Συνέντευξη του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα


Με αφορμή το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, το ΚΚΕ μίλησε από την πρώτη στιγμή για «προδιαγεγραμμένο έγκλημα». Τελικά φταίει περισσότερο η ιδιωτική εταιρία, ο κρατικός ΟΣΕ, το ανθρώπινο λάθος, η σημερινή κυβέρνηση ή οι προηγούμενες; Και ποια είναι η λύση;

 

Όσοι ρίχνουν την ευθύνη μονομερώς στον έναν ή στον άλλον από τους παράγοντες που αναφέρατε, το κάνουν για να κρύψουν τον «ελέφαντα στο δωμάτιο»: Τη στρατηγική της απελευθέρωσης των σιδηροδρομικών μεταφορών με βάση τις κατευθύνσεις της ΕΕ, του διαχωρισμού των υποδομών από τα τρένα, του ξεπουλήματος του κερδοφόρου κομματιού στους επενδυτές, της υποχρηματοδότησης του κομματιού των υποδομών που έμεινε στο κράτος. Προσθέστε στα παραπάνω την παράδοση των έργων αναβάθμισης του δικτύου στους εργολάβους, τη δραματική μείωση του προσωπικού, την εντατικοποίηση της εργασίας για όσους απέμειναν με ως και 9 μέρες συνεχόμενης δουλειάς, με ελαστικές σχέσεις εργασίας όπως το «μπλοκάκι», με 60χρονους εκπαιδευόμενους σταθμάρχες κλπ. Μια συνθήκη, δηλαδή, που αποτελεί το καλύτερο «θερμοκήπιο» για να έρθουν και τα «ανθρώπινα λάθη».

Τα παραπάνω, τα υπηρέτησαν και τα «έτρεξαν» όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις των τελευταίων 15, τουλάχιστον, χρόνων, δηλαδή η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, οι συγκυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ-ΝΔ με τα διάφορα συμπληρώματα, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ.

Σε τελική ανάλυση, αυτό που φταίει είναι το κριτήριο του κέρδους με βάση το οποίο λειτουργούν τα πάντα σε αυτό το σύστημα. Όταν έχεις αυτό το κριτήριο ως οδηγό, η ένταξη σύγχρονων συστημάτων ασφαλείας, η λήψη μέτρων προστασίας της ανθρώπινης ζωής, θα αντιμετωπίζονται αναγκαστικά ως κόστος. Είναι αποκαλυπτικές οι ίδιες οι εκθέσεις οργάνων της ΕΕ που αναφέρουν ως αιτία της καθυστέρησης στην επέκταση των συστημάτων τηλεδιοίκησης ότι δεν αποφέρουν άμεσο όφελος σε αυτούς που καλούνται να επωμιστούν το κόστος και έτσι δεν υπάρχει επιχειρηματική σκοπιμότητα! Γι’ αυτό και στην ΕΕ, την οποία ορισμένοι δε χάνουν την ευκαιρία να την «ξεπλύνουν» για μία ακόμη φορά, είχαμε 636 νεκρούς σε σιδηροδρομικά ατυχήματα μόνο μέσα στο 2021.

Αυτό είναι, λοιπόν, που πρέπει να βγει από τη μέση για να μη θρηνήσουμε ξανά θύματα. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο με την πρόταση του ΚΚΕ για να αποτελέσει ο σιδηρόδρομος ένα σύγχρονο, γρήγορο, ασφαλές και φτηνό μέσο μετακίνησης του λαού και μεταφοράς προϊόντων σε όλη τη χώρα. Αυτό προϋποθέτει όμως «απελευθέρωση» από τις «ράγες» του κέρδους. Προϋποθέτει μεταφορές και υποδομές με κριτήριο την ικανοποίηση των διευρυμένων λαϊκών αναγκών, μέσα από έναν ενιαίο κρατικό φορέα, αξιοποιώντας όλα τα σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας, ενταγμένες στον κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό της οικονομίας, την κοινωνική ιδιοκτησία και τον εργατικό έλεγχο.

 

Με αφορμή το ξέσπασμα των πρόσφατων κινητοποιήσεων πολλοί μίλησαν για κίνδυνο ενίσχυσης των «αντισυστημικών δυνάμεων», εντάσσοντας εδώ τις δυνάμεις της Ακροδεξιάς. Ο ΣΥΡΙΖΑ προσθέτει ότι αυτός ο κίνδυνος ενισχύεται από τη «διάχυση ευθυνών» που επιδιώκει η κυβέρνηση και όσους λένε ότι «φταίνε όλοι». Εσείς βλέπετε τέτοιον κίνδυνο;

 

Οι τεράστιες κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα, οι μεγάλες απεργιακές συγκεντρώσεις, η ιδιαίτερα ενθαρρυντική συμμετοχή της νεολαίας, είναι το ελπιδοφόρο στοιχείο της περιόδου. Αποτελούν ένα μαζικό λαϊκό και νεανικό ξέσπασμα με ποιοτικά χαρακτηριστικά και με έντονα τα στοιχεία της μαχητικότητας, της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης, της μεγαλύτερης εμπιστοσύνης στην αξία της οργανωμένης πάλης. Τα συνθήματα αυτών των κινητοποιήσεων, που έβαλαν στο «στόχαστρο» τις πραγματικές αιτίες της τραγωδίας, δεν επιδέχονται καμίας διαστρέβλωσης και παρερμηνείας.

Αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά αποτελούν εγγύηση για να μη βρουν χώρο διάφορες αντιδραστικές δυνάμεις, όπως έχουμε δει να συμβαίνει σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν. Από αυτήν την άποψη, η σχετική συζήτηση περί «αντισυστημικότητας», έτσι όπως γίνεται, μόνο ως «χορηγία» σε τέτοιες δυνάμεις μπορεί να χαρακτηριστεί, ιδιαίτερα όταν τις ονομάζουν κάποιοι «αντισυστημικές», παρόλο που, όπως έχει αποδειχτεί στο πολύ πρόσφατο παρελθόν, αποτελούν τα «μαντρόσκυλα» του συστήματος.

Αντίστοιχα, το σύστημα δεν πρόκειται να φοβηθεί, ούτε να λάβει κάποιο μήνυμα και να «προβληματιστεί» από μια ενδεχόμενη υψηλή αποχή. Ίσα-ίσα, αυτήν ακριβώς τη στάση επιθυμεί για το τμήμα των εργαζόμενων, της νεολαίας που δεν μπορεί να έχει ως ενεργούς υποστηρικτές. Αυτό αφορά και τις εκλογές, αλλά και τη συμμετοχή στο κίνημα, την καθημερινότητα.

