Της Σύνταξης


ΚΟΜΕΠ

Oι εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στις 4 Οκτώβρη σηματοδότησαν την επιλογή της άρχουσας τάξης να αντικατασταθεί η ΝΔ από το ΠΑΣΟΚ, ως το κόμμα που θα ασκήσει τη διακυβέρνηση για λογαριασμό της. Οπως φάνηκε και από το αποτέλεσμα (με απώλεια θετικής ψήφου είτε με αποχή), η φθορά της ΝΔ ήταν πολύ μεγάλη, ως αντανάκλαση και της συσσωρευμένης λαϊκής δυσαρέσκειας, γεγονός που δυσκόλευε την ικανότητά της να προωθήσει την αναγκαία για το κεφάλαιο στρατηγική σε συνθήκες κρίσης.

Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία. Οπως επεσήμανε και η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ την πρώτη ημέρα που προκηρύχθηκαν οι εκλογές: «Είναι γεγονός, είναι αλήθεια, ότι η πρόωρη προσφυγή στην κάλπη, που γίνεται με ευθύνη βεβαίως της κυβέρνησης, γίνεται ακριβώς λόγω της οξυμένης οικονομικής κρίσης. Η πλουτοκρατία του τόπου, οι επιχειρηματίες και βεβαίως και τα δύο κόμματά τους, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, επιδιώκουν από αυτές τις εκλογές, ο καθένας για λογαριασμό του, να βγει μια ισχυρή κυβέρνηση, μια κυβέρνηση ικανή να δώσει διέξοδο, όχι στο λαό, αλλά στην απρόσκοπτη κερδοφορία του κεφαλαίου. Μια κυβέρνηση ικανή να πάρει καινούρια, πιο βάρβαρα, πιο άγρια μέτρα σε βάρος των εργαζομένων, σε βάρος του εργαζόμενου λαού».

Σε σχέση με τη ΝΔ το ΠΑΣΟΚ έχει επιδείξει μεγαλύτερη ικανότητα και ευλυγισία στην εξασφάλιση συνθηκών κοινωνικής συναίνεσης, χειραγώγησης του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Επέδειξε επίσης μεγαλύτερη ετοιμότητα στην επιλογή εκείνου του στελεχικού δυναμικού που είναι ικανό να προωθήσει με αποφασιστικότητα τις αναγκαίες για το σύστημα πολιτικές. Ενα στελεχικό δυναμικό που έχει άμεσα γαλουχηθεί μέσα σε ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και μονοπώλια, ανέγγιχτο από την επίδραση της λαϊκής δυσαρέσκειας, σε αντίθεση με τα στελέχη που προέρχονται από τον παλιό κομματικό μηχανισμό του ΠΑΣΟΚ.

Οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ επιβεβαιώνουν τις προεκλογικές εκτιμήσεις του ΚΚΕ, ότι έρχεται αντιλαϊκή λαίλαπα. Η καπιταλιστική οικονομική κρίση γίνεται αφορμή για την επιτάχυνση μιας σειράς αναγκαίων αναδιαρθρώσεων στην καπιταλιστική οικονομία, επιβεβαιώνοντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διέξοδος από την κρίση στα πλαίσια της στρατηγικής που υπηρετεί την κερδοφορία των μονοπωλίων.

Ο προσανατολισμός της καπιταλιστικής ανάπτυξης της χώρας σε νέους τομείς, όπως η λεγόμενη «πράσινη οικονομία», ανοίγει νέα πεδία καπιταλιστικής κερδοφορίας και εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Ο προσανατολισμός αυτός συνοδεύεται από μια νέα επίθεση στα δικαιώματα της εργατικής τάξης, που έχει στο στόχαστρό της τα ασφαλιστικά δικαιώματα, τη διεύρυνση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων κ.ά.

Ταυτόχρονα προωθούνται από το ΠΑΣΟΚ μια σειρά αλλαγές στη δημόσια διοίκηση ως μηχανισμού του αστικού κράτους και στο αστικό πολιτικό σύστημα, που αποσκοπούν στη θωράκιση της εξουσίας του κεφαλαίου, στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της παρέμβασης προς όφελος της κερδοφορίας των μονοπωλίων, της ικανότητας να καταστέλλει και να ενσωματώνει τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Αυτούς τους στόχους εξυπηρετούν οι προθέσεις αλλαγής της διοικητικής δομής της χώρας (Καποδίστριας 2), του εκλογικού νόμου, αλλά και ο έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων.

Η Ελλάδα, ενταγμένη στα ιμπεριαλιστικά σχέδια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, βρίσκεται στο επίκεντρο αντιθέσεων, σε μια περιοχή που έχει γεωστρατηγική σημασία και αποτελεί σταυροδρόμι των δρόμων ενέργειας. Πρέπει να προκαλούν ανησυχία οι επανειλημμένες δηλώσεις του ΠΑΣΟΚ για την προσήλωση στις συμφωνίες του Ελσίνκι και της Μαδρίτης που αναγνωρίζουν γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο.

