Ισχύουν στο ακέραιο και για τη χώρα μας όλα όσα προαναφέραμε σχετικά με την υγεία των λαϊκών στρωμάτων στον καπιταλισμό.
Το κλίμα, η ηλιοφάνεια, η μεσογειακή διατροφή στη χώρα μας, οι πολιτισμικές μας παραδόσεις, αλλά κύρια οι αγωνιστικές παραδόσεις του λαού μας, οι οποίες επέβαλαν κάποιες κατακτήσεις σε κοινωνικές υποδομές, όπως η Κοινωνική Ασφάλιση, το ΙΚΑ, το ΠΙΚΠΑ, ο Δημόσιος τομέας υγείας κλπ. είχαν θετική επίδραση στη Δημόσια και Λαϊκή υγεία.
Δεν άλλαξαν όμως τη γενικότερη κατάσταση. Η υγεία των λαϊκών στρωμάτων στη χώρα μας είναι εκτεθειμένη στους ίδιους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς νοσογόνους παράγοντες που προαναφέραμε. Είναι πίσω από τις δυνατότητες που παρέχει το σημερινό επίπεδο της επιστήμης, της τεχνολογίας και της οικονομικής ανάπτυξης. Η κατάσταση χειροτερεύει γιατί τόσο με τη διακυβέρνηση της ΝΔ, όσο και με το ΠΑΣΟΚ, προωθήθηκαν με γρήγορους ρυθμούς οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, οι οποίες στοχεύουν στην ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, στη συρρίκνωση ή ακύρωση κοινωνικών κατακτήσεων.
Σοβαρό πρόβλημα στη χώρα μας αποτελούν τα επαγγελματικά νοσήματα και τα εργατικά ατυχήματα, καθώς δεν έχει εφαρμοστεί ούτε καν η νομοθεσία της ΕΕ που είναι πιο προωθημένη στον τομέα αυτό στα πλαίσια πάντα που επιτρέπει το κεφάλαιο. Τα επαγγελματικά νοσήματα όχι μόνο δεν αντιμετωπίζονται ως τέτια, αλλά ούτε καταγράφονται. Μόνο το ΙΚΑ έχει αναγνωρίσει τα 52 από τα 72 που αναγνωρίζονται στην ΕΕ. Το ελληνικό κράτος, ενώ έχει θεσμοθετήσει τον επαγγελματικό κίνδυνο σαν εργοδοτική ασφαλιστική υποχρέωση από το 1951, ούτε γενίκευσε το μέτρο (ισχύει μόνο για το ΙΚΑ και τη βιομηχανική περιοχή της Αττικής) ούτε εξασφάλισε ένα γενικότερο ασφαλιστικό μηχανισμό αποτροπής των επαγγελματικών ασθενειών και εργατικών ατυχημάτων. Στην πράξη οι Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης του Επαγγελματικού κινδύνου (επιτροπές Υγιεινής και Ασφάλειας, ιδιωτικά εργαστήρια ΕΞΥΠΠ κλπ.) και ως προς τους στόχους και ως προς την υποδομή λειτουργούν για το συμφέρον των επιχειρηματιών και του κεφαλαίου. Οι γιατροί εργασίας και οι λοιπές υποδομές είναι ποσοτικά και ποιοτικά ελλειμματικές. Από τους χίλιους οκτακόσιους (1800) περίπου γιατρούς εργασίας που χρειάζονται στη χώρα μας, σύμφωνα με τους υπολογισμούς ειδικών φορέων στα πλαίσια της πολιτικής του συστήματος υπάρχουν περίπου πενήντα (50). Η εκπαίδευση των φοιτητών, η βασική και εφαρμοσμένη έρευνα στον τομέα αυτό είναι υποτυπώδης.
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) μέσα από την οποία παρέχεται η πρόληψη και η εξωνοσοκομειακή περίθαλψη και φροντίδα, ανεπαρκής, εμπορευματοποιημένη και ελλειμματική ως υποδομή και περιεχόμενο, βρίσκεται πολύ πίσω από τις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων. Ιδιαίτερα το σκέλος της πρόληψης. Από τα διακόσια (200) περίπου Κέντρα Υγείας στις αστικές περιοχές, που είχαν θεσμοθετηθεί το 1983, υλοποιήθηκαν γύρω στα δέκα (10), ενώ από τότε άνοιξαν εκατοντάδες ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα. Οσον αφορά δε τα αγροτικού τύπου, πέρα από το ότι είναι ποσοτικά ανεπαρκή, υποβαθμίστηκαν και λειτουργικά, έτσι που σε καμία περίπτωση δεν καλύπτουν τις ανάγκες του αγροτικού πληθυσμού. Βασικές ειδικότητες όπως κοινωνικοί γιατροί, νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, επόπτες υγείας κλπ. δεν επαρκούν να καλύψουν ούτε τις ανάγκες της εφαρμοζόμενης στενής και αντιλαϊκής πολιτικής.
