Η υγεία είναι κοινωνικό ζήτημα και γι’ αυτό αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τα κοινωνικο-οικονομικά συστήματα στη βάση των δύο εκ διαμέτρου αντίθετων κοσμοθεωρητικών αντιλήψεων. Στον καπιταλισμό αντιμετωπίζεται από την πλευρά των συμφερόντων των καπιταλιστών, σαν απλή αναπαραγωγή της ικανότητας για εργασία, ενώ στο σοσιαλισμό από την πλευρά των συμφερόντων της εργατική τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, σαν πλήρης άνθιση σωματικής, πνευματικής, ψυχικής και κοινωνικής ισορροπίας του ανθρώπου. Ετσι ώστε να βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους αρμονίας με το πάσης φύσεως περιβάλλον του (εργασιακό, φυσικό, οικογενειακό, κοινωνικό κλπ.).
Η αστική αντίληψη θεωρεί υγεία σαν προσωπική-ατομική υπόθεση, σαν κάτι που έχει σχέση με «τον εσωτερικό κόσμο» του κάθε ανθρώπου, δηλαδή τις βιολογικές και ψυχολογικές του ισορροπίες, ανεξάρτητα από τις κοινωνικές σχέσεις. Η αντίληψη αυτή αποδέχεται γενικά την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος στη διάδοση των ασθενειών, αλλά θεωρεί ότι αυτή η επίδραση είναι ένας επιπλέον και όχι ο κύριος εξωτερικός βλαπτικός παράγοντας.
Η μαρξιστική αντίληψη θεωρεί την υγεία σαν πλήρη ικανότητα του ανθρώπου για κοινωνική και εργασιακή δραστηριότητα και υιοθετεί το κοινωνικό - εργασιακό κριτήριο για τον καθορισμό της υγείας σαν όριο διαχωρισμού υγείας - ασθενείας. Γιατί φύση και κοινωνία, βιολογικό και κοινωνικό είναι ενωμένα στον άνθρωπο και πρωταρχικής σημασίας για την κατάσταση της υγείας του. Οι σχέσεις παραγωγής, ως βάση πάνω στην οποία οικοδομούνται όλες οι κοινωνικές σχέσεις και επίσης ως μορφή μέσω της οποίας διεξάγεται η ανταλλαγή των ανθρώπων με τη φύση, είναι θεμελιακός παράγοντας για την κατάσταση της υγείας των εργαζομένων μαζών. Οι άμεσοι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου στον καπιταλισμό είναι αντικείμενα εκμετάλλευσης. Αυτό το γεγονός αντανακλάται και στην κατάσταση της υγείας τους πολύπλευρα, αφού οι συνθήκες δουλιάς, κατοικίας, διατροφής, περιβάλλοντος, διαφώτισης των εργαζομένων, οι οικογενειακές και εν γένει ανθρώπινες σχέσεις άμεσα ή έμμεσα καθορίζονται από την εκμεταλλευτική σχέση.
Υγεία λοιπόν δεν είναι μια ουδέτερη θεωρητικά έννοια αλλά ένα πεδίο ταξικής αντιπαράθεσης και σύγκρουσης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων για το δικαίωμά τους στην Υγεία. Στα πλαίσια της βασικής αντίθεσης του καπιταλισμού, κεφάλαιο - εργασία, η περισσότερη υγεία δυναμώνει τον πόλο εργασίας και η πάλη για περισσότερη υγεία είναι πάλη για το δυνάμωμα αυτού του πόλου.
Εχει σημασία να επισημανθούν αυτοί οι παράμετροι, γιατί προσδιορίζουν την ιατρική σαν επιστήμη καθώς και το ρόλο της στην κοινωνία. Χρειάζεται οι υγιεινομικοί, γιατροί, φαρμακοποιοί να κατανοήσουν και να μελετήσουν τους κοινωνικούς παράγοντες που επιδρούν στην υγεία, να τους αποκαλύψουν, να προτείνουν επιστημονικά τεκμηριωμένες λύσεις, να βοηθήσουν τους εργαζόμενους στην πάλη τους για μια καλύτερη ζωή. Η πιο μαζική ένταξη αυτού του επιστημονικού δυναμικού στην κοινωνική πάλη, στο πλευρό της εργατικής τάξης και των λαϊκών φτωχών στρωμάτων θα βοηθήσει γενικότερα το λαϊκό κίνημα, αλλά και την άνοδο του επιστημονικού επιπέδου, στο βαθμό που αφομοιώνεται η μαρξιστική αντίληψη για την υγεία και γίνεται προσπάθεια αξιοποίησης της υλιστικής διαλεκτικής μεθοδολογίας στο συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο.
Οι φορείς της αστικής αντίληψης περί υγείας, ενδιαφέρονται για την κατάσταση της υγείας των εργαζομένων, στο βαθμό που ενδιαφέρονται για «την ικανότητα για εργασία», δηλαδή για να είναι σε θέση η εργατική δύναμη να παράγει υπεραξία. Τώρα, στην προσπάθεια που κάνουν οι καπιταλιστές για την άνοδο της παραγωγικότητας και της εντατικοποίησης, ο όρος «ικανότητα για εργασία» μετατρέπεται σε «ικανότητα για αποδοτικότερη παραγωγή».
