Ορισμένα ζητήματα για την παρέμβαση της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια


του Θοδωρή Κωτσαντή

Η διαμόρφωση ενός νέου συσχετισμού στο φοιτητικό κίνημα, με το ελπιδοφόρο αποτέλεσμα των φοιτητικών εκλογών και την πρωτιά της Πανσπουδαστικής Κίνησης Συνεργασίας, θέτει νέα αναβαθμισμένα καθήκοντα στις δυνάμεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια.

Βασικό ζητούμενο, στη βάση των αποφάσεων του 21ου Συνεδρίου του Κόμματος, είναι το δυνάμωμα της ιδεολογικής-πολιτικής παρέμβασης και της πρωτοπόρας δράσης των κομμουνιστών στο φοιτητικό κίνημα, ώστε τα προβλήματα που συναντούν οι νέοι στις σπουδές, στην εργασία, στην αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου να γίνουν έδαφος συλλογικής οργανωμένης δράσης, διεκδίκησης για τις σύγχρονες ανάγκες τους. Αυτή είναι η βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη και τον προσανατολισμό των φοιτητικών αγώνων, την εδραίωση και επέκταση του βελτιωμένου συσχετισμού στα όργανα του φοιτητικού κινήματος. Από αυτήν την άποψη, είναι σαφές ότι η διεύρυνση της πολιτικής επιρροής του ΚΚΕ και η ισχυροποίηση της ΚΝΕ συμβάλλουν στην υπόθεση της ανασύνταξης του φοιτητικού κινήματος.

Στο παρόν άρθρο δεν επιδιώκουμε να γίνει εκτενής ανάλυση στην κατάσταση του φοιτητικού κινήματος και τα καθήκοντα των κομμουνιστών στα πανεπιστήμια, ζητήματα με τα οποία θα ασχοληθεί το 13ο Συνέδριο της ΚΝΕ, αλλά να φωτίσουμε ορισμένες βασικές πλευρές για την παρέμβασή μας με εφόδιο τις σύγχρονες επεξεργασίες του Κόμματός μας και την πείρα του προηγούμενου διαστήματος.

 

ΑΞΙΟΠΟΙΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΕΙΡΑ ΠΟΥ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΝΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ

Τα προηγούμενα χρόνια οι δυνάμεις της ΚΝΕ πρωταγωνίστησαν στους φοιτητικούς και μαθητικούς αγώνες, γιατί το ΚΚΕ δεν υποτάχτηκε στη λογική ότι στις κρίσιμες στιγμές ο λαός και η νεολαία δεν πρέπει να διεκδικούν, πρέπει να αποδέχονται τις επιλογές της αστικής πολιτικής και αν δυσανασχετούν, να περιμένουν για να «λογαριαστούνε μετά», να εναποθέτουν τις ελπίδες τους στην κυβερνητική εναλλαγή. Αντίθετα, πρόβαλαν τη δυνατότητα στον 21ο αιώνα να ικανοποιούνται οι σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες της νεολαίας, να προστατεύεται και να προάγεται η υγεία και η ίδια η ανθρώπινη ζωή, να αξιοποιείται η επιστήμη και η έρευνα για να ικανοποιηθούν οι λαϊκές ανάγκες σε αντίθεση με τις προτεραιότητες του αστικού κράτους και τις επιλογές των κυβερνήσεων που είναι εχθρικές, όχι λόγω κάποιας «ανικανότητας» ή «εμμονής», αλλά επειδή αντικειμενικά υπηρετούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Η πρωτοπόρα δράση του Κόμματος με «οργανωμένη απειθαρχία» απέναντι στον «ορατό εχθρό», τον καπιταλισμό, μέσα στην πανδημία, ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και στην εμπλοκή της Ελλάδας, στο κύμα της ακρίβειας και στο ξήλωμα εργατικών δικαιωμάτων, απέναντι στον κυνισμό της ΝΔ και στο «βάζουμε πλάτη» του ΣΥΡΙΖΑ, έδωσε ώθηση στη δράση της ΚΝΕ, ώστε με σχέδιο, επεξεργασμένο πλαίσιο διεκδίκησης και πρωτοβουλία κινήσεων να εκφράσει τον προβληματισμό και τη δυσαρέσκεια ενός σημαντικού τμήματος φοιτητών και φοιτητριών. Η ΚΝΕ παρέμεινε συγκροτημένη και δραστήρια, την ίδια ώρα που άλλες πολιτικές δυνάμεις στα πανεπιστήμια, με δεδομένη τη στήριξή τους στην αντιλαϊκή πολιτική, έδειξαν εμπράκτως ότι δεν ενδιαφέρονται για τα προβλήματα των φοιτητών και των οικογενειών τους και φυλλορροούσαν λόγω αυτών των αντιδραστικών τους θέσεων και του τρόπου λειτουργίας τους.

Μέσα σε πρωτόγνωρες για τους νέους καταστάσεις, με τα πανεπιστήμια κλειστά για δύο περίπου χρόνια, αναπτύχθηκαν οι μεγαλύτερες φοιτητικές κινητοποιήσεις των τελευταίων χρόνων. Αυτό που πυροδότησε τις κινητοποιήσεις δεν ήταν άλλο από την ίδια την εξέλιξη της κυβερνητικής διαχείρισης της πανδημίας, με τις επιπτώσεις της στη ζωή και τη μόρφωση της νεολαίας, η απόπειρα της κυβέρνησης να ψηφίσει νέα μέτρα ενίσχυσης των ταξικών φραγμών και της κρατικής καταστολής στα πανεπιστήμια.

Η ΚΝΕ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μετατροπή αυτής της συσσωρευμένης νεανικής δυσαρέσκειας σε αγωνιστικές διεργασίες. Το σύνθημα «φοιτητές ξανά» εξέφρασε τις διαθέσεις των φοιτητών, σε συνθήκες που τα πανεπιστήμια παρέμεναν κλειστά για τους φοιτητές, ενώ η επιχειρηματική τους λειτουργία συνεχιζόταν κανονικά και χρηματοδοτούνταν με εκατομμύρια ευρώ.1 Χιλιάδες φοιτητές έσπασαν στην πράξη τον αυταρχισμό και την απαγόρευση των διαδηλώσεων, παίρνοντας δύναμη από τις εμβληματικές κινητοποιήσεις των συνδικάτων την Πρωτομαγιά και του ΚΚΕ στις 17 Νοέμβρη του 2020. Η απόπειρα της κυβέρνησης να συκοφαντήσει και να καταστείλει τους φοιτητικούς αγώνες, αξιοποιώντας και την προβοκατόρικη δράση διάφορων ομάδων, δεν πέρασε, με τις δυνάμεις της ΚΝΕ στους συλλόγους να πρωτοστατούν στην αποκάλυψη της κυβερνητικής προπαγάνδας, στο συντονισμό της δράσης του οργανωμένου φοιτητικού κινήματος, στη συμπόρευση με το ταξικά προσανατολισμένο εργατικό κίνημα, στη διαπάλη για τα αιτήματα, τα συνθήματα, την εναλλαγή μορφών πάλης, ώστε σε κάθε φάση να υπηρετείται η μαζικότητα, η κλιμάκωση, η συνέχεια του αγώνα. Η αγωνία πολλών φοιτητών για το πώς θα μάθουν ολοκληρωμένα την επιστήμη τους και θα συναναστραφούν με τους συμφοιτητές τους «ακούμπησε» σε πρωτοβουλίες των φοιτητικών συλλόγων, που παρέμειναν ενεργοί με τη συμβολή των μελών της ΚΝΕ και σε αντιπαράθεση με τη διάλυση που προωθούσε η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ ή τα εμπόδια που έθεταν οι παρατάξεις του οπορτουνισμού.

Αντίστοιχα, στο μαθητικό κίνημα ξεχωρίζουν οι μεγάλες μαθητικές κινητοποιήσεις του 2020 ενάντια στην ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση του σχολείου, στα μηδενικά μέτρα προστασίας από την πανδημία. Σε αυτές ηγήθηκαν τα μέλη της ΚΝΕ, αναγνωρίστηκε πλατιά η συμβολή της, ώστε «το δίκιο των μαθητών να νικήσει»! Σημαντικό τμήμα μαθητών που σήμερα σπουδάζουν στα ΑΕΙ, έζησε αυτούς τους αγώνες και εμπιστεύεται την ΚΝΕ για την οργάνωση της πάλης. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρωτιά της Πανσπουδαστικής ΚΣ στις φοιτητικές εκλογές προέκυψε από τη μαζική ενίσχυσή της από τους φοιτητές των μικρότερων ετών.

Το αποτέλεσμα των φοιτητικών εκλογών, που μάλιστα πραγματοποιήθηκαν κόντρα στα κυβερνητικά σχέδια απαξίωσης των συλλόγων και τη στάση των άλλων δυνάμεων, φανερώνει τη δυνατότητα η μεγάλη νεανική δυσαρέσκεια από την ασκούμενη πολιτική να εκφραστεί με ενίσχυση και ψήφο εμπιστοσύνης στα ψηφοδέλτια που συμμετέχουν οι κομμουνιστές.

Το θετικό αυτό αποτέλεσμα, στις συνθήκες που διαμορφώθηκε, δεν ήταν «έργο μιας πράξης» ή «συγκυρίας», αλλά της συνολικής δράσης με τη γραμμή του Κόμματος, της πρωτοπόρας παρέμβασης της Νεολαίας του, της ΚΝΕ.2 Σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα βήματα που έγιναν στην αφομοίωση της πολιτικής του Κόμματος, στην αυτοτελή ιδεολογική, πολιτική παρέμβαση στις μάζες των νέων που σπουδάζουν, στην ικανότητα να παρεμβαίνουμε με πλαίσιο συσπείρωσης που δίνει διέξοδο στις σύγχρονες ανάγκες.

Αναδεικνύονται ορισμένα θετικά χαρακτηριστικά που κατακτά η ΚΝΕ στον προσανατολισμό και στο σχεδιασμό της παρέμβασής της στο κίνημα και αποτυπώνονται:

– Στην κατάκτηση της πρωτοβουλίας των κινήσεων στους αγώνες που αναπτύχθηκαν, κόντρα στον αρνητικό συσχετισμό. Ακόμη και σε ορισμένους συλλόγους που δρούσαμε από θέσεις μειοψηφίας, όπως στις Ιατρικές, τις ΣΕΦΑΑ, στο Πάντειο, σε συλλόγους του ΑΠΘ, κατορθώσαμε να ηγηθούμε στη διαφώτιση, την οργάνωση και την κινητοποίηση των φοιτητών, προσπερνώντας τα εμπόδια που έθεταν οι πλειοψηφίες στα ΔΣ, αναλαμβάνοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στη δράση και τις συλλογικές διαδικασίες των συλλόγων.

– Στον καλύτερο προσανατολισμό για τη δημιουργία δομών οργάνωσης των φοιτητών, ώστε να εκφράζεται αγωνιστικά και με όρους συλλογικότητας η στάση απέναντι στα προβλήματα και στα εμπόδια στις σπουδές. Τα μέλη της ΚΝΕ, μαζί με άλλους αγωνιστές φοιτητές, πρωτοστάτησαν στην ίδρυση νέων Συλλόγων, όπου δεν υπήρχαν, στη συγκρότηση επιτροπών αγώνα σε έτη ή τμήματα. Σε πολλούς από αυτούς τους χώρους έσπασε το «απόστημα» του εκφυλισμού και της τρομοκρατίας, άλλαξε ο συσχετισμός στις αρχαιρεσίες των συλλόγων.