Η συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων απέδειξε τη γραμμή συμμόρφωσης όλων των υπόλοιπων κομμάτων της αντιπολίτευσης στη στρατηγική του κεφαλαίου. Ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής, εκ μέρους της ΝΔ, δήλωσε απροκάλυπτα την υποστήριξη του κόμματός του στη νέα κυβέρνηση σε όλα τα στρατηγικά ζητήματα, καλώντας την να πάρει ανεπιφύλακτα σκληρά μέτρα. Οι εθνικιστικές και λαϊκίστικες κορώνες του ΛΑ.Ο.Σ. συνοδεύονται από τα αντιδραστικά κελεύσματα να αντιμετωπιστούν σκληρά οι όποιες λαϊκές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις (ο Γ. Καρατζαφέρης καλούσε την κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει το άρθρο 4 ενάντια στους απεργούς του ΟΛΠ). Η «αριστερή προγραμματική αντιπολίτευση» του ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει επί της ουσίας δήλωση κριτικής στήριξης της πολιτικής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, σπέρνοντας αυταπάτες για δυνατότητα φιλολαϊκής στροφής της και καλλιεργώντας κλίμα αναμονής.

Επιβεβαιώθηκε ότι το ΚΚΕ είναι η μόνη δύναμη λαϊκής αντιπολίτευσης που δεν αντιπολιτεύεται μόνο την αστική διακυβέρνηση, αλλά και την αστική εξουσία, το αστικό πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, τα μονοπώλια, τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.

Το εκλογικό αποτέλεσμα του ΚΚΕ καταγράφει αξιοσημείωτη αντοχή σε συνθήκες μιας δύσκολης μάχης και παρ’ όλες τις επιθέσεις και τις προσπάθειες της άρχουσας τάξης να εξοβελιστεί το ΚΚΕ από την τρίτη κοινοβουλευτική θέση, να έχει σημαντική φθορά. Η αντοχή που επέδειξε το ΚΚΕ πηγάζει από την επαναστατική του στρατηγική, από την ιδεολογικοπολιτική του σταθερότητα, από την αναγνώριση του πρωτοπόρου ρόλου του στο εργατικό κίνημα από ευρύτερες μάζες εργαζομένων. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι τα υψηλότερα ποσοστά του τα καταγράφει στους άνεργους, τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, στους νέους ηλικίας 24-35 χρονών, στοιχεία που δείχνουν δυναμική τάση στην πολιτική επιρροή του ΚΚΕ. Η πείρα των κομματικών οργανώσεων, μέσα από εξορμήσεις, συσκέψεις, συγκεντρώσεις, καταγράφει μια ευρύτερη επίδραση της πολιτικής του ΚΚΕ σε πλατύτερα τμήματα εργαζομένων από εκείνους που κατάφεραν να κάνουν το βήμα στην κάλπη.

Το εκλογικό αποτέλεσμα αποτυπώνει το επίπεδο της λαϊκής εργατικής συνείδησης. Καταγράφει, όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο Β. Ι. Λένιν, «το πώς οι τάξεις σκέφτονται να λύσουν τα προβλήματά τους». Φέρνει για μια ακόμη φορά στην επιφάνεια την τρανταχτή αναντιστοιχία ανάμεσα στην εργατική - λαϊκή συνείδηση και τη διεκδίκηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, σε συνθήκες οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης και ολομέτωπης επίθεσης στα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα.

Επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις του ΚΚΕ ότι σημαντική εκλογική ενίσχυσή του μπορεί να έρθει μόνο ως αντανάκλαση διεργασιών που έχουν συντελεστεί στο επίπεδο της εργατικής συνείδησης σε βάθος χρόνου, σε συνδυασμό με την εμπειρία μέσα από ταξικούς αγώνες. Πρόκειται για διεργασίες ριζοσπαστικοποίησης της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, οι οποίες προϋποθέτουν τη ριζική αλλαγή της κατάστασης στο εργατικό και λαϊκό κίνημα.

Επιβεβαιώνεται η αναγκαιότητα να επιταχυνθούν άμεσα οι προσπάθειες για την ανασύνταξη του εργατικού και λαϊκού κινήματος σε αντιιμπεριαλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση ως διαδικασία που μπορεί να εκπαιδεύσει μαζικά εργατικές και λαϊκές δυνάμεις στη σύγκρουση με τα μονοπώλια. Αυτή η προσπάθεια θα συμβάλει στη διαμόρφωση της κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας, του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου ως δρόμου για την ωρίμανση των υποκειμενικών προϋποθέσεων για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων.