Αυτό που φοβίζει τα κόμματα του συστήματος, αυτό που είναι πραγματικά αντισυστημικό, είναι η αμφισβήτηση του καπιταλιστικού κέρδους που κοστίζει ανθρώπινες ζωές, είναι η εναντίωση στην κοινή στρατηγική όλων των μέχρι τώρα κυβερνήσεων, είναι ο οργανωμένος αγώνας για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών μας. Και επιτρέψτε μου να πω ότι τα παραπάνω δεν έχουν καμία σχέση με το «φταίμε όλοι από λίγο» που λέει η κυβέρνηση της ΝΔ και που έλεγε παλιότερα ο ΣΥΡΙΖΑ σε αντίστοιχες τραγικές περιστάσεις. Οι ευθύνες ούτε διαχέονται, ούτε συμψηφίζονται, ούτε διαγράφονται. Αθροίζονται και αφορούν συγκεκριμένα όσους κυβέρνησαν και κυβερνούν αυτήν τη χώρα.

Απέναντι στον ανταγωνισμό τους για το ποιος μπορεί να «εγγυηθεί την ομαλότητα» του συστήματος, οι νέοι, οι εργαζόμενοι έχουν κάθε λόγο να κάψουν όλα αυτά τα σενάρια με τη δράση και την πολιτική τους στάση. Να σκεφτούν, να δράσουν και να ψηφίσουν αντισυστημικά, δυναμώνοντας το ΚΚΕ.

 

Συναντάμε πολλούς εργαζόμενους οι οποίοι αναγνωρίζουν τη συνεπή στάση του ΚΚΕ στην οργάνωση των αγώνων για τα λαϊκά προβλήματα. Θεωρούν όμως ότι αυτό που κρίνεται στις επόμενες εκλογές είναι η επιλογή της πιο φιλολαϊκής ή της λιγότερο επώδυνης κυβέρνησης για το λαό. Ποιο είναι το δικό σας μήνυμα;

 

Είναι όντως πολλοί αυτοί οι εργαζόμενοι, οι νέοι, οι βιοπαλαιστές αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες, οι γυναίκες των λαϊκών οικογενειών, και θα πρόσθετα ότι δε μένουν απλά στην αναγνώριση αυτού του ρόλου του ΚΚΕ, αλλά έχουν δείξει έμπρακτα την εμπιστοσύνη τους στους κομμουνιστές, κάθε φορά που τους δόθηκε η ευκαιρία αυτήν την τετραετία.

Δείτε τα αποτελέσματα των πρόσφατων αρχαιρεσιών στο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, όπου το ψηφοδέλτιο στο οποίο συμμετέχουν οι κομμουνιστές συνδικαλιστές αναδείχτηκε δεύτερο με ποσοστό 23% και σημαντική άνοδο, ή λίγο νωρίτερα στο Συνέδριο του μεγαλύτερου Εργατικού Κέντρου της χώρας, αυτού της Αθήνας, όπου ήταν πρώτο με πάνω από 31%, ή τη μεγαλύτερη κάλπη της νεολαίας, τις φοιτητικές εκλογές, όπου το ψηφοδέλτιο που στηρίζει η ΚΝΕ αναδείχτηκε πρώτο μετά από 36 χρόνια «γκρεμίζοντας» την κυβερνητική ΔΑΠ. Υπάρχουν πολλά ακόμα τέτοια παραδείγματα.

Στις βουλευτικές εκλογές, όλοι όσοι έκαναν ως τώρα αυτό το βήμα, έχουν την ευκαιρία να το ολοκληρώσουν ψηφίζοντας το ΚΚΕ. Αυτό που κρίνεται τελικά για το λαό στις εκλογές δεν είναι ποιο ακριβώς κυβερνητικό σχήμα θα αναλάβει τη συνέχιση της αντιλαϊκής επίθεσης στη βάση του κοινού τους προγράμματος. Άλλωστε η λογική του λεγόμενου μικρότερου κακού χρεοκοπεί αυτές τις μέρες, για μία ακόμη φορά, μπροστά στα μάτια μας στη Γαλλία. Εκεί, η κυβέρνηση Μακρόν, που στηρίχτηκε και στη χώρα μας από ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και Βαρουφάκη ως το «μικρότερο κακό» απέναντι στη Λεπέν, τσακίζει ασφαλιστικά δικαιώματα παρακάμπτοντας ακόμα και το ίδιο το αστικό κοινοβούλιο και ταυτόχρονα στέλνει τις δυνάμεις καταστολής να τσακίσουν τους εργάτες που διαδηλώνουν. Αυτό που κρίνεται, λοιπόν, για το λαό είναι το ποια είναι εκείνη η δύναμη που μπορεί να βρεθεί απέναντι, να αποκαλύψει, να βάλει εμπόδια σε αυτήν την επίθεση, να συμβάλει ώστε, με τους αγώνες που αναπτύσσονται και πρέπει να δυναμώσουν, να έχουμε ορισμένες κατακτήσεις, όπως είχαμε και αυτήν την τετραετία.

Ας σκεφτεί ο καθένας και η καθεμιά: Αν σήμερα το ΚΚΕ, με 15 βουλευτές, μπορεί και κάνει τόσα μέσα κι έξω από τη Βουλή, αν αυτοί οι 15 βουλευτές βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των αγώνων, στις απεργιακές αλυσίδες στα εργοστάσια, στις πόρτες των σπιτιών όπου πηγαίνουν τα «κοράκια» για να πετάξουν τους ιδιοκτήτες τους, πόσα θα μπορούσε να κάνει αν είχε πολύ περισσότερους; Αυτό είναι κάτι που μπορούμε να πετύχουμε.

Εξίσου σημαντικό είναι ότι η ενίσχυση του ΚΚΕ θα στείλει το «σήμα» ότι ένα μεγαλύτερο κομμάτι των εργαζόμενων αναζητά μια διαφορετική διέξοδο από τη σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα, θα δυναμώσει την προοπτική που προσφέρει το πρόγραμμα εξουσίας-διακυβέρνησης που καταθέτει το ΚΚΕ στο λαό.

 

Η συμμετοχή ή η ανοχή του ΚΚΕ σε μια επόμενη κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δε θα διασφάλιζε τουλάχιστον την απομάκρυνση της σημερινής κυβέρνησης Μητσοτάκη; Δε θα μπορούσε το ΚΚΕ να επιβάλει την επόμενη μέρα μια πιο φιλολαϊκή διακυβέρνηση, προβάλλοντας ορισμένα βασικά αιτήματα ως όρους για τη στήριξη ή έστω την ανοχή μιας νέας σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης;

 

Εμείς καλούμε το λαό, και ιδιαίτερα όσους δικαιολογημένα αγανακτούν με τα πεπραγμένα της κυβέρνησης της ΝΔ, να αναλογιστούν πόσες φορές στο παρελθόν έχουν βρεθεί στην ίδια θέση, δηλαδή να σκέφτονται ότι πρέπει να απαλλαγούμε από «τη χειρότερη κυβέρνηση». Και πάντα έρχεται μια ακόμα χειρότερη, ακριβώς γιατί όλο και χειρότερο και πιο σάπιο, πιο αντιδραστικό γίνεται το καπιταλιστικό σύστημα που οι κυβερνήσεις υπηρετούν.

