Σαν σήμερα πριν δύο χρόνια, στις 23 Οκτώβρη 1923, το Αμβούργο εξεγέρθηκε. Παρακινούμενο από την εξαθλίωση της περιόδου του πληθωρισμού1, εξωθημένο από την ανήκουστη ανέχεια των εργαζόμενων μαζών, εμπνευσμένο από το πνεύμα του μπολσεβικισμού, το καλύτερο, το πιο επαναστατικό τμήμα της εργατιάς του Αμβούργου πήρε τα όπλα και ξεκίνησε τον αγώνα ενάντια στους καπιταλιστές καταπιεστές.
Δύο χρόνια πέρασαν από την 23η Οκτώβρη 1923. Πολλά άλλαξαν εν τω μεταξύ τόσο στη Γερμανία όσο και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Εμείς, οι κομμουνιστές, ηττηθήκαμε και μαζί με εμάς ηττήθηκε ολόκληρη η γερμανική εργατιά. Η σταθεροποίηση της αστικής Γερμανίας επιτεύχθηκε σ’ έναν ορισμένο, αν και περιορισμένο βαθμό. Δημιουργήθηκαν νέες ελπίδες στην αστική τάξη. Το προλεταριάτο βίωσε ένα χρόνο απογοήτευσης και υποχώρησης. Αν σήμερα μνημονεύουμε τις οδομαχίες του Αμβούργου που έλαβαν χώρα πριν δύο χρόνια, αυτό δεν το κάνουμε παρακινούμενοι απλώς από το γεγονός ότι το ημερολόγιο δείχνει και πάλι 23 Οκτώβρη. Για τους κομμουνιστές και για το ταξικά συνειδητοποιημένο τμήμα του προλεταριάτου οι επέτειοι δεν είναι απλά μέρες μνήμης, αλλά χαράσσουν κατευθύνσεις για την ταξική πάλη, αποτελούν καθοδήγηση για τη δράση. Ιδιαίτερα η πολιτική κατάσταση, στην οποία βρισκόμαστε σήμερα, μας θέτει το επιτακτικό καθήκον να κατανοήσουμε με σαφήνεια την ιστορική σημασία και τα διδάγματα της εξέγερσης του Αμβούργου.
Ποιες ήταν οι αιτίες του αγώνα του Αμβούργου; Ηταν μόνο η προπαγάνδα των κομμουνιστών, ήταν οι αποφάσεις παράνομων μυστικών οργάνων, όπως ισχυρίζονται τα αστικά δικαστήρια; Οχι! Οι αιτίες είναι βαθύτερες. Η εξέγερση δεν ξεπήδησε ούτε από την τυφλή τύχη, ούτε από την ελεύθερη βούληση μερικών συνωμοτών. Η εξέγερση του Αμβούργου ξεπήδησε από την επαναστατική κατάσταση του φθινοπώρου του 1923.
Το φθινόπωρο του 1923 έφερε τη βαθιά κρίση της αστικής τάξης, την κρίση που αγκάλιασε ολόκληρη τη Γερμανία, όλες τις τάξεις και τα στρώματα του πληθυσμού. Ο ιμπεριαλισμός της Αντάντ ολοκλήρωσε την καταστροφική του εργασία. Ο πόλεμος της περιοχής του Ρουρ που κράτησε δέκα μήνες χάθηκε για τη γερμανική αστική τάξη. Το νόμισμα, το μάρκο, το οποίο όταν ανέλαβε η κυβέρνηση Κούνο ήταν στα 8.0002, ανήλθε αργότερα στο ένα τρισεκατομμύριο. Οι εργάτες δεν μπορούσαν ν’ αγοράσουν τίποτα με τους μισθούς τους. Ακόμα και «οι πιο πιστοί υπηρέτες του κράτους», οι υπάλληλοι, άρχισαν να επαναστατούν. Τα μεσαία στρώματα καταστράφηκαν. Το φάντασμα της πείνας περιπλανιόταν στη Γερμανία. Οι κυβερνήσεις της αστικής τάξης ήταν ανήμπορες απέναντι στη διάλυση.
Ο Στρέσεμαν3, ο υπουργός Εξωτερικών εκείνης της εποχής, διακήρυττε μετά από τις απεργίες Κούνο4 «ότι η κυβέρνησή του θα ήταν η τελευταία αστική κυβέρνηση στη Γερμανία».