Τίθεται λοιπόν ως άμεσο καθήκον σε όλο το κομματικό δυναμικό η αναγκαιότητα να προωθήσει πιο ολοκληρωμένα την υλοποίηση των αποφάσεων του 18ου Συνεδρίου. Η ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος δεν πρέπει βεβαίως να κατανοείται στενά με οργανωτικούς όρους. Απαιτείται μια βαθύτερη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση των κομμουνιστών, που θα έχει ως βασικά στοιχεία της το γκρέμισμα των αυταπατών ότι μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διαχείριση του καπιταλισμού, ότι ο καπιταλισμός και η ΕΕ μπορούν να εξανθρωπιστούν, με ενισχυμένη προβολή της αναγκαιότητας και ρεαλιστικότητας του σοσιαλισμού. Η ενίσχυση του ιδεολογικοπολιτικού μετώπου είναι αναπόσπαστο στοιχείο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», ως θεωρητικό και πολιτικό όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ, φιλοδοξεί να συμβάλει πιο αποφασιστικά σε αυτή την κατεύθυνση.

Το 6ο τεύχος (Νοέμβρης - Δεκέμβρης) του 2009 της ΚΟΜΕΠ αφιερώνεται σε ζητήματα στρατηγικής και διαπάλης στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα με αρθρογραφία στην κεντρική ενότητα με τίτλο «Διεθνές κομμουνιστικό κίνημα».

Οι διεθνείς εξελίξεις αλλά και οι εξελίξεις στο εσωτερικό των καπιταλιστικών κρατών επιβεβαιώνουν την κατεύθυνση των αποφάσεων του 17ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για το «Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα». Η συμβολή του ΚΚΕ στη διαμόρφωση του πόλου των κομμουνιστικών κομμάτων που στις σημερινές συνθήκες συνεχίζουν στο δρόμο του μαρξισμού - λενινισμού, της επαναστατικής πάλης για την ανατροπή του καπιταλισμού και το σοσιαλισμό, αναμετριέται με σημαντικές δυσκολίες, με την επίδραση οπορτουνιστικών αντιλήψεων και θέσεων. Αντικειμενικά οξύνεται η ιδεολογικοπολιτική συζήτηση στους κόλπους του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Στα ζητήματα της διαπάλης στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, στα προβλήματα της προοπτική αναφέρεται το πρώτο άρθρο με τίτλο «Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα σήμερα και η στάση του ΚΚΕ».

Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων στο φόντο της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η ανάδυση νέων δυνάμεων που διεκδικούν αναβαθμισμένο ρόλο στα πλαίσια του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος προκαλούν συζήτηση για το συσχετισμό, την ανάγκη αναδιάρθρωσης των διακρατικών οργανισμών, των συμφωνιών που καθορίζουν το πλαίσιο των σημερινών διεθνών διακρατικών σχέσεων. Από μια σειρά δυνάμεις, που δρουν και στους κόλπους του κομμουνιστικού κινήματος, προβάλλεται το αίτημα του «εκδημοκρατισμού» των διεθνών σχέσεων, του ΟΗΕ, άλλων διακρατικών σχημάτων, το πέρασμα -όπως λέγεται- από το «μονοπολικό» στον «πολυπολικό κόσμο». Ετσι καλλιεργούνται αυταπάτες ότι είναι δυνατή μια ρύθμιση των διακρατικών σχέσεων έξω από τις σχέσεις ανισομετρίας και ανισοτιμίας που αντικειμενικά διαμορφώνονται στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Είναι ζήτημα στρατηγικής και άμεσης πολιτικής δράσης ο διαχωρισμός των αιτημάτων πάλης των κομμουνιστικών δυνάμεων από εκείνα των αστικών που διεκδικούν αλλαγές στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας. Αυτό το ζήτημα πραγματεύεται το άρθρο με τίτλο «Ο ταξικός χαρακτήρας και η διαπάλη στις διεθνείς σχέσεις». Στο άρθρο γίνεται επίσης ιστορική αναφορά για το πώς αντιμετωπίστηκε το θέμα των διεθνών σχέσεων από την ΕΣΣΔ, το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος στον κόσμο. Επίσης γίνεται κριτική προσέγγιση σε λανθασμένες αντιλήψεις για το ζήτημα των διεθνών σχέσεων που κυριάρχησαν στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.