– Στην προσπάθεια να δράσουμε από κοινού με περισσότερους φοιτητές που δεν έχουν πείρα από αγώνες, ούτε συμφωνία ή σαφήνεια στην κατεύθυνση που πρέπει να έχει η πάλη. Η επεξεργασία κατάλληλου πλαισίου πάλης, η ενασχόληση με το σύνολο της ζωής των φοιτητών, των όρων και του περιεχομένου σπουδών, επαγγελματικής προοπτικής, για ζητήματα επιστήμης - έρευνας, ψυχαγωγίας, αθλητισμού, πολιτισμού είναι στοιχεία που συμβάλλουν να ανέβει ο βαθμός συμμετοχής και οργάνωσης στους συλλόγους, σε αρκετές περιπτώσεις να αναδειχτούν και να διεκδικηθούν οι σύγχρονες ανάγκες των φοιτητών.

 

ΑΠΟ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΤΟ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Με αυτήν την παρακαταθήκη οι δυνάμεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια μπορούμε και πρέπει να πρωτοστατήσουμε στην οργάνωση της πάλης απέναντι στην επιχειρηματική λειτουργία του πανεπιστημίου, στη χειροτέρευση των όρων σπουδών και ζωής, στην κρατική καταστολή, βάζοντας μπροστά τη δυνατότητα σήμερα να ικανοποιούνται οι σύγχρονες ανάγκες της νεολαίας στη μόρφωση, στην εργασία, σε ένα ανώτερο επίπεδο ζωής.

Τα αστικά επιτελεία γνωρίζουν ότι οι ολέθριες συνέπειες για το λαό από την υλοποίηση της στρατηγικής του κεφαλαίου θα φανούν πολύ πιο έντονα το χειμώνα που έρχεται. Ανησυχούν για μια πιθανή άνοδο των αγώνων των εργαζόμενων και της νεολαίας. Η επιδείνωση της ζωής της λαϊκής οικογένειας που σπουδάζει τα παιδιά της με την ακρίβεια, την ενεργειακή φτώχεια, το στεγαστικό πρόβλημα, η επιτάχυνση της εφαρμογής των αναδιαρθρώσεων στην εκπαίδευση, οι περικοπές κρατικών δαπανών ώστε να υπάρξει δημοσιονομικός χώρος για την ενίσχυση του κεφαλαίου και την επιστροφή στα ματωμένα πλεονάσματα, μπορεί να πυροδοτήσουν νέες φοιτητικές αντιδράσεις.

Θα κριθεί επομένως η ετοιμότητα και η ικανότητα των δυνάμεων της ΚΝΕ στους φοιτητικούς συλλόγους να ηγηθούν στην ανάπτυξη και στον προσανατολισμό των αγώνων, στην οργάνωση της γνήσιας λαϊκής αλληλεγγύης. Διατηρώντας την πρωτοβουλία των κινήσεων και σε διαρκή αντιπαράθεση με την πολιτική του κεφαλαίου, της ΕΕ, την προσπάθεια της ΝΔ να κάνει τους φοιτητές υπερασπιστές των αντιδραστικών αλλαγών και την επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ –αξιοποιώντας διάφορες οπορτουνιστικές και αναρχικές ομάδες στο κίνημα– να εγκλωβίσει τους αγώνες σε ένα ρηχό αντιδεξιό, αντικυβερνητικό μέτωπο που θα συγκλίνει στην κυβερνητική εναλλαγή.

Έχουμε πλήρη συναίσθηση ότι ο πραγματικός συσχετισμός δυνάμεων μέσα στα πανεπιστήμια –που αντανακλάται στη συνείδηση, άρα και στη στάση, τις πολιτικές επιλογές των νέων που σπουδάζουν– παραμένει αρνητικός για τους κομμουνιστές.3 Επιδρά καθοριστικά η γενικότερη υποχώρηση του εργατικού κινήματος, η συνολικότερη δράση του αστικού κράτους, των κυβερνήσεων, καθώς και των υπόλοιπων αστικών και οπορτουνιστικών κομμάτων, των παρατάξεών τους, ο ίδιος ο χαρακτήρας του αστικού πανεπιστημίου, η ιδεολογική του λειτουργία, η πιο άμεση παρέμβαση του κεφαλαίου, η πορεία εφαρμογής των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων στην Ανώτατη Εκπαίδευση και στην Έρευνα.

Συνεχίζει το φοιτητικό κίνημα να χαρακτηρίζεται από μικρό βαθμό οργάνωσης και συμμετοχής των φοιτητών στους συλλόγους, προβλήματα (έως και εκφυλισμός, σε ορισμένες περιπτώσεις) στη λειτουργία των οργάνων του. Έχουν δεχτεί πλήγμα οι ίδιες οι αξίες της συλλογικότητας, της διεκδίκησης.

Ο βελτιωμένος συσχετισμός στις αρχαιρεσίες των συλλόγων δεν αναιρεί τη συνολικά άσχημη κατάσταση, αλλά μας επιτρέπει από καλύτερες θέσεις ν’ αναμετρηθούμε με αυτή. Η ανάδειξη της Πανσπουδαστικής σε πρώτη δύναμη σε 118 φοιτητικούς συλλόγους και 12 συλλόγους οικότροφων πανελλαδικά γεννά νέες δυνατότητες και ευθύνες στην παρέμβαση των μελών και φίλων της ΚΝΕ για την αγωνιστική ανασύνταξη του φοιτητικού κινήματος. Το βήμα που έκαναν χιλιάδες φοιτητές να μας εμπιστευτούν στις αρχαιρεσίες των συλλόγων είναι το γόνιμο έδαφος, ώστε να δυναμώσει η συμπόρευση περισσότερων με το ΚΚΕ σε όλες τις μάχες, και στις βουλευτικές εκλογές.

Οι στόχοι αυτοί έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την παρέμβαση όλων των άλλων πολιτικών δυνάμεων και μηχανισμών στους φοιτητές, που, ξεκινώντας από διαφορετική αφετηρία, μοιράζονται κοινό στόχο: Να προωθήσουν τις κατευθύνσεις της ΕΕ και του κεφαλαίου, ν’ ανακόψουν την επιρροή του ΚΚΕ, ν’ αναιρέσουν τα θετικά βήματα που μετρήθηκαν στην αλλαγή του συσχετισμού σε συλλόγους, να βάλουν ανάχωμα σε θετικές διεργασίες στη ριζοσπαστικοποίηση συνειδήσεων. Γι’ αυτό και το επόμενο διάστημα η διαπάλη για τον προσανατολισμό και την οργάνωση του φοιτητικού κινήματος θα δυναμώσει.

Πλευρά αυτής της αντιπαράθεσης είναι η υπεράσπιση του διεκδικητικού χαρακτήρα και των μαζικών διαδικασιών των συλλόγων από την πιο ανοιχτή προσπάθεια του κράτους να παρέμβει στο ίδιο το κίνημα, στο περιεχόμενο και τη λειτουργία του. Αυτή η προσπάθεια διαρκεί χρόνια,4 αφού ποτέ η αστική τάξη δεν παραιτήθηκε από το στόχο να γίνουν οι φοιτητές ενεργοί υποστηρικτές της κυρίαρχης πολιτικής, παίρνοντας υπόψη ότι ένα σημαντικό τμήμα τους θ’ αποτελέσει το επιστημονικό ειδικευμένο κομμάτι της εργατικής τάξης. Η πιο άμεση παρέμβαση των επιχειρήσεων στη λειτουργία των Ιδρυμάτων προϋποθέτει τη θωράκισή της από τη δράση του φοιτητικού κινήματος, που στη χώρα μας έχει καταφέρει διαχρονικά να καθυστερήσει την εφαρμογή ορισμένων μέτρων. Όλη την προηγούμενη περίοδο ενισχύθηκαν η συκοφάντηση, η απαξίωση της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Επεκτάθηκαν τα φαινόμενα αποδιοργάνωσης και εκφυλισμού σε πολλούς συλλόγους, εξαγοράς και νοθείας. Η ΕΕ διοχετεύει πακτωλό χρημάτων για τη λειτουργία «εθελοντικών» φοιτητικών οργανώσεων τύπου ΜΚΟ, σε κατεύθυνση υποστήριξης της στρατηγικής της. Δυναμώνει η καταστολή των φοιτητικών αγώνων και θωρακίζεται με το νέο νομοθετικό πλαίσιο πειθαρχικών διώξεων της πολιτικής και συνδικαλιστικής δράσης. Στο νόμο-πλαίσιο που ψηφίστηκε το καλοκαίρι προβλέπεται η υποκατάσταση των συλλόγων από «συμβούλια φοιτητών» χωρίς μαζικές διαδικασίες και διεκδικητικό χαρακτήρα, με τους εκπροσώπους των φοιτητών να εκλέγονται από ηλεκτρονικές ψηφοφορίες και ενιαίο ψηφοδέλτιο.

Για να περπατήσει αυτή η επίθεση στο φοιτητικό κίνημα καλλιεργείται έντονα η λογική της «αποπολιτικοποίησης» των συλλόγων, πως οι αγώνες είναι «αναποτελεσματικοί», «ξεπερασμένοι», πως οι φοιτητές «πρέπει να ασχολούνται μόνο με τη σχολή τους», παραβλέποντας ποια πολιτική δημιουργεί τα προβλήματα στις σπουδές, τη συμβολή των αγώνων που έγιναν στην καθυστέρηση αντιλαϊκών μέτρων και κυρίως ότι το εκπαιδευτικό πρόβλημα είναι στην ουσία του κοινωνικό-πολιτικό πρόβλημα.

Η απειθαρχία των συλλόγων απέναντι στις διατάξεις που περιορίζουν τη δράση τους περνάει μέσα από την ενίσχυση και διεύρυνση του Μετώπου Αγώνα Σπουδαστών, που εκφράζει το ριζοσπαστικό και πιο μαχητικό τμήμα του φοιτητικού κινήματος, αυτό που συγκρούεται με την αστική στρατηγική στην εκπαίδευση, τη διάλυση και το συμβιβασμό στο φοιτητικό κίνημα. Το ΜΑΣ είναι συσπείρωση συλλόγων, επιτροπών φοιτητών και συνδικαλιστών που συμπορεύονται με το ταξικά προσανατολισμένο εργατικό κίνημα και συντονίζουν τη δράση τους απέναντι στην πολιτική όλων των κυβερνήσεων, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του κεφαλαίου, ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και το ΝΑΤΟ, βάζοντας μπροστά τις διεκδικήσεις για σπουδές, δουλειά και ζωή με σύγχρονα δικαιώματα, για επιστήμη στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών και όχι του κέρδους των μονοπωλίων. Το ΜΑΣ έχει καθοριστική συμβολή στα βήματα που μετρά το φοιτητικό κίνημα όλα αυτά τα χρόνια.

Μέσα από την οργάνωση και μαζική συμμετοχή των φοιτητών στις συλλογικές διαδικασίες και τη δράση των συλλόγων, την υιοθέτηση του πλαισίου πάλης του ΜΑΣ επιδιώκουμε να δυναμώνει η πάλη για το σύνολο των αναγκών της νεολαίας και με αυτόν τον τρόπο οι ίδιοι οι φοιτητές να αμφισβητούν το νομοθετικό αντιδραστικό πλαίσιο και τις πολύμορφες απαγορεύσεις που μπαίνουν εμπόδιο στις αποφάσεις τους, να υπερασπίζονται τη λειτουργία των συλλόγων τους, κόντρα στα όρια της αστικής νομιμότητας.

