Oι ευρωεκλογές της 7ης Ιούνη αποτέλεσαν μια μάχη που έδωσε το ΚΚΕ μέσα στις δύσκολες συνθήκες που συνθέτουν η καπιταλιστική οικονομική κρίση και τα διάφορα σχέδια της αστικής τάξης με στόχο την ενσωμάτωση της λαϊκής αγανάκτησης και διαμαρτυρίας.
Οι μαρξιστές-λενινιστές αντιμετωπίζουν τις εκλογές ως στιγμή όπου καταγράφεται ο βαθμός ωριμότητας της ταξικής συνείδησης των εργατικών μαζών, που διαμορφώνεται σε όλα τα πεδία της ταξικής πάλης και όχι κυρίως σε προεκλογική περίοδο για τους αστικούς θεσμούς.
Είναι όμως μια πολιτική μάχη που δίνει τη δυνατότητα να διευρυνθεί η πολιτική επικοινωνία του Κόμματος με ευρύτερες εργατικές και λαϊκές δυνάμεις, μεταξύ αυτών και εκείνων που ακόμη βρίσκονται στην ιδεολογική και πολιτική επιρροή των αστικών και οπορτουνιστικών κομμάτων. Εχει σημασία το άνοιγμα σε νέες εργατικές μάζες, ιδιαίτερα νεώτερων ηλικιών, να πραγματοποιείται και με την κινητοποίηση οπαδών, φίλων του Κόμματος, να καταγράφεται σε νέες μετατοπίσεις προς το ΚΚΕ σε ψήφο και σε στάση αγωνιστικής συμμετοχής στα σωματεία, σε αγώνες ενάντια στα μονοπώλια, στην ΕΕ, στα κόμματα του ευρωμονόδρομου και στις κυβερνήσεις τους. Αυτά τα κριτήρια τέθηκαν και προεκλογικά και με αυτά τα καθοδηγητικά όργανα και οι κομματικές οργανώσεις του ΚΚΕ μελετούν τα εκλογικά αποτελέσματα και κρίνουν τη δουλειά τους.
Οι ευρωεκλογές έγιναν λίγους μήνες μετά το 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ, στη διάρκεια των οποίων δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί κάποια θεαματική αλλαγή στο συσχετισμό των δυνάμεων πρώτ’ απ’ όλα σε κοινωνικό επίπεδο. Για αυτό άλλωστε το ΚΚΕ δεν προσδοκούσε, παρά την αναγκαιότητα, τα εκλογικά αποτελέσματα να αποτυπώσουν ριζικές αλλαγές στο επίπεδο της συνείδησης των εργατικών και λαϊκών μαζών.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών επιβεβαιώνει ως επείγουσα ανάγκη και άμεσο καθήκον του ΚΚΕ την ανασύνταξη του εργατικού και λαϊκού κινήματος σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, ως προϋπόθεση για τον μαζικό απεγκλωβισμό της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων από τη στρατηγική της αστικής τάξης, από τα βασικά κόμματα εναλλαγής στην αστική διακυβέρνηση, αλλά και από εφεδρικές, συμπληρωματικές τους δυνάμεις. Αυτός είναι βασικός παράγοντας στη διαδικασία ανάπτυξης της ταξικής πολιτικής συνείδησης και της μαζικής πολιτικής ισχυροποίησης του ΚΚΕ.
Στην ανακοίνωση της ΚΕ σχετικά με την πρώτη εκτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων αναφέρεται: «Επιβεβαιώνεται η εκτίμηση του ΚΚΕ ότι σε συνθήκες οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης συνυπάρχουν και οι δύο τάσεις: Η θετική, που οδηγεί στην απότομη άνοδο του εργατικού και γενικότερα του λαϊκού κινήματος και στην ισχυροποίηση του ΚΚΕ. Η αρνητική, που μπορεί να οδηγήσει στην ανώδυνη διαμαρτυρία και κατά συνέπεια στην απογοήτευση, στην αποστράτευση, στην αντιδραστικοποίηση, στον εγκλωβισμό σε ιδεολογήματα εθνικιστικά και ρατσιστικά, στην ενίσχυση του αντικομμουνισμού. Ολα τα παραπάνω αποτελούν σοβαρά εμπόδια για τη χειραφέτηση και το ριζοσπαστισμό της εργατικής τάξης, των λαϊκών μαζών».
Η έκβαση της πάλης ανάμεσα σε αυτές τις δύο κατευθύνσεις είναι το ζητούμενο και θα κριθεί μέσα από τη γενική πορεία της ταξικής πάλης .
