ΑΡΧΕΙΟΜΑΡΞΙΣΜΟΣ - ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΡΕΥΜΑ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ


του Αναστάση Γκίκα

Το παρόν άρθρο αποτελεί μια σύντομη επισκόπηση του χαρακτήρα και της πολιτικής του τροτσκισμού στη μεσοπολεμική Ελλάδα, όπως αυτός εκφράστηκε οργανωτικά και ιδεολογικά μέσα από τις γραμμές του Αρχειομαρξισμού. Ο Αρχειομαρξισμός ή «Αρχείον του Μαρξισμού» προήλθε από διάσπαση του ΚΚΕ, το 1923 με σύνθημα «πρώτα μόρφωση και μετά δράση»[1]. Μετονομάστηκε σε Κομμουνιστική Ομάδα Μαρξιστών Λενινιστών-Αρχειομαρξιστές (ΚΟΜΛΕΑ) το 1930 και έπειτα σε Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας (1934). Συνολικά για την περίοδο που εξετάζουμε ο Αρχειομαρξισμός διασπάστηκε ή μετονομάστηκε 7 φορές, αρκετά μέλη του επανασυνδέθηκαν με το ΚΚΕ (όπως στη περίπτωση μελών της 3ης Κατάστασης το 1927) ή προσχώρησαν σε άλλες τροτσκιστικές/ αντιπολιτευόμενες ομάδες[2].

Ομολογουμένως ο τροτσκιστικός/αντιπολιτευτικός χώρος δεν περιορίστηκε κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου στους Αρχειομαρξιστές. Τουναντίον, στο διάστημα 1924-1936 υπήρξαν συνολικά 18 διασπάσεις και μετονομασίες στο τροτσκιστικό χώρο, δηλαδή κατά μέσο όρο, σχεδόν μια κάθε 9 μήνες. Οι λόγοι για τους οποίους το παρόν άρθρο επικεντρώνει το αντικείμενό του στους Αρχειομαρξιστές είναι κυρίως δύο: πρώτον, υπήρξε η βασικότερη από πλευράς αριθμητικής δύναμης τροτσκιστική ομάδα στην Ελλάδα την περίοδο που πραγματευόμαστε και, δεύτερον, υπήρξε το επίσημο τμήμα της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης (μετέπειτα 4ης Διεθνούς) του Τρότσκι στην Ελλάδα. Φυσικά η μελέτη αυτή δεν είναι πλήρης (μιας και αντικειμενικά είναι περιορισμένη λόγω χώρου), όμως παραθέτονται μια σειρά από στοιχεία τα οποία δεν έχουν γίνει ευρέως γνωστά και κατά τη γνώμη μας παρουσιάζουν αρκετό ενδιαφέρον.

Θα θέλαμε τέλος να επισημάνουμε μια ιδιομορφία της μελέτης αυτής: οι πηγές προέρχονται σχεδόν κατά αποκλειστικότητα από τον ίδιο τον τροτσκιστικό χώρο, από έντυπα, εφημερίδες, βιογραφικά σημειώματα, εκθέσεις κλπ. της εποχής. Με άλλα λόγια, είναι βασισμένη σε πρωτογενείς πηγές «εκ των έσω».

ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΤΡΟΤΣΚΙΣΜΟΥ (ΑΡΧΕΙΟΜΑΡΞΙΣΜΟΥ)

Υπάρχουν κάποια επιμέρους γενικά ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά του τροτσκιστικού χώρου, για την περίοδο που εξετάζουμε, τα οποία αξίζουν να αναφερθούν. Πρώτον, η ρευστότητα του χώρου. Από ένα δείγμα αποτελούμενο από 102 βιογραφικά σημειώματα (ένα δείγμα αρκετά μεγάλο, αν υπολογίσει κανείς τη περιορισμένη δύναμη του χώρου) που εμπεριέχεται στο Αρχείο του Ν. Σύριγγα, προκύπτει ότι μόνο το 16% του δείγματος παρέμεινε μέλος μίας και μόνο οργάνωσης κατά τη περίοδο 1923-1936. Αντίθετα, ένα 34% διετέλεσε μέλος 2 οργανώσεων, ενώ το υπόλοιπο 50% του δείγματος υπήρξε μέλος τριών, τεσσάρων, πέντε ακόμα και έξι οργανώσεων! Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο χρόνος παραμονής τους σε αυτές τις οργανώσεις. Το 49% του δείγματος είχε μέσο όρο παραμονής κάτω από 2 χρόνια, ενώ το 32% 3-5 χρόνια και μόλις το 19% παρουσίαζε μέσο όρο παραμονής πάνω από 6 χρόνια[3].

Η ρευστότητα αυτή οφείλεται σε μια σειρά από συμπληρωματικές παραμέτρους που χαρακτηρίζουν το χώρο. Μέσα από μια προεσκόπιση των εσωτερικών εξελίξεων του ελληνικού τροτσκισμού, των διαφωνιών που εκάστοτε προέκυπταν, αλλά και μέσα από μαρτυρίες των ίδιων των μελών τροτσκιστικών ομάδων[4], προκύπτει ότι οι διάφορες τροτσκιστικές οργανώσεις της εποχής ήταν κατά βάση προσωποκεντρικές, όσο αφορά την οργάνωση και την ιδεολογική τους τοποθέτηση. Ο ρόλος συγκεκριμένων ηγεμονικών προσώπων στη συνοχή ή μη των οργανώσεων αυτών υπήρξε καταλυτικός[5], οι εσωτερικές φαγωμάρες συχνές και οι διασπάσεις και μετονομασίες ακόμα συχνότερες. Η πολεμική μεταξύ των εκτός ΚΚΕ αντιπολιτευόμενων τροτσκιστικών οργανώσεων για τον τίτλο του «γνήσιου μπολσεβίκου»[6] ήταν σφοδρότατη. Ετσι, για παράδειγμα, ο Στίνας της Λενινιστικής Αντιπολίτευσης του ΚΚΕ, αρθρογραφώντας «εναντίον της Δεξιάς» του Πουλιόπουλου, κάνει λόγο για «παπικό δογματισμό» εκ μέρους των Αρχειομαρξιστών[7], ενώ η «Πάλη των Τάξεων» (Αρχειομαρξιστές) χαρακτηρίζει τους Παντελή Πουλιόπουλο και Σεραφίμ Μάξιμο του «Σπάρτακου» ως τους «πρώτους ρωμιούς Σταλινικούς»[8]!

Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και μαρτυρίες τροτσκιστών της εποχής, αναφορικά με το χαρακτήρα, τις διάφορες μορφές δράσης και τρόπους αντιμετώπισης ετέρων πολιτικών δυνάμεων. Ο Κ. Αναστασιάδης για παράδειγμα, αναφέρει σε ένα βιογραφικό του σημείωμα για τους Αρχειομαρξιστές, τη μεγαλύτερη τροτσκιστική οργάνωση του μεσοπολέμου (και επίσημο τμήμα της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολιτεύσεως του Τρότσκι στην Ελλάδα): «Το κυνηγητό…που γινόταν για τον καθένα που πλησίαζε το Αρχείο, παρακολουθούνταν συστηματικά και μεθοδικά από τους Αρχείους που τον γνώριζαν. Πρώτη τους φροντίδα ήταν να μάθουν που κάθεσαι. Ετσι, εάν έλειπες σε ραντεβού θα τους ξανάβρισκες στη πόρτα του σπιτιού σου την επόμενη ή μεθεπόμενη να σε αναζητούν να μη σε χάσουν. Κάτι τελείως αντίθετο μ’ εκείνο που γινόταν στο περιβάλλον του ΣΕΚΕ και κατόπιν ΚΚΕ, όπου μπορούσες να χαθείς για καιρό…και να ξαναεμφανιστείς πάλι χωρίς να υπάρξει απολύτως κανένας έλεγχος»[9]. Αυτά όσο αφορά την εσωτερική του κατάσταση. Αλλά και όσο αφορά τις σχέσεις των Αρχειομαρξιστών με τρίτους η εικόνα δεν είναι και πολύ καλύτερη.

Ετσι η τροτσκιστική εφημερίδα «Σπάρτακος» θα καταγγείλει το 1930 ότι «οι Αρχειομαρξιστές χρησιμοποιούν από καιρό, προ παντός κατά των εργατών που διαφωνούν μαζί τους τις μεθόδους της βίας και της ατομικής τρομοκρατίας»[10]. Ο δε τροτσκιστής Θεοδωράτος θα αναφερθεί σε βιογραφικό του σημείωμα σε «χρήση αστυνομικών μεθόδων και φυσικής βίας εναντίον μελών του ΚΚΕ ή πρώην Αρχείων που εγκατέλειψαν την οργάνωση»[11]. Αξίζει να σημειωθεί ότι για τις «τρομοκρατικές πρακτικές» των Αρχειομαρξιστών είχε διαμαρτυρηθεί ακόμα και ο Πουλιόπουλος με σχετική του έκθεση στον ίδιο τον Τρότσκι[12].

Τα φαινόμενα βίας που κατευθύνονταν από τους Αρχειομαρξιστές προς τα μέλη του ΚΚΕ εξηγούνται από την «Ομάδα Κομμουνιστών» ως εξής: «Τα φαινόμενα της βίας απομονωμένα καθ’ εαυτά μπορούν να οδηγήσουν στα πλέον αντιφατικά συμπεράσματα. Στο σύνολο όμως λαμβανόμενα εξηγούνται, από την επίμονη διεκδίκηση της θέσης της πρωτοπορίας από τον Αρχειομαρξισμό και από τη φυσική και δίκαιη υπεράσπιση από το Κόμμα της πρωτοποριακής του θέσης»[13].

Ως χαρακτηριστικό επεισόδιο τέτιας «πρακτικής» εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων μπορεί να παρατεθεί το εξής: Κατά την έναρξη των εργασιών του Ενωτικού Εργατικού Συνεδρίου[14], όπου μετείχαν αντιπρόσωποι εργατικών κομμουνιστικών σωματείων προκλήθηκαν βίαια επεισόδια κατά τα οποία «…οι Αρχειομαρξιστές με τα περίστροφα και τις φαλτσέτες εθέριζον τους αντιπάλους των». Υπήρξαν συνολικά 23 τραυματίες, ενώ η εφημερίδα ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «…οι αρχειομαρξιστές έχουν διαπράξει πλείστους φόνους εργατών συντηρητικών καθώς και κομμουνιστών, τόσον εις τας Αθήνας, όσο και εις την Θεσσαλονίκην, και Αγρίνιον, Καβάλαν κλπ.»[15].