Ο ευνοϊκότερος συσχετισμός σε περισσότερα ΔΣ όπου αναδείχτηκε 1η δύναμη η ΠΚΣ, η συγκρότηση περισσότερων επιτροπών φοιτητών σε τμήματα ή έτη όπου πρωτοστατούν οι κομμουνιστές, διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για τη συσπείρωση περισσότερων μαζικών φοιτητικών φορέων στο ΜΑΣ.

Η ενίσχυση του ΜΑΣ περνάει μέσα και από τη μαζικοποίηση και βελτίωση της λειτουργίας των συλλόγων που συσπειρώνονται σε αυτό. Επιδιώκουμε αυτοί οι σύλλογοι να γίνουν ζωντανές εστίες συλλογικότητας, για να μπορεί να εκφράζεται και να διεκδικεί κάθε φοιτητής ενάντια σε ό,τι τον «πνίγει», να μην είναι κανείς μόνος στις δυσκολίες. Με ιδιαίτερη ευθύνη και βοήθεια στους εκλεγμένους συνδικαλιστές μας, πρωτοστατούμε στη σωστή λειτουργία των ΔΣ, στην πλατιά ενημέρωση, στη διεξαγωγή Γενικών Συνελεύσεων με ουσιαστική συμμετοχή των φοιτητών, στην αγωνιστική διεκδίκηση, στην αλληλεγγύη αλλά και στην πολύμορφη δραστηριότητα για το μέλλον των αποφοίτων, για το επιστημονικό αντικείμενο, για θέματα πολιτισμού, αθλητισμού κλπ.

Ακόμα κι εκεί που ο συσχετισμός στο ΔΣ παραμένει αρνητικός, μπορεί να διαμορφωθεί μια επιτροπή αγώνα ή έστω ένας πυρήνας πρωτοπόρων ή δραστήριων φοιτητών δίπλα στα μέλη της ΚΝΕ, που μαζί θ’ αναλάβουμε πρωτοβουλίες αναζωογόνησης του συλλόγου, σε αντιπαράθεση με τις παρατάξεις που έχουν την πλειοψηφία.

Όρος για την αποτελεσματικότητα αυτών των διεργασιών, για να γίνουν διακριτά βήματα στην αγωνιστική ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος σε αντιμονοπωλιακή-αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, είναι, όπως σημειώνεται στις θέσεις του 21ου Συνεδρίου του ΚΚΕ: «Η ανάπτυξη των οργανωμένων µας δυνάμεων στα πανεπιστήμια, η ενίσχυση της πολύπλευρης ιδεολογικοπολιτικής παρέμβασης σε σύνδεση µε το επιστημονικό τους αντικείμενο.» Η πορεία ισχυροποίησης της ΚΝΕ σε κάθε έτος και τμήμα είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πορεία της αγωνιστικής ανασυγκρότησης του φοιτητικού κινήματος, επομένως αποκτά προτεραιότητα η ενίσχυση των δεσμών της ΚΝΕ με χιλιάδες φοιτητές, η μαζική και μαχητική ιδεολογική-πολιτική παρέμβαση με οδηγό τις σύγχρονες επεξεργασίες του Κόμματος.

 

ΜΕ ΕΦΟΔΙΟ ΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΔΙΕΞΟΔΟΥ ΤΟΥ ΚΚΕ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ

Η στρατηγική του ΚΚΕ αφορά το σήμερα, είναι ρεαλιστική και αναγκαία, θεμελιώνει ένα επεξεργασμένο πλαίσιο πάλης στο κίνημα που δίνει διέξοδο στις σύγχρονες ανάγκες. Οι επεξεργασίες του ΚΚΕ φωτίζουν τις μεγάλες αντιφάσεις του συστήματος και το ξεπέρασμά τους, τη λύση τους, την αναντιστοιχία του πώς ζούμε και του πώς θα μπορούσαμε να ζούμε σύμφωνα με την ανάπτυξη νέων δυνατοτήτων της επιστήμης, της τεχνολογίας και της παραγωγής, δείχνουν και το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η εργατική τάξη και τα παιδιά της για να γίνουν αυτές οι δυνατότητες πραγματικότητα.

Στους φοιτητές αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία η αφομοίωση και παρέμβαση με τις προγραμματικές μας επεξεργασίες, αφού τα πανεπιστήμια είναι χώροι με ιδιαίτερο καταμερισμό στην παραγωγή και αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας.

Για παράδειγμα, η θέση του Κόμματος για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας,5 μας επιτρέπει να κατανοήσουμε την ουσία των συνεχιζόμενων αλλαγών στην Ανώτατη Εκπαίδευση, να δώσουμε με υπεροχή τη διαπάλη με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις στις σχολές και να στηρίξουμε πολιτικά, αποδεικτικά το πλαίσιο πάλης που θέτουμε μέσα στο φοιτητικό κίνημα.

Ορισμένα παραδείγματα από τους χώρους των πανεπιστημίων:

Πρώτο παράδειγμα: Είναι δεδομένη η ανασφάλεια των νέων για το μέλλον τους, η ανησυχία για το «αν και με τι όρους θα βρω δουλειά». Άλλωστε η απασχόληση πτυχιούχων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ανέρχεται μόλις στο 76%,6 με 1 στους 3 να εργάζονται σε δουλειά κατώτερη των προσόντων τους7 και με το 65% των εργαζόμενων να αμείβεται με λιγότερα από 1.000 ευρώ το μήνα.8

Πώς γίνεται η κοινωνία να έχει ανάγκη τόσους ειδικευμένους επιστήμονες και αυτοί να μένουν στα αζήτητα; Τα παραδείγματα περισσεύουν. Η επάρκεια σε προσωπικό των νοσοκομείων, των κέντρων υγείας, της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, η ανάπτυξη της προληπτικής ιατρικής και της ασφάλειας στους χώρους εργασίας, η υγειονομική κάλυψη της νησιωτικής Ελλάδας, απαιτεί κι άλλους γιατρούς, σχολίατρους, γιατρούς εργασίας, νοσηλευτικό κι άλλο προσωπικό που σήμερα «περισσεύει». Η αξιοποίηση του ορυκτού και ενεργειακού πλούτου της χώρας απαιτεί να ιδρύσουμε και άλλες σχολές μεταλλειολόγων και όχι να συζητάμε την αλλαγή του αντικείμενου των σημερινών αποφοίτων τους. Γενικότερα, αν επιδιώκουμε την αξιοποίηση όλων των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας μας για την κάλυψη των λαϊκών αναγκών, την ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας και διεπιστημονικής συνεργασίας για να προβλεφθούν και να καλυφθούν έγκαιρα και σε ανώτερο επίπεδο οι μελλοντικές ανάγκες, τη γενική μείωση του εργάσιμου χρόνου, χρειαζόμαστε περισσότερους και ολόπλευρα μορφωμένους ειδικευμένους τεχνικούς, επιστήμονες.

Είναι η αναντιστοιχία δεξιοτήτων το πρόβλημα; Δηλαδή υπάρχουν δουλειές για όλους, απλά δεν έχουν τα κατάλληλα προσόντα; Μπορεί αυτή η αναντιστοιχία να πάψει να αναπαράγεται στο έδαφος της αναρχίας της καπιταλιστικής παραγωγής, που δημιουργεί ή απαξιώνει θέσεις εργασίας, αναπτύσσει ή καταστρέφει ολόκληρους κλάδους στο κυνήγι του μέγιστου ποσοστού κέρδους; Είναι η έλλειψη κατάλληλων ειδικοτήτων και η υπερπληθώρα αποφοίτων σε άλλες; Δηλαδή αρκεί μια απλή αναδιανομή του αριθμού των εισακτέων στις διάφορες σχολές για να έχουν όλοι δουλειά; Είναι η έλλειψη σύνδεσης των ΑΕΙ με τις ανάγκες της αγοράς; Τότε γιατί οι απόφοιτοι των σχολών κατάρτισης που ιδρύονται κατά παραγγελία βιομηχάνων, επιμελητηρίων κλπ. αντιμετωπίζουν το ίδιο οξυμένο πρόβλημα ανεργίας;9 Τόσα χρόνια όλες οι κυβερνήσεις «συνδέουν τα πανεπιστήμια με την αγορά» και λύση στην ανεργία, την υποαπασχόληση, τους χαμηλούς μισθούς των αποφοίτων δε δόθηκε. Αντίθετα, το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του αξιοποιούν αυτά τα προβλήματα κι επιδιώκουν να διαχειριστούν τις συνέπειές τους ενισχύοντας την αγορά προσόντων και το εμπόριο δεξιοτήτων.

Γιατί τελικά το πρόβλημα βρίσκεται στο με ποια οικονομία είναι συνδεδεμένη η Ανώτατη Εκπαίδευση. Η καπιταλιστική ιδιοκτησία, το μικρόβιο του κέρδους ακυρώνει τη δυνατότητα να ζήσουν όλοι οι εργαζόμενοι όπως ταιριάζει στην εποχή μας: Να έχουν όλοι δουλειά, να εργάζονται λιγότερες ώρες απολαμβάνοντας καλύτερο επίπεδο ζωής, με υψηλού επιπέδου αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Παιδεία και Υγεία. Αυτές τις δυνατότητες τις γεννά η εργατική τάξη με τη δουλειά της μέσα στον καπιταλισμό, τις διευρύνει η ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας. Όμως σε μια κοινωνία όπου το αν, τι και πώς θα παραχθεί καθορίζεται με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος, οι ανάγκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων συνθλίβονται. Η ουσία του προβλήματος βρίσκεται στο ότι άλλοι παράγουν και άλλοι αποφασίζουν για τους στόχους και την οργάνωση της παραγωγής και καρπώνονται τα αποτελέσματά της.

Το σύγχρονο και αναγκαίο είναι να αλλάξει το κίνητρο οργάνωσης της οικονομίας. Δηλαδή να πάψει η εργατική δύναμη να είναι εμπόρευμα και να ενταχθεί μέσα από τον επιστημονικό σχεδιασμό στην εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινωνίας. Γιατί σε μια οικονομία που κριτήριο ανάπτυξης είναι η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, δεν υπάρχουν ούτε επιστήμονες που πλεονάζουν, ούτε επιστήμες περιττές.

Αυτή η ανάλυση μας επιτρέπει να θέτουμε σήμερα επιθετικά την ανάγκη για σύνδεση των σπουδών και των πτυχίων με την εργασία, για να είναι το πτυχίο η μοναδική προϋπόθεση για άσκηση του επαγγέλματος χωρίς το κυνήγι προσόντων και πιστοποιήσεων, να παλεύουμε για να δυναμώσει η διαπραγματευτική ισχύς της αυριανής επιστημονικά ειδικευμένης εργατικής δύναμης και τελικά να φωτίζουμε τους όρους και τις προϋποθέσεις για να έχει μόνιμη και σταθερή δουλειά με δικαιώματα χωρίς την αναρχία της αγοράς, δηλαδή προβάλλοντας την υπεροχή του επιστημονικού κεντρικού σχεδιασμού και της κοινωνικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.