Στις σημερινές συνθήκες εξέλιξης της οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης αντικειμενικά κερδίζει έδαφος η ουτοπική τάση για μια πιο ήπια, φιλολαϊκή διαχείριση της κρίσης έναντι μιας ακραίας φιλελεύθερης, όπως καταγράφηκε στο προβάδισμα του ΠΑΣΟΚ έναντι της ΝΔ, παρ’ όλο που και τα δυο κόμματα κατέγραψαν σημαντικές απώλειες σε σχέση με την εκλογική δύναμή τους το 2007.
Προεκλογικά εκδηλώθηκε πιο ισχυρά η τάση όχι μόνο της λαϊκής δυσαρέσκειας προς τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αλλά και μιας θετικότερης προσέγγισης προς το ΚΚΕ, έστω και ως θετικού προβληματισμού εξ αιτίας της συνεπούς στάσης του στην υπεράσπιση των εργατικών και λαϊκών δικαιωμάτων, στην επιβεβαίωση των εκτιμήσεών του για την ΕΕ.
Το αστικό κατεστημένο θορυβήθηκε. Επρεπε πάση θυσία να αποτραπεί η δυναμική αύξησης της πολιτικής επιρροής του ΚΚΕ. Αν δεν ήταν δυνατό να αναχαιτισθεί δυναμικά η απώλεια ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, τουλάχιστον να διοχετευόταν σε οποιαδήποτε άλλη κατεύθυνση, πλην ΚΚΕ, προς ΛΑΟΣ, ΣΥΡΙΖΑ, Οικολόγους και ακόμη καλύτερα στην αποχή που προβλήθηκε ως «πολιτική επιλογή διαμαρτυρίας, προειδοποίησης για διόρθωση των κομμάτων και των επιλογών τους». Επιστρατεύθηκαν και «αριστερές» φωνές μέσω των ΜΜΕ που είχαν φροντίσει να διαμορφώσουν ψεύτικο προφίλ φιλο-ΚΚΕ σε προηγούμενη φάση.
Χρησιμοποιήθηκαν διάφορα μέσα, ακόμη και αθέμιτα, προκειμένου να ανακοπεί η δυναμική ισχυροποίησης του ΚΚΕ. Δεν επαρκούσε η στρέβλωση των ιστορικών στοιχείων προκειμένου να αμαυρωθούν και να απαξιωθούν οι θέσεις του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό ή για την ΕΕ ως δήθεν θέσεις απομόνωσης. Επρεπε πάση θυσία να απαξιωθεί η ηθική υπόσταση του ΚΚΕ, να προσομοιωθεί με τα αστικά κόμματα, τα «σκάνδαλά» τους που δεν είναι παρά στοιχεία της φυσιογνωμίας τους ως κόμματα του κεφαλαίου.
Σε αυτή τη φάση φορέας του γκαιμπελισμού, της προεκλογικής προβοκάτσιας που στήθηκε εις βάρος του ΚΚΕ για τη δήθεν συμμετοχή του στο κεφάλαιο της «Γερμανός» κλπ. ήταν η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και του ΛΑ.Ο.Σ με την επικουρία εκδοτικών συγκροτημάτων. Τα πρώτα στοιχεία αυτού του σχεδίου σε βάρος του ΚΚΕ είχαν εμφανισθεί πριν τις εκλογές του 2007 και βέβαια δεν αμφιβάλλουμε ότι ακόμα δεν αποκαλύφθηκαν όλα τα στοιχεία του. Αλλωστε μπροστά μας είναι η διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών! Πολύ περισσότερο που η επίθεση ενάντια στο Κόμμα και με ανέντιμα μέσα δεν εξαντλείται στα όρια των προεκλογικών αναγκών.
Πρέπει να είναι καθαρό για τους κομμουνιστές και τους φίλους του Κόμματος ότι ο αντικομμουνισμός, ειδικά σε συνθήκες σημαντικών εξελίξεων, έχει πάντα το στοιχείο της λάσπης, της συκοφαντίας, της διαστρέβλωσης. Ο Λένιν χαρακτηρίστηκε ως πράκτορας της Γερμανίας κατά τη διάρκεια της επαναστατικής περιόδου από το Φλεβάρη του 1917 έως τον Οκτώβρη, παραπέμφθηκε σε δίκη με αυτή την κατηγορία από τους αστούς αντιπάλους του, αλλά και με τη στήριξη των οπορτουνιστών μενσεβίκων και των μικροαστών εσέρων. Κατά τη διάρκεια του αγώνα του ΔΣΕ (1946-1949) οι κομμουνιστές καταγγέλλονταν ως πράκτορες των σοσιαλιστικών κρατών που ήθελαν -δήθεν- να διαμελίσουν την Ελλάδα, ενώ στη συνέχεια εκτελούνταν με βάση το νόμο περί κατασκοπίας ως ένοχοι για εσχάτη προδοσία κ.ά.