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟΜΑΡΞΙΣΜΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΚΚΕ

«Το ΚΚΕ …είναι 1. κόμμα της εργατικής τάξης, 2. το κόμμα των Ελλήνων εργατών, 3. ένα κόμμα επαναστατικό… Αν μπόρεσε να διατηρήσει το πολιτικό μονοπώλιο και να ματαιώσει αλλεπάλληλες απόπειρες για τη δημιουργία άλλων εργατικών κομμάτων στη χώρα, τούτο δεν μπορεί να οφείλεται παρά στον αδιάρρηκτό του δεσμό με την εργατική τάξη και τις ιστορικές της τύχες»[16]. «Κλασσικό δείγμα στείρας κομματικής προπαγάνδας», θα μπορούσε να αναφωνήσει ίσως κάποιος λιγότερο καλόβουλος με μια πρώτη ματιά. Και όμως, το παραπάνω κείμενο δεν προέρχεται από κάποιο κομματικό έντυπο του ΚΚΕ, αλλά είναι άρθρο του Π. Πουλιόπουλου, του θεωρούμενου από πολλούς ως τον «πατέρα» του τροτσκισμού στην Ελλάδα[17]. Το άρθρο αυτό γράφτηκε ως απάντηση-παρατήρηση σε ένα δημοσίευμα της Verite, όργανο της τροτσκιστικής Γαλλικής Κομμουνιστικής Λίγκας (Αντιπολίτευση), το οποίο, ανάμεσα σε άλλα, ανέφερε ότι «το παρελθόν του ΚΚΕ είναι περίπου μια προδοσία και το παρόν του σχεδόν μηδέν». Ο συγγραφέας, χαρακτηρίζει τα παραπάνω ως «ερασιτεχνικές εντυπώσεις», οι οποίες δημιουργούν «πρωτοφανή πολιτική σύγχυση»[18].

Στη δε κατηγορία του δημοσιεύματος της γαλλικής τροτσκιστικής εφημερίδας ότι «το ΚΚΕ, αν ζει, ζει μόνο με την υποστήριξη -σ.σ. εννοεί τεχνική- της Κομμουνιστικής Διεθνούς», ο Πουλιόπουλος ανταπαντά πως «όποιος μηχανικά θα ζητούσε να εξηγήσει το φαινόμενο (της διατήρησης του πολιτικού μονοπωλίου του ΚΚΕ στην Ελλάδα) με τη Ρωσική Επανάσταση και με την «ενίσχυση» της Μόσχας δε θα έχει κατανοήσει ότι σε τίποτε απολύτως δε μειώνεται η αξία του ΚΚΕ σαν κόμματος με τις δικές του αυθύπαρκτες ελληνικές ρίζες και πολιτικές βάσεις»[19].

Η σημασία αυτού του άρθρου του Πουλιόπουλου δεν έγκειται μόνο στο ότι ο ίδιος, ως ένας από τους κύριους εκφραστές και πρωτεργάτες του ελληνικού τροτσκισμού, έχει χρησιμοποιηθεί πολλάκις ως αναφορά σε πολέμιες κριτικές εναντίον του ΚΚΕ. Αλλά κυρίως, στο ότι δίνει μια απάντηση «εκ των έσω» σε μια σειρά από διαδεδομένες και, κατά τα άλλα, «μη αμφισβητήσιμες αλήθειες», που διάνθιζαν το εκάστοτε ιδεολογικό οπλοστάσιο του συγκεκριμένου χώρου (και ας μας επιτραπεί να σημειώσουμε, όχι μόνο). Τέτιες «αλήθειες», οι οποίες αφορούν π.χ. τον επαναστατικό χαρακτήρα του Κόμματος, τη σχέση του με την εργατική τάξη κλπ., που καλλιεργούνται και αναπαράγονται μέχρι και τις μέρες μας, αντιμετωπίζονταν τότε, ακόμα και από τους ίδιους τους αντιπάλους του Κομμουνιστικού Κόμματος, ως «ερασιτεχνικές», «μηχανιστικές» και «προκαλούσες σύγχυση».

Φυσικά, αυτού του είδους η «κριτική» που εκφράστηκε μέσα από τις στήλες του γαλλικού τροτσκιστικού τύπου δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά αποτελούσε βασικό τμήμα του αυτοπροσδιορισμού του ντόπιου τροτσκισμού, τόσο αναφορικά με το ΚΚΕ, όσο και με τον εαυτό του. Στις «Αποφάσεις του Β΄ Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Αρχειομαρξιστικού Κόμματος» αναφέρεται ότι το ΚΚΕ χαρακτηρίζεται από «έλλειψη κάθε ιδεολογικής οντότητος και πολιτικής φυσιογνωμίας», ενώ αποτελείται και υποστηρίζεται από «στοιχεία που αυθόρμητα έχουν προσανατολισθεί προς το κομμουνισμό, και πλησιάζουν το κόμμα εξαπατόμενα από τη φίρμα του»[20]. Αντίθετα, αναφέρονται στον εαυτό τους ως τη «μόνη συνειδητή προσπάθεια διαμόρφωσης και σφυρηλάτησης του υποκειμενικού παράγοντα της προλεταριακής επανάστασης, δηλαδή του κόμματος της επαναστατικής πρωτοπορίας της χώρας μας»[21].

Στη θέση αυτή δε χρειάζεται να απαντήσουμε εμείς, αφού απαντάνε οι ίδιοι οι Αρχειομαρξιστές της «Ομάδας Κομμουνιστών» που, κάνοντας μια επισκόπηση -αυτοκριτική της δράσης τους το 1946, αναφέρουν σχετικά: «Η υποκειμενική τοποθέτηση του Αρχειομαρξισμού στη θέση της πρωτοπορίας και η με πείσμα διεκδίκηση αυτής της θέσης, ανάπτυξε στον Αρχειομαρξισμό μια αντικομμουνιστική νοοτροπία και ψυχολογία που όσο πέρναγε ο καιρός και γινότανε η διαπαιδαγώγηση στη βάση της πολιτικής θέσης της πρωτοπορίας έπαιρνε τα γνωρίσματα της ψύχωσης. Εγινε σταθερά η άρνηση του Κόμματος…Η θέση όμως της πρωτοπορίας είναι μια και σε μια θέση δεν μπορούν να κάτσουν δύο. Οπως και έγινε. Τη θέση αυτή την πήρε και την κρατάει σταθερά το ΚΚΕ»[22]. Αντικειμενικά αυτό εκφράστηκε και από την εξελικτική πορεία της αριθμητικής δύναμης και δυναμικής των δύο χώρων. Ετσι, ενώ στο χρονικό διάστημα 1930-1936 το Κομμουνιστικό Κόμμα αύξησε τις γραμμές του από 1.500 σε 17.500 μέλη και πρωτοστατούσε στη δημιουργία αντιφασιστικού μετώπου εναντίον της επερχόμενης δικτατορίας, ο Αρχειομαρξισμός, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Γραφείου της 4ης Διεθνούς, συρρικνώθηκε από 1.600 σε μόλις 135 μέλη[23].

Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΚΑΙ Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟΜΑΡΞΙΣΜΟΥ

Κάνοντας μια καταγραφή, από τροτσκιστικές πηγές, των βασικών παραγόντων που οδήγησαν στη παρακμή του κυρίου εκφραστή του τροτσκιστικού ρεύματος στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου θα μπορούσαμε να σταθούμε στα εξής:

Σύμφωνα με τους Αρχειομαρξιστές της «Ομάδας Κομμουνιστών» που προαναφέραμε, τα αίτια πρέπει εν μέρει να αναζητηθούν στην ίδια τη θεωρία που υιοθέτησε ο Αρχειομαρξισμός κατά τη σύνδεσή του με τον τροτσκισμό. Αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Η μετέπειτα σύνδεση του Αρχειομαρξισμού με τον τροτσκισμό γίνεται χωρίς αρχές. Στον τροτσκισμό ο Αρχειομαρξισμός βρίσκει μια διέξοδο, από το πολιτικό αδιέξοδο που είχε δημιουργήσει. Εγκαταλείπει μέσα σε λίγο όλες τις δικές του ιδέες που είχε για το Κόμμα και υιοθετεί -ανεξέλεχτα- το θεωρητικό οπλισμό του τροτσκισμού, δηλαδή τη θεωρία κατά του σταλινισμού. Είναι η θεωρία που του πήγαινε καλά στην αντικομματική του διαπαιδαγώγηση. Στο στάδιο αυτό που συμπίπτει με το πέρασμα του Αρχειομαρξισμού στην πολιτική, φαίνεται η έλλειψη κάθε αναγκαιότητας του Αρχειομαρξισμού και γι’ αυτό αρχίζει βαθμιαία η αποσύνθεσή του, που επεκτείνεται από μια βαθμιαία εσωτερική κρίση και από τη σταθερή άνοδο του ΚΚΕ από το 1931 και δώθε»[24].

Περισσότερα στοιχεία γι’ αυτή τη θέση μπορούμε να βρούμε και σε μια δημοσίευση του 1945, η οποία ανήκει στη μειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Αρχειομαρξιστικού Κόμματος, η οποία πάει ακόμα παραπέρα. Αναφέρεται λοιπόν ότι η «οργανωτική ύπαρξη του Κομμουνιστικού Αρχειομαρξιστικού Κόμματος» οφειλόταν στη «εφεύρεση μιας σειράς τεχνικών διαστολών και όπλων δανειζομένων από το τροτσκιστικό οπλοστάσιο ενάντια στο σταλινικό ρεύμα» η οποία «όχι μονάχα δεν πρόκειται να δικαιολογεί την ανεξάρτητή του ύπαρξη, αλλά η προσπάθεια των τεχνιτών διαστολών θα το οδηγεί να γίνεται φορέας αντιλήψεων και επιδράσεων αστικής αντιδραστικής νοοτροπίας και κριτικής»[25].

Πώς εκφράστηκε πρακτικά αυτή η θεωρία του αντι-σταλινισμού; Εγινε μέσα από κατηγορίες για συνεργασία με την ασφάλεια, τις αντιδραστικές ηγεσίες και τις αστικές αρχές, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των εκλογών στους Αρτεργάτες Πειραιά και στις κινητοποιήσεις στην Καβάλα, για τη Πρωτομαγιά[26]. Εγινε μέσα από την απλοϊκή και δογματική «λογική» του ό,τι και αν κάνει ο «σταλινισμός» πρέπει να είναι προδοσία! Είναι ίσως χαρακτηριστικό το πώς αντιμετωπίστηκε από την ΚΟΜΛΕΑ το Πρωτόκολλο της Καβάλας: «εκμεταλλεύτηκαν ένα κίνημα που ξέσπασε αυθόρμητα και το έβαλε σε ένα δρόμο ρεφορμιστικό. Για τους κομμουνιστές οι σταλινικοί στην περίπτωση αυτή είναι προδότες»[27]. Για να δώσουμε στον αναγνώστη να καταλάβει το δογματικό παραλογισμό αυτής της στείρας αντι-ΚΚΕ «λογικής» θα παραθέσουμε λίγα στοιχεία για το εν λόγω Πρωτόκολλο.