Ηδη την άνοιξη του 1923 ξέσπασαν στην περιοχή του Ρουρ και της Ανω Σιλεσίας απεργιακά κινήματα. Νέα κύματα της ταξικής πάλης αναπτύχθηκαν σε ολόκληρη τη Γερμανία. Οι εργάτες δεν αγωνίζονταν ακόμα για την εξουσία, αλλά για τις πιο επιτακτικές καθημερινές τους ανάγκες, για την καταπολέμηση της πιο οξυμένης ανέχειας. Ο αγώνας διεξαγόταν ακόμα με «ειρηνικές» μορφές. Ενώ οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες, οι Σόλμαν5 και Σέβερινγκ6, είχαν έρθει ήδη σε συνεννόηση με τους στρατηγούς της Ράιχσβερ7 και εξοπλίζονταν για την αιματηρή κατάπνιξη του προλεταριάτου, οι «αριστεροί» σοσιαλδημοκράτες έκαναν τα πάντα για να καταστήσουν την εργατιά ανίκανη ν’ αμυνθεί, για να την εμποδίσουν να διεξάγει πάλη για την εξουσία, για να την κοροϊδέψουν με διάφορες φράσεις, για να την περιορίσουν στις «ειρηνικές», κοινοβουλευτικές μορφές πάλης της προπολεμικής περιόδου. Αλλά η λογική των πέντε επαναστατικών χρόνων ήταν ισχυρότερη από την προστυχιά των δεξιών και τη δειλία των «αριστερών» σοσιαλδημοκρατών ηγετών.
Η σπίθα του εμφύλιου πολέμου στη Γερμανία ξεπήδησε από τη στιγμή της ανατροπής της κυβέρνησης Κούνο. Ηδη πριν την ανατροπή αυτή είχαν γίνει ανταλλαγές πυρών στο Ρουρ, το Ανόβερο, την Ανω Σιλεσία, τη Βαυαρία και σε άλλα μέρη της Γερμανίας. Τώρα ήταν σε όλους καθαρό ότι μια ειρηνική διευθέτηση των ζητημάτων δεν ήταν πια δυνατή. Η αμείλικτη, βίαιη πάλη με όρους τάξης απέναντι σε τάξη έγινε αναπόφευκτη. Οι απεργίες κατέληγαν σε συγκρούσεις, οι διαδηλώσεις σ’ αιματηρές μικρές μάχες ανάμεσα στους εργάτες και την αστυνομία σε μια ντουζίνα γερμανικές πόλεις. Εφτασε η στιγμή κατά την οποία αποδείχτηκε, όπως έλεγε ο Λένιν στα «Διδάγματα από την εξέγερση της Μόσχας» του έτους 1906, «ότι η γενική απεργία, σαν αυτοτελής και κύρια μορφή πάλης, έχει ξεπεραστεί, ότι το κίνημα ξεφεύγει με αυθόρμητη, ακράτητη δύναμη απ’ αυτά τα στενά πλαίσια και γεννά μια ανώτερη μορφή πάλης, την εξέγερση»8.
Ακριβώς αυτήν τη στιγμή προσεγγίζαμε με τρομακτική ταχύτητα τον Οκτώβρη του 1923. Μπροστά μας είχαμε μια άμεση επαναστατική κατάσταση. Πληρούνταν όλες οι προϋποθέσεις για τη νίκη της εργατικής τάξης, εκτός από μία: την ύπαρξη ενός ξεκάθαρου κομμουνιστικού κόμματος με σιδερένια συνοχή και αδιάλυτους δεσμούς με τις πιο πλατιές μάζες, ενός κόμματος αποφασισμένου και ικανού να ενώσει την αυθόρμητη πάλη των εργατικών μαζών, να την οργανώσει και να την καθοδηγήσει.
Την κρίσιμη στιγμή η καθοδήγηση του Κόμματός μας απέτυχε. Η είσοδος κομμουνιστών ηγετών από κοινού με τους «αριστερούς» σοσιαλδημοκράτες στην κυβέρνηση της Σαξονίας θα ήταν σωστή μόνο αν εξυπηρετούσε έναν μοναδικό στόχο: την οργάνωση της επανάστασης, το κίνημα των μαζών, την ανάληψη της πάλης σε ολόκληρη τη Γερμανία.
