Τα διάφορα ιδεολογικά σχήματα και θεωρήσεις που θεμελιώνονται στη βάση σύγχρονων εκφράσεων του υποκειμενικού ιδεαλισμού βρίσκουν έρεισμα σε πτυχές του αναπτυσσόμενου κοινωνικο-ιστορικού γίγνεσθαι, γεγονός που ενισχύει τον αντίκτυπό τους. Γι’ αυτό και χρειάζεται να προσπαθήσουμε να τις εντοπίσουμε, ειδάλλως θα μένουν αναπάντητα ερωτήματα όπως «γιατί σήμερα;» και «τι είναι αυτό που έχει αλλάξει στις μέρες μας και ευνοεί την ανάπτυξη και διάδοσή τους;».
Με την αξιοποίηση των σύγχρονων τεχνολογιών που αναπτύσσονται για να υπηρετήσουν τους σκοπούς του, το κεφάλαιο μετασχηματίζει την εργασιακή διαδικασία, δίνοντας κάθε φορά μια νέα μορφή στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Σήμερα διανύουμε μια περίοδο που, λόγω των νέων σημαντικών τεχνολογικών επιτευγμάτων, η ζωή μας θα μπορούσε να γίνει πολύ καλύτερη. Όμως, την ίδια ώρα βλέπουμε να αυξάνει θεαματικά η απόσταση ανάμεσα στις δυνατότητες να βελτιωθεί ριζικά η ζωή μας και στην κατάσταση που βρισκόμαστε. Κι αυτό γιατί οι συντελούμενες τεχνολογικές αλλαγές, με την ανάπτυξη των νέων ψηφιακών μέσων, της Τεχνητής Νοημοσύνης κλπ., δεν μπορούν να καταργήσουν τους νόμους με τους οποίους λειτουργεί και αναπτύσσεται η καπιταλιστική οικονομία.
Η ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής δίνει σε κάθε τέτοια φάση συγκεκριμένη μορφή και περιεχόμενο στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, καθορίζοντας την κατεύθυνση και το ρυθμό της ανάπτυξης αυτής. Σε αυτές τις παραγωγικές δυνάμεις δεν περιλαμβάνονται μόνο τα τεχνικά μέσα, στα οποία ενσωματώνονται τα αποτελέσματα των εφαρμογών της ανάπτυξης της επιστημονικής γνώσης, αλλά και ο ίδιος ο εργαζόμενος άνθρωπος, η ανθρώπινη εργασία, που αποτελεί και την κύρια παραγωγική δύναμη. Η πραγματική, αντικειμενική αυτή κίνηση αντανακλάται και στη σφαίρα της ιδεολογίας, με την αντανάκλαση αυτή να διαθλάται από τα φίλτρα της υφιστάμενης ταξικής κυριαρχίας της αστικής τάξης. Γι’ αυτό και, αντικειμενικά, οι θεωρήσεις και τα ιδεολογήματα που αναπτύσσονται σε αυτήν τη βάση έχουν στόχο τη χειραγώγηση της εργατικής τάξης στο πλαίσιο του συστήματος και την ιδεολογική στράτευσή της με τους στόχους του κεφαλαίου.
Στην προκείμενη περίπτωση και φάση, ζητούμενο αποτελεί η αποδοχή από τους εργαζόμενους των σύγχρονων όρων υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο. Όλα τα στοιχεία της εργασίας (ο καταμερισμός εργασίας, ο συντονισμός και η συνεργασία των εργαζόμενων, η εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης κλπ.) καθορίζονται και υπηρετούν το κεφάλαιο, που καθορίζει τι, πώς και πότε θα παραχθεί με την αξιοποίηση και των νέων τεχνολογιών και εντάσσει την κοινωνικοποιημένη εργασία ως παραγωγική δύναμη στην καπιταλιστική παραγωγή. Εξ ου και επεξεργάζεται τρόπους για να υιοθετήσουν οι εργαζόμενοι τους στόχους του κεφαλαίου ως δική τους, ατομική επιλογή. Επιλογή που μάλιστα προβάλλεται ότι έχει και προοδευτικό χαρακτήρα, καθώς συνάδει με τις αλλαγές που επιφέρει η ανάπτυξη των νέων, ψηφιακών και άλλων, τεχνολογιών –ανάπτυξη που παρουσιάζεται ως ταξικά ουδέτερη κι αντικειμενικά προοδευτική.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, μόνο έτσι δεν έχουν τα πράγματα, κάτι που αναδεικνύεται αν αναλογιστούμε ποιος και για ποια συμφέροντα καθορίζει τον προσανατολισμό, την ανάπτυξη και την αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας. Κι αυτός δεν είναι άλλος από την εκάστοτε άρχουσα τάξη. Έτσι, η συζήτηση σήμερα αφορά την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που απορρέουν από την ανάπτυξη των νέων ψηφιακών τεχνολογιών, της Τεχνητής Νοημοσύνης κλπ., στο πλαίσιο της εξουσίας του κεφαλαίου για την αύξηση της εκμετάλλευσης, αλλά και για τον έλεγχο, τη χειραγώγηση και την καταστολή του λαού.9 Αυτούς ακριβώς τους στόχους του κεφαλαίου εξυπηρετεί η προώθηση της ατζέντας του «ατομικού δικαιωματισμού» και του «αυτοπροσδιορισμού».