 

Δεύτερο παράδειγμα: Πολλή συζήτηση έγινε με αφορμή το νόμο-πλαίσιο για τη δυνατότητα των φοιτητών να επιλέγουν μόνοι τους μαθήματα κι από άλλο Τμήμα ή ελληνικό πανεπιστήμιο (εσωτερικό Erasmus). Και με δεδομένο ότι «το πτυχίο δεν αρκεί για να βρεις δουλειά», προβλέπεται η δυνατότητα ο φοιτητής με 1 επιπλέον χρόνο να παίρνει minor, με δύο χρόνια διπλό πτυχίο, δίπλα σε μια μεγάλη αγορά μεταπτυχιακών και πιστοποιήσεων που ήδη λειτουργεί με τις ευλογίες της ΕΕ και όλων των κυβερνήσεων μέσω των ΚΕΔΙΒΙΜ.10

Προσπερνάμε τις αστειότητες ότι στόχος είναι να μπορούν οι φοιτητές «να παρακολουθήσουν μαθήματα μουσικής ή θεάτρου»11 ή «να γνωρίσουν γωνιές της πατρίδας μας»,12 όταν οι τέχνες εξοβελίζονται ακόμη κι από το σχολικό ωρολόγιο πρόγραμμα, όταν με τον ίδιο νόμο οι πανεπιστημιακές λέσχες (που μεταξύ άλλων λειτουργούν τις πολιτιστικές ομάδες των φοιτητών) καταργούνται, ενώ κάθε χρόνο 1 στους 2 Έλληνες δεν καταφέρνει να πάει ούτε λίγες μέρες διακοπές! Προσπερνάμε το πώς θα χρηματοδοτηθούν όλα αυτά τα προγράμματα («αυτοχρηματοδοτούμενα» απαντά η κυβέρνηση), πόσοι φοιτητές έχουν την οικονομική δυνατότητα να παρατείνουν κι άλλο τις σπουδές τους, σε ποιες υποδομές και με ποιους καθηγητές θα οργανωθούν, όταν δεν αρκούν για να λειτουργήσουν σωστά ούτε τα υφιστάμενα. Προσπερνάμε την επίκληση της διεπιστημονικότητας, αφού αυτή προϋποθέτει τη βαθύτερη γνώση των νόμων που διέπουν το αντικείμενο που εξετάζει κάθε επιστήμη και των μεταξύ τους αλληλοσυνδέσεων, επομένως δεν κατακτιέται με συρραφή σκόρπιων γνώσεων και μαθημάτων.

Η ουσία είναι ότι διευρύνεται μια απέραντη αγορά προσόντων, πτυχίων και τίτλων σπουδών διαφορετικών επιπέδων, που υπονομεύουν την ολοκληρωμένη επιστημονική επαγγελματική μόρφωση μέσα στο πτυχίο, άρα και τη δυνατότητα άσκησης του επαγγέλματος με αυτό. Η συνεκτικότητα, η συνέχεια, η επιστημονική υποδομή των Προγραμμάτων Σπουδών θυσιάζεται στο όνομα της συλλογής πρόσκαιρων δεξιοτήτων13 και «εμπειριών», που θα αποτιμώνται με όρους πιστωτικών μονάδων δίπλα σε αυτές που θα συλλέγονται από μεταπτυχιακά, σεμινάρια, πρακτική άσκηση, προγράμματα εθελοντισμού κ.ο.κ.

Αυτή είναι η επίσημη ευρωενωσιακή πολιτική της «διά βίου μάθησης», δηλαδή ευέλικτες μαθησιακές περιπλανήσεις για ευέλικτες εργασιακές περιπλανήσεις με ατομική ευθύνη και έξοδα. Αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα και μετατροπή του σε ένα ακόμα «προσόν». Διευρύνονται δηλαδή οι ταξικές ανισότητες, ορθώνονται νέα εμπόδια στην ολόπλευρη επιστημονική και επαγγελματική ειδίκευση για όλους, γιατί στόχος της αστικής τάξης είναι η μεγαλύτερη εκπαιδευτική ταχύτητα στην απόκτηση των εκάστοτε αναγκαίων δεξιοτήτων και με το λιγότερο δυνατό «κόστος» για το αστικό κράτος.

Όσο για τη φενάκη της «ελεύθερης επιλογής», αυτή τελικά θα καθορίζεται από την επάρκεια καθηγητών, τις επιταγές της αγοράς και θα συνοδεύεται με την «ατομική ευθύνη» του αποφοίτου που «δεν τα κατάφερε» γιατί «δεν έκανε σωστές επιλογές»...

Όπως σημειώνεται στην έκδοση του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ: «Υπάρχει άλλος δρόμος. Η ολόπλευρη επιστημονική επαγγελματική εκπαίδευση είναι αναγκαιότητα και δυνατότητα της εποχής μας. Η απαίτηση για οργάνωση των σπουδών ώστε όλη η αναγκαία –για τη δεδομένη συγκυρία– επιστημονική γνώση για την εξάσκηση του επαγγέλματος να δίνεται μέσα στις προπτυχιακές σπουδές είναι ρεαλιστική (...).

Διεκδικούμε ανάλογο περιεχόμενο και οργάνωση των σπουδών με επίκεντρο την ανάγκη για ολόπλευρη επιστημονική μόρφωση, τη συνεχή επιμόρφωση των επιστημόνων με κρατικά οργανωμένο τρόπο μέσα στα ΑΕΙ (...).

Αυτό προϋποθέτει και αναπροσανατολισμό των σπουδών και προφανώς ρήξη με τις επιταγές των καπιταλιστών για ένταση της εκμετάλλευσης των αυριανών επιστημόνων εργαζόμενων.»

 

Τρίτο παράδειγμα: Η αναζήτηση φοιτητικής στέγης, με την έλλειψη φοιτητικών εστιών14 και τα πανάκριβα ενοίκια, έχει γίνει βραχνάς για χιλιάδες λαϊκές οικογένειες και ανυπέρβλητο εμπόδιο στις σπουδές των παιδιών τους, καθώς ήδη ματώνουν από την ακρίβεια.

Στη δημόσια συζήτηση, με τα δακρύβρεχτα αφιερώματα και τις αναλύσεις με τις τιμές ανά τ.μ., θεωρείται δεδομένο ότι η φοιτητική στέγη –και κατ’ επέκταση το δικαίωμα στις σπουδές– είναι εμπόρευμα που η τιμή του καθορίζεται από τους νόμους της αγοράς. Ότι θα υπάρχουν χιλιάδες κενά σπίτια και ταυτόχρονα φοιτητές χωρίς στέγη. Με αυτόν τον τρόπο όμως, τα όποια μέτρα παίρνονται, το μόνο που θα καταφέρνουν είναι να κουκουλώνουν προσωρινά και τελικά ν’ ανακυκλώνουν το πρόβλημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η επιδότηση ενοικίου, η οποία στο πλαίσιο της αγοράς ενσωματώνεται με νέα αύξηση στα νοίκια.

Όλα τα σοσιαλδημοκρατικά, αντιπολιτευόμενα κόμματα επικεντρώνουν την κριτική τους στην «απουσία του κράτους». Η αλήθεια είναι ότι το αστικό κράτος και όλες οι κυβερνήσεις διαχρονικά παίρνουν μέτρα για την τόνωση της κερδοφορίας του κεφαλαίου στις κατασκευές, τον τουρισμό, το real estate, τις τράπεζες και για την ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας των πανεπιστημίων που συμβάλλουν στην όξυνση του στεγαστικού προβλήματος.

Αρκεί να σκεφτούμε: Την πολύμορφη στήριξη του τουριστικού «θαύματος», που γίνεται εφιάλτης για όσους αναζητούν στέγη με τη μείωση των διαθέσιμων κατοικιών, την επέλαση των εταιριών βραχυχρόνιας μίσθωσης (Airbnb), την εκτίναξη των τιμών, το ξεσπίτωμα εκατοντάδων φοιτητών κάθε καλοκαίρι! Τη στρατηγική της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ, που μπουκώνει με δισ. ευρώ τις τράπεζες, τους κατασκευαστικούς ομίλους, για να επενδύσουν στην αγορά «πράσινων κατοικιών» και χρεώνει τους μικροϊδιοκτήτες με «πράσινους φόρους» και τεράστια έξοδα για την ενεργειακή αναβάθμιση διαμερισμάτων, οδηγώντας σε περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές των ενοικίων. Την εμπορική αξιοποίηση της τεράστιας ακίνητης περιουσίας των Ιδρυμάτων, η οποία ενισχύεται με το νέο νόμο-πλαίσιο, αντί για την κατασκευή σύγχρονων, δημόσιων και δωρεάν εστιών. Τους χαμηλούς μισθούς και συντάξεις που ούτως ή άλλως δεν αρκούν για να βγάλει το μήνα μια λαϊκή οικογένεια.

Αυτήν την πολιτική υλοποιεί η κυβέρνηση της ΝΔ, συνεχίζοντας το έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ. Η κατασκευή εστιών μέσω συμπράξεων με ιδιώτες (ΣΔΙΤ), που σχεδίασε ο ΣΥΡΙΖΑ και επεκτείνει η ΝΔ, οδηγεί στην κατάργηση της όποιας δωρεάν στέγασης υπάρχει, σε ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση, όπως αποδεικνύει η σημερινή παράδοση της λειτουργίας τους σε εργολαβικές εταιρίες. Αυτό μάλλον εννοούσε ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της συζήτησης του νέου νόμου-πλαισίου στη Βουλή, λέγοντας πως «οι νέοι με στενό οικογενειακό προϋπολογισμό, βρίσκονται στον πυρήνα του νομοσχεδίου που φιλοδοξεί να κάνει πράξη το ίσο δικαίωμα στην ευκαιρία» (!), δηλαδή το δικαίωμα στην ευκαιρία να πληρώνουν και αυτοί ενοίκιο! Στην ίδια ρότα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, που διατρανώνει πως «η κατοικία είναι δικαίωμα» –παραμένοντας όμως εμπόρευμα– αφού προτείνει το κράτος ν’ αναλάβει το ρόλο μεσίτη για την ενοικίαση αδιάθετων κατοικιών ή εγκαταλελειμμένων κτηρίων, ανοίγοντας νέα πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο ή προτείνει ακόμα και το ξεσπίτωμα των φοιτητών κάθε καλοκαιρινή σεζόν για τη μετατροπή των διαμερισμάτων σε airbnb!

Λύση στο πρόβλημα μπορούν να δώσουν μόνο οι θέσεις του ΚΚΕ, γιατί αντιμετωπίζουν τη φοιτητική στέγη και συνολικά την κατοικία ως δικαίωμα που πρέπει να εξασφαλίζεται καθολικά από το κράτος και να παρέχεται δωρεάν. Αν ο σοσιαλισμός που οικοδομήθηκε τον προηγούμενο αιώνα κατόρθωσε να παρέχει δωρεάν στέγη σε φοιτητικές εστίες για το σύνολο των φοιτητών, ο λαός σήμερα με τη δική του εξουσία μπορεί να βγάλει από τη μέση το επιχειρηματικό κέρδος, με κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό και κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής να αξιοποιήσει την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τους εργαζόμενους στις κατασκευές, τις πρώτες ύλες, για να εξασφαλίσει σύγχρονη, δωρεάν, ασφαλή, υψηλής ποιότητας, φοιτητική στέγη για όλους, να προβλέψει έγκαιρα και σωστά μελλοντικές ανάγκες στη στέγαση και να κατευθύνει τους ανάλογους πόρους. Η έρευνα, προσανατολισμένη στην κάλυψη των λαϊκών αναγκών να εξασφαλίζει την αντισεισμική θωράκιση, τη συνδυασμένη κάλυψη της στέγης με υποδομές άθλησης, ψυχαγωγίας, πολιτισμού.

