ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ


του Δημήτρη Γόντικα

Το 17ο Συνέδριο έκλεισε μια μεγάλη περίοδο στην ιστορία και δράση του Κόμματος και άνοιξε μια νέα σελίδα, μια νέα περίοδο με νέα καθήκοντα και πιο προωθημένους στόχους.

ΝΕΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ, ΝΕΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

Το πέρασμα από τη φάση ανασυγκρότησης στη φάση ισχυροποίησης του Κόμματος δεν είναι μια απλή συνέχεια στη δράση του Κόμματος. Συνιστά ποιοτική αλλαγή. Επομένως, δεν αρκεί να επαναλαμβάνουμε ως σύνθημα το κύριο καθήκον και να συνεχίζουμε την πρακτική δράση, να σχεδιάζουμε και να λειτουργούμε διατηρώντας μεθόδους, πρακτικές και συνήθειες που δεν αντιστοιχούν στο σήμερα, στη νέα περίοδο που μπαίνουμε, στα νέα καθήκοντα και στόχους που οι εξελίξεις και το 17ο Συνέδριο βάζουν μπροστά μας.

Θα είναι ένα μεγάλο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση αν συνειδητοποιηθεί και προσδιοριστεί από την αρχή, από το ξεκίνημα ότι για την υλοποίηση των αποφάσεων του 17ου Συνεδρίου απαιτούνται ποιοτικές αλλαγές, αλλαγές στην κατεύθυνση, στο περιεχόμενο, στις μεθόδους καθοδήγησης, στη στάση απέναντι στις αδυναμίες συνολικά στην καθοδήγηση. Θα είναι χωρίς αμφιβολία μια φάση δύσκολη για να προσαρμόσουμε τη δουλιά μας σε όλους τους κρίκους, σε ένα ανώτερο επίπεδο, με βάση το περιεχόμενο και τις προϋποθέσεις που απαιτεί η υλοποίηση του κύριου καθήκοντος, δηλαδή, η ολόπλευρη ισχυροποίηση του Κόμματος. Δεν έχουμε όμως άλλη επιλογή και πρέπει να δώσουμε και αυτή τη μάχη με το ίδιο πάθος, αδιαλλαξία, συλλογικότητα, εφευρετικότητα, σταθερότητα, συνέπεια και αποφασιστικότητα που δώσαμε τη μάχη για την ανασυγκρότηση του Κόμματος.

Μερικές σκέψεις στο γενικό προβληματισμό που αναπτύσσεται και ωριμάζει, πώς, δηλαδή θα πιάσουμε το νήμα των αποφάσεων του 17ου Συνεδρίου και θα περάσουμε στην αντεπίθεση, στη νέα ποιότητα δουλιάς.

Πρώτον: Είναι ανάγκη να κατανοηθεί σε βάθος ο χαρακτήρας, η φύση και η ποιότητα των αλλαγών που συντελούνται στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό πεδίο στο σύστημα του ιμπεριαλισμού, στη χώρα μας και διεθνώς.

Η νίκη της αντεπανάστασης μπορεί να έδωσε ανάσα, να έκανε πιο επιθετικό τον ιμπεριαλισμό, δεν το απάλλαξε όμως - και δεν μπορούσε - από τις κρίσεις του. Ο ιμπεριαλισμός για να αντιμετωπίσει τα κρισιακά φαινόμενα, δηλαδή «τη δυσκολία που έχει σήμερα το καπιταλιστικό σύστημα, να αναπαράγει το κοινωνικό κεφάλαιο με τον ίδιο τρόπο με την ίδια σχετική ευκολία που είχε πριν»[1], προχώρησε σε μαζική κλίμακα στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που έχουν ως κύριο στόχο τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και των λαών, σε μια νέα κούρσα για την κατάκτηση νέων αγορών.

Η στρατηγική αυτή έκανε οξύτερους και πιο άγριους τους ανταγωνισμούς για το κέρδος και τη λεία νέων αγορών και χωρών, όξυνε τις κοινωνικές αντιθέσεις. Μεγάλωσε η ανισομετρία στην ανάπτυξη ανάμεσα σε διάφορες χώρες και κλάδους, όξυνε όλες τις αντιθέσεις και ιδιαίτερα τη βασική αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αποτέλεσμα από την εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβόνας. Παρά την αφαίρεση κατακτήσεων από την εργατική τάξη, τον πλήρη αφοπλισμό της από κατακτημένα δικαιώματα, τη συνέχιση και το βάθεμα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, την πιο άγρια εκμετάλλευσή της, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και της παραπέρα γιγάντωσης των μονοπωλίων, η οικονομία της ΕΕ στο σύνολό της δεν κατόρθωσε να βγει από την κρίση με υψηλούς ρυθμούς αναζωογόνησης.

Το αποτέλεσμα είναι εμφανές. Η τάση επιδείνωσης της θέσης της εργατικής τάξης και σημαντικών τμημάτων των μεσαίων στρωμάτων στις χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού είναι γενική και μη αναστρέψιμη. Οι εξελίξεις της τελευταίας 15ετίας δείχνουν ότι από τον όποιο δυναμισμό της καπιταλιστικής ανάπτυξης δε βγαίνουν ωφελημένοι οι μισθωτοί εργαζόμενοι και τμήματα των αυτοαπασχολούμενων. Συνέπεια αυτών των εξελίξεων είναι να ενισχύονται αντικειμενικά οι προϋποθέσεις αφύπνισης και χειραφέτησής τους.

«Συσσωρεύονται εξελίξεις που ενδεχομένως να φέρουν ανακατατάξεις στο συσχετισμό δύναμης στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα»[2].