Το Πρωτόκολλο της Καβάλας ήταν ένα Πρωτόκολλο το οποίο προέβλεπε μεταξύ άλλων ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών αναφορικά με τις προσλήψεις (50%-50%, πρωτάκουστο για την εποχή εκείνη), θέσπιση κατώτερου ημερομίσθιου αναλογικά και με τον τιμάριθμο και «των αναγκών της ζωής των καπνεργατών», ενίσχυση του ασφαλιστικού οργανισμού των καπνεργατών, χορήγηση αμνηστίας, παροχή κοινωνικής περίθαλψης κλπ.[28] Ενα πρωτόκολλο, για το οποίο ο εισαγγελέας Καβάλας ανέφερε σε εμπιστευτική του έκθεση πως προκάλεσε «ιδιαιτέραν εντύπωσιν», αφού οδήγησε στην «υποχρεωτική δια το επίσημον Κράτος ενέργειαν, καθ’ ην ο εκπρόσωπος της Κυβερνήσεως κ. υπουργός Γενικός Διοικητής Θράκης, ησθάνθη την ανάγκην να συνυπογράψη πρωτόκολλον, αφορών ετεροβαρές σύμφωνον μετά του πληρεξούσιου των απεργών, εν οις και του τοιούτου του δικαστικώς διαλυθέντος (σ.σ. με το «Ιδιώνυμο») κομμουνιστικού σωματείου…Τα γεγονότα ταύτα, άτινα αποδεικνύουσιν ότι όντως η πόλις αυτή ευλόγως αποκαλείται παρά των κομμουνιστών «Κόκκινη Καβάλα»[29]. Ο εργατικός κόσμος της Καβάλας απάντησε στη «προδοσία» αυτή των κομμουνιστών, εκλέγοντας στις 11.2.1934 (μόλις 6 μήνες μετά) τον υποψήφιο του ΚΚΕ Μ. Παρτσαλίδη δήμαρχο Καβάλας, με ποσοστό 50,3%[30].

Ομως η αδυναμία του τροτσκισμού στην Ελλάδα δεν αποτελεί αποτέλεσμα αποκλειστικά εσωτερικών παραγόντων. Σε άρθρο του Σπάρτακου το Νοέμβρη του 1931 τονίζονται οι βλαβερές για την Ελληνική Αριστερή Αντιπολίτευση συνέπειες του «φραξιονιστικού αγώνα», που είχε ξεσπάσει από το 1930 στις γραμμές του διεθνούς τροτσκισμού[31]. Σε άρθρο του ίδιου, δυο χρόνια μετά, θα τονιστεί ότι για το αν ο «Σταλινισμός» «…εξακολουθεί να είναι το ισχυρότερο ρεύμα του προλεταριακού κινήματος, γι’ αυτό οφείλεται η ηγετική φράξια με τον Τρότσκυ στη μέση, του εκτρώματος που ακούει στο όνομα Επίσημη ΔΑΑ (σ.σ. Διεθνής Αριστερή Αντιπολίτευση)»[32].

Και το άρθρο τονίζει επίσης: «Ο γραφειοκρατισμός τον οποίο ο Τρότσκι εγαλούχησε μέσα στην ΔΑΑ συνέθλιψε τη διεθνή οργάνωση και της μετέδωσε έναν ανίατο ατροφισμό…Με τη βοήθεια του ίδιου του Τρότσκι θριάμβευσε μέσα στις γραμμές της ΔΑΑ ο τυχοδιωκτισμός με την απομάκρυνση, κατά τρόπο εντελώς γραφειοκρατικό, των πραγματικών αντιπολιτευόμενων Κομμουνιστών…»[33].

Ο ΔΙΕΘΝΗΣ ΤΡΟΤΣΚΙΣΜΟΣ - ΤΜΗΜΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ

Το τροτσκιστικό θεωρητικό οπλοστάσιο του αντι-σταλινισμού στην Ελλάδα δεν ήταν άσχετο προς τις ανάλογες πρακτικές και εξελίξεις διεθνώς, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μέσα από τη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση του Τρότσκι, την μετέπειτα 4η Διεθνή. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της στάσης του Τρότσκι και των οπαδών του απέναντι στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας, αναφορικά με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Στο θέμα αναφέρθηκε ο «Σπάρτακος», θεωρητικό όργανο του Πουλιόπουλου, στο φύλλο της 14.10.1933. Εγραφε λοιπόν ο «Σπάρτακος» για την επικράτηση του φασισμού στη Γερμανία και τη λεγόμενη «προδοσία της γερμανικής επανάστασης από τους σταλινικούς»: «…ταυτίζοντάς την, υπερβάλλοντάς την μάλιστα από την ιστορική προδοσία της Σοσιαλδημοκρατίας το 1914, δεν εκφράζει την αντικειμενική κατάσταση και αποσκοπεί στο να στηρίξει τις δευτεροκομματικές και τεταρτοδιεθνικές αντιλήψεις του Τρότσκι».

«Μια απόφαση της ολομέλειας της Τροτσκιστικής φράξιας υπεστήριζε πως η Σταλινική φράξια δε θέλει επαναστάσεις στο εξωτερικό και γι’ αυτό με πλήρη συνείδηση πρόδωσε τη Γερμανική Επανάσταση. Δεν είναι σωστό αυτό απαντούν οι Γερμανοί σύντροφοί μας και μαζί τους συμφωνούμε και εμείς…Ο Σταλινισμός δεν διέπραξε μια πολιτική προδοσία όπως η σοσιαλδημοκρατία. Είναι μια ιστορική πλαστογραφία των τροτσκιστών αυτή, η οποία θίγει ιδιαίτερα την προσωπικότητα του Τρότσκι…

Οι ηγέτες του Γερμανικού Κ. Κόμματος σύρθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, υπέφεραν ηρωικά αφάνταστα μαρτύρια και τώρα, που γράφουμε, δικάζονται για τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ. Εχει κάποια σημασία αυτό, τη στιγμή, που οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες άλλοι το ’σκασαν κι άλλοι υποχώρησαν δουλόπρεπα μπρος στο φασισμό αγκαλιάζοντας την μπότα του Χίτλερ…».

Και συνεχίζει το δημοσίευμα: «Η προδοσία του Σταλινισμού είναι το πρώτο επιχείρημα (σ.σ. για τη θεωρητική δικαιολόγηση της τεταρτοδιεθνιστικής τους θέσης).

Παραθέτουμε και το δεύτερο: το ΓΚΚ διελύθη. Οι εργάτες το εγκαταλείπουν με αηδία. Οι Γερμανοί επαναστάτες ζητούν ένα καράβι νέο για να σωθούν.