Τα προγράμματα εμβολιασμού των παιδιών και ειδικών ομάδων, ο προγεννητικός έλεγχος στις γυναίκες, δεν καλύπτουν το σύνολο του πληθυσμού ούτε όλο το φάσμα των αναγκαίων εξετάσεων και μέτρων. Ιδιαίτερα, φτωχά λαϊκά στρώματα, αγροτικές περιοχές, μετανάστες μένουν σχεδόν ακάλυπτοι. Προγράμματα πρόληψης χρόνιων νοσημάτων, καρκίνου, καρδιαγγειακών παθήσεων κλπ. είναι σχεδόν ανύπαρκτα.
Η ηπατίτιδα, τα ναρκωτικά, τα ψυχικά νοσήματα ιδιαίτερα στις γυναίκες και τη νεολαία, ορισμένα κληρονομικά νοσήματα, οι καρκίνοι σε ορισμένες επιβαρημένες λαϊκές περιοχές εμφανίζονται με αυξημένη εξάπλωση.
Η σχολιατρική υπηρεσία, η οποία θα μπορούσε να ασκήσει θετική επίδραση στην υγεία του παιδικού πληθυσμού -παρ’ ότι έχει θεσμοθετηθεί- δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί. Ετσι μαθησιακά προβλήματα, αλλά και άλλα προβλήματα υγείας θα μπορούσαν να είχαν προληφθεί ή θεραπευτεί στο μαθητικό πληθυσμό. Η αγωγή υγείας στη νεολαία μας είναι ελλειμματική και διαστρεβλωμένη, τέτια που, πέρα από τα αποσπασματικά και αναποτελεσματικά μέτρα που προτείνει σαν στάση υγιεινής ζωής, συμβάλλει στη συντήρηση και αναπαραγωγή της κρατούσας ιδεολογικής και πολιτικής αντίληψης για την υγεία και όχι μόνο.
Οι υπηρεσίες κοινωνικής πολιτικής και πρόνοιας υποβαθμισμένες και ανεπαρκείς, εμπορευματοποιούνται ή λειτουργούν στη λογική της ελεημοσύνης. Τα άτομα με ειδικές ανάγκες εγκαταλειμμένα στις «πλάτες» της οικογένειας και στο έλεος της πληρωμένης φιλανθρωπίας δεν μπορούν ούτε καν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που έχουν. Τα άτομα της τρίτης ηλικίας ωθούνται στο μαρασμό, με συντάξεις πείνας και ανεπαρκή ιατροφαρμακευτική και κοινωνική κάλυψη.
Οι υποδομές για μαζικό λαϊκό αθλητισμό, στα σχολεία, στις γειτονιές, στην πόλη και στο χωριό, είναι ελάχιστες έως ανύπαρκτες, όσες δε υπάρχουν όσο πάνε και εμπορευματοποιούνται.
Το καπιταλιστικό κράτος στη χώρα μας με την αγαστή συναίνεση των αστικών κομμάτων αποποιείται την όποια ευθύνη για την υγεία. Στα πλαίσια αυτά όλο και πιο πολύ ιδιωτικοποιεί και εμπορευματοποιεί το σύστημα Υγείας - Πρόνοιας και Ασφάλισης στο σύνολό του. Μεταθέτει τη χρηματοδότηση στους εργαζόμενους, μειώνοντας σταθερά τη συμμετοχή του καθώς και τη συμμετοχή των εργοδοτών.
Οπως φαίνεται και από τους προϋπολογισμούς διαθέτουμε το χαμηλότερο ποσοστό επί του ΑΕΠ από όλες τις χώρες της ΕΕ για την Υγεία-Πρόνοια, ενώ αυξάνονται συνεχώς οι ιδιωτικές δαπάνες, οι οποίες έχουν φτάσει στο 44% του συνόλου των δαπανών.