Χωρίς να εξαντλείται το θέμα σε όσα ακολουθούν, καθώς χρήζει πιο συστηματικής διερεύνησης, μπορούμε να πούμε ότι σήμερα, στο έδαφος της ανάπτυξης των νέων ψηφιακών τεχνολογιών, της Τεχνητής Νοημοσύνης κλπ., βλέπουμε να αναπτύσσονται τάσεις όπως οι εξής:
– Η διανοητικοποίηση της εργασίας, καθώς απαιτείται από τον εργαζόμενο να επιστρατεύει όλο και περισσότερο και όλο και περισσότερες διανοητικές ικανότητες για την επιτέλεση των εργασιακών του καθηκόντων, σχεδόν σε οποιοδήποτε επάγγελμα, καθώς τα εργαλεία και τα μέσα παραγωγής γίνονται όλο και πιο σύνθετα, ενσωματώνοντας την ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης.
– Η τάση να κυριαρχήσει η αντίθεση μεταξύ επιτελικής/διευθυντικής και εκτελεστικής εργασίας αντί της αντίθεσης μεταξύ πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, όπως ίσχυε σε προηγούμενες φάσεις.
– Οι διαρκείς και γρήγορες αλλαγές σε όρους, συνθήκες και καταμερισμό εργασίας, με αυτήν την ευελιξία και ρευστότητα να αντανακλάται και στους όρους ζωής των εργαζόμενων.
– Η πολυλειτουργικότητα και η διαλειτουργικότητα τόσο των εργαλείων και των μέσων παραγωγής, όσο και των ίδιων των εργαζόμενων, με τις όλο και πιο πολυσύνθετες δικτυώσεις και διασυνδέσεις να διαμορφώνουν ένα νέο καταμερισμό της εργασίας και να αλλάζουν το περιεχόμενο της εργασιακής διαδικασίας, τη συσχέτιση των ατομικών συμβολών του κάθε εργαζόμενου και τη σχέση μεταξύ των εργαζόμενων στα πλαίσιά της.
– Η ανάδυση νέων δυνατοτήτων, στο έδαφος της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, που συνεπάγεται και τη δημιουργία νέων αναγκών, με τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες να είναι υψηλότερου επιπέδου σε σχέση με το παρελθόν και να συνδυάζονται με μια πιο πολύπλευρη κοινωνική ζωή.
Στην κίνηση προς τη σύγχρονη μορφή του μονοπωλιακού καπιταλισμού, την κοινωνία της γενικευμένης εμπορευματικής παραγωγής, την αστική κοινωνία που σαπίζει την εποχή του ιμπεριαλισμού, βλέπουμε να επεκτείνεται και να βαθαίνει η κοινωνικοποίηση της εργασίας και της παραγωγής. Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας ωθεί στην όλο και περισσότερο αλληλεξαρτώμενη συνεργασία των επιμέρους παραγωγών-εργατών, ο καθένας εκ των οποίων συμβάλλει με τη συγκεκριμένη εργασία του και τις δεξιότητές του στη συνολική παραγωγική διαδικασία. Η ζωντανή εργασία του μεμονωμένου εργάτη συναρθρώνεται με την αντικειμενοποιημένη (νεκρή) εργασία στα διάφορα τεχνικά μέσα και μηχανές, για να διαμορφωθεί η ολότητα του συστήματος παραγωγής.
Στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης της τεχνικής-παραγωγικής βάσης της καπιταλιστικής οικονομίας, η απαιτούμενη συνεργασία των μεμονωμένων εργατών αποτυπώνεται σε ένα συγκεκριμένο κάθε φορά τεχνικό καταμερισμό της εργασίας. H μορφή αυτού του καταμερισμού διαμορφώνεται από τις συνθήκες και τους τρόπους δικτύωσης εργαζόμενων και τεχνικών μέσων, καθώς και των μεταξύ τους διασυνδέσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάπτυξη της τεχνολογίας επιδρά τόσο στην οργάνωση της παραγωγής, όσο και στην οργάνωση της εργασίας.
Σήμερα, βλέπουμε το συνδυασμό των τεχνολογιών αυτοματισμού με τις τεχνολογίες κυβερνοχώρου, την επέκταση της (δια)συνδεσιμότητας και της ενσωμάτωσης μηχανών και συστημάτων, τις νέες μορφές αλληλεπίδρασης ανθρώπου-μηχανής κ.ά., με όχημα τις τεχνολογίες συλλογής, ανάλυσης και επεξεργασίας δεδομένων και την «Τεχνητή Νοημοσύνη», να διαμορφώνουν ένα νέο ενιαίο πλαίσιο ανάπτυξης της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Από την άποψη της τεχνολογικής ανάπτυξης, μπορούμε να δούμε αυτήν την κίνηση να ολοκληρώνεται με τη μετάβαση από το διαδίκτυο των υπολογιστών και το Διαδίκτυο των Πραγμάτων (με κοινό στοιχείο μεταξύ των δύο τη διασύνδεση και επικοινωνία μεταξύ μηχανών), στο διαδίκτυο των σωμάτων και των ανθρώπων (μέσω της διασύνδεσης των τεχνολογικά επαυξημένων δυνατοτήτων του ανθρώπινου σώματος –του εγκεφάλου συμπεριλαμβανομένου) και, τελικά, στο διαδίκτυο των πάντων, δηλαδή στη γενικευμένη διασύνδεση ανθρώπων, ρομπότ και άλλων τεχνουργημάτων. Στη βάση της, αυτή η κίνηση έχει ως κοινό πυρήνα τη διασύνδεση και δικτύωση τεχνουργημάτων που επιτρέπουν τη συλλογή, επεξεργασία και διαμοιρασμό δεδομένων που προκύπτουν από την ανάπτυξη της κοινωνικής δραστηριότητας του ανθρώπου.
Σε αυτά τα πλαίσια είναι που ο ίδιος ο άνθρωπος ως όλον, το σώμα του, η συνείδησή του και οι κοινωνικές σχέσεις στις οποίες εντάσσεται αποτελούν πεδίο στο οποίο θεωρείται ότι εκδηλώνεται η επέκταση των ορίων του φυσικού κόσμου, με την ανάπτυξη των σύγχρονων ψηφιακών μέσων και διαμεσολαβήσεων. Κάτι τέτοιο συμβαίνει ήδη με αρκετές μορφές, που εκτιμάται ότι προσεχώς θα αναπτυχθούν περαιτέρω, είτε με άμεσες διασυνδέσεις του ανθρώπινου σώματος με ψηφιακά συστήματα (π.χ. μικροτσίπ που εμφυτεύονται στο ανθρώπινο σώμα και τον εγκέφαλο), είτε με επιπρόσθετα βοηθήματα (π.χ. «έξυπνα» ρολόγια ή βραχιολάκια κ.ά.), είτε με εφαρμογές εικονικής και επαυξημένης πραγματικότητας (π.χ. φακοί επαφής που δίνουν ταυτόχρονα επιπρόσθετες πληροφορίες για ό,τι βλέπει αυτός που τους φορά ή και μάσκες/κάσκες των οποίων ο χρήστης «μεταφέρεται» σε τρισδιάστατες απεικονίσεις διαφορετικών «κόσμων», στους οποίους ο χρήστης λειτουργεί μέσω μιας εικόνας του ψηφιακού εαυτού του –«avatar»). Τέτοιες εξελίξεις έχουν ήδη και αναμένεται να αποκτήσουν ακόμα μεγαλύτερη επίδραση τόσο στην εργασία, το περιεχόμενο και την οργάνωσή της (καθώς εφαρμόζονται, π.χ., για την ένταση της εκμετάλλευσης, την αύξηση της παραγωγικότητας, για τη δημιουργία εικονικών χώρων απομακρυσμένης εργασίας κ.ά.), όσο και στις άλλες πλευρές της κοινωνικής ζωής του ανθρώπου (π.χ. κοινωνικοποίηση και διασκέδαση σε «εικονικούς» κόσμους κ.ά.).