Αυτά είναι μύθοι του Τρότσκι και των τυχοδιωκτών συνεργατών του. Να τι γράφει ο σύντροφός μας Γερμανός Β. Μπέρτραμ: «Είναι μύθος του Τρότσκι ότι οι Γερμανοί εργάτες που έμειναν πιστοί στις ιδέες μας -και είναι πολλοί αυτοί- εγκαταλείπουν με αηδία και περιφρόνηση το ΓΚΚ και ότι κατά συνέπεια το Κόμμα αυτό είναι οριστικά χαμένο» («Σπάρτακος», αριθ. 33)»[34].

Το δημοσίευμα όμως δεν αναφέρεται μόνο στη στάση που κράτησε η ηγετική ομάδα του τροτσκισμού απέναντι στο φασιστικό κίνδυνο στη Γερμανία, αλλά και απέναντι στον κίνδυνο αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ: «Το «Der Communist» και ο σύντροφός μας Κ. Λαντάου από πολύ καιρό προέβλεπαν την εξέλιξη της ομάδας αυτής και των ηγετών της, κάνοντας μια πολύ καλή εκτίμηση της Γερμανικής Τροτσκιστικής φράξιας: «Στις αρχές της Γερμανικής πολιτικής κρίσης η ομάδα αυτή αρνιότανε την ύπαρξη φασιστικού κινδύνου και πίστευε ο φασισμός θα αυτοδιαλυθεί. Αρνιότανε ακόμα και τους εσωτερικούς κινδύνους, που απειλούν τη Σ.Ε. (σ.σ. Σοβιετική Ενωση) και τάχθηκε με το μέρος πολλών Ρώσων Αντιπολιτευομένων, που είχανε προτείνει μια Κυβέρνηση συνασπισμού Κέντρου, Δεξιάς, Αριστεράς. Στο ενιαίο μέτωπο υποστήριξε πως θα έπρεπε το Σιδερένιο Μέτωπο (Σοσιαλδ.) και το Αστικό Μέτωπο να ενωθούνε με το Κόκκινο Μέτωπο» κλπ…»[35].

Είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για συνεργασία τροτσκιστών-σοσιαλδημοκρατών και αστών σε συγκρότηση εσωτερικού μετώπου εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης; Το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού αν προερχόταν από κομμουνιστική πηγή, κάποιοι πιθανόν θα αναφωνούσαν εσπευσμένα ότι πρόκειται για τη «γνωστή συνομωσιολογία ή πρακτορολογία του σταλινισμού»! Και όμως οι δηλώσεις αυτές προέρχονται από ηγετικό στέλεχος του διεθνούς τροτσκιστικού χώρου και αναπαράγονται από τροτσκιστική/αντιπολιτευτική εφημερίδα.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Κάνοντας μια επισκόπηση της πορείας του ελληνικού τροτσκισμού, μέσω του κύριου εκφραστή του, κατά τη περίοδο του Μεσοπολέμου, δηλαδή τους Αρχειομαρξιστές, μια διάσπασή του (της Κεντρικής Επιτροπής) κάνει την αυτοκριτική της το 1946. Αναφέρει, λοιπόν ανάμεσα σε άλλα, ότι «κυρίαρχο γνώρισμα της πολιτικής του κατά την περίοδο αυτή είναι η άρνηση προς την πολιτική του ΚΚΕ και τοποθετείται πάντοτε στα ζητήματα από την ανάποδη προς το Κόμμα. Από κει βγαίνει κι η γενική γραμμή του πολιτικού του προσανατολισμού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να τοποθετείται εσφαλμένα και αντιδραστικά στα εθνικά και διεθνή ζητήματα (Φιλανδικό, Πολωνικό, Πόλεμος, Κατοχή, Δεκέμβρης), για να αναφέρουμε μονάχα αυτά»[36].

Αξίζει ίσως να αναφέρουμε ως παράδειγμα σε αυτό το σημείο, ότι κατά τη διάρκεια της Κατοχής ο ελληνικός τροτσκισμός άσκησε εντονότατη πολεμική στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, τον οποίο και θεωρούσε ως ιμπεριαλιστικό και σοβινιστικό στρατό[37]! Χαρακτηριστικά, η τροτσκιστική εφημερίδα «Προλετάριος» της ΕΟΚΔΕ (τμήμα της 4ης Διεθνούς) έγραφε στο φύλλο του Γενάρη 1943 για «τους πράκτορες του αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού, μεσ’ στους οποίους ξεχωρίζει το ξετσίπωτο υπερεθνικιστικό …Ε.Α.Μ.»[38], ενώ η θέση του ελληνικού τμήματος της 4ης Διεθνούς για την επέμβαση των Αγγλων μετά την απελευθέρωση είχε ως εξής: «Το Κόμμα μας δε διεξάγει κανένα αγώνα εναντίον των Αγγλων και για την απομάκρυνσή τους», με την αιτιολόγηση πως «θα καλλιεργεί τις εθνικιστικές προλήψεις των μαζών και θα δίνει τροφή στον «εθνικοαπελευθερωτικό» αγώνα των «αριστερών» και των δεξιών»[39].

Δεν αποτελεί επομένως έκπληξη πως το συγκεκριμένο δημοσίευμα της διάσπασης της ΚΕ του Αρχειομαρξιστών, στο οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω καταλήγει λέγοντας πως «…ιστορικά ο Αρχειομαρξισμός καταδικάσθηκε. Καταδικάσθηκε γιατί δε θεράπευσε καμιά ανάγκη. Υπήρξε δογματικός και μεταφυσικός. Αρνηση του Κόμματος και τέτιος εξακολουθεί και σήμερα να είναι. Αποτελεί διάσπαση των επαναστατικών δυνάμεων που μόνο την αντίδραση ωφελεί. Δυνατόν να παραμείνει σαν αίρεση, η οποία θα ευαγγελίζεται την επανάσταση σαν δόγμα, για να βρεθεί μακριά από αυτή ή από τον κοινωνικό μετασχηματισμό όταν θα πραγματοποιείται»[40].