Πόσες φορές μεγάλο κομμάτι των προοδευτικών ανθρώπων αυτής της χώρας διαμόρφωσαν στάση με το κριτήριο ότι «προέχει να φύγει η Δεξιά» και πόσες φορές έφυγε; Έφυγε το 1981, έφυγε το 1993, έφυγε το 2009, έφυγε και το 2015. Κι όμως, όσες φορές έφυγε, άλλες τόσες ξαναγύρισε δριμύτερη. Γιατί; Γιατί ποτέ δεν έφυγε –και δε θα μπορούσε να φύγει– η πολιτική της, η πολιτική στήριξης των καπιταλιστικών συμφερόντων που, με παραλλαγές, υπηρέτησαν και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, αποτελώντας το καλύτερο «πλυντήριο» της ΝΔ.

Τι έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ στο ΚΚΕ το 2012 και το 2015; «Ελάτε να συμφωνήσουμε σε 5 ζητήματα και να κάνουμε κυβέρνηση.» Αποδείχθηκε ότι καμία κυβέρνηση δεν καλείται να διαχειριστεί μόνο 5 ζητήματα. Αλήθεια, σε αυτά τα «5 ζητήματα» θα χωρούσαν να συμπεριληφθούν οι σιδηρόδρομοι; Και αν τυχόν χωρούσαν, θα μπορούσαμε ποτέ να συμφωνήσουμε;

Το μνημόνιο που έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ συνοδεύτηκε από μια ατελείωτη λίστα εφαρμοστικών νόμων –οι οποίοι παρεμπιπτόντως παραμένουν σε ισχύ 100%– που προώθησαν τις αναδιαρθρώσεις που είχε ανάγκη το κεφάλαιο σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής: Τα εργασιακά, την υγεία, την παιδεία, το ασφαλιστικό, την ενέργεια, τις ιδιωτικοποιήσεις κλπ. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έπαιξε σοβαρό ρόλο στην ανάληψη από την Ελλάδα ρόλου σημαιοφόρου στους αμερικανοΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς στην περιοχή. Φαντάζεστε το ΚΚΕ να ήταν σε ρόλο κομπάρσου σε αυτήν την κυβέρνηση την ώρα που συνέβαιναν όλα αυτά και να έλεγε «εγώ είμαι εδώ για 5 ζητήματα…»; Να ήταν δεμένο «χειροπόδαρα» και να μην μπορούσε να παίξει το ρόλο του στην οργάνωση της αντίστασης απέναντι σε όλα αυτά; Φυσικά το ίδιο ισχύει και σήμερα και θα ισχύσει και για την επόμενη κυβέρνηση.

Σήμερα είμαστε στο 2023. Ο λαός μπορεί να αξιοποιήσει όλη αυτήν την πλούσια πείρα και να αντιληφθεί πολύ καλύτερα απ’ ό,τι στο παρελθόν τους λόγους που το ΚΚΕ δεν πρόκειται ούτε να συμμετάσχει, ούτε να στηρίξει, ούτε να δώσει ανοχή σε καμία αστική/αντιλαϊκή κυβέρνηση, και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο να το στηρίξει ακόμα πιο αποφασιστικά.

 

Η κυβέρνηση δηλώνει πιο αισιόδοξη για την ελληνική οικονομία λόγω της ανοδικής πορείας του τουρισμού και των κονδυλίων που αναμένονται από τα κοινοτικά ταμεία, ενώ σημειώνει ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι σε θέση να απορροφήσουν τους κλυδωνισμούς που παρατηρούνται σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Ποια είναι η δική σας πρόβλεψη;

 

Οι επίσημες προβλέψεις για την οικονομία της ΕΕ κάνουν λόγο για επιβράδυνση στο σύνολο της ΕΕ και την ίδια στιγμή έχει ανοίξει και μια συζήτηση για περιορισμό των κονδυλίων το επόμενο διάστημα και επαναφορά στα πλεονάσματα. Η μεγάλη έκθεση της εγχώριας οικονομίας στην ΕΕ λόγω της εξωστρέφειας μεταφράζεται σε σχετικά μεγαλύτερη επίδραση της επιβράδυνσης στην εγχώρια οικονομία. Γι’ αυτό άλλωστε και όλες οι προβλέψεις κάνουν λόγο για μικρότερες επιδόσεις της εγχώριας οικονομίας από τις αναμενόμενες.

Οι τελευταίες εξελίξεις στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα δείχνουν ότι η εκδήλωση της κρίσης ενδεχομένως να βρίσκεται πιο κοντά απ’ όσο υπολογίζεται, ακόμα και από τις –μέχρι τώρα– δυσοίωνες προβλέψεις. Οι απανωτές τραπεζικές χρεοκοπίες, σε τράπεζες που βρίσκονται στον πυρήνα του καπιταλισμού, δεν είναι αποτέλεσμα λαθεμένων επιλογών, όπως επιχειρείται να εμφανιστεί, αλλά αποτέλεσμα της υπερυσσώρευσης κεφαλαίων, της αδυναμίας κερδοφόρας επένδυσής τους. Η χρεοκοπία των τραπεζών δεν είναι η αιτία, αλλά το αποτέλεσμα της υπερσυσσώρευσης, της χαμηλής κερδοφορίας στην παραγωγή. Μια συγχρονισμένη διεθνής κρίση, που θα επηρεάσει και την εγχώρια οικονομία πιθανά πολλαπλάσια λόγω της μεγάλης εξωστρέφειας, αντικειμενικά θα οδηγήσει σε μεγάλες απώλειες και για τις τράπεζες, απώλειες που –και πάλι– θα κληθούν να καλύψουν τα λαϊκά στρώματα, μπροστά στον κίνδυνο της τραπεζικής κατάρρευσης.

Επομένως, τις εξελίξεις αυτές δε θα τις πληρώσουν όλοι. Είδαμε όλο το προηγούμενο διάστημα πως οι εργαζόμενοι δεν κέρδισαν κάτι ουσιαστικό ακόμα και σε περίοδο ανάπτυξης και προσέλκυσης επενδύσεων, με αποκαλυπτικότερο το παράδειγμα του Τουρισμού. Αυτό το ακόμα μεγαλύτερο «κόστος» της επιβράδυνσης θα κληθούν να πληρώσουν οι εργαζόμενοι, με επιδείνωση μισθών και εργασιακών σχέσεων, με φοροεπιδρομή για να βγουν οι προϋπολογισμοί και να επιβληθεί η δημοσιονομική πειθαρχία.

 

Παραμονές εκλογών, η κυβέρνηση προχωρά σε μία ακόμα αύξηση του κατώτατου μισθού, ενώ «τρέχουν» και άλλα μέτρα ως απάντηση στην ακρίβεια. Τις δικές του προτάσεις καταθέτει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Τι το διαφορετικό προτείνει το ΚΚΕ;

 

Καταρχάς, τα μέτρα που προτείνουν τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος των πραγματικών απωλειών του λαϊκού εισοδήματος. Αυτές οι απώλειες αφορούν το συνολικό, συνδυαστικό αποτέλεσμα των χαμηλών μισθών, των υψηλών τιμών και των βαριών φόρων που πληρώνει ο εργαζόμενος.