Η ανάπτυξη των τεχνολογικών καινοτομιών που χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη μορφή του μονοπωλιακού καπιταλισμού στοχεύει στη διεύρυνση του πεδίου της ανθρώπινης δραστηριότητας που μπορεί να παράξει κερδοφόρα για τον καπιταλισμό αποτελέσματα. Προς τούτο, το κεφάλαιο αναπτύσσει όχι μόνο νέα πεδία άσκησης εμπορευματικής δραστηριότητας, αλλά και νέους τρόπους διαμόρφωσης, παραγωγής και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, ώστε να διευρύνονται οι δυνατότητες εκμετάλλευσής της.
Η ολοένα και εντεινόμενη συζήτηση για το λεγόμενο «χάσμα δεξιοτήτων» μεταξύ αυτών που είναι διαθέσιμες στην αγορά εργασίας και τις απαιτήσεις της σύγχρονης καπιταλιστικής οικονομίας, με έμφαση, μάλιστα, στις ψηφιακές, καθώς και η συνακόλουθη συζήτηση για την αναμόρφωση του περιεχομένου και της οργάνωσης της εκπαίδευσης είναι μια χαρακτηριστική πλευρά αυτής της συζήτησης. Μια άλλη αναδύεται από την ανάπτυξη δυνατοτήτων για νευρο-τεχνολογικές βελτιώσεις στον εγκέφαλο, γενετικές επεξεργασίες, τρισδιάστατες εκτυπώσεις ανθρώπινων μυών κι άλλων οργάνων, ρομποτικών μελών, συνέργεια βιοτεχνολογίας και μηχανοτρονικής και πολλά άλλα που δεν αποτελούν φαντασιώσεις μιας μελλοντικής τεχνολογικής ουτοπίας (ή δυστοπίας), αλλά σημερινή πραγματικότητα.
Σε αυτήν τη βάση, προκύπτει η ανάγκη επαναπροσδιορισμού του τρόπου με τον οποίο εκδηλώνεται ο εργαζόμενος στα πλαίσια των κοινωνικών του σχέσεων και αλληλεπιδράσεων. Η αστική τάξη και τα επιτελεία της, μέσα και από τη λειτουργία του εποικοδομήματος της αστικής κοινωνίας και με βασικό το ρόλο του εκπαιδευτικού συστήματος, τείνουν να προτάσσουν ως κύρια στοιχεία την ευελιξία και τη ρευστότητα που χαρακτηρίζουν τον τρόπο με τον οποίο ο σύγχρονος εργαζόμενος βιώνει τη συμμετοχή του στην εργασιακή διαδικασία και τη διάδρασή του με τα τεχνουργήματα που διαμεσολαβούν τις κοινωνικές του σχέσεις και όλες τις πλευρές της κοινωνικής του ζωής.
Όμως, η ανάγκη του κεφαλαίου να χειραγωγήσει τις εργατικές-λαϊκές συνειδήσεις, προκειμένου να υιοθετήσουν για δικές τους τις στοχεύσεις του, δεν αφορά μόνο και δε σχετίζεται αποκλειστικά με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά και με τους συγκεκριμένους όρους διεξαγωγής της ταξικής πάλης σε κάθε περίπτωση, που καθορίζονται από διάφορους παράγοντες. Γι’ αυτό και δεν είναι μονόδρομος για τις δυνάμεις του κεφαλαίου η υιοθέτηση και προώθηση της ευρωατλαντικής ατζέντας του «ατομικού δικαιωματισμού» και «αυτοπροσδιορισμού».