Από αυτήν τη σκοπιά θέτουμε σήμερα επιθετικά στο κίνημα την ανάγκη και τη δυνατότητα για δωρεάν φοιτητική στέγη, μαζί με ένα πλέγμα μέτρων ανακούφισης, οργανώνουμε τη γνήσια λαϊκή αλληλεγγύη για να μην παρατήσει κανένας φοιτητής τις σπουδές του και τελικά φωτίζουμε τους όρους και τις προϋποθέσεις ώστε να πάψει η στέγαση και συνολικά οι κοινωνικές ανάγκες ν’ αποτελούν εμπόρευμα.

Εν κατακλείδι, το «δικό μας γήπεδο» είναι η απάντηση στις αγωνίες των νέων από εργατικές-λαϊκές οικογένειες σήμερα, στα εμπόδια που συναντούν σε κάθε τους βήμα στην προσπάθεια να σπουδάσουν, να βρουν δουλειά, να ζήσουν αξιοπρεπώς. Πάνω στο έδαφος του καθημερινού αγώνα για τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα οι δυνάμεις της ΚΝΕ είναι κρίσιμο ν’ αποκτάμε την ικανότητα να προβάλλουμε συγκεκριμένα τις επεξεργασίες μας, το Πρόγραμμά μας για το σοσιαλισμό-κομμουνισμό.

 

ΟΛΑ ΤΑ ΑΣΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΣΤΟΙΧΙΖΟΝΤΑΙ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Με εφόδιο την πρόταση του ΚΚΕ, δίνουμε απάντηση στις αντιδραστικές αλλαγές στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Αλλαγές οι οποίες απορρέουν από τις στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου και τις κατευθύνσεις της ΕΕ, όπως αποτυπώνονται στη Διακήρυξη της Μπολόνια και τις οδηγίες που την εξειδικεύουν, με στόχο την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων έναντι των ιδρυμάτων άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, την εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και κερδοφορίας των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.15

Όπως αποτυπώνεται στα «Συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με μια ευρωπαϊκή στρατηγική για την ενδυνάμωση των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για το μέλλον της Ευρώπης»16 (Απρίλης 2022), τα ευρωπαϊκά μονοπώλια ανησυχούν γιατί χάνουν έδαφος στο πλαίσιο του αυξανόμενου παγκόσμιου ανταγωνισμού με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Γι’ αυτό απαιτούν να είναι διαθέσιμη μια «μεγάλη δεξαμενή ταλέντων», δηλαδή υψηλά ειδικευμένου επιστημονικού δυναμικού, απ’ όπου θα αντλούν όποιον χρειάζονται για να διατηρήσουν την κερδοφορία και ανταγωνιστικότητά τους και μια μεγάλη μάζα καταρτισμένων εργαζομένων «με ευέλικτες και σύντομες εμπειρίες μάθησης», προετοιμασμένους για το «συνεχώς μεταβαλλόμενο… περιβάλλον της αγοράς εργασίας», δηλαδή για τη μόνιμη περιπλάνηση! Μάλιστα η ΕΕ θέτει τέσσερις στόχους για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση:

1. Την «ενίσχυση της ευρωπαϊκής διάστασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία, καθώς και στις μεταξύ τους συνέργειες». Το κεφάλαιο εντοπίζει τον κρίσιμο ρόλο που παίζουν οι εφαρμογές της έρευνας στην παραγωγική διαδικασία και γι’ αυτό προκρίνει την πιο άμεση σύνδεση των πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις. Ενισχύει την κινητικότητα που υπηρετεί την ανάγκη του κεφαλαίου να διατηρεί ένα εργατικό δυναμικό ευέλικτο και προσαρμόσιμο, ώστε να μετακινείται γρήγορα και αποτελεσματικά από κλάδο σε κλάδο και από χώρα σε χώρα. Ο στόχος αυτός που ποσοτικοποιείται («τουλάχιστον το 20% των αποφοίτων στον Ευρωπαϊκό Χώρο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης θα πρέπει να έχουν παρακολουθήσει περίοδο σπουδών ή κατάρτισης στο εξωτερικό») προϋποθέτει την αυτόματη αμοιβαία αναγνώριση των τίτλων σπουδών (δες πλήρη αναγνώριση τίτλων κολεγίων που συνδέονται με ευρωπαϊκά πανεπιστήμια), την ανάπτυξη του θεσμού των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων17 (στην κατεύθυνση απονομής κοινών πτυχίων –joint degrees) και την ενθάρρυνση των Ιδρυμάτων να ενσωματώσουν την κινητικότητα στα Προγράμματα Σπουδών τους (δες εσωτερικό Erasmus).

2. Την «προώθηση του παγκόσμιου ρόλου και της ηγετικής θέσης της Ευρώπης». Αφορά τη λεγόμενη διεθνοποίηση, την προσέλκυση φοιτητών-πελατών από άλλες χώρες με την εμπορία διάφορων εκπαιδευτικών προϊόντων από τα Ιδρύματα.18 Διαφωτιστική ως προς το τι εννοούν τα αστικά επιτελεία όταν αναφέρονται στην «εξωστρέφεια» και την «ακαδημαϊκή ελευθερία» είναι η βασική αρχή της ΕΕ –«ανοικτά στο μέτρο του δυνατού, κλειστά στο μέτρο του αναγκαίου»– όσον αφορά τη συνεργασία σε θέματα έρευνας και καινοτομίας, αποτυπώνοντας γλαφυρά τα εμπόδια που αντικειμενικά θέτει ο καπιταλισμός στην ελεύθερη διάχυση της γνώσης και των ερευνητικών αποτελεσμάτων, στη συνεργασία μεταξύ των ερευνητών, αφού αυτή συνθλίβεται στις μυλόπετρες του ανταγωνισμού και του κέρδους.

3. Την «ενίσχυση της ανάκαμψης και της αντίδρασης της Ευρώπης στην ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση». Τα πανεπιστήμια πρέπει να προσαρμοστούν στο στόχο της διττής μετάβασης μέσα από την προσαρμογή των Προγραμμάτων Σπουδών και της έρευνας στις πράσινες και ψηφιακές μπίζνες, τη στενότερη συνεργασία με τη βιομηχανία (δες γραφεία μεταφοράς τεχνολογίας, ίδρυση τεχνοβλαστών, εκπαίδευση στην επιχειρηματικότητα κ.ά.) με τα Ιδρύματα να βάζουν το λεγόμενο επενδυτικό ρίσκο και τους επενδυτές να αγοράζουν τις πιο «έτοιμες» ιδέες. Προκρίνεται το άνοιγμα των πανεπιστημίων στην αγορά της διά βίου μάθησης με προγράμματα επανειδίκευσης και αναβάθμισης δεξιοτήτων (δες ΚΕΔΙΒΙΜ), η δημιουργία «συντομότερων κύκλων μαθημάτων ή εμπειριών μάθησης (sic) που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μικροδιαπιστευτήρια», δηλαδή στην ολοκληρωτική αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα και τη θεσμοθέτηση μιας απέραντης αγοράς συλλογής προσόντων.

4. Την «εμβάθυνση του ευρωπαϊκού αισθήματος του ανήκειν με βάση κοινές αξίες», δηλαδή την εμπέδωση της ψευδεπίγραφης ενότητας συμφερόντων ανάμεσα στους λαούς και τα μονοπώλια της ΕΕ.

Στο πρόσφατο «Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης έως το 2025 - μικροδιαπιστευτήρια, ατομικοί λογαριασμοί μάθησης και μάθηση με στόχο ένα βιώσιμο περιβάλλον» (Μάης 2022), που ψηφίστηκε από τη ΝΔ, το ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ μπαίνει ο στόχος για το μετασχηματισμό των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε φορείς περισσότερο επιχειρηματικού χαρακτήρα και προτείνεται η σύνδεση Πανεπιστημίων - βιομηχανίας μέσα από πλατφόρμα για «ταλέντα κατά παραγγελία».19 Ήδη στην Ελλάδα προχωρούνε μια σειρά συμφωνίες του ΣΕΒ με πανεπιστημιακά ιδρύματα (Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ΕΜΠ, Δυτικής Αττικής, Θεσσαλίας, Δυτικής Μακεδονίας, Πατρών κ.ά.), ώστε η Ανώτατη Εκπαίδευση να στηρίξει πιο ενεργά την κερδοφορία και τις κάθε φορά προτεραιότητες των μονοπωλίων, θεσμοθετήθηκαν τα βιομηχανικά διδακτορικά κατά παραγγελία επιχειρήσεων, λειτουργούν γραφεία μεταφοράς τεχνολογίας κ.ά.

Αυτή η στενότερη σύνδεση των ΑΕΙ με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου βρίσκεται στην καρδιά των ευρωενωσιακών κατευθύνσεων. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής «σχετικά με την υλοποίηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης έως το 2025» (Σεπτέμβρης 2020) ξεκαθαρίζεται πως «η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είναι καίριας σημασίας για την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και την επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης», δηλαδή για το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο. Μάλιστα η πρόοδος κάθε κράτους-μέλους στην υλοποίηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης ενσωματώνεται στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, δηλαδή στο μόνιμο μηχανισμό εποπτείας των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων. Για τη στήριξη των μεταρρυθμίσεων ανοίγουν και οι κάνουλες της χρηματοδότησης μέσω του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για επενδύσεις στην εκπαίδευση, με έμφαση στις υποδομές και στη διά βίου μάθηση.

Το πάρτι εκατομμυρίων έχει ξεκινήσει με την εμπλοκή των ΚΕΔΙΒΙΜ των ΑΕΙ στα νέα προγράμματα του ΟΑΕΔ (νυν ΔΥΠΑ) για πράσινες και ψηφιακές δεξιότητες, με χρηματοδότηση 101 εκατομμυρίων ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.20 Ακολουθούν τα 604 εκατομμύρια ευρώ για τα πανεπιστήμια,21 που θα καταλήξουν είτε άμεσα είτε έμμεσα στο κεφάλαιο για την ενίσχυση της επιχειρηματικής δράσης στα ΑΕΙ, της «καινοτομίας», της «αριστείας», τα βιομηχανικά διδακτορικά («αυτό σημαίνει εθνική παιδεία στην υπηρεσία της εθνικής οικονομίας» κατά τον πρωθυπουργό), την απόσπαση της παιδαγωγικής επάρκειας από τα πτυχία, τον «ψηφιακό μετασχηματισμό» (μεταξύ άλλων για τη μονιμοποίηση της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης). Ένα τμήμα των πόρων θα κατευθυνθεί στη χρηματοδότηση υποδομών, όπως την κατασκευή εστιών μέσω ΣΔΙΤ (με ενοίκια) και την «πράσινη» ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων, που θα οδηγήσει στο κωμικοτραγικό αποτέλεσμα ν’ «αναβαθμίζονται» ενεργειακά κτήρια, όπως εστίες ή αμφιθέατρα, που σήμερα δε διαθέτουν θέρμανση ή κλιματισμό λόγω περικοπών δαπανών ή απουσίας συντήρησης!