Πριν την εκτίναξη του πληθωρισμού, ο συνδυασμός του παγώματος των μισθών, της μείωσης του κατώτατου μισθού, των απολύσεων και της μεγάλης αύξησης του χρόνου εργασίας είχαν οδηγήσει σε δραστική μείωση του βιοτικού επιπέδου. Ο πληθωρισμός που υπερβαίνει το 15% οδήγησε σε νέα, δραστική μείωση. Η αύξηση του ονομαστικού κατώτατου μισθού κατά 9,4% που ανακοίνωσε η κυβέρνηση δεν καλύπτει ούτε καν τις απώλειες του πληθωρισμού της τελευταίας χρονιάς, ενώ η επίδραση των μέτρων σε υψηλότερους –ακόμα και ελάχιστα– μισθούς θα είναι ακόμα πιο περιορισμένη. Αντίστοιχα, τα επιδοματικά μέτρα που «τρέχουν» δεν επαρκούν ούτε στο ελάχιστο για να καλύψουν τις πραγματικές ενεργειακές ανάγκες των λαϊκών νοικοκυριών. Γι’ αυτό και η ενεργειακή φτώχεια είναι ένα γενικευμένο φαινόμενο στην Ελλάδα του σήμερα, γι’ αυτό και ο δραστικός περιορισμός της κατανάλωσης, ακόμα και ειδών διατροφής, είναι γενικευμένο φαινόμενο.

Από την άλλη μεριά, οι όποιες κρατικές επιδοτήσεις προέρχονται, τελικά, από τη φορολογία που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι, τις εισπράξεις των ενεργειακών επιχειρήσεων, από τα υψηλά τιμολόγια που καταβάλλουν τα εργατικά-λαϊκά στρώματα, από τον υπέρογκο ΦΠΑ. Η κυβέρνηση παίρνει πολλά από την τσέπη των εργαζόμενων και τους δίνει πίσω ελάχιστα, αφού με τα ίδια κονδύλια επιδοτούνται και οι μεγάλοι βιομηχανικοί καταναλωτές, ενώ αφήνει στο απυρόβλητο τους πραγματικούς κερδισμένους, τους εισαγωγείς, τους εφοπλιστές που μεταφέρουν και τους παραγωγούς του πανάκριβου φυσικού αερίου. Τον ίδιο χαρακτήρα έχουν και τα μέτρα του ΣΥΡΙΖΑ.

Και δε θα μπορούσαν να είναι αλλιώς. ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ προτείνουν μια σειρά παυσίπονα που δε θίγουν την αιτία που δημιουργεί το πρόβλημα: Την πολιτική φθηνότερης εργατικής δύναμης που επιβάλλει χαμηλούς μισθούς για να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα των ομίλων, την πράσινη μετάβαση, την πολιτική της «απελευθέρωσης». Οι προτάσεις ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ έχουν το χαρακτήρα που έχουν γιατί περιορίζονται μέσα σε αυτά τα πλαίσια. Αναγνωρίζουν τις λεγόμενες αντοχές της οικονομίας και οι όποιες προτάσεις τους έχουν αναγκαστικά περιορισμένο εύρος και χαρακτήρα αναδιανομής της φτώχειας.

Στον αντίποδα, οι προτάσεις του ΚΚΕ έχουν διαφορετική δυναμική γιατί βρίσκονται σε κατεύθυνση σύγκρουσης με την αστική πολιτική στο σύνολό της. Η κατάργηση της εκμετάλλευσης, ο ριζικά διαφορετικός δρόμος του σοσιαλισμού είναι ο μονόδρομος για την ουσιαστική ικανοποίηση των αναγκών του λαού. Σήμερα, για ν’ ανοίξει αυτός ο ελπιδοφόρος δρόμος, το ΚΚΕ μπαίνει μπροστά στην πάλη του λαού, οργανώνει την πάλη των εργαζόμενων για ουσιαστική αναβάθμισή του, αντιμετωπίζει, για παράδειγμα, συνολικά το εργατικό-λαϊκό εισόδημα, απαιτώντας κατάργηση του συνόλου του αντεργατικού νομοθετικού πλαισίου, ουσιαστική άνοδο των μισθών, κατάργηση της αντιλαϊκής φορολογίας, μείωση του εργάσιμου χρόνου.

 

Μετά από το φονικό σεισμό στην Τουρκία και τη Συρία, η κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα μιλούν για μια νέα, καλύτερη μέρα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δε θα μπορούσε μια συμφωνία ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία να απομακρύνει τουλάχιστον τον κίνδυνο της πολεμικής αναμέτρησης, ακόμα και αν αυτή σημαίνει έναν «επώδυνο συμβιβασμό» και παραχώρηση κάποιων κυριαρχικών δικαιωμάτων;

 

Οι πρόσφατοι φονικοί σεισμοί έγιναν αφορμή για να εκδηλωθούν, για μία ακόμη φορά και με πολύμορφο και συγκινητικό τρόπο, τα γνήσια συναισθήματα φιλίας και αλληλεγγύης ανάμεσα στον ελληνικό και τον τουρκικό λαό. Η κυβέρνηση, «πατώντας» πάνω σε αυτά, προσπαθεί να αναβιώσει τη λεγόμενη «διπλωματία των σεισμών». Είναι κάλπικη η εικόνα πως δήθεν οι σεισμοί «έθαψαν» και τους ανταγωνισμούς στην περιοχή, τις διεκδικήσεις της τουρκικής αστικής τάξης σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Εκείνο που επιδιώκεται είναι η αξιοποίηση του σεισμού ως «επιταχυντή» μιας λύσης που θα συμφέρει τα μονοπώλια που θα καρπωθούν τον πλούτο του Αιγαίου σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων και του περιβάλλοντος.

Οι κομμουνιστές είναι σταθεροί υποστηρικτές της φιλίας των λαών, παλεύουν ενάντια στο μίσος των εθνικιστών, στηρίζουν την αμοιβαία επωφελή για τους λαούς συνεργασία των χωρών, γιατί πιστεύουν πως στην εποχή μας υπάρχουν όλοι εκείνοι οι όροι, ώστε οι λαοί να ζήσουν ειρηνικά, με ευημερία. Σαφώς, λοιπόν, δε θα ήταν αντίθετοι στην επίλυση κάθε υπαρκτού ζητήματος με την Τουρκία και κάθε γειτονική χώρα, με διαπραγματεύσεις, με συνομιλίες, ειρηνικά. Γι’ αυτό, όμως, γίνεται λόγος; Και τι σημαίνει αυτό που κάθε φορά μας λένε περί «επώδυνου συμβιβασμού»;

Για να καταλάβουμε την πραγματικότητα, θα πρέπει να πάρουμε υπόψη μας πως στην περιοχή μας εκδηλώνονται σφοδροί ανταγωνισμοί ανάμεσα σε αστικές τάξεις, μονοπώλια, ιμπεριαλιστικές συμμαχίες. Επακόλουθό τους είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία, πιο πριν στη Συρία, στη Λιβύη κ.ο.κ. Αντικείμενο της διαπάλης είναι ο ορυκτός πλούτος, η ενέργεια, οι ενεργειακές αρτηρίες και τα μεταφορικά κανάλια, τα γεωπολιτικά στηρίγματα, τα μερίδια των αγορών κλπ.

