμή που στον ανταγωνισμό εισήλθαν πιο επιθετικά η Ρωσία, η Κίνα και η Ινδία και έγινε στροφή για την επαναδιαπραγμάτευση συμβολαίων και την προώθηση άλλων συμφωνιών, άλλαξαν οι σχεδιασμοί των ΗΠΑ και ισχυρών κρατών της ΕΕ, προεξάρχουσας της Γαλλίας, και ο Καντάφι έγινε και πάλι το «μαύρο πρόβατο» .
Σ’ αυτό συντέλεσε η επίσκεψη του Προέδρου της Ρωσίας Πούτιν στη Λιβύη τον Ιούνη του 2008 και η ανακοίνωση πως διαγράφονται λιβυκά χρέη ύψους 6,4 δισ. δολαρίων με αντάλλαγμα επικερδείς συμβάσεις για ρωσικές εταιρείς. Ακολούθησε η επίσκεψη του Καντάφι στη Μόσχα το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου και οι δηλώσεις του ότι Ρωσία και Λιβύη έχουν κοινές θέσεις στην πολιτική πετρελαίου και φυσικού αερίου και ότι θεωρεί πολύ σημαντική τη συνεργασία των δύο κρατών, υπογράφοντας συμφωνίες στον τομέα της βιομηχανίας αξίας δύο δισ. δολαρίων, βάζοντας τα θεμέλια για τη συνεργασία με τη ρωσική Gazprom για τη δημιουργία νέου αγωγού μεταφοράς λιβυκού φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Επιπλέον, η επίσκεψη του Καντάφι στη Μόσχα κατέληξε σε μια στρατιωτική συμφωνία για την αγορά 12 μαχητικών τύπου MiG-29, 12 τύπου Sukhoi 30, μαζί με τεθωρακισμένα τύπου T-90, αξίας 1,5 δισ. δολαρίων, η οποία ήταν μία από τις μεγαλύτερες συμφωνίες της Λιβύης στον τομέα των εξοπλισμών.
Παράλληλα, ενισχύθηκαν οι κινεζικές κινήσεις. Οι οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών αναπτύχθηκαν και ο όγκος των συναλλαγών έφτασε περίπου τα 33,5 δισ. δολάρια το 2009.
Οι κινεζικές εταιρίες στη Λιβύη είχαν αναλάβει 50 έργα συνολικού ύψους 18,8 δισ. δολαρίων και τα σχέδια αυτά δεν προχώρησαν μετά από την κρίση του Φλεβάρη του 2011 και το τέλος του καθεστώτος Καντάφι.
Μέσα από τον εμφύλιο πόλεμο και μια διαλυτική πορεία, προήλθε το 2015 η κυβέρνηση Σάρατζ που αναγνωρίστηκε από τον ΟΗΕ και την ΕΕ, ως αποτέλεσμα συμβιβασμών των «μεγάλων δυνάμεων» με στόχο να διεκδικήσουν κάτω από νέους όρους μερίδιο της λείας. Σήμερα στη χώρα έχουν διαμορφωθεί δύο κέντρα εξουσίας. Η κυβέρνηση «Εθνικής Συμφωνίας» του Σάρατζ που ελέγχει τη Δυτική Λιβύη και την πρωτεύουσα Τρίπολη και οι δυνάμεις του στρατηγού Χάφταρ με τη συνδρομή του κοινοβουλίου, με βάση τις ανατολικές περιοχές, που ελέγχουν μεγάλο μέρος της χώρας και πολιορκούν την Τρίπολη.
Ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός μαίνεται. Σταθεροί σύμμαχοι της κυβέρνησης Σάρατζ είναι η Τουρκία και το Κατάρ. Οι ΗΠΑ και η Ιταλία πατούν σε δύο βάρκες. Ενώ στο πλευρό του Χάφταρ έχουν ταχτεί η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Γαλλία και η Ρωσία. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος συνεχίζεται. Η πολυδιαφημισμένη «Διάσκεψη του Βερολίνου» στις 20 Γενάρη 2020, με πρωτοβουλία της Γερμανίας, τη στήριξη της ΕΕ, των ΗΠΑ και της Ρωσίας δεν έφερε αποτελέσματα. Αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά πως οι ιμπεριαλιστές ανάβουν τη φωτιά του πολέμου και προσφεύγουν σε κινήσεις σκοπιμότητας, για να επιβάλλουν την ιμπεριαλιστική ειρήνη με όρους που αντιστοιχούν και πάλι στα δικά τους συμφέροντα, μακελεύοντας και ληστεύοντας και στις δύο περιπτώσεις τους λαούς.