Για επίλογο λοιπόν θα θέλαμε να «δανειστούμε» ένα κομμάτι από την προκήρυξη της μειοψηφίας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Αρχειομαρξιστικού Κόμματος: «Η Τροτσκιστική κίνηση, εφόσον θεωρητικά και πρακτικά δε δικαιώθηκε… στις γενικές γραμμές δεν εκφράζει τίποτε σαν ρεύμα. Η επιμονή μιας ποσότητας στοιχείων να δημιουργήσουνε με τεχνητές διαστολές νέες πολιτικές κινήσεις και οργανώσεις είναι αποτυχημένη και το μόνο που πετυχαίνει είναι να σπείρει τη σύγχυση και να γίνεται φορέας αστικών αντισοβιετικών επιδράσεων. Σε μια μεγάλη κλίμακα πολλά στοιχεία που καταφεύγουνε και παραμένουνε στον Τροτσκισμό, φέρνουνε μέσα τους μια ανώμαλη ψυχική και διανοητική κατάσταση, που μόνο η ψυχαναλυτική μέθοδος του Φρόιντ μπορεί να την εξηγήσει»[41].

Τα συμπεράσματα στον αναγνώστη…


ΣημειώσειςΣημειώσεις

Ο Αναστάσης Γκίκας είναι υποψήφιος διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Υόρκης.

[1] Βλέπε: «Αρχείον Μαρξισμού», αρ. 1, 1.5.1923.

[2] Βλέπε: «Χρονολογική Εξέλιξη της Αριστερής Αντιπολίτευσης και της Κομμουνιστικής Αντιπολιτευτικής Αριστεράς στην Ελλάδα». Αρχείο Σύριγγα Νίκου, ΕΛΙΑ.

[3] Αρχείο Ν. Σύριγγα, Φάκελος 1, Βιογραφικά σημειώματα. Μέρος 1 και 2. Αξίζει να σημειωθεί ότι το Αρχείο του Ν. Σύριγγα είναι ένα από τα σημαντικότερα αρχεία Τροτσκιστών στην Ελλάδα, μαζί με το Αρχείο του Χ. Αναστασιάδη.

[4] Βλέπε π.χ. μαρτυρίες Γ. Θεοδωράτου, Δ. Σούλα κ.ά. Αρχείο Ν. Σύριγγα, Υποφάκελος «Αναμνήσεις της Αντιπολίτευσης».

[5] Όπως π.χ. στην περίπτωση του Γιωτόπουλου και Βιτσώρη (αναφορά, όπως πριν).

[6] «Νέος Δρόμος», 1.6.1936. Αναφέρεται στους Αρχειομαρξιστές. Ο «Νέος Δρόμος» άρχισε να εκδίδεται το 1936 ως δεκαπενθήμερο όργανο της ΚΕ της Κομμουνιστικής Διεθνιστικής Ενωσης Ελλάδας» (ή Ε.Τ.Κ.Δ.Ε.), διάσπαση της «Κομμουνιστικής Διεθνιστικής Ενωσης Ελλάδας (1936).

[7] Βλέπε: «Σημαία του Κομμουνισμού», 10.7.1932, όπως επίσης και 17.7.1932 και 24.7.1932. Η «Σημαία του Κομμουνισμού» άρχισε να εκδίδεται το 1932 ως εβδομαδιαίο όργανο της ΛΑΚΚΕ («Λενινιστική Αντιπολίτευση του ΚΚΕ»).

[8] «Πάλη των Τάξεων», 17.5.1932.

[9] Αφήγηση Κ. Αναστασιάδη (Φεβρουάριος 1982), σελ. 5. Αρχείο Ν. Σύριγγα, Υποφάκελος «Αναμνήσεις της Ατνιπολίτευσης».

[10] «Σπάρτακος», τεύχος 2, Αύγουστος 1930, σελ. 10.

[11] Βιογραφικό σημείωμα Γ. Θεοδωράτου. Αρχείο Ν. Σύριγγα, Φάκελος 1.

[12] Παρατίθεται στο: Αστερίου Ε. και Λαμπάτος Γ. (1995). «Η Αριστερή Αντιπολίτευση στην Ελλάδα». Αθήνα, «Φιλίστωρ».

[13] «Ταξικός Αγώνας». Οργανο «Ομάδας Κομμουνιστών», σελ. 11, Αθήνα, Φλεβάρης 1946, αριθμός φύλλου 2. Αρχείο Σύριγγα Νίκου, Φάκελος 4, ΕΛΙΑ.

[14] Πρόκειται για το Ιδρυτικό Συνέδριο της Ενωτικής ΓΣΕΕ (Φλεβάρης1928), το οποίο είχε ως σκοπό να συσπειρώσει τα ταξικά σωματεία που αποκλείστηκαν κατά τη διάρκεια του 4ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ από τη ρεφορμιστική του ηγεσία, σε συνεργασία με την αστυνομία, που εμπόδισε τους αντιπροσώπους από το να πάρουν μέρος.

[15] «Ακρόπολις», 8.2.1929.

[16] «Σπάρτακος», τεύχος 6, Δεκέμβρης 1930, σελ. 13-14. Ο «Σπάρτακος» άρχισε να εκδίδεται το 1928 (από το 5ο τεύχος και έπειτα, τον ίδιο χρόνο) ως «Οργανο της Αντιπολίτευσης του ΚΚΕ» ή «λικβινταριστών». (Πουλιόπουλος Π. - Γιατσόπουλος Π).