Ακριβώς αυτόν το στόχο έχασε από τα μάτια της η τότε ηγεσία του Κόμματος. Οι ηγέτες μας αξιοποίησαν τις θέσεις τους στη σαξονική κυβέρνηση όχι προς όφελος της εξαπόλυσης της επίθεσης, αλλά προς όφελος της αποτροπής της σύγκρουσης. Πολιτική συνασπισμού δεν ήταν η είσοδος στη σαξονική κυβέρνηση, αλλά ότι αφέθηκαν σε αυτήν την κυβέρνηση να ξεγελαστούν και να καθοδηγηθούν, αντί αυτοί να καθοδηγήσουν τις εργατικές μάζες ενάντια στην κυβέρνηση του Ράιχ.
Ξέχασαν ότι το κίνημα έπρεπε να περάσει «σε μια ανώτερη μορφή πάλης». Περιορίστηκαν σε «στενά πλαίσια», προσπάθησαν μάλιστα επιπλέον να «στενέψουν» ακόμα περισσότερο τα ήδη στενά πλαίσια. Εδωσαν την εντολή να σταματήσουν τα απεργιακά κινήματα που βρίσκονταν σ’ εξέλιξη, επειδή «η αποφασιστική μάχη βρίσκεται μπροστά μας».
Το Κόμμα μας ως σύνολο ήταν ακόμα πολύ ανώριμο για να εμποδίσει αυτά τα λάθη της καθοδήγησης. Ετσι, το φθινόπωρο του 1923 η επανάσταση απέτυχε λόγω της απουσίας μίας εκ των πιο σημαντικών προϋποθέσεών της: της ύπαρξης ενός μπολσεβίκικου κόμματος.
Η πολιτική στη Σαξονία τελείωσε με μια αμαχητί οπισθοχώρηση. Η εκτελεστική εξουσία του Ράιχ, η είσοδος των λευκών στρατηγών, επισφράγισε την ήττα.9
Εξαντλείται με αυτά η ιστορία του Οκτώβρη του 1923; Οχι και πάλι όχι! Ακόμα και αργότερα διαπράττονταν πολλές φορές το λάθος, σε αποφάσεις και σε άρθρα, ακόμα και σε λόγους στο αστικό δικαστήριο να γίνεται αναφορά μόνο στη Σαξονία όταν γινόταν λόγος για τον Οκτώβρη του 1923. Ωστόσο δεν υπήρχε μόνο η Σαξονία, υπήρχε και το Αμβούργο!
Το Αμβούργο επιβεβαίωσε στο μέγιστο βαθμό τη λενινιστική διδασκαλία «ότι το κίνημα ξεφεύγει με αυθόρμητη, ακράτητη δύναμη απ’ αυτά τα στενά πλαίσια και γεννά μια ανώτερη μορφή πάλης, την εξέγερση».
Η εξέγερση του Αμβούργου διαμόρφωσε, όπως αναφέρεται στις Θέσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής του 1924 «τον αντίθετο πόλο της Σαξονίας».
Αυτοί που βλέπουν στην ιστορία ολόκληρου του Κόμματός μας μέχρι τη Φρανκφούρτη10 μόνο ανικανότητα, προδοσία και οπορτουνισμό, ξεχνάνε τα τεράστια διδάγματα του αγώνα του Αμβούργου. Ξεχνάνε ότι οι πλατιές μάζες των μελών του Κόμματός μας σε καμία περίπτωση δεν υιοθέτησαν παθητική στάση αναμονής, αλλά ήταν αποφασισμένες να δώσουν τη ζωή τους για τη διεκδίκηση της εξουσίας. Και οι εργάτες του Αμβούργου δικαιούνται περισσότερο απ’ οποιονδήποτε άλλον να πούνε: Δεν ήταν μόνο οι κομμουνιστές εργάτες του Αμβούργου, αλλά και του Βερολίνου, της Σαξονίας και όλοι οι υπόλοιποι οι οποίοι ήταν έτοιμοι για μάχη.