Το ΚΚΕ αναχαίτισε ως ένα βαθμό την εξέλιξη αυτής της επίθεσης. Το εκλογικό αποτέλεσμα αλλά κυρίως η εμπειρία των κομματικών οργανώσεων μετά τις εκλογές, έδειξε ότι το φαρμάκι της αμφιβολίας πότισε ανθρώπους με χαλαρούς δεσμούς με το ΚΚΕ, νέους και νέες με περιορισμένη πολιτική εμπειρία ή ανάλογη ιστορική γνώση. Η αποχή από τις εκλογές ανθρώπων που είχαν ψηφίσει το ΚΚΕ ή που σκέπτονταν να το ψηφίσουν δείχνει ότι δεν καταφέραμε έγκαιρα και πλατιά να πείσουμε ότι η ψήφος στο ΚΚΕ ήταν απολύτως αναγκαία και στις ευρωεκλογές προκειμένου ένα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο σε ψήφους και ποσοστό αποτέλεσμα να δώσει νέα δυναμική σε αλλαγές στο συσχετισμό των συνδικαλιστικών οργανώσεων, στην άσκηση πολιτικής πίεσης σε οποιοδήποτε κόμμα ή κυβερνητικό σχήμα αντιλαϊκής πολιτικής.
Με αυτή την έννοια η ΚΕ επισημαίνει την ανάγκη ενίσχυσης των δεσμών του Κόμματος με τις εργατικές και λαϊκές δυνάμεις, δεσμών αγωνιστικών και ιδεολογικών. Είναι ο μόνος δρόμος για να αντιπαλευθεί η ιδεολογία και η πολιτική του κεφαλαίου σε βάρος της λαϊκής πλειοψηφίας, ανεξάρτητα από τις μορφές και τις παραλλαγές της.
Η ένταση της επίθεσης ενάντια στο ΚΚΕ με όλα τα μέσα είναι στοιχείο αδυναμίας της αστικής εξουσίας να υποτάσσει τις εργατικές μάζες με πιο ήπιες μορφές χειραγώγησης, διαλλακτικές και «συνεναιτικές». Η άνοδος του αντικομμουνισμού πάει χέρι-χέρι με την ενίσχυση των μέτρων καταστολής, την ενίσχυση των ρατσιστικών και εθνικιστικών τάσεων.
Σε αυτή τη διαδικασία οι δυνάμεις τύπου ΛΑ.Ο.Σ. παίζουν το ρόλο του προπομπού, στρώνουν το έδαφος.
Οπως επισημαίνεται και στην ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για το εκλογικό αποτέλεσμα: «Ο αντικομμουνισμός, ο ρατσισμός και ο εθνικισμός εκκολάπτονται στους κόλπους της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, γενικότερα του αστικού πολιτικού συστήματος, καθώς αποτελούν σημαντική εφεδρεία για το χτύπημα του εργατικού κινήματος, της λαϊκής συμμαχίας».
Οι εκτιμήσεις αυτές επιβεβαιώνονται και από τις εξελίξεις των προηγούμενων ημερών, όπου η κυβέρνηση της ΝΔ -με τη σύμφωνη γνώμη και του ΠΑΣΟΚ- εξαπέλυσε μια μεγάλη επίθεση ενάντια στους οικονομικούς μετανάστες και πολιτικούς πρόσφυγες σε συνοικίες της Αθήνας. Οι θέσεις που εγκρίθηκαν στο 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ επισημαίνουν την αναγκαιότητα οργάνωσης των οικονομικών μεταναστών ως αναπόσπαστο τμήμα της εργατικής τάξης της χώρας μας:
«Η ανάπτυξη και ισχυροποίηση του ταξικού κινήματος, η άνοδος της οργάνωσης της εργατικής τάξης, η πρόοδος στην ενότητά της είναι αδιανόητα δίχως τη συστηματική κομματική δουλειά στους οικονομικούς μετανάστες, οι οποίοι ζουν στο πετσί τους την πιο άγρια ταξική εκμετάλλευση».