Τα παραπάνω φαινόμενα αντανακλώνται πιο έντονα στη χώρα μας. Συνοψίζοντας τις οικονομικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών η ΚΕ του ΚΚΕ διαπιστώνει:

«Η ελληνική βιομηχανία, ιδιαίτερα η μεταποίηση, βρέθηκε περισσότερο εκτεθειμένη στις νέες συνθήκες του καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Η συγκριτική καθυστέρηση της βιομηχανικής ανάπτυξης, το μικρό μέγεθος της ελληνικής οικονομίας, η κληρονομιά των στρατιωτικο-πολιτικών εξαρτήσεων του ελληνικού κράτους μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ και η διαμόρφωση Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς αποδυνάμωσαν την ανταγωνιστική θέση της»[3].

Συνέπεια αυτών των εξελίξεων είναι να: «Εκδηλώνεται και στην Ελλάδα η γενική τάση ιδιαίτερα με την προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, να επιδεινώνεται σχετικά και απόλυτα η θέση της εργατικής τάξης και σημαντικού μέρους των μεσαίων στρωμάτων»[4].

Η άρχουσα τάξη στην Ελλάδα συνειδητά επέλεξε τη γραμμή της πλήρους ενσωμάτωσης στους νέους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, προς όφελος των πιο ισχυρών τμημάτων του ελληνικού κεφαλαίου. Επιλογή όμως που όξυνε τις αντιλαϊκές συνέπειες, λόγω και της υποδεέστερης θέσης της ελληνικής οικονομίας στην ευρωζώνη.

Στη βάση αυτής της ανάλυσης των κοινωνικο-οικονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα στα πλαίσια του διεθνούς ιμπεριαλισμού, το 17ο Συνέδριο κατέληξε στην παρακάτω σημαντική πρόβλεψη: «Τα επόμενα χρόνια, ο λαός αν δεν αντιδράσει αποφασιστικά και οργανωμένα θα βρεθεί σε ακόμα δυσμενέστερη θέση και ιδιαίτερα οι νεότερες ηλικίες. Καμιά παραλλαγή διαχείρισης δεν μπορεί να αναστείλει την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα»[5]. Οι εξελίξεις στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και επεμβάσεις στην ευρύτερη περιοχή, μπορούν να οδηγήσουν σε αντίστοιχες ραγδαίες, αλλά και δύσκολα προβλέψιμες σήμερα κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις.

Η μόνη εναλλακτική λύση είναι η «αποφασιστική και οργανωμένη αντίδραση» για άλλη πολιτική προς όφελος του λαού. Φορέας της άλλης πολιτικής δεν μπορεί να είναι τα μονοπώλια, η ΕΕ και τα κόμματα του μονόδρομου, αλλά η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της που πρέπει να οργανώσουν τις δυνάμεις τους με στόχο την απαλλαγή τους από την οικονομική κυριαρχία των μονοπωλίων και των ιμπεριαλιστικών ενώσεών τους, καθώς και από την πολιτική εξουσία τους. Δηλαδή, η συγκρότηση του ΑΑΔΜ με στόχο τη λαϊκή εξουσία και την κοινωνικοποίηση των βασικών και συγκεντρωμένων παραγωγής, την κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία, τη λαϊκή συμμετοχή, τον έλεγχο.

Είναι ολοφάνερη εδώ η ανάγκη συγκέντρωσης των δυνάμεων και της πάλης σε ένα άλλο ανώτερο επίπεδο. Η ενιαία στρατηγική του αντιπάλου δεν αντιμετωπίζεται με αποσπασματικά μέτρα και αγώνες αλλά με πάλη προσανατολισμένη στο πρόβλημα της εξουσίας. «Στην εφ' όλης της ύλης επίθεση του κεφαλαίου, η εργατική τάξη πρέπει να αντιτάξει την ενότητα δράσης της, τη συμμαχία της με τα άλλα στρώματα, την ενιαία και εφ’ όλης της ύλης αντεπίθεση»[6].

Δεύτερον: Σε συνάρτηση με τις παραπάνω εξελίξεις στο πεδίο της οικονομίας και πολιτικής, για τη σωστή ανάπτυξη της στρατηγικής, χρειάζεται να συνυπολογίζεται και ένας άλλος καθοριστικός παράγοντας. Είναι η πολιτική και η πρακτική των αστικών κομμάτων και του οπορτουνισμού. Εχοντας συνείδηση των δυσκολιών αλλά και των κινδύνων που απειλούν το σύστημα του κεφαλαίου και τις θετικές διεργασίες που συντελούνται στα λαϊκά στρώματα, προσαρμόζουν και αναπροσαρμόζουν συνεχώς την τακτική τους.

«Καλλιεργούν συστηματικά αυταπάτες εξαγοράζουν και εκβιάζουν συνειδήσεις, προβάλλοντας τον «κοινωνικό χαρακτήρα» μιας αντιλαϊκής οικονομικής πολιτικής» και «επιδιώκουν να διαχειρίζονται τα προβλήματα που προκαλεί η επιδείνωση των συνθηκών δουλιάς και ζωής της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, με τρόπο ώστε από τη μια μεριά να μη δυσκολευτεί η γενικότερη στρατηγική τους και από την άλλη να κρατούν υπό έλεγχο τη λαϊκή δυσαρέσκεια»[7].

