«Οτι τα πράγματα στην εμφάνισή τους συχνά παρουσιάζονται ανάποδα είναι γνωστό σε όλες σχεδόν τις επιστήμες, εκτός από την πολιτική οικονομία».
Καρλ Μαρξ[1]
Η ιδεολογική πάλη αποτελεί μια μορφή της ταξικής πάλης με ειδικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις για τους κομμουνιστές. Οπως είναι γνωστό η εμπειρία, όσο επώδυνη και να είναι, από μόνη της δεν επαρκεί για να βγάλει ο εργαζόμενος τα σωστά και ολοκληρωμένα πολιτικά συμπεράσματα, να δει τι κρύβεται πίσω από την κουρτίνα. Μόνο αν η εμπειρία φωτίζεται από την ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση των κομμουνιστών θα απελευθερωθούν δυνάμεις, θα απαγκιστρωθούν συνειδήσεις από το άρμα της αστικής ιδεολογίας. Αυτή η ιδεολογικοπολιτική δουλιά σε συνδυασμό με τις ήδη ώριμες υλικές συνθήκες και την εμφάνιση της αναγκαίας επαναστατικής κατάστασης (την ύπαρξη δηλαδή των αναγκαίων αντικειμενικών συνθηκών) θα δώσει τη δυνατότητα στην εργατική τάξη να εκπληρώσει την ιστορική της αποστολή.
Σημαντικό μερίδιο ευθύνης για την αναπαραγωγή της αστικής ιδεολογίας αναλογεί στο αστικό σύστημα εκπαίδευσης. Ιδιαίτερο ρόλο σε αυτή τη διαδικασία παίζουν τα αστικά ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ και ΤΕΙ). Γι’ αυτό το λόγο ο Λένιν αποκαλούσε την Παιδεία όργανο ταξικής κυριαρχίας. Η ιδεολογική επίθεση της άρχουσας τάξης ξεκινά από τις πρώτες σχολικές τάξεις παίρνοντας πιο απροκάλυπτες μορφές όσο σκαρφαλώνουν οι νέοι τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, με κορύφωση την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η ιδεολογική πάλη που πρέπει να διεξάγουν τα μέλη του Κόμματος και της ΚΝΕ μέσα στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ είναι πολύ υψηλών απαιτήσεων, αλλά και πρωτίστης σημασίας για την προώθηση της πολιτικής του Κόμματος στο χώρο αυτό, δεδομένου ότι: «Η πείρα δείχνει ότι στα ζητήματα της έρευνας και της επιστήμης είναι πιο σύνθετη η προώθηση της πολιτικής συνεργασιών, σε σύγκριση με τη δυνατότητα συνεργασίας σε πολιτικά και κοινωνικά θέματα στο κίνημα, στις συσπειρώσεις. Οι ιδεολογικές διαφορές υπεισέρχονται περισσότερο στην επιστημονική έρευνα και μελέτη»[2].
Αντικείμενο του παρόντος άρθρου είναι η ιδεολογική αντιπαράθεση στα αμφιθέατρα των οικονομικών σχολών. Θα επικεντρώσουμε σε κάποιες θεμελιώδεις αρχές, οι οποίες αποτελούν τη βάση της χυδαίας[3], κυρίως, αστικής πολιτικής οικονομίας, γιατί αυτή διδάσκεται σήμερα και θα αντιπαραθέσουμε την κριτική καθώς και τις αντίστοιχες θέσεις της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας. Αυτή η τελευταία βέβαια ή απουσιάζει εντελώς από τα προγράμματα σπουδών των οικονομικών σχολών ή εντελώς περιθωριακά και «προαιρετικά» εντάσσεται στα προγράμματα σπουδών για τη διακράτηση κάποιων προσχημάτων «πολυφωνίας». Το περιεχόμενο της διδασκαλίας της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ξεχωριστού άρθρου. Στις περισσότερες περιπτώσεις το γεγονός ότι αναφέρεται η λέξη «μαρξιστική» στον τίτλο ενός μαθήματος καθόλου δεν πρέπει να ταυτίζεται με τη διδασκαλία της πραγματικά μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, η οποία στις πιο πολλές περιπτώσεις έχει αντικατασταθεί από διάφορες «μαρξίζουσες» αστικές και μικροαστικές θεωρίες. Ωστόσο, μια αναλυτική κριτική, τόσο στο θέμα αυτό όσο και γενικότερα στα προγράμματα σπουδών των οικονομικών σχολών, ξεφεύγει από τα όρια του παρόντος άρθρου.
Ξεκινώντας να περιγράψει κανείς αυτό τον πραγματικό πόλεμο που διεξάγεται καθημερινά μέσα στα αμφιθέατρα των οικονομικών σχολών, βρίσκεται μπροστά σε ένα φαινομενικό χάος. Δεν ξέρει από πού να αρχίσει και πού να τελειώσει, με τι να πιαστεί και τι να αφήσει απ’ έξω. Εδώ ελλοχεύει ο κίνδυνος να καταπιαστεί η κριτική με επιμέρους πλευρές και θέσεις. Ετσι όμως θα χάσει την κριτική δύναμή της, γιατί αυτή δεν μπορεί να είναι ουσιαστική στο βαθμό που δε συγκεντρώνει τα πυρά της στον αιμοδότη αυτών των πλευρών, στο βαθμό που δεν εντοπίζει την καρδιά των θεωριών των αστών οικονομολόγων και ιδιαίτερα των χυδαίων.
Θα προσπαθήσουμε λοιπόν να αγγίξουμε τα θεμέλια της διδασκαλίας που κυριαρχεί στις οικονομικές σχολές, τις παραδοχές δηλαδή εκείνες πάνω στις οποίες στηρίζεται ολόκληρο το αντιεπιστημονικό οικοδόμημα της χυδαίας αστικής πολιτικής οικονομίας. Αυτό δε σημαίνει βέβαια πως παραβλέπουμε ότι μέσα στις οικονομικές σχολές μπορεί να βρει κανείς «κάθε καρυδιάς καρύδι», νεοκλασικούς, κεϋνσιανούς, μονεταριστές, μετακεϋνσιανούς, μεταρικαρντιανούς και πολλές άλλες σχολές και θεωρίες, αρκετές εκ των οποίων έχουν σαν πρώτα συνθετικά τις λέξεις «μετά» και «νέο».
Σκοπός ωστόσο του άρθρου δεν είναι να σταθεί στις επιμέρους διαφορές των διαφόρων αστικών οικονομικών ρευμάτων, πράγμα που εξ αντικειμένου είναι δευτερεύουσας σημασίας, γιατί τα σημεία που θα θίξουμε είναι σχεδόν στο σύνολό τους αποδεκτά από όλες τις τάσεις της αστικής απολογητικής.