Για παράδειγμα, άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και αστικές δυνάμεις επιλέγουν διαφορετικούς τρόπους ιδεολογικοπολιτικής παρέμβασης για να πετύχουν τις ίδιες στοχεύσεις. Π.χ. στον κρατικό καπιταλισμό της Κίνας, βλέπουμε, αντιπαραθετικά με τον ευρωατλαντικό ιμπεριαλισμό, να δίνεται έμφαση στην προώθηση των στοχεύσεων του κεφαλαίου με το περίβλημα του πατριωτισμού, της υπεράσπισης και ενίσχυσης της παραδοσιακής οικογένειας κλπ. Το ίδιο, με κατά περίπτωση διαφοροποιήσεις που οφείλονται και σε διάφορους πολιτισμικούς και άλλους παράγοντες, ισχύει και για την περίπτωση των κυρίαρχων τμημάτων της αστικής τάξης στην καπιταλιστική Ρωσία, το Ιράν κ.α. Εξάλλου, αντίστοιχες διαφοροποιήσεις μπορούμε να εντοπίσουμε ακόμα και σε περιπτώσεις αστικών δυνάμεων και στην ΕΕ, όπως π.χ. στην περίπτωση της Ιταλίας με την κυβέρνηση Μελόνι, στην Ουγγαρία με την κυβέρνηση Ορμπάν κ.α. Ακόμα πιο εμφατικά, μπορούμε να το δούμε και στις ΗΠΑ, όπου οι δυνάμεις του κεφαλαίου που, στα πλαίσια των ενδοαστικών ανταγωνισμών, εκφράζονται με τη γραμμή Τραμπ διαφοροποιούνται σημαντικά ως προς τα προτάγματα που θέτουν σε σχέση με την ατζέντα που προωθούν οι Δημοκρατικοί.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, εστιάζουμε σε αυτό που μας ενδιαφέρει πιο άμεσα, αφού ως ΚΚΕ δίνουμε τη μάχη στις συγκεκριμένες συνθήκες ανάπτυξης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, όπου οι βασικές αστικές πολιτικές δυνάμεις στοιχίζονται με τη γραμμή του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού. Εξ ου και μας ενδιαφέρει πρώτα και κύρια να οργανώσουμε την ιδεολογικοπολιτική αντεπίθεση του εργατικού-λαϊκού κινήματος απέναντι στην κυρίαρχη ατζέντα που αυτές προβάλλουν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποτιμώνται και άλλες πλευρές.
Εξάλλου, η ανάγκη να δώσουμε έμφαση σε αυτήν την πλευρά της διαπάλης προκύπτει και εκ των πραγμάτων, αφού η ίδια η ύπαρξη και η δράση του ΚΚΕ στην Ελλάδα και ο αντίκτυπός της ωθεί και τον αντίπαλο να θέτει την ατζέντα του «ατομικού δικαιωματισμού» και «αυτοπροσδιορισμού» απέναντι στα προτάγματα της ταξικής πάλης που θέτει το ΚΚΕ, σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τη συνάντηση νέων εργατικών-λαϊκών δυνάμεων με την επαναστατική στρατηγική του Κόμματος και την προώθησή της στο κίνημα. Επιδίωξη στην οποία οι δυνάμεις του κεφαλαίου συναντιούνται με τις δυνάμεις του οπορτουνισμού.
Από αυτήν την άποψη, δεν μπορεί να εκπλήσσεται κανείς όταν διαπιστώνει πως οι δυνάμεις αυτές που αποκαλούν το ΚΚΕ «ομοφοβικό» για να κρύψουν τη σύμπλευσή τους με την ευρωατλαντική ατζέντα του «ατομικού δικαιωματισμού» και «αυτοπροσδιορισμού» είναι οι ίδιες που αποκαλούν το ΚΚΕ «εθνικιστικό» όταν επισημαίνει ότι τίθενται σε μεγάλο κίνδυνο τα κυριαρχικά δικαιώματα, ακόμα και η κυριαρχία της χώρας από τις προωθούμενες διευθετήσεις στα ελληνοτουρκικά που έχουν ως πραγματικό στόχο την ενίσχυση της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ και τη συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Και στις δύο περιπτώσεις –κι όχι μόνο σε αυτές– στο στόχαστρο μπαίνουν οι θέσεις και η δράση του ΚΚΕ απέναντι στην προώθηση των συμφερόντων των μονοπωλίων, της αστικής τάξης της χώρας, σε συνθήκες κλιμάκωσης του πολέμου στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή και όξυνσης του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού στα Βαλκάνια.