Η άνοδος του ΛΑ.Ο.Σ. και η ενίσχυση αντιδραστικών τάσεων στο αστικό πολιτικό σύστημα αξιοποιείται και θα αξιοποιηθεί ακόμα περισσότερο το επόμενο διάστημα από κύκλους της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού (ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ κ.ά.) για την αναβίωση των «αντι-δεξιών» συνδρόμων και την αναζωογόνηση του σχήματος της «ενότητας της αριστεράς» (του κατά Α. Τσίπρα προεκλογικού «τρίτου πόλου»), με σκοπό την πίεση προς το ΚΚΕ για να παραιτηθεί από τη στρατηγική του, να εγκαταλείψει την αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή γραμμή πάλης, να τροφοδοτήσει μια ανώδυνη εναλλακτική αστική πολιτική διαχείριση του συστήματος ως δήθεν αντίδοτο στην ακροδεξιά κλπ.
Πρέπει να είναι καθαρό ότι η αντιδραστικοποίηση, η «αντίδραση σε όλη τη γραμμή», είναι σύμφυτη του αστικού πολιτικού συστήματος στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού και γίνεται ιδιαίτερα έκδηλη σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και αναδιατάξεων στον εσωτερικό και διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Δεν αφορά μόνο ορισμένες αστικές πολιτικές δυνάμεις, αλλά στρατηγικές επιδιώξεις του καπιταλισμού. Σε αυτό το πλαίσιο ο οπορτουνισμός παίζει το δικό του ρόλο αποπροσανατολίζοντας και ευνουχίζοντας το εργατικό κίνημα.
Μοναδική απάντηση στην αντιδραστικοποίηση αποτελεί η ένταση των προσπαθειών για την ενδυνάμωση της γραμμής της αντεπίθεσης σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, την ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος με μαχητικοποίηση και ταξικό προσανατολισμό, την ενίσχυση της προβολής της σοσιαλιστικής προοπτικής. Αυτή η πολιτική κατεύθυνση απαιτεί τη σύγκρουση με τις συμβιβασμένες εργοδοτικές ηγεσίες των συνδικαλιστικών οργανώσεων, την αποκάλυψη του ρόλου της σοσιαλδημοκρατίας ως αστικού πολιτικού κόμματος αλλά και του οπορτουνισμού στις διάφορες πολιτικές-οργανωτικές παραλλαγές του.
Το ΚΚΕ αλλά και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα -αφού άλλωστε αυτή η προσπάθεια δεν περιορίζεται μόνο στην Ελλάδα αλλά αφορά τουλάχιστον τις χώρες της ΕΕ με αφορμή τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών- έχουν ιστορική πείρα που πρέπει να αξιοποιήσουν. Η συμπαράταξη των ΚΚ με ένα τμήμα των αστικών δυνάμεων στο όνομα της αντιμετώπισης των «πιο αντιδραστικών» δυνάμεων, ο εγκλωβισμός στη λογική του μικρότερου κακού, δε διευκόλυνε, αλλά αντίθετα δυσκόλεψε το κομμουνιστικό κίνημα και την προσέγγιση του στρατηγικού του στόχου όταν είχαν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες επαναστατικής κρίσης, αλλά και στην υπεράσπιση των εργατικών κατακτήσεων σε συνθήκες καπιταλιστικές.
Από αυτή τη σκοπιά, το παρόν τεύχος της ΚΟΜΕΠ, Νο 4 του 2009, επικεντρώνεται σε ζητήματα στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Στην αντίστοιχη ενότητα δημοσιεύεται με τίτλο «Ανάγκη ενιαίας στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος». Επιχειρεί να κωδικοποιήσει ορισμένα βασικά συμπεράσματα μέσα από την πείρα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, στη βάση και των προβληματισμών που καταγράφονται στην Απόφαση του 18ου Συνεδρίου για το σοσιαλισμό. Το άρθρο δε στέκεται μόνο στην καταγραφή βασικών συμπερασμάτων από την ιστορική πείρα, αλλά φωτίζει σημαντικές πλευρές για την κατεύθυνση διαμόρφωσης ενιαίας στρατηγικής στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα στις σύγχρονες συνθήκες.
Στην ίδια ενότητα δημοσιεύεται άρθρο με τίτλο «Αναφορά στην ιστορία της στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος», με αφορμή τα 90 χρόνια από την ίδρυση της ΚΔ. Στο άρθρο προσεγγίζονται ορισμένα ζητήματα για την ιστορική εξέλιξη της στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, με κύρια αναφορά στην πορεία της ΚΔ.