Καθώς ξεθωριάζουν όλο και πιο πολύ τα στρατηγικά τους επιχειρήματα, όπως είναι το «Ευρωπαϊκό όραμα» η «ισχυρή Ελλάδα στον σκληρό πυρήνα της ΕΕ» κ.ά., συγκεντρώνουν την κύρια προσοχή τους στην αναχαίτιση της στρατηγικής της αντιμονοπωλιακής και αντιιμπεριαλιστικής συμμαχίας που αναπτύσσεται και ωριμάζουν οι προϋποθέσεις για τη συγκρότησή της. Με έντονες παρεμβάσεις σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, με ιδιαίτερη ενίσχυση και στήριξη του οπορτουνισμού, αλλά και την απειλή της βίας, καλλιεργούν την άποψη ότι αναιρείται η αναγκαιότητα της επαναστατικής στρατηγικής στο επίπεδο της χωριστής χώρας, την αυταπάτη ότι οι ριζικές αλλαγές θα γίνουν παντού ή πουθενά. Προσανατολίζουν την εργατική τάξη να εγκαταλείψει τον αγώνα για την εξουσία σε εθνικό επίπεδο. Επιχειρούν να παγιδεύσουν την κατεύθυνση της πάλης σε έναν καπιταλισμό πιο «ηθικό και ανθρώπινο» αναγορεύοντας τα περιφερόμενα φόρουμ ως το σύγχρονο επαναστατικό υποκείμενο σε αντιπαράθεση με το ρόλο της εργατικής τάξης ως επαναστατικής πρωτοπορίας για το σοσιαλισμό.

Κατά συνέπεια, η προβολή και διεκδίκηση μιας άλλης φιλολαϊκής πολιτικής πρέπει να συνοδεύεται με αποκαλυπτικό επιχειρηματολογημένο μέτωπο απέναντι στην πολιτική και τακτική του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΝ. Επίμονο αγώνα για τον απεγκλωβισμό των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων και ιδιαίτερα της νεολαίας.

«Η αποδυνάμωση της ιδεολογικής και πολιτικής επιρροής των κομμάτων αυτών, ιδιαίτερα στην εργατική τάξη και τη νεολαία, αποτελεί σοβαρή προϋπόθεση για την αλλαγή του συσχετισμού και τη δημιουργία του ΑΑΔΜ»[8].

Απαιτεί ένα ανώτερο ποιοτικά επίπεδο ιδεολογικής διαπάλης, διαφώτισης και προπαγάνδας από το ΚΚΕ. Πιο επεξεργασμένη τακτική για τον απεγκλωβισμό και τη συσπείρωση δυνάμεων, συστηματική παρακολούθηση των θέσεων και της τακτικής των αστικών και οπορτουνιστικών κομμάτων, σε κάθε τομέα.

Τρίτον: Το 17ο Συνέδριο εκτιμώντας όλους αυτούς τους παράγοντες, καθώς και το γενικό επίπεδο και τη σημερινή οργανωτική κατάσταση του Κόμματος, ανέδειξε ως κεντρικό καθήκον την ολόπλευρη ισχυροποίηση του ΚΚΕ, δίνοντας πολύ συγκεκριμένη κατεύθυνση, περιεχόμενο και στόχο. Η ανάγκη αυτή έχει σε γενικές γραμμές κατανοηθεί. Για να εμπεδωθεί και να κινείται όλο το Κόμμα σε ίδια κατεύθυνση και με ενιαία γραμμή, χρειάζεται αποφασιστική πάλη με αδυναμίες, καθυστερήσεις και κυρίως με πρακτικές και συνήθειες που αποτελούν σήμερα βαρίδια για ένα άλμα μπροστά.

Θα χρειαστεί εδώ να αξιολογηθεί σωστά αυτός ο παράγοντας. Για ένα διάστημα θα συνυπάρχει το «καινούργιο» με το «παλιό» και θα χρειαστεί σταθερότητα και υπομονετική δουλιά για να κατακτήσουμε μια ανώτερη ποιότητα στον καθοδηγητικό ρόλο του Κόμματος στην άνοδο της οργάνωσης και πάλης του λαού στην κατεύθυνση της διεκδίκησης βαθιών αλλαγών ως το επίπεδο της εξουσίας.

Χρειάζεται να βιαστούμε χωρίς όμως να αυτοσχεδιάζουμε, συντονίζοντας τις προσπάθειες μας στην προώθηση του κύριου καθήκοντος της ισχυροποίησης του Κόμματος, συγκεντρώνοντας την κύρια προσοχή στον πιο αποφασιστικό παράγοντα που είναι: Η κατάκτηση της ικανότητας, σταθερότητας και αποφασιστικότητας να δουλεύουμε και να καθοδηγούμε την πάλη του λαού με βάση την στρατηγική μας. «Να αφομοιωθεί βαθιά με όρους θεωρίας και πείρας η στρατηγική του Κόμματος και η ενιαία αντίληψη για το πώς αυτή προωθείται»[9] έχοντας ταυτόχρονα καθαρό πως: «κάθε παρέκκλιση από αυτή τη γραμμή θα φέρει το Κόμμα μπροστά σε δυσεπίλυτα προβλήματα»[10].

Είναι σαφής η προειδοποίηση του Συνεδρίου σε όλα τα καθοδηγητικά όργανα: «Αν δεν διασφαλιστεί ποιότητα και επάρκεια στον κεντρικό άξονα της δουλιάς, τότε οι επιμέρους βελτιώσεις δεν θα φέρουν ποιοτική αλλαγή, θα χάνουν τη δυναμική τους. Θα καιροφυλακτεί ο κίνδυνος παρεκκλίσεων δεξιού και αριστερού χαρακτήρα, κάτω από την αυξανόμενη πίεση που θα ασκεί ο αντίπαλος και ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης, κάτω από την πίεση των σύνθετων και πολύπλοκων καθηκόντων»[11].

ΝΑ ΔΟΥΛΕΥΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΜΑΣ

Η ουσία, το κύριο περιεχόμενο της στρατηγικής μας, η αντικειμενική δυνατότητα και αναγκαιότητα η εργατική τάξη με τους συμμάχους της να ανατρέψει επαναστατικά την εξουσία του κεφαλαίου και να ηγηθεί στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού, έχει διατυπωθεί ολοκληρωμένα στο Πρόγραμμα του Κόμματος, στο 15ο Συνέδριο και σε κατοπινές αποφάσεις Συνεδρίων. Ειδικότερα στις αποφάσεις του 17ου Συνεδρίου αναφέρεται: «Η αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή γραμμή πάλης συμβάλει στη συσπείρωση της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, στην αντίσταση και υπεράσπιση των συμφερόντων του από την επιθετικότητα του μεγάλου κεφαλαίου. Είναι ο δρόμος που βοηθά να αλλάξει ο συσχετισμός των δυνάμεων, να γίνει η προσέγγιση και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να πραγματοποιηθεί το πέρασμα στο σοσιαλισμό»[12].

ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

-€ Διευρύνονται οι διαστάσεις του μονοπωλιακού κεφαλαίου και ανταγωνισμού στο χώρο του εμπορίου και η τάση μεγαλύτερης εκτόπισης παλιών και νέων μικρεμπόρων. Μεγάλες εμπορικές αλυσίδες διασυνδέονται ακόμη και με την αγροτική παραγωγή, με μονοπώλια εισαγωγής προϊόντων διατροφής. Εφαρμόζουν εκτεταμένα ελαστικές εργασιακές σχέσεις που αυξάνουν το βαθμό εκμετάλλευσης των εργατοϋπαλλήλων (μερική απασχόληση, εντατικοποίηση εργασίας, μειωμένη ασφάλιση ή ανασφάλιστη εργασία κλπ.).

Η απαίτηση για πλήρη απελευθέρωση του χρόνου εργασίας αυτόν το στόχο υπηρετεί.

Η κοινή πάλη επομένως για την αποτροπή αυτής της ρύθμισης ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων εμπόρων και αγροτών. Ο αγώνας όμως αυτός απαιτεί, προκειμένου να έχει αποτελέσματα στην παρεμπόδιση, πολύ ισχυρό μέτωπο, υπεροχή δυνάμεων και συνεπή ταξική γραμμή απέναντι στα μονοπώλια, στα κόμματα που στηρίζουν το απελευθερωμένο ωράριο και στις ηγεσίες των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών στο χώρο. Μόνο με τέτοιους αγώνες και σε αυτή την κατεύθυνση μπορούν να συσπειρώνονται δυνάμεις με προοπτική να αλλάξουν τους συσχετισμούς, να παρεμποδιστούν αντιδραστικές αλλαγές, να αποσπαστούν κατακτήσεις.

Ο αγώνας όμως με τα μονοπώλια και τις πολιτικοσυνδικαλιστικές δυνάμεις που τα υπηρετούν θα είναι πάντα αμυντικός και με διαρκώς αμφισβητούμενα αποτελέσματα και πισωγυρίσματα, αν δεν μπει στην ημερήσια διάταξη της πάλης, από την πρωτοπορία αυτού του αγώνα, την εργατική τάξη, η πάλη για πλήρη κατάργηση των μονοπωλίων, δηλαδή η πάλη για την εξουσία.

Δουλεύουμε με τη στρατηγική, στη συγκεκριμένη περίπτωση σημαίνει σταθερή και ολοκληρωμένη γραμμή πάλης με τα μονοπώλια του κλάδου πανελλαδικά και τοπικά, πολιτική συμμαχιών, σχέδιο συγκέντρωσης δυνάμεων, σε αυτή τη γραμμή ιδεολογικό μέτωπο με διάφορα ιδεολογήματα που σερβίρουν. Στη γραμμή αυτή ποιος είναι ο πιο αποφασιστικός κρίκος, το κύριο, το ζητούμενο; Είναι χωρίς αμφιβολία το σχέδιο για τη συγκέντρωση και προετοιμασία δυνάμεων. Στο σημείο αυτό αξίζει να υπογραμμίσουμε ένα ενδιαφέρον ιδεολογικοπολιτικό φαινόμενο. Το μονοπώλιο συγκεντρώνει τεράστια δύναμη που εξουσιάζει και εκμεταλλεύεται. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, όμως, δημιουργεί και τους όρους, αντικειμενικά, της ανατροπής του: τη μεγάλη κοινωνικοποίηση της εργασίας που έρχεται σε αντίθεση με την παρασιτική μετοχική ατομική ιδιοκτησία στα μέσα και στα προϊόντα της παραγωγής.

Η στρατηγική της Λισσαβόνας, που επικαιροποιήθηκε πρόσφατα στην εαρινή Σύνοδο Κορυφής, θα επιταχύνει αυτές τις διαδικασίες σε γενική κλίμακα. Γιγάντωση μονοπωλιακών ομίλων σε εθνική και πανευρωπαϊκή κλίμακα με ταυτόχρονη προώθηση σαρωτικών μέτρων σε βάρος της εργατικής τάξης, των αυτοαπασχολούμενων και ειδικά των γυναικών και της νεολαίας. Η ανεργία, η φτώχεια, η καταπίεση θα πάρουν μεγάλες διαστάσεις.

Ανοίγονται μεγάλα μέτωπα πάλης. Από τη γενική απελευθέρωση της αγοράς εργασίας (ωράριο 65 ωρών, κατάργηση συλλογικών συμβάσεων, ελευθερία απολύσεων) γενικευμένες ιδιωτικοποιήσεις και στους κοινωνικούς τομείς (παιδεία, υγεία, πρόνοια) ως το ασφαλιστικό.

Γενικευμένη πρέπει να είναι και η απάντηση σε αυτά τα μέτωπα με συσπείρωση δυνάμεων αλλά με δημιουργία ταυτόχρονα των προϋποθέσεων αντεπίθεσης, με αιτήματα και συνθήματα στη γραμμή ρήξης και σύγκρουσης. Από τη διεκδίκηση του δικαιώματος για σταθερή δουλιά για όλους, την κατάργηση του ιδιωτικού τομέα στην παιδεία και την υγεία ως την απειθαρχία στις αποφάσεις της ΕΕ. Οροι και προϋποθέσεις για τη δημιουργία του ΑΑΔΜ και τη διεκδίκηση αλλαγών σε επίπεδο εξουσίας. Πρακτικά σημαίνει να μάθει ο λαός την αλήθεια για τις πολιτικές αιτίες των προβλημάτων του, με συστηματική διαφωτιστική δουλιά των κομμουνιστών, για την πολιτική διέξοδο που προτείνει το Κόμμα. Αυτή είναι η πρώτη και βασική προϋπόθεση για να συνειδητοποιηθούν και τα πρακτικά βήματα στην οργάνωση, τον απεγκλωβισμό κλπ.