Τα κονδύλια επομένως του Ταμείου Ανάκαμψης, του νέου υπερμνημόνιου για τους λαούς, είναι δεσμευμένα σε συγκεκριμένη κατεύθυνση και συνοδεύονται από σκληρά προαπαιτούμενα, που αφορούν και την Ανώτατη Εκπαίδευση, σε αντίθεση με τις θριαμβολογίες των αστικών κομμάτων που τσακώνονται για το σε ποιους ομίλους θα κατευθυνθούν οι ενισχύσεις. Είναι όμως και η πιο τρανή απόδειξη ότι «λεφτά υπάρχουν» και παράγονται από τον ιδρώτα των ευρωπαϊκών λαών, ότι η υπαρκτή κρατική υποχρηματοδότηση των ΑΕΙ είναι επιλεκτική και αφορά αποκλειστικά τις ανάγκες των φοιτητών και των εργαζόμενων, ενώ στους τομείς που συμφέρει το κεφάλαιο «βρέχει» λεφτά.

Η ταύτιση της κυβέρνησης της ΝΔ τόσο σε επίπεδο ουσίας όσο και διακηρύξεων με τις σχετικές κατευθύνεις της ΕΕ είναι εξόφθαλμη και τα αποτελέσματα τα ζούμε ήδη. Η κάλπικη κατηγορία επομένως του ΣΥΡΙΖΑ 
πως η κυβέρνηση της ΝΔ δεν ακολουθεί τις ευρωπαϊκές πρακτικές λειτουργεί σα φύλλο συκής και έχει στόχο τελικά να αθωώσει και να εξωραΐσει την στρατηγική της ΕΕ στην εκπαίδευση.

Αν στις ευρωενωσιακές δεσμεύσεις όλων των αστικών κομμάτων προσθέσουμε και τις ευρωατλαντικές στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, τότε δημιουργείται ένας στενός κορσές για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Έρευνα, που όχι μόνο τις απομακρύνει από την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών αλλά τις εντάσσει σε επικίνδυνους σχεδιασμούς. Η βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς αντανακλάται στην αναβαθμισμένη παρέμβαση του ΝΑΤΟ στα ΑΕΙ. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το μνημόνιο συνεργασίας που έχει υπογράψει το ΝΑΤΟ με το ΑΠΘ, το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το ΠΑΜΑΚ, οι συμφωνίες συνεργασίας της γαλλικής πολεμικής βιομηχανίας NAVAL GROUP με το Πανεπιστήμιο Πατρών. Σε μεγάλα ερευνητικά ιδρύματα της Ελλάδας εγκαινιάστηκαν πρόσφατα τέσσερα «κέντρα καινοτομίας» ως κομμάτι του προγράμματος «DIANA» («Επιταχυντής Αμυντικής Πρωτοβουλίας»). Το εν λόγω πρόγραμμα, όπως και η ίδρυση του «Ταμείου Καινοτομίας», συμφωνήθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ το 2021 στις Βρυξέλλες, με στόχο «το ΝΑΤΟ να διατηρήσει το τεχνολογικό του πλεονέκτημα» απέναντι στα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.22

Ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό και επιβεβαιώνει πως, παρά τις όποιες διαφορετικές ιεραρχήσεις ή συνταγές διαχείρισης της εκάστοτε κυβερνητικής εκπαιδευτικής πολιτικής, όσον αφορά τον πυρήνα της αστικής στρατηγικής στην εκπαίδευση είναι όλοι ζυγισμένοι-στοιχισμένοι. Γι’ αυτό και οι υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για κατάργηση της «αντιμεταρρύθμισης της ΝΔ» στην εκπαίδευση θυμίζει την «με ένα νόμο και ένα άρθρο» κατάργηση των μνημονίων και σκοντάφτει όχι μόνο στα πεπραγμένα του ως κυβέρνηση ή αντιπολίτευση αλλά και στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει.

 

ΤΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ

Η συζήτηση στη Βουλή για το νόμο-πλαίσιο μέσα στο καλοκαίρι ήταν αποκαλυπτική γιατί, πίσω από τον κουρνιαχτό που σηκώθηκε για τον τρόπο διοίκησης του επιχειρηματικού πανεπιστημίου, αποκαλύφθηκε η στρατηγική σύμπλευση όλων των άλλων κομμάτων στα κρίσιμα ζητήματα, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ.23 Αυτόν το δρόμο βαδίζουν σταθερά όλες οι κυβερνήσεις πάνω από 20 χρόνια, με αλλεπάλληλους νόμους που αλληλοσυμπληρώνονται, και όχι μόνο δεν έλυσαν αλλά όξυναν τα προβλήματα των φοιτητών και αποφοίτων.

Αυτή η κοινή στρατηγική συμπυκνώνεται προπαγανδιστικά στο κάλεσμα τα ελληνικά πανεπιστήμια ν’ ακολουθήσουν το παράδειγμα του «ευρωπαϊκού πανεπιστημίου». Όμως το σημερινό ελληνικό πανεπιστήμιο για πάνω από μια εικοσαετία ακολουθεί τις επιταγές της ΕΕ. Είναι το πανεπιστήμιο των προσόντων στη θέση των επαγγελματικών δικαιωμάτων, των διδάκτρων, των κατακερματισμένων πτυχίων. Οι όποιες διαφορές υπάρχουν μεταξύ των χωρών οφείλονται στην προϋπάρχουσα κατάσταση σε κάθε χώρα, στις αστικές ιεραρχήσεις σε κάθε χώρα και τις αντιθέσεις μέσα στην ΕΕ, στις δημοσιονομικές συνθήκες, στην επίδραση του κινήματος στην Ελλάδα που καθυστέρησε ορισμένα μέτρα κλπ. Αυτό χρειάζεται με υπομονή να το εξηγήσουμε σε μια μεγάλη μάζα φοιτητών που υιοθετεί το στόχο «να γίνουμε ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο», έχοντας στο μυαλό της τα πανεπιστήμια που απευθύνονται στην ευρωπαϊκή ελίτ.

Αυτή η σύμπλευση στα ουσιώδη, εξηγεί τη φαινομενική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να αντιπαρατεθεί επί της ουσίας στο νομοσχέδιο, τις επισημάνσεις βουλευτών του για «θετικές ρυθμίσεις», όπως για την κινητικότητα, τα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών, αλλά και την αποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ από την ονομαστική ψηφοφορία, για να μην αποκαλυφθεί η συνενοχή του υπερψηφίζοντας 9 στα 10 άρθρα του νομοσχεδίου, με τα οποία άλλωστε συμφωνεί. Η στάση του υποδηλώνει την ουσιαστική του στήριξη σε αυτήν την πολιτική.

Δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού πολλές από αυτές τις διατάξεις πατάνε στο δικό του νομοθετικό έργο. Μήπως η νομοθέτηση δυνατότητας ίδρυσης 2ετών προγραμμάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης εντός των ΑΕΙ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν υπηρετούσε τις σύντομες σπουδές εκμάθησης δεξιοτήτων που τώρα επεκτείνονται; Η γενίκευση των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά δεν άνοιγε την όρεξη για απελευθέρωση του ύψους των διδάκτρων; Η διατήρηση των μειωμένων κατά 70% προϋπολογισμών, που δεν καλύπτουν τις λειτουργικές δαπάνες, δεν συνεπάγεται ότι το κράτος αποποιείται την ευθύνη του για τη λειτουργία των Ιδρυμάτων και δίνει το πράσινο φως για την αναζήτηση χορηγών και την επιβολή κάθε είδους διδάκτρων, στο πλαίσιο της περιβόητης «αυτονομίας» των Ιδρυμάτων; Η ίδρυση του πρώτου ξενόγλωσσου Προγράμματος Προπτυχιακών Σπουδών με δίδακτρα δεν έδινε το σήμα για την επέλαση των ξενόγλωσσων προγραμμάτων επί πληρωμή; Οι ρυθμίσεις για την επιτάχυνση της αναγνώρισης κολεγίων δεν έστρωνε το έδαφος για τις σημερινές fast track διαδικασίες αυτόματης αναγνώρισης και ισοτίμησης ακόμα και 3ετών τίτλων σπουδών με τα 4ετή πτυχία των ελληνικών πανεπιστημίων; Η ίδρυση Περιφερειακών Συμβουλίων Ανώτατης Εκπαίδευσης με συμμετοχή επιχειρηματιών δε νομιμοποιούσε την απευθείας ανάμιξή τους στη λειτουργία των Ιδρυμάτων; Ενώ οι συγχωνεύσεις Ιδρυμάτων με τα κριτήρια της αγοράς και η μη αντιστοίχιση ομοειδών τμημάτων δεν αναπαρήγαγε την κατηγοριοποίηση των πτυχίων, που σήμερα ενισχύεται με την ίδρυση τμημάτων εφαρμοσμένων επιστημών διάρκειας 7 εξαμήνων;

Τα παραπάνω συνηγορούν σε αυτό που όλοι γνωρίζουμε και ο ΣΥΡΙΖΑ 
επιδιώκει να ξεχάσουμε, δηλαδή ότι η εμπορευματοποίηση της μόρφωσης, η απευθείας παρέμβαση των επιχειρήσεων στα δημόσια πανεπιστήμια, οι ταξικοί φραγμοί, δεν ξεφύτρωσαν με την ψήφιση του τελευταίου νόμου, αλλά υπάρχουν και ενισχύονται όλα αυτά τα χρόνια. Οι υψηλοί τόνοι της αντιπαράθεσης για «οργανωμένη σκευωρία σε βάρος του δημόσιου πανεπιστημίου» δεν αναιρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητεί στο ελάχιστο τους πραγματικούς στόχους του νομοσχεδίου. Και για να μην υπάρχουν παρανοήσεις, ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Φίλης παραδέχεται πως: «Αναμφισβήτητα είναι αναγκαία η σύνδεση του πανεπιστημίου με την οικονομία, όχι όμως η υποδούλωσή του στη ζούγκλα μιας ασύδοτης και αρπακτικής επιχειρηματικότητας», επαναφέροντας τα περί υγιούς επιχειρηματικότητας της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, που θα διέπεται από κανόνες για να ζούμε εμείς καλά και οι εκμεταλλευτές μας καλύτερα, το γνωστό παραμύθι ενός ανθρώπινου και δίκαιου καπιταλισμού. Τελικά η κριτική του στο νόμο καταλήγει στο ίδιο αποτέλεσμα, στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο, με διαφορές στο ποιος θα το διοικεί.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ που υπερψήφισε πλειάδα άρθρων αναγνωρίζοντας «ρυθμίσεις αυτονόητες που έρχονται με χρονοκαθυστέρηση δεκαετίας». Υπερασπίστηκε το δικό του μοντέλο Συμβουλίων Διοίκησης (νόμος Διαμαντοπούλου) και απαίτησε πιο τολμηρά βήματα στην αναμόρφωση του ακαδημαϊκού χάρτη με περισσότερες συγχωνεύσεις και κλείσιμο Τμημάτων, αφού «η χώρα μας … έχει πολύ περισσότερα πανεπιστήμια από αυτά που μπορεί να αντέξει για να εξασφαλίσει τις ποιοτικές σπουδές που χρειαζόμαστε».