Μέρος των παραπάνω ανταγωνισμών είναι και αυτοί ανάμεσα στην αστική τάξη της Ελλάδας και της Τουρκίας, για την αναβάθμιση της θέσης τους στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Οι σχέσεις ανάμεσα στις αστικές τάξεις των δύο γειτονικών χωρών χαρακτηρίζονται τόσο από αντιθέσεις όσο κι από συνεργασία, που κι αυτή είναι σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων. Επιπλέον, η τουρκική αστική τάξη, ως ισχυρότερη σε όλες τις διαστάσεις, προβάλλει διαρκώς νέες διεκδικήσεις σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, της κυριαρχίας των νησιών. Η διεκδίκηση αυτή γίνεται με τις πλάτες του ΝΑΤΟ, που δεν αναγνωρίζει σύνορα στο Αιγαίο. Έχει στήριξη από ΗΠΑ, ΕΕ, που «βάζουν στο ζύγι» τα οικονομικά, πολιτικά συμφέροντά τους στην Τουρκία, που είναι γι’ αυτές τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις «γερό χαρτί» για τις εξελίξεις στη Μαύρη Θάλασσα, στην Κεντρική Ασία, στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική κ.ο.κ.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον η κυρίαρχη γραμμή που έχει επιλέξει η αστική τάξη της Ελλάδας είναι η λεγόμενη συνδιαχείριση του Αιγαίου, μέσα από τους λεγόμενους «επώδυνους συμβιβασμούς» που θα δώσουν την ευκαιρία στα μονοπώλια να βάλουν στο χέρι τον πλούτο, κάτι που θα είναι σε βάρος των δύο λαών και του περιβάλλοντος, αν κρίνουμε από το πώς οι καπιταλιστές καταπατούν ακόμη και τους δικούς τους περιβαλλοντικούς κανόνες για τα κέρδη τους. Θα βάλει σε νέες περιπέτειες τους δύο λαούς, μια και προϋποθέτουν συμφωνίες άνευ αρχών, που θα δυναμιτίσουν το μέλλον των δύο λαών.

Το Κόμμα μας με μεγάλη ευθύνη αντιμετωπίζει τα ζητήματα της κυριαρχίας, των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Δε συμφωνεί με εξελίξεις που από τη μία στο όνομα της «ειρήνης» θα ανοίξουν τον «ασκό του Αιόλου» για νέους πολέμους και επιπλέον θα στερήσουν μια μελλοντική Ελλάδα και Τουρκία της εργατικής εξουσίας από σημαντικούς πόρους, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν προς όφελος των δύο λαών, και όχι για την αύξηση των κερδών του κεφαλαίου.

 

Το ΚΚΕ ζητά την απεμπλοκή της χώρας από την ιμπεριαλιστική αναμέτρηση ΝΑΤΟ-Ρωσίας, που ήδη διεξάγεται στο έδαφος της Ουκρανίας και υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να επεκταθεί. Αρκετοί αναρωτιούνται όμως «αν θα εξασθενίσει η θέση της χώρας απέναντι στην επιθετικότητα της Τουρκίας» αν η Ελλάδα βρεθεί σε σύγκρουση ή ακόμα και εκτός του ΝΑΤΟ. Πώς το σχολιάζετε;

 

Καταρχήν, δεν μπορεί να ξεφύγει από την οπτική μας η γενική εικόνα, το «δάσος» των ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων, όπως είναι η μεγάλη σύγκρουση στην Ουκρανία. Η πρόσφατη συντριβή του αμερικανικού μη επανδρωμένου πολεμικού αεροσκάφους κοντά στην Κριμαία, μετά από εμπλοκή με ρωσικά μαχητικά, είναι χαρακτηριστική της εμπλοκής της χώρας μας. Τέτοια αεροπλάνα, που εμπλέκονται στη σύγκρουση, πετάνε και από τη βάση της Λάρισας, ενώ η αποστολή πολεμικού υλικού στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο μέσα και από τη χώρα μας, όπως και η γιγάντωση των αμερικανικών βάσεων, η εκπαίδευση Ουκρανών στρατιωτών, το εμπάργκο και πολλά άλλα, «βυθίζουν» το λαό μας στη «δίνη» επικίνδυνων εξελίξεων. Αρκεί να αναλογιστούμε τα πανίσχυρα όπλα που διαρκώς στέλνονται στον πόλεμο, σε εδάφη όπου μάλιστα υπάρχουν ήδη πυρηνικές εγκαταστάσεις, ή τις «ακροβασίες» των εμπλεκόμενων στην «κόψη του ξυραφιού» της χρήσης πυρηνικών όπλων. Έχουμε προειδοποιήσει ως Κόμμα για τους κινδύνους, για τη στοχοποίηση του λαού μας, με ευθύνη των κομμάτων του ευρωατλαντισμού (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κ.ο.κ.), κανείς δεν μπορεί να πει «δε γνώριζα».

Αλλά ας πάμε και στο «αποτύπωμα» των συμμαχικών επιλογών που έχει κάνει η αστική τάξη της χώρας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Σήμερα είμαστε μέσα στο ΝΑΤΟ και, σύμφωνα με τα λεγόμενα των κομμάτων του ΝΑΤΟϊκού «τόξου», «η θέση της χώρας είναι ισχυρή», «έχουμε τους ισχυρούς συμμάχους», ενώ ταυτόχρονα βαθαίνει η εμπλοκή στα ΝΑΤΟϊκά σχέδια. Την ίδια ακριβώς στιγμή έχουμε ζήσει πολύ επικίνδυνες κρίσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Έχουν γίνει «καθεστώς» οι διεκδικήσεις της τουρκικής αστικής τάξης σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, με πορεία κλιμάκωσης. Οι «γκρίζες ζώνες» έχουν μεγεθυνθεί σε «Γαλάζια Πατρίδα». Δεν έχουμε μόνο παραβιάσεις, αλλά και υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά, που επανήλθαν μετά τους σεισμούς. Αμφισβητούνται συνθήκες που καθορίζουν τα σύνορα κ.ο.κ. Βεβαίως, επίσης δεν ξεχνάμε την εισβολή στην Κύπρο, κράτος-μέλος της ΕΕ με ισχυρές σχέσεις με τον αμερικανοΝΑΤΟϊκό παράγοντα, όπου διατηρείται η κατοχή μεγάλου μέρους του νησιού για 49 χρόνια. Σήμερα, με την «ισχυρή Ελλάδα» και μέσα σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, προετοιμάζονται οι λεγόμενες «επώδυνες συμφωνίες» σε βάρος κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και των συμφερόντων των δύο λαών, προς όφελος των μονοπωλίων. Είναι αυταπάτη να πιστεύει κάποιος πως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ διασφαλίζουν τα σύνορα, την εδαφική ακεραιότητα, την ειρήνη. Το ΝΑΤΟ και η ΕΕ δε φτιάχτηκαν γι’ αυτά. Αντίθετα, είναι πολεμικές «μηχανές» που έχουν πρωτοστατήσει στην αλλαγή συνόρων με το αίμα των λαών στη Γιουγκοσλαβία, στη Συρία κ.α. Είναι ισχυρά «εργαλεία» στήριξης των αμερικανικών και ευρωπαϊκών μονοπωλίων σε βάρος των ανταγωνιστών τους. Είναι «μήτρες» πολέμων.

Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να γίνει λόγος για πραγματική προάσπιση της άμυνας της χώρας, όσο η χώρα βρίσκεται εγκλωβισμένη στη ΝΑΤΟϊκή «στρούγκα». Και αυτό, γιατί οι εξοπλισμοί είναι γερά «δεμένοι» όχι με τις ανάγκες της χώρας και του λαού, αλλά με τις επιχειρησιακές ανάγκες του ΝΑΤΟ. Υπάρχει ένα πλήθος παραδειγμάτων, με τελευταίο την αποστολή ελληνικού εξοπλισμού στην Ουκρανία και πιο πριν στη Σαουδική Αραβία.

Ο δρόμος που προτείνει το ΚΚΕ στο λαό μας προφανώς δεν είναι εύκολος και στρωμένος με ροδοπέταλα. Είναι δρόμος δύσβατος, θα έχει δυσκολίες. Δεν έχουμε άγνοια κινδύνου. Την ίδια ώρα είμαστε πεπεισμένοι πως είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να απαλλάξει το λαό μας από το «φαύλο κύκλο» της εκμετάλλευσης και των πολέμων. Θα μπορέσει να χαράξει νέες προοπτικές και στο ζήτημα της αμυντικής ικανότητας της χώρας, με την ανάπτυξη της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, που σήμερα παραπαίει, και θα οργανώσει την αμοιβαία επωφελή συνεργασία της χώρας με άλλους λαούς, χωρίς να παρεμβάλλονται τα συμφέροντα του κεφαλαίου και των συμμαχιών του, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

 

Την πολιτική αντιπαράθεση απασχόλησε το τελευταίο διάστημα η υπόθεση των υποκλοπών. Πολλοί αναδεικνύουν την ανάγκη να καλυφθούν τα όποια νομοθετικά κενά και να ενισχυθούν οι θεσμοί που διασφαλίζουν τη λειτουργία του κράτους Δικαίου. Ποια είναι η γνώμη σας;

 

Το ΚΚΕ απαίτησε από την πρώτη στιγμή την πλήρη διαλεύκανση των υποθέσεων των υποκλοπών, συμπεριλαμβανομένης και της υπόθεσης των επαναλαμβανόμενων περιστατικών από το 2016 έως το 2022 στο τηλεφωνικό κέντρο της έδρας της ΚΕ. Ταυτόχρονα όμως αναδείξαμε και την προσπάθεια ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ να μείνουν αναπάντητα ορισμένα πολύ κρίσιμα ερωτήματα, επικεντρώνοντας την αντιπαράθεση σε βολικά –για τη δικομματική κοκορομαχία– ζητήματα. Όμως αν οι υποκλοπές αποτελούν «παραβίαση του κράτους Δικαίου», πώς εξηγείται το γεγονός ότι η υπόθεση των υποκλοπών σε βάρος του ΚΚΕ που αφορούσε την περίοδο διακυβέρνησης τόσο της ΝΔ όσο και του ΣΥΡΙΖΑ, έγινε προσπάθεια, με τη συνενοχή όλων των κομμάτων, να θαφτεί;

Αν οι υποκλοπές είναι έργο αποκλειστικά της κυβέρνησης της ΝΔ, πώς εξηγείται το γεγονός ότι έρχονται εδώ και χρόνια στο φως της δημοσιότητας παρόμοιες καταγγελίες που αφορούν πολιτικά –και όχι μόνο– πρόσωπα τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό (π.χ. αποκαλύψεις Σνόουντεν);

Αν η λύση βρίσκεται στον «εκσυγχρονισμό του νομοθετικού πλαισίου σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις», όπως με άλλα λόγια πρότειναν τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, πώς εξηγείται το γεγονός ότι είναι το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, με τις «ευλογίες» των ευρωπαϊκών δικαστηρίων και τις επιτροπές τύπου PEGA, που επιτρέπει την προληπτική και μαζική παρακολούθηση από το αστικό κράτος, για μια σειρά λόγους, με πρώτη και καλύτερη την υπεράσπιση της εθνικής ασφάλειας του κεφαλαίου;

Στην πραγματικότητα, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ μέσα από τις υποθέσεις των υποκλοπών βρήκαν την ευκαιρία να θωρακίσουν περαιτέρω τη νομιμότητα του δόγματος «ουδείς εξαιρείται των παρακολουθήσεων» από το αστικό κράτος, ενισχύοντας κατασταλτικούς μηχανισμούς όπως η ΕΥΠ, ισχυροποιώντας το νομοθετικό οπλοστάσιο και το ρόλο των διάφορων δήθεν ανεξάρτητων Αρχών.

Προκλητικά προσπαθούν να «αθωώσουν» το αστικό κράτος και την ΕΕ, το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο και τα συνεχή μέτρα που παίρνονται, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε διεθνές επίπεδο, και δεν αφορούν μόνο τους οξύτατους ανταγωνισμούς μέσα στην καπιταλιστική αρένα, αλλά στοχεύουν τον «εχθρό λαό»! Γι’ αυτό και η επόμενη κυβέρνηση, οποιουδήποτε χρώματος ή σύνθεσης, θα συνεχίσει στον ίδιο αντιδραστικό δρόμο.

Απέναντι στη συντονισμένη αυτή επίθεση μόνο το ΚΚΕ αποκαλύπτει ότι πίσω από το «κράτος Δικαίου» ή το «επιτελικό κράτος» βρίσκεται το κράτος του κεφαλαίου, που είναι απόλυτα ικανό να αξιοποιεί την τελευταία λέξη της τεχνολογίας ώστε να μην εξαιρείται κανείς από τις παρακολουθήσεις.

Το ΚΚΕ δίνει όλες του τις δυνάμεις για την οργάνωση και ενίσχυση του εργατικού-λαϊκού κινήματος ώστε να μην μπορούν να το «βάλουν στο χέρι» το αστικό κράτος και οι κυβερνήσεις του, είτε ελέγχοντας την παραμικρή κίνησή του είτε αποσπώντας τη συναίνεσή του γι’ αυτόν τον έλεγχο. Το ΚΚΕ μπορεί, μαζί με το λαό, να ορθώσει πραγματική ασπίδα υπεράσπισης των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του.