Στο ιδεολογικό επίπεδο οι αστοί έχουν αναγάγει το «ατομικό δικαίωμα στην υγεία», την «ατομική ευθύνη του ασθενούς», την «ελεύθερη επιλογή γιατρού και νοσηλευτηρίου», σε ύψιστες αρχές προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ολα αυτά όμως χάνουν το νόημά τους, όταν η ελεύθερη επιλογή ή το δικαίωμα του ασθενούς για ένα κρεβάτι στραγγαλίζεται από την έλλειψη των αναγκαίων χρημάτων ή στριμώχνεται στο ράντζο κάποιου βρώμικου διαδρόμου ή, στην καλλίτερη περίπτωση, εξαργυρώνεται με ένα χοντρό φακελάκι. Αν δε, πρόκειται για κάποιο λαθρομετανάστη, ανασφάλιστο ή εξαθλιωμένο του λεγόμενου περιθωρίου, που δεν μπορεί να το πληρώσει, ξεψυχάει έξω από την πόρτα του Νοσοκομείου. Τότε αναλαμβάνει το ρόλο της η πληρωμένη φιλανθρωπία, αφού πίσω της κρύβονται ένοχα προγράμματα και κάθε είδους ανταλλάγματα.
Η υγεία έχει γίνει εμπόρευμα και μάλιστα κερδοφόρο για την ανάπτυξη και συγκέντρωση του κεφαλαίου. Η αποστέωση του χαρακτήρα της υγείας από κάθε κοινωνικό χαρακτηριστικό της, η επιβολή του νόμου της αγοράς στις υπηρεσίες υγείας, η ατομική ευθύνη, καλλιεργούνται με κάθε τρόπο από το κράτος, τους πολιτειακούς φορείς, τα ΜΜΕ κλπ.
Η άρχουσα τάξη στη χώρα μας, αποκόβοντας τη Δημόσια και Λαϊκή υγεία από την κοινωνική της βάση και τους κοινωνικούς παράγοντες που την επηρεάζουν (φτώχια, ανεργία κλπ.), στενεύει την έννοιά της σε ορισμένες αποσπασματικές δράσεις, όπως στους εμβολιασμούς, στην αντιμετώπιση ειδικών λοιμώξεων, επιλεκτικούς και αναποτελεσματικούς ελέγχους τροφίμων, κάποιες καμπάνιες για το κάπνισμα και τα ναρκωτικά, και κάποιες άλλες ανώδυνες ή και επωφελείς για το σύστημα δράσεις. Παράλληλα υποβαθμίζει και προσαρμόζει τη Δημόσια υγεία ως οργανωτικό και λειτουργικό σύστημα υπηρεσιών και υποστηρικτικών κοινωνικών υπηρεσιών, στο μέτρο αυτών των αναγκών. Σε καμία περίπτωση πάντως δεν αντιμετωπίζει το θέμα της Δημόσιας υγείας στη σφαιρικότητά του, δεν καλύπτει τις τεράστιες ανάγκες υγείας των λαϊκών στρωμάτων.
Δεν πρόκειται για λαθεμένη αντίληψη. Πρόκειται για επιλογή. Ολη αυτή η λογική έχει αποτυπωθεί και στο νομοθετικό πλαίσιο για την ανάπτυξη και λειτουργία του Δημόσιου και επιχειρηματικού τομέα υγείας. Αποτυπώνεται και στον πρόσφατο νόμο για τη Δημόσια υγεία που ψήφισε η κυβέρνηση στα πλαίσια των αναδιαρθρώσεων.
Συμπερασματικά, η κυβέρνηση σήμερα, αλλά και τα κόμματα που στηρίζουν το καπιταλιστικό σύστημα, μέσα σε συνθήκες όξυνσης των κοινωνικών προβλημάτων και επιβάρυνσης της λαϊκής υγείας, προσπαθούν να διαχειριστούν την κατάσταση της Δημόσιας υγείας μέσα στα όρια και τη λογική του συστήματος.
Να λύσουν ορισμένα στοιχειώδη προβλήματα στο μέτρο που βοηθούν στη συντήρηση του αστικού κράτους.
Να ελέγξουν εκρηκτικές και οξείες καταστάσεις όπως π.χ. επιδημίες, AIDS, νόσο τρελών αγελάδων, SARS, δημιουργώντας ευκαιριακά και με ημερομηνία λήξης προγράμματα πρόληψης.
Να διαχειριστούν και να αξιοποιήσουν τα όποια στοιχειώδη μέτρα ελέγχου και προστασίας της Δημόσιας Υγείας στη λογική της αγοράς.
Να αμβλύνουν εντάσεις και αντιδράσεις των λαϊκών στρωμάτων και των οργανώσεών τους.