Η αρχή έγινε με την αποκάλυψη γεγονότων σχετικών με την προσωπική ζωή (διασκέδαση σε κακόφημα μπαρ, σεξουαλικές προτιμήσεις) ορισμένων ιεραρχών της ορθόδοξης εκκλησίας της Ελλάδας που τυπικά δε συνάδουν με τους κανόνες και την «ηθική» της εκκλησίας. Συνεχίστηκε στην ίδια ρότα αλλά ενέπλεξε και γεγονότα που αποκάλυπταν τη διαπλοκή της εκκλησίας (μέσω ιερωμένων της) με την αστική δικαιοσύνη (περίπτωση αρχιμανδρίτη Γιοσάκη με την πρωτοδίκη Αντωνία Ηλία και άλλους δικαστικούς). Αποδόθηκαν κατηγορίες σχετικά με την ανάπτυξη παράνομων -με βάση τους αστικούς νόμους του ποινικού δικαίου - δραστηριοτήτων που οδήγησαν ως την προφυλάκιση Γιοσάκη για αρχαιοκαπηλία, καταχρήσεις κ.ά. Η Α. Ηλία κατηγορήθηκε ότι μεροληπτούσε δικαστικά υπέρ του Γιοσάκη, απαλλάσσοντάς τον από κατηγορίες. Βεβαίως στο φως της δημοσιότητας ήρθαν και περιπτώσεις διαπλοκής ιεραρχών, ακόμη και του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, με ανθρώπους που επίσης εμφανίζονται ως ιερωμένοι, αλλά έχουν κατηγορηθεί και καταδικαστεί ερήμην για συμμετοχή σε εγκλήματα του ποινικού δικαίου (Βαβύλης για εμπόριο ναρκωτικών). Στη συνέχεια αποκαλύπτεται ότι υπάρχει και διαπλοκή με ελληνικές και ξένες μυστικές υπηρεσίες (Βαβύλης με ελληνική ΕΥΠ και Ισραηλινή Μοσάντ) και μάλιστα σε γνώση της ιεραρχίας της ελληνορθόδοξης εκκλησίας ή τουλάχιστον του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου και στενών συνεργατών του.
Αυτό το φαινομενικά παράξενο κουβάρι διαπλοκής προσώπων της ελληνορθόδοξης εκκλησίας, της αστικής δικαιοσύνης, των μυστικών υπηρεσιών και του εγκλήματος (οργανωμένου ή μη, δεν έχει σημασία) δεν πρέπει να εκλαμβάνεται και να αντιμετωπίζεται ως προσωπική επιλογή ή προσωπική παραβατικότητα των ανθρώπων που υπηρετούν τους συγκεκριμένους θεσμούς του αστικού νομικοπολιτικού εποικοδομήματος και ενέχονται σε αυτή τη διαπλοκή. Πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μέρος της δράσης αυτών των θεσμών. Γιατί, όπως αποκαλύφθηκε, όλα αυτά ή κάποια από αυτά, ήταν σε γνώση των οργάνων αυτών των θεσμών ή σε ορισμένους εκπροσώπους τους τουλάχιστον. Για παράδειγμα, γνώριζε ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος (και όχι μόνον αυτός) και ενέχεται ο ίδιος σε πολλά από τα τεκταινόμενα. Ο ίδιος έστειλε το Βαβύλη στο Ισραήλ, για να συμβάλει στην εκλογή του Πατριάρχη Ειρηναίου στο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων. Αλλά και στα όργανα της Δικαιοσύνης φαίνεται να ήταν γνωστά, εκτιμώντας εκ των υστέρων ότι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης αναπτύσσει δραστήρια παρέμβαση στα όργανα της δικαιοσύνης, πριν ακόμη από τις αποκαλύψεις. Είναι δε τόσο έντονες οι δημόσιες τοποθετήσεις της για την αναγκαιότητα μεταρρυθμίσεων με στόχο την «εύρυθμη» λειτουργία της δικαιοσύνης, ώστε προκαλεί αντιδράσεις από διάφορες πλευρές, για κυβερνητική επέμβαση στη δήθεν «ανεξαρτησία» του συγκεκριμένου θεσμού.
Με την ευκαιρία δε όλων αυτών, θα λέγαμε ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι «δίκαιη» όταν εφαρμόζει τον άδικο ταξικό νόμο. Είναι δίκαιη όταν κόντρα στις δυσκολίες καταφέρνει να αποφασίζει με βάση το δίκαιο του λαού. Ακόμη και σήμερα υπάρχουν περιθώρια.