 

Το ΚΚΕ αναδεικνύει ότι όλα τα αστικά κόμματα συγκλίνουν και προωθούν τις στρατηγικές κατευθύνσεις της ΕΕ και της εγχώριας άρχουσας τάξης. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν αναγνωρίζετε ότι υπάρχει σήμερα μια σημαντική ένταση του αυταρχισμού και της κρατικής καταστολής σε σχέση με την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα, με την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, την ίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας, την απαγόρευση διαδηλώσεων, τις αντεργατικές προβλέψεις του νόμου Χατζηδάκη;

 

Η ένταση της καταστολής είναι γεγονός και βέβαια δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Υλοποιείται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο από κυβερνήσεις κάθε απόχρωσης. Γι’ αυτό, με ευρύτατους περιορισμούς στις διαδηλώσεις και στις συναθροίσεις, με μαζική και προληπτική παρακολούθηση, με ανοιχτή καταστολή και διώξεις «απαντούν» οι κυβερνήσεις Γαλλίας, Γερμανίας, Αγγλίας, Ιταλίας κ.ο.κ. στις διαδηλώσεις ενάντια στις αντιλαϊκές πολιτικές. Το ζήσαμε πρόσφατα με αφορμή τις πρακτικές της κυβέρνησης Μακρόν στη Γαλλία σε βάρος των διαδηλωτών.

Κάθε κυβέρνηση, προκειμένου να περάσει ο αντιλαϊκός οδοστρωτήρας, επιδιώκει πρωτίστως τη συναίνεση και στήριξη από το λαό ώστε να πατήσουν τα κέρδη του κεφαλαίου στα συντρίμμια της ζωής και των δικαιωμάτων του. Ή έστω να αποσπάσει την παθητική αποδοχή του εργατικού-λαϊκού κινήματος, εν αναμονή κάποιου «σωτήρα». Την ίδια στιγμή βέβαια, δε διστάζει να αξιοποιήσει και την ανοιχτή βία και καταστολή, παίρνοντας τα μέτρα της εγκαίρως, ώστε αυτή να ενδύεται το μανδύα της νομιμότητας.

Γι’ αυτό η κυβέρνηση της ΝΔ στηρίχτηκε και με το παραπάνω στο έργο όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Μάλιστα, η κυβέρνηση 
ΣΥΡΙΖΑ πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες τόσο στην ενίσχυση της παθητικής αναμονής, της μοιρολατρίας, όσο και στην προώθηση και ενίσχυση του νομοθετικού κατασταλτικού οπλοστασίου. Έτσι η ΝΔ, μεταξύ άλλων, διατήρησε και ενίσχυσε τον Ποινικό Κώδικα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και τον τρομονόμο, το θεσμικό πλαίσιο των πλειστηριασμών προχωρώντας στις μαζικές κατασχέσεις των λαϊκών σπιτιών, διατήρησε την απεργοκτόνα νομοθεσία από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και την ενίσχυσε με τον εκτρωματικό νόμο Χατζηδάκη. Και δεν ξεχνάμε φυσικά και τις διώξεις, την ανοιχτή καταστολή της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στις κινητοποιήσεις ενάντια στους πλειστηριασμούς, στις κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, ενώ έφτασε και στο σημείο να «προστατεύσει» το λαομίσητο άγαλμα Τρούμαν εξαπολύοντας ξύλο, χημικά και διώξεις στις αντιιμπεριαλιστικές διαδηλώσεις σωματείων και φοιτητικών συλλόγων το 2018.

Το ΚΚΕ αναμετρήθηκε πάρα πολλές φορές τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο με τους κατασταλτικούς κρατικούς μηχανισμούς, αλλά και με την προσπάθεια να επιβληθεί από την κυβέρνηση της ΝΔ «σιγή νεκροταφείου» με πρόσχημα την πανδημία. Όταν άλλοι έλεγαν ότι «θα λογαριαστούμε μετά», σε μια προσπάθεια να παρουσιαστούν ως «σωτήρες» μιας κατάστασης στην οποία έβαλαν και οι ίδιοι το χεράκι τους, το ΚΚΕ πρωτοστατούσε ώστε το εργατικό-λαϊκό κίνημα με οργανωμένη απειθαρχία να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του, τις ελευθερίες του, τη ζωή του.

Αλλά και από την πρώτη στιγμή του εγκλήματος στα Τέμπη, όταν η κυβέρνηση δήλωνε ότι είναι ώρα σιωπής, μη διστάζοντας ταυτόχρονα να ρίχνει χημικά και δακρυγόνα, ακόμα και όχημα της αστυνομίας σε διαδηλωτές, το ΚΚΕ έδινε και δίνει όλες του τις δυνάμεις μέσα στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, στους φοιτητικούς συλλόγους και στα σχολεία, για να αποκαλυφθεί ο πραγματικός ένοχος.

 

Όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγορούν την κυβέρνηση ότι με την πολιτική της για την υγεία, όπως αποτυπώθηκε στο νόμο για τη «Δευτεροβάθμια Περίθαλψη» ή με τη μετατροπή του Παιδοογκολογικού Κέντρου σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, οδηγούμαστε σε υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών. Δεν αποτελεί αυτό μια βάση πολιτικής συνεργασίας γι’ αυτό το κρίσιμο ζήτημα, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ για να αποτραπούν τα χειρότερα που έρχονται;

 

Με την πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ και με τους νόμους που ψήφισε πρόσφατα στη Βουλή γίνεται ένα επιπλέον ουσιαστικό βήμα, αφενός στην ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας των δημόσιων νοσοκομείων και αφετέρου των μεγαλοεπιχειρηματιών στον τομέα της υγείας.

Η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ και οι νόμοι που ψήφισε αποτελούν συνέχεια της διαχρονικής αντιλαϊκής πολιτικής και των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Αντανακλούν την κοινή τους στρατηγική, που ήταν και παραμένει η μείωση του «κόστους» της λαϊκής υγείας για το κράτος και τους επιχειρηματικούς ομίλους. Οι διαφορές τους δεν είναι αν θα πληρώνει ο λαός για την υγεία –αυτό το θεωρούν δεδομένο– αλλά ο καταμερισμός των άμεσων και έμμεσων πληρωμών του στον εμπορευματοποιημένο δημόσιο και στον ιδιωτικό επιχειρηματικό τομέα.

Αυτό επιβεβαιώνεται ενδεικτικά από τα στοιχεία των κρατικών δαπανών στην υγεία οι οποίες στο διάστημα 2016-2020 μειώθηκαν 2,5%, ενώ η ιδιωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 5,5%. Η εξωνοσοκομειακή δημόσια φαρμακευτική δαπάνη μειώθηκε κατά 30,5%, ενώ των ασθενών αυξήθηκε κατά 53,6%. Επιβεβαιώνεται και από τις διαχρονικές ελλείψεις στη στελέχωση των δημόσιων νοσοκομείων και των Κέντρων Υγείας, με αποτέλεσμα ένα μεγαλύτερο μέρος των ασθενών να εξαναγκάζεται να καταφεύγει –πληρώνοντας επιπλέον ποσά– στον ιδιωτικό επιχειρηματικό τομέα.