Εδώ ακριβώς βρίσκεται και ο ρόλος του Κόμματος, η κύρια αποστολή, να συμβάλλει στην επιτάχυνση της διαμόρφωσης των υποκειμενικών προϋποθέσεων.

Οι υλικές, αντικειμενικές προϋποθέσεις έχουν δημιουργηθεί, έχουν ωριμάσει, πρέπει να οργανωθεί η εργατική τάξη, τα μικρά νοικοκυριά, κλπ. σε μέτωπο αντιμονοπωλιακό, μέσα από μια σταθερή, επίμονη πορεία διαφώτισης, οργάνωσης των εργαζομένων, αλλαγών συσχετισμών δύναμης και ισχυροποίησης των ταξικών δυνάμεων, του ίδιου του ΚΚΕ. Ο δρόμος για την ισχυροποίηση του ΚΚΕ.

ΕΝ ΟΨΕΙ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ

Οι προσεχείς Τοπικές εκλογές θα πάρουν χαρακτήρα γενικευμένης πολιτικής αναμέτρησης. Η γραμμή πάλης και συσπείρωσης που το ΚΚΕ πρέπει να προβάλλει δεν μπορεί να ξεκινάει από το τοπικά ιδιαίτερο. Οι Δήμαρχοι και Νομάρχες - της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και των συμμάχων τους - όλα αυτά τα χρόνια έδρασαν ως συνεπείς και σταθεροί εκφραστές των αντιλαϊκών πολιτικών και συνένοχοι στη λεηλασία των λαϊκών εισοδημάτων και του λαϊκού πλούτου. Είναι εκφραστές της φορομπηχτικής πολιτικής και της εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, των ιδιωτικοποιήσεων. Με την πολιτική τους, έχουν τη δική τους συμβολή στη χειραγώγηση και τον εγκλωβισμό των λαϊκών δυνάμεων στο μονόδρομο των ιδιωτικοποιήσεων, της πολλαπλής φορολογίας, της προσωρινής απασχόλησης, «της Ευρώπης των περιφερειών» κλπ. Ανεξάρτητα, δηλαδή, από τις ιδιαιτερότητές του κατά Δήμο και Νομαρχία έχουν ενιαία πολιτική, την οποία προσαρμόζουν ανάλογα.

Η βάση της συσπείρωσης για την απόρριψή τους πρέπει να είναι η ανοικτή και απερίφραστη καταδίκη της πολιτικής που εφάρμοσαν και των κομμάτων που εκπροσωπούν ως γενική και ενιαία γραμμή πάλης. Βάση συσπείρωσης δεν μπορεί να είναι γενικά τα προβλήματα των δημοτών αλλά η προβολή και διεκδίκηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, για πολιτική κατάργησης των πολλαπλών φορολογικών επιδρομών, των ιδιωτικών συμφερόντων τους στους τομείς της παιδείας, υγείας, αθλητισμού, πολιτισμού, κλπ. με διεκδίκηση έργων κοινωνικής υποδομής για ανακούφιση της ανεργίας (γενικευμένη επιδότηση) και των οξυμένων κοινωνικών αναγκών (παιδικοί σταθμοί) ως ενιαία πολιτική που προσαρμόζεται στις τοπικές ιδιαιτερότητες.

Γίνεται ελπίζουμε φανερό - και μέσα από τα περιορισμένα σχετικά παραδείγματα - ότι η γραμμή πάλης και συσπείρωσης, η στρατηγική του ΚΚΕ, πατάει στέρεα στην πραγματικότητα και έχει ως κύριο στόχο την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων και την ανάπτυξη των συμμαχιών για το μέτωπο, τη λαϊκή εξουσία και τη λαϊκή οικονομία. Είναι γραμμή πάλης σε κάθε μέτωπο δράσης για τον απεγκλωβισμό δυνάμεων από τα κόμματα που υπηρετούν και στηρίζουν αυτά τα συμφέροντα. Από τη σκοπιά αυτή υπερασπιζόμαστε και διεκδικούμε λύσεις στα μεγάλα και οξυμένα προβλήματα του λαού.

Το 17ο Συνέδριο προσδιορίζει με σαφήνεια τι σημαίνει να δουλεύουμε με τη στρατηγική μας. «Δράση με βάση τη στρατηγική σημαίνει ότι στην πρώτη γραμμή μπαίνει η συμβολή στην άνοδο της πολιτικής πείρας στο πέρασμα σε μια άλλη ποιότητα που οδηγεί το κίνημα να ασκεί υπολογίσιμη πίεση. Να αποσπώνται παραχωρήσεις, να συντελούνται διαφοροποιήσεις στο συσχετισμό δύναμης, ώστε να περάσει το λαϊκό κίνημα σε αντεπίθεση».

Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ είναι βασική προϋπόθεση για να αποκτήσει ο αγώνας και η συσπείρωση των λαϊκών μαζών αυτά τα χαρακτηριστικά. Η ισχυροποίηση όμως του ΚΚΕ θα προέλθει μόνο παλεύοντας για την προώθηση της στρατηγικής του με σταθερότητα, συνέπεια και ικανότητα εξειδίκευσης και προσαρμογής σε κάθε ξεχωριστό τομέα δράσης.