Σε αυστηρό τόνο έφτασε να καταγγέλλει τη ΝΔ για έλλειψη αποφασιστικότητας στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, αφού «μετά από τρία χρόνια επί της ουσίας έχουμε ακόμη πανεπιστήμια σε κατάληψη, υπάρχει η δαιμονοποίηση της επιχειρηματικότητας και δεν έχετε καταφέρει ούτε την πανεπιστημιακή αστυνομία να φτιάξετε», αναγνωρίζοντας επί της ουσίας πως το φοιτητικό κίνημα έχει κατορθώσει να καθυστερήσει την υλοποίηση μιας σειράς διατάξεων και την επέλαση της αστικής επιχειρηματικότητας. Η εμφάνιση της σοσιαλδημοκρατίας σε ρόλο τιμητή της καταστολής δεν πρέπει να ξενίζει. Διαχρονικά έχει πρωτοστατήσει στην ενίσχυση του κρατικού κατασταλτικού πλαισίου, από τον τρομονόμο και τα μαθητοδικεία, μέχρι την κατάργηση του ακαδημαϊκού ασύλου στα πανεπιστήμια (νόμος Διαμαντοπούλου) και τη θέσπιση των ενιαίων ψηφοδελτίων για την εκλογή φοιτητών στα όργανα διοίκησης, αποδεικνύοντας ότι δεν είναι «αποκλειστικότητα», ούτε κάποια «ιδεοληψία της δεξιάς» η λήψη μέτρων καταστολής και υπονόμευσης του φοιτητικού κινήματος.

Το ΜέΡΑ25 έκανε κριτική στην κυβέρνηση για «διστακτικότητα» να κάνει μεταρρυθμίσεις (!), με τον Γιάνη Βαρουφάκη να επικροτεί την απόσπαση της παιδαγωγικής επάρκειας από τα πτυχία και τη θέσπιση βιομηχανικών διδακτορικών, δηλαδή έρευνα κατά παραγγελία των βιομηχάνων, αρκεί να μην είναι οι επιβλέποντες!

Κάθε αστικό κόμμα δίνει τα διαπιστευτήριά του στο κεφάλαιο και την ΕΕ, προβάλλοντας τα προτερήματά του στην άσκηση της αντιλαϊκής πολιτικής. Από τη μια η ΝΔ ως κυβέρνηση ότι «και θέλει και μπορεί» να προχωρήσει τα αντιλαϊκά μέτρα, χωρίς να λογαριάζει το πολιτικό κόστος. Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ διαφημίζει ότι αυτός είναι πιο ικανός στην εξασφάλιση της «κοινωνικής συνοχής», ώστε σε συνθήκες κινηματικής νηνεμίας να προχωράει η εφαρμογή των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων.

Εξετάσεις στο σύστημα δίνει ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν στην ανακοίνωσή του, με αφορμή την αστυνομική παρουσία στο ΑΠΘ και τον τραυματισμό φοιτητών, καταλήγει πως «η κυβέρνηση Μητσοτάκη (…) είναι μια κυβέρνηση επικίνδυνη, όχι μόνο για την κοινωνική πλειοψηφία αλλά και για την κοινωνική ειρήνη».24 Αυτήν την κοινωνική ειρήνη, δηλαδή τον περιορισμό της κοινωνικής διαμαρτυρίας, υπόσχεται ότι μπορεί να εξασφαλίσει με την ενσωμάτωση του κινήματος. Το ομολογούν ανοιχτά όταν δηλώνουν πως «χρειάζονται τα κινήματα (…) ανοίγουν το δρόμο στην πολιτική αλλαγή. Άλλωστε πολιτική αλλαγή χωρίς την κυβέρνηση δε γίνεται, αλλά από μόνη της η κυβέρνηση δεν φτάνει»,25 δηλαδή να μετατραπεί το κίνημα αρχικά σε σκαλοπάτι για την κυβερνητική εναλλαγή και στη συνέχεια σε βαστάζο της επόμενης αντιλαϊκής κυβέρνησης, ιδιαίτερα αν πρόκειται για κυβέρνηση της «αλλαγής», δηλαδή με τη συμμετοχή της σοσιαλδημοκρατίας!

Με αυτά τα δεδομένα πρέπει να ερμηνεύσουμε την αντίθεση του 
ΣΥΡΙΖΑ ή του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ στην πανεπιστημιακή αστυνομία, η οποία εκκινεί από τη διαπίστωση πως η θέσπιση ενός τέτοιου κατασταλτικού μηχανισμού μπορεί να διαταράξει την «κοινωνική ειρήνη» στα πανεπιστήμια, δηλαδή να τροφοδοτήσει αντί να υποτάξει τις φοιτητικές αντιδράσεις στην εμβάθυνση της επιχειρηματικής λειτουργίας του πανεπιστημίου! Τελικά οι όποιες διαφωνίες περιορίζονται στο πλαίσιο συντήρησης της δικομματικής αντιπαράθεσης και επικεντρώνονται στο «ποιος θα δίνει την εντολή για την καταστολή στους φοιτητές», η ΕΛΑΣ ή οι πρυτανικές Αρχές26 ή στο αν υπάρχουν τέτοια σώματα στην υπόλοιπη ΕΕ,27 για να βγάλει ξανά λάδι την κατασταλτική πολιτική της ΕΕ.

Το ίδιο επιχείρημα αναμασούν και διάφορες οπορτουνιστικές ομάδες, με την ΑΡΑΣ να ανακαλύπτει πως «μηχανισμοί όπως της πανεπιστημιακής αστυνομίας (…) δεν υπάρχουν πουθενά στον κόσμο»28. Στην πραγματικότητα, σε όλη την ΕΕ η αστυνομία παρεμβαίνει μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, στον Καναδά το 87% των πανεπιστημιουπόλεων έχει αστυνομικούς, στην πλειοψηφία τους ένοπλους, στις ΗΠΑ το 90% των ιδιωτικών πανεπιστημίων και σχεδόν όλα τα δημόσια με περισσότερους από 2.500 φοιτητές έχουν δική τους αστυνομία. Η παρουσία της όχι μόνο δεν προστάτεψε τους φοιτητές και δεν αντιμετώπισε την εγκληματικότητα29, αλλά όξυνε φαινόμενα ρατσιστικών επιθέσεων, στοχοποίησης φοιτητών που αγωνίζονται.

Αυτή η άσφαιρη αντιπαράθεση αποκρύπτει ότι η κρατική καταστολή είναι σύμφυτη με το αστικό κράτος και πάει χέρι-χέρι με την επίθεση στις ανάγκες του λαού και της νεολαίας. Εντείνεται για να θωρακίσει την εκμετάλλευση στους χώρους δουλειάς και την επιχειρηματική λειτουργία στα πανεπιστήμια από τους αγώνες των εργαζόμενων και των φοιτητών. Είναι η άλλη όψη της χειραγώγησης και ενσωμάτωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας. Ακολουθεί το συνολικό αντιδραστικό νομικό πλαίσιο της ΕΕ για την αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης. Αφήνει τελικά στο απυρόβλητο την αιτία που οδηγεί στην κλιμάκωση του κρατικού αυταρχισμού και εμφανίζει ως πηγή του προβλήματος το «αυταρχικό παρακράτος του Μητσοτάκη», άρα ως διέξοδο την αλλαγή κυβέρνησης που θα σταματήσει την «αντιδημοκρατική εκτροπή».

Την υπεράσπιση αυτής της κατεύθυνσης μέσα στο φοιτητικό κίνημα έχουν αναλάβει διάφορες οπορτουνιστικές δυνάμεις, είτε το ομολογούν ανοιχτά είτε συγκαλυμμένα. Όπως λέει η ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ, «η κυβέρνηση Μητσοτάκη πρέπει να πέσει! Για να γίνει αυτό πρέπει να βάλουμε κι εμείς το χέρι μας»,30 ή όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα ΠΡΙΝ του ΝΑΡ, χρειάζεται ένα «αγωνιστικό μέτωπο κοινών στόχων ενάντια στην κυβέρνηση και τα συμφέροντα που υπηρετεί».31 Ουσιαστικά δίνουν κινηματικό άλλοθι στις επιδιώξεις της σοσιαλδημοκρατίας και ενός τμήματος του κεφαλαίου που βλέπει ότι η κυβέρνηση με τη σημερινή της σύνθεση έφαγε τα ψωμιά της. Με αυτόν τον τρόπο συμβάλλουν στον αποπροσανατολισμό και στην ενσωμάτωση των φοιτητικών αγώνων, βάζοντας στο στόχαστρο μόνο τον εκάστοτε πρωθυπουργό ή ορισμένα στελέχη των κυβερνήσεων, μια συγκεκριμένη πολιτική διαχείρισης («νεοφιλελευθερισμός»), καλλιεργώντας με τα συνθήματά τους την αναμονή «λύσης από τα πάνω» και έτσι αντικειμενικά οδηγούν στην απογοήτευση και το συμβιβασμό, αφού οι υπουργοί, οι κυβερνήσεις και τα μοντέλα διαχείρισης αλλάζουν, αλλά η επίθεση στα δικαιώματα της νεολαίας παραμένει.

Κοινή συνισταμένη, με φραστικές διαφοροποιήσεις, είναι η υπεράσπιση του αστικού πανεπιστημίου προηγούμενων δεκαετιών από τη «μορφωτική αντεπανάσταση» της ΝΔ. Επομένως τίθεται σα στόχος «το μαζικό φοιτητικό κίνημα, οι εκπαιδευτικοί, οι εργαζόμενοι στο πανεπιστήμιο να ορθώσουν τείχος προστασίας στο ελεύθερο δημόσιο πανεπιστήμιο», που κινδυνεύει από τους νόμους της κυβέρνησης.32 Χαρακτηριστική αντίληψη που διατυπώνεται από δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η εξής: «(...) το Πανεπιστήμιο της παράδοσης του Διαφωτισμού τελειώνει (…) Ο “ύστερος καπιταλισμός” (…) καταστρέφει ό,τι προοδευτικό δημιούργησε η αστική τάξη (…) το εργατικό κίνημα θα δώσει τη μάχη για να υπερασπίσει και το δημόσιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου που η αστική τάξη εγκαταλείπει.»33

Καταλήγει τελικά να υπερασπίζεται το αστικό πανεπιστήμιο που διαχρονικά «δουλεύει» για τη διαιώνιση της αστικής ιδεολογίας και για τη λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας και να κυνηγά ανεμόμυλους, αφού το αστικό πανεπιστήμιο στην εποχή του ιμπεριαλισμού δεν είχε, ούτε έχει σχέση με το πανεπιστήμιο του Διαφωτισμού.

Στο κείμενο του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ του ΚΚΕ, Για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας, τονίζονται τα εξής: «Το δημόσιο πανεπιστήμιο το οποίο υπερασπίζονται αυτές οι δυνάμεις είναι το αστικό πανεπιστήμιο που έχει ήδη υποστεί μετάλλαξη από τη δεκαετία του ’90. Γι’ αυτόν το λόγο δεν έχει τίποτα να δώσει στα λαϊκά συμφέροντα. Δε δίνει απάντηση στην ικανοποίηση της λαϊκής ανάγκης για ανεβασμένου επιπέδου πανεπιστημιακή μόρφωση. Όταν γίνεται λόγος γενικά κι αόριστα για “υπεράσπιση του Δημόσιου Πανεπιστημίου”, δε συνδυάζεται με τη θέση για κατάργηση κάθε μορφής ιδιωτικού πανεπιστημίου, της επιχειρηματικής δράσης στα ΑΕΙ, δεν αντιστρατεύεται το γενικό ευρωενωσιακό πλαίσιο για τη λειτουργία των ΑΕΙ, αλλά προβάλει ένα σχετικά διαφορετικό μίγμα πολιτικής, τουλάχιστον στο πεδίο των διακηρύξεων. Στο όνομα μιας ορισμένης “αυτοτέλειας” των ΑΕΙ, αποδέχεται το χαρακτήρα τους υπέρ της καπιταλιστικής κερδοφορίας σε κάθε φάση της οικονομικής ανάπτυξης.