Η πρόταση για πολιτική συνεργασία αφορά αυτές τις πολιτικές δυνάμεις που ταιριάζουν τα αντιλαϊκά «χνώτα» τους και γι’ αυτό άλλωστε επέτρεψε στο ΣΥΡΙΖΑ να προτείνει υπουργό Υγείας «κοινής αποδοχής» με την, κατά τα άλλα, «επάρατο» και «νεοφιλελεύθερη» ΝΔ.

Η διεκδίκηση λύσεων για όλες τις σύγχρονες ανάγκες του λαού, με απολύτως δωρεάν και αποκλειστικά από το κράτος υπηρεσίες υγείας, χωρίς καμία επιχειρηματική δράση, με ισχυρό εργατικό-λαϊκό κίνημα και ισχυρό ΚΚΕ αποτελούν τις προϋποθέσεις αποτροπής των χειρότερων, απόσπασης κάποιων λύσεων σήμερα, και κυρίως για να ανοίξει ο δρόμος για μια ανάπτυξη όπου η υγεία θα αποτελεί καθολικό δωρεάν κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα. Σε αυτόν τον αγώνα και συμπαράταξη καλεί το ΚΚΕ τις λαϊκές δυνάμεις, ανεξάρτητα από τις προηγούμενες επιλογές τους.

 

Στην ιστορική συναυλία με την οποία το ΚΚΕ τίμησε το συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο αναφερθήκατε στην καπιταλιστική κοινωνία, λέγοντας πως τρέφει έμφυτη εχθρότητα προς την Τέχνη. Τι ακριβώς εννοείτε; Το ΚΚΕ εξέφρασε τη στήριξή του στις κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών. Τι προτείνετε για να αναβαθμιστούν ουσιαστικά οι καλλιτεχνικές σπουδές;

 

Ο καπιταλισμός, μετατρέποντας τον άνθρωπο σε εμπόρευμα, τον αποξενώνει από την εργασία. Όχι μόνο από το προϊόν της εργασίας του, που δεν μπορεί να το απολαύσει, ούτε μόνο από την πράξη παραγωγής, που οι καπιταλιστές την ορίζουν για το συμφέρον τους, αλλά και από τον εαυτό του, από την ουσία της υπόστασής του. Γιατί η εργασία είναι η πιο ζωτική ανθρώπινη δραστηριότητα, ο καθοριστικός παράγοντας για τη διαμόρφωση του ανθρώπινου είδους.

Η Τέχνη, ως ειδική μορφή εργασίας, αποτελεί μια συνειδητή δραστηριότητα του ανθρώπου για να ιδιοποιηθεί, να οικειοποιηθεί, να «εξανθρωπίσει» τη φύση, την κοινωνία και τον εαυτό του, να φέρει τον κόσμο στα ανθρώπινα μέτρα. Από τον ίδιο το χαρακτήρα της δηλαδή η Τέχνη δεν μπορεί παρά να αντιστέκεται στον υποβιβασμό της ανθρώπινης προσωπικότητας, σ’ αυτόν τον απανθρωπισμό που είναι σύμφυτος με τον καπιταλισμό. Όπως καταλαβαίνετε, δεν αναφερόμαστε μόνο στην Τέχνη κομμουνιστών δημιουργών.

Με άλλα λόγια, η Τέχνη είναι σύμμαχος καθενός που αγωνίζεται, όπως το ΚΚΕ, για την απελευθέρωση του ανθρώπου από κάθε καταναγκασμό. Να, λοιπόν, γιατί όλες οι αστικές κυβερνήσεις, «νεοφιλελεύθερες» και σοσιαλδημοκρατικές, έχουν απαξιώσει την Τέχνη και τους ανθρώπους της. Ο σημερινός μεγάλος αγώνας των καλλιτεχνών και των σπουδαστών είναι αποτέλεσμα της δίκαιης οργής για την υποτίμησή τους, την υποβάθμιση της εργασίας τους, μιας οργής που συσσωρεύεται χρόνια. Απλά το κατάπτυστο Προεδρικό Διάταγμα που εξισώνει τους αποφοίτους των καλλιτεχνικών σχολών με εκείνους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έγινε η αφορμή για να εκδηλωθεί. Αυτό φαίνεται και από τα αιτήματά τους. Δεν απαιτούν απλά να αποσυρθεί το ΠΔ, αλλά διεκδικούν τα δικαιώματά τους στην εκπαίδευση και την εργασία. Οι σπουδαστές δεν έχουν πέσει στην παγίδα να ζητούν «ανωτατοποίηση» της ιδιωτικής εκπαίδευσης ή επιλεκτική αντιμετώπιση ορισμένων καλλιτεχνικών σχολών.

Κατά τη γνώμη μας αποτελεί υπερώριμη απαίτηση, επιβαλλόμενη από την εξέλιξη των Τεχνών εδώ και πολλά χρόνια, η είσοδος των Τεχνών στο πανεπιστήμιο με τη συγκρότηση ενός, υπαγόμενου στο υπουργείο Παιδείας, Συστήματος Ανώτατης Καλλιτεχνικής Εκπαίδευσης, Δημόσιας και Δωρεάν, ικανής να καλύψει ποσοτικά και ποιοτικά όλες τις σύγχρονες ανάγκες σε καλλιτεχνικό δυναμικό στις παραστατικές, οπτικοακουστικές και εικαστικές Τέχνες. Οι δύο υπάρχουσες Σχολές Καλών Τεχνών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αποτελούν μια καλή βάση.

Η επιτυχία βέβαια αυτού του συστήματος εξαρτάται από την αναβάθμιση των καλλιτεχνικών μαθημάτων στο σχολείο, αλλά και από την ίδρυση ενός συστήματος δημόσιας και δωρεάν καλλιτεχνικής εκπαίδευσης παράλληλου με το σχολείο. Ταυτόχρονα, θεωρούμε απόλυτα δίκαιη και εφικτή την ένταξη των σημερινών αποφοίτων όλων των καλλιτεχνικών σχολών στην κατηγορία ΤΕ του προσοντολογίου του Δημοσίου για τα εργασιακά δικαιώματά τους, όπως ήταν και πριν το 2003. Για το σκοπό αυτό καταθέσαμε και σχετική τροπολογία, η οποία δεν έγινε δεκτή από την κυβέρνηση.

Ο αγώνας θα πρέπει επομένως να συνεχιστεί και είμαστε βέβαιοι πως έτσι θα γίνει. Άλλωστε η πρωτοφανής, μαζική, πολύμορφη και παρατεταμένη κινητοποίηση των καλλιτεχνών, που κέρδισε τη συμπαράσταση όλου του λαού, έχει ανοίξει το δρόμο για τη δικαίωση των αιτημάτων τους.