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΜΕ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ

Ολα αυτά τα χρόνια από την ανασυγκρότηση του Κόμματος, όλες οι οργανώσεις του Κόμματος, ΚΟΒ, ΑΕ, ΝΕ, Επιτροπές Περιοχών και οι αντίστοιχες οργανώσεις της ΚΝΕ έχουν αποκτήσει μια πλούσια πείρα στην πολιτική πάλη. Εχουν διαμορφώσει στο χώρο που κινούνται ένα σχέδιο δράσης, στόχους πάλης και ένα περίγυρο δυνάμεων. Γνωρίζουν καλύτερα το χώρο ευθύνης τους. Αυτός ο σχεδιασμός πρέπει να συστηματοποιηθεί και να ολοκληρωθεί σε τρεις βασικές κατευθύνσεις:

α) Να διατάξουν τις δυνάμεις που έχουν στον περίγυρό τους (οπαδούς, φίλους, ψηφοφόρους του Κόμματος) σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις και μέτωπα ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του χώρου που κινείται κάθε ΚΟΒ: τους τόπους δουλιάς, τα συνδικάτα, τις επιτροπές του ΠΑΜΕ, τους συλλόγους των ΕΒΕ, τα μέτωπα πάλης για τα ζητήματα της παιδείας και της νεολαίας, τις μαζικές οργανώσεις των γυναικών και άλλους φορείς, ως μια βάση και αφετηρία διεύρυνσης αυτού του κύκλου με μόνιμη, σταθερή δουλιά για την ανάπτυξη της οργανωμένης λαϊκής οργάνωσης και πάλης. Να ξεπεραστεί η γενική και άμορφη «δουλιά στις μάζες» με προτεραιότητα προσανατολισμού στην εργατική τάξη και τη νεολαία. Μια τέτοια διάταξη που δεν θα εγκαταλείπεται ύστερα από μια γενική ή τοπική μάχη.

β) Καλή καταγραφή όλων των χώρων εργασίας και χώρων που εργάζεται, σπουδάζει, αθλείται και ψυχαγωγείται η νεολαία και τα παιδιά, από τους παιδικούς σταθμούς μέχρι τα ΑΕΙ-ΤΕΙ κλπ., με στόχο και προοπτική να αναπτυχθεί η κομματική και κνίτικη δουλιά.

γ). Να ξέρουν καλά σε κάθε χώρο τη διάταξη και το συσχετισμό δυνάμεων. Αυτός ο σχεδιασμός είναι η βάση, το θεμέλιο ώστε κάθε οργάνωση να ξέρει κάθε σοβαρό ζήτημα που απασχολεί την εργατική τάξη, τη νεολαία στον τόπο δουλιάς και κατοικίας, γενικά τα λαϊκά στρώματα σε κάθε τομέα, ακόμα και όσα συμβαίνουν στον κρατικό μηχανισμό και στην εκκλησία και σχετίζονται με τα συμφέροντα και προβλήματα του λαού, των γυναικών, της νεολαίας.

Πέρα από τις αδυναμίες και τις ανεπάρκειες που υπάρχουν σε κάθε οργάνωση στο ζήτημα της καλής γνώσης του χώρου και της διάταξης των δυνάμεων, το 17ο Συνέδριο επισημαίνει ότι δεν αρκεί μόνο η ολοκλήρωση αυτής της προσπάθειας ώστε να είναι ενταγμένη στη στρατηγική του Κόμματος, σταθερά ως προς το περιεχόμενο δουλιάς. Με εξαίρεση μεγάλες μάχες πανελλαδικού χαρακτήρα, όπου όλες οι οργανώσεις δουλεύουν με ενιαίο σχέδιο προσαρμοσμένο στο χώρο τους, η κατοπινή δράση είναι κατά κανόνα αποσπασματική και περιορισμένη σε σχέση με τη στρατηγική του Κόμματος.

Στο ζήτημα αυτό ακριβώς πρέπει να γίνουν αλλαγές και προσαρμογές στον προσανατολισμό δράσης των ΚΟΒ και στην καθοδήγηση των ΑΕ, ΝΕ κλπ.

Προτεραιότητα πρέπει να αποκτήσει η πολιτική πάλη, δηλαδή η σχεδιασμένη δουλιά για την προβολή και εκλαΐκευση της πρότασης του Κόμματος για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης, η προβολή και εκλαΐκευση των θέσεων του Κόμματος για το κάθε κοινωνικό πρόβλημα, αλλά και ανάδειξη των πολιτικών και κοινωνικο-οικονομικών προϋποθέσεων που απαιτούνται για τη λύση τους.

Σχεδιασμός που θα είναι σταθερός, δε θα αλλάξει, θα πατάει στο σχέδιο διάταξης δυνάμεων που έχει κάθε οργάνωση. Σχεδιασμός που θα εμπλουτίζεται με επίδειξη μεγάλης ετοιμότητας και ευελιξίας απέναντι στην επικαιρότητα, π.χ. «Ευρωσύνταγμα» και νέα αντιλαϊκά μέτρα κλπ. Με τον τρόπο αυτό θα συνδέεται όλη η δράση του Κόμματος πανελλαδικά και σε κάθε Νομό και χώρο με το ενιαίο περιεχόμενο πάλης. Με σχέδιο που θα συνδυάζει την αυτοτελή πολιτική δράση του Κόμματος, με τη δράση στο μαζικό κίνημα, στις συσπειρώσεις, το ιδεολογικό μέτωπο, αυτοτελώς και μέσα στο κίνημα. Ανάπτυξη των μορφών οργάνωσης και πάλης, της συσπείρωσης με μέτωπο ενάντια στην ΕΕ και στα κόμματα των μονόδρομων, με αιτήματα και στόχους πάλης τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες. Να ισχυροποιείται, δηλαδή το ρεύμα αμφισβήτησης της νομιμότητας του κεφαλαίου και της ΕΕ, της κυβέρνησης, των σημερινών συσχετισμών. Ενα ρεύμα που θα αντιπαλεύει τις κυρίαρχες πολιτικές και θα διεκδικεί την εξουσία.

ΣΥΝΟΨΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΞΟΝΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

-€ Μόνιμο και σταθερό σχέδιο αυτοτελούς δουλιάς από κάθε οργάνωση, με πολλές μορφές, συσκέψεις, συζητήσεις, συγκεντρώσεις κλπ., με εναλλαγή θεμάτων ανάλογα με το χώρο και την επικαιρότητα. Σχέδιο που δε θα ανατρέπεται αλλά θα εντάσσει και θα αξιοποιεί κάθε επίκαιρο ζήτημα σε αυτό το σχεδιασμό. Βάση οι προτάσεις του Κόμματος του Γενάρη 2003.

€ Αξιοποίηση οπαδών, με στόχο τη συνεχή διεύρυνση αυτού του κύκλου. Εξειδικευμένο πρόγραμμα στις γυναίκες, στη νεολαία.

€- Αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη» και των προπαγανδιστικών υλικών του Κόμματος, όχι απλά ως διανομή αλλά ως καθοδήγηση για πρωτόβουλη δράση.

-€ Οργάνωση και ανάπτυξη στη βάση αυτή, με σχετικές προσαρμογές, των συνδικάτων και άλλων μαζικών οργανώσεων, ώστε να αναπτύσσεται η λαϊκή αυτενέργεια και πρωτοβουλία και να συνενώνεται η πάλη στα μεγάλα προβλήματα, όπως εκφράζονται σε κάθε χώρο, με σταθερό αντιμονοπωλιακό, αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό. Αιχμές στις διεκδικήσεις πρέπει να υπάρχουν, όχι όμως κατακερματισμός και αποσπασματική αντίληψη των αναγκών της εργατικής και λαϊκής οικογένειας, αφαίρεση από τις αιτίες που τα γεννούν. Κρίσιμης σημασίας ζήτημα είναι η ανάπτυξη της διαπάλης με τις άλλες δυνάμεις και στα πλαίσια του μαζικού κινήματος.

Ολα αυτά απαιτούν εξοπλισμό, βοήθεια, έλεγχο, συνεχή μελέτη της πείρας.

Μέσα από όλη αυτή την πολιτική και μαζική δράση οφείλουμε να έχουμε ως ξεχωριστούς στόχους για την οργανωτική ισχυροποίηση του Κόμματος και την οικοδόμηση του Μετώπου τις εξής επιδιώξεις: α) Την οικοδόμηση νέων ΚΟΒ και ΟΒ στους τόπους δουλιάς και τη μαζικοποίηση αυτών που υπάρχουν. β) Την ενίσχυση των συμμαχιών και των συσπειρώσεων που υπάρχουν.

Η πείρα του ΠΑΜΕ ως πόλος συσπείρωσης των ταξικών δυνάμεων έδειξε ότι ήταν ενέργεια στρατηγικής σημασίας. Η εκπλήρωση της αποστολής του δεν είναι υπόθεση ορισμένων στελεχών. Πρέπει να γίνει υπόθεση κάθε ΚΟ που έχει γύρω της τόπους δουλιάς, σωματεία και εργαζόμενους που δεν συμφωνούν με τις ξεπουλημένες συνδικαλιστικές εργασίες. Η συγκρότηση Επιτροπών του ΠΑΜΕ δεν είναι ένα επιπλέον καθήκον. Είναι δεμένο, πρέπει να είναι δεμένο με τον κεντρικό άξονα της δράσης μας, με την πολιτική δράση ή τον αγώνα για την αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων, τη συσπείρωση δυνάμεων σε αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες μορφές συσπείρωσης. Είναι μοχλοί, κρίκοι για την οργάνωση και τη συμμαχία των λαϊκών μαζών και ουσιαστική συμβολή στην οικοδόμηση του ΑΑΔΜ.

Στο συνηθισμένο και υπαρκτό ερώτημα «πού θα βρεθούν οι δυνάμεις για να προχωρήσει η συνολική δουλιά των οργανώσεων του Κόμματος στη γραμμή του Μετώπου»; Η απάντηση είναι μία: Οι δυνάμεις υπάρχουν στην εργατική τάξη, τη νεολαία, στους οπαδούς και φίλους του Κόμματος.

Εκεί οι δυνάμεις και οι εφεδρείες είναι ανεξάντλητες φτάνει να δουλεύουμε σχεδιασμένα, με τη στρατηγική μας. Τότε θα αναδειχτούν νέοι μαχητές και μαχήτριες και νέα στελέχη. Αυτός είναι ο δρόμος που το Κόμμα έλυνε πάντα το πρόβλημα αυτό σε όλη την ιστορική του διαδρομή.

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΥΛΙΑ ΣΤΙΣ ΜΑΖΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ

Τα συνδικάτα, οι μαζικές λαϊκές οργανώσεις δεν είναι παραρτήματα του Κόμματος, έχουν τη δική τους αυτοτέλεια, φροντίζουν για τη μαζικοποίησή τους την οργάνωση της λειτουργίας τους. Οι κομμουνιστές είναι πρωτοπόροι στην ανάπτυξή τους. Μαζί με τους οπαδούς δουλεύουν για να αναδεικνύουν την κατεύθυνση της λύσης και τις προϋποθέσεις που απαιτούνται.

Οι κομμουνιστές πρέπει να δώσουν τη μάχη για να ξεπεραστεί το φαινόμενο της απομαζικοποίησης και γραφειοκρατικοποίησης των σωματείων. Να δουλεύουν σωστά, συσπειρωτικά, αλλά να μη «χάνονται στις μάζες», να μην υποκύπτουν στις αρνητικές τάσεις κάτω από το βάρος αρνητικών συσχετισμών ή άλλων δυσκολιών. Δε φτάνει να εξασφαλίζεται η συμφωνία σε ένα πρόβλημα, σε κάποιους στόχους ή μορφές πάλης. Δε φτάνει για παράδειγμα να συμφωνούμε ότι πρέπει να διεκδικούμε καλύτερη υγεία ή παιδεία αν δεν έχει μέτωπο αιχμής την κατάργηση του ιδιωτικού τομέα. Δε φτάνει να υπάρχει συμφωνία για απεργία, αλλά με κάλυψη των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών. Δεν αρκεί να συμφωνούμε γενικά ενάντια στον πόλεμο και να μην αποκαλύπτονται οι ευθύνες όσων στηρίζουν τον πόλεμο κλπ.