Το ΚΚΕ, υπερασπίζοντας το “δημόσιο χαρακτήρα των ΑΕΙ”, αντιπαλεύει ολοκληρωμένα κάθε μορφή και χαραμάδα ιδιωτικοποίησης, την ίδια τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παλεύει για την κατάργηση τελικά της καπιταλιστικής σχέσης. Με βάση αυτήν τη θέση, υπερασπίζεται ολοκληρωμένα και τα δικαιώματα των φοιτητών σήμερα.»34

 

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Η αντιπαράθεση με την αστική στρατηγική στην ανώτατη εκπαίδευση μπορεί να δοθεί αποτελεσματικά προβάλλοντας το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας, που είναι αναγκαίο και ρεαλιστικό.

Αυτή είναι η πρόταση του ΚΚΕ που αντιπαρατίθεται με το σύνολο της αστικής στρατηγικής, υπερασπίζεται τον επιστημονικό χαρακτήρα των προγραμμάτων σπουδών και τη σύνδεσή τους με πλήρη εργασιακά δικαιώματα των αποφοίτων, φωτίζει το δρόμο για μια διαφορετική κοινωνική οργάνωση της οικονομίας με τον εργαζόμενο άνθρωπο ιδιοκτήτη του πλούτου που παράγει, το σοσιαλισμό-κομμουνισμό.

Όπως σημειώνεται στις Θέσεις του 21ου Συνεδρίου του ΚΚΕ: «Το επόμενο διάστημα, το βασικό καθήκον του Κόμματος στους χώρους της Εκπαίδευσης είναι η ενίσχυση της ιδεολογικής-μορφωτικής προσπάθειας, µε επίκεντρο την εκλαΐκευση της πρότασης του Κόμματος για την Παιδεία, την εργασία, την Υγεία, το σύνολο των κοινωνικών αναγκών στο σοσιαλισμό, την αποκάλυψη του αστικού επιχειρήματος περί της “ουδετερότητας” της επιστήμης, την ανάδειξη των σύγχρονων δυνατοτήτων των παραγωγικών δυνάμεων, πρώτα απ’ όλα του ανθρώπου, που ο καπιταλισμός περιορίζει. Να ανοίξει σε όλες τις βαθμίδες συζήτηση και δράση στη βάση της ενότητας σχολείο - ιδεολογία, παιδεία - οικονομία - κοινωνία, δηλαδή µε τη στρατηγική του Κόμματος. Αξιοποιώντας τις επεξεργασίες και τις εκδόσεις µας, να φωτίσουμε το κύριο: Η νεολαία μπορεί να διεκδικήσει το μέλλον της, τα δικαιώματά της, µόνο αν δει ποιοι και γιατί της τα στερούν, πώς και µε ποιους μπορεί να τα κατακτήσει.»

Με εφόδιο τη συλλογικά κατεκτημένη πείρα και το βελτιωμένο συσχετισμό στα όργανα του φοιτητικού κινήματος, μπορούμε να θέσουμε πιο φιλόδοξους στόχους για την ισχυροποίηση της ΚΝΕ και του ΚΚΕ στους φοιτητές, για την αγωνιστική ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος.

 


ΣημειώσειςΣημειώσεις

* Ο Θοδωρής Κωτσαντής είναι μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ.

  1. Βλ. αναλυτικά «Η επιχειρηματική λειτουργία κρατά κλειστά τα πανεπιστήμια», Ριζοσπάστης, 17-18.10.2020.
  2. Δες αναλυτικά άρθρο του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ στον Οδηγητή του Ιούνη του 2022.
  3. Βλ. «Η δράση των νέων κομμουνιστών στο φοιτητικό-σπουδαστικό κίνημα και στο Μέτωπο Αγώνα Σπουδαστών», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 5/2016.
  4. Βλ. «Για την κατάσταση και την προοπτική του Φοιτητικού και Σπουδαστικού κινήματος», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 5/2014.
  5. Τμήμα Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ του ΚΚΕ, Για το Πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας, εκδ. Σύγχρονη Εποχή.
  6. Στοιχεία έκθεσης ΕΘΑΑΕ για το 2020 (αναφέρονται στο έτος 2019).
  7. Special Report ΣΕΒ, «Αναντιστοιχία προσόντων», 28.2.2019.
  8. Εκθεση ΙΝΕ ΓΣΕΕ 2022.
  9. Το 2018, το ποσοστό απασχόλησης των αποφοίτων της αρχικής ΕΕΚ ηλικίας 20-34 ετών και μεσαίου επιπέδου εκπαίδευσης ανερχόταν μόλις σε 63,1%. https://www.kathimerini.gr/society/1086912/ysterei-i-epaggelmatiki-ekpaideysi/
  10. Χαρακτηριστικά, στο ΕΚΠΑ λειτουργεί μια φάμπρικα με περισσότερα από 400 προγράμματα εξ αποστάσεως και επί πληρωμή, που περιλαμβάνει από «Θρησκεία και Ψυχανάλυση», μαθήματα για την… αρχαία Κίνα, μέχρι γνώσεις που αποσπώνται από τα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών, όπως για την Ειδική Αγωγή ή τη Σχολική Ψυχολογία, αλλά και «πιστοποίηση» στην άσκηση της αστικής πολιτικής (όπως Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας) ή στην ιδεολογική χειραγώγηση, όπως με τα «εργαστήρια δεξιοτήτων».
  11. Συνέντευξη υφυπουργού κ. Συρίγου στα ΝΕΑ, 15.1.2022.
  12. Ομιλία Κ. Μητσοτάκη στη Βουλή για το νόμο-πλαίσιο.
  13. Δεξιότητες που ξεπερνιούνται ταχύτατα από την ανάπτυξη της τεχνολογίας σε 2,5-5 χρόνια, Καθημερινή, 28.5.2021.
  14. Στην Αττική, σε σύνολο 262.686 εγγεγραμμένων φοιτητών και 127.246 που δεν ξεπερνούν τα ν+2 έτη σπουδών, υπάρχουν 2.262 κλίνες στις εστίες.
  15. Βλ. «Διακήρυξη της Μπολόνια: 20 χρόνια μετά», ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 1/2019.
  16. «Council conclusions on a European strategy empowering higher education institutions for the future of Europe», Brussels, 6 April 2022.
  17. Το 2017 η ΕΕ ανέλαβε την πρωτοβουλία για τη δημιουργία Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων, δηλαδή «συμμαχιών» ΑΕΙ από διάφορες χώρες της ΕΕ που λειτουργούν σε ένα κοινό, εικονικό campus και προσφέρουν ευκαιρίες συνεργασίας, κινητικότητας, ανάπτυξης κοινών προγραμμάτων σπουδών κ.ά. Στόχος είναι τα ευρωπαϊκά ΑΕΙ να ανταγωνιστούν τα συνεχώς ανερχόμενα ασιατικά, αλλά και τα αμερικανικά ΑΕΙ. Από την Ελλάδα σήμερα συμμετέχουν 7 ΑΕΙ σύμφωνα με την έκθεση της ΕΘΑΑΕ για το 2020.
  18. Η διεθνοποίηση συνδέεται και με άλλους στόχους όπως η ανάπτυξη «επιστημονικής διπλωματίας», η προσέλκυση εγκεφάλων κλπ.
  19. Κυριάκος Ιωαννίδης, «Πλευρές μιας κυριολεκτικά ιδεολογικής μάχης», Ριζοσπάστης, 4-5.6.2022.
  20. https://www.efsyn.gr/oikonomia/elliniki-oikonomia/334377_mpainoyn-kai-ta-aei-stin-katartisi
  21. https://www.efsyn.gr/ellada/ekpaideysi/291602_prim-se-idiotes-psihoyla-sta-aei
  22. Παρέμβαση Μ. Σαριδάκη στην ημερίδα της ΕΕΔΥΕ με αφορμή τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, https://www.902.gr/sites/default/files/MediaV2/20220629/manos_saridakis_se_imerida_tis_eedye.pdf
  23. Βλ. την ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπα στη Βουλή για το νόμο-πλαίσιο, την ομιλία του Ν. Σοφιανού, «Η πρόταση του ΚΚΕ για το πανεπιστήμιο είναι όπλο στην πάλη ενάντια στο νέο γύρο αντιδραστικών εξελίξεων», όπως δημοσιεύεται στην ΚΟΜΕΠ, τεύχ. 2/2022, την ανακοίνωση του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας του ΚΚΕ: https://www.kke.gr/article/Sxetika-me-to-neo-nomo-plaisio-gia-ta-Panepistimia-poy-katethese-i-kybernisi/
  24. https://www.in.gr/2022/05/27/politics/syriza-gia-apth-kyvernisi-mitsotaki-stinei-skinika-entasis-kai-stoxopoiei-ti-neolaia/
  25. https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/382351_iliopoylos-se-nd-mazeyteite-protoy-ehoyme-nekro-sto-panepistimio
  26. Βλ. δηλώσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Κατρούγκαλου: «Χρειάζεται (...) το μοντέλο που υπάρχει και σε άλλες χώρες, αστυνομική δύναμη, υπηρεσία, που είναι όμως πανεπιστημιακή, σε άμεση συνεργασία με το πανεπιστήμιο.» http://www.odigitis.gr/article/TIa-einai-panepistimiaki-astynomia-alla-kai-de-tha-einai
  27. Πάλι με αφορμή την επέμβαση στο ΑΠΘ ο Ν. Φίλης αναφέρει πως οι εικόνες αυτές «θυμίζουν Τουρκία, Λατινική Αμερική και σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για ευρωπαϊκή κανονικότητα». https://www.aftodioikisi.gr/paideia/nikos-filis-epikindyni-klimakosi-tis-astynomikis-vias-sta-panepistimia/
  28. https://aras.gr/gia-ta-apotelesmata-twn-foititikwn-eklogwn/
  29. Το Εθνικό Κέντρο Στατιστικών για την Εκπαίδευση στις ΗΠΑ παρατηρεί αύξηση

της εγκληματικότητας στα πανεπιστήμια από το 2016, ενώ από το 2001 μέχρι το 2017 στις πανεπιστημιουπόλεις έχουν αυξηθεί οι σεξουαλικές επιθέσεις κατά 372% και οι φόνοι, χωρίς να δίνει στοιχεία για το δεύτερο. Ταυτόχρονα παρατηρείται αύξηση της διακίνησης και χρήσης ναρκωτικών. Αναλυτικά, εφημερίδα Οδηγητής, https://www.odigitis.gr/article/Ekei-poy-yparxei-panepistimiaki-astynomia

  1. Κοινή δήλωση 17 οργανώσεων του οπορτουνιστικού χώρου για την πανεπιστημιακή αστυνομία, https://anametrisi.gr/i-panepistimiaki-astynomia-den-tha-perasei/
  2. ΠΡΙΝ, 11.6.2022.
  3. ΠΡΙΝ, 11.6.2022.
  4. Ό.π.
  5. Τμήμα Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ του ΚΚΕ, Για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 43.