Στο παρόν τεύχος της ΚΟΜΕΠ δημοσιεύεται κείμενο της ιδεολογικής επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ με τίτλο: «Ο Λένιν για την επαναστατική τακτική και την επανάσταση ως τέχνη». Το κείμενο αποτελεί την τελευταία στη σειρά διαλέξεων που διαμόρφωσε η Ιδεολογική Επιτροπή της ΚΕ με αντικείμενο την επαναστατική στρατηγική, που δημοσιεύθηκαν σε τεύχη της ΚΟΜΕΠ, με σκοπό την αξιοποίησή τους για ιδεολογικές συζητήσεις στα καθοδηγητικά όργανα και τις Κομματικές Οργανώσεις. Η συγκεκριμένη διάλεξη αναφέρεται στο ζήτημα της σύνδεσης της τακτικής του κομμουνιστικού κόμματος με την επαναστατική στρατηγική του. Αναδεικνύεται η θεωρητική επεξεργασία του Λένιν και η αξιοποίησή της στην επεξεργασία της στρατηγικής του ΚΚΕ. Αντικείμενο διαπραγμάτευσης του κειμένου είναι και η εξέγερση ως ξεχωριστή στιγμή στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, που υπόκειται σε συγκεκριμένες νομοτέλειες και απαιτεί την κατάκτηση της ανάλογης «τέχνης» από το ΚΚ.
Με αφορμή τα 60 χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου και την υποχώρηση του ΔΣΕ (Αύγουστος 1949) δημοσιεύεται αφιέρωμα που περιλαμβάνει φωτογραφικό και αρχειακό υλικό. Κείμενο με τίτλο «Οι απόρρητες οδηγίες στο Μάρκο Βαφειάδη» γραμμένο από τους Ν. Ζαχαριάδη και Γ. Ιωαννίδη και δημοσιευμένο στο «Ριζοσπάστη» στις 13 Δεκέμβρη 1996. Οι οδηγίες επικεντρώνονται στην ανάγκη να εναρμονιστεί ο ΔΣΕ ως τακτικός στρατός και όχι ως αντάρτικες ομάδες με τους πολιτικούς στόχους του, να μελετά τη στρατιωτική τακτική του αντιπάλου, αλλά και να οργανώνει τη ζωή στις περιοχές κυριαρχίας του, σύμφωνα με τους σκοπούς της εξουσίας που αντιπροσώπευε. Επίσης δημοσιεύεται το κείμενο με τίτλο «Νόμος αριθμ. 6: Για τη ρύθμιση εργατικών ζητημάτων και αιτιολογική έκθεση», που συνιστούσε νόμο της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης για την κατοχύρωση εργατικών δικαιωμάτων στις περιοχές της Ελλάδας που κυριαρχούσε ο ΔΣΕ.
Στην ενότητα Σοσιαλισμός δημοσιεύεται άρθρο του Β. Ντ. Πιχόροβιτς με τίτλο «Από την ιστορία της κυβερνητικής στην ΕΣΣΔ. Μια διαμάχη χωρίς αλήθειες». Πρόκειται για μια ιστορική αναφορά στην εμφάνιση του όρου «κυβερνητική», στη διαπάλη για το γνωστικό περιεχόμενο που σηματοδότησε αλλά και στην εξέλιξη ορισμένων επιστημονικών αντικειμένων και στη ιδεολογική πάλη που τροφοδότησαν. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα περί διώξεων της κυβερνητικής και γενικότερα της επιστημονικής έρευνας στην ΕΣΣΔ. Σημειώνουμε ότι στις σελίδες της ΚΟΜΕΠ έχουν δημοσιευτεί και άλλα άρθρα του ίδιου συγγραφέα, που αναφέρονται στην περίπτωση του μεγάλου σοβιετικού επιστήμονα της κυβερνητικής, ακαδημαϊκού Β. Μ. Γκλουσκόφ και των προτάσεών του για την αναδιοργάνωση του συστήματος διεύθυνσης των παραγωγικών μονάδων στην ΕΣΣΔ αξιοποιώντας την κυβερνητική επιστήμη, προτάσεις που απορρίφθηκαν από την ηγεσία του ΚΚΣΕ τη δεκαετία του 1960.
Ολοκληρώνοντας τη δημοσίευση των υλικών του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, στο 4ο τεύχος του 2009 δημοσιεύεται η Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, με τίτλο «Εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό».
Στο παρόν τεύχος της ΚΟΜΕΠ δημοσιεύονται κομματικά ντοκουμέντα της περιόδου από 1.5.2009 έως 26.6.2009.