«Σταθερός, αμετακίνητος στόχος των στελεχών και μελών του Κόμματος πρέπει να είναι η διαμόρφωση ενός ενωτικού, συσπειρωτικού κινήματος με αντιιμπεριαλιστικούς αντιμονοπωλιακούς στόχους πάλης, που τελικά θα διαμορφώνει συνολική αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση. Χειραφετημένο - όσο γίνεται - από τη λογική του μονόδρομου, ανεξάρτητο και αυτοτελές από τις δυνάμεις της εργοδοσίας, του κεφαλαίου γενικότερα των κομμάτων του»[13].

Στην τακτική μας στους μαζικούς αγώνες και στις μαζικές οργανώσεις πρέπει να εξασφαλίζεται η συνέχεια. Η μια δραστηριότητα να προετοιμάζει την επόμενη. Οχι τελειώνοντας, για παράδειγμα, τις αρχαιρεσίες σε ένα σωματείο ή μια απεργιακή κινητοποίηση και ξαναπιάνουμε τη δουλιά στις επόμενες αρχαιρεσίες ή την επόμενη κινητοποίηση. Δεν πρέπει επίσης να κομματιάζουμε τα προβλήματα της εργατικής λαϊκής οικογένειας στην οργάνωση των διεκδικήσεων. Ο εργάτης δεν αντιμετωπίζει μόνο προβλήματα στη δουλιά, έχει μια οικογένεια πίσω του που αντιμετωπίζει ένα σύνολο προβλημάτων, από το μεγάλωμα των παιδιών ως τους γέροντες γονείς. Το ίδιο ο αγρότης, ο ΕΒΕ κλπ.

ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΑΣΗΣ ΣΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΟΥΛΙΑΣ, ΣΤΗ ΜΟΡΦΩΣΗ

Εκπλήρωση καθηκόντων στρατηγικής σημασίας δεν μπορεί να γίνει χωρίς ένα ανώτερο ιδεολογικό πολιτικό επίπεδο συνολικά του Κόμματος αλλά και κάθε στελέχους και μέλους του Κόμματος. Οι απαιτήσεις σε αυτό τον τομέα είναι μεγάλες και θα ανεβαίνουν συνεχώς.

Πώς θα λυθεί αυτό το ζήτημα; Πρακτικές λύσεις υπάρχουν, θα βρεθούν. Το κύριο είναι να αλλάξει η στάση στο ζήτημα της μελέτης, να συνδεθεί αδιάσπαστα με την πρακτική δράση. Να απαλλαγούμε όλοι από την αντίληψη ότι η πείρα που έχουμε κατακτήσει είναι αρκετό εφόδιο ή ότι, ακόμη χειρότερο, δεν προλαβαίνουμε.

«Αν όλα, χωρίς εξαίρεση, τα μέλη του Κόμματος δεν αποκτήσουν διαφορετική στάση για τη μελέτη και το διάβασμα, ατομικό και συλλογικό, με τη μορφή μαθημάτων και αυτομόρφωσης δε θα μπορέσει το Κόμμα να ανταποκριθεί στα σύνθετα καθήκοντα που πρέπει να αντιμετωπίσει»[14].

Η δημιουργική γνώση και αφομοίωση της κομμουνιστικής κοσμοθεωρίας είναι πηγή δύναμης για νικηφόρους αγώνες, όπλο στην πάλη με τον οπορτουνισμό και καθοριστικής σημασίας στοιχείο για τον εμπλουτισμό του περιεχομένου της καθοδηγητικής δουλιάς. Είναι αναγκαία προϋπόθεση για να κατακτήσουμε σταθερότητα στη γραμμή, στους στόχους, στα καθήκοντα που αποφασίζουμε με βάση φυσικά την στρατηγική μας. Είναι μια μεγάλη κομματική αρετή που πρέπει να κατακτηθεί, δίπλα στην ικανότητα και την τέχνη να οργανώνουμε και να καθοδηγούμε την ταξική πάλη, έχοντας πάντα αμετακίνητη την προσήλωσή μας στο κεντρικό καθήκον: Ισχυρό ΚΚΕ για το λαό, τη λαϊκή συμμαχία, το σοσιαλισμό.


ΣημειώσειςΣημειώσεις

Ο Δημήτρης Γόντικας είναι μέλος του ΠΓ και επικεφαλής της Γραμματείας της ΚΕ του ΚΚΕ.

[1] Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο, σελ. 5.

[2] Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο, σελ.5, το ίδιο στη σελ. 17.

[3] Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο, σελ. 17.

[4] Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο, σελ. 20.

[5] Πολιτική Απόφαση του 17ου Συνεδρίου, σελ. 8.

[6] Εισήγηση της ΚΕ στο 17ο Συνέδριο, σελ. 4.

[7] Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο, σελ. 21.

[8] Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο, σελ. 21.

[9] Πολιτική Απόφαση του 17ου Συνεδρίου, σελ. 8.

[10] Πολιτική Απόφαση του 17ου Συνεδρίου, σελ. 8.

[11] Εισήγηση της ΚΕ στο 17ο Συνέδριο, σελ. 9.

[12] Πολιτική απόφαση του 17ου Συνεδρίου, σελ. 10.

[13] Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο, σελ. 53.

[14] Εισήγηση της ΚΕ στο 17ο Συνέδριο, σελ. 25.