Οι περιοχές των ακτών της Βόρειας Θάλασσας (Wasserkante) είχαν την ίδια εξέλιξη με ολόκληρη την υπόλοιπη Γερμανία. Ενα κύμα απεργιών και οικονομικών αγώνων θέριεψε σε ολόκληρη την περιοχή της Βόρειας Ακτής. Στις 20 Οκτώβρη έλαβαν χώρα στο Αμβούργο δυναμικές διαδηλώσεις των ανέργων. Σε διάφορα σημεία της πόλης κατέληξαν σε λεηλασίες μαγαζιών με τρόφιμα και σ’ αιματηρές συγκρούσεις με την αστυνομία. Οι απαγορευτικές ζώνες της αστυνομίας διασπάστηκαν με τη βία για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια. Την Τρίτη 23 Οκτώβρη, στις 5 η ώρα το πρωί, όλα τα αστυνομικά τμήματα στα προάστια του Αμβούργου καταλήφθηκαν αστραπιαία από επαναστατικές ομάδες μάχης, όλοι οι αστυνομικοί αφοπλίστηκαν. Οι επαναστατικές ομάδες μάχης πήραν όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά από τα είκοσι έξι αστυνομικά τμήματα που πιάστηκαν στον ύπνο. Οταν η διεύθυνση της αστυνομίας έστειλε τις ειδικές μονάδες επίθεσης και τις ενισχύσεις που είχαν ήδη καταφτάσει από άλλες περιοχές, οι αγωνιζόμενες περιοχές είχαν μετατραπεί σε οπλισμένα φρούρια. Εκατοντάδες εργάτες κι εργάτριες έστησαν στους δρόμους οδοφράγματα. Αθάνατη παραμένει η φήμη του κόκκινου Μπάρμπεκ11. Τα αστυνομικά στρατεύματα προέλαυναν σε ολόκληρους λόχους και τάγματα, αλλά ήταν υποχρεωμένα συνέχεια να επιστρέφουν άπραγα, αφού οι απώλειές τους αυξάνονταν σε κάθε έφοδο που έκαναν. Οι εργάτες του Μπάρμπεκ έριξαν δέντρα, ξερίζωσαν τα πεζοδρόμια, έφραξαν τους δρόμους με οδοφράγματα από κορμούς δέντρων, πέτρες κι άμμο. Πίσω από αυτά τα οχυρώματα πολεμούσαν σαν τίγρεις.
Οι πρώτες ομάδες μάχης που προχώρησαν σε αστραπιαίες επιθέσεις στα αστυνομικά τμήματα ήταν άοπλες. Ολα τα όπλα και τα πυρομαχικά τα προμηθεύτηκαν από την αστυνομία. 300 άντρες δέχτηκαν καταιγιστικά πυρά από 6.000 έμμισθους της αστυνομίας, της Ράιχσβερ και του Ναυτικού. Αντεξαν τρεις μέρες και τρεις νύχτες. Πυροβολούσαν τρεις μέρες και τρεις νύχτες. Επιτίθονταν, έπεφταν, υποχωρούσαν, αλλά δεν παραδίνονταν. Διέσωσαν την τιμή του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας. Ηταν οι πρωτοπόροι της γερμανικής εργατικής τάξης.
Το Αμβούργο ηττήθηκε. Οι μαχητές των οδοφραγμάτων έπεσαν. Ωστόσο μόνο λίγοι σκοτώθηκαν, το μεγαλύτερο τμήμα αιχμαλωτίστηκε, καταδιώχτηκε και διασκορπίστηκε. Ακόμα και σήμερα βρίσκονται σε φυλακές και φρούρια. Η ηρωική τους υπεράσπιση κατά τις δίκες του Αμβούργου με την κατηγορία της υψίστης προδοσίας αποτελούν παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο οι κομμουνιστές στέκονται μπροστά στα αστικά ταξικά δικαστήρια.
Η προλεταριακή επανάσταση υπέστη περισσότερες από μία αιματηρές ήττες. Ωστόσο ποτέ δεν αιμορράγησε μέχρι θανάτου. Προχωράει πιο ισχυρή, πιο περήφανη, πιο αποφασισμένη. Η Παρισινή Κομμούνα τσαλαπατήθηκε. Η ρωσική επανάσταση του 1905 τελείωσε στις τσαρικές κρεμάλες, στα μπουντρούμια, στη Σιβηρία. Και, παρόλ’ αυτά, ξύπνησε εκ νέου! Ετσι και το Αμβούργο δεν είναι νεκρό, Αντίθετα, το Αμβούργο είναι ανίκητο. Νέες εξεγέρσεις του προλεταριάτου, νέες νίκες της αντεπανάστασης θ’ ακολουθήσουν το γερμανικό Οκτώβρη. Στην Πολωνία, την Εσθονία, τη Βουλγαρία ξεσηκώνονται οι εργάτες και ηττούνται. Και, παρόλ’ αυτά, θα νικήσουν!
Οι εξεγέρσεις του προλεταριάτου αποτελούν στάδια στη νικηφόρα πορεία της επανάστασης, όχι μόνο λόγω των άμεσων θετικών αποτελεσμάτων τους, αλλά κυρίως λόγω των μεγάλων διδαγμάτων που εμφυσούνε σε ολόκληρη την εργατική τάξη.