Ομως για ποια «ικανότητα για εργασία» ενδιαφέρεται το κεφάλαιο; Οχι για την πλήρη, την ολοκληρωτική και συνεχή «ικανότητα για εργασία». Δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτό δε στηρίζει, όπως αντίθετα κάνει ο σοσιαλισμός, την Ιατρική της εργασίας, ο σκοπός της οποίας είναι η προστασία της υγείας από τους κινδύνους που έρχονται από την παρουσία βλαβερών παραγόντων, η προαγωγή στο υψηλότερο δυνατό βαθμό της υγείας των εργαζομένων σε όλα τα επαγγέλματα. Η πρόληψη κάθε βλάβης στην υγεία, λόγω των συνθηκών εργασίας, η τακτοποίηση και διατήρηση των εργαζομένων σε απασχολήσεις και δραστηριότητες σύμφωνες με τις φυσιολογικές και ψυχολογικές τους ικανότητες, προσαρμόζοντας την εργασία στον άνθρωπο και όχι το αντίθετο. Το κεφάλαιο ενδιαφέρεται, με κριτήριο τις δικές του και όχι τις λαϊκές ανάγκες, μόνο να συντηρεί και να χρησιμοποιεί τόση από τη διαθέσιμη «ικανότητα για εργασία» όση του χρειάζεται για να την «καταναλώσει» με τέτιο τρόπο και σε τέτιο βαθμό, ώστε να μεγιστοποιήσει το κέρδος από την «κατανάλωσή» της. Ενδιαφέρεται να μην καταστραφεί αλλά να αναπαράγεται η εργατική δύναμη ως ένα επίπεδο τέτιο που να μπορεί να είναι εκμεταλλεύσιμη για να εξασφαλίσει στο κεφάλαιο υψηλότερο βαθμό εκμετάλλευσης, να του αποδίδει δηλαδή περισσότερο κέρδος. Είναι προφανές ότι όσες περισσότερες εργατικές δυνάμεις «περισσεύουν» τόσο λιγοστεύει το «ενδιαφέρον» του κεφαλαίου για την κατάσταση της υγείας των εκμεταλλευομένων, αφού υπάρχει αφθονία αντικαταστατών. Σε μεγαλύτερο βαθμό αυτή η αρχή των κεφαλαιοκρατών ισχύει για τα μέλη της οικογένειας «του πωλητή της εργατικής δύναμης», δηλαδή του εργάτη ή της εργάτριας.
Είναι γνωστό ότι για την παραγωγή και αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης στον καπιταλισμό απαιτείται ένα αναγκαίο σύνολο υλικών και πνευματικών μέσων που προσδιορίζει την αξία της εργατική δύναμης (διατροφή, ένδυση, κατοικία, αλλά και διατήρηση της υγείας, ανάπαυση, μόρφωση, ψυχαγωγία, ελεύθερος χρόνος, αθλητισμός κλπ.). Φυσικά, σε κάθε περίπτωση, οι ανάγκες των εργαζομένων, προσδιοριζόμενες από το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, υπερβαίνουν την αξία της εργατικής δύναμης, παρ’ όλο που αντανακλώνται σε αυτήν.Εδώ έχουμε σύγκρουση ανταγωνιστικών συμφερόντων, που προσδιορίζεται ως εξής: Από τη μια έχουμε τη λαϊκή απαίτηση για αύξηση μισθών, μεροκάματων αλλά και των κοινωνικών δαπανών που προέρχονται από την ανακατανομή της υπεραξίας (φόροι, εισφορές κλπ.), για την κάλυψη των αυξανόμενων αναγκών για την υγεία και περίθαλψη των εργαζομένων και των οικογενειών τους. Από την άλλη έχουμε την προσπάθεια των κεφαλαιοκρατών για όσο το δυνατόν μικρότερους μισθούς και την ελαχιστοποίηση αυτών των δαπανών, με στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους και της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Αυτή η απαίτηση των κεφαλαιοκρατών εκφράζεται από τις αστικές κυβερνήσεις με τη σχεδόν ανύπαρκτη πρόληψη, πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και την υποβαθμισμένη νοσοκομειακή περίθαλψη. Επίσης, τομείς που είναι σχετικά αδιάφοροι στη διαδικασία εξέλιξης της παραγωγής, π.χ. της περιβαλλοντολογίας, της ψυχιατρικής, της γεροντολογίας, ατόμων με χρόνιες παθήσεις ή με ειδικές ανάγκες, βρίσκονται σε ακόμη πιο άθλια κατάσταση. Οι δύο πόλοι αυτής της αντίθεσης μετακινούνται προς το ένα ή το άλλο μέρος μέχρι την τελική ρήξη και ανατροπή του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, που θα φέρει και την οριστική λύση της αντίθεσης. Η μετακίνηση αυτή στις διάφορες φάσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης εξαρτάται από το συσχετισμό δυνάμεων και την όξυνση της ταξικής πάλης.