Επανερχόμενοι στα γεγονότα, δε θα μπορούσαμε να τα θεωρήσουμε μεμονωμένα περιστατικά. Σε αυτή τη λογική προσανατολίζει η λεγόμενη «αυτοκάθαρση των θεσμών» από τα στοιχεία, δηλαδή τους ανθρώπους που κατηγορούνται ως παραβάτες των κανόνων λειτουργίας των θεσμών. Και αυτό σε συνδυασμό με την επεξεργασία και εφαρμογή πρόσθετων θεσμικών μέτρων που δήθεν να αποτρέπουν την παραγωγή και αναπαραγωγή ανάλογων φαινομένων. Αυτή η κατεύθυνση της «αυτοκάθαρσης» επιδιώκει να αποπροσανατολίσει τις λαϊκές δυνάμεις από την ουσία των φαινομένων, και τον ταξικό χαρακτήρα των θεσμών του αστικού νομικοπολιτικού εποικοδομήματος, παρουσιάζοντάς τους ως υπερταξικούς.
Πρόκειται, όμως, για θεσμούς που υπηρετούν την οργάνωση της κοινωνίας υπό την οικονομική κυριαρχία του κεφαλαίου, με ταξικότητα στη λειτουργία τους. Εκδηλώνεται και με την ιδιαίτερη διαπλοκή τους με τις μυστικές υπηρεσίες και το έγκλημα. Αλλά και γενικότερα, οι κατασταλτικοί μηχανισμοί και οι μυστικές υπηρεσίες πιο συγκεκριμένα, αποτελούν μηχανισμό για την ύψιστη ασφάλεια και προστασία της αστικής εξουσίας και των θεμελίων της, διαπλέκονται συνειδητά με το έγκλημα. Δεν μπορούν να κάνουν χωρίς αυτό. Οι υπηρεσίες, μυστικές και φανερές, συμμετέχουν συνειδητά στο έγκλημα, στο όνομα της πάταξής του και της δήθεν απαλλαγής της αστικής κοινωνίας από αυτό. Δηλαδή μιας κοινωνίας που το παράγει και το αναπαράγει, αναπαράγοντας τα οικονομικά της κύτταρα. Το χρειάζονται ακριβώς γιατί κάνουν «βρώμικες δουλιές».
Οι πρόσφατες αποκαλύψεις είναι αποτέλεσμα της αποστεγανοποίησης του καθενός θεσμού. Τα στεγανά στη λογική «τα εν οίκω μη εν δήμω» είναι στεγανά πρωταρχικά για το λαό, για να μπορούν να κάνουν τη δουλιά τους στα πλαίσια του καταμερισμού εργασίας της αστικής τάξης. Πράγματι, οι υπηρεσίες ή οι διάφοροι μηχανισμοί δράσης τους με πλοκάμια, πρωταρχικά απλωμένα στους θεσμούς του αστικού πολιτικού συστήματος, έχουν επίσης στεγανά ανάμεσά τους, μη γνωρίζοντας ο ένας τη δράση του άλλου. Γι' αυτό και κάποτε εμφανίζονται να δρουν αντιθετικά, δημιουργώντας προβλήματα καμιά φορά κρίσιμα για το ίδιο το αστικό πολιτικό σύστημα. ΄Η ωθούνται να δρουν αντιθετικά όταν το έχει ανάγκη το ίδιο το αστικό νομικοπολιτικό εποικοδόμημα. Τέτοια φαινόμενα αποκαλύπτονται από τη μπόχα που αναβλύζει η σαπίλα τους στην εποχή ιδιαίτερα του τελευταίου σταδίου του καπιταλισμού. Ο παρασιτισμός του καπιταλισμού που τραβά ολοένα και πιο βαθιά στην αντίδραση, αποτελεί και απότοκο της ίδιας της εξέλιξής του. Επομένως είναι φαινόμενο που αναπαράγεται σε ολοένα και μεγαλύτερη έκταση και με μεγαλύτερη ένταση. Ταυτόχρονα, στο εσωτερικό των θεσμών εκφράζονται αντιθέσεις κάποιες φορές και οξύτατες, που αντανακλούν τις ίδιες τις εσωτερικές αντιθέσεις της άρχουσας τάξης. Μερικές φορές είναι και αντιθέσεις λόγω των ιδιαίτερων συμφερόντων διαφορετικών μερίδων της άρχουσας τάξης, σε συνδυασμό και με σχέσεις με διαφορετικά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, π.χ. ΗΠΑ και ΕΕ, και έτσι μπορεί κατά περίπτωση να αντανακλούν και διαφορετικούς προσανατολισμούς. Ακριβώς γι’ αυτό, αποτελούν και έναν από τους κινδύνους υπονόμευσης των θεμελίων του συστήματος.