[17] Ο Παντελής Πουλιόπουλος παραιτήθηκε από Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ το 1926, ενώ αρνήθηκε να κατέβει στις εκλογές του ίδιου χρόνου ως υποψήφιος βουλευτής του Κόμματος. Ενώ, λίγο πριν το 3ο Συνέδριο του ΚΚΕ το Γενάρη του 1927, επέστρεψε στο ΚΚΕ, συνέχισε τη φραξιονιστική του πολεμική με το «Γράμμα στα μέλη του ΚΚΕ», στις 15.6.1927. Το δε Γενάρη του 1928 εκδίδει τον «Σπάρτακο» (βλέπε άνω). Τελικά η ομάδα των «λικβινταριστών», όπως ονομάστηκαν, του Πουλιόπουλου διαγράφτηκε από την Ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, τον ίδιο χρόνο.

[18] Οπως πριν, σελ. 13.

[19] Οπως πριν, σελ. 13-14.

[20] Βλέπε: ΚΟΜΛΕΑ (1936). Αποφάσεις του Β΄ Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Αρχειομαρξιστικού Κόμματος». Αθήνα: Βιβλιοθήκη «Πάλη των Τάξεων», σελ. 45-46. Αρχείο Σύριγγα Νίκου, Φάκελος 4, ΕΛΙΑ.

[21] Οπως πριν, σελ. 47.

[22] «Ταξικός Αγώνας». Οργανο «Ομάδας Κομμουνιστών», σελ. 10-11. Αθήνα, Φλεβάρης 1946, αριθμός φύλλου 2,. Αρχείο Σύριγγα Νίκου, Φάκελος 4, ΕΛΙΑ.

[23] Τα πρακτικά του Διεθνούς Γραφείου της 4ης Διεθνούς (1937) παρατίθενται στο Μιχαήλ Σ. (1982): «Τα Αρχεία του Τρότσκι στην Ελλάδα». Αθήνα, εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ. 44. Πιθανόν ακόμα και η εκτίμηση για 1.600 αρχικά μέλη είναι υπερβολική. Ο Ελεφάντης αναφέρει ότι «στο απώγειό» του ο Αρχειομαρξισμός (1925-1926) δεν ξεπέρασε τα 700-800 μέλη. Βλέπε Ελεφάντης Α. Γ. (1999). «Η απαγγελία της Αδύνατης Επανάστασης: ΚΚΕ και Αστισμός στο Μεσοπόλεμο». Αθήνα, εκδ. «Θεμέλιο», σελ. 34.

[24] «Ταξικός Αγώνας», Οργανο «Ομάδας Κομμουνιστών», σελ. 11. Αθήνα, Φλεβάρης 1946, αριθμός φύλλου 2. Αρχείο Σύριγγα Νίκου, Φάκελος 4, ΕΛΙΑ.

[25] «Το Καθήκον: Οι απόψεις της μειοψηφίας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Αρχειομαρξιστικού Κόμματος», σελ. 14. Αθήνα 20 Απρίλη 1945. Αρχείο Σύριγγα Νίκου, Φάκελος 4, ΕΛΙΑ.

[26] Βλέπε: «Πάλη των Τάξεων», 26.4.1932 έως και 24.5.1932. Η «Πάλη των Τάξεων» άρχισε να εκδίδεται τον Οκτώβρη του 1930, ως δεκαπενθήμερο όργανο της «Κομμουνιστικής Οργάνωσης Μπολσεβίκων Λενινιστών» (Αρχειομαρξιστών), ΚΟΜΛΕΑ.

[27] «Πάλη των Τάξεων», 19.8.1933.

[28] «Πρωϊνά Νέα», Καβάλας, 5.9.1933.

[29] «Πρωϊνά Νέα», Καβάλας, 16.11.1933.

[30] Βλέπε: «Ταχυδρόμος», Καβάλας, 12.2.1934.

[31] «Σπάρτακος», τεύχος 17, Νοέμβρης 1931, σελ. 24-25.

[32] «Σπάρτακος», τεύχος 35, 14.10.1933, σελ. 2.

[33] «Σπάρτακος», τεύχος 35, 14.10.1933, σελ. 2.

[34] «Σπάρτακος», αρ. 35, 14.10.1933.

[35] «Σπάρτακος», αρ. 35, 14.10.1933.

[36] «Ταξικός Αγώνας», αριθμός φύλλου 2, Φλεβάρης 1946, σελ. 12.

[37] Δες σχετικά για παράδειγμα: Στίνα Α. (1985). «Αναμνήσεις». Αθήνα, «Υψιλον». Υπήρχαν βέβαια και εξαιρέσεις για τις οποίες δεν μπορούμε δυστυχώς να ασχοληθούμε εκτενέστερα σε αυτό το σημείο.

[38] «Προλετάριος», αριθ. Φύλλου 3, Γενάρης 1943, σελ. 2.

[39] «Εργατικό Μέτωπο»: Οργανο της ΚΕ του Διεθνιστικού Επαναστατικού Κόμματος - Τροτσκιστές, Ελληνικό Τμήμα της 4ης Διεθνούς, σελ. 12-13, αρ. φύλλου 2, 15.1.1946.

[40] «Ταξικός Αγώνας», αριθμός φύλλου 2, Φλεβάρης 1946, σελ. 12.

[41] «Το Καθήκον. Οι απόψεις της μειοψηφίας της ΚΕ του Κομμουνιστικού Αρχειομαρξιστικού Κόμματος». Αθήνα, 20 Απρίλη 1945, σελ. 14.