Στο ίδιο διάστημα με την προεκλογική περίοδο στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκαν εκλογές σε μια σειρά χώρες της ΕΕ (Πορτογαλία, Γερμανία), καθώς και το δημοψήφισμα για τη Συνθήκη της Λισσαβόνας στην Ιρλανδία. Οι διαδικασίες αυτές τροφοδότησαν τη γενικότερη ιδεολογικοπολιτική διαπάλη στο κομμουνιστικό κίνημα των χωρών της ΕΕ. Οι εξελίξεις αποτυπώνουν πώς η άρχουσα τάξη αυτών των χωρών αξιοποίησε την εκλογική ενίσχυση οπορτουνιστικών πολιτικών σχημάτων («Μπλοκ της Αριστεράς» στην Πορτογαλία, κόμμα «Η Αριστερά» στη Γερμανία) με σκοπό την ένταση της πίεσης προς τα ΚΚ για διάχυση σε αυτούς τους σχηματισμούς, για σοσιαλδημοκρατικοποίησή τους. Η δυνατότητα αυτή στηρίζεται και στο γεγονός ότι μια σειρά ΚΚ δεν έχουν διαμορφώσει σύγχρονες στρατηγικές επεξεργασίες που να τους επιτρέπουν να αντιπαρατίθενται με σταθερότητα και ολοκληρωμένα στη σοσιαλδημοκρατική γραμμή σε όλες τις εκφράσεις της. Σε αυτά τα προβλήματα αναφέρεται το άρθρο με τίτλο «Η ευρωπαϊκή διάσταση του σύγχρονου οπορτουνισμού και η πάλη του κομμουνιστικού κινήματος». Αναδεικνύεται ιδιαίτερα ο ρόλος του «Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς» στην ανασύνταξη του οπορτουνιστικού ρεύματος στο κίνημα στην Ευρώπη και στην ενσωμάτωση και διάχυση ΚΚ. Επίσης αναδεικνύονται τα θετικά βήματα στο συντονισμό της δράσης, όπως η διακήρυξη για τις ευρωεκλογές από 21 κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα από χώρες της ΕΕ.

Απασχολούν έντονα το κομμουνιστικό κίνημα οι εξελίξεις που έχουν συντελεστεί ή συντελούνται στη Λατινική Αμερική και σηματοδοτούνται από την ανάδυση της Βραζιλίας ως καπιταλιστικής δύναμης, η οποία εκφράζεται και με τη συμμετοχή της σε κοινή ομάδα χωρών με Ρωσία, Ινδία, Κίνα (BRIC), αλλά και γενικότερα από την αλλαγή συσχετισμού στην περιοχή. Οι προβληματισμοί ενισχύονται δεδομένης και της συμμετοχής ή στήριξης από ΚΚ σε κυβερνήσεις που έχουν αναδειχτεί την τελευταία δεκαετία σε χώρες της περιοχής. Το άρθρο με τίτλο «Το κομμουνιστικό κίνημα και η αλλαγή συσχετισμού στη Λατινική Αμερική» πραγματεύεται ζητήματα στρατηγικής, ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης σε σχέση με το χαρακτήρα των εξελίξεων και των κυβερνήσεων σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, το ρόλο των σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων στην περιοχή κλπ. Το ΚΚΕ, ως κομμουνιστικό κόμμα μιας χώρας που έχει βιώσει με τον ένα ή άλλο τρόπο παρόμοιες συνθήκες με αυτές που σήμερα επικρατούν σε ορισμένες από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, έχει υποχρέωση να συμβάλει σε ένα τέτοιο προβληματισμό με όλο το σεβασμό στο γεγονός ότι κάθε ΚΚ έχει στην κύρια ευθύνη στη διαμόρφωση της στρατηγικής του.

Επίσης δημοσιεύεται ιστορικό κείμενο του Ρατζανί Πάλμε Ντουτ, στελέχους της Κομμουνιστικής Διεθνούς, με τίτλο «Σοσιαλδημοκρατία και φασισμός». Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο του Ντουτ «Φασισμός και κοινωνική επανάσταση» κι έχει ιδιαίτερη επικαιρότητα, αφού αναδεικνύει πώς η σοσιαλδημοκρατία συνέβαλε στην άνοδο του φασισμού σε μια σειρά χώρες της Ευρώπης, αποδεικνύοντας το χαρακτήρα της ως αστική πολιτική δύναμη. Τα στοιχεία που περιλαμβάνει το κείμενο αποτελούν συμβολή στον προβληματισμό για τις αιτίες που προκρίθηκε αργότερα από το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα η αναγκαιότητα της συμμαχίας των κομμουνιστών με τη σοσιαλδημοκρατία για την από κοινού αντιμετώπιση του φασισμού.

Στο 6ο τεύχος της ΚΟΜΕΠ παρουσιάζεται το λεύκωμα «Κομμουνιστική Διεθνής 1919-1943», έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής», αφιερωμένη στα 90 χρόνια από την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Στο παρόν τεύχος της ΚΟΜΕΠ δημοσιεύονται Κομματικά Ντοκουμέντα της περιόδου από 2.9.2009 έως 28.10.2009, ανάμεσά τους και η Ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για τα αποτελέσματα των εκλογών.

Τέλος δημοσιεύονται τα περιεχόμενα των τευχών της ΚΟΜΕΠ για το έτος 2009.